ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2016:B99

(2016) 2 ΑΑΔ 118

18 Φεβρουαρίου, 2016

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]

 

ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΧΑΤΖΗΠΑΝΑΓΗ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 175/2013)

 

 

Ποινή ― Ανθρωποκτονία και απόπειρα φόνου ― Επιμέτρηση ― Εφεσείων κρίνεται ένοχος κατόπιν παραδοχής, σε κατηγορία για ανθρωποκτονία  και σε τέσσερις κατηγορίες απόπειρας φόνου ― Επιβλήθηκαν πρωτοδίκως ποινές φυλάκισης 25 ετών και 15 ετών ― Κατ' έφεση μειώθηκε η ποινή για την ανθρωποκτονία από 25 σε  20 έτη ― Η περιορισμένη κριτική ικανότητα του Εφεσείοντα, κατά τον ουσιώδη χρόνο και η χαμηλή του νοημοσύνη, δικαιολογούσαν, υπό τις περιστάσεις, την επέμβαση του Εφετείου ― Απόφανση  Εφετείου ότι το Κακουργιοδικείο αναφέρθηκε απλά σε νοητική μειονεκτικότητα και σε συναισθηματική φόρτιση του Εφεσείοντα, αλλά δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη νοητική ηλικία και την κριτική ικανότητα του κατά τον ουσιώδη χρόνο, τα οποία επηρέαζαν την  επιμέτρηση της ποινής ― Όφειλε να είχε ασχοληθεί με τις διαφορές που παρατηρούνταν στα ιατρικά πιστοποιητικά που παρέθεσαν οι δύο πλευρές.

 

Ποινή ― Γεγονότα και Ποινή ― Επιμέτρηση ― Εάν ο κατηγορούμενος αμφισβητήσει οποιαδήποτε δήλωση της Κατηγορούσας Αρχής, το Δικαστήριο έχει καθήκον να προβεί σε έρευνα ― Εάν είναι ανάγκη, μπορεί να αναβάλει την υπόθεση και εάν το ζήτημα για το οποίο υπάρχει αμφισβήτηση ασκεί επιρροή στην ποινή, πρέπει να ζητήσει την προσκόμιση μαρτυρίας για την απόδειξή του ― Εάν υπάρχει ουσιαστική σύγκρουση των δύο εκδοχών, και δεν γίνεται η έρευνα αυτή, το Δικαστήριο, κατά το δυνατό, πρέπει να αποδέχεται την εκδοχή του κατηγορούμενου.

 

Ο Εφεσείων βρέθηκε ένοχος ύστερα από δική του παραδοχή σε συνολικά εννέα κατηγορίες, οι οποίες αφορούσαν σε  ανθρωποκτονία, κατά παράβαση του Άρθρου 205(1) και (3) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, σε τέσσερις κατηγορίες απόπειρας φόνου, κατά παράβαση του Άρθρου 214(α) του Ποινικού Κώδικα  και σε άλλες τέσσερις λιγότερο σοβαρές κατηγορίες, κατοχής και μεταφοράς πυροβόλου όπλου και κατοχής και μεταφοράς εκρηκτικών υλών, χωρίς άδεια, για τις οποίες δεν του επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή.

 

Με την παρούσα έφεση προσβλήθηκε το ύψος ποινής φυλάκισης 25 ετών που επιβλήθηκε στον Εφεσείοντα για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας και το ύψος ποινής φυλάκισης 15 ετών για το έγκλημα της απόπειρας φόνου. Οι ποινές συνέτρεχαν από 12.9.2013.

 

Η έφεση επικεντρώθηκε σε ένα και μόνο λόγο: Ότι η επιβολή ποινής φυλάκισης 25 ετών για την ανθρωποκτονία και 15 ετών για την απόπειρα φόνου, στον Εφεσείοντα, πρόσωπο αποδεδειγμένως πολύ περιορισμένης ικανότητος προς καταλογισμό, λόγω ψυχικής και πνευματικής νόσου, ήταν εκδήλως υπερβολική και παραβίαζε θεμελιώδεις αρχές της σωφρονιστικής όπως καθιερώθηκε από την Νομολογία.

 

Στην αιτιολογία του λόγου έφεσης, αναγραφόταν μεταξύ άλλων, ότι ο Εφεσείων, λόγω της διανοητικής και ψυχικής του κατάστασης, βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ του «καταλογιστού» και του «ακαταλόγιστου». Είναι πρόσωπο χαμηλής νοημοσύνης, λευκού ποινικού μητρώου, το οποίο δέχθηκε ισχυρή πρόκληση την ημέρα της διάπραξης των εγκλημάτων από το θύμα και την οικογένεια του, με αποτέλεσμα να υποστεί ψυχική έκρηξη και να διαπράξει τα εγκλήματα υπό καθεστώς αφόρητης πίεσης.

 

Σύμφωνα με τα αναντίλεκτα γεγονότα, μεταξύ του Κατηγορουμένου και της οικογένειας του θύματος υπήρχε διαμάχη αναφορικά με την απόκτηση της διαχείρισης της τουρκοκυπριακής οικίας που βρίσκεται στην οδό Φώτη Πίττα 108 στην Κοφίνου, στο σημείο δηλαδή που έγινε η ανθρωποκτονία.

 

Πριν πολλά χρόνια η πιο πάνω οικία είχε δοθεί για διαχείριση στον παππού του Κατηγορουμένου, με σκοπό να διαμένει με την οικογένειά του. Όταν ο παππούς του Κατηγορουμένου απεβίωσε και η πιο πάνω οικία θεωρητικά επανήλθε στη διαχείριση του Κηδεμόνα, αλλά ουσιαστικά κάτι τέτοιο δεν έγινε. Μετά το θάνατο του παππού του ο Κατηγορούμενος επενέβαινε παράνομα στην πιο πάνω οικία.

 

Η διαμάχη μεταξύ των δύο οικογενειών ξεκίνησε από το Μάρτιο 2012, όταν ο γιος του θύματος και αδελφός του τραυματία Γιώργου Γεωργίου, Κενδέας Γεωργίου, υπέβαλε αίτηση στον Κηδεμόνα Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών για να του δοθεί η πιο πάνω κατοικία ώστε να διαμένει με την αρραβωνιαστικιά του.  Μετά την πάροδο λίγων ημερών ο Κατηγορούμενος υπέβαλε και αυτός αίτηση για να του δοθεί η πιο πάνω οικία.

 

Από εκείνο το σημείο, ουσιαστικά, ξεκίνησε και η διαμάχη των δύο πλευρών αφού ο Κατηγορούμενος θεωρούσε ότι, επειδή προηγουμένως έμενε εκεί ο παππούς του, δικαιούται αυτός την οικία ενώ ο Κενδέας ξέροντας ότι η οικία βρίσκεται υπό τη διαχείριση του Κηδεμόνα, την διεκδίκησε υποβάλλοντας αίτηση. 

 

Στις 23.3.2013 και ώρα 15:25 κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του Κατηγορουμένου με ασθενοφόρο από την περιοχή εντοπισμού του προς το Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού, μετά τη διάπραξη των αδικημάτων, αυτός ανακρίθηκε προφορικά από το ΜΚ85. Αφού του επέστησε στην προσοχή του στο νόμο, ο Κατηγορούμενος ομολόγησε τη διάπραξη όλων των αδικημάτων τα οποία είχε παραδεχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Μεταξύ άλλων, ανέφερε τα ακόλουθα: «ότι ήταν να το κάμω έκαμα με την καρκιά μου, εσπάσαν με. Ήταν να με γέρει. Ο γιος του τζιήνου που έπαιξα έκαμεν αίτηση στον υπουργό Εσωτερικών τζιαι θα έπιανεν το σπίτι του παππού μου αν έβκαινα εγώ που μέσα.  Σήμερα ήρτεν έσσω μου τζιήνος που έπαιξα με τον γιο του, τζιαί επετάκτηκεν πάνω μου. Εγιώ έσαζα το σπίτι τζιαι μου είπεν ότι θα έβαλλέν ξύλα να το σάσει. Εγώ έφυα τζιαι όταν πήα πίσω ήταν τζιαμέ τζιαι έβαλλεν ξύλα να σάσει στο σπίτι μου. Εγιώ εν άντεξα διότι είπαν μου είκοσι άτομα ότι θα με έβκαλεν έξω. Εγιώ έφυα, επήα έσσω του τζιηρού μου έπιασα το καλασνίκωφ, εγέμωσα το, τζιαι επήα τζιαι έπαιξα τον γιο του πρώτα πάνω στα πόθκια.  Έμπηκε ομπρός εφώναζα του να φυει τζιαί εκόντεψεν μου στο ένα μέτρο τζιαί τον έπαιξα. Εξαναέπαιξα τον γιο του τζιαι έφυα με το αυτοκίνητο μου τζιαι επήα τζιαι έπαιξα άλλους θκυο - τρεις στην υπεραγορά Ανδρέας Μηλιώτης διότι εν τούτοι που τον αππώναν.  Είναι ούλλα κομματικά. Εγιώ τζιήνο που ήταν να κάμω έκαμα το, τζιαι έπνασεν η ψυσιή μου». 

 

Ο Κατηγορούμενος μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Λεμεσού όπου κρατήθηκε για νοσηλεία αφού έφερε κατάγματα σπονδύλου, από τροχαίο ατύχημα στο οποίο ενεπλάκη μετά τα επίδικα γεγονότα.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού παρέθεσε τα γεγονότα αναφορικά με τη διάπραξη των εγκλημάτων που παραδέχθηκε ο Εφεσείων, προχώρησε στην εξέταση των ενώπιόν του εκθέσεων, τριών κυβερνητικών ψυχιάτρων και ενός κλινικού ψυχολόγου. Σημείωσε, συναφώς, τα εξής:

 

«Όλοι κατέληξαν στο ίδιο συμπέρασμα, ότι ο Κατηγορούμενος είναι άτομο ικανό να αναλάβει τις ευθύνες των πράξεων του και τις συνέπειες αυτών. Είναι άνθρωπος με κριτική ικανότητα, σε βαθμό που αντιλαμβάνεται και μπορεί να διαχωρίσει τις έννοιες καλό/κακό, σωστό/λάθος, νόμιμο/άνομο, αθώος/ένοχος, ηθικό/ανήθικο.  Γνωρίζει τις ευθύνες, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του απέναντι στο Νόμο και κρίνεται ικανός να παρακολουθήσει και να αντιληφθεί τη δικαστική διαδικασία»

 

Ο Εφεσείων ήταν λευκού ποινικού μητρώου και ηλικίας 34 ετών κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

Στη συνέχεια, το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στα όσα ο  συνήγορος του Εφεσείοντα υπογράμμισε, στην αγόρευσή του για μετριασμό της ποινής. Συναφώς, το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε σε «ιδιορρυθμίες» του Κατηγορούμενου, οι οποίες συνέτειναν στο να εντυπωθεί στο μυαλό του μεγάλη και παράφορη σύνδεση με την οικία στην οποία κατοικούσε και την οποία το θύμα και η οικογένεια του προσπαθούσαν να του στερήσουν, όπως ήταν η πεποίθησή του. Επίσης, λήφθηκε υπόψη η χαμηλή νοημοσύνη του Εφεσείοντα, καθώς και ψυχιατρική έκθεση και έκθεση ψυχομετρικής αξιολόγησης, τις οποίες παρουσίασε η Υπεράσπιση και από τις οποίες εμφαίνεται μεταξύ άλλων, όπως παρατήρησε το Κακουργιοδικείο, ότι ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων «είναι άτομο με νοητική μειονεκτικότητα».

 

Αναφορικά με τη συναισθηματική φόρτιση, το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι ο παράγοντας εκείνος θα έπρεπε να συνυπολογιστεί, δεδομένου ότι σύμφωνα με τη ψυχιατρική έκθεση, «άτομα όπως ο Κατηγορούμενος είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε πιέσεις, εντάσεις και καταστάσεις αδιεξόδου, οπότε ενδέχεται υπό τέτοιες συνθήκες, δηλαδή καταπιεζόμενα ή προκαλούμενα να δράσουν απρόβλεπτα, επικίνδυνα και αυτοκαταστροφικά ή ετεροκαταστροφικά.» 

 

Ως προς το ζήτημα της πρόκλησης, το Κακουργιοδικείο παρατήρησε ότι αυτή εμπεριέχει αντικειμενικά στοιχεία και πρέπει να προέρχεται από την πλευρά του θύματος. Στην προκείμενη περίπτωση, υπήρχαν ουσιαστικά πέντε θύματα, τα τρία από τα οποία δεν είχαν οποιανδήποτε συνάντηση ή συνομιλία με τον Κατηγορούμενο, πριν από την εγκληματική του ενέργεια.

Ούτε, όμως, και οι ενέργειες του θύματος της ανθρωποκτονίας, δηλαδή να μετρήσει αποστάσεις στην επίδικη οικία και, ακολούθως, με το γιό του να οριοθετήσουν, με οικοδομικό νήμα, το σημείο όπου θα ανεγειρόταν τοίχος περίφραξης, μπορούσαν όπως έκρινε να θεωρηθούν ως πρόκληση. «Όλα αυτά τα εντάσσσονταν, υπέδειξε, στη συναισθηματική φόρτιση που βίωνε ο Κατηγορούμενος από την εποχή που είχε αρχίσει η διαμάχη του με την οικογένεια του θύματος».

 

Στη συνέχεια, το Κακουργιοδικείο, αφού αναφέρθηκε στην ανθρώπινη ζωή, που είναι το πολυτιμότερο αγαθό, τόνισε ότι στην προκείμενη περίπτωση ο Εφεσείων παραδέχθηκε μια κατηγορία ανθρωποκτονίας και τέσσερις κατηγορίες απόπειρας φόνου. Έκαμε δε αναφορά και σε σχετική νομολογία όπου οι Κατηγορούμενοι είχαν «μειωμένη αντίληψη λόγω ψυχοπάθειας.

 

Κατά το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο θάνατος του θύματος, στην περίπτωση της ανθρωποκτονίας, ήταν το αποτέλεσμα ηθελημένης πράξης του Κατηγορουμένου και η παρούσα περίπτωση «βρισκόταν στο μεταίχμιο φόνου εκ προμελέτης».

 

Ο Εφεσείων, όμως, όπως παρατήρησε το Κακουργιοδικείο, δεν έμεινε μέχρι εκεί. Πήγε στην υπεραγορά και με τον ίδιο τρόπο έστρεψε το όπλο και πυροβόλησε εναντίον τριών άλλων ανθρώπων, τραυματίζοντάς τους σοβαρά.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τα γεγονότα της υπόθεσης, αλλά και όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία, όπως ανέφερε το Κακουργιοδικείο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι προείχε η ανάγκη για επιβολή αυστηρής ποινής, αφενός, λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης και, αφετέρου, λόγω των τραγικών συνεπειών των πράξεων του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα. Τελικώς, επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 25 ετών για την ανθρωποκτονία και 15 ετών για κάθε μια από τις τέσσερις κατηγορίες απόπειρας φόνου. Στις υπόλοιπες κατηγορίες δεν επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Υπήρχε ένα σημαντικό στοιχείο που, οδήγησε το Κακουργιοδικείο σε εσφαλμένη απόφαση ως προς το ύψος της ποινής που επέβαλε στον Εφεσείοντα, στην κατηγορία της ανθρωποκτονίας.

 

2.  Το Κακουργιοδικείο δεν στάθμισε ορθά την κριτική ικανότητα του εφεσείοντα και τη νοητική του ηλικία, κατά τον ουσιώδη χρόνο.

3.      Έλαβε υπόψιν τα Έγγραφα Γ και Δ, δηλαδή την ψυχιατρική αξιολόγηση του Εφεσείοντα από τον γιατρό Σαμαρτζή, ημερ. 2.8.2013 και ψυχολογική έκθεση από τον Κλινικό Ψυχολόγο Χ"Θωμά, ημερ. 19.8.2013, τα οποία παρουσίασε η Κατηγορούσα Αρχή, και ανέφερε ότι έλαβε υπόψιν και τα αντίστοιχα έγγραφα τα οποία παρουσίασε η Υπεράσπιση.

 

4.  Όμως το Κακουργιοδικείο δεν φαίνεται να έδωσε τη δέουσα προσοχή στο περιεχόμενο των Εγγράφων Η και Θ που κατέθεσε η Υπεράσπιση.

 

5.  Στο Έγγραφο Η, αναγράφεται ότι ο Εφεσείων έχει επίγνωση και ευθύνη για τις πράξεις και τις συνέπειες των πράξεων του, αναγνωρίζει το επιλήψιμο και καταδικαστέο των πράξεων για τις οποίες κατηγορείται, αλλά: «Είναι άτομο με νοητική μειονεκτικότητα (ευαλοτότητα), με σχετικά περιορισμένες δυνατότητες αντίδρασης όταν βρεθεί σε πιεστικό αδιέξοδο. Κατά τα συμβάντα της 23.3.2013 κατά τα οποία προέβη σε ανθρωποκτονία και στη συνέχεια απόπειρα αυτοκτονίας, έδρασε υπό το κράτος μιας παρατεταμένης ψυχολογικής πίεσης και πρόκλησης αλλά και συναισθηματικής φόρτισης, που παροδικά του επηρέασε την κριτική του ικανότητα.» ( υπογράμμιση Εφετείου).

 

6.  Στο Έγγραφο Θ ο Εφεσείων εμφαίνεται ως άτομο με νοητική ηλικία από σχεδόν 9 μέχρι σχεδόν 14 ετών.

 

7.  Παρά τα προαναφερόμενα σημαντικά στοιχεία των Εγγράφων Η και Θ το Κακουργιοδικείο αναφέρεται μόνο σε «ιδιορρυθμίες» του Κατηγορουμένου οι οποίες συνέτειναν στο να εντυπωθεί στο μυαλό του η τόσο μεγάλη και παράφορη σύνδεση με την προαναφερόμενη οικία.

 

8.  Στο Έγγραφο Η, όμως, αναφερόταν ότι ο Εφεσείων, στις 23.3.2103, «έδρασε σε μια έντονα πιεστική  κατάσταση κατά την οποία, ένοιωθε κατάφορα αδικημένος διότι προσπαθούσαν να του στερήσουν κάτι που κατά τη γνώμη του δικαιωματικά του ανήκε».  Ακόμα στο ίδιο έγγραφο αναφερόταν ότι ο Κατηγορούμενος έδρασε σε μια φάση έντονου θυμού και παρατεταμένης πρόκλησης που τον οδήγησε σε μια ανεξέλεγκτη συμπεριφορά.

 

9.  Επιπρόσθετα, στο Έγγραφο Η αναφερόταν ότι στις 23.3.2013 η παρατεταμένη ψυχολογική πίεση και πρόκληση αλλά και η συναισθηματική φόρτιση, «παροδικά του επηρέασε την κριτική του ικανότητα».

10.    Το Κακουργιοδικείο αναφέρθηκε απλά σε νοητική μειονεκτικότητα και σε συναισθηματική φόρτιση του Εφεσείοντα, αλλά δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη νοητική ηλικία και την κριτική ικανότητα του Εφεσείοντα, κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

11. Τα πιο πάνω επηρέασαν την επιμέτρηση της ποινής και το Κακουργιοδικείο όφειλε να είχε ασχοληθεί με τις διαφορές που παρατηρούνταν στα ιατρικά πιστοποιητικά που παρέθεσαν οι δύο πλευρές.

 

12. Δεν παραγνωριζόταν το γεγονός ότι η υπεράσπιση ρητά δήλωσε ότι δεν ισχυρίζεται ότι ο Εφεσείων έπρεπε να κριθεί ως μη υποκείμενος σε ποινική ευθύνη. Όμως, η κριτική του ικανότητα, κατά τον ουσιώδη χρόνο, και η χαμηλή νοημοσύνη του, έπρεπε να τύχουν ανάλογης εξέτασης από το Κακουργιοδικείο και να συνεκτιμηθούν με τα υπόλοιπα περιστατικά της υπόθεσης προτού επιβληθεί ποινή.

 

13. Ενόψει των πιο πάνω, το Κακουργιοδικείο έσφαλε, εις βάρος του εφεσείοντα με την παράλειψη του να προβεί στη δέουσα έρευνα.

 

14. Η περιορισμένη κριτική ικανότητα του Εφεσείοντα, κατά τον ουσιώδη χρόνο και η χαμηλή του νοημοσύνη, δικαιολογούσαν, υπό τις περιστάσεις, την επέμβαση του Εφετείου. Η ποινή φυλάκισης για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας μειώθηκε από 25 σε 20 χρόνια. Δεν υπήρξε επέμβαση στις υπόλοιπες κατηγορίες.

 

Η έφεση επέτυχε μερικώς.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Ονησίλλου v Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 556,

 

Τσιάκκας v. Aστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 349,

 

Γενικός Εισαγγελέας v. Iωάννου (1999) 2 Α.Α.Δ. 603,

 

Γενικός Εισαγγελέας v. Αυξεντίου (2005) 2 Α.Α.Δ. 197,

 

Pernell κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 417,

 

Malic κ.ά. v. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 36,

 

Παναγή v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 445,

Λεμής v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 340,

 

Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2012) 2 Α.Α.Δ 370,

 

Landau v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 178,

 

Newton [1982] 4 Cr. App. R. (S.),

 

Ralf [1989] 11 Cr. App. R. (S.),

 

Costley [1989] 11 Cr. App. R. (S.).

 

Έφεση κατά Ποινής.

 

Έφεση από τον Καταδικασθέντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λάρνακας (Πογιατζής, Π.Ε.Δ., Καλογήρου, Α.Ε.Δ., Θωμά, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 4817/2013), ημερομηνίας 12/9/2013.

 

Ε. Ευσταθίου με Δ. Νικολετόπουλο και Μ. Καούλα, για τον Εφεσείοντα.

 

Ε. Ζαχαριάδου (κα), για την Εφεσίβλητη.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π..

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται μόνο το ύψος της ποινής που επιβλήθηκε στον Εφεσείοντα. Του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 25 ετών για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας και ποινή φυλάκισης 15 ετών για το έγκλημα της απόπειρας φόνου. Οι ποινές συντρέχουν από 12.9.2013. Δεν υπάρχει αντέφεση, ούτε για το ύψος των ποινών, ούτε και για τη διαταγή του Κακουργιοδικείου, όπως οι ποινές συντρέχουν.

 

Ο λόγος έφεσης είναι ένας. Ότι η επιβολή ποινής φυλάκισης 25 ετών για την ανθρωποκτονία και 15 ετών για την απόπειρα φόνου, στον Εφεσείοντα, πρόσωπο αποδεδειγμένως πολύ περιορισμένης ικανότητος προς καταλογισμό, λόγω ψυχικής και πνευματικής νόσου, είναι εκδήλως υπερβολική και παραβιάζει θεμελιώδεις αρχές της σωφρονιστικής όπως καθιερώθηκε από την Νομολογία.

Στην αιτιολογία του λόγου έφεσης, αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι ο Εφεσείων, λόγω της διανοητικής και ψυχικής του κατάστασης, βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ του «καταλογιστού» και του «ακαταλόγιστου». Είναι πρόσωπο χαμηλής νοημοσύνης, λευκού ποινικού μητρώου, το οποίο δέχθηκε ισχυρή πρόκληση την ημέρα της διάπραξης των εγκλημάτων από το θύμα και την οικογένεια του, με αποτέλεσμα να υποστεί ψυχική έκρηξη και να διαπράξει τα εγκλήματα υπό καθεστώς αφόρητης πίεσης.

 

Ο Εφεσείων βρέθηκε ένοχος μετά από δική του παραδοχή σε συνολικά εννέα κατηγορίες, οι οποίες αφορούσαν σε ανθρωποκτονία, κατά παράβαση του Άρθρου 205(1) και (3) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 (Κατηγορία 10), σε τέσσερις κατηγορίες απόπειρας φόνου, κατά παράβαση του Άρθρου 214(α) του Ποινικού Κώδικα (Κατηγορίες 2-5) και σε άλλες τέσσερις λιγότερο σοβαρές κατηγορίες, κατοχής και μεταφοράς πυροβόλου όπλου και κατοχής και μεταφοράς εκρηκτικών υλών, χωρίς άδεια, για τις οποίες δεν του επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή.

 

Τα ουσιώδη γεγονότα σε συντομία είναι τα εξής, όπως φαίνονται από την πρωτόδικη απόφαση, στην οποία έγινε αναφορά στην έκθεση των γεγονότων που παρουσίασε η Εφεσίβλητη-Κατηγορούσα Αρχή και παρέμειναν αναντίλεκτα από τον Εφεσείοντα-Κατηγορούμενο.

 

«1. Το θύμα, Παναγιώτης Σταύρου, (Κατηγορία 10) γεννήθηκε στις 28/12/1959 στην Αμμόχωστο και μετά την τουρκική εισβολή του 1974 ήρθε με την οικογένειά του στις ελεύθερες περιοχές. Από το 1983, μέχρι την ημέρα του θανάτου του, ζούσε με την οικογένειά του στον προσφυγικό συνοικισμό του χωριού Κοφίνου. Το θύμα απέκτησε τρία παιδιά, τον Γιώργο 27 ετών, τον Κενδέα 26 ετών και την Άντρη 22 ετών. Κατά τα τελευταία χρόνια εργαζόταν ως υπάλληλος στην εργοληπτική εταιρεία «CHAPO».

 

2.   Το θύμα της απόπειρας φόνου (Κατηγορία 2), Γιώργος Γεωργίου, είναι ο πρωτότοκος γιος του θύματος. Γεννήθηκε στις 03/01/1986, στη Λευκωσία και ζούσε με τους γονείς και τα αδέλφια του στον προσφυγικό συνοικισμό του χωριού Κοφίνου. Είναι ελεύθερος και εργάζεται περιστασιακά ως σιδεράς.

 

3.   Το θύμα της απόπειρας φόνου (Κατηγορία 3), Αδάμος Λάμπρου, γεννήθηκε στις 11/11/1965 στην Αμμόχωστο και είναι νυμφευμένος. Από το γάμο του απέκτησε δύο κόρες, ηλικίας σήμερα 23 και 19 ετών. Διαμένει στην Κοφίνου με την οικογένειά του και είναι ένας από τους ιδιοκτήτες της υπεραγοράς «Α. ΜΗΛΙΩΤΗΣ», στην Κοφίνου. Οι άλλοι δύο ιδιοκτήτες της εν λόγω υπεραγοράς, είναι ο αδελφός του Παναγιώτης Λάμπρου και ο σύζυγος της αδελφής του, Πέτρος Ιωάννου.

 

4.   Το θύμα της απόπειρας φόνου (Κατηγορία 4), Παναγιώτης Λάμπρου, γεννήθηκε στις 03/08/1976 στη Λάρνακα και είναι νυμφευμένος. Από το γάμο του απέκτησε τρία ανήλικα αγόρια, ηλικίας σήμερα 11, 9 και 2½ ετών. Διαμένει στην Κοφίνου με την οικογένειά του και όπως έχει ήδη αναφερθεί, είναι ένας από τους ιδιοκτήτες της υπεραγοράς «Α. ΜΗΛΙΩΤΗ», στην Κοφίνου.

 

5.   Το θύμα της απόπειρας φόνου (Κατηγορία 5), Κατερίνα Χατζηκουμπάρου, γεννήθηκε στις 09/07/1976 και είναι παντρεμένη. Διαμένει στην Κοφίνου και έχει δύο παιδιά, ηλικίας 13 και 4½ χρόνων. Εργάζεται ως γραφέας σε λογιστήριο στην Κοφίνου.

 

6.   Ο Κατηγορούμενος, Πρόδρομος Χ"Παναγή, ο οποίος αποκαλείται και «Γιαννής», γεννήθηκε στις 29/08/1979 στη Λάρνακα.  Είναι ο τρίτος στη σειρά από τα τέσσερα παιδιά του Κυριάκου και της Χρυσούλλας Χ"Παναγή και είναι ελεύθερος. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως τεχνίτης τεθωρακισμένων οχημάτων και απολύθηκε από τις τάξεις της Εθνικής Φρουράς στις 21/09/2000. Στις 13/12/2000, ενεγράφη ως Έφεδρος Στρατιώτης και υπηρετεί στην ίδια μονάδα όπου είχε υπηρετήσει και τη θητεία του, δηλαδή την 26η Επιλαρχία Μέσων Αρμάτων και ήταν χρεωμένος με οπλισμό και πυρομαχικά, για τα οποία αναφορά θα γίνει πιο κάτω.

 

Εργαζόταν ως μηχανικός σε δικό του γκαράζ, με την επωνυμία «Boxer Power Γκαράζ Αυτοκινήτων Γιάννος». Επιπλέον, στον ίδιο χώρο έχει Ιδιωτικό Κέντρο Τεχνικού Ελέγχου Οχημάτων (Ι.Κ.Τ.Ε.Ο.), το οποίο αδειοδοτήθηκε στις 14/05/2012.

 

7.   Διαμάχη Κατηγορουμένου με την οικογένεια του θύματος:

 

Μεταξύ του Κατηγορουμένου και της οικογένειας του θύματος υπήρχε διαμάχη αναφορικά με την απόκτηση της διαχείρισης της τουρκοκυπριακής οικίας που βρίσκεται στην οδό Φώτη Πίττα 108 στην Κοφίνου, στο σημείο δηλαδή που έγινε η ανθρωποκτονία.

 

Πριν πολλά χρόνια η πιο πάνω οικία είχε δοθεί για διαχείριση στον παππού του Κατηγορουμένου με σκοπό να διαμένει με την οικογένειά του. Πριν από δύο περίπου έτη ο παππούς του Κατηγορουμένου απεβίωσε και η πιο πάνω οικία θεωρητικά επανήλθε στη διαχείριση του Κηδεμόνα, αλλά ουσιαστικά κάτι τέτοιο δεν έγινε. Μετά το θάνατο του παππού του ο Κατηγορούμενος επενέβαινε παράνομα στην πιο πάνω οικία.

 

Η διαμάχη μεταξύ των δύο οικογενειών ξεκίνησε από το Μάρτιο 2012, όταν ο γιος του θύματος και αδελφός του τραυματία Γιώργου Γεωργίου, Κενδέας Γεωργίου, υπέβαλε αίτηση στον Κηδεμόνα Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών για να του δοθεί η πιο πάνω κατοικία ώστε να διαμένει με την αρραβωνιαστικιά του. Μετά πάροδο λίγων ημερών ο Κατηγορούμενος υπέβαλε και αυτός αίτηση για να του δοθεί η πιο πάνω οικία.

 

Από εκείνο το σημείο, ουσιαστικά, ξεκίνησε και η διαμάχη των δύο πλευρών αφού ο Κατηγορούμενος θεωρούσε ότι, επειδή προηγουμένως έμενε εκεί ο παππούς του, δικαιούται αυτός την οικία ενώ ο Κενδέας ξέροντας ότι η οικία βρίσκεται υπό τη διαχείριση του Κηδεμόνα την διεκδίκησε υποβάλλοντας αίτηση.  Αρχικά έγινε η εξέταση των δύο αιτήσεων από την αρμόδια επιτροπή του Κλάδου Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών Λάρνακας και τον Ιούλιιο, 2012, η εισήγηση της επιτροπής προς την τότε Υπουργό Εσωτερικών ήταν να δοθεί η οικία στην Κατηγορούμενο και όχι στον Κενδέα.

 

Ακολούθως ο Κενδέας αφού πληροφορήθηκε την πιο πάνω εισήγηση, πριν αποφασίσει η τότε Υπουργός, υπέβαλε ένσταση, αναφέροντας ότι ο Κατηγορούμενος είχε δηλώσει ψευδώς στην αίτηση του ότι είναι αρραβωνιασμένος με κοπέλα από τη Ρουμανία. Με βάση τα πιο πάνω η Υπουργός έδωσε οδηγίες στην επιτροπή να επανεξετάσει τις δύο αιτήσεις με περισσότερη λεπτομέρεια και να της υποβληθούν ξανά εισηγήσεις. Η αρμόδια επιτροπή επανεξέτασε τις δύο αιτήσεις και στις αρχές Ιανουαρίου, 2013, διαβίβασε στην Υπουργό την έκθεσή της. Ακολούθως, στις 28 Φεβρουαρίου 2013, κοινοποιήθηκε στον Έπαρχο Λάρνακας η απόφαση της τότε Υπουργού όπως η πιο πάνω οικία παραχωρηθεί στον Κενδέα και όχι στον Κατηγορούμενο. Μαζί με την απόφασή της η τότε Υπουργός έδωσε και οδηγίες όπως, πριν κοινοποιηθεί η απόφαση της στους δύο αιτητές, ο Έπαρχος Λάρνακας προβεί σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για ανάκτηση της συγκεκριμένης οικίας.

 

Λίγες μέρες πριν τις 23 Μαρτίου 2013 και πριν ακόμη κοινοποιηθεί η απόφαση της προηγούμενης Υπουργού Εσωτερικών, ο Κατηγορούμενος άρχισε να επιδιορθώνει τη συγκεκριμένη οικία με σκοπό να κατοικήσει εκεί, θεωρώντας ότι αυτή θα του παραχωρείτο. Από την άλλη πλευρά, ο Κενδέας και το θύμα αντιδρούσαν στην παράνομη επέμβαση του Κατηγορούμενου στην οικία και προέβησαν σε καταγγελίες στον τοπικό Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου.

 

Στις 21 Μαρτίου 2013, ο Κατηγορούμενος ανεπίσημα πληροφορήθηκε από τον Κοινοτάρχη Κοφίνου ότι η απόφαση της τότε Υπουργού Εσωτερικών ήταν να δοθεί η οικία στον Κενδέα.

 

8.   Διαμάχη Κατηγορούμενου με την οικογένεια Λάμπρου:

 

Πριν από λίγα χρόνια, ο Κατηγορούμενος είχε διαφορές και διαμάχη με την οικογένεια των Παναγιώτη και Αδάμου Λάμπρου αναφορικά με τα σύνορα τους σε τεμάχια Τουρκοκυπριακής γης που τους είχαν δοθεί για διαχείριση στην Κοφίνου. Συγκεκριμένα το τεμάχιο γης που δόθηκε στην οικογένεια των Παναγιώτη και Αδάμο Λάμπρου για την ανέγερση υπεραγοράς, συνορεύει με το τεμάχιο γης που δόθηκε στον Κατηγορούμενο για τη δημιουργία Ιδιωτικού Κέντρου Τεχνικού Ελέγχου Οχημάτων. Για να εξασφαλίσει τις σχετικές άδειες από την αρμόδια αρχή ο Κατηγορούμενος χρειαζόταν κάποιο κομμάτι από το τεμάχιο που διαχειριζόταν η οικογένεια Λάμπρου η οποία αρχικά αρνήθηκε να του το παραχωρήσει. Μετά από διαμάχες το πρόβλημα τελικά επιλύθηκε συναινετικά. Συγκεκριμένα η οικογένεια Λάμπρου παραχώρησε στον Κατηγορούμενο το κομμάτι που χρειαζόταν και ο Κηδεμόνας έδωσε άλλο κομμάτι γης στην οικογένεια Λάμπρου ως αντιστάθμισμα. Η πιο πάνω επίλυση έγινε περί τον Απρίλιο 2012 και ουσιαστικά από τότε δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ των δύο οικογενειών.

 

9.   Μεταξύ του Κατηγορουμένου και της Κατερίνας Χατζηκουμπάρου δεν υπήρχε οποιαδήποτε διαφορά ή διαμάχη.

 

10.  Τα γεγονότα της επίδικης ημερομηνίας 23.3.2013:

 

Κατά την εν λόγω ημερομηνία και περί ώρα 08:30 ο Κατηγορούμενος μετέβη στην επίδικη οικία όπου συνάντησε τα πρόσωπα τα οποία είχε μισθώσει για να προβούν σε διάφορες εργασίες στην εν λόγω οικία. Αφού τους έδωσε οδηγίες που αφορούσαν στην επιδιόρθωση της οικίας αναχώρησε και πηγαινοερχόταν από αυτή στο γκαράζ που διατηρεί στον παλαιό δρόμο Λευκωσίας - Λεμεσού στην Κοφίνου. Είναι παραδεκτό ότι ο Κατηγορούμενος προέβαινε σε επιδιόρθωση της οικίας καταβάλλοντας προσωπικά τα διάφορα έξοδα αφού το θεωρούσε βέβαιο ότι η οικία θα διδόταν στον ίδιο.

 

Την ίδια μέρα και περί ώρα 09:00 ενώ το θύμα βρισκόταν στο σπίτι του με τη σύζυγο του και τα παιδιά του Κενδέα και Γιώργο, τους ανέφερε ότι θα πήγαινε στην πιο πάνω οικία με σκοπό να προβεί σε κάποιες εργασίες σε αυτήν ενώ ταυτόχρονο συμφώνησαν όπως ο Κενδέας μεταβεί στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου για να καταγγείλει το γεγονός, ότι δηλαδή θα εργάζονταν παράνομα και οι δύο πλευρές στην επίδικη οικία. Σκοπός τους ήταν να μεταβεί στο μέρος η αστυνομία για να υποχρεώσει και τις δύο πλευρές να σταματήσουν τις εργασίες τους μέχρι να ξεκαθαρίσει το θέμα και να δοθεί επίσημα η οικία στη μία από τις δύο πλευρές.

 

Κατόπιν τούτου το θύμα μαζί με το φίλο του Ανδρέα Θεοδούλου (ΜΚ9) μετέβησαν αρχικά στην επίδικη οικία όπου μέτρησαν κάποιες αποστάσεις με σκοπό να κτίσουν τοίχο περίφραξης. Ο Κατηγορούμενος, ο οποίος βρισκόταν εκείνη την ώρα στο χώρο, πλησίασε το ΜΚ9 μετά την αναχώρηση του θύματος και του είπε επί λέξει: «Στο σπίτι αυτό μην ξαναέρθεις γιατί θα σε παίξω με το όπλο».

 

Στη συνέχεια, το θύμα μαζί με το ΜΚ9 μετέβησαν στην περιοχή του χωριού Μεννόγεια σε φάρμα που διατηρεί φιλικό τους πρόσωπο, όπου φόρτωσαν πλακάζ και επέστρεψαν στην Κοφίνου όπου το θύμα πήγε στο σπίτι του για να πάρει κάποια εργαλεία που χρειαζόταν.

 

Εν τω μεταξύ, περί ώρα 10:00 της ίδιας ημέρας ο Κενδέας είχε μεταβεί στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου όπου ανέφερε στον επί καθήκοντι αστυφύλακα ότι στην επίδικη οικία διεξάγονταν παράνομα οι εργασίες που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Ο επί καθήκοντι αστυφύλακας επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τον Κατηγορούμενο στο κινητό του τηλέφωνο, στον οποίο ανέφερε ότι θα έπρεπε να τερματίσει τις όποιες εργασίες είχε ξεκινήσει στην εν λόγω οικία μέχρι και τις 26.3.2013 όταν θα γινόταν συνάντηση με τον Κηδεμόνα για τελική διευθέτηση του θέματος. Στη συνέχεια ο Κενδέας επέστρεψε στην οικία του όπου συνάντησε τον πατέρα του και τον Γιώργο στους οποίους ανέφερε τα όσα διαμείφθηκαν στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου. Το θύμα ανέφερε στον Κενδέα ότι θα πήγαινε στην επίδικη οικία για να ξεκινήσουν εικονικά τις εργασίες για την περίφραξη. Ο Κενδέας του ανέφερε ότι θα πήγαινε εκ νέου στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου με σκοπό να προληφθεί η οποιαδήποτε διαμάχη.

Την ίδια ώρα αναχώρησαν όλοι από την οικία τους ο καθένας με το αυτοκίνητο του. Ο Γιώργος στάθμευσε το όχημα του επί του πεζοδρομίου μεταξύ της οικίας και του Δημόσιου Νηπιαγωγείου Κοφίνου και το θύμα στάθμευσε το δικό του όχημα στο πλευρό της οικίας.

 

Το θύμα και ο Γιώργος άρχισαν να οριοθετούν με οικοδομικό νήμα (ράμμα) το σημείο όπου θα ανεγειρόταν ο τοίχος της περίφραξης. Ενώ έκαναν αυτή την εργασία πέρασε από το μέρος με το όχημα του ο Κενδέας ο οποίος τους ανέφερε ότι έρχεται αστυνομικός στο μέρος και τους κάλεσε να σταματήσουν τις εργασίες.

 

Ο Γιώργος και το θύμα αμέσως σταμάτησαν τις εργασίες και μετακινήθηκαν πίσω από το αυτοκίνητο του Γιώργου όπου ανέμεναν την άφιξη της αστυνομίας. Σε κάποια στιγμή ο Γιώργος είδε τον Κατηγορούμενο να κινείται πεζός μπροστά από την οικία με κατεύθυνση από το κέντρο του χωριού προς το Δημόσιο Νηπιαγωγείο. Ο Κατηγορούμενος κινείτο με γρήγορο βήμα και ο Γιώργος πρόσεξε ότι είχε στα χέρια του ένα τυφέκιο μάρκας «Kalashnikov». Η απόσταση στην οποία βρισκόταν ο Κατηγορούμενος από κοντά τους όταν τον είδε ο Γιώργος ήταν περί τα 15 μέτρα και αμέσως φώναξε τον πατέρα του και του είπε επί λέξει: «Α παπά ο Γιαννής έρκεται με το Kalashnikov». Τότε ο Κατηγορούμενος έφερε το όπλο σε θέση βολής και πυροβόλησε προς το μέρος του Γιώργου ο οποίος την ίδια στιγμή έκανε κίνηση στρέφοντας τον κορμό του προς τα αριστερά με αποτέλεσμα να τραυματιστεί στην πλάτη. Ακολούθως έπεσε στο έδαφος και σύρθηκε κάτω από το αυτοκίνητο του. Καθώς σερνόταν κάτω από το αυτοκίνητο του άκουσε πυροβολισμούς και είδε τα πόδια του πατέρα του ενώ αυτός έτρεχε και συνέχισε να ακούει πυροβολισμούς. Συνεπεία των εν λόγω πυροβολισμών ήταν να φονευθεί το θύμα Παναγιώτης Σταύρου. 

 

Όταν σταμάτησαν οι πυροβολισμοί ο Γιώργος άρχισε να καλεί τον πατέρα του χωρίς να λαμβάνει οποιαδήποτε απάντηση. Ενώ ακόμη βρισκόταν κάτω από το αυτοκίνητο, ο Γιώργος άκουσε τον Κατηγορούμενο να φωνάζει από τα αριστερά του χωρίς ωστόσο να καταλάβει τι έλεγε.

 

Εκείνη την ώρα το ζεύγος Γεώργιου και Γεωργίας Μισιέλλη (ΜΚ10 και ΜΚ15), βρίσκονταν στην κουζίνα της οικίας τους μαζί με την Μαρίνα Μελετίου (ΜΚ14). Όταν άκουσαν τους πυροβολισμούς είδαν από το παράθυρο της κουζίνας τους τον Κατηγορούμενο να στέκεται σε απόσταση περίπου 15 μέτρων μέσα στο χωράφι μεταξύ της οικίας τους και της επίδικης οικίας και να κοιτάζει προς αυτούς με το όπλο στραμμένο προς το μέρος τους.  Αντιλήφθηκαν ότι κάτι φώναζε αλλά ότι ο Κατηγορούμενος δεν τους έβλεπε καθότι το τζάμι στο παράθυρο της κουζίνας ήταν τύπου «φιμέ». Αμέσως ο ΜΚ10 ζήτησε από όλους να κατευθυνθούν προς την μπροστινή είσοδο επειδή και αυτός είχε κάποιες διαφορές με τον Κατηγορούμενο, λόγω του ότι ο ΜΚ10 είχε αποταθεί στον Κηδεμόνα με σκοπό να εξασφαλίσει πέρασμα προς την οικία του μέσα από το οικόπεδο της επίδικης οικίας.

 

Ο Κατηγορούμενος αμέσως μετά αποχώρησε πεζός από το χώρο.

 

Περί ώρα 10:31 ο Κατηγορούμενος μετέβη στην υπεραγορά με την επωνυμία «Α. Μηλιώτης» που βρίσκεται στην οδό Αγίου Αμβροσίου 160, στην Κοφίνου. Εκείνη τη στιγμή υπήρχαν εντός της υπεραγοράς περί τα 20 έως 25 άτομα τα οποία είτε εργάζονταν είτε έκαναν τα ψώνια τους. Έχοντας στα χέρια το Kalashnikov εισήλθε στην υπεραγορά και απευθυνόμενος στο πρώτο πρόσωπο που συνάντησε που ήταν ο Πέτρος Ιωάννου (ΜΚ19) τον ρώτησε πού είναι ο πεθερός του εννοώντας τον Ανδρέα Μηλιώτη (ΜΚ22). Ο ΜΚ19 δεν αντιλήφθηκε αμέσως ότι ο Κατηγορούμενος κρατούσε το πυροβόλο όπλο και του απάντησε ότι ο ΜΚ22 είναι κάπου μέσα στην υπεραγορά. Ο Κατηγορούμενος προχώρησε κάποια μέτρα μπροστά και τότε ο ΜΚ19 αντιλήφθηκε ότι ο Κατηγορούμενος οπλοφορούσε. Ενώ ο ΜΚ19 έκανε κίνηση προς το μέρος του Κατηγορουμένου, ο τελευταίος έφερε το όπλο σε θέση βολής και άρχισε να πυροβολεί με ριπή εναντίον των Παναγιώτη και Αδάμου Λάμπρου και Κατερίνας Χατζηκουμπάρου, οι οποίοι βρίσκονταν ακριβώς μπροστά από το ταμείο.  Βολίδες που έφυγαν από το όπλο του Κατηγορουμένου κτύπησαν τα τρία αυτά πρόσωπα οι οποίοι έπεσαν στο έδαφος τραυματισμένοι. Ο Παναγιώτης και Αδάμος Λάμπρου, κατά το χρόνο της απόπειρας φόνου εναντίον τους, εργάζονταν στην ιδιόκτητη υπεραγορά τους, ενώ η Κατερίνα Χατζηκουμπάρου βρισκόταν εκεί ως πελάτης της υπεραγοράς για τα ψώνια της.

 

Ταυτόχρονα ο ΜΚ19 επιτέθηκε στον Κατηγορούμενο αγκαλιάζοντας τον από πίσω και αρπάζοντας με τα δύο του χέρια το Kalashnikov σε μια προσπάθεια του να τον αφοπλίσει. Ακολούθησε συμπλοκή η οποία οδήγησε τον Κατηγορούμενο με το ΜΚ19 να εξέλθουν από το υποστατικό έξω στην οδό Αγίου Αμβροσίου.  Τη σκηνή είδε ο Βάσος Γεωργίου (ΜΚ20) ο οποίος ήταν στο χώρο ως πελάτης της υπεραγοράς για να ψωνίσει και προσέτρεξε σε βοήθεια του ΜΚ19 οπότε και τελικά κατάφεραν να αποσπάσουν το όπλο από τον Κατηγορούμενο. Ο Κατηγορούμενος, παρά το γεγονός ότι κατάφεραν να του αποσπάσουν το όπλο, κατόρθωσε να αφαιρέσει τη γεμιστήρα και να τραπεί σε φυγή με κατεύθυνση την εκκλησία του χωριού έχοντας τη γεμιστήρα στην κατοχή του.  Ακολούθως εισήλθε σε αυτοκίνητο τύπου σαλούν με αριθμούς εγγραφής ΕΚΥ672 και διέφυγε.

 

11.  Από τη μαρτυρία που εξασφαλίστηκε, εκδόθηκε την ίδια μέρα Ένταλμα Συλλήψεως εναντίον του Κατηγορουμένου και καταζητείτο.

 

12.  Την ίδια μέρα και περί ώρα 14:50 δόθηκε πληροφορία στην αστυνομία σύμφωνα με την οποία το όχημα το οποίο χρησιμοποίησε ο Κατηγορούμενος είχε εμπλακεί σε τροχαίο δυστύχημα στον παλαιό δρόμο Αραδίππου - Αθηένου παρά την έξοδο Αβδελλερού. Μέλη της ΑΔΕ Λάρνακας μετέβησαν στην περιοχή όπου εντόπισαν τον Κατηγορούμενο εντός του οχήματος τραυματισμένο. Επιπλέον μέσα στο όχημα, στο πίσω κάθισμα υπήρχε η γεμιστήρα που είχε αφαιρέσει από το  Kalashnikov. Ενώ ο Κατηγορούμενος βρισκόταν μέσα στο όχημα απαντώντας σε ερώτηση παρευρισκόμενου ανέφερε στους πολίτες (ΜΚ55 και ΜΚ58) επί λέξει: «Εν είμαι καλά εσκότωσα πέντε».

 

13.  Κλήθηκε ασθενοφόρο το οποίο παρέλαβε τον Κατηγορούμενο και με τη συνοδεία του Λοχία 1418 Χρ. Παναγιώτου του ΤΑΕ Λάρνακας (ΜΚ85) αναχώρησε για να τον μεταφέρει στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού. Ο ΜΚ85 περί ώρα 15:18, συνέλαβε τον Κατηγορούμενο δυνάμει του δικαστικού Εντάλματος Σύλληψης που εκκρεμούσε εναντίον του. Αφού του εξήγησε τους λόγους της σύλληψης του και του επέστησε την προσοχή του στο νόμο, αυτός απάντησε: «Ό,τι ήταν να κάμω έκαμα».

 

14.  Στις 23.3.2013 και ώρα 15:25 κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του Κατηγορουμένου με ασθενοφόρο από την περιοχή εντοπισμού του προς το Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού, αυτός ανακρίθηκε προφορικά από το ΜΚ85. Αφού του επέστησε στην προσοχή του στο νόμο, ο Κατηγορούμενος ομολόγησε τη διάπραξη όλων των αδικημάτων τα οποία είχε παραδεχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Μεταξύ άλλων, ανέφερε τα ακόλουθα: «ότι ήταν να το κάμω έκαμα με την καρκιά μου, εσπάσαν με. Ήταν να με γέρει. Ο γιος του τζιήνου που έπαιξα έκαμεν αίτηση στον υπουργό Εσωτερικών τζιαι θα έπιανεν το σπίτι του παππού μου αν έβκαινα εγώ που μέσα. Σήμερα ήρτεν έσσω μου τζιήνος που έπαιξα με τον γιο του, τζιαί επετάκτηκεν πάνω μου. Εγιώ έσαζα το σπίτι τζιαι μου είπεν ότι θα έβαλλέν ξύλα να το σάσει. Εγώ έφυα τζιαι όταν πήα πίσω ήταν τζιαμέ τζιαι έβαλλεν ξύλα να σάσει στο σπίτι μου.  Εγιώ εν άντεξα διότι είπαν μου είκοσι άτομα ότι θα με έβκαλεν έξω. Εγιώ έφυα, επήα έσσω του τζιηρού μου έπιασα το καλασκνίκωφ, εγέμωσα το τζιαι επήα τζιαι έπαιξα τον γιο του πρώτα πάνω στα πόθκια. Έμπηκε ομπρός εφώναζα του να φυει τζιαί εκόντεψεν μου στο ένα μέτρο τζιαί τον έπαιξα. Εξαναέπαιξα τον γιο του τζιαι έφυα με το αυτοκίνητο μου τζιαι επήα τζιαι έπαιξα άλλους θκυο - τρεις στην υπεραγορά Ανδρέας Μηλιώτης διότι εν τούτοι που τον αππώναν. Είναι ούλλα κομματικά. Εγιώ τζιήνο που ήταν να κάμω έκαμα το, τζιαι έπνασεν η ψυσιή μου». (Η έμφαση είναι δική μας)

 

15.  Ο Κατηγορούμενος μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Λεμεσού όπου κρατήθηκε για νοσηλεία αφού έφερε κατάγματα σπονδύλου.

 

16.  Στη σκηνή της ανθρωποκτονίας στην επίδικη οικία εντοπίστηκαν 8 κάλυκες ενώ στη σκηνή της υπεραγοράς εντοπίστηκαν συνολικά 10 κάλυκες.»

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού παρέθεσε τα γεγονότα αναφορικά με τη διάπραξη των εγκλημάτων που παραδέχθηκε ο Εφεσείων, προχώρησε στην εξέταση των ενώπιόν του εκθέσεων, τριών κυβερνητικών ψυχιάτρων και ενός κλινικού ψυχολόγου. Σημείωσε, συναφώς, τα εξής:

 

«Όλοι κατέληξαν στο ίδιο συμπέρασμα, ότι ο Κατηγορούμενος είναι άτομο ικανό να αναλάβει τις ευθύνες των πράξεων του και τις συνέπειες αυτών. Είναι άνθρωπος με κριτική ικανότητα, σε βαθμό που αντιλαμβάνεται και μπορεί να διαχωρίσει τις έννοιες καλό/κακό, σωστό/λάθος, νόμιμο/άνομο, αθώος/ένοχος, ηθικό/ανήθικο. Γνωρίζει τις ευθύνες, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του απέναντι στο Νόμο και κρίνεται ικανός να παρακολουθήσει και να αντιληφθεί τη δικαστική διαδικασία (έγγραφα Γ και Δ).»

 

Ο Εφεσείων ήταν λευκού ποινικού μητρώου και ηλικίας 34 ετών κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

Στη συνέχεια, το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στα όσα ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα υπογράμμισε, στην αγόρευσή του για μετριασμό της ποινής. Συναφώς, το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε σε «ιδιορρυθμίες» του Κατηγορούμενου, οι οποίες συνέτειναν στο να εντυπωθεί στο μυαλό του μεγάλη και παράφορη σύνδεση με την οικία στην οποία κατοικούσε και την οποία το θύμα και η οικογένεια του προσπαθούσαν να του στερήσουν, όπως ήταν η πεποίθησή του. Επίσης, λήφθηκε υπόψη η χαμηλή νοημοσύνη του Εφεσείοντα, καθώς και ψυχιατρική έκθεση και έκθεση ψυχομετρικής αξιολόγησης (έγγραφα Η και Θ), τις οποίες παρουσίασε η Υπεράσπιση και από τις οποίες εμφαίνεται μεταξύ άλλων, όπως παρατήρησε το Κακουργιοδικείο, ότι ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων «είναι άτομο με νοητική μειονεκτικότητα».

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα είχε τονίσει ότι η χαμηλή νοημοσύνη, η νοητική μειονεκτικότητα και η συναισθηματική φόρτιση του Εφεσείοντα θα έπρεπε να ληφθούν σοβαρά υπόψιν κατά την επιμέτρηση της ποινής.

 

Αναφορικά με τη συναισθηματική φόρτιση, το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι ο παράγοντας εκείνος θα έπρεπε να συνυπολογιστεί, δεδομένου ότι σύμφωνα με τη ψυχιατρική έκθεση (έγγραφο Η), «άτομα όπως ο Κατηγορούμενος είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε πιέσεις, εντάσεις και καταστάσεις αδιεξόδου, οπότε ενδέχεται υπό τέτοιες συνθήκες, δηλαδή καταπιεζόμενα ή προκαλούμενα να δράσουν απρόβλεπτα, επικίνδυνα και αυτοκαταστροφικά ή ετεροκαταστροφικά.» 

 

Ως προς το ζήτημα της πρόκλησης, το Κακουργιοδικείο παρατήρησε ότι αυτή εμπεριέχει αντικειμενικά στοιχεία και πρέπει να προέρχεται από την πλευρά του θύματος. Στην προκείμενη περίπτωση, υπήρχαν ουσιαστικά πέντε θύματα, τα τρία από τα οποία δεν είχαν οποιανδήποτε συνάντηση ή συνομιλία με τον Κατηγορούμενο, πριν την εγκληματική του ενέργεια. Ούτε, όμως, και οι ενέργειες του θύματος της ανθρωποκτονίας, δηλαδή να μετρήσει αποστάσεις στην επίδικη οικία και, ακολούθως, με το γιό του να οριοθετήσουν, με οικοδομικό νήμα, το σημείο όπου θα ανεγειρόταν τοίχος περίφραξης, μπορούν να θεωρηθούν ως πρόκληση.  «Όλα αυτά τα εντάσσουμε στη συναισθηματική φόρτιση που βίωνε ο Κατηγορούμενος από την εποχή που είχε αρχίσει η διαμάχη του με την οικογένεια του θύματος», παρατήρησε το δικαστήριο.

 

Στη συνέχεια, το Κακουργιοδικείο, αφού αναφέρθηκε στην ανθρώπινη ζωή, που είναι το πολυτιμότερο αγαθό, τόνισε ότι στην προκείμενη περίπτωση ο Εφεσείων παραδέχθηκε μια κατηγορία ανθρωποκτονίας και τέσσερις κατηγορίες απόπειρας φόνου.  Έκαμε αναφορά σε σχετική νομολογία και, συγκεκριμένα, στις αποφάσεις Ονησίλλου v Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 556, Τσιάκκας v. Aστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 349, Γενικός Εισαγγελέας v. Iωάννου (1999) 2 Α.Α.Δ. 603, Γενικός Εισαγγελέας v.  Αυξεντίου (2005) 2 Α.Α.Δ. 197, Pernell κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 417 και Malic κ.ά. v. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 36.

 

Ειδική αναφορά το Κακουργιοδικείο έκαμε σε υποθέσεις όπου οι Κατηγορούμενοι είχαν «μειωμένη αντίληψη λόγω ψυχοπάθειας» (Δέστε: Παναγή v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 445 και Λεμής v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 340). Στη Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2012) 2 Α.Α.Δ 370, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε την καταδίκη του Εφεσείοντα για φόνο εκ προμελέτης και την αντικατέστησε με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας. Ο Εφεσείων είχε φονεύσει με επανειλημμένα κτυπήματα με μαχαίρι τη σύζυγό του και τον άνδρα τον οποίο υποπτευόταν ότι είχε δεσμό με τη σύζυγό του. Παρά τη συναισθηματική φόρτιση του Εφεσείοντα, το Ανώτατο Δικαστήριο τον καταδίκασε σε ποινή φυλάκισης 25 ετών σε κάθε κατηγορία.

 

Κατά το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο θάνατος του θύματος, στην περίπτωση της ανθρωποκτονίας, ήταν το αποτέλεσμα ηθελημένης πράξης του Κατηγορουμένου και η παρούσα περίπτωση «βρίσκεται στο μεταίχμιο φόνου εκ προμελέτης». «Ο τρόπος που έστρεψε το όπλο κατά του θύματος και του Γιώργου έξω από την οικία, δεν αφήνει αμφιβολίες για τις συνέπειες που ήθελε να επιφέρει.  Μάλιστα, θα λέγαμε ότι είναι η άμεση αντίδραση του Γιώργου που απέτρεψε χειρότερες συνέπειες για τον ίδιο.» Ο Εφεσείων, όμως, όπως παρατήρησε το Κακουργιοδικείο, δεν έμεινε μέχρι εκεί. Πήγε στην υπεραγορά και με τον ίδιο τρόπο έστρεψε το όπλο και πυροβόλησε εναντίον τριών άλλων ανθρώπων, τραυματίζοντάς τους σοβαρά.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τα γεγονότα της υπόθεσης, αλλά και όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία, όπως ανέφερε το Κακουργιοδικείο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι προέχει η ανάγκη για επιβολή αυστηρής ποινής, αφενός, λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης και, αφετέρου, λόγω των τραγικών συνεπειών των πράξεων του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα. Τελικά, επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 25 ετών για την ανθρωποκτονία και 15 ετών για κάθε μια από τις τέσσερις κατηγορίες απόπειρας φόνου. Στις υπόλοιπες κατηγορίες δεν επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή.

 

Υπάρχει ένα σημαντικό στοιχείο που, κατά την κρίση μας, οδήγησε το Κακουργιοδικείο σε εσφαλμένη απόφαση ως προς το ύψος της ποινής που επέβαλε στον Εφεσείοντα, στην κατηγορία της ανθρωποκτονίας.

Το Κακουργιοδικείο δεν στάθμισε ορθά την κριτική ικανότητα του εφεσείοντα και τη νοητική του ηλικία, κατά τον ουσιώδη χρόνο. Λαμβάνει υπόψιν τα Έγγραφα Γ και Δ, δηλαδή την ψυχιατρική αξιολόγηση του Εφεσείοντα από τον γιατρό Σαμαρτζή, ημερ. 2.8.2013 και ψυχολογική έκθεση από τον Κλινικό Ψυχολόγο Χ" Θωμά, ημερ. 19.8.2013, τα οποία παρουσίασε η Κατηγορούσα Αρχή, και αναφέρει ότι λαμβάνει υπόψιν και τα Έγγραφα Η και Θ, δηλαδή την ψυχιατρική έκθεση του γιατρού Αναστασίου, ημερ. 5.7.2013 και την έκθεση ψυχομετρικής αξιολόγησης του Δρα. Μαυρολεύτερου, Επίκουρου Καθηγητή Ψυχολογίας, ημερ. 12.7.2013, τα οποία παρουσίασε η Υπεράσπιση. Όμως το Κακουργιοδικείο δεν φαίνεται να έδωσε τη δέουσα προσοχή στο περιεχόμενο των Εγγράφων Η και Θ.

 

Στο Έγγραφο Γ αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι κατά την εξέταση στις 26.7.2013, ο Εφεσείων ήταν πλήρως προσανατολισμένος σε χώρο, χρόνο, πρόσωπα, εαυτό και χωρίς διαταραχές συμπεριφοράς, ότι δεν διαπιστώθηκε συμπτωματολογία συναισθηματικής διαταραχής, ούτε ψυχοσική συμπτωματολογία. Δεν είχε διαταραχές αντίληψης ή διαταραχές στη δομή ή στο περιεχόμενο της σκέψης, δεν είχε ιστορικό χρόνιας ψυχιατρικής νόσου, ούτε και ψυχιατρικής νοσηλείας και ότι είναι άνθρωπος με κριτική ικανότητα σε βαθμό που αντιλαμβάνεται και μπορεί να διαχωρίσει τις έννοιες καλό/κακό, σωστό/λάθος, νόμιμο/άνομο, αθώος/ένοχος, ηθικό/ανήθικο. Γνωρίζει τις ευθύνες, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του απέναντι στο Νόμο.

 

Στο Έγγραφο Η, όμως, αναγράφεται ότι ο Εφεσείων έχει επίγνωση και ευθύνη για τις πράξεις και τις συνέπειες των πράξεων του, αναγνωρίζει το επιλήψιμο και καταδικαστέο των πράξεων για τις οποίες κατηγορείται, αλλά:

 

«Είναι άτομο με νοητική μειονεκτικότητα (ευαλοτότητα), με σχετικά περιορισμένες δυνατότητες αντίδρασης όταν βρεθεί σε πιεστικό αδιέξοδο.

 

Κατά τα συμβάντα της 23.3.2013 κατά τα οποία προέβει σε ανθρωποκτονία και στη συνέχεια απόπειρα αυτοκτονίας, έδρασε υπό το κράτος μιας παρατεταμένης ψυχολογικής πίεσης και πρόκλησης αλλά και συναισθηματικής φόρτισης, που παροδικά του επηρέασε την κριτική του ικανότητα.» (δική μας η υπογράμμιση)

 

Στο Έγγραφο Θ ο Εφεσείων εμφαίνεται ως άτομο με νοητική ηλικία από σχεδόν 9 μέχρι σχεδόν 14 ετών.

Παρά τα προαναφερόμενα σημαντικά στοιχεία των Εγγράφων Η και Θ το Κακουργιοδικείο αναφέρεται μόνο σε «ιδιορρυθμίες» του Κατηγορουμένου οι οποίες συνέτειναν στο να εντυπωθεί στο μυαλό του η τόσο μεγάλη και παράφορη σύνδεση με την προαναφερόμενη οικία. Στο Έγγραφο Η, όμως, αναγράφεται ότι ο Εφεσείων, στις 23.3.2103, «έδρασε σε μια έντονα πιεστική  κατάσταση κατά την οποία, ένοιωθε κατάφορα αδικημένος διότι προσπαθούσαν να του στερήσουν κάτι που κατά τη γνώμη του δικαιωματικά του ανήκε». Ακόμα στο ίδιο έγγραφο αναγράφεται ότι ο Κατηγορούμενος έδρασε σε μια φάση έντονου θυμού και παρατεταμένης πρόκλησης που τον οδήγησε σε μια ανεξέλεγκτη συμπεριφορά.

 

Επιπρόσθετα, στο Έγγραφο Η αναγράφεται ότι στις 23.3.2013 η παρατεταμένη ψυχολογική πίεση και πρόκληση αλλά και η συναισθηματική φόρτιση, «παροδικά του επηρέασε την κριτική του ικανότητα».

 

Το Κακουργιοδικείο αναφέρεται απλά σε νοητική μειονεκτικότητα και σε συναισθηματική φόρτιση του Εφεσείοντα, αλλά δεν ασχολείται ιδιαίτερα με τη νοητική ηλικία και την κριτική ικανότητα του Εφεσείοντα, κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

Θεωρούμε ότι τα πιο πάνω επηρεάζουν την επιμέτρηση της ποινής και το Κακουργιοδικείο όφειλε να είχε ασχοληθεί με τις διαφορές που παρατηρούντο στα ιατρικά πιστοποιητικά που παρέθεσαν οι δύο πλευρές (Τεκ. Γ και Δ από πλευράς Κατηγορούσας Αρχής και Τεκ. Η και Θ από πλευράς Υπεράσπισης).

 

Στην Landau v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 178, στη σελ. 184, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:

 

      «Μετά την παραδοχή της κατηγορίας από κατηγορούμενο, το Δικαστήριο ακούει έκθεση των γεγονότων και παίρνει πληροφορίες, οι οποίες μπορούν να ληφθούν υπόψη στην απόφαση για το είδος και την έκταση της ποινής. Εάν ο κατηγορούμενος αμφισβητήσει οποιαδήποτε δήλωση της Κατηγορούσας Αρχής, το Δικαστήριο έχει καθήκον να προβεί σε έρευνα. Εάν είναι ανάγκη, μπορεί να αναβάλει την υπόθεση και εάν το ζήτημα για το οποίο υπάρχει αμφισβήτηση ασκεί επιρροή στην ποινή, πρέπει να ζητήσει την προσκόμιση μαρτυρίας για την απόδειξή του. Εάν υπάρχει ουσιαστική σύγκρουση των δύο εκδοχών, και δεν γίνεται η έρευνα αυτή, το Δικαστήριο, κατά το δυνατό, πρέπει να αποδέχεται την εκδοχή του κατηγορούμενου (Βλ. Robert John Newton [1982] 4 Cr. App. R. (S.) σελ. 388, Mandy Ann Ralf [1989] 11 Cr. App. R. (S.) σελ. 121 και Peter John Costley [1989] 11 Cr. App. R. (S.) σελ. 357. Βλ. επίσης, Archbold Pleading Evidence and Practice in Criminal Cases, 42η έκδοση, παράγραφος 4-475, σελ. 521).» (δική μας η υπογράμμιση)

 

Δεν μας διαφεύγει ότι η υπεράσπιση ρητά δήλωσε ότι δεν ισχυρίζεται ότι ο Εφεσείων έπρεπε να κριθεί ως μη υποκείμενος σε ποινική ευθύνη. Όμως, η κριτική του ικανότητα, κατά τον ουσιώδη χρόνο, και η χαμηλή νοημοσύνη του, έπρεπε να τύχουν ανάλογης εξέτασης από το Κακουργιοδικείο και να συνεκτιμηθούν με τα υπόλοιπα περιστατικά της υπόθεσης προτού επιβληθεί ποινή.

 

Θεωρούμε ότι, ενόψει της ουσιαστικής παραγνώρισης των προαναφερόμενων σημαντικών στοιχείων που υπήρχαν στα τεκμήρια Η και Θ, το Κακουργιοδικείο έσφαλε, εις βάρος του εφεσείοντα με την παράλειψη του να προβεί στη δέουσα έρευνα. Κατά τα άλλα συμφωνούμε με την απόφαση του Κακουργιοδικείου.

 

Ενόψει των προαναφερόμενων σημαντικών στοιχείων για την επιμέτρηση της ποινής, στα οποία το Κακουργιοδικείο, κατά την κρίση μας, δεν έδωσε τη δέουσα προσοχή και βαρύτητα,  θεωρούμε ορθό και δίκαιο να επέμβουμε στην ποινή που επέβαλε στο έγκλημα της ανθρωποκτονίας. Η περιορισμένη κριτική ικανότητα του Εφεσείοντα, κατά τον ουσιώδη χρόνο και η χαμηλή του νοημοσύνη, δικαιολογούν, υπό τις περιστάσεις, την επέμβαση του Εφετείου. Η ποινή φυλάκισης για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας μειώνεται από 25 σε 20 χρόνια.

 

Κατά συνέπεια η έφεση μερικώς επιτυγχάνει, ως ανωτέρω εξηγείται. Κατά τα άλλα η πρωτόδικη ποινή παραμένει ως έχει (ως προς τις ποινές που επιβλήθηκαν για τις απόπειρες φόνου και ως προς το ότι οι ποινές θα συντρέχουν).

 

Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς.

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο