ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ECLI:CY:AD:2016:B98

(2016) 2 ΑΑΔ 111

18 Φεβρουαρίου, 2016

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]

 

ΕΠΑΡΧΟΣ ΠΑΦΟΥ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

1. Τ. & Μ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ & ΥΙΟΣ ΛΤΔ,

2. ΓΙΩΡΓΟΥ Τ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ,

 

Εφεσιβλήτων.

 

(Ποινική Έφεση 175/2011)

 

 

Οδοί και Οικοδομές ― Παράνομη ανέγερση οικοδομής ― Επικύρωση πρωτόδικης κρίσης με την οποία οι εφεσίβλητοι αθωώθηκαν και απαλλάχθηκαν σε κατηγορίες αναφορικά με παράνομη ανέγερση οικοδομής και κατοχής άνευ πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως.

 

Οδοί και Οικοδομές ― Παράνομη ανέγερση οικοδομής ― Η εγγραφή στο Κτηματολόγιο περί ιδιοκτησίας, από μόνη της, δεν μπορεί να οδηγήσει στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι δηλαδή ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης ανήγειρε, στο ακίνητο του, οικοδομή.

 

Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Είναι κατ' εξοχήν έργο του Πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο στη ζωντανή ατμόσφαιρα του Δικαστηρίου παρακολουθεί τους μάρτυρες και συνεπώς είναι σε καλύτερη θέση να σταθμίσει και να κρίνει την αξιοπιστία ενός μάρτυρα ― Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει και μόνο στις περιπτώσεις όπου τα ευρήματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή όταν τα συμπεράσματα του είναι εξ αντικειμένου παράλογα ή αυθαίρετα.

 

Οι Εφεσίβλητοι/Κατηγορούμενοι 1 και 2, αντιμετώπισαν ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου, με επιτυχία, τρεις κατηγορίες αναφορικά με παράνομη ανέγερση οικοδομής και κατοχής άνευ πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως, με αποτέλεσμα την αθώωση τους. 

 

Σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση αθωώθηκαν, αναφορικά με τις κατηγορίες 1 και 2 διότι δεν αποδείχθηκαν ουσιαστικά στοιχεία των αδικημάτων και συγκεκριμένα ότι αυτοί «ανήγειραν ή ανέχτηκαν ή επέτρεψαν την ανέγερση της οικοδομής που αναφερόταν στο κατηγορητήριο ή ακόμα είχαν οποιαδήποτε γνώση περί της ανέγερσης της συγκεκριμένης οικοδομής». Όσον αφορούσε στην τρίτη κατηγορία, ήταν η πρωτόδικη κρίση ότι δεν αποδείχθηκαν κανένα από τα τέσσερα συστατικά στοιχεία του αδικήματος όπως αυτά καθορίστηκαν από το Πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Με την έφεση αμφισβητήθηκε η πιο πάνω κατάληξη και οι κύριοι λόγοι επικεντρώθηκαν στην αξιολόγηση της μαρτυρίας ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Αναφορικά με την εισήγηση της συνηγόρου του Εφεσείοντα ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αξιολόγησε τη μαρτυρία των Μ.Κ.2 και Μ.Κ.5 και ότι δεν αξιολόγησε τη μαρτυρία του Μ.Κ.3, προέκυπτε ότι ο Μ.Κ.2, δεν αντεξετάστηκε και η μαρτυρία του έγινε στο σύνολο της αποδεκτή.

 

2.  Η λανθασμένη καταγραφή της μαρτυρίας του αναφορικά με το μέρος που συνάντησε τη μια εκ των αγοραστών του ακινήτου και πληροφορήθηκε το όνομα αυτού που έκτισε την οικία, ουδόλως επηρέαζαν την αξιοπιστία του.

 

3.  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά και σύγκριση με άλλη αξιόπιστη μαρτυρία αλλά και αδυναμίες της, για τους λόγους που εξήγησε, κατέληξε να μην την αποδεχθεί, ιδιαίτερα το συμπέρασμα του ότι είναι οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 που ανήγειραν την επίδικη οικοδομή, το οποίο έκρινε ατεκμηρίωτο.

 

4.  Σε συμφωνία με το Πρωτόδικο Δικαστήριο, για την ποιότητα της μαρτυρίας του Μ.Κ.5 προέκυπτε ότι η εγγραφή στο Κτηματολόγιο περί ιδιοκτησίας από μόνη της, δεν μπορεί να οδηγήσει στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι δηλαδή ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης ανήγειρε, στο ακίνητο του, οικοδομή.

 

5.  Επίσης οι ισχυρισμοί του περί πρόσαψης κατηγορίας εναντίον των John & Josephine Bull αντικρουόταν πλήρως από τη μαρτυρία της Μ.Κ.7, υπαλλήλου στο Ποινικό Τμήμα του Ε.Δ. Πάφου, σύμφωνα με την οποία η προηγούμενη υπόθεση εναντίον των Εφεσίβλητων και Κατηγορουμένου 3 αναφορικά με το επίδικο Τεμάχιο 127 και με την κατηγορία της ανέγερσης οικοδομής χωρίς την εξασφάλιση άδειας οικοδομής από την αρμόδια Αρχή είχε ως συγκατηγορούμενους 4 και 5, τους Ernest και Katheleen Quelch.

 

6.  Συνεπώς ορθά έκρινε το Πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν μπορούσε να αποδεχθεί τη μαρτυρία του Μ.Κ.5.

 

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614,

 

Πισιάρας κ.ά. ν. Μιχαηλίδη κ.ά. (2000) 1 Α.Α.Δ. 817,

 

R.K.B. Leathergoods Ltd ν. Αγγελίδη (2004) 1 Α.Α.Δ. 1071,

 

Zevkas Bros (Fig Tree Bay) Restaurant Ltd ν. Αναστασίου κ.ά. (2007) 1 Α.Α.Δ. 822.

 

Έφεση κατά της Απόφασης.

 

Έφεση από την Κατηγορούσα Αρχή εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Παπαπέτρου-Φούρναρη, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 12138/2010), ημερομηνίας 3/10/2011.

 

Ε. Πουλλά-Μακαρούνα (κα), για τον Εφεσείοντα.

 

Π. Παυλίδης, για τους Εφεσίβλητους.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο κ. Παρπαρίνος Δ..

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ Δ.: Οι Εφεσίβλητοι/Κατηγορούμενοι 1 και 2, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, αντιμετώπισαν με επιτυχία τρεις κατηγορίες με αποτέλεσμα την αθώωση τους. Οι τρεις κατηγορίες είναι:

 

«ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

 

Ανέγερση Οικοδομής χωρίς άδεια μέσα στα όρια της Επαρχίας Πάφου κατά παράβαση των Άρθρων 3(1)(β)(στ), (2)(α)(β) και 20(1)(α), (2), (3) και (3Α) του Περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου Κεφ. 96 και των Τροποποιητικών αυτού Νόμων 67/63, 6/64, 65/64, 12/69, 38/69, 13/74, 28/74, 24/78, 25/79, 80/82, 15/83 & 97(1)/92, στον Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο, στον Περί Αυξήσεως των Ποινών Νόμο 166/87 & άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα.

 

ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

 

Επέτρεψαν την ανέγερση Οικοδομής χωρίς άδεια μέσα στα όρια της Επαρχίας Πάφου κατά παράβαση των Άρθρων 3(1)(β)(στ), (2)(α)(β) και 20(1)(α), (2), (3) και (3Α) του Περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου Κεφ. 96 και των Τροποποιητικών αυτού Νόμων 67/63, 6/64, 65/64, 12/69, 38/69, 13/74, 28/74, 24/78, 25/79, 80/82, 15/83 & 97(1)/92, στον Περί Αυξήσεως των Ποινών Νόμο 166/87 και στο Άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.

 

ΤΡΙΤΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

 

Κατοχή και/ή χρήση Οικοδομής χωρίς Πιστοποιητικό Τελικής Εγκρίσεως της αρμόδιας Αρχής δηλαδή τον Έπαρχο Πάφου κατά παράβαση των Άρθρων 3(1)(β)(στ), (2)(α)(β) και 20(1)(α), (2), (3) και (3Α) και 10(1) & (2) του Περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου Κεφ. 96 και των Τροποποιητικών αυτού Νόμων 67/63, 6/64, 65/64, 12/69, 38/69, 13/74, 28/74, 24/78, 25/79, 80/82, 15/83 & 97(1)/92, στον Περί Αυξήσεως των Ποινών Νόμο 166/87 και στο Άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.»

 

Να σημειωθεί ότι η υπόθεση εναντίον του Κατηγορουμένου 3 απεσύρθη με αποτέλεσμα να απαλλαγεί από το Πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Οι Εφεσίβλητοι/Κατηγορούμενοι 1 και 2 αθωώθησαν, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, αναφορικά με τις κατηγορίες 1 και 2 διότι δεν αποδείχθηκαν ουσιαστικά στοιχεία των αδικημάτων και συγκεκριμένα ότι αυτοί «ανέγειραν ή ανέχτηκαν ή επέτρεψαν την ανέγερση της οικοδομής που αναφέρεται στο κατηγορητήριο ή ακόμα είχαν οποιαδήποτε γνώση περί της ανέγερσης της συγκεκριμένης οικοδομής». Όσον αφορά την τρίτη κατηγορία ήταν η κρίση του ότι δεν αποδείχθηκαν κανένα από τα τέσσερα συστατικά στοιχεία του αδικήματος όπως αυτά καθορίστηκαν από το Πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Ο Εφεσείων, με την Έφεση του προσβάλλει ως λανθασμένη την πρωτόδικη απόφαση ημερ. 3.10.11 με 8 λόγους. Με  τους λόγους Έφεσης αρ. 1,3,4,5,6 και 7 προσβάλλει ως λανθασμένη την υπό το Πρωτόδικου Δικαστηρίου διενεργηθείσα αξιολόγηση της μαρτυρίας γενικά, αλλά και ειδικά αναφορικά με τους Μ.Κ.5, Μ.Κ.3, τον Κατηγορούμενο και των Τεκμηρίων. Με τον λόγο Έφεσης αρ.2 εισηγείται ότι λανθασμένα έκρινε το Πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν αποδείχθησαν τα συστατικά στοιχεία των 3 αδικημάτων.  Τέλος με τον όγδοο λόγο Έφεσης υποβάλλεται ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα και αντινομικά αθώωσε τους Εφεσίβλητους καταλήγοντας σε εσφαλμένα και αυθαίρετα συμπεράσματα απαντώντας σε ερωτήματα τα οποία ουδέποτε τέθησαν ενώπιον του από την Κατηγορούσα Αρχή.

 

Θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε μαζί όλους τους λόγους Έφεσης ενόψει του ότι αυτοί αφορούν στην ουσία τους την αξιολόγηση της μαρτυρίας ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Υπενθυμίζουμε ότι είναι πάγια η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι κατ' εξοχήν έργο του Πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο στη ζωντανή ατμόσφαιρα του Δικαστηρίου παρακολούθησε τους μάρτυρες και συνεπώς είναι σε καλύτερη θέση να σταθμίσει και να κρίνει την αξιοπιστία ενός μάρτυρα. Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει και πράττει αυτό μόνο στις περιπτώσεις όπου τα ευρήματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή όταν τα συμπεράσματα του είναι εξ αντικειμένου παράλογα ή αυθαίρετα (βλ. Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614, Πισιάρας κ.ά. ν. Μιχαηλίδη κ.ά. (2000) 1 Α.Α.Δ. 817, R.K.B. Leathergoods Ltd ν. Αγγελίδη (2004) 1 Α.Α.Δ. 1071, Zevkas Bros (Fig Tree Bay) Restaurant Ltd ν. Αναστασίου κ.ά. (2007) 1 Α.Α.Δ. 822).

 

Ήταν η εισήγηση της ευπαίδευτου συνηγόρου του Εφεσείοντα ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αξιολόγησε τη μαρτυρία των Μ.Κ.2 και Μ.Κ.5 και ότι δεν αξιολόγησε τη μαρτυρία του Μ.Κ.3.

 

Με όλο το σεβασμό προς την ευπαίδευτο συνήγορο, υπενθυμίζεται ότι ο Μ.Κ.2 είναι μάρτυρας που παρουσιάστηκε για τον Εφεσείοντα, δεν αντεξετάστηκε και, όπως φαίνεται από την Πρωτόδικη Απόφαση, η μαρτυρία του έγινε στο σύνολο της αποδεκτή.  Η λανθασμένη καταγραφή της μαρτυρίας του αναφορικά με το μέρος που συνάντησε τη μια εκ των αγοραστών του ακινήτου και πληροφορήθηκε το όνομα αυτού που έκτισε την οικία, ουδόλως επηρεάζουν την αξιοπιστία του αλλά και ουδεμία σημασία έχει ενόψει της ρητής μαρτυρίας του ότι δεν γνώριζε ποιος ανήγειρε την επίδικη οικοδομή. Επίσης, λανθασμένη κρίνεται και η εισήγηση ότι δεν αξιολόγησε την μαρτυρία του Μ.Κ.3 και συγκεκριμένα το μέρος εκείνο όπου ανέφερε ότι «η Κατηγορουμένη 1 συνεχίζει να πληρώνει μέχρι σήμερα τους φόρους για το επίδικο τεμάχιο και όχι οιονδήποτε άλλο πρόσωπο». Σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, η μαρτυρία του έγινε πλήρως αποδεκτή, με αναφορά, μάλιστα, στο πιο πάνω μέρος της μαρτυρίας του. Τέλος, όσον αφορά το Μ.Κ.5 εξετάσαμε με προσοχή τους λόγους που προέβαλε η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσείοντα ότι εσφαλμένα κρίθηκε αναξιόπιστος μάρτυρας, αλλά δεν έχουμε πεισθεί ότι υπάρχει λόγος επέμβασης μας. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά και σύγκριση με άλλη αξιόπιστη μαρτυρία αλλά και αδυναμίες της, για τους λόγους που εξήγησε, κατέληξε να μην την αποδεχθεί, ιδιαίτερα το συμπέρασμα του ότι είναι οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 που ανήγειραν την επίδικη οικοδομή το οποίο έκρινε ατεκμηρίωτο. Κατάληξη με την οποία συμφωνούμε πλήρως. Η μαρτυρία του Μ.Κ.5, βάσει της οποίας o ίδιος κατέληξε ότι οι Εφεσίβλητοι έκτισαν την κατοικία, ήταν ότι ήλεγξε από το Κτηματολόγιο ότι το επίδικο τεμάχιο ανήκε στην Εφεσίβλητη 1 και επίσης λόγω της πληροφορίας που έλαβε από γείτονες. Με βάση αυτή τη γνώση του ο Εφεσείων, Έπαρχος Πάφου, προχώρησε και κατεχώρησε ποινική υπόθεση εναντίον των John & Josephine Bull, αγοραστών του επίδικου ακινήτου μαζί με τους Κατηγορούμενους 1-2 στην παρούσα υπόθεση για ανέγερση οικίας χωρίς άδεια η οποία τελικά απεσύρθη λόγω μη επίδοσης. 

 

Σε συμφωνία με το Πρωτόδικο Δικαστήριο για την ποιότητα της μαρτυρίας του Μ.Κ.5 παρατηρούμε ότι η εγγραφή στο Κτηματολόγιο περί ιδιοκτησίας από μόνη της δεν μπορεί να οδηγήσει στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι δηλαδή ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης ανήγειρε, στο ακίνητο του, οικοδομή. Επίσης οι ισχυρισμοί του περί πρόσαψης κατηγορίας εναντίον των John & Josephine Bull αντικρούεται πλήρως από τη μαρτυρία της Μ.Κ.7, υπαλλήλου στο Ποινικό Τμήμα του Ε.Δ. Πάφου, σύμφωνα με την οποία η προηγούμενη υπόθεση εναντίον των Εφεσίβλητων και Κατηγορουμένου 3 αναφορικά με το επίδικο Τεμάχιο 127 και με την κατηγορία της ανέγερσης οικοδομής χωρίς την εξασφάλιση άδειας οικοδομής από την αρμόδια Αρχή είχε ως συγκατηγορούμενους 4 και 5, τους Ernest και Katheleen Quelch. Συνεπώς ορθά έκρινε το Πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν μπορούσε να αποδεχθεί τη μαρτυρία του Μ.Κ.5.

 

Όσον αφορά τις υπόλοιπες εισηγήσεις της ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Εφεσείοντα, τις εξετάσαμε και κρίνουμε ότι ουδεμία σημασία έχουν για την ουσία της υπόθεσης καθότι η ίδια μαρτυρία που προσήξε ο Εφεσείων εισηγείτο ότι την οικία την ανέγειρε ο John Bull επί του επιδίκου τεμαχίου 127 που αγόρασε μαζί με την σύζυγο του Josephine. Επίσης ότι την κατοχή της την είχαν οι ίδιοι. Αυτά δήλωσε ο Μ.Κ.3, Κοινοτάρχης του χωριού Αναρίτα, στα όρια του οποίου ευρίσκεται η επίδικη οικία και ο Μ.Κ.5 ο οποίος δήλωσε ότι αυτό τον πληροφόρησαν οι γείτονες της επίδικης οικίας.

 

Να σημειωθεί ότι τα πιο πάνω αποτελούσαν και την εκδοχή της Υπεράσπισης που έγινε αποδεκτή από το Πρωτόδικο Δικαστήριο. Έχοντας υπόψιν όλα τα πιο πάνω αναπόφευκτα η Έφεση θα πρέπει να απορριφθεί. Η Έφεση απορρίπτεται με €800.- έξοδα εις βάρος του Εφεσείοντα.

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο