ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ερωτοκρίτου, Γεώργιος Κυριάκου Μιχαηλίδου, Δέσπω Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Α.Χ΄Σέργης, για τον εφεσείοντα Ερ.Παπαλοϊζου, (κα), για την εφεσίβλητη CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2016-07-11 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Πoινική ΄Εφεση αρ.163/2015, 11/7/2016 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2016:D345

(2016) 2 ΑΑΔ 719

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                          oινική ΄Εφεση αρ.163/2015)

 

11 Ioυλίου, 2016

 

Γ.ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Τ.ΨΑΡΑ-MΙΛΤΙΑΔΟΥ. Δ/στες

 

      ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ

Εφεσείων,

        ν.

        ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

        Εφεσίβλητη

        - - - - - - - - -

Α.Χ΄Σέργης,  για τον εφεσείοντα

Ερ.Παπαλοϊζου, (κα), για την εφεσίβλητη

  - - - - - - - - -

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ:  Η ομόφωνη απόφαση μας θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

      

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:   Ο εφεσείων ήταν ο κατηγορούμενος 1 σε ποινική υπόθεση στο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας που αφορούσε αδικήματα ναρκωτικών.  Συγκεκριμένα βρέθηκε ένοχος κατόπιν παραδοχής στα αδικήματα κατοχής 996.8 γρ. κάνναβης καθώς και κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλους της ίδιας ποσότητας (κατηγορίες 2 και 3).  Επίσης στο αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος δηλαδή των πιο πάνω αδικημάτων.  (κατηγορία 1), καθώς και της κατοχής 45.97γρ. κάνναβης από την οποία δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη.  

 

Το Κακουργιοδικείο επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 4.5 ετών στην 3η κατηγορία και 6 μηνών στην 4η, ενώ στις λοιπές δεν επέβαλε ποινή λόγω του ότι τα γεγονότα τους εμπεριέχονταν στα γεγονότα της 3ης κατηγορίας. 

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης ήσαν αδιαμφισβήτητα και παρατίθενται από το Κακουργιοδικείο ως εξής:

 

Σύμφωνα με τα εκτεθέντα γεγονότα στις 13.1.15 και περί ώρα 17.35, κατόπιν πληροφορίας ότι το αυτοκίνητο LBJ954 κατευθυνόταν από Λεμεσό προς Λευκωσία και ότι σε αυτό μεταφερόταν ποσότητα ναρκωτικών, μέλη της ΥΚΑΝ το εντόπισαν στην αερογέφυρα Αγίας Βαρβάρας και το έθεσαν υπό παρακολούθηση.

 

Περί ώρα 17.50 στα Λατσιά δύο μέλη της ΥΚΑΝ ανέκοψαν το προαναφερθέν όχημα και διαπίστωσαν ότι συνοδηγός ήταν ο Κατηγορούμενος 1 και οδηγός ο Κατηγορούμενος 2.

 

Όταν οι αστυνομικοί της ΥΚΑΝ ανέφεραν την πρόθεση τους να ερευνήσουν το όχημα ο Κατηγορούμενος 1 ανέφερε ότι μέσα στο σακίδιο που βρισκόταν στο πάτωμα ανάμεσα στα πόδια του, υπήρχε ένα κιλό κάνναβης.

 

Ο ένας εκ των αστυνομικών, αφού παρέλαβε το επιδειχθέν σακίδιο, στην παρουσία των Κατηγορουμένων το άνοιξε και ανηύρε μέσα σε αυτό ένα νάιλον σακούλι που περιείχε ξηρή φυτική ύλη κάνναβης βάρους 996.8 γραμμαρίων, την οποία ο Κατηγορούμενος 1 είχε σκοπό να προμηθεύσει σε άγνωστο πρόσωπο, με το οποίο είχε συνωμοτήσει προηγουμένως για τον σκοπό αυτό. (Κατηγορίες 1-3).

 

Στη συνέχεια ο αστυνομικός επέστησε την προσοχή των κατηγορουμένων στο Νόμο και ο Κατηγορούμενος 1 απάντησε «έν δικό μου», ενώ ο Κατηγορούμενος 2 απάντησε «εν έχω ιδέα τι εν τούτο το πράμα». Αμέσως ο αστυνομικός συνέλαβε τον κατηγορούμενο 1 για αυτόφωρο αδίκημα και αφού του επέστησε εκ νέου την προσοχή στο Νόμο εκείνος απάντησε «εν δικό μου, ο Χρίστος εν έχει ιδέα για τούτο το πράμα».

 

Ακολούθως, σε περαιτέρω έλεγχο που διενεργήθηκε, στην μπροστινή θήκη του σακιδίου εντοπίστηκαν μια θήκη γυαλιών, ένα ρούχινο πουγκί και ένα μπλε κουτί. Εντός των τριών αυτών θηκών υπήρχαν κυλινδρικά δοχεία, σακουλάκια και φακελάκια τα οποία περιείχαν συνολικά 22 συσκευασίες κάνναβης βάρους μεταξύ 0.8255 γρ. η μικρότερη έως 6.4601 γρ. η μεγαλύτερη. Οι 22 αυτές συσκευασίες συμποσούνται σε κάνναβη συνολικού βάρους 45.97 γραμμαρίων, από την οποία δεν έχει εξαχθεί η ρητίνη (Κατηγορία 4).

 

Αφού επιστήθηκε εκ νέου η προσοχή του Κατηγορουμένου 1 στο νόμο αυτός απάντησε «αφού είπα σου εν δικά μου».

 

Σε συνέχεια της έρευνας του οχήματος στην πόρτα του οδηγού, ο Αστ. 3494 Α.Ανδρέου, εντόπισε ένα κίτρινο πλαστικό δοχείο με την επιγραφή «MENTOS», το οποίο περιείχε ίχνη ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης (Κατηγορία 6). Επέστησε την προσοχή των Κατηγορουμένων στο Νόμο και ο Κατηγορούμενος 2 απάντησε «έσσιει ενάμιση χρόνο που εδαμέ».

 

Ακολούθως συνέλαβε και τον Κατηγορούμενο 2 για αυτόφωρο αδίκημα και αφού του επέστησε εκ νέου την προσοχή στο Νόμο αυτός απάντησε «έπινα παλιά αλλά τωρά σταμάτησα».

 

Από τις επιστημονικές εξετάσεις που διενεργήθησαν το γενετικό υλικό του Κατηγορουμένου 1 βρέθηκε τόσο πάνω στη νάιλον τσάντα που περιείχε τα 996.8 γραμμάρια όσο και στις τρεις θήκες που περιείχαν τα υπόλοιπα 45.97 γραμμάρια. Επίσης στο σακίδιο του Κατηγορουμένου 1 βρέθηκε και ένα ζευγάρι μαύρα χειρουργικά γάντια επί των οποίων βρέθηκε μικτό γενετικό υλικό μέρος του οποίου ανήκει στον Κατηγορούμενο 1.

 

 

 

Επιπρόσθετα των πιο πάνω το Κακουργιοδικείο δέχτηκε θέσεις του εφεσείοντα ως προς τις περιστάσεις της υπόθεσης και ειδικά ότι η ποσότητα των 996.8γρ. ανήκε σε τρίτο πρόσωπο, (από τούδε και στο εξής «ο προμηθευτής») για λογαριασμό του οποίου την παρέλαβε ο εφεσείων και κατ΄απαίτηση του ιδίου την μετέφερε από το Ζύγι προς τη Λευκωσία όπου και θα του την παρέδιδε εκ νέου.   Mεσολάβησε βέβαια η ανακοπή του από την Αστυνομία.  Δέχτηκε το Κακουργιοδικείο ότι ο εφεσείων δεν εμπλέκετο στην απόκτηση και δεν σχεδίαζε την μεταφορά των ναρκωτικών από το Ζύγι στη Λευκωσία.  Επίσης δέχτηκε ότι ο εφεσείων δεν είχε οποιονδήποτε οικονομικό όφελος από την πράξη αυτή της οποίας ο ιθύνων νους ήταν ο προμηθευτής.  Σαφέστατα, όπως κατέληξε το Κακουργιοδικείο, ο εφεσείων δεν είναι δυνατό να καταταχθεί στους οργανωμένους εμπόρους ναρκωτικών για τους οποίους σύμφωνα με την υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2005)2 Α.Α.Δ. 466, πρέπει να επιβάλλεται αυστηρότερη ποινή απ΄ότι σε περιστασιακούς προμηθευτές.  ΄Εγινε δεκτό ότι ο ίδιος ο εφεσείων βρέθηκε από τη Λευκωσία όπου διαμένει στο Ζύγι με σκοπό να παραλάβει τη δική του μικρότερη ποσότητα των 45.97γρ. και δέχτηκε εκεί - χωρίς προηγούμενο προσχεδιασμό - την πρόταση του προμηθευτή για τη μεταφορά της μεγαλύτερης ποσότητας. Γι΄αυτό και ήταν στο Ζύγι χωρίς δικό του όχημα ή άλλο μέσο.  ΄Εγινε αποδεκτό ότι ο προμηθευτής του ζήτησε την μεταφορά αυτή λέγοντας του ότι ο ίδιος παρακολουθείτο από την Αστυνομία και άρα δεν ήθελε να διακινδυνεύσει.  Ο εφεσείων αποδέκτηκε να συμμετάσχει και διευθέτησε την άφιξη του κατηγορούμενου 2 στο Ζύγι για να τον μεταφέρει πίσω στη Λευκωσία. 

 

Το Κακουργιοδικείο συνόψισε λαμβάνοντας υπόψη τους ακόλουθους μετριαστικούς παράγοντες ως προς την ποινή του εφεσείοντα:  (α)  το λευκό ποινικό του μητρώο, (β) την πλήρη συνεργασία του με την Αστυνομία.  Επισημαίνεται δε επ΄αυτού ότι είχε δώσει στην Αστυνομία όσες πληροφορίες κατείχε σε σχέση με τον προμηθευτή ασχέτως αν αυτές τελικώς δεν οδήγησαν στον εντοπισμό του.  (γ)  την παραδοχή του στο Δικαστήριο ως τον πιο απτό τρόπο απόδειξης της πλήρους μεταμέλειας του κατά τα νομολογηθέντα, ειδικά την υπόθεση Χαρτούμπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28.  (δ)  τις προσωπικές και οικογενειακές του περιστάσεις όπως προέκυπταν από την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας και ειδικότερα τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αφορούσαν τον εφεσείοντα και δη την ασθένεια της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, που τον ταλανίζει από χρόνια όπως επίσης και τα σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα τα οποία το Κακουργιοδικείο εξέθεσε με επιμέλεια. 

 

Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε σε κάποια λεπτομέρεια πτυχές που αφορούν τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα, όπως εκτίθενται από το Κακουργιοδικείο, τονίζοντας κάποια σημεία:

 

«Όπως προέκυψε ο Κατηγορούμενος 1, ηλικίας 29 ετών, προέρχεται από διαλυμένη οικογένεια. Οι γονείς του χώρισαν όταν ο ίδιος ήταν ηλικίας 6 ετών. Οι αναμνήσεις του από την παιδική του ηλικία είναι άσχημες λόγω της συστηματικής άσκησης βίας του πατέρα του προς την μητέρα του, της οποίας ο ίδιος ήταν μάρτυρας. Μετά την αποφοίτηση του από το Λύκειο και την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων μετέβη στην Αθήνα για σπουδές όπου με επιτυχία κατάφερε να τις ολοκληρώσει και να εξασφαλίσει από ιδιωτικό Πανεπιστήμιο πτυχίο Αθλητικών Επιστημών. Το 2010 παρουσίασε ρευματοειδή αρθρίτιδα η οποία είναι πλέον μία χρόνια κατάσταση μη θεραπεύσιμη η οποία του προκαλεί συμπτώματα όπως σοβαρή δυσκαμψία στις αρθρώσεις και έντονους πόνους. Είναι δε αυτή η κατάσταση που τον οδήγησε να χρησιμοποιήσει την κάνναβη όχι ως μέσο ψυχαγωγίας αλλά ως αναλγητικό. Σε ό,τι αφορά την επαγγελματική του δραστηριότητα ο Κατηγορούμενος 1 εργάστηκε ευκαιριακά σε βενζινάδικο και σε μπάρ. Βοηθούσε επίσης την αδελφή του όποτε η κατάσταση της υγείας του το επέτρεπε. Οικονομικά βοηθείτο από τη μητέρα του η οποία διατηρεί γραφείο εκπαίδευσης ηλεκτρονικών υπολογιστών.

 

Τα προβλήματα υγείας του Κατηγορούμενου 1 όπως τα επεξήγησε ο συνήγορός του, παρουσιάζοντας και σχετικά έγγραφα. Η μια ενότητα των προβλημάτων αυτών αφορά την ψυχική υγεία του. Έχουμε υπόψιν ότι εκείνο που έχει επηρεάσει με τον πλέον αρνητικό τρόπο και ανεξίτηλα την ψυχική του κατάσταση ήταν όταν πληροφορήθηκε ότι η αδελφή του είχε πέσει θύμα βιασμού ενόσω ήταν φοιτήτρια στην Αγγλία. Δεν έχει παρουσιαστεί κάποιο ιατρικό πιστοποιητικό για κάποιες ειδικότερες συνέπειες, πλην όμως δεχόμαστε πως ένα τέτοιο περιστατικό αναμφίβολα τον επηρέασε τραυματίζοντας τον ψυχικά.

 

Η δεύτερη ενότητα αφορά σωματικά προβλήματα υγείας, τα οποία μάλιστα διασυνδέονται χρονικά και αιτιολογικά με το πιο πάνω ψυχικό τραύμα, σύμφωνα τουλάχιστον με όσα ανέφερε ο συνήγορος του. Εξαιτίας των προβλημάτων αυτών καθηλώθηκε σε αναπηρική καρέκλα για περίοδο 6 μηνών.»

 

 

Στη συνέχεια δε της απόφασης γίνεται αναφορά σε μεγάλο αριθμό ιατρικών πιστοποιητικών από τα οποία συνάγεται επιδείνωση της ιατρικής του κατάστασης γεγονός που επεσήμανε και ενώπιον μας ο κ.Χ΄Σέργης.  Τόνισε το Κακουργιοδικείο ότι ο εφεσείων δεν είχε λάβει δέουσα φαρμακευτική αγωγή παρά την καθήλωση του ακόμη και σε αναπηρικό κάθισμα για αρκετά μεγάλο διάστημα.  Παράλληλα επεσήμανε ότι τα όποια προβλήματα υγείας δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγο για την μη επιβολή ποινής φυλάκισης όταν ο νόμος και οι περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος καθιστούν επιτακτική τέτοια φυλάκιση[1].

 

Ο εφεσείων προσβάλλει την ποινή ως έκδηλα υπερβολική με δύο λόγους έφεσης.  Συγκεκριμένα, ότι η επιβληθείσα ποινή των 4.5 ετών φυλάκισης στην 3η κατηγορία είναι έκδηλα υπερβολική και/ή είναι αποτέλεσμα σφάλματος αρχής, καθότι δεν λήφθησαν υπόψη ουσιαστικοί ελαφρυντικοί παράγοντες και/ή ενώ αναφέρονται δεν λήφθηκαν δεόντως υπόψη.  (1ος λόγος).

 

Ο 2ος λόγος αφορά στο αποδιδόμενο από τον εφεσείοντα σφάλμα του Κακουργιοδικείου ότι δεν έλαβε υπόψη του ότι η σωματική ασθένεια (ρευματοειδής αρθρίτιδα) και/ή η ανικανότητα του εφεσείοντα θα προκαλέσει ταλαιπωρία ασυνήθιστου βαθμού και επιδείνωσε και/ή θα επιδεινώσει την ήδη βεβαρημένη κατάσταση της υγείας του από κάθε άποψη.  ΄Εσφαλε το Κακουργιοδικείο, κατά τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα στην καθοδήγηση αναφορικά με τις συνθήκες που περιβάλλουν τη σοβαρή αυτή ασθένεια και ειδικότερα όσον αφορά το γεγονός ότι ο λόγος που δεν έλαβε ιατρική φροντίδα κατά την περίοδο 2010-2015 ήταν ότι χρησιμοποιούσε την κάνναβη ως αναλγητικό για την ασθένεια του για τους φοβερούς πόνους που αντιμετώπιζε, μη αποδεχόμενος τη χορήγηση κορτιζονούχων φαρμάκων που του είχαν συστηθεί από τους θεράποντες ιατρούς του.  Το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε στην ορθή διάσταση των πραγμάτων υπόψη ότι η εμπλοκή ακριβώς του εφεσείοντα με τα ναρκωτικά ήταν απόρροια της σοβαρότητας της ασθένειας του από την οποία βίωνε φρικτούς πόνους.  Συνεχίζοντας τη σκέψη του ο κ.Χ΄Σέργης μας ανέφερε ότι ζητήθηκε προσφάτως με σχετική αίτηση του εφεσείοντα στο Υπουργείο Υγείας να του επιτραπεί η χρήση θεραπευτικής κάνναβης.  Επίσης ανέφερε ότι στο σημείο που το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι σε καμιά περίπτωση τα προβλήματα του εφεσείοντα δεν μπορούν να επενεργήσουν για αποφυγή ποινής φυλάκισης, το Κακουργιοδικείο παρέλειψε να προσμετρήσει ότι το γεγονός αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει την ποινή προς όφελος του ενάγοντα, λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του. 

 

Στην αντίπερα όχθη η ευπαίδευτη συνήγορος της εφεσίβλητης υπεραμύνθηκε της πλήρους ορθότητας της πρωτόδικης προσέγγισης λέγοντας ότι το Δικαστήριο στα θεμιτά πλαίσια για αδικήματα αυτής της φύσεως που αφορούν ναρκωτικά έλαβε υπόψη τους πιο πάνω ελαφρυντικούς παράγοντες και η ποινή δεν είναι έκδηλα υπερβολική.

 

Το Κακουργιοδικείο ορθά παρατήρησε ότι αδικήματα που αφορούν ναρκωτικά και δη κατοχής με σκοπό την προμήθεια, ενόψει και της συχνότητας διάπραξης τους αλλά και των εγγενών κινδύνων στη ζωή και υγεία των ανθρώπων πρέπει να αντιμετωπίζονται αυστηρά από τα Δικαστήρια, με αποτέλεσμα τα πλαίσια της εξατομίκευσης της ποινής να είναι πιο στενά.  Προέβη δε σχετικά σε αναφορά νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου αφενός για να καταδειχθεί η αυστηρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν τα Δικαστήρια αυτής της φύσεως υποθέσεις και αφετέρου για να καθοδηγήσει τον εαυτό του ως προς το ποια θα ήταν η κατάλληλη ποινή για τον εφεσείοντα.  

 

Το έργο του Εφετείου αναφορικά με εφέσεις που αφορούν την ποινή και την πρόσδωση σε αυτήν του χαρακτηρισμού «έκδηλα υπερβολική» έχει οριοθετηθεί και εξηγηθεί από τη νομολογία.  Η επέμβαση του Εφετείου χωρεί όταν η πρωτόδικη προσέγγιση δεν είναι απλώς αυστηρή αλλά το στοιχείο της υπερβολής στην ποινή βρίσκει αντικειμενικό έρεισμα μετά από το συσχετισμό της με το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης, περιλαμβανομένου του ατόμου του κατηγορούμενου.[2] 

 

Υπό το βάρος του πιο πάνω καθήκοντος μας έχουμε εξετάσει κάθε πτυχή της πρωτόδικης απόφασης σε συνάρτηση με την εντέλει επιβολή της ποινής των 4.5 ετών φυλάκισης. 

 

Παρά το γεγονός ότι το Κακουργιοδικείο εξέθεσε με λεπτομέρεια τις ελαφρυντικές περιστάσεις του εφεσείοντα καθώς και τις ειδικές περιστάσεις τέλεσης του αδικήματος, έχουμε τη θεώρηση ότι αντικειμενικά υπάρχουν στοιχεία που καταδεικνύουν ότι έχει εμφιλοχωρήσει μια ελλειμματική από το Δικαστήριο απόδοση βαρύτητας συγκεκριμένων ελαφρυντικών.  Φαίνεται ότι η διάπραξη του αδικήματος από την αφετηρία των πραγμάτων, όπως τη δέκτηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, συσχετίζεται και συναρτάται άμεσα με την κατάσταση της υγείας του εφεσείοντα.  Ενώ γίνεται αποδεκτή, από το Κακουργιοδικείο, η σοβαρή κατάσταση της υγείας του εφεσείοντα που τον οδήγησε ακόμη και στη χρήση κάνναβης για να αντιμετωπίσει τους αφόρητους πόνους της ασθένειας του και εμμέσως γίνεται αποδεκτή η κατάσταση του ευάλωτου της ψυχοσύνθεσης του, ενόψει των πιο πάνω, ειδικά  ως προς τον προμηθευτή του, στη συνέχεια σε άλλα μέρη της απόφασης γίνεται προσπάθεια να αποδοθεί στον εφεσείοντα ευθύνη για τη μη έγκαιρη φαρμακευτική αγωγή και δεν αποτιμάται στο ίδιο πλαίσιο η συνέχεια της ιδίας κατάστασης της υγείας του που παρουσίαζε σημεία επιβάρυνσης ως διαγράφεται από την ιατρική έκθεση.  Αυτό θα λέγαμε ότι επιβεβαιώνεται με το περιεχόμενο του τελευταίου πιστοποιητικού ημερ. 19.10.2015 το οποίο κατατέθηκε ενώπιον μας με σαφή αναφορά σε περαιτέρω επιδείνωση της υγείας του εφεσείοντα και λόγω συγκεκριμένων συνθηκών που επικρατούσαν στις φυλακές και που επηρέαζαν αρνητικά συμπτώματα της υγείας τέτοιων ασθενών.

 

Η όλη εικόνα που αναδύεται όσον αφορά τις θλιβερές περιστάσεις του εφεσείοντα ως προς την ασθένεια του αλλά και ως προς τις εν γένει εμπειρίες του από διάφορα δυσάρεστα περιστατικά που βίωσε, (ως η κακοποίηση της μητέρας του, η σύνδεση του με την αδελφή του και το πόσο τον επηρέασε το γεγονός ότι η τελευταία υπήρξε θύμα βιασμού κ.ά.), ενώ γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο δεν απεικονίζεται στην πλήρη του εμβέλεια από την αντιμετώπιση του ως προς την επιβολή της ποινής.  Ο απροσχεδίαστος και επιπόλαιος τρόπος εμπλοκής του εφεσείοντα στη διάπραξη του αδικήματος σε σχέση με την αδιαμφισβήτητη χρήση της κάνναβης εκ μέρους του από τον καιρό που η συγκεκριμένη ασθένεια τον καταβάλλει σε συνάρτηση με τη συνεργασία του με την Αστυνομία, το λευκό του ποινικό μητρώο, τις τραγικές συνθήκες της ζωής του και την ηλικία του, σε συνδυασμό με την παραδοχή του έδιδαν το έρεισμα στο Δικαστήριο να τον μεταχειριστεί με ουσιωδώς μεγαλύτερη επιείκεια, καθιστώντας εν τέλει την επιβληθείσα ποινή έκδηλα υπερβολική.  Όλα αυτά βέβαια δεν θα είχαν πραγματική υπόσταση χωρίς την μεταμέλεια που ευθύς εξ αρχής έδειξε ο εφεσείων τόσο στη συνεργασία του με την Αστυνομία όσο και με την παραδοχή του ενώπιον του Δικαστηρίου.   Δεν θα διστάσουμε να επαναλάβουμε ότι η παραδοχή είναι ο μόνος απτός τρόπος για να «μεταφερθεί» στο Δικαστήριο η μεταμέλεια ενός κατηγορουμένου και γι΄αυτό το λόγο έχει δεσπόζουσα σημασία στην επιμέτρηση της ποινής.

 

Επιπρόσθετα θέλουμε να παρατηρήσουμε σε συνάρτηση με τις κύρια αναφερόμενες, από το Κακουργιοδικείο προηγούμενες καθοδηγητικές αποφάσεις, ότι είχαν σοβαρότερα περιστατικά (ειδικά σε πολλές επρόκειτο για μεγαλύτερη ποσότητα) και δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο του παραβάτη ως σύνολο τόσοι ελαφρυντικοί παράγοντες ως εν προκειμένω.[3] 

 

Ενόψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι η ποινή στην 3η κατηγορία πρέπει να μειωθεί στα 3.5 χρόνια φυλάκισης και η έφεση επιτυγχάνει.  Συνεπώς η ποινή των 4.5 χρόνων φυλάκισης, αντικαθίσταται με ποινή φυλάκισης 3.5 χρόνων.

 

                                                ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.

                                               

 

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.

 

 

                                                ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.



[1] Attorney-General v. Mavrokefalos (1966) 2 C.L.R. 93 και Christinel  v. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 742

 

[2] Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1994)2 Α.Α.Δ. 179

Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2000)2 2 Α.Α.Δ. 179

Κκούτα ν. Αστυνομίας (2000)2 Α.Α.Δ. 331

[3] Στην  Ευρυπίδου ν. Δημοκρατία Ποιν.Εφ. 187/2013 ημερ. 22.5.2014, ECLI:CY:AD:2014:B343 η ποσότητα ναρκωτικών ήταν μεγαλύτερη και η προμήθεια ήταν καλά σχεδιασμένη (συσκευασίες, ζυγαριά κ.λπ.). Επιβλήθηκε ποινή 5 ετών.

 

Στην Ahmed v. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 801 την οποία το Κακουργιοδικείο θεώρησε πολύ παρόμοια, η παραδοχή συντελέστηκε σε προχωρημένο στάδιο της δίκης και σίγουρα δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο των εφεσειόντων οι ίδιες τραγικές συνθήκες.  Επιβλήθηκε ποινή 6 ετών.

 

Στην Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 466 η ποσότητα των ναρκωτικών ήταν πολύ μεγαλύτερη και υπήρξε μεθοδευμένος τρόπος δράσης σε σχέση με την προμήθεια.  Επιβλήθηκε ποινή 6 ετών.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο