ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:B136
(2016) 2 ΑΑΔ 241
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Ποινική Έφεση Αρ. 13/16
3 Mαρτίου, 2016
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΜΕΤΑΞΥ:
ΓΙΩΡΓΟΥ ΦΛΕΡΙΑΝΟΥ
Εφεσείοντα
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητης
--------
Δ. Παυλίδης με Θ. Καπάταη, για εφεσείοντα
Ε. Παπαλοϊζου (κα) με Μ. Χατζηαθανασίου (κα), για εφεσίβλητη
.........
EΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Χριστοδούλου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Εx Tempore)
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων αντιμετωπίζει ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, από κοινού με τον ρουμανικής καταγωγής Victor Andrian Constantin, κατηγορίες συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β (2 κιλών και 3,9 γραμμαρίων κάνναβης) ως και χρήση του εν λόγω φαρμάκου, αδικήματα που σύμφωνα με το κατηγορητήριο διαπράχθηκαν στις 16.11.2015 στη Λευκωσία.
Οι κατηγορίες απαγγέλθηκαν στους δύο συγκατηγορούμενους στις 20.1.2016 και αφού αμφότεροι δεν παραδέχθηκαν ενοχή, το Κακουργιοδικείο όρισε την υπόθεση για ακρόαση στις 4.4.16. Στη συνέχεια επιλήφθηκε αιτήματος της Κατηγορούσας Αρχής για κράτηση τους μέχρι τη δίκη στη βάση, αφενός, διαφαινόμενου κινδύνου φυγοδικίας και, αφετέρου, της πιθανότητας κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων. Αίτημα που προσέκρουσε σε ένσταση μόνο του εφεσείοντα, ενώ ο συγκατηγορούμενος του συγκατένευσε στην κράτηση του.
Το Κακουργιοδικείο αφού εξέτασε ό,τι τέθηκε ενώπιον του από τους δύο παράγοντες της δίκης έκρινε πως ικανοποιούνταν τα τρία αντικειμενικά κριτήρια που καθορίζονται από τη νομολογία - σοβαρότητα των αδικημάτων, πιθανότητα καταδίκης και ενδεχόμενο επιβολής πολύχρονης φυλάκισης εφόσον ο νόμος προβλέπει για τα καταλογισθέντα σ΄ αυτούς αδικήματα ποινή φυλάκισης κατ΄ ανώτερο όριο δια βίου - και θεώρησε πως τα υποκειμενικά κριτήρια για τον εφεσείοντα - Ελλαδίτης παντρεμένος με Κύπρια με την οποία απέκτησε και δύο παιδιά, αλλά άνεργος - δεν ήταν τέτοια που να εξάλειφαν τον κίνδυνο φυγοδικίας και ενόψει τούτου εξέδωσε και γι΄ αυτόν διάταγμα κράτησης μέχρι τη δίκη. Σ΄ ό,τι δε αφορά την πιθανότητα ή κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων έκρινε κατά πλειοψηφία ότι δεν ήταν αναγκαία η εξέταση του, ενώ το ένα εκ των τριών μελών του Κακουργιοδικείου πρόσθεσε πως στη βάση του υλικού που τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου συνέτρεχε και αυτός ο λόγος για κράτηση του εφεσείοντα.
Ο εφεσείων θεωρεί ότι το Κακουργιοδικείο άσκησε εσφαλμένα τη διακριτική του ευχέρεια επί του θέματος για έξι λόγους, αλλά κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της υπόθεσης απέσυρε τον έκτο λόγο - και ορθώς - αφού αφορά τον κίνδυνο ή πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων που δεν εξετάστηκε από το Κακουργιοδικείο. Παρέμειναν επομένως οι πέντε πρώτοι λόγοι έφεσης, οι οποίοι βασικά προωθήθηκαν με άξονα τη θέση ότι το Κακουργιοδικείο δεν ακολούθησε την πάγια νομολογία σύμφωνα με την οποία η κράτηση αποτελεί μέτρο κατ΄ εξαίρεση και ότι η πρώτη επιλογή είναι η απόλυση με εγγύηση. Και αυτό καθότι εξάντλησε την προσοχή του στο κατά πόσο πληρούνταν τα αντικειμενικά κριτήρια, παραγνωρίζοντας τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα οι οποίες αποκάλυπταν ισχυρούς δεσμούς με την Κύπρο εφόσον ναι μεν είναι Ελλαδίτης, αλλά είναι παντρεμένος με Κύπρια με την οποία απέκτησε δύο παιδιά και η οικογένεια διαμένει μόνιμα στην Κύπρο, στοιχείο που εξάλειφε τον κίνδυνο φυγοδικίας.
Αντίθετη βεβαίως είναι η θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της εφεσίβλητης, η οποία υποστήριξε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης υποδεικνύοντας ότι το Κακουργιοδικείο στάθμισε με τον ορθό δικαστικό τρόπο τα αναγνωρισμένα από τη νομολογία αντικειμενικά και υποκειμενικά κριτήρια και το εν τέλει διάταγμα κράτησης του εφεσείοντα ήταν υπό τις περιστάσεις προϊόν ορθής άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας.
Εξετάσαμε την πρωτόδικη απόφαση και την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία κατά ή υπέρ της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης. Όπως επανέλαβε το παρόν Εφετείο και στις Abdurrahman Dogan και Οzay Dogan v. Aστυνομίας, Ποιν. Εφ. 311 και 312/15 ημερ. 1.12.15, το θέμα της κράτησης ανάγεται κατά πάγια νομολογία στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, το οποίο ως πρώτη επιλογή πρέπει να αφήνει τον υπόδικο ελεύθερο υπό όρους εκτός και αν στην περίπτωση του διαφαίνεται κίνδυνος φυγοδικίας (βλ. ενδεικτικά Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109, Θεοχάρους κ.α. ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48, Μωυσίδης ν. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 131, Παρασκευά ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 607 και Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 130). Κίνδυνος ο οποίος εκτιμάται στη βάση των τριών αντικειμενικών κριτηρίων που αναφέρουμε πιο πάνω, λαμβανομένων σοβαρώς υπόψη και των προσωπικών δεδομένων του υποδίκου και των δεσμών του με την Κύπρο.
Στην προκείμενη περίπτωση δεν αμφισβητείται ότι τα αδικήματα που καταλογίζονται στον εφεσείοντα είναι σοβαρά και γι΄ αυτά ο νομοθέτης προνοεί κατ΄ ανώτατο όριο ποινή φυλάκισης μέχρι και δια βίου. Ούτε μπορεί να αμφισβητηθεί το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου ότι από το υλικό που τέθηκε ενώπιον του η πιθανότητα καταδίκης του εφεσείοντα ήταν υπαρκτή και σε τέτοια περίπτωση το ενδεχόμενο επιβολής πολύχρονης ποινής φυλάκισης ορατό και ως εκ τούτου ικανοποιούνταν τα τρία αναγνωρισμένα από τη νομολογία αντικειμενικά κριτήρια. Κατά συνέπεια ορθώς το Κακουργιοδικείο έστρεψε την προσοχή του στο κατά πόσο οι υποκειμενικοί παράγοντες που συνέτρεχαν στην περίπτωση του εφεσείοντα ήταν τέτοιοι που εξάλειφαν τον κίνδυνο φυγοδικίας. Ανεγνώρισε συναφώς ότι ναι μεν ο εφεσείοντας απέκτησε δεσμούς με την Κύπρο λόγω του γάμου του με Κύπρια με την οποία απέκτησε και δύο παιδιά, αλλά συνεκτιμώντας και το γεγονός ότι είναι άνεργος και συντηρείται με επίδομα του Γραφείου Ευημερίας κατέληξε, λαμβανομένου υπόψη και του χρόνου κράτησης, ότι ο εν λόγω δεσμός δεν εξάλειφε τον κίνδυνο φυγοδικίας. Θεωρούμε την προσέγγιση του Κακουργιοδικείου επί του ζητήματος ενταγμένη στο σωστό δικαστικό τρόπο προσέγγισης σε αιτήματα της εξεταζόμενης φύσεως και την κρίση του προϊόν άσκησης διακριτικής ευχέρειας για την οποία, υπό τα περιστατικά της υπόθεσης, το Εφετείο δεν είναι ορθό να επέμβει εφόσον κατ΄ εξοχή σε θέση να εκτιμήσει τον κίνδυνο φυγοδικίας είναι το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Ενόψει των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται.
Γ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
/κβπ