ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2015:B381

(2015) 2 ΑΑΔ 372

27 Μαΐου, 2015

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΥ,

 

Εφεσείων,

 

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 95/2014)

 

 

Ποινικός Κώδικας ― Εμπρησμός ― Άρθρο 315 (α) ― Επικύρωση καταδίκης η οποία στηρίχθηκε εξ' ολοκλήρου σε περιστατική μαρτυρία.

 

Απόδειξη ― Μαρτυρία ― Περιστατική μαρτυρία ― Δεν αποτελεί υποδεέστερη μορφή ή κατηγορία μαρτυρίας της άμεσης μαρτυρίας ― Όταν είναι συμπερασματική, τείνει να αφανίσει την πιθανότητα του ανθρώπινου λάθους ― Η ενοχή του κατηγορουμένου πρέπει να προκύπτει από την σύνθεση της περιστατικής μαρτυρίας πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ― Η αιτιώδης σχέση μεταξύ της περιστατικής μαρτυρίας και της ενοχής του κατηγορουμένου, πρέπει να είναι άμεση αφενός και να μην μπορεί να συμβιβαστεί αφετέρου με άλλη λογική ερμηνεία της περιστατικής μαρτυρίας.

 

Απόδειξη ― Παρατήρηση φιγούρας κατηγορουμένου από Δικαστήριο ― Σε περίπτωση που το Δικαστήριο σκοπεύει να βασιστεί σε αυτή την άμεση παρατήρηση, θα πρέπει εγκαίρως να το αναφέρει στους συνηγόρους, προκειμένου να τους δοθεί η ευκαιρία να τοποθετηθούν επί του ζητήματος και για όσα άλλα μπορούν να ανακύψουν ως εκ της προτιθέμενης επιλογής.

 

Απόδειξη ― Αναγνώριση δράστη  μέσω φωτογραφιών ― Απαιτείται να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή όταν γίνεται προσπάθεια αναγνώρισης μέσω φωτογραφιών ή βιντεοσκοπημένων εικόνων ή μέσω καταγραφών κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης ― Σε περιπτώσεις όπου η εικόνα δεν είναι ποιοτικά ικανοποιητική, τότε ενδεχόμενα να απαιτείται μαρτυρία εμπειρογνώμονα για να επεξηγηθεί το περιεχόμενο της και το Δικαστήριο πρέπει να αυτοπροειδοποιείται για τους κινδύνους λανθασμένης αναγνώρισης, ανεξαρτήτως αν έχει άπλετο χρόνο να τις μελετήσει, προσαρμοσμένα βέβαια ανάλογα με την περίπτωση.

 

Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος, μετά από ακροαματική διαδικασία, στην κατηγορία του εμπρησμού, κατά παράβαση του Άρθρου 315(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Η καταδίκη στηρίχθηκε εξ ολοκλήρου σε περιστατική μαρτυρία.

 

Στις 4.9.2011 και περί ώρα 05.20 έγινε εμπρησμός στο υποστατικό του πρακτορείου στοιχημάτων με την ονομασία My Bet, στη Λάρνακα. Η πυροσβεστική ειδοποιήθηκε γύρω στις 05.23 από περαστικό πολίτη και ανταποκρίθηκε άμεσα, με αποτέλεσμα η φωτιά να περιοριστεί στο χώρο εισόδου του πρακτορείου.

 

Ακολούθησαν αστυνομικές έρευνες οι οποίες κατέδειξαν ότι το υποστατικό καλυπτόταν από κλειστό σύστημα παρακολούθησης. Εξετάστηκε, συναφώς, ο ψηφιακός δίσκος με τις καταγραφές που έγιναν από την εξωτερική κάμερα, μεταξύ των ωρών 04.33 και 05.13 της ημέρας του εμπρησμού, ο οποίος κατατέθηκε ως Τεκμ. 5.2 και προβλήθηκε στο Δικαστήριο. Σε αυτό φαίνονται οι κινήσεις ενός αυτοκινήτου και ενός προσώπου στο δρόμο έξω από το υποστατικό. Ο εξεταστής της υπόθεσης, ΜΚ1, το πρωινό μετά τον εμπρησμό, διαπίστωσε ότι στο σημείο όπου στο Τεκμ. 5.2 φαίνεται ένα αυτοκίνητο να κινείται ακυβέρνητο προς τα πίσω και να ακινητοποιείται, υπήρχε ένας κτυπημένος πάσσαλος στον οποίο υπήρχαν ξέσματα κόκκινης μπογιάς.

 

Ένα μήνα μετά τον εμπρησμό, στις 10.10.2011, ο ΜΚ1 έλαβε πληροφορία από πληροφοριοδότη ότι το πρόσωπο που διέπραξε τον εμπρησμό επί πληρωμή ήταν ο εφεσείων. Τεχνικός στο συνεργείο επιδιόρθωσης οχημάτων της αντιπροσωπείας Toyota, αναγνώρισε το όχημα στο Τεκμ. 5.2 ως αυτοκίνητο τύπου Toyota Corolla hatch back παλαιού τύπου. Ο εφεσείων είναι ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου με αρ. εγγραφής ΒΑΧ078, τύπου Toyota Corolla hatch back, χρώματος κόκκινου, το οποίο ήταν κτυπημένο στο πίσω μέρος. Ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του εν λόγω οχήματος ανέφερε στο Δικαστήριο ότι το όχημα αυτό δεν ήταν κτυπημένο τον Ιούλιο του 2011, όταν το πώλησε στο ΜΚ6, από τον οποίο το αγόρασε ο εφεσείων. Ο ΜΚ6, αγόρασε το αυτοκίνητο τον Ιούλιο του 2011 και το πώλησε στον εφεσείοντα λίγες μέρες μετά, χωρίς να διαπιστώσει ότι ήταν κτυπημένο στο πίσω μέρος, εκείνες τις λίγες μέρες που ήταν στην κατοχή του. Ο εφεσείων, ο οποίος δεν κατοικεί στη Λάρνακα, ανακρίθηκε και προέβαλε ως άλλοθι, ότι την περίοδο που έγινε ο εμπρησμός δεν είχε μεταβεί στη Λάρνακα και, επομένως, δεν μπορούσε να είχε ανάμειξη στην υπόθεση. Περαιτέρω, ο εφεσείων στην ανακριτική του κατάθεση ανέφερε ότι μόνο εκείνος οδηγεί το εν λόγω αυτοκίνητο. Ο ΜΚ1 παρέλαβε ψηφιακό δίσκο από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης στην έξοδο του νυκτερινού κέντρου Members, που βρίσκεται σε σχετικά μικρή απόσταση από το πρακτορείο My Bet. Ο εν λόγω ψηφιακός δίσκος κατατέθηκε ως Τεκμ. 5.5 και προβλήθηκε στο Δικαστήριο. Στο φιλμάκι φαίνεται ένα πρόσωπο που μοιάζει στον εφεσείοντα να φεύγει από το εν λόγω κέντρο στις 04.24 της ημέρας του εμπρησμού, σύμφωνα με την ώρα που αναγράφει ο ηλεκτρονικός υπολογιστής.

 

Το όχημα του εφεσείοντα εξετάστηκε από τον ΜΚ8, εμπειρογνώμονα αναπαράστασης τροχαίων δυστυχημάτων, ο οποίος έκανε αναπαράσταση του κτυπήματος του πασσάλου που βρέθηκε κτυπημένος από αυτοκίνητο έξω από το πρακτορείο στοιχημάτων. Διαπίστωσε ότι το ύψος των ζημιών στο αυτοκίνητο ταιριάζει απόλυτα με το ύψος των ζημιών επί του πασσάλου και εξέφρασε την άποψη ότι είναι το συγκεκριμένο όχημα που κτύπησε επί του πασσάλου.

 

Το Δικαστήριο, με αναφορά στη μαρτυρία του ΜΚ9, τεχνικού που εγκατέστησε το κλειστό σύστημα παρακολούθησης στο πρακτορείο στοιχημάτων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το περιεχόμενο του Τεκμ. 5.2 καταγράφει ορθά τα όσα διαδραματίστηκαν έξω από το υποστατικό του παρακτορείου στοιχημάτων εκείνο το βράδυ. Ο ΜΚ9 είναι επίσης το πρόσωπο το οποίο κατέγραψε στο Τεκμ. 5.5 το περιεχόμενο του κλειστού κυκλώματος της κάμερας του νυκτερινού κέντρου Members για την συγκεκριμένη ημέρα και ώρα. Το Δικαστήριο αποδέχτηκε ότι η ώρα που καταγράφεται στα Τεκμ. 5.2 και 5.5 είναι ορθή.

 

Ο εφεσείων, όταν κλήθηκε σε απολογία, προέβη σε ανώμοτη δήλωση, αναφέροντας ότι δεν έχει καμία σχέση με τον εμπρησμό.

 

Κύριο στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας υπήρξε ο ψηφιακός δίσκος που λήφθηκε από το κλειστό σύστημα παρακολούθησης, έξω από το επίδικο υποστατικό (Τεκμ. 5.2). Πρόκειτο για ένα μαυρόασπρο φιλμάκι το οποίο, σύμφωνα με τη μαρτυρία, δεν ήταν ευκρινές.

 

Κατόπιν αξιολόγησης της προσαχθείσας μαρτυρίας το πρωτόδικο  Δικαστήριο κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα:

 

1.  Το αυτοκίνητο που φαίνεται στην κάμερα είναι το αυτοκίνητο του κατηγορούμενου με αριθμούς εγγραφής ΒΑΧ 078.

2.  Ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι το όχημα ΒΑΧ 078 είναι δικό του αυτοκίνητο και ότι κανείς άλλος δεν το οδηγά.

3.  Είπε ψέματα στην κατάθεση του όταν ανέφερε ότι δεν είχε μεταβεί στην Λάρνακα τους τελευταίους 2 μήνες.

4.      Δεν έχει άλλοθι τουναντίον φαίνεται να εξέρχεται του νυκτερινού κέντρου Members στις 4.24 π.μ. το ίδιο βράδυ που είναι σε πολύ κοντινή απόσταση με το υποστατικό. Είδα προσεκτικά το τεκμήριο αυτό και είμαι βέβαιη ότι το πρόσωπο που φαίνεται να βγαίνει έξω από το νυκτερινό κέντρο στις 4.24 π.μ. είναι ο κατηγορούμενος.

5.  Δεν μπορώ να αναγνωρίσω το πρόσωπο στην κάμερα τεκμήριο 5.2 αλλά και ούτε μπορώ να αποκλείσω ότι αυτό το πρόσωπο είναι ο κατηγορούμενος. Εκείνο για το οποίο είμαι βέβαιη είναι ότι αυτό το πρόσωπο έθεσε σκόπιμα και παράνομα την φωτιά και αυτό το πρόσωπο οδηγούσε το όχημα ΒΑΧ 078 του κατηγορούμενου. Αυτό είναι το όχημα που κτύπησε σε στύλο απέναντι από το πρακτορείο στοιχημάτων την ημέρα και ώρα του εμπρησμού. Ο στύλος εμφανίζεται την ημέρα μετά τον εμπρησμό κτυπημένος. Εμφανίζονται σ΄ αυτό ξέσματα κόκκινης μπογιάς.»

 

Περαιτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι το ψέμα που ανέφερε ο εφεσείων στην ανακριτική του κατάθεση, ότι δηλαδή δεν ήταν στη Λάρνακα εκείνο το βράδυ, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ενοχή του για τη διάπραξη του αδικήματος.

 

Η καταδίκη του εφεσείοντα κρίθηκε στη βάση μίας αλυσίδας περιστατικής μαρτυρίας, όπως αναφέρεται στο καταληκτικό μέρος της απόφασης.

 

Η καταδίκη του εφεσείοντα αμφισβητήθηκε με τέσσερις λόγους έφεσης:

 

α)  Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε και αποφάσισε ότι υπήρχε ικανοποιητική μαρτυρία η οποία συνέδεε τον κατηγορούμενο με το αδίκημα.

β)  Τα ευρήματα του Δικαστηρίου έρχονται σε αντίθεση με την προσαχθείσα μαρτυρία και με παραδεκτά γεγονότα.

γ)  Δε γίνεται καμία αναφορά στην απόφαση του Δικαστηρίου σε μαρτυρία που παρουσιάστηκε από την κατηγορούσα αρχή και ήταν τέτοια που θα έπρεπε να αθωώσει και να απαλλάξει τον κατηγορούμενο.

δ)  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, τόσο στο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας, όσο και με την απόφασή του, καθιστά τον εαυτό του ειδικό μάρτυρα.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Όπως έχει επανειλημμένα διακηρυχθεί από τη νομολογία, η περιστατική μαρτυρία δεν αποτελεί υποδεέστερη μορφή ή κατηγορία μαρτυρίας της άμεσης μαρτυρίας, δηλαδή μαρτυρίας η οποία αφεαυτής τείνει να αποδείξει το έγκλημα (όπως μαρτυρία αυτόπτων μαρτύρων).

2.  Το υπό συζήτηση παράπονο του εφεσείοντα στον πρώτο λόγο έφεσης, δεν ευσταθούσε. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν κατέληξε στο υπό αναφορά συμπέρασμα στη βάση των σκηνών που καταγράφει το Τεκμ. 5.2, αλλά μετά από αξιολόγηση των υπόλοιπων κρίκων της περιστατικής μαρτυρίας και μόνο αν οι υπόλοιποι κρίκοι παρουσιάζουν αδυναμία, μπορεί το συμπέρασμα να κριθεί ανασφαλές.

3.  Σ' ότι αφορούσε στο δεύτερο σκέλος επί του οποίου βασίζεται ο πρώτος λόγος έφεσης - τη σύνδεση δηλαδή του αυτοκινήτου του εφεσείοντα με το αυτοκίνητο στη σκηνή του εμπρησμού - η μαρτυρία του Τεχνικού της Toyota (ΜΚ5) και του Αστυνόμου της Υπηρεσίας Εγκληματολογικών Ερευνών της Αστυνομίας (ΜΚ2), δεν ήταν αφ' εαυτής ικανή να οδηγήσει σε θετικό εύρημα επί του ζητήματος.

4.  Και αυτό, αφού ο μεν ΜΚ5 ήταν «σχεδόν σίγουρος» ότι το αυτοκίνητο στη σκηνή ήταν Toyota Corolla Hatch Back, παλαιού τύπου - όπως ήταν και το αυτοκίνητο του εφεσείοντα - ο δε ΜΚ2 δεν ταυτοποίησε τα ξέσματα από τον πάσσαλο της σκηνής του εμπρησμού με την μπογιά του αυτοκινήτου του εφεσείοντα, αλλά απλώς υποστήριξε ότι θα μπορούσαν να ήταν, λόγω του κόκκινου χρώματος των ξεσμάτων και της κόκκινης μπογιάς του αυτοκινήτου.

5.  Με αυτά τα δεδομένα, κρίσιμη για το Δικαστήριο σ' ό,τι αφορούσε στην ταύτιση του αυτοκινήτου της σκηνής του εμπρησμού με το αυτοκίνητο του εφεσείοντα ήταν η μαρτυρία του ΜΚ8, ο οποίος ταύτισε τις ζημιές στον πάσσαλο με τη ζημιά στο αυτοκίνητο του εφεσείοντα.

6.  Δεν διαπιστωνόταν ύπαρξη οποιουδήποτε σφάλματος στην πιο πάνω αξιολόγηση της μαρτυρίας έτσι ώστε να απαιτείτο η επέμβαση του Εφετείου. Με βάση τη μαρτυρία του ΜΚ8, το Δικαστήριο κατέληξε στη σύνδεση της ζημιάς που υπήρχε στο αυτοκίνητο του εφεσείοντα με το κτύπημα στον πάσσαλο που βρισκόταν έξω από το πρακτορείο στοιχημάτων και, συνακόλουθα, στη σύνδεση του αυτοκινήτου του εφεσείοντα με το όχημα που φαίνεται στο Τεκμ. 5.2.

7.  Όμως, το Δικαστήριο δεν κατέληξε στην ενοχή του εφεσείοντα στη βάση μόνο του πιο πάνω στοιχείου, αλλά και σε άλλα στοιχεία περιστατικής μαρτυρίας. Συγκεκριμένα, στηρίχθηκε στην παρουσία του εφεσείοντα έξω από το νυκτερινό κέντρο Members μερικά λεπτά μακριά από το χώρο του εμπρησμού, στο ψεύδος που εντόπισε και αφορούσε στον ισχυρισμό ότι κατά τον επίδικο χρόνο δεν βρισκόταν στη Λάρνακα, καθώς επίσης και στη βάση του ισχυρισμού του ότι ουδείς άλλος οδήγησε οποτεδήποτε το αυτοκίνητό του. Βέβαια, ο  συνήγορος του εφεσείοντα, ναι μεν επιχειρηματολόγησε σε σχέση με τους υπό αναφορά κρίκους μαρτυρίας, αλλά υποστήριξε ότι αυτοί δεν ήταν ικανοί να οδηγήσουν το πρωτόδικο Δικαστήριο σε συμπέρασμα ενοχής.

8.  Και αυτό χωρίς τα εν λόγω στοιχεία να προσδιοριστούν στην αιτιολογία του πρώτου λόγου έφεσης, όταν απλώς σχολιάζει τις παραστάσεις από τον ψηφιακό δίσκο (Τεκμ. 5.2) που αφορούσε στη σκηνή του εμπρησμού. Παραβλέποντας ότι στον εν λόγω ψηφιακό δίσκο δε δόθηκε βαρύτητα από το πρωτόδικο Δικαστήριο σ' ότι αφορούσε στη θετική αναγνώριση του εφεσείοντα.

9.  Ειδικά ως προς το ψεύδος στο οποίο κατέφυγε ο εφεσείων, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, και το κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία για την απόδειξη ενός ψέματος, ως μέρους περιστατικής μαρτυρίας, σχετική είναι η υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 260, στην οποία αναφέρθηκε και το πρωτόδικο Δικαστήριο και δεν διαπιστωνόταν οποιοδήποτε σφάλμα στην προσέγγισή του.

10. Σχετικά με τον δεύτερο λόγο έφεσης, και την προταθείσα αιτιολογία του, δεν προέκυπτε ότι το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με το παραδεκτό γεγονός ότι δεν εντοπίστηκε εύφλεκτη ύλη κατά την εξέταση δειγματοληψίας που λήφθηκε από συγκεκριμένο μέρος του πρακτορείου στοιχημάτων, και δεν αφαιρούσε ο,τιδήποτε από τη δύναμη της υπόθεσης της εφεσίβλητης. Συνακόλουθα και ο δεύτερος λόγος έφεσης ήταν  απορριπτέος.

11. Αναφορικά με τον τρίτο λόγο έφεσης, ο οποίος τελικά εξειδικεύτηκε στη μη αναφορά του Δικαστηρίου στη μαρτυρία του ΜΚ2, αυτό δεν είχε οποιανδήποτε επίπτωση στην υπόθεση, έστω και αν έπρεπε να παρατεθεί και να αξιολογηθεί.

12. Και αυτό, αφού μόνο το χρώμα της μπογιάς που ανευρέθη στο δείγμα του πασσάλου λήφθηκε υπόψη.

13. Αναφορικά με το δεύτερο σκέλος της εισήγησης του εφεσείοντα, το γεγονός ότι έγινε προβολή των Τεκμ. 5.2 και 5.5 στο Δικαστήριο και το ίδιο το Δικαστήριο διαπίστωσε την κακή ποιότητα της εικόνας του Τεκμ. 5.2 που είχε ως αποτέλεσμα να μην αποδεχθεί την αναγνώριση του προσώπου του δράστη ως τον εφεσείοντα, αφαιρούσε το οποιοδήποτε έρεισμα από την εισήγηση.

14. Ως προς την ορθότητα της ημερομηνίας και ώρας που λήφθηκαν οι εικόνες του Τεκμ. 5.5, έξω από το νυκτερινό κέντρο Members,  προέκυπτε  ότι  ο συγκεχυμένος τρόπος με τον οποίο υποβλήθηκαν σε συγκεκριμένο μάρτυρα σχετικές  ερωτήσεις ως και οι αντίστοιχες απαντήσεις του μάρτυρα, δεν ήταν ικανές να ανατρέψουν ή αμφισβητήσουν καθ' οιονδήποτε τρόπο τη θέση του ΜΚ9 για τις καταγραφείσες ώρες και το σχετικό εύρημα του Δικαστηρίου ως προς την ορθότητα της ώρας και ημερομηνίας που λήφθηκαν οι σκηνές έξω από το νυχτερινό κέντρο Members, δεν ήταν τρωτό.

15. Αναφορικά με τον τέταρτο λόγο έφεσης, ο συνήγορος του εφεσείοντα ανέφερε ότι κατά το στάδιο που έδιδε μαρτυρία ο ΜΚ9, ο οποίος κατάγραψε το ψηφιακό δίσκο που παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμ. 5.2 και εξηγούσε ως ειδικός τον τρόπο που καταγράφεται το οπτικό υλικό κατά τη διάρκεια της νύκτας και τις φιγούρες που παρουσίαζε ο εν λόγω ψηφιακός δίσκος, το Δικαστήριο κάλεσε τον εφεσείοντα να βγει έξω από το εδώλιο του κατηγορουμένου, να τοποθετήσει την κουκούλα που είχε το πουλόβερ που φορούσε εκείνη την ημέρα στο κεφάλι του, να περπατήσει έξω από το εδώλιο για να παρατηρήσει το Δικαστήριο την μπροστινή και όπισθεν του εμφάνιση, καθώς και την εμφάνιση από πλάι, για να έχει ίδιαν άποψη, κάτι που σύμφωνα με τον συνήγορο, δεν έπρεπε να είχε πράξει.

16. Θα έπρεπε να σημειωθεί ότι τα Τεκμήρια 5.2 και 5.5 κατατέθηκαν ως πραγματική μαρτυρία και ως τέτοια, παρείχαν στο Δικαστήριο την ευχέρεια της άμεσης παρακολούθησης των διαδραματισθέντων σ' αυτά. Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν απαιτείται προειδοποίηση.

17. Αναφορικά με την παρατήρηση της φιγούρας του εφεσείοντα, στην οποία προέβη το Δικαστήριο εντός της δικαστικής αίθουσας, για το οποίο παραπονείται ο εφεσείοντας, αυτό είναι επιτρεπτό.

18. Από τη στιγμή που αυτό έγινε στην παρουσία των συνηγόρων, χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε ένσταση, δε προέκυπτε ότι η παράλειψη του Δικαστηρίου να αναφέρει στους δικηγόρους την πρόθεσή του να προβεί στη συγκεκριμένη παρατήρηση, μπορούσε να έχει οποιαδήποτε επίπτωση στην υπόθεση.

19. Το Δικαστήριο, δεν απεδέχθη ότι το πρόσωπο που φαινόταν να κινείται έξω από το πρακτορείο στοιχημάτων αμέσως πριν τον εμπρησμό στο Τεκμ. 5.2 ήταν αναγνωρίσιμο και ήταν ο εφεσείων, όπως εισηγείτο ο συνήγορος του εφεσείοντα.

20. Ήταν προφανές από την πρωτόδικη απόφαση ότι το Δικαστήριο κατέληξε ότι το πρόσωπο που διέπραξε τον εμπρησμό είναι το πρόσωπο που εμφαινόταν στην ταινία που προέρχεται από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης Τεκμ. 5.2, όχι στη βάση των παρατηρήσεων των εικόνων του Τεκμ.5.2, αλλά στη βάση του συνόλου της αλυσίδας της περιστατικής μαρτυρίας, όπως ορθά συνοψιζόταν στις καταληκτικές παραγράφους της απόφασης του.

 

Η έφεση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Παφίτης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 102,

 

Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 260,

 

R. v. Turnbull a.o. [1976] 3 All E.R. 549,

 

Χαρίτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 225,

 

Blenkinsop Ali [2008] EWCA Crim 1522,

 

R v. Ali [2009] Crim LR 40,

 

Taylor v. Chief Constable of Cheshire [1987] 1 All ER 225,

 

Angaston and District Hospital v. Thamm [1987] 47 SASR 177.

 

Έφεση εναντίον Καταδίκης.

 

Έφεση από τον Καταδικασθέντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 20170/2011), ημερομηνίας 2/4/2014.

 

Π. Χατζηπαναγιώτου, για τον Εφεσείοντα.

 

Α. Γιάλλουρου (κα) και Α. Αντωνίου, Δημόσιοι Κατήγοροι, για την Εφεσίβλητη.

 

Cur. adv. vult.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Σταματίου, Δ..

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος, μετά από ακροαματική διαδικασία, στην κατηγορία του εμπρησμού, κατά παράβαση του Άρθρου 315(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Η καταδίκη στηρίχθηκε εξ ολοκλήρου σε περιστατική μαρτυρία.

 

Στις 4.9.2011 και περί ώρα 05.20 έγινε εμπρησμός στο υποστατικό του πρακτορείου στοιχημάτων με την ονομασία My Bet, στη Λάρνακα. Η πυροσβεστική ειδοποιήθηκε γύρω στις 05.23 από περαστικό πολίτη και ανταποκρίθηκε άμεσα, με αποτέλεσμα η φωτιά να περιοριστεί στο χώρο εισόδου του πρακτορείου.

 

Ακολούθησαν αστυνομικές έρευνες οι οποίες κατέδειξαν ότι το υποστατικό καλυπτόταν από κλειστό σύστημα παρακολούθησης. Εξετάστηκε, συναφώς, ο ψηφιακός δίσκος με τις καταγραφές που έγιναν από την εξωτερική κάμερα, μεταξύ των ωρών 04.33 και 05.13 της ημέρας του εμπρησμού, ο οποίος κατατέθηκε ως Τεκμ. 5.2 και προβλήθηκε στο Δικαστήριο. Σε αυτό φαίνονται οι κινήσεις ενός αυτοκινήτου και ενός προσώπου στο δρόμο έξω από το υποστατικό. Ο εξεταστής της υπόθεσης, ΜΚ1, το πρωινό μετά τον εμπρησμό, διαπίστωσε ότι στο σημείο όπου στο Τεκμ. 5.2 φαίνεται ένα αυτοκίνητο να κινείται ακυβέρνητο προς τα πίσω και να ακινητοποιείται, υπήρχε ένας κτυπημένος πάσσαλος στον οποίο υπήρχαν ξέσματα κόκκινης μπογιάς.

 

Ένα μήνα μετά τον εμπρησμό, στις 10.10.2011, ο ΜΚ1 έλαβε πληροφορία από πληροφοριοδότη ότι το πρόσωπο που διέπραξε τον εμπρησμό επί πληρωμή ήταν ο εφεσείων. Τεχνικός στο συνεργείο επιδιόρθωσης οχημάτων της αντιπροσωπείας Toyota, αναγνώρισε το όχημα στο Τεκμ. 5.2 ως αυτοκίνητο τύπου Toyota Corolla hatch back παλαιού τύπου. Ο εφεσείων είναι ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου με αρ. εγγραφής ΒΑΧ078, τύπου Toyota Corolla hatch back, χρώματος κόκκινου, το οποίο ήταν κτυπημένο στο πίσω μέρος. Ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του εν λόγω οχήματος ανέφερε στο Δικαστήριο ότι το όχημα αυτό δεν ήταν κτυπημένο τον Ιούλιο του 2011, όταν το πώλησε στο ΜΚ6, από τον οποίο το αγόρασε ο εφεσείων. Ο ΜΚ6, αγόρασε το αυτοκίνητο τον Ιούλιο του 2011 και το πώλησε στον εφεσείοντα λίγες μέρες μετά, χωρίς να διαπιστώσει ότι ήταν κτυπημένο στο πίσω μέρος, εκείνες τις λίγες μέρες που ήταν στην κατοχή του. Ο εφεσείων, ο οποίος δεν κατοικεί στη Λάρνακα, ανακρίθηκε και προέβαλε ως άλλοθι, ότι την περίοδο που έγινε ο εμπρησμός δεν είχε μεταβεί στη Λάρνακα και, επομένως, δεν μπορούσε να είχε ανάμειξη στην υπόθεση. Περαιτέρω, ο εφεσείων στην ανακριτική του κατάθεση ανέφερε ότι μόνο εκείνος οδηγεί το εν λόγω αυτοκίνητο. Ο ΜΚ1 παρέλαβε ψηφιακό δίσκο από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης στην έξοδο του νυκτερινού κέντρου Members, που βρίσκεται σε σχετικά μικρή απόσταση από το πρακτορείο My Bet. Ο εν λόγω ψηφιακός δίσκος κατατέθηκε ως Τεκμ. 5.5 και προβλήθηκε στο Δικαστήριο. Στο φιλμάκι φαίνεται ένα πρόσωπο που μοιάζει στον εφεσείοντα να φεύγει από το εν λόγω κέντρο στις 04.24 της ημέρας του εμπρησμού, σύμφωνα με την ώρα που αναγράφει ο ηλεκτρονικός υπολογιστής.

 

Το όχημα του εφεσείοντα εξετάστηκε από τον ΜΚ8, εμπειρογνώμονα αναπαράστασης τροχαίων δυστυχημάτων, ο οποίος έκανε αναπαράσταση του κτυπήματος του πασσάλου που βρέθηκε κτυπημένος από αυτοκίνητο έξω από το πρακτορείο στοιχημάτων. Διαπίστωσε ότι το ύψος των ζημιών στο αυτοκίνητο ταιριάζει απόλυτα με το ύψος των ζημιών επί του πασσάλου και εξέφρασε την άποψη ότι είναι το συγκεκριμένο όχημα που κτύπησε επί του πασσάλου.

 

Το Δικαστήριο, με αναφορά στη μαρτυρία του ΜΚ9, τεχνικού που εγκατέστησε το κλειστό σύστημα παρακολούθησης στο πρακτορείο στοιχημάτων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το περιεχόμενο του Τεκμ. 5.2 καταγράφει ορθά τα όσα διαδραματίστηκαν έξω από το υποστατικό του παρακτορείου στοιχημάτων εκείνο το βράδυ. Ο ΜΚ9 είναι επίσης το πρόσωπο το οποίο κατέγραψε στο Τεκμ. 5.5 το περιεχόμενο του κλειστού κυκλώματος της κάμερας του νυκτερινού κέντρου Members για την συγκεκριμένη ημέρα και ώρα. Το Δικαστήριο αποδέχτηκε ότι η ώρα που καταγράφεται στα Τεκμ. 5.2 και 5.5 είναι ορθή.

 

Ο εφεσείων, όταν κλήθηκε σε απολογία, προέβη σε ανώμοτη δήλωση, αναφέροντας ότι δεν έχει καμία σχέση με τον εμπρησμό.

 

Κύριο στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας υπήρξε ο ψηφιακός δίσκος που λήφθηκε από το κλειστό σύστημα παρακολούθησης, έξω από το επίδικο υποστατικό (Τεκμ. 5.2). Πρόκειται για ένα μαυρόασπρο φιλμάκι το οποίο, σύμφωνα με τη μαρτυρία, δεν ήταν ευκρινές. Σε συνάρτηση με το τεκμήριο αυτό, το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρει τα ακόλουθα:

 

«Παρακολούθησα πολύ προσεκτικά το περιεχόμενο του τεκμηρίου 5.2 σε σχέση με το υλικό που καταγράφηκε μεταξύ των ωρών 4.33 π.μ. και 5.13 π.μ. συνεχόμενα και διαπίστωσα τις ακόλουθες εικόνες:

 

1.  4.33 π.μ. - πρόσωπο πλησιάζει την είσοδο και την σπρώχνει.

2.  4.33 π.μ. - περνά αυτοκίνητο που ομοιάζει με το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο κατηγορούμενος και σταθμεύει απέναντι σε σημείο που δεν είναι ορατό από την κάμερα.

3.  4.38 π.μ. - πρόσωπο πλησιάζει πεζός από πιο κάτω και απέναντι. Διασχίζει διαγώνια τον δρόμο και πλησιάζει την πόρτα και σπρώχνει πάνω στην πόρτα. Στις 4.39 ενώ περπατάει φαίνεται το πίσω μέρος της κεφαλής του δράστη. Αφαιρεί προς στιγμή την κουκούλα από το κεφάλι και εκδηλώνεται φαλάκρα στο πίσω μέρος της κεφαλής παρόμοια μ' αυτήν του κατηγορούμενου. Μέχρι την ώρα 4.41 π.μ. πάει και έρχεται λίγες φορές και σπρώχνει και τραβάει την πόρτα. Μετά φεύγει και στις 4.43 π.μ. το αυτοκίνητο φεύγει.

4.  5.00 π.μ. έρχεται πρόσωπο από πιο πίσω πάει και έρχεται τρεις φορές και σπρώχνει την πόρτα. Τον σωματότυπο αυτού του προσώπου ομοιάζει με αυτό του προσώπου που εμφαίνεται στις 4.33 π.μ. Παρακολούθησα καλά τον κατηγορούμενο και δεν μπορούσα να διακρίνω κάτι στο σωματότυπο του που να με οδηγεί σε οποιοδήποτε συμπέρασμα σε σχέση με ομοιότητα της φιγούρας που φαίνεται στην κάμερα η ώρα 5.00 π.μ. Όμως τα ρούχα και φιγούρα αυτού του προσώπου όταν είδα αυτά τα πλάνα επανειλημμένα φαίνονται παρόμοια και στα τρία χρονικά σημεία που εμφανίζεται το πρόσωπο του δράστη. Το πρόσωπο στην κάμερα φαίνεται αρκετά λεπτό. Φορούσε φανέλα με κοντό μανίκι και παντελόνια τζην. Στο πρώτο πλάνο ο δράστης φορούσε ζακέτα με κουκούλα. Επιπρόσθετα, ως εμφαίνεται στο στιγμιότυπο 4.39 π.μ., υπάρχει παρόμοια φαλάκρα στο πίσω μέρος της κεφαλής ως αυτή του κατηγορούμενου. Επομένως, δεν μπορεί να αποκλεισθεί, εξαιτίας των χαρακτηριστικών του σώματος και κεφαλής ότι αυτό το πρόσωπο που είναι ο εμπρηστής είναι ο κατηγορούμενος.

5.  5.03 π.μ. το πρόσωπο απομακρύνεται από την πόρτα.

6.  5.04 π.μ. φεύγει το αυτοκίνητο αλλά έρχεται πίσω στην αντίθετη κατεύθυνση τις 5.06 π.μ.

7.  5.10 π.μ. κατεβαίνει πεζός το ίδιο πρόσωπο που θεάθηκε εκεί στις 5.00 π.μ. μπαίνει μέσα γονατιστός στο υποστατικό από το κάτω μέρος της πόρτας της εισόδου. 5.11 π.μ. βγαίνει έξω και διαπιστώνω ότι κρατάει πλαστικό δοχείο.

8.  5.13 π.μ. το ίδιο πρόσωπο σταθμεύει το ίδιο αυτοκίνητο στην μεριά του κτιρίου όπου βρίσκεται το υποστατικό πιο πίσω. Σε κάποια απόσταση βγαίνει από την πόρτα του οδηγού το ίδιο πρόσωπο. Το αυτοκίνητο μετακινείται πίσω και απέναντι ακυβέρνητο. Πρέπει να είναι η στιγμή που κτυπά το αυτοκίνητο απέναντι στον στύλο. Το πρόσωπο πλησιάζει την πόρτα ρίχνει κάτι στο έδαφος πηγαίνει απέναντι το αυτοκίνητο και το σταθμεύει εκ νέου εκεί που ήταν σταθμευμένο προηγουμένως.»

 

Ακολούθως, το Δικαστήριο κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα:

 

1.  Το αυτοκίνητο που φαίνεται στην κάμερα είναι το αυτοκίνητο του κατηγορούμενου με αριθμούς εγγραφής ΒΑΧ 078.

2.  Ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι το όχημα ΒΑΧ 078 είναι δικό του αυτοκίνητο και ότι κανείς άλλος δεν το οδηγά.

3.  Είπε ψέματα στην κατάθεση του όταν ανέφερε ότι δεν είχε μεταβεί στην Λάρνακα τους τελευταίους 2 μήνες.

4.  Δεν έχει άλλοθι τουναντίον φαίνεται να εξέρχεται του νυκτερινού κέντρου Members στις 4.24 π.μ. το ίδιο βράδυ που είναι σε πολύ κοντινή απόσταση με το υποστατικό. Είδα προσεκτικά το τεκμήριο αυτό και είμαι βέβαιη ότι το πρόσωπο που φαίνεται να βγαίνει έξω από το νυκτερινό κέντρο στις 4.24 π.μ. είναι ο κατηγορούμενος.

5.  Δεν μπορώ να αναγνωρίσω το πρόσωπο στην κάμερα τεκμήριο 5.2 αλλά και ούτε μπορώ να αποκλείσω ότι αυτό το πρόσωπο είναι ο κατηγορούμενος. Εκείνο για το οποίο είμαι βέβαιη είναι ότι αυτό το πρόσωπο έθεσε σκόπιμα και παράνομα την φωτιά και αυτό το πρόσωπο οδηγούσε το όχημα ΒΑΧ 078 του κατηγορούμενου. Αυτό είναι το όχημα που κτύπησε σε στύλο απέναντι από το πρακτορείο στοιχημάτων την ημέρα και ώρα του εμπρησμού. Ο στύλος εμφανίζεται την ημέρα μετά τον εμπρησμό κτυπημένος. Εμφανίζονται σ' αυτό ξέσματα κόκκινης μπογιάς.»

 

Περαιτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι το ψέμα που ανέφερε ο εφεσείων στην ανακριτική του κατάθεση, ότι δηλαδή δεν ήταν στη Λάρνακα εκείνο το βράδυ, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ενοχή του για τη διάπραξη του αδικήματος. Αναφέρει, συναφώς, το Δικαστήριο τα ακόλουθα:

 

«Το ψέμα του κατηγορούμενου ήταν ηθελημένο διότι με το ψέμα πρόβαλλε άλλοθι διά να πείσει ότι δεν θα μπορούσε να είναι το πρόσωπο που απεικονίζεται στο τεκμήριο 5.2. Το άλλοθι του έχει καταρριφθεί από δύο σημεία ανεξάρτητης μαρτυρίας, το τεκμήριο 5.5, την μαρτυρία του ΜΚ8 και άλλων τεχνικών που αποδεικνύουν ότι το όχημα που απεικονίζεται στο τεκμήριο 5.2 είναι του κατηγορούμενου.

 

Όταν κλήθηκε σε απολογία δεν έδωσε καμία άλλη δικαιολογία γι' αυτό το ψέμα ή για να εξηγήσει που ήταν εκείνο το βράδυ. Με το ψέμα αυτό καταρρίπτεται πλήρως το άλλοθι που πρόβαλε και έτσι δεν έχει εξήγηση για το που βρισκόταν την ώρα του εμπρησμού. Επομένως το γεγονός ότι είπε ψέμα για το άλλοθι του είναι εξαιρετικά ενοχοποιητικό γι' αυτόν. Το ψέμα είναι ηθελημένο διότι σκόπιμα προσπαθούσε να παραπληροφορήσει την αστυνομία για να μην τον υποψιάζεται για τον εμπρησμό.

 

Ελλείψη οποιασδήποτε άλλης εξήγησης το ψέμα είναι το προϊόν επίγνωσης της ενοχής επειδή μόνο στην περίπτωση που εκείνος ήταν το πρόσωπο στο τεκμήριο 5.2 θα έλεγε ψέματα για το που βρισκόταν εκείνο το βράδυ για να συγκαλύψει τις πραγματικές του ενέργειες εκείνο το βράδυ.»

Η καταδίκη του εφεσείοντα κρίθηκε στη βάση μίας αλυσίδας περιστατικής μαρτυρίας, όπως αναφέρεται στο καταληκτικό μέρος της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου:

 

«Το πρόσωπο που διέπραξε τον εμπρησμό είναι το πρόσωπο που εμφαίνεται λεπτομερώς στην ταινία που προέρχεται από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης τεκμήριο 5.2. Αυτό το πρόσωπο οδηγούσε το όχημα ΒΑΧ 078 και το χρησιμοποίησε εκείνο το βράδυ για να θέσει την φωτιά στο πρακτορείο του παραπονούμενου. Ιδιοκτήτης του οχήματος κατά το επίδικο διάστημα ήταν ο κατηγορούμενος. Κατόπιν δικής του παραδοχής προκύπτει ότι μόνο αυτός οδηγούσε το συγκεκριμένο όχημα και μόνο αυτός είχε κλειδί του οχήματος. Απέκλεισε το ενδεχόμενο το όχημα να κλάπηκε.

 

Ο κατηγορούμενος δεν έχει άλλοθι και όχι μόνο αυτό, αλλά είπε ψέματα για το που ήταν κατά την ώρα και ημέρα του εμπρησμού για να παραπλανήσει την αστυνομία και να μην συνδεθεί με το αδίκημα. Ενώ είπε ψέματα προκύπτει ότι στις 4.24 π.μ. έφυγε από το νυκτερινό κέντρο Members στην Λάρνακας που απέχει μόνο πέντε λεπτά απόσταση με το αυτοκίνητο από το πρακτορείο.

 

Συνεπώς, είχε την ευκαιρία να διαπράξει το αδίκημα. Δεν μπορεί από την φυσιογνωμία που φαίνεται στο τεκμήριο 5.2 να αποκλεισθεί ότι πρόκειται για τον κατηγορούμενο. Αντιθέτως, υπάρχουν κοινά στοιχεία ως είναι η φαλάκρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού ως εμφαίνεται στο τεκμήριο 5.2 (στιγμιότυπο ώρα 4.39 π.μ.). Δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας για άλλη εξήγηση αυτών των γεγονότων.

 

Επομένως, η συγκεκριμένη αλυσίδα των περιστατικών γεγονότων οδηγεί με λογική συνέπεια με βάση την κοινή ανθρώπινη εμπειρία ότι ο κατηγορούμενος είναι το πρόσωπο που εμφανίζεται στο τεκμήριο 5.2.Αυτό είναι και το πρόσωπο που παράνομα και σκόπιμα έθεσε την φωτιά ως εμφαίνεται ξεκάθαρα από την προβολή των εικόνων του τεκμηρίου 5.2. Η ενοχή του αποδεικνύεται στον βαθμό που απαιτείται σε ποινικές υποθέσεις και τον κρίνω ένοχο στην κατηγορία του εμπρησμού.»

 

Η καταδίκη του εφεσείοντα αμφισβητείται με τέσσερις λόγους έφεσης:

 

(α)      Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε και αποφάσισε ότι υπήρχε ικανοποιητική μαρτυρία η οποία συνέδεε τον κατηγορούμενο με το αδίκημα.

(β) Τα ευρήματα του Δικαστηρίου έρχονται σε αντίθεση με την προσαχθείσα μαρτυρία και με παραδεκτά γεγονότα.

(γ) Δε γίνεται καμία αναφορά στην απόφαση του Δικαστηρίου σε μαρτυρία που παρουσιάστηκε από την κατηγορούσα αρχή και ήταν τέτοια που θα έπρεπε να αθωώσει και να απαλλάξει τον κατηγορούμενο.

(δ) Το πρωτόδικο Δικαστήριο, τόσο στο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας, όσο και με την απόφασή του, καθιστά τον εαυτό του ειδικό μάρτυρα.

 

Όπως ήδη έχουμε σημειώσει, η καταδίκη του εφεσείοντα βασίστηκε εξ ολοκλήρου σε περιστατική μαρτυρία. Στην υπόθεση Παφίτης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 102, τονίστηκαν στις σελίδες 119-120 τα ακόλουθα σχετικά:

 

«Όπως έχει επανειλημμένα διακηρυχθεί η περιστατική μαρτυρία δεν αποτελεί υποδεέστερη μορφή ή κατηγορία μαρτυρίας της άμεσης μαρτυρίας, δηλαδή μαρτυρίας η οποία αφεαυτής τείνει να αποδείξει το έγκλημα (όπως μαρτυρία αυτόπτων μαρτύρων). Όχι μόνον δεν υπάρχει προκατάληψη, και αυτό είναι η δεύτερη διαπίστωση που θέλουμε να κάμουμε, εναντίον της περιστατικής μαρτυρίας αλλά τουναντίον όταν είναι συμπερασματική τείνει να αφανίσει την πιθανότητα του ανθρώπινου λάθους. Όμως η περιστατική μαρτυρία δεν πρέπει να συγχύζεται με τις περιστάσεις της υπόθεσης γενικά. Τα γεγονότα τα οποία την συνιστούν πρέπει να αποδεικνύονται όπως και κάθε άλλο πρωτογενές γεγονός. Η ενοχή του κατηγορουμένου πρέπει να προκύπτει από την σύνθεση της περιστατικής μαρτυρίας πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Το σωρευτικό αποτέλεσμα της περιστατικής μαρτυρίας πρέπει να δικαιολογεί την καταδίκη του κατηγορουμένου να συνάδει συμπερασματικά με την ενοχή του κατηγορουμένου. Η αιτιώδης σχέση μεταξύ της περιστατικής μαρτυρίας και της ενοχής του κατηγορουμένου πρέπει να είναι άμεση αφενός και να μην μπορεί να συμβιβαστεί αφετέρου με άλλη λογική ερμηνεία της περιστατικής μαρτυρίας. (Βλ. μεταξύ άλλων Fournides v. Republic (1986) 2 C.L.R., 73 p. 79 και Μιχαηλίδης ν. Δημoκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 172).

 

Η περιστατική μαρτυρία μπορεί να αποτελέσει βάση για την καταδίκη του κατηγορουμένου μόνον όταν τεκμηριώνει ως θέμα λογικής συνέπειας μέσα στα πλαίσια της ανθρώπινης εμπειρίας την ενοχή του.»

 

Ο πρώτος λόγος έφεσης διατυπώνεται με γενικότητα. Στην αιτιολογία του, όμως, συγκεκριμενοποιείται με αναφορά στον ψηφιακό δίσκο (Τεκμ. 5.2) που καταγράφει τις σκηνές έξω από το πρακτορείο στοιχημάτων και στο κτύπημα του αυτοκινήτου σε πάσσαλο της σκηνής του εμπρησμού. Υποστηρίχθηκε συναφώς ότι, ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο αναγνώρισε ότι οι σκηνές που καταγράφονται στον ψηφιακό δίσκο δεν είναι καλής ποιότητας και δεν μπορεί με σιγουριά να ταυτιστεί η ανδρική φιγούρα που φαίνεται σ' αυτές με τον εφεσείοντα, αλλά μόνο ότι «δεν μπορεί να αποκλειστεί», εν τούτοις, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πρόσωπο αυτό είναι ο εφεσείων.

 

Το υπό συζήτηση παράπονο του εφεσείοντα δεν ευσταθεί. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν κατέληξε στο υπό αναφορά συμπέρασμα στη βάση των σκηνών που καταγράφει το Τεκμ. 5.2, αλλά μετά από αξιολόγηση των υπόλοιπων κρίκων της περιστατικής μαρτυρίας και μόνο αν οι υπόλοιποι κρίκοι παρουσιάζουν αδυναμία, μπορεί το συμπέρασμα να κριθεί ανασφαλές.

 

Σ' ότι αφορά το δεύτερο σκέλος επί του οποίου βασίζεται ο πρώτος λόγος έφεσης - τη σύνδεση δηλαδή του αυτοκινήτου του εφεσείοντα με το αυτοκίνητο στη σκηνή του εμπρησμού - να επισημάνουμε κατ' αρχάς ότι η μαρτυρία του Τεχνικού της Toyota (ΜΚ5) και του Αστυνόμου της Υπηρεσίας Εγκληματολογικών Ερευνών της Αστυνομίας (ΜΚ2) δεν ήταν αφ' εαυτής ικανή να οδηγήσει σε θετικό εύρημα επί του ζητήματος. Και αυτό, αφού ο μεν ΜΚ5 ήταν «σχεδόν σίγουρος» ότι το αυτοκίνητο στη σκηνή ήταν Toyota Corolla Hatch Back, παλαιού τύπου - όπως ήταν και το αυτοκίνητο του εφεσείοντα - ο δε ΜΚ2 δεν ταυτοποίησε τα ξέσματα από τον πάσσαλο της σκηνής του εμπρησμού με την μπογιά του αυτοκινήτου του εφεσείοντα, αλλά απλώς υποστήριξε ότι θα μπορούσαν να ήταν, λόγω του κόκκινου χρώματος των ξεσμάτων και της κόκκινης μπογιάς του αυτοκινήτου. Με αυτά τα δεδομένα, κρίσιμη για το Δικαστήριο σ' ό,τι αφορά την ταύτιση του αυτοκινήτου της σκηνής του εμπρησμού με το αυτοκίνητο του εφεσείοντα ήταν η μαρτυρία του ΜΚ8, ο οποίος ταύτισε τις ζημιές στον πάσσαλο με τη ζημιά στο αυτοκίνητο του εφεσείοντα. Παραθέτουμε σχετικά αυτούσιο το πιο κάτω απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση:

 

«Έγινε παραδεκτό γεγονός ότι, ο ΜΚ8 Χάρης Ευριπίδης είναι εμπειρογνώμονας αναπαραστάτης τροχαίων δυστυχημάτων και μπορεί να εκφέρει γνώμη πραγματογνωμοσύνης σε σχέση με ζημιές οχημάτων. Ο ΜΚ8 χρησιμοποίησε το αυτοκίνητο ΒΑΧ078 και το οδήγησε προς τα πίσω πάνω στην κολώνα απέναντι από το υποστατικό όπου θεάθηκε αυτοκίνητο του ίδιου μοντέλου και χρώματος λίγο πριν τον εμπρησμό. Η βάση της κολώνας έσπασε από την σύγκρουση με το όχημα. Η βάση της κολώνας ήταν μέσα στο έδαφος αλλά και το κτύπημα έγειρε προς τα πίσω και η βάση έφυγε από το έδαφος. Ο ΜΚ8 ένωσε την σπασμένη βάση και έκανε αναπαράσταση του κτυπήματος της κολώνας με το αυτοκίνητο.

 

Οι ζημιές φαίνονται ευκρινώς στις πρώτες 32 φωτογραφίες του τεκμηρίου 7. Οι φωτογραφίες 12 μέχρι 23 δείχνουν τις ζημιές στο όχημα και οι φωτογραφίες 24 μέχρι 32 δείχνουν τον συσχετισμό των ζημιών μεταξύ της κολώνας και του οχήματος. Στον πίσω προφυλακτήρα υπάρχουν δύο κτυπήματα που είναι ευθυγραμμισμένα. Στην ίδια γραμμή υπάρχει και κτύπημα στο κάτω μέρος του οχήματος στο σημείο όπου φυλάγεται ο επιπρόσθετος τροχός. Η φωτογραφία 32 δείχνει μαύρισμα στην γωνία της βάσης και όταν έκανε ο ΜΚ8 την αναπαράσταση του κτυπήματος αυτή η ζημιά ταίριαζε με το κάτω μέρος του οχήματος και συγκεκριμένα με τον χώρο που φυλάγεται ο επιπρόσθετος τροχός. Επομένως, η ζημιά στο κάτω μέρος του οχήματος και στα δύο σημεία, αυτό του προφυλακτήρα και αυτό που είναι πιο ψηλά από το άλλο, ευθυγραμμίζονται.

 

Εξήγησε ότι το ύψος των ζημιών στο όχημα δεν ταιριάζει απόλυτα με το ύψος των ζημιών επί της κολώνας, διότι την ώρα που δέχθηκε το κτύπημα η κολώνα έγειρε προς τα πίσω με αποτέλεσμα η επιφάνεια της κολώνας να επεκτείνεται κάποια επιπρόσθετα εκατοστά. Επιπρόσθετα, το έδαφος σε εκείνο το σημείο δεν είναι τελείως ομαλό με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται κάποια εκατοστά διαφορά σε σχέση με το μήκος των ζημιών μεταξύ αυτών του οχήματος και αυτή της κολώνας. Εξήγησε ότι το κτύπημα του οχήματος έγινε κάθετα πάνω στην κολώνα αλλά άγγιξε επί της γωνίας της κολώνας και είναι εκεί που φαίνεται η κόκκινη μπογιά του οχήματος. Ο ΜΚ8 είναι βέβαιος ότι το όχημα είναι το συγκεκριμένο όχημα που κτύπησε επί της κολώνας το ίδιο βράδυ.

 

Απορρίπτω τον ισχυρισμό της υπεράσπισης ότι ο ΜΚ8 δεν ενήργησε αμερόληπτα και επαγγελματικά στην εξέταση αναπαράστασης του δυστυχήματος. Ο ΜΚ8 είχε εξετάσει και άλλο ίδιου μοντέλου και χρώματος αυτοκίνητο προγενέστερα και το απέκλεισε ως το εμπλεκόμενο όχημα. Είναι μόνο μετά από εξέταση του συγκεκριμένου οχήματος που κατέληξε στο συγκεκριμένο συμπέρασμα.

 

Επίσης, κατέληξε στο συγκεκριμένο συμπέρασμα μόνο μετά που εξέτασε προσεκτικά το όχημα και μόνο μετά από αναπαράσταση της κίνησης. Δηλαδή οδήγησε εκείνο το όχημα προς τα πίσω επί της κολώνας. Το αποτέλεσμα αυτής της αναπαράστασης ήταν να αναδειχθεί ότι την ώρα που κτυπήθηκε η κολώνα από το όχημα είχε προκαλέσει δύο κτυπήματα στον προφυλακτήρα και ένα στο κάτω μέρος του οχήματος όλα ευθυγραμμισμένα. Εκεί όπου υπήρχε επαφή της κολώνας και του προφυλακτήρα στην συγκεκριμένη αναπαράσταση υπήρχε συνεχόμενη κόκκινη μπογιά.

 

Το γεγονός ότι το μήκος της ζημιάς και στις δύο επιφάνειες διαφέρει κάποια εκατοστά δεν τον προβλημάτιζε διότι η κολώνα δεν είχε μείνει όρθια μετά το χτύπημα αλλά έγειρε προς τα πίσω. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, ήταν λογικό ότι το μήκος πάνω στην κολώνα θα ήταν μεγαλύτερο διότι υπήρχε τριβή της κολώνας πάνω στον προφυλακτήρα την ώρα που έπεφτε η κολώνα προς τα πίσω.

 

Για το exhaust του αυτοκινήτου ήταν θέση του ότι αυτό δεν εξείχε περισσότερο από τον προφυλακτήρα αν και δεν το μέτρησε. Όμως ακόμη και αν εξείχε λίγα εκατοστά, αυτό δεν ήταν σημαντικό διότι όταν έγειρε η κολώνα προς τα πίσω έφυγε το σημείο επαφής από εκείνο το σημείο και μετατέθηκε πιο ψηλά στον χώρο του προφυλακτήρα ως εμφαίνεται στις φωτογραφίες.

 

Απέκλεισε το μαύρισμα της πέτρας να προκλήθηκε από τροχό του αυτοκινήτου διότι δεν θα ήταν δυνατόν στο συγκεκριμένο σημείο το όχημα να περάσει από πάνω από την πεσμένη βάση της κολώνας. Υπήρχαν περιορισμοί στον χώρο και περιορισμοί εξαιτίας των διαστάσεων του οχήματος. Ο τροχός του οχήματος είναι πιο μέσα από το περίβλημα του οχήματος. Αυτό θα παρεμπόδιζε να περάσει ο τροχός πάνω από την βάση της κολώνας ως εισηγήθηκε η υπεράσπιση.

 

Εξήγησε ότι η βάση της κολώνας έπαθε ζημιά, διότι η κολώνα έγειρε προς τα πίσω και το σημείο της βάσης άγγιξε στο κάτω μέρος του αυτοκινήτου. Αυτά όλα τα διαπίστωσε προσωπικά ο ΜΚ8 διότι τα έκανε στην πράξη και είναι γι' αυτόν τον λόγο που δεν είχε αμφιβολία ότι οι συγκεκριμένες ζημιές έγιναν με τον συγκεκριμένο τρόπο. Το συμπέρασμα του ήταν το αποτέλεσμα προσεκτικής μελέτης και αναπαράστασης που παρήγαγε συγκεκριμένα και χειροπιαστά αποτελέσματα.

 

Δεν ευσταθεί η θέση ότι ο ΜΚ8 δεν ενήργησε αμερόληπτα και επιστημονικά για την αξιολόγηση των δεδομένων που είχαν τεθεί ενώπιον του.

 

................................

 

Ο ΜΚ8 εξήγησε με απόλυτη σαφήνεια τα ευρήματα του. Ήταν απλά τα ευρήματα του ΜΚ8. Εξήγησε δηλαδή ότι στην περίπτωση που κτυπηθεί η κολώνα με το συγκεκριμένο όχημα αυτό είναι το αποτέλεσμα, δηλαδή δημιουργούνται ζημιές τόσο στην κολώνα όσο και στο όχημα στα συγκεκριμένα σημεία που εμφαίνονται με τον συγκεκριμένο τρόπο που εμφαίνεται στις φωτογραφίες 1 μέχρι 32 του τεκμηρίου 7. Προέβη στην συγκεκριμένη διαπίστωση διότι έκανε αναπαράσταση του δυστυχήματος.»

 

Δεν διαπιστώνουμε την ύπαρξη οποιουδήποτε σφάλματος στην πιο πάνω αξιολόγηση της μαρτυρίας έτσι ώστε να απαιτείται η επέμβαση του Εφετείου. Με βάση τη μαρτυρία του ΜΚ8, το Δικαστήριο κατέληξε στη σύνδεση της ζημιάς που υπήρχε στο αυτοκίνητο του εφεσείοντα με το κτύπημα στον πάσσαλο που βρισκόταν έξω από το πρακτορείο στοιχημάτων και, συνακόλουθα, στη σύνδεση του αυτοκινήτου του εφεσείοντα με το όχημα που φαίνεται στο Τεκμ. 5.2.

 

Όμως, το Δικαστήριο δεν κατέληξε στην ενοχή του εφεσείοντα στη βάση μόνο του πιο πάνω στοιχείου, αλλά και σε άλλα στοιχεία περιστατικής μαρτυρίας. Συγκεκριμένα, στηρίχθηκε στην παρουσία του εφεσείοντα έξω από το νυκτερινό κέντρο Members μερικά λεπτά μακριά από το χώρο του εμπρησμού, στο ψεύδος που εντόπισε και αφορά τον ισχυρισμό ότι κατά τον επίδικο χρόνο δεν βρισκόταν στη Λάρνακα, καθώς επίσης και στη βάση του ισχυρισμού του ότι ουδείς άλλος οδήγησε οποτεδήποτε το αυτοκίνητό του. Βέβαια, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, ναι μεν επιχειρηματολόγησε σε σχέση με τους υπό αναφορά κρίκους μαρτυρίας, αλλά υποστήριξε ότι αυτοί δεν ήταν ικανοί να οδηγήσουν το πρωτόδικο Δικαστήριο σε συμπέρασμα ενοχής. Και αυτό χωρίς τα εν λόγω στοιχεία να προσδιοριστούν στην αιτιολογία του πρώτου λόγου έφεσης, όταν απλώς σχολιάζει τις παραστάσεις από τον ψηφιακό δίσκο (Τεκμ. 5.2) που αφορά τη σκηνή του εμπρησμού. Παραβλέποντας ότι στον εν λόγω ψηφιακό δίσκο δε δόθηκε βαρύτητα από το πρωτόδικο Δικαστήριο σ' ότι αφορά τη θετική αναγνώριση του εφεσείοντα.

 

Ειδικά ως προς το ψεύδος στο οποίο κατέφυγε ο εφεσείων, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, και το κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία για την απόδειξη ενός ψέματος, ως μέρους περιστατικής μαρτυρίας, σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 260,στην οποία αναφέρθηκε και το πρωτόδικο Δικαστήριο:

 

«(1) Το γεγονός ότι το δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή του κατηγορούμενου δε συνιστά αφ' εαυτού στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας ενισχυτικό της εκδοχής της κατηγορούσας αρχής.

 

(2) Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είπε ψέματα δεν αποδεικνύει αφ' εαυτού θετικά την υπόθεση της κατηγορούσας αρχής.

 

(3) Ψέματα που λέχθηκαν από τον κατηγορούμενο, είτε εντός είτε εκτός δικαστηρίου, μπορούν να αποτελέσουν περιστατική μαρτυρία σε βάρος του εφόσον ικανοποιούνται τα ακόλουθα τέσσερα κριτήρια:-

 

(α) Το ψέμα πρέπει να είναι ηθελημένο.

(β) Πρέπει να αναφέρεται σε ουσιώδες ζήτημα.

(γ) Το κίνητρο για το ψέμα πρέπει να είναι η επίγνωση της ενοχής και ο φόβος της αλήθειας. Το δικαστήριο πρέπει να έχει κατά νου ότι είναι ενδεχόμενο κάποιος να λέει ψέματα στην προσπάθεια του, για παράδειγμα, να προβάλει μια δίκαιη υπόθεση ή από ντροπή ή από πανικό.

(δ) Το ψέμα πρέπει να αποδεικνύεται με ανεξάρτητη μαρτυρία, δηλαδή είτε με παραδοχή είτε με μαρτυρία από ανεξάρτητο μάρτυρα.»

 

Έχουμε ήδη παραθέσει πιο πάνω αυτούσια την κατάληξη του Δικαστηρίου ως προς το ψεύδος του εφεσείοντα (βλ. σελ. 6 και 7). Δε διαπιστώνουμε οποιοδήποτε σφάλμα στην προσέγγισή του.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, ο πρώτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης, ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου έρχονται σε αντίθεση με τη μαρτυρία ή με παραδεκτά γεγονότα. O λόγος αυτός συγκεκριμενοποιείται στην αιτιολογία, με αναφορά στο παραδεκτό γεγονός ότι από τη δειγματοληψία που λήφθηκε από το πάτωμα εντός του πρακτορείου στοιχημάτων και εξετάστηκε επιστημονικά στο κρατικό χημείο, δεν εντοπίστηκε εύφλεκτη ύλη, ενώ το εύρημα του Δικαστηρίου είναι ότι η φωτιά τέθηκε κακόβουλα με την τοποθέτηση εύφλεκτης ύλης. Περαιτέρω, στον υπό αναφορά λόγο έφεσης διατυπώνεται και ισχυρισμός για εσφαλμένο συσχετισμό της ζημιάς του αυτοκινήτου με το κτύπημα στον πάσσαλο από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ζήτημα που δε θα μας απασχολήσει κατά την εξέταση του υπό συζήτηση λόγου, αφού ήδη το έχουμε αποφασίσει.

 

Από την άλλη, η πλευρά της εφεσίβλητης εισηγείται ότι ο μη εντοπισμός εύφλεκτης ύλης κατά την εξέταση, δε σημαίνει και ότι δεν χρησιμοποιήθηκε εύφλεκτη ύλη και πως η υπεράσπιση, εάν ήθελε να προωθήσει αυτή τη θέση, θα έπρεπε να αντεξετάσει τους μάρτυρες και να τους υποβάλει τη θέση της. Περαιτέρω, παρέπεμψε στη μαρτυρία του ΜΚ1 ότι κατά την είσοδό του στη σκηνή υπήρχε μυρωδιά εύφλεκτης ύλης και, επίσης, ότι στο Τεκμ. 5.2 η ώρα 5:11:45 φαίνεται ο δράστης να κρατά δοχείο και να χύνει κάποιο υγρό από το οποίο δημιουργείται κηλίδα στο πεζοδρόμιο.

 

Στην πρωτόδικη απόφαση αναφέρεται ότι, σύμφωνα με το ΜΚ7, η φωτιά τέθηκε κακόβουλα με εύφλεκτη ύλη, ενώ δηλώθηκε ως παραδεκτό γεγονός ότι είχε γίνει «δειγματοληψία από το πάτωμα μπροστά από τις πολυθρόνες, όπου εξετάστηκε επιστημονικά στο Κρατικό Χημείο και δεν εντοπίστηκε εύφλεκτη ύλη». Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της υπόθεσης, κανένας μάρτυρας δεν αντεξετάστηκε επί του εγειρόμενου θέματος, ούτε η θέση που τίθεται τώρα από το συνήγορο του εφεσείοντα τέθηκε καθ' οιονδήποτε τρόπο κατά την ακρόαση της υπόθεσης. Η θέση της εφεσίβλητης ότι η περίπτωση είναι ανάλογη με αυτή του μη εντοπισμού γενετικού υλικού ή αποτυπωμάτων σε αντικείμενα για τα οποία η θέση της κατηγορούσας αρχής είναι ότι υπάρχει φυσική κατοχή, είναι ορθή ( βλ. Χαρίτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 225). Βέβαια, στην προκείμενη περίπτωση, υπάρχει η μαρτυρία του ΜΚ1 ότι, κατά την είσοδό του στη σκηνή του εμπρησμού, υπήρχε οσμή εύφλεκτης ύλης, η όποια μαρτυρία παρέμεινε αναντίλεκτη. Περαιτέρω, από το Τεκμ. 5.2 το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι ο δράστης κρατά πλαστικό δοχείο (σημείο 7 των διαπιστώσεων του Δικαστηρίου σε σχέση με το Τεκμ. 5.2). Ενόψει αυτών των στοιχείων, δε θεωρούμε πως το γεγονός ότι το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με το παραδεκτό γεγονός ότι δεν εντοπίστηκε εύφλεκτη ύλη κατά την εξέταση δειγματοληψίας που λήφθηκε από συγκεκριμένο μέρος του πρακτορείου στοιχημάτων, αφαιρεί ο,τιδήποτε από τη δύναμη της υπόθεσης της εφεσίβλητης.

 

Για τους πιο πάνω λόγους και ο δεύτερος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης, ο εφεσείων παραπονείται ότι το Δικαστήριο δεν κάνει καμία αναφορά σε μαρτυρία που παρουσιάστηκε από την κατηγορούσα αρχή και που ήταν τέτοια που θα έπρεπε να απαλλάξει τον εφεσείοντα. Πρόκειται για λόγο που έκδηλα πάσχει από γενικότητα, αλλά εξειδικεύεται στην αιτιολογία σε παράλειψη του  πρωτόδικου Δικαστηρίου να αναφερθεί στη μαρτυρία του ΜΚ2, ο οποίος παρέλαβε, εξέτασε και σύγκρινε ξέσματα μπογιάς που λήφθηκαν από το όχημα του εφεσείοντα με αυτά που βρέθηκαν στον πάσσαλο και κατέληξε ότι αυτά τα ξέσματα μπογιάς «θα μπορούσαν να προέρχονται από το όχημα του εφεσείοντα», χωρίς όμως να αναφέρει ότι προέρχονται ή ότι υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι προέρχονται. Περαιτέρω, ενώ ο Μ. Παπαγεωργίου, ΜΚ9, είναι ειδικός για τον τρόπο λειτουργίας του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης έξω από το πρακτορείο στοιχημάτων και εξήγησε τα μειονεκτήματα και προβλήματα που είχε η εικόνα του συγκεκριμένου ψηφιακού δίσκου, καθώς και ότι δεν ελέγχθηκε η ημερομηνία και ώρα που καταγράφει ο ψηφιακός δίσκος που λήφθηκε έξω από το νυχτερινό κέντρο Members και ενώ ο ΜΚ1 ανέφερε ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο τέθηκε στο Δικαστήριο το οπτικό υλικό έξω από το πρακτορείο στοιχημάτων ήταν για να καταδείξει πως διαπράχθηκε το αδίκημα και το σωματότυπο του συγκεκριμένου δράστη, το πρωτόδικο δικαστήριο στηρίζεται στους δύο ψηφιακούς δίσκους Τεκμ. 5.2 και 5.5, για να καταδικάσει τον εφεσείοντα και δεν αναφέρει καθόλου τα όσα ανέφεραν οι ΜΚ9 και ΜΚ1 τα οποία θα δικαιολογούσαν την απαλλαγή του.

 

Από την άλλη, η θέση της εφεσίβλητης είναι ότι όντως το Δικαστήριο δεν κάνει αναφορά στη μαρτυρία του ΜΚ2, η οποία από τη μία δεν αποκλείει το όχημα του εφεσείοντα και από την άλλη δεν βοηθά τη θέση του με οποιονδήποτε τρόπο. Σε ό,τι αφορά τη μαρτυρία του ΜΚ9, η κατάθεση και προβολή του ψηφιακού δίσκου στο Δικαστήριο προσέδιδε τη δυνατότητα σ' αυτό να εξετάσει την εικόνα και αυτό έπραξε. Το Δικαστήριο από την καταγραφή δεν μπόρεσε να διακρίνει και να είναι βέβαιο ότι αυτός που φαίνεται είναι ο εφεσείων και ούτε στηρίχθηκε στη βεβαιότητα του ΜΚ1.

 

Η μη αναφορά του Δικαστηρίου στη μαρτυρία του ΜΚ2 θεωρούμε ότι δεν έχει οποιανδήποτε επίπτωση στην υπόθεση, έστω και αν έπρεπε να παρατεθεί και να αξιολογηθεί. Και αυτό, αφού μόνο το χρώμα της μπογιάς που ανευρέθη στο δείγμα του πασσάλου λήφθηκε υπόψη.

 

Αναφορικά με το δεύτερο σκέλος της εισήγησης του εφεσείοντα, το γεγονός ότι έγινε προβολή των Τεκμ. 5.2 και 5.5 στο Δικαστήριο και το ίδιο το Δικαστήριο διαπίστωσε την κακή ποιότητα της εικόνας του Τεκμ. 5.2 που είχε ως αποτέλεσμα να μην αποδεχθεί την αναγνώριση του προσώπου του δράστη ως τον εφεσείοντα, αφαιρεί το οποιοδήποτε έρεισμα από την εισήγηση.

 

Ως προς την ορθότητα της ημερομηνίας και ώρας που λήφθηκαν οι εικόνες του Τεκμ. 5.5, έξω από το νυκτερινό κέντρο Members, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα αναφέρθηκε στο ακόλουθο απόσπασμα από την αντεξέταση του ΜΚ9 (σελ. 108 των πρακτικών):

 

«Ε.  Όσον αφορά την ώρα που αναγράφεται στις οθόνες του κάθε ηλεκτρονικού υπολογιστή ή εδώ στην περίπτωση τη δική μας, την ώρα την ρυθμίζει ο καθένας και την ημερομηνία, έτσι είναι;

  Α.  Ναι.

  Ε.  Αν είναι ρυθμισμένη σωστά εν σωστή αν την ρυθμίσεις λάθος εν λάθος, εν συμφωνείς μαζί μου;

  Α. Συμφωνώ, ναι.

  Ε.  Τζίνο που καταγράφηκε είναι εκείνο που δείχνουν οι οθόνες των οποίων δεν ξέρουμε, ούτε αν είναι σωστό, ούτε αν είναι λάθος, ούτε υπάρχει τρόπος να το επιβεβαιώσεις.

  Α.  Οι ώρες, οτιδήποτε ώρα, η ώρα που είναι ρυθμισμένη η συγκεκριμένη συσκευή είναι η ώρα που σου δείχνει ακριβώς πάνω στις κάμερες. Τώρα αν έχει λάθος η ώρα δεν γνωρίζω αλλά όπως φαντάζομαι δεν θυμάμαι οι ώρες αν ήταν σωστές ή όχι. Φαντάζομαι ήταν σωστές, δεν ξέρω.»

 

Όπως αναφέραμε και πιο πάνω, το πρωτόδικο Δικαστήριο απεδέχθη ότι οι ώρες και ημερομηνίες που αναγράφονται τόσο στο Τεκμ. 5.2 όσο και στο Τεκμ. 5.5 είναι ορθές. Ο ΜΚ9 ανέφερε στην κατάθεσή του στην αστυνομία, την οποία υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασής του, ότι, όταν έλεγξε το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του νυκτερινού κέντρου Members έλεγξε «την ώρα που καταγράφετο στο DVR και ήταν σωστή.» Σημειώνεται περαιτέρω ότι έγινε παραδεκτό γεγονός στη διαδικασία ότι το Τεκμ. 5.5 είναι η αντιγραφή της ταινίας που αφαιρέθηκε από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του νυχτερινού κέντρου Members και αφορά την περίοδο που ανέφερε ο μάρτυρας. Εγκρίθηκε περαιτέρω ως παραδεκτό γεγονός ότι τα Τεκμ. 5.2 και 5.5 παραλήφθηκαν από το πρόσωπο και με τον τρόπο που περιγράφεται στο Τεκμ. 5, διακινήθηκαν νομότυπα και κατατέθηκαν στο Δικαστήριο χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε αλλοίωση ή επέμβαση σε αυτά. Με αυτά τα δεδομένα, ο συγκεχυμένος τρόπος με τον οποίο υποβλήθηκαν οι πιο πάνω ερωτήσεις ως και οι αντίστοιχες απαντήσεις του μάρτυρα, δε θεωρούμε ότι είναι ικανές να ανατρέψουν ή αμφισβητήσουν καθ' οιονδήποτε τρόπο τη θέση του ΜΚ9 για τις καταγραφείσες ώρες και το σχετικό εύρημα του Δικαστηρίου ως προς την ορθότητα της ώρας και ημερομηνίας που λήφθηκαν οι σκηνές έξω από το νυχτερινό κέντρο Members, δεν είναι τρωτό.

 

Συνακόλουθα, και αυτός ο λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Σε συνάρτηση με τον τέταρτο λόγο έφεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα ανέφερε ότι κατά το στάδιο που έδιδε μαρτυρία ο ΜΚ9, ο οποίος κατάγραψε το ψηφιακό δίσκο που παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμ. 5.2 και εξηγούσε ως ειδικός τον τρόπο που καταγράφεται το οπτικό υλικό κατά τη διάρκεια της νύκτας και τις φιγούρες που παρουσίαζε ο εν λόγω ψηφιακός δίσκος, το Δικαστήριο κάλεσε τον εφεσείοντα να βγει έξω από το εδώλιο του κατηγορουμένου, να τοποθετήσει την κουκούλα που είχε το πουλόβερ που φορούσε εκείνη την ημέρα στο κεφάλι του, να περπατήσει έξω από το εδώλιο για να παρατηρήσει το Δικαστήριο την μπροστινή και πισινή του εμφάνιση, καθώς και την εμφάνιση από πλάι, για να έχει ίδιαν άποψη, κάτι που σύμφωνα με τον συνήγορο, δεν έπρεπε να είχε πράξει.

 

Από την άλλη, η ευπαίδευτη δημόσια κατήγορος εισηγήθηκε ότι το Δικαστήριο είχε το δικαίωμα να προβεί στη συγκεκριμένη παρατήρηση, ειδικότερα ενόψει της μαρτυρίας του ΜΚ1 ότι «από την εικόνα φαίνεται ξεκάθαρα ότι είναι ο κατηγορούμενος από την συνολική εξωτερική εμφάνιση, πρόσωπο, σωματότυπο, τον τρόπο που περπατά», έτσι ώστε να είναι σε θέση να παρατηρήσει τις ομοιότητες και διαφορές στην εμφάνιση και στην κίνηση.

 

Κατ' αρχάς να σημειώσουμε ότι τα Τεκμ. 5.2 και 5.5 κατατέθηκαν ως πραγματική μαρτυρία και ως τέτοια παρέχουν στο Δικαστήριο την ευχέρεια της άμεσης παρακολούθησης των διαδραματισθέντων σ' αυτά. Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν απαιτείται προειδοποίηση στα πλαίσια της R. v. Turnbull a.o. [1976] 3 All E.R. 549. Όμως, απαιτείται να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή όταν γίνεται προσπάθεια αναγνώρισης μέσω φωτογραφιών ή βιντεοσκοπημένων εικόνων ή όπως στην παρούσα περίπτωση, μέσω καταγραφών κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης (Blenkinsop Ali [2008] EWCA Crim 1522). Σε περιπτώσεις όπου η εικόνα δεν είναι ποιοτικά ικανοποιητική, τότε ενδεχόμενα να απαιτείται μαρτυρία εμπειρογνώμονα για να επεξηγηθεί το περιεχόμενο της και το Δικαστήριο πρέπει να αυτοπροειδοποιείται για τους κινδύνους λανθασμένης αναγνώρισης (R v. Ali [2009] Crim LR 40, Taylor v. Chief Constable of Cheshire [1987] 1 All ER 225), ανεξαρτήτως αν έχει άπλετο χρόνο να τις μελετήσει, στα πλαίσια της R. v. Turnbull a.o. [1976] 3 All E.R. 549., προσαρμοσμένα βέβαια ανάλογα με την περίπτωση (Blenkisnsop (πιο πάνω), Blackstone's Criminal Practice (2009) παρ. 18.29 και «Το Δίκαιο της Απόδειξης» των Τ. Ηλιάδη και Ν. Σάντη σελ. 433 - 444).

 

Αναφορικά με την παρατήρηση του εφεσείοντα, στην οποία προέβη το Δικαστήριο εντός της δικαστικής αίθουσας, για το οποίο παραπονείται ο εφεσείοντας, αυτό είναι επιτρεπτό. Σε τέτοια περίπτωση όμως και εφόσον το Δικαστήριο σκοπεύει να βασιστεί σε αυτή την άμεση παρατήρηση, εδώ του ίδιου του εφεσείοντα, θα πρέπει εγκαίρως να το αναφέρει στους συνηγόρους, προκειμένου να τους δοθεί η ευκαιρία να τοποθετηθούν επί του ζητήματος και για όσα άλλα μπορούν να ανακύψουν ως εκ της προτιθέμενης επιλογής (βλ. Angaston and District Hospital v. Thamm [1987] 47 SASR 177 και σύγγραμμα «Το Δίκαιο της Απόδειξης» των Τάκη Ηλιάδη και Νικόλα Γ. Σάντη, στις σελίδες 339-341 και 428.).

 

Στην παρούσα περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της υπόθεσης, την ώρα που προβαλλόταν το στιγμιότυπο 5:00 μέχρι 5:03 του Τεκμ. 5.2, όπου φαινόταν ένα πρόσωπο, ο εφεσείων, μετά από υπόδειξη του Δικαστηρίου, στάθηκε μπροστά από το Δικαστήριο και έβγαλε τη ζακέτα του. Από τη στιγμή που αυτό έγινε στην παρουσία των συνηγόρων, χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε ένσταση, δε θεωρούμε ότι η παράλειψη του Δικαστηρίου να αναφέρει στους δικηγόρους την πρόθεσή του να προβεί στη συγκεκριμένη παρατήρηση, μπορεί να έχει οποιαδήποτε επίπτωση στην υπόθεση. Επαναλαμβάνουμε εμφαντικά ότι το Δικαστήριο, δεν απεδέχθη ότι το πρόσωπο που φαίνεται να κινείται έξω από το πρακτορείο στοιχημάτων αμέσως πριν τον εμπρησμό στο Τεκμ. 5.2 ήταν αναγνωρίσιμο και ήταν ο εφεσείων, όπως εισηγείται ο συνήγορος του εφεσείοντα.

 

Είναι προφανές από την πρωτόδικη απόφαση ότι το Δικαστήριο κατέληξε ότι το πρόσωπο που διέπραξε τον εμπρησμό είναι το πρόσωπο που εμφαίνεται στην ταινία που προέρχεται από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης Τεκμ. 5.2, όχι στη βάση των παρατηρήσεων των εικόνων του Τεκμ.5.2, αλλά στη βάση του συνόλου της αλυσίδας της περιστατικής μαρτυρίας, όπως ορθά κατά την κρίση μας, συνοψίζεται στις καταληκτικές παραγράφους της απόφασης του και παρατίθενται πιο πάνω.

 

Υπό το φως όλων των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο