ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:B138
(2015) 2 ΑΑΔ 74
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 99/2011)
26 Φεβρουαρίου, 2015
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
Εφεσείων,
- v -
1. VIVA HOLIDAYS TRAVEL LTD
2. ΝΕΟΦΥΤΑΣ ΜΥΡΙΑΝΘΟΥΣ
3. ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΥΡΙΑΝΘΟΥΣ
Εφεσιβλήτων
_ _ _ _ _ _
Μαρία Εύζωνα (κα), για τον Εφεσείοντα
Χάρης Φωτίου, για τους Εφεσίβλητους
_ _ _ _ _ _
Η ομόφωνη απόφαση ως προς την ποινή
θα δοθεί από τον Παμπαλλή, Δ.
_ _ _ _ _ _
Π Ο Ι Ν Η
ex tempore
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η πρώτη Εφεσίβλητη είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ο επιχειρηματίας της ξενοδοχειακής επιχείρησης με το όνομα Alecos Hotel Apts, η οποία βρίσκεται στην Κάτω Πάφο. Η δεύτερη Εφεσίβλητη ήταν η διευθύντρια και διοικητική σύμβουλος της πρώτης και ο τρίτος Εφεσίβλητος ήταν επίσης διοικητικός σύμβουλος της πρώτης Εφεσίβλητης. Υπό τις ιδιότητές τους αυτές, οι Εφεσίβλητοι αντιμετώπισαν πρωτόδικα 39 συνολικά κατηγορίες, οι οποίες αφορούσαν παράβαση των περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων Νόμων του 1969 έως 2005 και των περί Κέντρων Αναψυχής Νόμων του 1985 μέχρι 2007. Οι κατηγορίες 1 - 16 αφορούσαν παράλειψη καταβολής στον Εφεσείοντα - Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού του ποσοστού επί των εισπράξεων, πλέον τις επιβαρύνσεις, για την περίοδο από 1/12/2001 - 31/12/2002, από τη λειτουργία της πιο πάνω ξενοδοχειακής επιχείρησης ως οργανωμένων τουριστικών διαμερισμάτων. Οι κατηγορίες 17 - 32 αφορούσαν αντίστοιχη παράλειψη για την περίοδο από 1/10/2001 - 31/12/2002, από τη λειτουργία κέντρου αναψυχής, ήτοι μπαρ, εντός της προαναφερθείσας ξενοδοχειακής επιχείρησης και οι κατηγορίες 33 - 39 αφορούσαν υποβολή αναληθών δηλώσεων κατά παράβαση των πιο πάνω Νόμων και των σχετικών Κανονισμών, ΚΔΠ 265/86. Συγκεκριμένα, και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων των εν λόγω κατηγοριών 33 - 39, οι Εφεσίβλητοι με πρόθεση εξαπάτησης, και ενώ λειτουργούσαν το πιο πάνω κέντρο αναψυχής εντός της επίδικης ξενοδοχειακής επιχείρησης, υπέβαλαν κατά περιόδους αναληθείς δηλώσεις, σύμφωνα με τις οποίες το κέντρο αναψυχής δεν λειτουργούσε και ότι δεν είχαν καθόλου εισπράξεις.
Ο Εφεσείων καταχώρησε την ποινική υπόθεση με αριθμό 8735/2009 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στις 23 Ιουνίου 2009. Η πρωτόδικη απόφαση που ήταν αθωωτική για τους Εφεσίβλητους εκδόθηκε στις 9 Μαΐου 2011. Ακολούθησε έφεση και στις 14.10.2014 το Εφετείο ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση και εξέδωσε καταδικαστική απόφαση εναντίον και των τριών εφεσιβλήτων.
Η υπόθεση ορίστηκε δύο φορές για γεγονότα και ποινή, έτσι ώστε να διασαφηνισθούν τα γεγονότα που επιδρούν στην επιμέτρηση της ποινής. Με την αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Εφεσιβλήτων έγινε προσπάθεια να καταδειχθεί ότι οι Εφεσίβλητοι θα πρέπει να απαλλαγούν και το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να τους επιβάλει οποιαδήποτε ποινή καθότι τα σχετικά άρθρα επί των οποίων στηρίχθηκαν οι κατηγορίες έχουν καταργηθεί με τους τροποποιητικούς Νόμους 151/2005 και 152/2005. Ο κ. Φωτίου παραδέχθηκε ότι με βάση τον περί Ερμηνείας Νόμο Κεφ. 1, η ποινική ευθύνη παρέμεινε, πλην όμως κάλεσε το Δικαστήριο να ερμηνεύσει το ΄Αρθρο 12 του Συντάγματος κατά τρόπο που να διαγράφονται τα διαπραχθέντα αδικήματα. Το θέμα αυτό έχει απασχολήσει το Ανώτατο Δικαστήριο και αναφερόμαστε στην υπόθεση Γαβριήλ ν. Γενικού Εισαγγελέα (2002) 2 ΑΑΔ 289 όπου σε ανάλογη περίπτωση το Δικαστήριο ανέφερε τα εξής:
«Τελευταίος λόγος έφεσης τον οποίο πρόβαλε ο εφεσείων ήταν ο ισχυρισμός ότι καταδικάσθηκε με βάση τις πρόνοιες νόμου ο οποίος είχε καταργηθεί. Το θέμα αυτό το ήγειρε ο δικηγόρος του εφεσείοντα κατά τη διάρκεια της πρωτόδικης ακροαματικής διαδικασίας. Το Δικαστήριο με ενδιάμεση απόφαση του, ημερ. 13.12.2001 απέρριψε την εισήγηση αυτή. Απεφάσισε ότι, παρά την κατάργηση του σχετικού Νόμου 47(1)/94 επί του οποίου βασίζεται η κατηγορία με το Νόμο 119(1)/2000 που τέθηκε σε ισχύ την 21.7.2000, εν τούτοις, με βάση το άρθρο 40 του πιο πάνω Νόμου σε συνδυασμό με τα άρθρα 10(2) και 11 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, δεν επηρεάζονται ποινικά αδικήματα τα οποία διεπράχθησαν κατά τη διάρκεια της ισχύος του καταργηθέντος νόμου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι "με τη φράση "άνευ επηρεασμού οποιασδήποτε πράξης, ενέργειας ή διορισμού που έγινε δυνάμει του καταργηθέντος νόμου" υποδηλώνεται η σαφής πρόθεση του Νομοθέτη ότι τα αδικήματα που διεπράχθηκαν με τον καταργηθέντα νόμο δεν διαγράφονται.»
Σε μια άλλη εισήγηση ο ευπαίδευτος συνήγορος είπε ότι ενόψει της κατάργησης του νόμου οι εφεσίβλητοι δεν θα πρέπει να τιμωρηθούν καθότι δεν υπάρχει θέμα ούτε συμμόρφωσής τους, ούτε επιβολής τιμωρίας για σκοπούς παραδειγματισμού τρίτων.
Μας προβλημάτισε ιδιαιτέρως ότι τα αδικήματα για τα οποία κατηγορήθηκαν και βρέθηκαν ένοχοι οι Εφεσίβλητοι διαπράχθηκαν μεταξύ 1ης Δεκεμβρίου 2001 και 31ης Δεκεμβρίου 2002 και η ποινική υπόθεση εναντίον τους κατατέθηκε σχεδόν επτά χρόνια μετά. Καθυστέρηση για την οποία ευθύνεται ο Εφεσείων και η οποία συνέτεινε στην αδυναμία ετοιμασίας και των σχετικών εντύπων που καλύπτουν οι κατηγορίες. Σημειώνουμε περαιτέρω ότι από το 2011 οι εφεσίβλητοι αθωώθηκαν πρωτοδίκως και καταδικάστηκαν μετά από έφεση και σήμερα, 13 σχεδόν χρόνια μετά τη διάπραξη των αδικημάτων, καλείται το Δικαστήριο να επιβάλει ποινή.
Είναι δύσκολο το έργο του Δικαστηρίου γιατί θα πρέπει να σταθμίσει αφενός μεν την αναγκαιότητα τήρησης της νομιμότητας την οποία επί του προκειμένου οι εφεσίβλητοι έχουν παραβεί και, αφετέρου, να αντιμετωπίσει κατηγορούμενους οι οποίοι διέπραξαν αδικήματα πριν από 13 ολόκληρα χρόνια. Το πρόβλημα επιτείνεται καθότι η νομοθεσία επί της οποίας στηρίχθηκε το Δικαστήριο για να καταδικάσει τους Εφεσίβλητους έχει καταργηθεί από το 2005, ήτοι τέσσερα χρόνια πριν την καταχώρηση της εναντίον τους ποινικής υπόθεσης.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσείοντα προσδιόρισε, καταθέτοντας και σχετικό έντυπο, ότι το συνολικό ποσό που οφείλεται δυνάμει των κατηγοριών 33-39 είναι €5980 πλέον 9% τόκος επί διαφόρων ημερομηνιών και ποσών. Δεν έχει τεκμηριωθεί απαίτηση, ούτε και έχουμε ενώπιόν μας άλλα δεδομένα, για οποιοδήποτε άλλο ποσό πέραν του πιο πάνω, το οποίο και λαμβάνουμε υπόψη για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής.
Εχοντας κατά νου όλα τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως τα έχουμε αναλύσει πιο πάνω και ιδιαιτέρως την μακρά καθυστέρηση η οποία υπήρξε αφενός μεν από τη διάπραξη των αδικημάτων μέχρι την καταχώρηση της ποινικής υπόθεσης που ήταν επτά χρόνια μετά και της σημερινής ημέρας που επιβάλλουμε ποινή, ήτοι 13 χρόνια μετά τη διάπραξη των αδικημάτων, θεωρούμε ότι δεν ενδείκνυται να επιβάλουμε οποιαδήποτε ποινή στους εφεσίβλητους. Όπως έχουμε ήδη επισημάνει μεγάλο μέρος της καθυστέρησης βαραίνει τον Εφεσείοντα. Αντί άλλης ποινής, εκδίδεται διάταγμα πληρωμής εναντίον των Εφεσιβλήτων κεχωρισμένως και αλληλεγγύως για το ποσό των €5980.
Ζητήθηκε από τη συνήγορο η έκδοση διατάγματος για καταβολή τόκου προς 9%. Εχοντας υπόψη, όπως αναφέραμε πιο πάνω, τη μεγάλη καθυστέρηση που δημιουργήθηκε, ιδιαιτέρως την καθυστέρηση από τη διάπραξη των αδικημάτων μέχρι την καταχώρηση της ποινικής υπόθεσης, θεωρούμε ότι δεν είναι ορθό να ικανοποιηθεί το πιο πάνω αίτημα. Οι Εφεσίβλητοι υποχρεούνται να πληρώσουν νόμιμο τόκο επί του πιο πάνω ποσού από σήμερα.
Ζητήθηκε από τη συνήγορο του Εφεσείοντα η καταβολή εξόδων τόσο για την πρωτόδικη διαδικασία όσο και για την έφεση. Τα ποσά που έχουν ζητηθεί, ήτοι €6159 για την πρωτόδικη διαδικασία και €3108 για την έφεση, κρίνονται ως υπερβολικά και επιδικάζουμε το ποσό των €1000 για τα έξοδα της έφεσης. Αναφορικά με τα πρωτόδικα έξοδα, λαμβάνοντας υπόψη ότι η ακροαματική διαδικασία άρχισε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου στις 27.1.2011 και συμπληρώθηκε με περιορισμένο αριθμό δικασίμων με την έκδοση απόφασης στις 9.5.2011, ποσό €1500 είναι ικανοποιητικό ποσό. Εκδίδονται ανάλογα διατάγματα ως προς τα έξοδα εναντίον των Εφεσιβλήτων.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΣΦ.