ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:B111
(2014) 2 ΑΑΔ 100
13 Φεβρουαρίου, 2014
[EΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
MAΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 62/2012)
Δικαιώματα κατηγορουμένου ― Μαρτυρικό υλικό ― Μέρος του, δόθηκε στην πλευρά της κατηγορουμένης κατά την ημερομηνία της δίκης χωρίς να υποβληθεί από την υπεράσπιση, αίτημα αναβολής για σχετική του μελέτη ― Επικύρωση πρωτόδικης κρίσης, ότι στην προκειμένη δεν υπήρξε επηρεασμός των δικαιωμάτων της κατηγορουμένης.
Η εφεσείουσα αμφισβήτησε με την έφεση την ορθότητα απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία καταδικάστηκε σε πρόστιμο, αφού βρέθηκε ένοχη σε κατηγορίες αμελούς οδήγησης καθώς και για παράλειψη να συμμορφωθεί με την ένδειξη του κόκκινου φανού σε φωτεινούς σηματοδότες για οχήματα.
Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι εναπομείναντες λόγους:
Πρώτος λόγος έφεσης:
Ήταν εσφαλμένη η πρωτόδικη κατάληξη ότι δεν επηρεάστηκε δυσμενώς η υπεράσπιση της εφεσείουσας, λόγω παράλειψης της εφεσίβλητης να την εφοδιάσει με όλο το μαρτυρικό υλικό.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Όπως φανέρωνε η ίδια η πρωτόδικη απόφαση, αλλά και τα πρακτικά, τα παράπονα δεν ευσταθούσαν. Το σχετικό μαρτυρικό υλικό δόθηκε στην πλευρά της εφεσείουσας κατά την ημερομηνία της δίκης, χωρίς να υποβληθεί αίτημα για αναβολή προς σχετική του μελέτη.
2. Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε παρατηρήσει ότι θα ήταν διατεθειμένο να παραχωρήσει το χρόνο, αν του ζητείτο κάτι τέτοιο.
3. Όσον αφορούσε ειδικότερα στο συμμετρικό σχέδιο και αυτό δόθηκε από την αρχή της δίκης, και μάλιστα κατατέθηκε εκ συμφώνου στο Δικαστήριο και όλοι οι μάρτυρες αντεξετάστηκαν επί τούτου.
4. Επιπλέον, η εφεσείουσα, έκδηλα, δεν είχε εισαγάγει οποιοδήποτε λόγο που να συγκεκριμενοποιούσε σε τι επηρεάστηκε η υπεράσπιση της από τις κατ' ισχυρισμόν παραλείψεις.
Τρίτος λόγος έφεσης:
Αναφορικά με την αξιοπιστία των αυτοπτών μαρτύρων ΜΚ1 και ΜΚ2, σε συσχετισμό με τη μη κλήτευση του παραπονουμένου:
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατήρησε στην απόφαση του, ότι το γεγονός ότι ο παραπονούμενος οδηγός, με το όχημα του οποίου έγινε η σύγκρουση, δεν προσήλθε να καταθέσει, δεν επηρέασε τα δικαιώματα της εφεσείουσας κατ' ουδένα λόγο.
2. Όπως προέκυπτε τόσο από την απόφαση όσο και από τα πρακτικά, η πλευρά της κατηγορουμένης ενέστη στο αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής για αναβολή με σκοπό την κλήτευση του προσώπου αυτού που ζει και εργάζεται μόνιμα στην Αγγλία.
3. Από εξέταση της μαρτυρίας δεν εντοπιζόταν οποιαδήποτε αντίφαση μεταξύ της μαρτυρίας των ΜΚ1 και ΜΚ2.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Καταδίκης.
Έφεση από την Κατηγορούμενη εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Μαθηκολώνη, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 28857/11), ημερομηνίας 20/2/12.
Α. Ιωάννου (κα), για την Εφεσείουσα.
Μ. Χαραλάμπους (κα), για την Εφεσίβλητη.
Ex tempore
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει η Δικαστής Μιχαηλίδου.
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας σε πρόστιμο €400 και 3 βαθμών ποινής, αφού βρέθηκε ένοχη σε κατηγορίες αμελούς οδήγησης κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου, καθώς και για παράλειψη οδηγού μηχανοκινήτου οχήματος να συμμορφωθεί με την ένδειξη του κόκκινου φανού σε φωτεινούς σηματοδότες για οχήματα κατά παράβαση των σχετικών Κανονισμών.
Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε έφεση με τέσσερις λόγους. Ο δεύτερος και ο τέταρτος αποσύρθηκαν κατά το στάδιο της ακρόασης και παρέμεινε προς εξέταση ο πρώτος και ο τρίτος λόγος, οι οποίοι σε κάποια έκταση συμπλέκονται όπως θα δούμε πιο κάτω.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης, η εφεσείουσα παραπονείται ότι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι δεν επηρεάστηκε δυσμενώς στην υπεράσπιση της λόγω παράλειψης της εφεσίβλητης να την εφοδιάσει με όλο το μαρτυρικό υλικό είναι εσφαλμένη, παράνομη και αυθαίρετη και επικεντρώνεται σε δύο τινά: στην παράλειψη εκ μέρους της εφεσίβλητης να της δοθεί η έκθεση του ΜΚ4 για τη λειτουργία των φώτων τροχαίας και το συμμετρικό σχέδιο της σκηνής του ατυχήματος.
Όπως φανερώνει η ίδια η απόφαση του Δικαστηρίου, αλλά και τα πρακτικά, τα παράπονα δεν ευσταθούν. Όσον αφορά την έκθεση του ΜΚ4 εμπειρογνώμονα το Δικαστήριο με απόφαση του παρατήρησε ότι η μελέτη του είχε δοθεί στην υπεράσπιση, έστω κατά την ημέρα της ακρόασης και είχε στη διάθεση της το χρόνο, αν ήθελε να ζητήσει αναβολή για να τη μελετήσει προτού προχωρήσει σε αντεξέταση του μάρτυρα. Το Δικαστήριο είχε παρατηρήσει ότι θα ήταν διατεθειμένο να παραχωρήσει το χρόνο αν του ζητείτο κάτι τέτοιο. Ένα τέτοιο αίτημα όμως ουδέποτε υποβλήθηκε από τη συνήγορο της εφεσείουσας.
Όσον αφορά το συμμετρικό σχέδιο και αυτό δόθηκε από την αρχή της δίκης, και μάλιστα κατατέθηκε εκ συμφώνου στο Δικαστήριο και όλοι οι μάρτυρες αντεξετάστηκαν επί τούτου.
Αλλά το πλέον ουσιαστικό που καταδεικνύει ότι οι αιτιάσεις της εφεσείουσας έκδηλα δεν ευσταθούν συνίσταται στην αδυναμία της: η εφεσείουσα δεν είχε εισάξει οποιοδήποτε λόγο που να συγκεκριμενοποιεί σε τι επηρεάστηκε η υπεράσπιση της από τις κατ' ισχυρισμόν «παραλείψεις». Είναι η κατάληξη μας ότι οι λόγοι δεν ευσταθούν.
Όσον αφορά τον τρίτο λόγο έφεσης σε σχέση με την αξιοπιστία των αυτοπτών μαρτύρων ΜΚ1 και ΜΚ2, σε συσχετισμό με τη μη κλήτευση του παραπονουμένου έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής: Το Δικαστήριο στην απόφαση του παρατηρεί ότι το γεγονός ότι ο παραπονούμενος οδηγός, με το όχημα του οποίου έγινε η σύγκρουση, δεν προσήλθε να καταθέσει δεν επηρέασε τα δικαιώματα της εφεσείουσας κατ' ουδένα λόγο. Σημειώνουμε ότι, όπως και πάλι προκύπτει τόσο από την απόφαση όσο και από τα πρακτικά, το εν λόγω πρόσωπο ζει και εργάζεται μόνιμα στην Αγγλία. Όταν εντοπίστηκε από την Κατηγορούσα Αρχή και η τελευταία υπέβαλε αίτημα αναβολής, οπότε και προέβη σε διευθέτηση για να βρίσκεται ο παραπονούμενος στην Κύπρο, η συνήγορος της εφεσείουσας έφερε ένσταση υποστηρίζοντας πως το συμφέρον της δικαιοσύνης και κατ' επέκταση της εφεσείουσας επέβαλλε την ταχεία αποπεράτωση της υπόθεσης και όχι την αναβολή της. Με δεδομένη την ένσταση της υπεράσπισης το Δικαστήριο δεν ενέκρινε το αίτημα της εφεσίβλητης και η υπόθεση ολοκληρώθηκε στην απουσία του. Σε συνάρτηση με την απουσία του παραπονουμένου η δικηγόρος της εφεσείουσας παραπέμπει στη μαρτυρία των αυτοπτών μαρτύρων ΜΚ1 και ΜΚ2, για να εισηγηθεί ότι η μαρτυρία τους, που έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη από το Δικαστήριο, έρχεται σε σύγκρουση με τη μαρτυρία του παραπονούμενου. Ο παραπονούμενος δεν κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου και ορθά παρατηρεί η ευπαίδευτη συνήγορος της εφεσίβλητης ότι δεν μπορεί να γίνεται αντιπαράθεση της μαρτυρίας των ΜΚ1 και ΜΚ2 με μαρτυρία προσώπου που ουδέποτε είχε καταθέσει ενώπιον του Δικαστηρίου.
Από εξέταση της μαρτυρίας κρίνουμε ότι δεν έχουμε εντοπίσει οποιαδήποτε αντίφαση μεταξύ της μαρτυρίας των ΜΚ1 και ΜΚ2 σε έκταση ή στην έκταση που μας καλεί η συνήγορος της εφεσείουσας ώστε να έχει κλονιστεί η αξιοπιστία τους και να μην γίνει αποδεκτή η μαρτυρία τους, πάνω στην οποία το Δικαστήριο έκτισε τα ευρήματα του και κατέληξε στην προσβαλλόμενη απόφαση. Πρόκειται για τέτοια μικροσκοπική αντίκριση που κρίνεται ανάξια συζήτησης.
Η όλη στάση της συνηγόρου της εφεσείουσας κατά την ακροαματική διαδικασία και η ενώπιον μας αγόρευση της, μας αναγκάζει να παρατηρήσουμε ότι δεν επιτρέπεται οι συνήγοροι να προβάλλουν τις δικές τους παραλείψεις για να προωθούν λόγους έφεσης. Τέτοια στάση και πρακτική μας βρίσκει καθόλα αντίθετους και είμαστε αναγκασμένοι να την κακίσουμε.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.