ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:B465
(2014) 2 ΑΑΔ 515
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙA ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 77/2013
4 Ιουλίου, 2014
[ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Γ. N. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ATHINA MEDIA SERVICES LTD
Εφεσείoυσα
ΚΑΙ
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Εφεσίβλητης
........
Αυγ. Τσάρκατζιης, για την εφεσείουσα
Στ. Χατζηκωνσταντή (κα), Δημόσιος Κατήγορος, για την εφεσίβλητη
.........
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα
δώσει ο Δικαστής Παρπαρίνος
...........
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η εφεσείουσα/κατηγορούμενη αρ. 2 κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, κρίθηκε ένοχη 28 κατηγοριών που αφορούν προσβολή υφιστάμενου δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 10Γ, 12, 13, 14(3)(4) και 15(2)(3) του περί Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας Νόμου 59(ι)/76 (ΚΔΠ 173/77 και 98/778) όπως τροποποιήθηκε από τους νόμους 18(1)/93, 54(1)/99, 12(Ι)/01, 28(1)/02, 120/04 και 123(Ι)/06.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων η εφεσείουσα μεταξύ της 1ης και 2ης Δεκεμβρίου 2008 στη Λευκωσία εν γνώσει της προέβη σε δημόσια εκτέλεση διαφόρων μουσικών έργων η οποία ενέχει προσβολή συγγενικού δικαιώματος ήτοι δημόσια μετέδωσαν μέσω ραδιοσταθμού με την επωνυμία «Ράδιο ΑΘΗΝΑ» διάφορα μουσικά έργα, τα οποία αναφέρονται στο κατηγορητήριο όπως και το όνομα του ερμηνευτή καλλιτέχνη σε εκάστη κατηγορία, άνευ άδειας της εταιρείας «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ», δικαιούχου των συγγενικών δικαιωμάτων του έργου.
Συγγενικό δικαίωμα σύμφωνα με το νόμο σημαίνει το προβλεπόμενο από το νόμο συγγενικό προς την πνευματική ιδιοκτησία δικαίωμα και είναι προστατεύσιμο από το νόμο, εφόσον αφορούν ερμηνείες ή εκτελέσεις έργων από καλλιτέχνες (βλ. άρθρα 2 και 3 του Ν. 59/76).
Η κατηγορούμενη 1 αθωώθηκε και απηλλάγη από τις κατηγορίες με την πρωτόδικη απόφαση, παρόλο που ήταν μια εκ των Διευθυντών της εφεσείουσας και κατά νόμο υπεύθυνη Διευθυντής. Σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση δεν μπορούσε ν' αποκλεισθεί η θέση της ότι δεν είχε σχέση με την καθημερινή λειτουργία του σταθμού και ότι δεν γνώριζε τι γινόταν σ' αυτόν. Επίσης ότι δεν αποδείχθηκε θετικά η γνώση της για την προβολή των ερμηνειών.
Στην εφεσείουσα επιβλήθηκε, από το πρωτόδικο δικαστήριο, πρόστιμο €130 σε κάθε κατηγορία που κρίθηκε ένοχη.
Η εφεσείουσα εφεσιβάλλει τόσο την καταδίκη της όσο και την ποινή που της επιβλήθηκε. Οι πρώτοι πέντε λόγοι αφορούν την καταδίκη ενώ ο έκτος λόγος την ποινή.
Θα εξετάσουμε πρώτα τους λόγους έφεσης ένα, δυο και πέντε λόγω της αλληλουχίας τους.
Με τον πρώτο λόγο η εφεσείουσα προσβάλλει ως λανθασμένη την κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι «η εφεσείουσα ώφειλε να λάβει άδεια από τους καλλιτέχνες για ραδιοφωνική μετάδοση των ερμηνειών τους και/ή ότι έσφαλμένα εξέτασε το ζήτημα και προέβη σε ευρήματα αναφορικά με το ζήτημα αυτό». Ο λόγος αυτός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με το δεύτερο και πέμπτο λόγο έφεσης βάσει των οποίων η εφεσείουσα παραπονείται ότι «εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο την καταδίκασε επειδή προέβαλε τις ερμηνείες τραγουδιστών χωρίς την άδεια τους και χωρίς να πληρώσουν εύλογη αμοιβή σε αντιπροσωπο του στην Κύπρο.» και ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο προχώρησε στην καταδίκη της εφεσείουσας εφ' όσον σύμφωνα με τη μαρτυρία που αποδέχθηκε και προερχόταν από τον Μ.Υ.1, δικηγόρο από την Ελλάδα, κ. Νικόλαο Βεκρή, δεν μπορούσε να εκχωρηθεί στην εταιρεία «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ» το δικαίωμα παραχώρησης αδειών μετάδοσης ερμηνειών.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για την εφεσείουσα εισηγήθηκε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλλε στο να προχωρήσει σε εύρημα ότι η εφεσείουσα μετέδιδε τις συγκεκριμένες ερμηνείες χωρίς την συγκατάθεση και άδεια των καλλιτεχνών με βάση το νόμο της Κύπρου καθ' ότι οι κατηγορίες που αντιμετώπιζε η εφεσείουσα είναι ότι μετέδωσε τραγούδια άνευ της άδειας της εταιρείας Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ δικαιούχου των συγγενών δικαιωμάτων των έργων. Προκειμένου να καταδικάσει την εφεσείουσα, ως είναι η εισήγηση του συνηγόρου, θα έπρεπε το πρωτόδικο δικαστήριο να προβεί σε τροποποίηση του κατηγορητηρίου και ότι θα έπρεπε να δοθεί μαρτυρία από τους καλλιτέχνες ότι δεν λήφθηκε άδεια από αυτούς για τη μετάδοση της ερμηνείας τους.
Περαιτέρω πρόβαλε την εισήγηση ότι και αν ακόμη συμπερασματικά εξηγείτο ότι η εφεσείουσα δεν έλαβε την άδεια των καλλιτεχνών και πάλιν δεν θα μπορούσε να καταδικασθεί από τη στιγμή που δήλωσε ότι για 11 χρόνια μετέδιδε τραγούδια άνευ προβλήματος και χωρίς διαμαρτυρία από οιονδήποτε. Αυτό κατά τον ευπαίδευτο συνήγορο θα έπρεπε να οδηγήσει το πρωτόδικο δικαστήριο να εξετάσει κατά πόσο συνιστά άδεια που δόθηκε και/ή τεκμαίρεται ότι δόθηκε σιωπηρώς από τους δικαιούχους των συγγενών δικαιωμάτων.
Ειδικά για τον πέμπτο λόγο έφεσης προβλήθηκε η εισήγηση ότι από τη στιγμή που η ερμηνεία έχει ενσωματωθεί σε υλικό φορέα ήχου (CD), τότε ο καλλιτέχνης μόνο εύλογη αμοιβή δικαιούται, κάτι που παραπέμπει σε αστική αξίωση και όχι ποινικό αδίκημα.
Περαιτέρω ήταν η θέση του συνηγόρου ότι το πρωτόδικο δικαστήριο στην καταδικαστική απόφαση του παρέλειψε να λάβει υπόψη τη Συνθήκη του W1Ρ0 όσο και τη Συνθήκη της Ρώμης του 1961 που έχουν κυρωθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία στις οποίες ρητά αναφέρεται ότι οι καλλιτέχνες δεν μπορούν να εμποδίσουν τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση εγγεγραμμένων ερμηνειών τους και ότι είναι αναγκαία η παροχή άδειας εκ μέρους τους για ραδιοτηλεοπτική μετάδοση και παρουσίαση στο κοινό, μόνο μη εγγεγραμμένες ερμηνείες ή εκτελέσεις τους.
Η ευπαίδευτη συνήγορος για την εφεσίβλητη απέρριψε τις εισηγήσεις της εφεσείουσας και υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση ως ορθή.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα όσα προβλήθηκαν από τον συνήγορο της εφεσείουσας. Για να γίνει κατανοητή η όλη υπόθεση θα πρέπει πρώτα να παραθέσουμε τις ρητές πρόνοιες του Νόμου επί του οποίου στηρίζονται οι κατηγορίες και που δεν είναι άλλος από τον «οι περί του Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων Νόμοι του 1976 μέχρι 2012», Ν. 59/76.
Όλες και οι 28 κατηγορίες στηρίζονται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 14(3) το οποίο έχει ως ακολούθως:
«14(3) Οποιοσδήποτε ο οποίος εν γνώσει του προβαίνει ή επιτρέπει τη δημόσια εκτέλεση, παρουσίαση ή προβολή επιστημονικού, φιλολογικού, καλλιτεχνικού ή μουσικού έργου ή κινηματογραφικής ταινίας η οποία ενέχει προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας το οποίο υπάρχει σ' αυτό το έργο, ή εν γνώσει του προβαίνει ή επιτρέπει τη δημόσια εκτέλεση ερμηνείας ή εκτελέσεως, η οποία ενέχει προσβολή ή συγγενικού δικαιώματος, το οποίο προστατεύεται από τον παρόντα Νόμο, διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή οποία δε θα υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες (£30,000) λίρες ή σε φυλάκιση η οποία δε θα υπερβαίνει τα τρία (3 έτη) ή και στις δύο αυτές ποινές και, σε περίπτωση δεύτερης ή οποιασδήποτε μεταγενέστερης καταδίκης, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δε θα υπερβαίνει τις τριάντα πέντε χιλιάδες (£35,000) λίρες ή σε φυλάκιση η οποία δε θα υπερβαίνει τέσσερα (4) έτη ή και στις δύο αυτές ποινές.»
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου έγινε παραδεκτό γεγονός ότι «τα τραγούδια που περιγράφονται στις λεπτομέρειες των αδικημάτων πράγματι προβλήθηκαν στο Ράδιο Αθηνά κατά τον τρόπο και τόπο που αναφέρεται στις κατηγορίες».
Πότε γίνεται η προσβολή συγγενικού δικαιώματος προστατευόμενου από το νόμο» αναφέρεται στο άρθρο 13 του νόμου. Να σημειωθεί ότι το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε μεταγενέστερα της παρούσας υπόθεσης με τον Ν. 207(Ι)/12. Το άρθρο 13, ως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο έχει ως ακολούθως:
«13(1) Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας προσβάλλεται υπό παντός όστις προβαίνει, προκαλεί ή επιτρέπει εις έτερον πρόσωπον να προβή, άνευ της αδείας του δικαιούχου, εις τέλεσιν πράξεώς τινος ή τέλεσις της οποίας ελέγχεται υπό του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.»
«Δικαιούχος πνευματικής ιδιοκτησίας» σύμφωνα με το άρθρο 13(14) σημαίνει τον δημιουργό, τον αρχικό δικαιούχο, τον εκδοχέα ή τον αποκλειστικό δικαιούχο αναλόγως της περίπτωσης, του σχετικού μέρους του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας».
Δεν χωρεί αμφιβολία και δεν αμφισβητήθηκε ότι οι παραδεκτές ενέργειες της εφεσείουσας και που είναι όπως αυτές καταγράφονται στις λεπτομέρειες εκάστης κατηγορίας είναι εντός των προνοιών του άρθρου 14(3), ήτοι προέβη σε δημόσια εκτέλεση ερμηνείας η οποία αφορά συγγενικό δικαίωμα το οποίο προστατεύεται από το νόμο.
Όπως φαίνεται από το άρθρο 13 του νόμου η προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας συντελείται εφ' όσον η τέλεση της πράξης που συνιστά την προσβολή γίνεται χωρίς την άδεια του δικαιούχου.
Δικαιούχοι εφ' όσον πρόκειται περί συγγενικού δικαιώματος και αφορά μουσικό έργο είναι ο ερμηνευτής ή εκτελεστής καλλιτέχνης ή το πρόσωπον νομικό ή φυσικό, στο οποίο έχει εκχωρήσει (ο ερμηνευτής ή εκτελεστής καλλιτέχνης) τα δικαιώματα του επί του συγκεκριμένου δικαιώματος.
Η πρωτόδικη διαδικασία αναλώθηκε κατά μεγάλο μέρος στο κατά πόσο η εταιρεία «Αστέρας Συλλογικής Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ.» ήταν η δικαιούχος των συγγενών δικαιωμάτων των έργων που αφορούν τις 28 κατηγορίες.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εύρημα ότι «εκείνο το οποίο προκύπτει από τη μαρτυρία είναι ότι οι κατηγορούμενοι δεν είχαν την συγκατάθεση από κανένα για να μεταδίδουν τα συγκεκριμένα μουσικά έργα» και το οποίο δεν εφεσιβλήθηκε. Εφ' όσον ουδενός την συγκατάθεση είχαν, εύκολα εξάγεται το ασφαλές συμπέρασμα ότι δεν είχαν και την άδεια της εταιρείας «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ.» Παραμένει ασφαλώς το θέμα κατά πόσο η εταιρεία αυτή ήταν «δικαιούχος» κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Οσον αφορά την εισήγηση ότι η εφεσείουσα για 11 χρόνια μετέδιδε τραγούδια άνευ προβλήματος και θα έπρεπε το πρωτόδικο δικαστήριο να εξετάσει κατά πόσο αυτό συνιστά άδεια που δόθηκε ή τεκμαίρεται ότι δόθηκε σιωπηρώς από τους δικαιούχους συγγενικών δικαιωμάτων, είναι άνευ πραγματικού υπόβαθρου και δεν μπορούσε να εξετασθεί από το πρωτόδικο δικαστήριο. Δεν τέθηκε ενώπιον του μαρτυρία ότι τα συγκεκριμένα στο κατηγορητήριο μουσικά έργα (τραγούδια) μεταδίδοντο από την εφεσείουσα για 11 έτη ή σε άλλους χρόνους εκτός απ' αυτούς που αναφέρονται στο κατηγορητήριο. Η εισήγηση συνεπώς παρέμεινε ατεκμηρίωτη χωρίς αξία.
Σύμφωνα με το άρθρο 12(1) το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας είναι μεταβιβάσιμο είτε δι' εκχωρήσεως είτε δια διατάξεως τελευταίας βουλήσεως, ή εκ του νόμου, ως κινητή περιουσία. Το άρθρο 12(9) ορίζει ότι αυτό εφαρμόζεται αναλόγως και επί των συγγενικών δικαιωμάτων.
Τα δικαιώματα τους, οι καλλιτέχνες, ερμηνευτές ή εκτελεστές σύμφωνα με τη μαρτυρία και ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου τα εκχώρησαν στους ελληνικούς Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης «ΑΠΟΛΛΩΝ» και «ΕΡΑΤΩ» και αυτοί εν συνεχεία με τη συμφωνία ημερ. 26/10/07, τεκμ. 3, εκχώρησαν στην κυπριακή εταιρεία «Αστέρας Σύλλογος Διαχείρισης Δικαιωμάτων Λτδ.» το δικαίωμα είσπραξης των δικαιωμάτων για λογαριασμό των καλλιτεχνών. Η μαρτυρία του Μ.Υ.1, Νικολάου Βεκρή, δικηγόρου περί αδυναμίας κατά το Ελληνικό Δίκαιο εκχώρησης από τους δυο άνω ελληνικούς οργανισμούς στην εταιρεία «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ» του δικαιώματος είσπραξης δικαιωμάτων για λογαριασμό των καλλιτεχνών δεν μπορεί να έχει οιανδήποτε σημασία ενόψει της ρητής πρόνοιας του νόμου (Ν. 59/76), άρθρο 12 (1), περί του αντιθέτου. Συνεπώς σύμφωνα με τα ευρήματα του Δικαστηρίου εκχωρήθηκε από τους καλλιτέχνες/ερμηνευτές στην «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ» δικαίωμα είσπραξης των δικαιωμάτων για λογαριασμό των καλλιτεχνών. Αυτό είναι δυνατό βάσει του άρθρου 12(4)[1]. Αυτό είχε ως περαιτέρω συνέπεια η άνω εταιρεία να καταστεί «δικαιούχος πνευματικής ιδιοκτησίας» σύμφωνα με το άρθρο 13(8)[2] ως ίσχυε πριν την τροποποίηση με το Ν. 207(1)/2012 κατά το μέρος ως έχει αναφερθεί πιο πάνω. Εφ' όσον δε επρόκειτο περί συγγενικών δικαιωμάτων κατέστη δικαιούχος τους.
«Άδεια» σύμφωνα με το ερμηνευτικό άρθρο 2 του Νόμου, σημαίνει «την νομίμως χορηγούμενην άδεια, ήτις επιτρέπει την διενέργειαν πράξεως τινός ελεγχόμενης υπό του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.» Ο νόμος δεν ορίζει ότι η άδεια θα πρέπει να είναι γραπτή ή να έχει ορισμένο τύπο. Αντίθετα στο άρθρο 12(6) του νόμου ρητά ορίζει ότι:
«Η μη αποκλειστική άδεια τελέσεως πράξεως τινος ελεγχομένης υπό δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας δύναται να χορηγήται είτε εγγράφως, είτε προφορικώς, ή έτι αύτη να συνάγεται εκ της συμπεριφοράς»
Συνεπώς είναι ορθή η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι:
«το δικαίωμα που εκχωρήθηκε στην εταιρεία ΑΣΤΕΡΑΣ είναι να εισπράξουν δικαιώματα για λογαριασμό των καλλιτεχνών. Επειδή τα έργα αυτά έχουν ενσωματωθεί σε ύλη υπάρχει δικαίωμα μετάδοσης αυτών ερμηνειών φτάνει να πληρωθούν τα δικαιώματα για τα μουσικά έργα και ερμηνείες. Αυτή η πληρωμή και άδεια γίνεται μέσω της Αστέρω .................... Η κατηγορούμενη 2 δεν έχει εξασφαλίσει την άδεια των καλλιτεχνών και δεν έχει πληρώσει για το δικαίωμα να προβάλλει τα έργα και ερμηνείες των συγκεκριμένων καλλιτεχνών μέσω της εταιρείας «Αστέρας». (το κείμενο παρατίθεται αυτούσιο από την πρωτόδικη απόφαση).»
Με άλλα λόγια εκείνο που είπε το πρωτόδικο Δικαστήριο αν και δεν εκφράστηκε με τόση επιτυχία, είναι ότι με την πληρωμή των σχετικών δικαιωμάτων στην εταιρεία «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ.» αυτόματα η κατηγορούμενη 2 αποκτούσε άδεια μετάδοσης των μουσικών έργων που είχαν ενσωματωθεί σε υλικό φορέα ήχου (cd). Εφ' όσον λοιπόν δεν έγινε πληρωμή στην «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ» δεν είχαν άδεια μετάδοσης των διαφόρων μουσικών έργων που αναφέρονται στο Κατηγορητήριο. Η αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε άδεια των καλλιτεχνών ως άνω, είχε ως μοναδικό σκοπό να παρατηρήσει ότι η κατηγορουμένη 2 δεν είχε άδεια ούτε από τους εκχωρητές (καλλιτέχνες) του δικαιώματος που εκχωρήθηκε στην εταιρεία «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμα΄των Λτδ» και όχι ως συστατικό στοιχείο του αδικήματος.
Οι λόγοι έφεσης 1, 2 και 5 απορρίπτονται.
Ο τρίτος λόγος έφεσης προβάλλει ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι συμπέρασμα ότι παρά την ύπαρξη δικαιώματος εύλογης αμοιβής για τους ερμηνευτές, η εφεσείουσα όφειλε και πάλιν να λάβει άδεια και/ή τη συγκατάθεση των ερμηνευτών για να μεταδίδει τις ερμηνείες τους.
Ο συνήγορος της εφεσείουσας στηριζόμενος στο άρθρο 10 Γ(1)(2) του νόμου εισηγήθηκε ότι από τη στιγμή που έχει ενσωματωθεί ερμηνεία οποιουδήποτε τραγουδιστή σε υλικό φορέα, CD, χάνει το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέψει ή όχι, τη ραδιοτηλεοπτική εκπομπή και παρουσίαση της ερμηνείας στο κοινό. Συνεπώς αφού χάνει το δικαίωμα αυτό δεν χρειάζεται να ληφθεί άδεια του τραγουδιστή πριν την παρουσίαση της ερμηνείας του. Επικαλέστηκε περαιτέρω για υποστήριξη της εισήγησης του την Οδηγία 92/10, άρθρο 8, την συνθήκης WIPO άρθρο 6 και 15 και Σύμβαση της Ρώμης του 1961 άρθρο 7(ι).
Τα άρθρα 10Γ(1) και (2) έχουν ως ακολούθως:
«10Γ (1) Οι καλλιτέχνες ερμηνευτές ή εκτελεστές έχουν το αποκλειστικό δικαίωμα υλικής ενσωματώσεως εκμισθώσεως και δανεισμού, αναπαραγωγής και διανομής των ερμηνειών/εκτελέσεων τους, ως και ραδιοτηλεοπτικής εκπομπής και παρουσιάσεως στο κοινό και δορυφορικής μεταδόσεως και καλωδιακής αναμεταδόσεως αυτών, το τελευταίο όμως μόνο αν η εκτέλεση ή ερμηνεία δεν αποτελεί μέρος εκπομπής ή δε γίνεται από υλική ενσωμάτωση.
(2) Οι δικαιούχοι ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες έχουν την απαίτηση εύλογης και ενιαίας αμοιβής σε περίπτωση που ηχογράφηση, η οποία εκδίδεται για εμπορικούς σκοπούς, η μια αναπαραγωγή της, χρησιμοποιείται για ασύρματη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση ή για οποιαδήποτε παρουσίαση στο κοινό. Σε περίπτωση που η σχετική αμοιβή έχει εισπραχθεί μέσω σωμάτων χορηγήσεως αδειών η απαίτηση στρέφεται κατ' αυτών, και αν τα έσοδα έχουν κατανεμηθεί στους δικαιούχους των ηχογραφήσεων, κατά των τελευταίων. Ελλείψει ατομικής ή συλλογικής συμφωνίας μεταξύ ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών αφ' ενός και δημιουργών ηχογραφήσεων αφ' ετέρου περί των όρων κατανομής της αμοιβής αυτής μεταξύ των, οι όροι αυτοί ορίζονται από την Αρχή του άρθρου 15.»
Παρατηρούμε ότι η παραγρ. (1) του άρθρου 10Γ κατά το μέρος που ενδιαφέρει και πρόταξε ο συνήγορος της εφεσείουσας, μετάδοση από υλική ενσωμάτωση αφορά την καλωδιακή αναμετάδοση που δεν είναι η περίπτωση υπό εξέταση και η παραγρ. (2) αφορά την απαίτηση των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών για εύλογη και ενιαία αμοιβή στις περιπτώσεις που αναφέρονται. Η αξίωση αυτή όμως σε καμιά περίπτωση δεν απαλλάττει την αναγκαιότητα άδειας σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14(3) του Νόμου.
Όσον αφορά την Οδηγία 92/100 ΕΚ του Συμβουλίου της 19ης Νοεμβρίου 1992, πράγματι το άρθρο 8 επιτρέπει την ασύρματη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση από υλική ενσωμάτωση. Παρόλα ταύτα το άρθρο 10 επιτρέπει στα κράτη μέλη να επιβάλλουν περιορισμούς σε σχέση με την προστασία των καλλιτεχνών ή εκτελεστών και άλλων, της ίδιας φύσης με αυτούς που προβλέπονται στη νομοθεσία για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας στην περίπτωση των λογοτεχνικών και καλλιτεχνών έργων.
Δεν προβλήθηκε στο Δικαστήριο από τον ευπαίδευτο συνήγορο να συμβαίνει οτιδήποτε το αντίθετο στο Ν. 59/76, που εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση.
Όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω ισχύουν και αναφορικά με τη συνθήκη WIPO (World Intellectual Property Organisation, Παγκόσμιος Οργανισμός Διανοητικής Ιδιοκτησίας) η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη την 20/12/1996 και Συνθήκη της Ρώμης 1961, η οποία κυρώθηκε με το Ν. 14(111)/1999, όπου και πάλιν στα άρθρα 16 και 15 αντίστοιχα, γίνεται πρόβλεψη βάσει της οποίας τα συμβαλλόμενα μέρη στις εθνικές τους νομοθεσίες μπορούν να εισάξουν περιορισμούς για την προστασία των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών.
Συνεπώς η εφεσείουσα δεν μπορεί να στηριχθεί στις πιο πάνω Συνθήκες προκειμένου να στηρίξει την εισήγηση της η οποία εν πάση περιπτώσει δεν κρίνεται βάσιμη.
Ο τρίτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Ο τέταρτος λόγος έφεσης αφορά την ανυπαρξία ευρήματος και/ή αιτιολογίας πως η εφεσείουσα απέκτησε γνώση και/ή πως είχε γνώση κατά τον ουσιώδη χρόνο ότι η «Αστέρας» εκπροσωπούσε τους καλλιτέχνες που αναφέρονται στην κάθε μια κατηγορία.
Αγορεύοντας ο ευπαίδετος συνήγορος με αναφορά στο άρθρο 14(3) του Νόμου εισηγήθηκε ότι η άνω γνώση είναι ουσιαστικό στοιχείο του αδικήματος.
Με όλο το σεβασμό στο συνήγορο η πιο πάνω γνώση δεν είναι συστατικό στοιχείο του αδικήματος. Το σχετικό συστατικό στοιχείο είναι η γνώση του κατηγορούμενου ότι η δημόσια εκτέλεση ερμηνείας ή εκτελέσεως, που ο ίδιος προβαίνει ή επιτρέπει να γίνει, ενέχει προσβολή συγγενικού δικαιώματος που προστατεύεται από το νόμο.
Συνεπώς αυτό ο λόγος έφεσης θα πρέπει ν' απορριφθεί επειδή στηρίζεται σε λανθασμένο υπόβαθρο.
Παρενθετικά και μόνο αναφέρεται ότι η εφεσείουσα γνώριζε την ύπαρξη της εταιρείας «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ.» και ότι εκπροσωπούσε τους καλλιτέχνες που αναφέρονται στις κατηγορίες που κρίθηκε ένοχη, από την επιστολή της άνω εταιρείας ημερ. 14/7/2009 (μέρος του Τεκμηρίου 2) όπου ρητά αναφέρει ότι είναι «επαρκώς εξουσιοδοτημένη από τους δικαιούχους των συγγενικών δικαιωμάτων ..» και την καλούσε σε καταβολή των συγγενικών δικαιωμάτων. Η διάπραξη δε του αδικήματος ακολούθησε, όπως φαίνεται στο κατηγορητήριο, την 1η και 2α Δεκεμβρίου 2008 και 26 Ιανουαρίου 2009. Συνεπώς η εισήγηση της εφεσείουσας ότι δεν γνώριζε ως άνω, είναι εντελώς ανυπόστατη.
Με τον τελευταίο λόγο έφεσης η εφεσείουσα προσβάλλει την επιβληθείσα ποινή των €130 για κάθε αδίκημα ως υπερβολική.
Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο δικηγόρο της εφεσείουσας είναι υπερβολική διότι δεν λήφθηκε υπόψη από το πρωτόδικο δικαστήριο πρόταση της εταιρείας «Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ» για πληρωμή από την εφεσείουσα ποσού €8000 ως εύλογη αμοιβή για τα συγγενικά δικαιώματα των καλλιτεχνών και ότι η εφεσείουσα για 11 συναπτά έτη πριν την καταχώριση της παρούσας υπόθεσης μετέδιδε τραγούδια χωρίς να διαμαρτυρηθεί και/ή παραπονεθεί οιοσδήποτε.
Με βάση την σταθερή θέση της νομολογίας το καθήκον επιμέτρησης της ποινής βρίσκεται στους ώμους του πρωτόδικου Δικαστή. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν καταφαίνεται ότι ήταν αποτέλεσμα σφάλματος αρχής ή όταν είναι έκδηλα υπερβολική. Δυνατότητα επέμβασης παρέχεται μόνο όπου το στοιχείο της υπερβολής βρίσκει αντικειμενικό έρεισμα από το συσχετισμό της προς το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης, περιλαμβανομένης και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορουμένου (βλ. Χριστοφή ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 549).
Σύμφωνα με το άρθρο 14(3) του νόμου (άνω) σε περίπτωση καταδίκης για το υπό συζήτηση αδίκημα ο παραβάτης υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις €51258 (£30000) ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή και στις δύο ποινές.
Το ως άνω προβλεπόμενο υπό του νόμου ύψος της ποινής καταδεικνύει και τη σοβαρότητα του αδικήματος για το οποίο η εφεσείουσα κρίθηκε ένοχη.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιβάλλοντας την ποινή, έλαβε υπόψη το λευκό ποινικό μητρώο της εφεσείουσας, όπως επίσης την αναγκαιότητα επιβολής αποτρεπτικής ποινής λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να προστατεύονται οι δικαιούχοι συγγενικών δικαιωμάτων αλλά και διότι η εφεσείουσα εκμεταλλεύτηκε εμπορικά τα δικαιώματα αυτά χωρίς να συνεννοηθεί και πληρώσει εύλογη αμοιβή για τα δικαιώματα εμπορικής χρήσης αυτών των έργων.
Απ' ότι προβλήθηκε ενώπιον μας δεν έχουμε πεισθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε εσφαλμένη απόφαση. Τα όσα ανέφερε είναι ορθά και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τυχόν επέμβαση μας. Ο λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Η έφεση αυτή απορρίπτεται.
Στ. Ναθαναήλ, Δ.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
Γ. Ν. Γιασεμής, Δ.
/ΚΑΣ
[1] Άρθρο 12 (4) Η εκχώρησις ή η διά διατάξεως τελευταίας βουλήσεως διάθεσις δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας δύναται να περιορίζηται κατά τρόπο ώστε αύτη να αφορά εις ωρισμένας μόνον εκ των πράξεων άτινας αποκλειστικώς δικαιούται να ελέγχη ο δικαιούχος αυτού, ή εις μέρος μόνον της διαρκείας προστασίας του δικαιώματος, ή εις ωρισμένην τινά χώραν ή ετέραν γεωγραφικήν περιοχήν.
[2]. Άρθρο 13(8) «δικαιούχος πνευματικής ιδιοκτησίας» σημαίνει τον αρχικόν δικαιούχον, τον εκδοχέα ή τον αποκλειστικόν αδειούχον, αναλόγως της περιπτώσεως, του σχετικού μέρους του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.