ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 2 ΑΑΔ 146
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 202/2012
25 Ιανουαρίου, 2013
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΝΑΓΗ Δ/στές]
ADELIN ION
Εφεσείοντας
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητης
Μαρία Μικελλίδου για τον εφεσείοντα
Αντρέας Αριστείδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την εφεσίβλητη.
Ο εφεσείοντας παρών.
Παρούσα στο Δικαστήριο η μεταφράστρια Έλενα Ματθαίου να μεταφράζει από τα ελληνικά στα ρουμάνικα και αντίστροφα.
H ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από το Χατζηχαμπή, Δ.
ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΧ ΤΕΜPΟRE)
Χατζηχαμπής, Δ. - Ο εφεσείων καταδικάστηκε από το Κακουργιοδικείο σε κατηγορίες που αφορούν πράξεις που στοχεύουν στην πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης δυνάμει του άρθρου 228(α) του Ποινικού Κώδικα. Σύμφωνα με τα γεγονότα που τέθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου μετά από την παραδοχή του, ο εφεσείων συγκατοικούσε με τον παραπονούμενο και άλλους τέσσερις ομοεθνείς του από τη Ρουμανία. Φαίνεται ότι ο παραπονούμενος θεωρούσε ότι η απόλυση από την εργασία του πριν από λίγες μέρες οφείλετο σε συμπλοκή στην οποία είχε εμπλακεί εκείνος και ο εφεσείων, ώστε να υπήρχε κάποιο υπόβαθρο διαπροσωπικών διαφορών και την ημέρα που αφορά το αδίκημα. Την 6.3.12 υπήρξε μια λεκτική αντιπαράθεση των δυο στο διαμέρισμά τους, σε συνέχεια της οποίας ο εφεσείων, βγαίνοντας στο μπαλκόνι κρατώντας ένα ποτήρι με νερό, εντόπισε ένα δοχείο το οποίο περιείχε thinner, που είναι εύφλεκτη ύλη, άδειασε το ποτήρι του, το γέμισε με το thinner και το έριξε στον παραπονούμενο. Όταν ο παραπονούμενος εκινήθη προς το μέρος του, ο εφεσείων, με αναπτήρα τον οποίο κρατούσε, έθεσε φωτιά στο υγρό το οποίο είχε καλύψει το πάνω μέρος του σώματος του παραπονούμενου. Ο παραπονούμενος τότε πήγε στην τουαλέτα για να σβήσει τη φωτιά με νερό και φαίνεται πως στη συνέχεια πήγε στο δωμάτιο του εφεσείοντα για να πάρει πετσέτα να σβήσει τη φωτιά, οπότε ο εφεσείων βγήκε στο μπαλκόνι, επήρε ένα μεταλλικό εργαλείο και εκτύπησε τον παραπονούμενο στο κεφάλι. Ο εφεσείων στη συνέχεια κλείστηκε στο υπνοδωμάτιό του και κάλεσε την αστυνομία. Μετεφέρθη τότε ο παραπονούμενος στο νοσοκομείο όπου διαπιστώθηκαν εγκαύματα δευτέρου και τρίτου βαθμού στο πρόσωπο, στο λαιμό, στο θώρακα στα άνω άκρα και στη ραχιαία χώρα, περίπου 28% του σώματος, και δυο τραύματα στο μέτωπο όπως και τραύμα στο φρύδι που, προφανώς, οφείλοντο στο κτύπημα.
Ο εφεσείων, ο οποίος όπως είπαμε παρεδέχθη ενοχή και, μάλιστα, ήταν εκείνος που ειδοποίησε την αστυνομία, δεν είχε προηγούμενες καταδίκες. Υπήρξε μακρά αγόρευση εκ μέρους της ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον εφεσείοντα ενώπιον του Κακουργιοδικείου το οποίο στην απόφασή του καταδίκασε τον εφεσείοντα σε επταετή ποινή φυλάκισης.
Αφού ανεφέρθη στα γεγονότα, το Κακουργιοδικείο ενδιέτριψε και στις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα ο οποίος, όπως είπαμε, κατάγεται από τη Ρουμανία, είναι ηλικίας περίπου 25 ετών και απόφοιτος λυκείου, εργαζόμενος σε κατάστημα και ο οποίος έχει ένα παιδί από δεσμό που είχε προηγουμένως, το οποίο κατοικεί στη Ρουμανία. Όσον αφορά τους μετριαστικούς παράγοντες, το Κακουργιοδικείο ανεφέρθη στο τι είχε υποβληθεί από την ευπαίδευτη συνήγορο και, περαιτέρω, στο γεγονός ότι το αδίκημα θεωρείται ιδιαίτερα σοβαρό από το νόμο εφόσον τιμωρείται με φυλάκιση διά βίου. Μάλιστα, θεώρησε ότι τα περιστατικά της περίπτωσης αυτής προσδίδουν ιδιαίτερη σοβαρότητα στο αδίκημα αφού, οποιεσδήποτε και να ήσαν οι προστριβές, δεν ήταν δυνατό να γίνει ανεκτή η πρωτόγνωρη, όπως τη χαρακτήρισε το Κακουργιοδικείο, αντίδραση του εφεσείοντα στην πρόκληση που είχε δεχθεί και την οποία, όπως είπε το Κακουργιοδικείο, δεν θα αγνοούσε. Ιδιαίτερα, το Κακουργιοδικείο ανέφερε ότι και οι φωτογραφίες τις οποίες είχε ενώπιόν του ως τεκμήριο ήσαν τόσο ανατριχιαστικές και αποκάλυπταν το μέγεθος και τις συνέπειες των τραυμάτων. Με περαιτέρω αναφορά στον τραυματισμό με το μεταλλικό εργαλείο, το Δικαστήριο έκρινε ότι όλες οι συνθήκες διάπραξης του αδικήματος και οι συνέπειες του προσέδιδαν ιδιαίτερη σοβαρότητα στην υπόθεση. Έλαβε υπόψη το λευκό ποινικό μητρώο και την παραδοχή αλλά και την πρόκληση σε κάποιο βαθμό που υπήρξε από το θύμα. Θεώρησε ότι μπορούσε να λάβει υπόψη και το γεγονός ότι ο ίδιος ο εφεσείων τηλεφώνησε στην αστυνομία μετά από τα όσα είχαν συμβεί.
Η έφεση κατά της ποινής απευθύνεται βεβαίως στην εισήγηση ότι πρόκειται για εκδήλως υπερβολική ποινή, με ιδιαίτερη αναφορά στο ότι δεν πρόκειται για ένα άτομο που έχει ροπή στο έγκλημα αλλά για κάποιο ο οποίος έχει βρεθεί σε κάποια κατάσταση προηγούμενων διαφορών μεταξύ εκείνου και του παραπονούμενου και, αντιμετωπίζοντας κάποια πρόκληση, χωρίς προσχεδιασμό, ουσιαστικά προέβη σε μια μεμονωμένη πράξη εκτός χαρακτήρα για την οποία αμέσως, όπως φαίνεται, μεταμελήθη εξ ου και ειδοποίησε ο ίδιος την αστυνομία. Ετονίσθη και το γεγονός ότι υπήρχε μια διαφορά σωματικής διάπλασης μεταξύ των δυο σε βάρος του εφεσείοντα ώστε να ενεργούσε ο εφεσείων και υπό συνεχή φόβο για τη ζωή του, εφόσον, μάλιστα, είχε απειληθεί προηγουμένως από τον παραπονούμενο. Ετονίσθη επίσης ενώπιόν μας, ότι το Κακουργιοδικείο, αν και δεν είχε υπόψη του τα αποτελέσματα της πράξης του εφεσείοντα όσον αφορά τις συνέπειες στον παραπονούμενο, ο οποίος είχε ήδη αναχωρήσει για τη Ρουμανία έχοντας αναρρώσει, παραγνώρισε εκείνο το οποίο η ίδια η υπεράσπιση είχε θέσει ενώπιον του Κακουργιοδικείου ότι, δηλαδή, είχε παραμείνει για δυο βδομάδες στο νοσοκομείο και η θεραπεία που ακολούθησε ήταν απλώς συντηρητική θεραπεία.
Ζητήσαμε από τους ευπαιδεύτους συνηγόρους να μας διαφωτίσουν ως προς τη στήριξη των εισηγήσεών τους με αναφορά σε νομολογία. Πολύ περιορισμένη όμως ήταν η αναφορά η οποία είχε γίνει, και τέτοια ώστε να μην αποκαλύπτει ευθεία σχέση της νομολογίας η οποία παρετέθη με την ενώπιόν μας υπόθεση. Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία βασίστηκε ιδιαίτερα στην υπόθεση Asoltanei Christinel ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 26/2011, ημερομηνίας 19 Νοεμβρίου 2012, όπου επεβλήθη ποινή φυλάκισης εννέα ετών. Παραπέμποντας στα γεγονότα, και ιδιαίτερα το ότι εκεί ο εφεσείων είχε περιλούσει την παραπονούμενη με καυστικό υγρό, η υπόθεση αυτή πόρρω απέχει της υπόθεσης που είναι ενώπιόν μας, αφού εκεί, όχι μόνο υπήρχε ευθεία παραδοχή του εφεσείοντα ότι ήθελε να σκοτώσει την παραπονούμενη, αλλά και το είδος, βεβαίως, του μέσου που χρησιμοποιήθηκε διέφερε, όπως επίσης ιδιαίτερα, και οι συνέπειες, αφού όπως περιγράφονται στην απόφαση χρειάστηκαν χειρουργικές αποκαταστάσεις, ακρωτηριασμός δεξιού ωτός, μεταμοσχεύσεις και αναμένετο να χρειαστούν επανειλημμένες χειρουργικές επεμβάσεις στο μέλλον, ενώ θα υπάρχουν εγκαυματικές ουλές στο πρόσωπο, άνω άκρα και δεξιά κροταφική χώρα. Να σημειώσουμε περαιτέρω ότι εκεί ελήφθη υπόψη και μια άλλη υπόθεση την οποία παρεδέχθη ο εφεσείων. Αναφορά έγινε και στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ιωάννου (1999) 2 ΑΑΔ 603, όπου η ποινή για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης των τεσσάρων ετών αυξήθηκε σε οκταετή ποινή από το Εφετείο, επί εφέσεως του Γενικού Εισαγγελέως. Όμως και η υπόθεση αυτή δεν έχει αναλογίες προς την προκείμενη. Η υπόθεση αφορούσε και κατηγορία ανθρωποκτονίας με τη χρήση πυροβόλου όπλου και την πρόκληση με το όπλο πέραν του θανάσιμου τραυματισμού ενός προσώπου, την απώλεια οφθαλμού δεύτερου προσώπου όπως και την απώλεια οφθαλμού τρίτου προσώπου. Δεν υπήρχαν δε άλλα δεδομένα τα οποία να επέτρεπαν στο Εφετείο να αποκλίνει από του να αυξήσει τις ποινές οι οποίες είχαν επιβληθεί. Έγινε αναφορά και στην υπόθεση Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 ΑΑΔ 342, όπου επεβλήθη ποινή φυλάκισης 6 ετών. Σημειώνουμε, όμως, ότι και αυτή η υπόθεση φαίνεται να διαφέρει πολύ. Αφορούσε και πάλιν πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης με τη χρήση σουγιά ο οποίος έπληξε το λαιμό του παραπονούμενου και χαρακτηρίσθη ως πράξη ωμής βίας στην προσπάθεια του εφεσείοντα να επικρατήσει του αντιπάλου του, ενώ υπήρχαν και σοβαρότατα μόνιμα κατάλοιπα υπό τη μορφή της τετραπληγίας. Εσημειώθη δε ότι και η πρόκληση που αρχικά είχε δεχθεί ο εφεσείων, δεν μπορούσε παρά να συσχετισθεί απομεμακρυσμένα με την εγκληματική ενέργεια του.
Έχουμε εντοπίσει και την υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ανδρέου (2008) 2 ΑΑΔ 207, στην οποία ο Εφεσίβλητος περιέλουσε την πρώην φιλενάδα του με βενζίνη και την πυρπόλησε, προκαλώντας της σοβαρά τραύματα 1ου και 2ου βαθμού σε διάφορα μέρη του σώματος. Η ποινή των επτά ετών που του υπεβλήθη για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης αυξήθηκε σε εννέα έτη. Αλλά και αυτή διαφέρει πάρα πολύ από την προκείμενη, εφόσον αφορά σοβαρότερους τραυματισμούς και μόνιμα κατάλοιπα, προσχεδιασμό και βάρβαρη συμπεριφορά, χαρακτηριζόμενη ως από τις σοβαρότερες του είδους της με κίνητρα τα οποία εδείκνυαν παντελή εγωϊσμό εκ μέρους του εφεσείοντα.
Τα δεδομένα της υπόθεσης που είναι ενώπιόν μας δείχνουν ότι το τί συνέβη ήταν της στιγμής, υπήρξε πρόκληση την οποία το ίδιο το Κακουργιοδικείο αναγνώρισε, και ότι δεν υπήρχε οποιοσδήποτε προσχεδιασμός που να καθιστούσε ιδιαίτερα σοβαρή τη συμπεριφορά του εφεσείοντα. Η αντίδρασή του, βεβαίως, όπως υπέδειξε και το Κακουργιοδικείο, δεν ήταν ορθή ασφαλώς, και περιείχε το στοιχείο της απαράδεκτης για την πολιτισμένη κοινωνία επίδειξης άγριας συμπεριφοράς.
Με όλα όμως αυτά τα δεδομένα, πρέπει να τονιστεί και η διάσταση όχι μόνο της παραδοχής η οποία έγινε, αλλά ιδιαίτερα της άμεσης μεταμέλειας, ουσιαστικά, η οποία υπήρξε, αφού ο εφεσείων ήταν ο ίδιος ο οποίος, αφού εκλείσθη στο δωμάτιό του φοβηθείς για τα περαιτέρω, ειδοποίησε και ήλθαν τόσο η αστυνομία όσο και οι υπηρεσίες του νοσοκομείου ώστε να περιθάλψουν άμεσα τον παραπονούμενο.
Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση την οποία θέλουμε να τονίσουμε, και ως προς την οποία θεωρούμε ότι υπάρχει σφάλμα του Κακουργιοδικείου, εμφανώς στην όψη των πραγμάτων. Το Κακουργιοδικείο εθεώρησε ότι υπήρχαν συνέπειες των τραυμάτων, όπως προέκυπταν από τις φωτογραφίες οι οποίες ετέθησαν ενώπιον του και αποκάλυπταν, όπως είπε, το μέγεθος και τις συνέπειες των τραυμάτων στο πρόσωπο και στο 28% του σώματος. Πρωτογενή κρίση όμως το Κακουργιοδικείο δεν μπορούσε να κάνει ως προς τις συνέπειες, ενώ πολύ σημαντικό είναι ότι στη σελίδα 14 των πρακτικών, όπου το Δικαστήριο θεώρησε αναγκαίο, ως όφειλε, να ερωτήσει τον ευπαίδευτο συνήγορο για τη Δημοκρατία αν υπήρχαν, και ποιες ήσαν οι συνέπειες των τραυμάτων, αφού μόνο τα τραύματα είχαν αναφερθεί, ο ευπαίδευτος συνήγορος απάντησε «Δεν έχω ενημέρωση ως προς το αν έμειναν οποιεσδήποτε μόνιμες βλάβες ή παραμορφώσεις». Και η κα Μικελλίδου συμπλήρωσε τότε ότι «Γνωρίζω ότι είχε βγεί δυο εβδομάδες μετά την εισαγωγή του στο νοσοκομείο». Ενόψει τούτων των δηλώσεων δεν ήταν επιτρεπτό για το Κακουργιοδικείο να θεωρήσει ότι υπήρχαν συνέπειες στο βαθμό που να επηρέαζε την κρίση για αυξημένη σοβαρότητα της υπόθεσης. Τούτο προσθέτει στα όσα έχουμε πει σε σχέση με όλους τους παράγοντες, βεβαίως, οι οποίοι πρέπει να επηρεάσουν την εκτίμηση του μεγέθους της ποινής.
Υπό τις συνθήκες έχουμε καταλήξει ότι η ποινή είναι όντως εκδήλως υπερβολική και θα τη μειώσουμε σε τέσσερα έτη. Η έφεση επιτρέπεται στο βαθμό αυτό.
Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.
Γ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
/μσιαμπαρτα