ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2011) 2 ΑΑΔ 365

19 Σεπτεμβρίου, 2011

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

1. PAMBOS & KOSTAKIS MOLESKIS TRADING LTD,

2. ΠΑΜΠΟΣ ΜΟΛΕΣΚΗΣ,

3. ΚΩΣΤΑΚΗΣ ΜΟΛΕΣΚΗΣ,

Εφεσείοντες,

v.

MELPOMENI HOTEL APARTMENTS LTD,

Εφεσιβλήτων.

(Ποινική Έφεση Αρ. 163/2009)

________________________

Οδοί και Οικοδομές― Ο περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμος, Κεφ. 96, ως έχει τροποποιηθεί ― Προώθηση ποινικής διαδικασίας με ιδιωτική ποινική υπόθεση λόγω αδράνειας της Αρμόδιας Αρχής την οποία αποδοκίμασε το Εφετείο ― Αδικήματα παράνομης μετατροπής και προσθήκης οικοδομής χωρίς άδεια από την Αρμόδια Αρχή ― Το δικαίωμα φυσικού ή νομικού προσώπου να προχωρεί σε ποινική ιδιωτική υπόθεση εναντίον άλλου προσώπου, όταν οι διωκτικές αρχές της Δημοκρατίας δεν αναλαμβάνουν τέτοια διαδικασία ― Τα δικαστήρια, δεν επιθυμούν τη χρήση αυτού του δικαιώματος, ιδιαίτερα, όταν, μέσω της ποινικής δίωξης, επιδιώκεται η προώθηση αστικού δικαιώματος, το οποίο, λόγω, ακριβώς, της φύσης του, δεν είναι ορθό να γίνεται αντικείμενο ποινικής δίωξης ― Κάθε υπόθεση, εξετάζεται υπό το φως των δικών της πραγματικών περιστατικών.

Κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας ― Πότε η παράλληλη καταχώρηση αγωγής και ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης δεν συνιστά κατάχρηση διαδικασίας ― Επιτρεπτή η ζήτηση διαφορετικών θεραπειών με αγωγή ― Κατάχρηση συνιστά η έγερση ή η προώθηση περισσότερων της μιας δικαστικών διαδικασιών, προς το σκοπό επίτευξης στόχων που μπορούν να επιδιωχθούν με μια διαδικασία ― Το δικαστήριο, όταν τίθεται ζήτημα κατάχρησης δικαστικής διαδικασίας, πρέπει να βεβαιώνεται ότι η περίπτωση είναι ξεκάθαρα καταχρηστικής φύσης ― Εφόσον το διαπιστώσει, είτε απορρίπτει τη διαδικασία που θεωρεί καταχρηστική, είτε την αναστέλλει.

Οι εφεσείοντες 1 κρίθηκαν ένοχοι ύστερα από ακρόαση, σε κατηγορίες για μετατροπή και προσθήκη οικοδομής χωρίς άδεια από την αρμόδια αρχή, κατά παράβαση κατά παράβαση του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, (όπως έχει τροποποιηθεί), - και οι εφεσείοντες 2 και 3 ένοχοι για συνδρομή σε μετατροπή οικοδομής χωρίς άδεια από την αρμόδια αρχή.

Τους επιβλήθηκε ποινή προστίμου και εξεδόθη διάταγμα κατεδάφισης των επεκτάσεων στην πρόσοψη καταστήματος, ήτοι ξύλινων και μεταλλικών κατασκευών, στις οποίες τοποθετήθηκαν αλουμίνια και τζαμαρίες. Η διαδικασία προωθήθηκε με ιδιωτική υπόθεση την οποία καταχώρησαν  οι εφεσίβλητοι ως ιδιοκτήτες του ακινήτου  στο οποίο έγιναν οι παράνομες ανεγέρσεις.

Με την έφεση οι εφεσείοντες στράφηκαν εναντίον της καταδίκης  όσο και του εκδοθέντος διατάγματος και υποστήριξαν μεταξύ άλλων ότι:

α) Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε τη θέση του Διευθυντή της παραπονούμενης εταιρείας ότι είχε εξουσιοδότηση από όλους τους συνιδιοκτήτες  για την καταχώρηση της Ιδιωτικής Ποινικής υπόθεσης.

β) Εσφαλμένα  δεν έλαβε υπόψη του ότι υπήρχε άλλη  διαδικασία υπό της παραπονούμενης και  των συνιδιοκτητών εναντίον των κατηγορουμένων  προγενέστερη της παρούσας υπόθεσης.

γ)  Η ιδιωτική δίωξη οδηγούσε  σε κατάχρηση  διαδικασίας  επειδή  καταχωρήθηκε μετά την καταχώριση της Αγωγής γεγονός που δικαιολογούσε  και  την  ακύρωση του διατάγματος κατεδάφισης.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Από τη στιγμή που η ζητηθείσα εξουσιοδότηση από τους συνιδιοκτήτες παρουσιάστηκε στο συνήγορο των εφεσειόντων, χωρίς αυτός να ζητήσει την κατάθεσή της στο Δικαστήριο, για να καταδείξει ότι δεν υπήρχε, δικαιολογούσε απόλυτα το συμπέρασμα για την ύπαρξή της.

2.  Το γεγονός και μόνο ότι εκκρεμούσε η αγωγή, της οποίας κύρια θεραπεία  ήταν όχι η κατεδάφιση αλλά οι αποζημιώσεις και η έκδοση διατάγματος να παύσουν οι εφεσείοντες 1 να χρησιμοποιούν τις παράνομες μετατροπές, δεν ενέτασσε την υπόθεση στα πλαίσια των καταχρηστικών διαδικασιών. Η καταχώριση της ιδιωτικής δίωξης από τους εφεσίβλητους δεν είχε άλλο σκοπό από την αποκατάσταση της νομιμότητας, η οποία διαταράχτηκε, όχι με δικές τους ενέργειες. Έναντι, όμως, του νόμου θεωρούνταν και οι ίδιοι υπεύθυνοι, γι' αυτό και επεδίωξαν την άρση της παρανομίας.

3.  Σε σχέση με το διάταγμα κατεδάφισης των παράνομων κατασκευών, το οποίο οι εφεσείοντες εισηγήθηκαν ότι δεν έπρεπε να εκδοθεί, τα γεγονότα της υπόθεσης  ήταν εντελώς διαφορετικά από τα γεγονότα απόφασης που επικαλέστηκαν οι εφεσείοντες. Στην παρούσα περίπτωση, δεν προέκυπτε να είχαν οι εφεσίβλητοι οποιαδήποτε ανάμειξη στις παράνομες προσθήκες - αυτές έγιναν πολύ πριν οι ίδιοι γίνουν ιδιοκτήτες - αντίθετα, ενδιαφέρθηκαν, μετά που έγιναν ιδιοκτήτες, να αποκαταστήσουν τη νομιμότητα.

Η έφεση τόσο εναντίον της καταδίκης όσο και εναντίον της ποινής απορρίφθηκε.

Παρατήρηση Εφετείου:

«Η μέριμνα για την τήρηση των προνοιών του Κεφ. 96 στην περιοχή όπου έγιναν οι παράνομες επεμβάσεις ανήκει, πρώτιστα, στο Δήμο Αγίας Νάπας και δεν είναι κατανοητό να αναμένει να επιτελέσουν το καθήκον του για άρση της παρανομίας άλλοι και ο ίδιος να έρχεται ως μάρτυρας, επιβεβαιωτής της παρανομίας».

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Α. & P. Kkaras Estates Ltd v. A. & Α. Topharos Catering Ltd κ.ά. (Αρ. 1) (2002) 2 A.A.Δ. 400,

Neratzia Hotel Apts Ltd v. Christoforou & Avraam Ltd κ.ά. (2004) 2 Α.Α.Δ. 234,

Hogg v. Παπαδοπούλου (1992) 2 Α.Α.Δ. 36,

Ttofinis v. Theocharides (1983) 2 C.L.R. 363,

Γιάλλουρου κ.ά. ν. Οδοντοτεχνικού Εργαστηρίου Γ. Α. Βαριάνος Λτδ κ.ά. (2007) 2 Α.Α.Δ. 151,

Δ/ντής των Φυλακών ν. Περρέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217,

Χαραλαμπίδης ν. Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 522,

Στυλιανού ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 646,

Beogradska D.D. (1996) 1 Α.Α.Δ. 911.

Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Γεωργίου-Αντωνίου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 5284/07), ημερομηνίας 7/7/09.

Ν. Ανδρέου, για τους Εφεσείοντες.

Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Μετά από ακροαματική διαδικασία στα πλαίσια της Ποινικής Υπόθεσης Αρ. 5284/07, την οποία καταχώρισαν οι εφεσίβλητοι εναντίον των εφεσειόντων - κατηγορουμένων, το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου έκρινε τους τελευταίους ένοχους σε κατηγορίες κατά παράβαση του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, (όπως έχει τροποποιηθεί), («Κεφ. 96»). Συγκεκριμένα, έκρινε ενόχους: τους εφεσείοντες Αρ. 1 για μετατροπή και προσθήκη οικοδομής χωρίς άδεια από την αρμόδια αρχή, κατά παράβαση των Άρθρων 2, 3(1)(β) και (στ) και 20(1)(α) του Κεφ. 96 - (κατηγορία 1) - και τους εφεσείοντες Αρ. 2 και 3 για συνδρομή σε μετατροπή οικοδομής χωρίς άδεια από την αρμόδια αρχή, κατά παράβαση των Άρθρων 20 και 29 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, όπως έχει τροποποιηθεί, και των Άρθρων 2, 3(1)(β) και (στ) και 20(1)(α) του Κεφ. 96 - (κατηγορία 2). Στους εφεσείοντες επιβλήθηκαν οι εξής ποινές:-

Πρώτη κατηγορία: Χρηματική ποινή €350,00.

Δεύτερη κατηγορία: Χρηματική ποινή €150,00 σε κάθε ένα από τους εφεσείοντες.

Εκδόθηκε, επίσης, διάταγμα κατεδάφισης των επεκτάσεων στην πρόσοψη του καταστήματος, δηλαδή των ξύλινων και μεταλλικών κατασκευών, στις οποίες τοποθετήθηκαν αλουμίνια και τζαμαρίες.   

Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα τόσο της καταδίκης όσο και του εκδοθέντος διατάγματος, με δύο λόγους έφεσης, τους οποίους θα εξετάσουμε, αφού πρώτα αναφερθούμε σε συντομία στα γεγονότα, τα οποία, στην ουσία, δεν αμφισβητήθηκαν.

Οι εφεσίβλητοι είναι συνιδιοκτήτες ακινήτου, στη Λεωφόρο Νησί 4, στην Αγία Νάπα, το οποίο αποτελείται από έξι καταστήματα, 95 διαμερίσματα, γραφεία και δισκοθήκη. Για το εν λόγω ακίνητο υπάρχει άδεια οικοδομής. Το 1994, το κατάστημα στο οποίο έγιναν οι παράνομες μετατροπές ενοικιάστηκε, δυνάμει ενοικιαστηρίου εγγράφου, από τους τότε ιδιοκτήτες - εταιρεία "Andromachi" - στους εφεσείοντες, στην κατοχή των οποίων και βρίσκεται. Αργότερα, η ιδιοκτησία του ακινήτου περιήλθε στους εφεσίβλητους και σε άλλα τρία πρόσωπα. Οι μετατροπές - προσθήκες, οι οποίες συνίστανται σε διάφορες ξύλινες και μεταλλικές κατασκευές, δηλαδή τζαμαρίες, έγιναν χωρίς την άδεια των ιδιοκτητών και χωρίς να υπάρχει γι' αυτές σχετική άδεια. Το κατάστημα αξιοποιείται από τους εφεσείοντες ως υπεραγορά και κατάστημα πώλησης τουριστικών ειδών. Σ' αυτό είχαν γίνει και προηγουμένως παράνομες επεκτάσεις, για τις οποίες, το 1996, λήφθηκαν από το Δήμο Αγίας Νάπας δικαστικά μέτρα - Ποινική Υπόθεση Αρ. 4955/96 - εναντίον του εφεσείοντα Αρ. 3, ο οποίος, μετά από αίτηση για παρακοή διατάγματος που είχε εκδοθεί εναντίον του, συμμορφώθηκε και τις κατεδάφισε. O Δήμος Αγίας Νάπας, για τις επίδικες επεκτάσεις, γνώριζε από το 2003, χωρίς, όμως, να προχωρήσει στη λήψη δικαστικών μέτρων. Περιορίστηκε το 2003 στην ετοιμασία Έκθεσης Πταίσματος και αργότερα, το 2006, στην αποστολή στους εμπλεκόμενους - (εφεσείοντες - εφεσίβλητους) - επιστολής προς συμμόρφωση. Οι εφεσίβλητοι, το 2006, καταχώρισαν εναντίον των εφεσειόντων Αρ. 1 την Αγωγή Αρ. 65/06, Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, η οποία διευθετήθηκε και αποσύρθηκε και, στη συνέχεια, την Αγωγή Αρ. 333/06, Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, με την οποία αξίωναν αποζημιώσεις και διατάγματα όπως οι εφεσείοντες Αρ. 1 παύσουν να χρησιμοποιούν και κατεδαφίσουν τις παράνομες επεκτάσεις.  Αίτησή τους, στα πλαίσια της εν λόγω αγωγής, για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, ως πιο πάνω, απορρίφθηκε από το Δικαστήριο.

Ήταν η θέση των εφεσειόντων, πρωτοδίκως, ότι η ποινική δίωξη ήταν καταχρηστική και έγινε για αλλότριους σκοπούς, για να αναγκαστούν αυτοί να καταβάλουν μεγαλύτερο ενοίκιο, αφού η επιτευχθείσα συμφωνία, στα πλαίσια της Αγωγής Αρ. 65/06, με την οποία συμφωνήθηκε ο τρόπος καθορισμού του ενοικίου - Τεκμήριο 16 - δεν ικανοποιούσε τους εφεσίβλητους. Επίσης, υπήρχε, ήδη, εναντίον τους καταχωρημένη η Αγωγή Αρ. 333/06, η οποία εκκρεμούσε για το ίδιο ακίνητο και με τις ίδιες θεραπείες. Περαιτέρω, ισχυρίστηκαν ότι η ποινική υπόθεση έπρεπε να απορριφθεί, αφού αυτή δεν είχε προωθηθεί από όλους τους συνιδιοκτήτες.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στη βάση της μαρτυρίας και των παραδεκτών γεγονότων που κατατέθηκαν, αφού διαπίστωσε ότι οι προσθήκες αποτελούσαν οικοδομή και ότι η καταχώριση της ποινικής υπόθεσης έγινε με εξουσιοδότηση και των υπολοίπων συνιδιοκτητών, απέρριψε τον ισχυρισμό των εφεσειόντων ότι τα κίνητρα των εφεσιβλήτων ήταν η εξασφάλιση μεγαλύτερου ενοικίου.  Καθοδηγούμενο από την A. & P. Kkaras Estates Ltd v. A. & Α. Topharos Catering Ltd κ.ά. (Αρ. 1) (2002) 2 A.A.Δ. 400, όπου αποφασίστηκε ότι τα εσώτερα ελατήρια των κατηγόρων δεν έχουν αποφασιστική σημασία, έκρινε τους εφεσείοντες ένοχους. Εισήγηση του συνηγόρου των εφεσειόντων για τη μη έκδοση διατάγματος κατεδάφισης, κατ' εφαρμογή της Neratzia Hotel Apts Ltd v. Christoforou & Avraam Ltd κ.ά. (2004) 2 Α.Α.Δ. 234, απορρίφθηκε ως εξής:-

«Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Κατηγορούμενων με αναφορά στο σκεπτικό της υπόθεσης Nerantzia Hotel Apts v Christoforou & Avraam (ανωτέρω) κάλεσε το Δικαστήριο να μην επιβάλει ποινή λόγω του ότι το κίνητρο των Παραπονούμενων είναι η αύξηση ενοικίου. Με όλο τον σεβασμό προς τον συνήγορο των Κατηγορούμενων θα διαφωνήσω με την εισήγηση του και θα υιοθετήσω τα όσα ανέφερα σχετικά με τον ισχυρισμό αυτό στην σελίδα 8 της απόφασής μου. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τα τεκμήρια που κατατέθηκαν από τον Κατηγορούμενο 2, συγκεκριμένα το Τεκμήριο 16, ο τρόπος καθορισμού του ενοικίου είχε καθορισθεί με κοινή συμφωνία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου που συνεδριάζει στην Λάρνακα. Δεν παρέχεται ευχέρεια σε καμία από τις δυο πλευρές να ενεργήσει κατά το δοκούν και κατά συνέπεια δεν ευσταθεί ο συγκεκριμένος ισχυρισμός. Οπόταν, τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης διαφοροποιούνται από αυτά της απόφασης Nerantzia Hotel Apts (ανωτέρω), για τους λόγους που ανέφερα και το σκεπτικό της δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην υπό κρίση υπόθεση.»

Προτού ασχοληθούμε με τους λόγους έφεσης, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι προκαλεί απορία και ερωτηματικά γιατί ο Δήμος Αγίας Νάπας, η Αρχή που, κατά κύριο λόγο, είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή του Κεφ. 96, ενώ γνώριζε από το 2003 για τις παρανομίες, δεν έλαβε μέτρα. Αρκέστηκε στην ετοιμασία Έκθεσης Πταίσματος, χωρίς, όμως, να την αξιοποιήσει μέχρι το 2006, που αποφάσισε να αποστείλει επιστολές στους εμπλεκόμενους, χωρίς, και πάλι, να προχωρήσει στη λήψη δικαστικών μέτρων, όπως έπραξε το 1996 εναντίον του εφεσείοντα Κωστάκη Μολέσκη. Η μέριμνα για την τήρηση των προνοιών του Κεφ. 96 στην περιοχή όπου έγιναν οι παράνομες επεμβάσεις ανήκει, πρώτιστα, στο Δήμο Αγίας Νάπας και δεν είναι κατανοητό να αναμένει να επιτελέσουν το καθήκον του για άρση της παρανομίας άλλοι και ο ίδιος να έρχεται ως μάρτυρας, επιβεβαιωτής της παρανομίας.

«ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ 1:

Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε τη θέση του κ. Νεοφύτου Διευθυντή της παραπονούμενης Εταιρείας ότι είχε εξουσιοδότηση από όλους τους Συνιδιοκτήτες στην καταχώρηση της Ιδιωτικής Ποινικής υπόθεσης.»

Υποστήριξαν οι εφεσείοντες ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο διευθυντής των εφεσιβλήτων εξουσιοδοτήθηκε από τους υπόλοιπους συνιδιοκτήτες στην καταχώριση της υπόθεσης. Υπέβαλαν ότι ούτε στο κατηγορητήριο αναγράφονταν τα ονόματά τους, ούτε παρουσιάστηκε η σχετική εξουσιοδότηση, με αποτέλεσμα η διαπίστωση περί ύπαρξης συγκατάθεσης να είναι λανθασμένη. Περαιτέρω, ισχυρίστηκαν ότι συνιδιοκτήτης, από μόνος του, δεν έχει δικαίωμα να καταχωρίσει ιδιωτική ποινική υπόθεση για παραβίαση ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων και παρέπεμψαν, σχετικά, στη Hogg v. Παπαδοπούλου (1992) 2 Α.Α.Δ. 36.

Οι εφεσίβλητοι, σε σχέση με τα πιο πάνω, απαντούν, με αναφορά στα πρακτικά του δικαστηρίου, ότι ο διευθυντής τους - Μ.Κ.1 - αντεξεταζόμενος επί του θέματος της εξουσιοδότησης, ήταν κατηγορηματικός ότι αυτή υπήρχε. Η δίκη, μάλιστα, διεκόπη, μετά από αίτημα του συνηγόρου των εφεσειόντων, για να την παρουσιάσει ο μάρτυρας. Κατά την επόμενη δικάσιμο, αυτή παρουσιάστηκε στο συνήγορο, ο οποίος, όμως, αφού την εξέτασε, δε ζήτησε την παρουσίασή της, γεγονός που οδηγεί στην αποδοχή της ύπαρξής της.

Έχουμε εξετάσει τα σημεία των πρακτικών, στα οποία ο συνήγορος των εφεσιβλήτων μας παρέπεμψε και, σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, θεωρούμε ότι το ζήτημα της αμφισβήτησης της εξουσιοδότησης, όπως αυτό διαμορφώθηκε κατά τη δίκη, δεν ετίθετο, πλέον. Από τη στιγμή που η ζητηθείσα εξουσιοδότηση παρουσιάστηκε στο συνήγορο των εφεσειόντων, χωρίς αυτός να ζητήσει την κατάθεσή της στο Δικαστήριο, για να καταδείξει ότι δεν υπήρχε, δικαιολογεί απόλυτα το συμπέρασμα για την ύπαρξής της, όπως, άλλωστε, ήταν η θέση του Μ.Κ.1.

Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος του ισχυρισμού των εφεσειόντων - ότι συνιδιοκτήτης, από μόνος του, δε δικαιούται να καταχωρίσει ιδιωτική ποινική υπόθεση για παραβίαση ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, λόγω παράνομης επέκτασης οικοδομής - διαπιστώνουμε ότι τέτοιο θέμα ούτε συζητήθηκε πρωτόδικα, ούτε ηγέρθηκε με τους λόγους έφεσης, ώστε να δικαιολογείται η εξέτασή του.

«ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ 2:

Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ότι υπήρχε άλλη διαδικασία υπό της Παραπονούμενης και Συνιδιοκτητών εναντίον των Κατηγορουμένων η υπόθεση 333/06 Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, προγενέστερη της παρούσας υπόθεσης.»

Διατείνονται οι εφεσείοντες ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, καίτοι εκκρεμούσε παράλληλη διαδικασία από τους εφεσίβλητους και τους λοιπούς συνιδιοκτήτες εναντίον των εφεσειόντων Αρ. 1 - Αγωγή Αρ. 333/06, Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου - με την οποία επιδιώκονταν ταυτόσημες θεραπείες, δεν έλαβε αυτό υπόψη του και ούτε το σχολίασε. Η ιδιωτική δίωξη, υπέβαλαν, καταχωρήθηκε μετά την καταχώριση της Αγωγής 333/06, γεγονός που οδηγεί σε κατάχρηση διαδικασίας και δικαιολογεί, κατ' εφαρμογή των αποφασισθέντων στη Neratzia Hotel Apts Ltd v. Christoforou & Avraam Ltd κ.ά., (πιο πάνω), την ακύρωση του διατάγματος κατεδάφισης.

Προκύπτει, από το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης, ότι το Δικαστήριο εξέτασε τα δύο ζητήματα - κατάχρηση διαδικασίας και δίωξη για αλλότριους σκοπούς - τα οποία έκρινε ότι έπρεπε να απαντηθούν στη βάση των ενώπιόν του τεθέντων και τα οποία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα, ταυτόχρονα, δίδοντας την εντύπωση ότι δεν ασχολήθηκε με το ένα από αυτά, δηλαδή εκείνο της ύπαρξης κατάχρησης της διαδικασίας.

Το δικαίωμα φυσικού ή νομικού προσώπου να προχωρεί σε ποινική ιδιωτική υπόθεση εναντίον άλλου προσώπου, όταν οι διωκτικές αρχές της Δημοκρατίας δεν αναλαμβάνουν τέτοια διαδικασία, αναγνωρίστηκε στην Ttofinis v. Theocharides (1983) 2 C.L.R. 363. Τα δικαστήρια, όμως, σύμφωνα με τη Γιάλλουρου κ.ά. ν. Οδοντοτεχνικού Εργαστηρίου Γ. Α. Βαριάνος Λτδ κ.ά. (2007) 2 Α.Α.Δ. 151, δεν επιθυμούν τη χρήση αυτού του δικαιώματος, ιδιαίτερα, όταν, μέσω της ποινικής δίωξης, επιδιώκεται η προώθηση αστικού δικαιώματος, το οποίο, λόγω, ακριβώς, της φύσης του, δεν είναι ορθό να γίνεται αντικείμενο ποινικής δίωξης. Κάθε υπόθεση, βέβαια, εξετάζεται υπό το φως των δικών της πραγματικών περιστατικών - (βλ. Archbold, Criminal Pleading, Evidence & Practice, έκδοση 1995, παράγραφοι 4-44(b) σελ. 1/439).

Η νομολογία μας έχει αναγνωρίσει ότι κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας συνιστά η έγερση ή η προώθηση περισσότερων της μιας δικαστικών διαδικασιών, προς το σκοπό επίτευξης στόχων που μπορούν να επιδιωχθούν με μια διαδικασία. Στη Δ/ντής των Φυλακών ν. Τζεννάρο Περρέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217, αναφέρθηκαν, μεταξύ άλλων, και τα εξής:- (σελ. 222)

«Η δικαιοδοσία για την παρεμπόδιση, περιστολή, απόρριψη ή αναστολή διαδικασίας που συνιστά κατάχρηση των δικαιοδοσιών του Δικαστηρίου, εκπηγάζει από την ίδια τη φύση της δικαστικής λειτουργίας που έχει ως λόγο το δίκαιο και μέσο τους μηχανισμούς που προάγουν την κατίσχυσή του. Γι' αυτό, η δικαιοδοσία για τη χρήση πρόσφορων μέσων για την παρεμπόδιση κατάχρησης των δικαιοδοσιών είναι σύμφυτη, ενυπάρχει σε κάθε Δικαστήριο, απόρροια της κυριαρχίας των Δικαστηρίων στους μηχανισμούς για την απονομή της δικαιοσύνης. Τα μέσα για την αποτροπή της κατάχρησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου δε συναρτούνται με οποιοδήποτε συγκεκριμένο διάταγμα ή διατάγματα· μπορεί να προσλάβουν οποιαδήποτε μορφή που επιβάλλει η ανάγκη στη συγκεκριμένη περίπτωση για την περιφρούρηση του σκοπού για τον οποίο παρέχονται οι δικαιοδοσίες του Δικαστηρίου.»

Γενικότερα για το ζήτημα βλ. Χαραλαμπίδης ν. Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 522 και Στυλιανού ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 646.

Το δικαστήριο, όταν τίθεται ζήτημα κατάχρησης δικαστικής διαδικασίας, πρέπει να βεβαιώνεται ότι η περίπτωση είναι ξεκάθαρα καταχρηστικής φύσης.  Εφόσον το διαπιστώσει, είτε απορρίπτει τη διαδικασία που θεωρεί καταχρηστική, είτε την αναστέλλει - (βλ. Beogradska D.D. (1996) 1 Α.Α.Δ. 911).

Έχοντας υπόψη τα γεγονότα της παρούσας, το μόνο το οποίο συνάγεται είναι ότι οι εφεσίβλητοι, όταν έγιναν ιδιοκτήτες του καταστήματος το 2005, άρχισαν τις προσπάθειες διασφάλισης των δικαιωμάτων τους, όπως οι ίδιοι τα αντιλαμβάνονταν, και αποκατάστασης της νομιμότητας. Επεδίωξαν, πρώτα, με την Αγωγή Αρ. 65/06 - καταχωρήθηκε 20/1/2006 - να ανακτήσουν το υποστατικό, λόγω παράβασης συμφωνίας, και απαίτησαν αποζημιώσεις, κατέληξαν, όμως, τελικά, στις 26/11/2007, αφού αποδέχτηκαν ότι οι εφεσείοντες Αρ. 1 είναι ενοικιαστές του υποστατικού, να διορίσουν δύο ανεξάρτητους εκτιμητές, έναν η κάθε πλευρά, προς το σκοπό καθορισμού του ενοικίου και η αγωγή αποσύρθηκε. Η ενέργειά τους αυτή δεν μπορεί, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, να συνδεθεί με την καταχώριση, μεταγενέστερα, της ποινικής δίωξης.  Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε, ουσιαστικά, με εξαναγκασμό των ιδιοκτητών ενός οικοδομήματος, από τη στιγμή που αυτοί συμφωνούν διαδικασία καθορισμού του ενοικίου του, να μη λαμβάνουν μέτρα για οτιδήποτε άλλο συμβαίνει σ' αυτό. Στην καταχώριση της Αγωγής Αρ. 333/06, οι εφεσίβλητοι φαίνεται ότι προχώρησαν, μετά που έλαβαν την επιστολή του Δήμου Αγίας Νάπας, με την οποία καλούνταν να απομακρύνουν τις παράνομες οικοδομές. Mε αυτήν, αξίωναν αποζημιώσεις και διάταγμα, με το οποίο να απαγορεύεται στους εφεσείοντες Αρ. 1 να διεξάγουν εργασίες εντός των παράνομων κατασκευών, όπως και διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται η κατεδάφισή τους. Στα πλαίσια της αγωγής αυτής, καταχώρισαν, στις 25/5/2006, αίτηση για προσωρινά διατάγματα, η οποία απορρίφθηκε, με την παρατήρηση του Δικαστηρίου ότι:  «Βεβαίως, η πιο πάνω κατάληξη μου δεν επηρεάζει το όποιο δικαίωμα των εναγόντων να καταχωρίσουν ιδιωτική ποινική υπόθεση στα πλαίσια της οποίας θα μπορούν να επιζητήσουν παρόμοια με την παρούσα αίτηση θεραπεία (βλ. Ttofinis v. Theocharides (1983) 2 C.L.R. 363).». Ακολούθως, οι εφεσίβλητοι καταχώρισαν την ιδιωτική δίωξη. Το γεγονός και μόνο ότι εκκρεμούσε η Αγωγή Αρ. 333/06, κύρια θεραπεία της οποίας ήταν όχι η κατεδάφιση αλλά οι αποζημιώσεις και η έκδοση διατάγματος να παύσουν οι εφεσείοντες Αρ. 1 να χρησιμοποιούν τις παράνομες μετατροπές, θεωρούμε ότι δεν εντάσσει την υπόθεση στα πλαίσια των καταχρηστικών διαδικασιών. Η καταχώριση της ιδιωτικής δίωξης από τους εφεσίβλητους δεν είχε άλλο σκοπό από την αποκατάσταση της νομιμότητας, η οποία διαταράχτηκε, όχι με δικές τους ενέργειες. Έναντι, όμως, του νόμου θεωρούνταν και οι ίδιοι υπεύθυνοι, γι' αυτό και επεδίωξαν την άρση της παρανομίας.

Σε σχέση με το διάταγμα κατεδάφισης των παράνομων κατασκευών, το οποίο ο συνήγορος των εφεσειόντων, επικαλούμενος τη Neratzia Hotel Apts Ltd v. Christoforou & Avraam Ltd κ.ά., εισηγείται ότι δεν έπρεπε να εκδοθεί, σημειώνουμε ότι τα γεγονότα της υπόθεσης εκείνης ήταν εντελώς διαφορετικά. Εκεί, οι παράνομες μετατροπές είχαν γίνει από τους ιδιοκτήτες, οι οποίοι, στη συνέχεια, μίσθωσαν το ακίνητο στους κατηγορούμενους, εισέπρατταν ενοίκια και, μεταγενέστερα, καταχώρισαν αίτηση για έξωσή τους και ιδιωτική ποινική για αδικήματα κατά παράβαση του Κεφ. 96, σε μια προσπάθεια εξαναγκασμού τους όπως παραδώσουν το υποστατικό. Στην παρούσα περίπτωση, οι εφεσίβλητοι δεν προκύπτει να είχαν οποιαδήποτε ανάμειξη στις παράνομες προσθήκες - αυτές έγιναν πολύ πριν οι ίδιοι γίνουν ιδιοκτήτες - αντίθετα, ενδιαφέρθηκαν, μετά που έγιναν ιδιοκτήτες, να αποκαταστήσουν τη νομιμότητα.

Η έφεση τόσο εναντίον της καταδίκης όσο και εναντίον της ποινής απορρίπτεται.

Η έφεση τόσο εναντίον της καταδίκης όσο και εναντίον της ποινής απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο