ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2010) 2 ΑΑΔ 200

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                (Ποινική Έφεση Αρ. 91/2009)

 

21 Απριλίου, 2010

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

                                               

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ,

                                                          Εφεσείοντας,

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

                                                          Εφεσίβλητης.

 

 

Χρ. Χριστοφόρου, για τον Εφεσείοντα.

Α. Κάρνου (κα), για την Εφεσίβλητη.

 

Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Ερωτοκρίτου.

___________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ιδιοκτήτης επιχείρησης με την επωνυμία «Gossip Snack Bar», το οποίο βρισκόταν στο συγκρότημα Galatex στην τουριστική περιοχή της Λεμεσού.  Κατηγορήθηκε για χρήση μεγαφώνων κατά παράβαση των όρων της άδειας του, δυνάμει του άρθρου 187(1)(α) και (2) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε.  Ο όρος 3 της άδειας του, προέβλεπε ότι η μουσική θα μεταδίδεται στον κλειστό χώρο του υποστατικού.  Επίσης ο όρος 5 προέβλεπε ότι οι μεγαφωνικές συσκευές θα χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τη μετάδοση μουσικής στη χαμηλότερη δυνατή ένταση, ώστε ο ήχος να περιορίζεται στο χώρο του κέντρου μόνο.  Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος, στις 28.6.2008, παρέβηκε τους όρους της άδειας που του είχε παραχωρηθεί, μεταδίδοντας μουσική μέσω μεγαφώνων με τέτοιο τρόπο, ώστε αυτή να ακούεται σε δημόσιο χώρο εκτός του υποστατικού.

 

Η θέση της υπεράσπισης, ήταν ότι η μουσική κατά την ώρα της καταγγελίας δεν ακουγόταν έξω από το υποστατικό και εν πάση περιπτώσει δεν ακουγόταν σε δημόσιο χώρο.  Περαιτέρω, υποστηρίχθηκε ότι η ίδια η αστυνομία διέταξε να τοποθετηθούν εξαρτήματα («κόφτες»), στα μηχανήματα μετάδοσης μουσικής που βρίσκονταν στο υποστατικό, ώστε να περιορίζεται η μουσική εντός του κέντρου.

 

Για την κατηγορούσα αρχή κατέθεσε ο Αστυφ. 145 Μ. Αντωνίου, ο οποίος ανέφερε ότι λίγο μετά τα μεσάνυκτα στις 28.6.08, μετέβη στο υποστατικό του Εφεσείοντος και διαπίστωσε ότι η μουσική που μεταδιδόταν, ακουγόταν εκτός του υποστατικού, γεγονός που παραβίαζε τους όρους της άδειας μετάδοσης ήχου εντός του κέντρου του Εφεσείοντος. 

 

Ο Εφεσείων, μετά που κλήθηκε σε απολογία, προέβη σε σύντομη ανώμοτη δήλωση και κάλεσε για την υπεράσπιση του τον Ν. Χαραλάμπους, Διευθυντή της εταιρείας Oscar Electronics, ο οποίος μετά από συνεννόηση με την αστυνομία, είχε τοποθετήσει τα εξαρτήματα («κόφτες») για περιορισμό της έντασης της μουσικής.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε τόσο τον Μ.Κ.1 όσο και τον Μ.Υ.1, ως αξιόπιστους μάρτυρες και αποδέχθηκε τη μαρτυρία τους.  Στη συνέχεια, βρήκε ότι κατά τον επίδικο χρόνο η μουσική που μεταδιδόταν από το κέντρο του Εφεσείοντος, ακουγόταν έξω από το υποστατικό, μέχρι και την οδό Γεωργίου Α΄, που συνορεύει με την είσοδο του συγκροτήματος Galatex.  Επίσης, το δικαστήριο κατέληξε ότι οι «κόφτες» στα μηχανήματα, δεν τοποθετήθηκαν για να εμποδίσουν τη μουσική να ακούγεται εκτός του υποστατικού.  Αντίθετα, σκοπός ήταν να περιορίσουν την ένταση της μουσικής σε συγκεκριμένα ντεσιμπέλ.  Από τη μαρτυρία του Μ.Υ.1 δεν προέκυπτε, σύμφωνα με τα ευρήματα του δικαστηρίου, ότι η τοποθέτηση των συγκεκριμένων μηχανημάτων απέτρεπε ή εμπόδιζε τη μουσική από του να ακούγεται εκτός υποστατικού.  Ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων του, το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι η κατηγορούσα αρχή απέδειξε την υπόθεση της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και βρήκε τον Εφεσείοντα ένοχο, επιβάλλοντας του πρόστιμο €600.

 

Ο Εφεσείων, με δύο λόγους έφεσης, προσβάλλει την καταδίκη του.  Με τον πρώτο, προβάλλει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα αποδέχθηκε τη μαρτυρία του Μ.Κ.1, Αστυφ. 145, Μ. Αντωνίου και παραπονείται ότι εσφαλμένα τον έκρινε αξιόπιστο.  Με τον δεύτερο λόγο έφεσης, προβάλλει ότι από τη στιγμή που αποδέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του Μ.Υ.1, Ν. Χαραλάμπους, εσφαλμένα και χωρίς αιτιολογία έκρινε τον Εφεσείοντα ένοχο.

 

Σύμφωνα με τις καλά καθιερωμένες αρχές της νομολογίας μας, το Εφετείο επεμβαίνει στην εκτίμηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων, μόνο σε ακραίες περιπτώσεις στις οποίες η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου εμφανίζεται αυθαίρετη ή δεν είναι εύλογα επιτρεπτή ή έχοντας υπόψη το σύνολο της μαρτυρίας, είναι εμφανώς λανθασμένη (βλ. Φράγκος ν. Χουβαρτά (1992) 1 ΑΑΔ 39).

 

Αναφορικά με τον Μ.Κ.1, ο ευπαίδευτος δικηγόρος για τον Εφεσείοντα, εισηγήθηκε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο αγνόησε σοβαρές αντιφάσεις που προέκυψαν ως αποτέλεσμα της αντεξέτασης του μάρτυρα, οι οποίες σαφώς καταδεικνύουν την αναξιοπιστία και ανειλικρίνεια του.  Εξετάσαμε τις κατ' ισχυρισμό αντιφάσεις στις οποίες μας παρέπεμψε ο κ. Χριστοφόρου, σε σχέση με το αν ο Μ.Κ.1 όντως είδε το σύστημα μετάδοσης της μουσικής στο υποστατικό του Εφεσείοντος, με το ότι δεν γνώριζε αν υπήρξε καταγγελία άλλου γειτονικού υποστατικού που επίσης μετέδιδε δυνατή μουσική, με το ότι δεν γνώριζε αν η μουσική που μεταδιδόταν ήταν ηχογραφημένη ή όχι κ.α..  Όμως, καθόλου δεν συμφωνούμε ότι αποτελούν αντιφάσεις.  Ακόμη και αν στα ζητήματα που έκαμε αναφορά ο δικηγόρος του Εφεσείοντος, τα όσα κατάθεσε ο μάρτυρας θεωρούνταν αντιφάσεις, αυτές με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν σοβαρές ή ουσιώδεις ώστε να επηρεάσουν την αξιοπιστία του μάρτυρα.

 

Αναφορικά με τον Μ.Υ.1 ο οποίος κατέθεσε σε σχέση με τα μηχανήματα για περιορισμό της έντασης του ήχου, το παράπονο του Εφεσείοντος είναι ότι από τη στιγμή που το πρωτόδικο δικαστήριο δέχθηκε τη μαρτυρία του, θα έπρεπε να είχε καταλήξει ότι ο Εφεσείων συμμορφώθηκε με τις υποδείξεις των αρχών σε σχέση με την ένταση της μουσικής και να απορρίψει την μαρτυρία του Μ.Κ.1 ότι η μουσική ακουγόταν εκτός του υποστατικού του Εφεσείοντος.

 

Δεν συμφωνούμε.  Εκείνο που προκύπτει από την ολότητα της μαρτυρίας του Μ.Υ.1, είναι ότι «οι κόφτες» τοποθετήθηκαν στα ηχεία όλων των υποστατικών της περιοχής, για να περιορίσουν την ένταση του ήχου όχι για να μην ακούγεται η μουσική έξω από τα υποστατικά, αλλά για να αποφευχθεί πρόβλημα παρεμβολής των τραγουδιών που μεταδίδονταν ταυτόχρονα από τα εν λόγω υποστατικά, κάτι το οποίο προκαλούσε συχνές προστριβές μεταξύ των ιδιοκτητών γειτονικών υποστατικών.

 

Κατά την άποψή μας, το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε ορθά τη μαρτυρία του Μ.Υ.1 και άντλησε από αυτήν εύλογα συμπεράσματα.

 

Έχοντας υπόψη όλα τα στοιχεία μαρτυρίας που τέθηκαν ενώπιον μας, δεν έχουμε πεισθεί ότι στην προκειμένη περίπτωση υπάρχουν περιθώρια επέμβασης μας.  Τα ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι εύλογα και στην απόφαση του το δικαστήριο επεξηγεί ικανοποιητικά τους λόγους για την κρίση του.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, η έφεση δεν ευσταθεί.  Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε ενώπιον του αξιόπιστη μαρτυρία ότι η μουσική που μεταδιδόταν από τον Εφεσείοντα ακουγόταν σε δημόσιο χώρο, κάτι που απαγορευόταν από τους όρους της άδειας του.  Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά κατέληξε ότι η κατηγορούσα αρχή απέδειξε την υπόθεση της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και ορθά έκρινε τον Εφεσείοντα ένοχο.

 

Η έφεση απορρίπτεται. 

 

     

 Δ.                                                    

 

 

Δ.                                                     

 

 

  Δ.

/ΕΠς 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο