ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 2 ΑΑΔ 367
19 Ιουνίου, 2009
[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΡΕΝΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Ποινική Έφεση Aρ. 87/2008)
Απόδειξη ― Περιστατική μαρτυρία ― Μαρτυρία γενετικού υλικού ― Εσφαλμένη προσέγγιση Κακουργιοδικείου, οδήγησε σε αθωωτική απόφαση ― Ανατροπή πρωτόδικης απόφασης κατ' έφεση.
Η έφεση αυτή στρέφεται εναντίον της αθωωτικής απόφασης του Κακουργιοδικείου σε υπόθεση κατοχής εκρηκτικών υλών και απόπειρας καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες. Οι κατηγορίες συναρτώντο προς ανευρεθέντα πάνω σε αυτοκίνητο αυτοσχέδιο μηχανισμό τύπου υδροσωλήνα ο οποίος περιείχε την εν λόγω εκρηκτική ύλη (630 γραμμάρια πυρίτιδας) και ο οποίος, αν και πυροδοτηθείς, δεν εξερράγη λόγω ατελούς καύσης του μέσου πυροδότησης.
Η έφεση αφορά αποκλειστικά την ίδια τη λογική της κατάληξης του Κακουργιοδικείου επί των ευρημάτων του, με το ερώτημα να διαμορφώνεται στο κατά πόσο ένα λογικό δικαστήριο θα μπορούσε να κατέληγε σε αθώωση λόγω αμφιβολιών ή κατά πόσο το συμπέρασμα ενοχής ήταν το μόνο λογικό συμπέρασμα επί της μαρτυρίας.
Αναφορικά με την κατηγορία της απόπειρας καταστροφής περιουσίας, το Ανώτατο Δικαστήριο σημείωσε ότι η ταύτιση του γενετικού υλικού του εφεσίβλητου με το γενετικό υλικό που ανευρέθη στην εσωτερική επιφάνεια της αυτοκόλλητης ταινίας, η οποία οδήγησε το Κακουργιοδικείο στο εύρημα ότι ο εφεσίβλητος ήταν ο κατασκευαστής του πυροδοτικού μέσου, δεν θα μπορούσε να στηρίξει με βεβαιότητα την κατηγορία αυτή. Επίσης (α) υπάρχει παντελής έλλειψη μαρτυρίας ως προς το ποίο ήταν το πρόσωπο που τοποθέτησε τον εκρηκτικό μηχανισμό πάνω στο αυτοκίνητο και τον πυροδότησε, την οποία μαρτυρία δεν μπορούσε να αναπληρώσει η περιστατική μαρτυρία για το γενετικό υλικό, (β) δεν υπάρχει μαρτυρία για κίνητρο και (γ) δεν διερευνήθηκε το άλλοθι του εφεσίβλητου ως προς το πού ήταν κατά το χρόνο που ο εκρηκτικός μηχανισμός τοποθετήθηκε πάνω στο αυτοκίνητο και πυροδοτήθηκε. Έπεται ότι η αθωωτική απόφαση του Κακουργιοδικείου επικυρώνεται σε σχέση με την κατηγορία αυτή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο εξέτασε στη συνέχεια την έφεση μόνο ως προς την κατηγορία της κατοχής εκρηκτικής ύλης, και αποφάνθηκε ότι:
1. Ο διαχωρισμός τον οποίο έκανε το Κακουργιοδικείο μεταξύ του κυρίως κορμού του εκρηκτικού μηχανισμού και του πυροδοτικού μέσου, το οποίο και μόνο συνέδεσε με τον εφεσίβλητο, δεν συνάδει με την κοινή λογική. Η μαρτυρία του γενετικού υλικού που συνέδεε τον εφεσίβλητο με το πυροδοτικό μέσο του μηχανισμού ως τον κατασκευαστή του, θα μπορούσε να τον συνδέσει και με την κατασκευή του όλου εκρηκτικού μηχανισμού, λόγω της απαραίτητης σύνδεσης και λειτουργίας μεταξύ τους. Ιδιαιτέρως ελλείψει οποιασδήποτε μαρτυρίας ενώπιον του Κακουργιοδικείου που να δικαιολογούσε το διαχωρισμό μεταξύ πυροδοτικού μέσου και εκρηκτικού μηχανισμού ως προς τον κατασκευαστή, εφ' όσον δεν ήταν τέτοια η εκδοχή του εφεσίβλητου. Η πτυχή της αδιαμφισβήτητης μαρτυρίας, ότι ο εφεσίβλητος δήλωσε στο μάρτυρα κατηγορίας 1 ότι γνώριζε τους ενόχους, έστω και αν δεν τους αποκάλυψε στη συνέχεια, τον συνέδεε ευρύτερα με την όλη υπόθεση, με αποτέλεσμα να αναιρείτο η εκ μέρους του παντελής αποσύνδεσή του με τον εκρηκτικό μηχανισμό στο σύνολό του.
2. Δεν έχει τεθεί ενώπιον του Εφετείου οποιοδήποτε νέο επιχείρημα ή αναφορά σε μαρτυρία που να δικαιολογεί την ανατροπή της απόφασης του Κακουργιοδικείου είτε ως προς το νόμιμο της λήψης της μαρτυρίας σε σχέση με το γενετικό υλικό που βρέθηκε στο τσιγάρο που είχε καπνίσει ο εφεσίβλητος, είτε ως προς το μη αποκλεισμό της στα πλαίσια της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Κακουργιοδικείου.
Η έφεση επιτράπηκε. Ο εφεσίβλητος καταδικάστηκε επί της κατηγορίας της
κατοχής εκρηκτικών υλών.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Parris v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 186.
Έφεση εναντίον Aθωωτικής Aπόφασης.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Kακουργιοδικείου Λεμεσού (Πασχαλίδης, Π.E.Δ., Σωκράτους, A.E.Δ., Mάρκου, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 7/07), ημερομηνίας 8/4/08.
Ο. Σοφοκλέους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Χειμώνας, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ: Ο Εφεσίβλητος αντιμετώπισε ενώπιον του Κακουργιοδικείου δύο κατηγορίες, εκείνη της κατοχής εκρηκτικών υλών και εκείνη της απόπειρας καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες. Οι κατηγορίες συναρτώντo προς ανευρεθέντα πάνω σε αυτοκίνητο αυτοσχέδιο μηχανισμό τύπου υδροσωλήνα ο οποίος περιείχε την εν λόγω εκρηκτική ύλη (630 γραμμάρια πυρίτιδας) και ο οποίος, αν και πυροδοτηθείς, δεν εξερράγη λόγω ατελούς καύσης του μέσου πυροδότησης. Αυτό συνίστατο σε καλαμάκι, το οποίο επίσης περιείχε πανομοιότυπη πυρίτιδα, τοποθετημένο σε οπή στον υδροσωλήνα, στο εκτός του υδροσωλήνα άκρο του οποίου είχε στερεωθεί με αυτοκόλλητη ταινία τσιγάρο. Το εντός του υδροσωλήνα μέρος του καλαμακίου ήταν κλειστό στο άκρο του με παρόμοια αυτοκόλλητη ταινία. Ο Εφεσίβλητος συνδέθηκε με τον εκρηκτικό μηχανισμό ως εκ της ανεύρεσης του γενετικού υλικού του στην εσωτερική επιφάνεια της αυτοκόλλητης ταινίας με την οποία είχε στερεωθεί το τσιγάρο όπως επίσης και στην εσωτερική επιφάνεια της αυτοκόλλητης ταινίας με την οποία είχε κλεισθεί το άκρο του καλαμακίου το οποίο ήταν εντός του υδροσωλήνα. Στον ίδιο τον υδροσωλήνα δεν εντοπίσθηκε γενετικό υλικό.
Κατά τη δίκη δεν αποκαλύφθηκε οποιοδήποτε κίνητρο του Εφεσίβλητου, την ίδια μέρα όμως που ανευρέθη ο εκρηκτικός μηχανισμός η αστυνομία είχε προφανώς υποψιασθεί τον Εφεσίβλητο αφού έκανε έρευνα στο σπίτι και στο αυτοκίνητό του χωρίς όμως να προκύψει οτιδήποτε το ενοχοποιητικό. Την ίδια μέρα ο Εφεσίβλητος έδωσε και κατάθεση με λεπτομερή αναφορά στις κινήσεις του την προηγούμενη μέρα και αρνούμενος οποιαδήποτε ανάμειξη του. Υπόγραψε μάλιστα και σχετικό έντυπο αποδεχόμενος να ληφθεί το γενετικό υλικό και τα δακτυλικά αποτυπώματά του, στη συνέχεια όμως αρνήθηκε να δώσει γενετικό υλικό. Δακτυλικά αποτυπώματα δεν ανευρέθησαν στον εκρηκτικό μηχανισμό, η δε σύνδεση του Εφεσίβλητου με το γενετικό υλικό που εντοπίσθηκε στον εκρηκτικό μηχανισμό έγινε δύο μήνες μετά μέσω τσιγάρου το οποίο ο Εφεσίβλητος κάπνισε κληθείς σε ανάκριση στην αστυνομία. Ένσταση στη δεκτότητα του εν λόγω γενετικού υλικού ως παρανόμως ληφθέντος απερρίφθη κατά τη δίκη, στην τελική του δε απόφαση το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι δεν υπήρχε μαρτυρία που να δικαιολογούσε διαφοροποίηση της κατάληξης του εκείνης.
Ο Εφεσίβλητος πρόβαλε άλλοθι στην κατάθεσή του, ισχυριζόμενος ότι μεταξύ του χρόνου που το αυτοκίνητο είχε σταθμεύσει (00.45) και του χρόνου που ανευρέθη ο εκρηκτικός μηχανισμός (06.55) ευρίσκετο στο σπίτι του και στην εργασία του. Ως προς το θέμα του γενετικού υλικού, ο Εφεσίβλητος έδωσε μαρτυρία ότι χρησιμοποιούσε αυτοκόλλητες ταινίες για την εργασία του ως εργολάβος οικοδομών, τις οποίες και άφηνε στους τόπους εργασίας του σε κιβώτιο στο οποίο οποιοσδήποτε μπορούσε να είχε πρόσβαση αφού δεν εφυλάττετο. Ενδεχομένως, άφησε να νοηθεί, να εκλάπη από το κιβώτιο του τέτοια αυτοκόλλητη ταινία που να είχε το γενετικό υλικό του. Το ενδεχόμενο αυτό απερρίφθη από το Κακουργιοδικείο το οποίο και κατέληξε σε εύρημα ότι το πρόσωπο που κατασκεύασε το μέσο πυροδότησης του εκρηκτικού μηχανισμού ήταν ο Εφεσίβλητος. Το Κακουργιοδικείο εν τούτοις αθώωσε τον Εφεσίβλητο, κρίνοντας ότι το εν λόγω εύρημα δεν οδηγούσε και σε συμπέρασμα ενοχής του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Κατά τον προβληματισμό του, το Κακουργιοδικείο υπέδειξε ότι επρόκειτο για υπόθεση περιστατικής μαρτυρίας, το μόνο στοιχείο της οποίας και ενοχοποιούσε τον Εφεσίβλητο ήταν το γενετικό υλικό του στο μέσο πυροδότησης. Παρατηρώντας ότι δεν είχε καταδειχθεί οποιοδήποτε κίνητρο, έθεσε έμφαση και στο ότι σε κανένα σημείο του υδροσωλήνα, που συνιστούσε τον κύριο κορμό του μηχανισμού, δεν εντοπίσθηκε γενετικό υλικό του Εφεσίβλητου, γεγονός που άφηνε ερωτηματικά ως προς το κατά πόσο ο Εφεσίβλητος ήταν, εκτός από κατασκευαστής του πυροδοτικού μέσου, και κατασκευαστής ή συναρμολογητής του όλου εκρηκτικού μηχανισμού και ως προς το κατά πόσο η πυρίτιδα που ήταν στον υδροσωλήνα είχε ποτέ περιέλθει στην κατοχή του. Προσθέτοντας σε αυτά την παρατήρηση ότι η αστυνομία δεν είχε διερευνήσει και έτσι ούτε αντικρούσει το άλλοθι που είχε προβάλει ο Εφεσίβλητος, το Κακουργιοδικείο κατέληξε στην προαναφερθείσα αθωωτική απόφασή του.
Εφεσιβάλλοντας την αθωωτική απόφαση, η Δημοκρατία εισηγείται ότι υπάρχει ανακολουθία μεταξύ του ευρήματος ότι ο Εφεσίβλητος ήταν ο κατασκευαστής του μέσου πυροδότησης και της αθώωσης. Κακώς, λέγει, το Κακουργιοδικείο διαχώρισε μεταξύ του «βασικού κορμού» του εκρηκτικού μηχανισμού και του «πυροδοτικού μέσου» του, παραγνωρίζοντας ότι επρόκειτο για ένα σύνολο το οποίο και αλληλοσυνδέετο. Υποδεικνύει, συναφώς, ότι παραγνωρίσθη το γεγονός ότι και μέσα στο ίδιο το καλαμάκι υπήρχε πυρίτιδα (1 γραμμάριο), σκοπός της οποίας ήταν προφανώς, μέσω της πυροδότησης της ίδιας από το τσιγάρο, η πυροδότηση της πυρίτιδας που υπήρχε στον υδροσωλήνα.
Σαφές είναι ότι η έφεση αφορά αποκλειστικά την ίδια τη λογική της κατάληξης του Κακουργιοδικείου επί των ευρημάτων του, με το ερώτημα να διαμορφώνεται στο κατά πόσο ένα λογικό δικαστήριο θα μπορούσε να κατέληγε σε αθώωση λόγω αμφιβολιών ή κατά πόσο το συμπέρασμα ενοχής ήταν το μόνο λογικό συμπέρασμα επί της μαρτυρίας. Θα πρέπει κατ' αρχάς να παρατηρήσουμε, ως προς την κατηγορία της απόπειρας καταστροφής περιουσίας, ότι η ταύτιση του γενετικού υλικού του Εφεσίβλητου με το γενετικό υλικό που ανευρέθη στην εσωτερική επιφάνεια της αυτοκόλλητης ταινίας, η οποία και οδήγησε το Κακουργιοδικείο στο εύρημα ότι ο Εφεσίβλητος ήταν ο κατασκευαστής του πυροδοτικού μέσου, δεν θα μπορούσε με βεβαιότητα να στηρίξει την κατηγορία αυτή. Και τούτο, και αν ακόμα ήταν ορθή η θέση της Δημοκρατίας ότι το πυροδοτικό μέσο δεν θα έπρεπε να διαχωρίζετο από το σύνολο του εκρηκτικού μηχανισμού, αφού η κατασκευή του από τον Εφεσίβλητο δεν θα εσήμαινε κατά λογική ανάγκη ότι αυτός ήταν και το πρόσωπο το οποίο τον τοποθέτησε πάνω στο αυτοκίνητο και τον πυροδότησε. Ως προς το ποίο ήταν το πρόσωπο εκείνο, υπάρχει παντελής έλλειψη μαρτυρίας, την οποία και δεν μπορούσε να αναπληρώσει η περιστατική μαρτυρία για το γενετικό υλικό. Τοσούτο μάλλον αφού, όπως διαπίστωσε το Κακουργιοδικείο, ούτε μαρτυρία για κίνητρο υπήρχε ούτε διερευνήθηκε το άλλοθι του Εφεσίβλητου ως προς το πού ήταν κατά το χρόνο που ο εκρηκτικός μηχανισμός τοποθετήθηκε πάνω στο αυτοκίνητο και πυροδοτήθηκε.
Θα εξετάσουμε λοιπόν στη συνέχεια την έφεση μόνο ως προς την κατηγορία της κατοχής εκρηκτικής ύλης. Είναι γεγονός ότι ο διαχωρισμός τον οποίο έκανε το Κακουργιοδικείο μεταξύ του κυρίως κορμού του εκρηκτικού μηχανισμού και του πυροδοτικού μέσου, το οποίο και μόνο συνέδεσε με τον Εφεσίβλητο, δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστικός στην κοινή λογική. Αν η μαρτυρία του γενετικού υλικού εκρίθη επαρκής για να συνδέσει τον Εφεσίβλητο με το πυροδοτικό μέσο ως τον κατασκευαστή του, θα μπορούσε να ήταν επαρκής για να τον συνδέσει και με την κατασκευή του όλου εκρηκτικού μηχανισμού του οποίου το πυροδοτικό μέσο συνιστούσε, επί της μαρτυρίας ενώπιον του Κακουργιοδικείου, μέρος του, επαρκώς και απαραιτήτως συνδεδεμένο προς αυτό και τη λειτουργία του. Και δεν θα ήταν προς τούτο σημαντικό το ότι δεν ανευρέθη γενετικό υλικό του Εφεσίβλητου και στα υπόλοιπα μέρη του εκρηκτικού μηχανισμού. Ιδιαιτέρως ελλείψει οποιασδήποτε μαρτυρίας ενώπιον του Κακουργιοδικείου που να δικαιολογούσε το διαχωρισμό μεταξύ πυροδοτικού μέσου και εκρηκτικού μηχανισμού ως προς τον κατασκευαστή, εφ' όσον δεν ήταν τέτοια η εκδοχή του Εφεσίβλητου. Η μαρτυρία λοιπόν του γενετικού υλικού που ανευρέθη στο πυροδοτικό μέσο, έχοντας υπ' όψη τον εκρηκτικό μηχανισμό ως σύνολο, ήταν σαφώς επαρκής με αναφορά σε κάθε λογική αναγωγή των πραγμάτων, για να συνδέσει τον Εφεσίβλητο και με τον εκρηκτικό μηχανισμό. Να σημειώσουμε περαιτέρω ότι το Κακουργιοδικείο είχε ήδη απορρίψει ως απλή σεναριολογία και χωρίς ίχνος υποστηρικτικής μαρτυρίας τη θέση που είχε προβάλει η υπεράσπιση ότι πιθανόν η κολλητική ταινία να είχε κλαπεί από το κιβώτιο των εργαλείων του Εφεσίβλητου. Τούτου δοθέντος, το στην ουσία αδιαίρετο του εκρηκτικού μηχανισμού καθιστούσε πλασματικό και εξωπραγματικό τον προβληματισμό που το Κακουργιοδικείο έθεσε στον εαυτό του ως προς το πώς ακριβώς θα μπορούσε να είχε κατασκευασθεί και συναρμολογηθεί ο όλος εκρηκτικός μηχανισμός. Αφ' ης στιγμής λοιπόν το Κακουργιοδικείο απεφάνθη ότι ο Εφεσίβλητος είχε συνδεθεί επαρκώς με την κατασκευή του πυροδοτικού μέσου, συνιστούσε απλή λογική ακολουθία ότι είχε στην κατοχή του και την πυρίτιδα που ευρίσκετο στον εκρηκτικό μηχανισμό. Παραγνωρίστηκε δε εντελώς από το Κακουργιοδικείο άλλο εύρημά του ως προς το ότι ο Εφεσίβλητος είχε δηλώσει στο μάρτυρα κατηγορίας 1 ότι γνώριζε τους ενόχους, έστω και αν δεν τους αποκάλυψε στη συνέχεια. Αν μη τη άλλο, αυτή η πτυχή της αδιαμφισβήτητης μαρτυρίας συνέδεε ευρύτερα τον Εφεσίβλητο με την όλη υπόθεση, με αποτέλεσμα να αναιρείτο η εκ μέρους του παντελής αποσύνδεση του με τον εκρηκτικό μηχανισμό στο σύνολό του.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσίβλητο, πέραν της επιχειρηματολογίας του υπέρ της αθωωτικής κατάληξης του Κακουργιοδικείου, έθεσε και θέμα ως προς το μη νόμιμο της λήψης του γενετικού υλικού του Εφεσίβλητου το οποίο και τον συνέδεσε με την κολλητική ταινία στο πυροδοτικό μέσο. Κατά τη διάρκεια της ακρόασης προβληματιστήκαμε ως προς τη δυνατότητα του Εφεσίβλητου να αμφισβητήσει τα σχετικά ευρήματα και αποφάσεις του Κακουργιοδικείου σε περίπτωση που η κατάληξη του Κακουργιοδικείου επί της έφεσης της Δημοκρατίας θα ανατρέπετο. Έχουμε όμως εξετάσει τη νομολογία και η δυνατότητα αυτή παρέχεται εις τρόπον ώστε το Εφετείο να μπορεί κατά την ακρόαση ποινικής έφεσης να εξετάσει και θέματα τα οποία είχαν αποφασιστεί εναντίον του Εφεσίβλητου και τα οποία ο Εφεσίβλητος δεν θα μπορούσε να είχε θέσει άλλως πως εφόσον δεν έχει δικαίωμα αντέφεσης. Καθοδηγητική προς τούτο είναι η απόφαση στην υπόθεση Parris ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 186, παραθέτουμε δε τα σχετικώς λεχθέντα (σελίδες 209-210):
«Σε σχέση με τον πιο πάνω λόγο της έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων υπέβαλε ότι η δεύτερη μεταθανάτια εξέταση ήταν νόμιμη. Αυτή η εισήγηση συνάντησε την ένσταση του ευπαίδευτου συνήγορου του εφεσείοντα. Ο τελευταίος υποστήριξε ότι οι εφεσίβλητοι δεν μπορούν να επιχειρηματολογήσουν εναντίον της σχετικής διαπίστωσης του πρωτόδικου δικαστηρίου γιατί δεν έχουν ασκήσει αντέφεση. Ακούσαμε την σχετική επιχειρηματολογία των εφεσιβλήτων και η ένσταση του εφεσείοντα είχε αφεθεί να αποφασιστεί στο παρόν στάδιο.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου, 1960 (Ν. 14/60) το Ανώτατο Δικαστήριο «κατά την ακρόαση και διάγνωση οποιασδήποτε έφεσης είτε σε πολιτική είτε σε ποινική υπόθεση έχει εξουσία να συνάγει τα δικά του συμπεράσματα . και δύναται να δώσει οποιαδήποτε απόφαση ή να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα το οποίο οι περιστάσεις της υπόθεσης δικαιολογούν». Παρόμοια πρόνοια υπάρχει και στην Δ.35, θ.8, των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Η Δ.35, θ.8, έχει ερμηνευθεί στην Holiday Tours Ltd v. Κούτα κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 766, στην οποία έχει επιτραπεί η εξέταση της ορθότητας ευρήματος του πρωτόδικου δικαστηρίου εναντίον του εφεσίβλητου το οποίο δεν αποτέλεσε θέμα αντέφεσης. Τονίσθηκε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έχει εξουσία, με σκοπό την εξυπηρέτηση της δικαιοσύνης, να επέμβει ακόμη και προς όφελος του μέρους που δεν έχει κάμει έφεση. Η ίδια προσέγγιση υιοθετήθηκε από το Εφετείο και στη Φασουλή κ.ά. ν. Νικολάου κ.ά. (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 656, στην οποία ο εφεσίβλητος διαφώνησε με εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου το οποίο δεν αμφισβήτησε με αντέφεση. Κρίθηκε, με αναφορά στη Holiday Tours Ltd (πιο πάνω), ότι «το Άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου, 14/60, και η Δ.35, θ.8 των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας, παρέχουν ευρύτατη εξουσία στο Εφετείο να εξετάζει την ουσία της υπό έφεση απόφασης, με απώτερο σκοπό την επίλυση των πραγματικών επιδίκων ζητημάτων, για πλήρη και ουσιαστική απονομή δικαιοσύνης».
Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 155, δεν προβλέπει για αντέφεση σε ποινικές υποθέσεις, όπως είναι η περίπτωση με τις πολιτικές υποθέσεις (βλ. Δ.35, θ.10). Εφόσο το Άρθρο 25(3) του Νόμου 14/60 καθιστά δυνατή την επιχειρηματολογία σε πολιτικές εφέσεις σε σχέση με σημείο για το οποίο δεν έχει ασκηθεί αντέφεση, ενώ ένα τέτοιο μέτρο μπορούσε να ληφθεί με βάση τους θεσμούς, πόσο μάλλον στις ποινικές εφέσεις όπου οι δικονομικοί κανόνες δεν προβλέπουν ένα τέτοιο μέτρο. Αφού ελάβαμε υπόψη τη φύση και σπουδαιότητα του θέματος θεωρούμε ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης θα εξυπηρετείτο καλύτερα αν εγκρινόταν το αίτημα των εφεσιβλήτων. Ακολουθεί πως οι εφεσίβλητοι μπορούσαν να επιχειρηματολογήσουν εναντίον της ορθότητας της σχετικής ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου.»
Εξετάζοντας λοιπόν το θέμα που εγείρει ο Εφεσίβλητος, έχουμε να παρατηρήσουμε ότι η νομιμότητα της λήψης του γενετικού υλικού εκρίθη από το Κακουργιοδικείο με ενδιάμεση απόφασή του όταν υπήρξε ένσταση στην παρουσίαση τσιγάρου που είχε καπνίσει ο Εφεσίβλητος από το οποίο και ελήφθη το γενετικό του υλικό. Το Κακουργιοδικείο απεφάνθη ότι το γενετικό υλικό είχε ληφθεί νόμιμα, αλλά και περαιτέρω ότι, και αν υπήρχε οποιαδήποτε παρανομία ως προς τη λήψη του, αυτό δεν οδηγούσε στον αποκλεισμό της εν λόγω μαρτυρίας εφ' όσον δεν υπήρχε επηρεασμός του δικαιώματος του Εφεσίβλητου σε δίκαιη δίκη, σε συνάρτηση και με την αποδεικτική αξία της μαρτυρίας. Στην τελική του απόφαση το Κακουργιοδικείο εξέτασε και πάλι το θέμα αυτό υπό το φως του συνόλου της μαρτυρίας στο τελικό στάδιο, για να καταλήξει ότι δεν υπήρχε ίχνος μαρτυρίας που να δικαιολογούσε διαφοροποίηση της αρχικής του κατάληξης ως προς τη δεκτότητα της εν λόγω μαρτυρίας. Ενώπιον μας δεν έχει τεθεί οποιοδήποτε νέο επιχείρημα ή αναφορά σε μαρτυρία που να δικαιολογεί ανατροπή της απόφασης του Κακουργιοδικείου είτε ως προς το νόμιμο της λήψης της εν λόγω μαρτυρίας είτε ως προς το μη αποκλεισμό της στα πλαίσια της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Κακουργιοδικείου.
Η έφεση λοιπόν επιτυγχάνει ως προς την κατηγορία της κατοχής εκρηκτικών υλών και η αθωωτική απόφαση του Κακουργιοδικείου επί της κατηγορίας αυτής παραμερίζεται. Ο Εφεσίβλητος καταδικάζεται επί της κατηγορίας που αφορά την κατοχή εκρηκτικών υλών. Θα προχωρήσουμε λοιπόν να ακούσουμε τους διαδίκους επί του θέματος της ποινής.
Η έφεση επιτρέπεται. Ο εφεσίβλητος καταδικάζεται επί της κατηγορίας της κατοχής εκρηκτικών υλών.