ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 2 ΑΑΔ 203
23 Μαρτίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ ΣΩΤΗΡΙΑΔΗΣ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 134/2008)
Τροχαία αδικήματα ― Παράλειψη συμμόρφωσης με σήμα τροχαίας, κατά παράβαση των σχετικών κανονισμών των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 66/84), με βάση το Άρθρο 5 του Ν.86/72, όπως τροποποιήθηκε από το Ν.166/87 και τον περί Τροχαίων Αδικημάτων (Χρήση Συσκευών Φωτοεπισήμανσης και άλλα συναφή θέματα) Νόμο 55(Ι)/2001 ― Κατά πόσο υπήρξε επαρκής μαρτυρία για τεκμηρίωση ευθύνης εναντίον του οδηγού του οχήματος ― Κατά πόσο πρέπει να επιδίδεται στον ιδιοκτήτη του οχήματος που φαίνεται στη φωτογραφία ότι παραβίασε τον κόκκινο σηματοδότη της τροχαίας, η φωτογραφία της σχετικής παράβασης ― Άρθρο 6(1) του Νόμου 55(Ι)/2001, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.176(Ι)/2006.
Ποινική Δικονομία ― Κατηγορητήριο ― Επίδοση κατηγορητηρίου ― Επίδοση σε ενήλικα μέλη της οικογένειας κατηγορούμενου ― Δεν είναι αντισυνταγματική ― Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ.155, Άρθρο 46.
Ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος για παραβίαση του κόκκινου σηματοδότη στη συμβολή των οδών Μακαρίου και Διγενή Ακρίτα στη Λευκωσία και καταδικάστηκε σε πρόστιμο €200.- Καταχώρησε έφεση εναντίον της καταδίκης του προβάλλοντας ως μόνο λόγο έφεσης το ότι το κατηγορητήριο είχε επιδοθεί στη σύζυγό του και λανθασμένα του δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι η δικάσιμος ήταν η 22.9.2008 (αντί η 22.7.2008) με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να παρευρεθεί στη δίκη στις 22.7.2008 λόγω του ότι βρισκόταν στο εξωτερικό.
Με άλλους δύο λόγους έφεσης οι οποίοι προστέθηκαν με άδεια του Δικαστηρίου, ο εφεσείων υποστήριξε ότι:
(α) η καταδίκη του ήταν εσφαλμένη στην απουσία στοιχείων για την ενοχή του, και
(β) εσφαλμένα δεν επιδόθηκε σε αυτόν το εύρημα της φωτοεπισήμανσης, δηλαδή της φωτογραφίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Δεν τίθεται θέμα παράβασης των αρχών της δίκαιης δίκης ή των δικαιωμάτων του εφεσείοντος εφόσον αυτός έλαβε γνώση του κατηγορητηρίου που επιδόθηκε στη σύζυγό του, η οποία και υπέγραψε τη σχετική δήλωση παραλαβής του κατηγορητηρίου, αλλά είχε εσφαλμένη εντύπωση ως προς την ακριβή ημερομηνία της δίκης.
2. Η μαρτυρία του αστυνομικού ο οποίος, στην ουσία, έδωσε μαρτυρία στο Δικαστήριο ότι ο εφεσείων την 16.1.2007 δεν συμμορφώθηκε με σήμα τροχαίας ενώ οδηγούσε το αυτοκίνητο που αναφέρεται στις λεπτομέρειες αδικήματος, αποτελούσε επαρκή μαρτυρία διάπραξης από τον εφεσείοντα του συγκεκριμένου αδικήματος.
3. Σύμφωνα με το Άρθρο 6(1) του Νόμου 55(Ι)/2001, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.176(Ι)/2006, είναι το εύρημα της συσκευής, δηλαδή, το τι βρήκε η συσκευή ότι έγινε, που πρέπει να επιδίδεται στον ιδιοκτήτη του οχήματος που φαίνεται στη φωτογραφία και όχι η ίδια η φωτογραφία της παράβασης.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παπαδοπούλου, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 31797/07), ημερομηνίας 1/8/08.
Ν. Χατζηιωάννου, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Φλωρέντζου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Ο εφεσείων κατηγορήθηκε για το αδίκημα της παράλειψης συμμόρφωσης σε σήμα τροχαίας, κατά παράβαση των σχετικών κανονισμών των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 66/84), με βάση το Άρθρο 5 του Ν. 86/72, όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 166/87 και τον περί Τροχαίων Αδικημάτων (Χρήση Συσκευών Φωτοεπισήμανσης και άλλα συναφή θέματα) Νόμο 55(Ι)/2001.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος ο κατηγορούμενος-εφεσείων στις 16.1.2007 στη συμβολή των οδών Μακαρίου και Διγενή Ακρίτα στη Λευκωσία, ενώ οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα ΚΜΧ 647 δε συμμορφώθηκε με σήμα τροχαίας που τοποθετήθηκε από την αρμόδια Αρχή, για τον έλεγχο και τη ρύθμιση της τροχαίας κίνησης, δηλαδή δεν σταμάτησε το αυτοκίνητο του πίσω από την γραμμή του ΑΛΤ, στα φώτα τροχαίας, όταν το φως ήταν κόκκινο.
Το κατηγορητήριο επιδόθηκε, σύμφωνα με ένορκο δήλωση επιδόσεως, στη σύζυγο του εφεσείοντα Αντρονίκη Σωτηριάδη, η οποία είναι ενήλιξ και συγκάτοικος του, στις 3.4.2008. Η σύζυγος του εφεσείοντα υπέγραψε και σχετική δήλωση παραλαβής του κατηγορητηρίου. Η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση στις 22.7.2008, ο κατηγορούμενος δεν εμφανίστηκε στο δικαστήριο και η υπόθεση ορίστηκε για απόδειξη στις 25.7.2008. Την 1.8.2008, κατά την οποία η υπόθεση είχε αναβληθεί για απόδειξη, στην απουσία του κατηγορούμενου, έδωσε ένορκη μαρτυρία ο Αστυφύλακας Κώστας Κουσιουμής, ο οποίος ανάφερε ότι είχε στην κατοχή και τη φύλαξη του, στα πλαίσια των καθηκόντων του, το φάκελο της υπόθεσης και γνώριζε τα γεγονότα από μελέτη του φακέλου, την οποία έκανε. Υιοθέτησε και επανέλαβε τα γεγονότα που αναφέρονται στο κατηγορητήριο, τα οποία είπε ότι είναι ορθά και αληθινά. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ο κατηγορούμενος παρέλειψε να συμμορφωθεί με το σχετικό νόμο και κανονισμό.
Το Δικαστήριο, αφού άκουσε τα όσα κατέθεσε ενώπιον του ο προαναφερόμενος μάρτυρας, τα οποία παρέμειναν αναντίλεκτα, έκρινε το μάρτυρα ως αξιόπιστο και αποδέχτηκε τη μαρτυρία του. Κατά συνέπεια βρήκε ότι κατά την ημερομηνία που φαίνεται στο κατηγορητήριο, ο κατηγορούμενος παρέλειψε να συμμορφωθεί με το σχετικό νόμο και κανονισμό. Έκρινε ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέδειξε την υπόθεση της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και ο κατηγορούμενος κρίθηκε από το δικαστήριο ένοχος και καταδικάστηκε σε πρόστιμο €200.-
Ο κατηγορούμενος-εφεσείων καταχώρισε, ο ίδιος, έφεση εναντίον της καταδίκης του προβάλλοντας ως μόνο λόγο έφεσης το ότι το κατηγορητήριο επιδόθηκε στη σύζυγο του και λανθασμένα του δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι η δικάσιμος ήταν η 22.9.2008 (αντί η 22.7.2008) με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να παρευρεθεί στη δίκη στις 22.7.2008, λόγω του ότι βρισκόταν στο εξωτερικό. Στην ειδοποίηση έφεσης του ο εφεσείων λέει επίσης ότι πιστεύει πως δεν έχει διαπράξει το αδίκημα για το οποίο κατηγορήθηκε για τους λόγους που επεξηγεί σε επιστολές τις οποίες απέστειλε στην Αστυνομία, δηλαδή επειδή δεν παραβίασε τον κόκκινο σηματοδότη.
Κατόπιν αδείας του δικαστηρίου προστέθηκαν άλλοι δύο λόγοι έφεσης:
(α) Ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα καταδίκασε τον εφεσείοντα χωρίς να έχει ενώπιον του οποιαδήποτε στοιχεία για την ενοχή του, εφόσον η καταδίκη του βασίστηκε μόνο σε ένορκη δήλωση Αστυνομικού, ο οποίος έκαμε αναφορά σε φάκελο που ουδέποτε τέθηκε ενώπιον του δικαστηρίου, και
(β) Ότι εσφαλμένα δεν έγινε επίδοση στον κατηγορούμενο-ιδιοκτήτη του οχήματος, του ευρήματος της φωτοεπισήμανσης, δηλαδή της φωτογραφίας.
Εξετάσαμε με προσοχή και τους τρεις λόγους έφεσης και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι και οι τρεις είναι αβάσιμοι.
Ο πρώτος λόγος έφεσης, ότι δηλαδή δεν έγινε προσωπική επίδοση στον κατηγορούμενο και στο βαθμό που ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 155, Άρθρο 46, επιτρέπει τη μη προσωπική επίδοση είναι αντισυνταγματικός, δεν προωθήθηκε κατά την αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του εφεσείοντα. Εν πάση όμως περιπτώσει δεν συμφωνούμε με οτιδήποτε αναφέρεται στο διάγραμμα του εφεσείοντα γι' αυτό το ζήτημα. Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η πρόνοια που επιτρέπει την επίδοση σε ενήλικα μέλη της οικογένειας ενός κατηγορούμενου, τα οποία ζουν μαζί του, είναι αντισυνταγματική. Στην παρούσα υπόθεση ο ίδιος ο κατηγορούμενος-εφεσείων παραδέχτηκε, με την ειδοποίηση έφεσής του, ότι έλαβε γνώση του κατηγορητηρίου που επιδόθηκε στη σύζυγό του αλλά είχε την λανθασμένη εντύπωση ότι η δικάσιμος ήταν η 22.9.2008 αντί η 22.7.2008. Δεν αναφέρει πουθενά ότι η σύζυγος του δεν του παρέδωσε το κατηγορητήριο ή δεν τον πληροφόρησε γι' αυτό. Δεν τίθεται επομένως οποιοδήποτε θέμα παράβασης των αρχών της δίκαιης δίκης ή των δικαιωμάτων του εφεσείοντα.
Ως προς το δεύτερο λόγο έφεσης παρατηρούμε ότι ο Αστυνομικός που έδωσε ένορκη μαρτυρία προς απόδειξη της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής εναντίον του εφεσείοντα, υιοθέτησε και επανέλαβε τα γεγονότα που αναγράφονται στο κατηγορητήριο, ως ορθά και αληθινά. Επομένως ουσιαστικά δόθηκε μαρτυρία ότι ο κατηγορούμενος την 16.1.2007, στο σημείο που αναφέρεται στις λεπτομέρειες αδικήματος, ενώ οδηγούσε το αυτοκίνητο που αναφέρεται στις λεπτομέρειες αδικήματος, δε συμμορφώθηκε με σήμα τροχαίας. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τον εφεσείοντα ότι αυτός καταδικάστηκε χωρίς να υπάρχει επαρκής μαρτυρία ενώπιον του δικαστηρίου και ότι κρίθηκε ένοχος από τον Αστυνομικό και όχι από το δικαστήριο.
Σε σχέση με τον τρίτο λόγο έφεσης, ότι δεν στάληκε στον εφεσείοντα η σχετική φωτογραφία, υπό την ιδιότητα του ως ιδιοκτήτη του οχήματος, παρατηρούμε τα εξής: Το Άρθρο 6(1) του Νόμου 55(Ι)/2001, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 176(Ι)/2006, προνοεί ότι στις περιπτώσεις όπου η καταγραφή καθορισμένου αδικήματος βασίζεται στη χρήση συσκευών φωτοεπισήμανσης, επιδίδεται, στον ιδιοκτήτη του οχήματος που φαίνεται στη φωτογραφία της παράβασης που καταγράφηκε από τη συσκευή, μεταξύ άλλων, το εύρημα της συσκευής, με επεξήγηση του κωδικού αριθμού του τόπου εγκατάστασης της συσκευής. Στο Άρθρο 10(1) του ιδίου νόμου προνοείται ότι οι φωτογραφίες που λαμβάνονται με συσκευή φωτοεπισήμανσης χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς του νόμου εκείνου εκτός μόνον ύστερα από αίτημα του ιδιοκτήτη, κατόχου ή οδηγού του εμφαινόμενου στη φωτογραφία οχήματος ή ύστερα από άδεια του δικαστηρίου για σκοπούς δημόσιου συμφέροντος.
Από τη σύγκριση των Άρθρων 6(1) και 10(1) του προαναφερόμενου νόμου καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το εύρημα της συσκευής, το οποίο αναφέρεται στο Άρθρο 6(1), δεν είναι ταυτόσημο με τη φωτογραφία που αναφέρεται στο Άρθρο 10(1). Αν στο Άρθρο 6(1) εννοείτο η φωτογραφία, δεν βλέπουμε οποιοδήποτε λόγο γιατί δεν αναφέρθηκε ρητά και αναφέρθηκε «το εύρημα της συσκευής» με επεξήγηση του κωδικού αριθμού του τόπου εγκατάστασης της συσκευής. Κατά την κρίση μας εκείνο που, σύμφωνα με το Άρθρο 6(1) του νόμου, πρέπει να επιδίδεται στον ιδιοκτήτη του οχήματος που φαίνεται στη φωτογραφία είναι το εύρημα της συσκευής, δηλαδή το τι βρήκε η συσκευή ότι έγινε και όχι η ίδια η φωτογραφία της παράβασης, που καταγράφηκε από τη συσκευή.
Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.