ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 2 ΑΑΔ 113
20 Φεβρουαρίου, 2009
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΡΕΝΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 248/2007)
Ποινή ― Συνομωσία κατά παράβαση του Άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 ― Κλοπή υπό υπαλλήλου, κατά παράβαση του Άρθρου 268 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 ― Κλοπή κατά παράβαση του Άρθρου 262 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 ― Γραμματέας συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος έκλεψε μεγάλο χρηματικό ποσό από αυτό με τη βοήθεια του εφεσείοντος ― Εφεσείων διεδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διάπραξη της κλοπής, και καρπώθηκε ποσό ύψους £402.150 ― Επιβολή στον εφεσείοντα ποινής φυλάκισης 4 ετών στην κατηγορία της συνομωσίας, 2 ετών στην κατηγορία της κλοπής κατά παράβαση του Άρθρου 262 του Ποινικού Κώδικα και 6 ετών στην κατηγορία για παροχή βοήθειας προς την γραμματέα του ΣΠΕ προς διάπραξη του αδικήματος κατά παράβαση του Άρθρου 268 του Κεφ.154 και στην κατηγορία της συγκάλυψης κατά παράβαση του περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμου του 1996 (Ν.61(Ι)/96), όπως τροποποιήθηκε ― Επικύρωση ποινών κατ' έφεση.
Ποινή ― Διαφοροποίηση ― Συγκατηγορούμενοι ― Επιβολή μεγαλύτερης ποινής στον εφεσείοντα από την ποινή που επιβλήθηκε στη συγκατηγορούμενή του ― Εδικαιολογείτο πλήρως από τον πρωταγωνιστικό ρόλο που ο εφεσείων διεδραμάτισε στη διάπραξη αδικημάτων συνομωσίας και κλοπής, καθώς και από το γεγονός ότι αυτός καρπώθηκε το προϊόν της κλοπής.
Ποινή ― Άνιση μεταχείριση ―Συγκατηγορούμενοι ― Καταχώρηση ποινικής υπόθεσης συγκατηγορούμενου του εφεσείοντος στο Επαρχιακό Δικαστήριο σε αντίθεση με την ποινική υπόθεση εναντίον του εφεσείοντος η οποία καταχωρήθηκε στο Κακουργιοδικείο ― Κατά πόσο αποτελούσε άνιση μεταχείριση σε σχέση με τον εφεσείοντα.
Απόδειξη ― Συναυτουργοί ― Μαρτυρία συναυτουργού ― Δυνατότητα Κακουργιοδικείου να στηριχθεί στη μαρτυρία συναυτουργού την οποία έκρινε αξιόπιστη και να καταλήξει σε ετυμηγορία ενοχής του εφεσείοντος, χωρίς ενισχυτική μαρτυρία.
Απόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων ― Το έργο της αξιολόγησης της αξιοπιστίας μαρτύρων ανήκει κατ' εξοχήν στο πρωτόδικο Δικαστήριο ― Προϋποθέσεις επέμβασης του Εφετείου.
Μετά από έλεγχο που διενεργήθηκε στη ΣΠΕ Καπέδων, τον Νοέμβριο 2003, διαπιστώθηκε έλλειμμα £453.140. Το έλλειμμα αυτό ήταν συνδεδεμένο προς 39 επιταγές που βρίσκονταν όλες στην κατοχή της Ουρανίας Χαραλάμπους, Γραμματέα της ΣΠΕ Καπέδων. Επρόκειτο για επιταγές επί της Τράπεζας Κύπρου κάποιου Λοΐζου Λοΐζου που εμφανίζονταν να τις είχε εκδώσει εκείνος σε δική του διαταγή (self). Τις εννέα από τις επιταγές για το ποσό των £69.020 τις είχε καταθέσει η Ουρανία και είχαν όλες επιστραφεί με την ένδειξη «αποταθείτε στον εκδότη, ανεπαρκή υπόλοιπα». Οι υπόλοιπες επιταγές κατατέθηκαν στη συνέχεια για να επιστραφούν όμως και αυτές. Στην κατοχή της Ουρανίας βρέθηκε και το ποσό των £51.000.
Ο Λοΐζου είχε κατηγορηθεί για συνομωσία μαζί με τον εφεσείοντα και την Ουρανία για να διαπράξουν κλοπή του ποσού των £453.140, κατά παράβαση του Άρθρου 268 του Ποινικού Κώδικα και για κλοπή του ίδιου ποσού κατά παράβαση του Άρθρου 262 του ιδίου κώδικα και αθωώθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση. Ο Λοΐζου κλήθηκε ως μάρτυρας υπεράσπισης.
Η Ουρανία κατηγορήθηκε πως, ως Γραμματέας της ΣΠΕ Καπέδων, έκλεψε από αυτή ποσό £453.140 κατά παράβαση του Άρθρου 268 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 (2η κατηγορία). Ο εφεσείων κατηγορήθηκε πως έκλεψε το ίδιο ποσό κατά παράβαση του Άρθρου 262 του Ποινικού Κώδικα (3η κατηγορία) και, επιπρόσθετα, για παροχή βοήθειας προς την Ουρανία προς διάπραξη του αδικήματος κατά παράβαση του Άρθρου 268 (4η κατηγορία). Οι κατηγορίες 1, 5 και 6 ήταν κοινές και για τους δύο. Κατά την πρώτη κατηγορία οι δύο συνομώτησαν μεταξύ τους και με τον Λοΐζου για να διαπράξουν τα αδικήματα των κατηγοριών 2 και 3, κατά παράβαση του Άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα. Κατά τις κατηγορίες 5 και 6 διέπραξαν αδικήματα συγκάλυψης κατά παράβαση του περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμου του 1996 (Ν.61(I)/96), όπως τροποποιήθηκε.
Το κεντρικό σημείο της δίκης ήταν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες σταδιακά η Ουρανία αφαίρεσε το ποσό των £453.140 για να το παραδώσει όλο με εξαίρεση των £51.000. Το Κακουργιοδικείο απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντος και του Λοΐζου ως ψευδή. Δέχθηκε τη μαρτυρία της Ουρανίας ως αληθή και στη βάση της μαρτυρίας αυτής κατέληξε πως στοιχειοθετούνταν όλα τα συστατικά των πέντε κατηγοριών.
Το Κακουργιοδικείο κατέληξε πως δεν αποδείχθηκε η 6η κατηγορία. Έκρινε, όμως, πως αποδείχτηκαν όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες με τη διαφορά ότι, ενόψει της μαρτυρίας, η αναφορά του Λοΐζου σ' αυτές θα πρέπει να παραλειφθεί και επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, ως ακολούθως:
Στην Ουρανία δύο χρόνια στην 1η κατηγορία και τρία χρόνια στις κατηγορίες 2 και 5. Στον εφεσείοντα τέσσερα χρόνια στην 1η κατηγορία, δύο χρόνια στην 3η και έξι χρόνια στην 4η και 5η. Η Ουρανία δεν άσκησε έφεση. Ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της καταδίκης του αλλά και της ποινής που του επιβλήθηκε.
Στην έφεση εναντίον της καταδίκης του ο εφεσείων προβάλλει ως μόνο λόγο έφεσης την κρίση του Κακουργιοδικείου πως η Ουρανία ήταν αξιόπιστη. Ο συνήγορός του υποστήριξε πως η Ουρανία ήταν επικίνδυνο και αναξιόπιστο άτομο που απλώς στόχευε στην ενοχοποίηση του εφεσείοντος και ήταν λάθος του Κακουργιοδικείου να δώσει βαρύτητα στο ότι ενοχοποίησε και τον εαυτό της. Στην πραγματικότητα, απενοχοποίησε τον εαυτό της, εννοείται παρά το ότι βρέθηκε ένοχη και φυλακίστηκε, και ουσιαστικά ενοχοποίησε τον εφεσείοντα. Αυτό, με την εν τέλει εξήγηση πως, «απέσεισε από τους ώμους της την υποχρέωση επιστροφής των χρημάτων και επιφόρτισε τον εφεσείοντα με την ευθύνη επιστροφής ή έστω της πιθανότητας επιστροφής των χρημάτων με τη λήψη αστικών διαδικασιών».
Στην έφεση εναντίον της επιβληθείσας ποινής ο εφεσείων υποστηρίζει ότι θα έπρεπε να είχε μετρήσει το γεγονός ότι η ποινική υπόθεση κατά του Λοΐζου καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο. Ενώ η δική του, στο Κακουργιοδικείο. Όπως εισηγείται, αυτή η επιλεκτική διαφοροποίηση συνιστούσε άνιση μεταχείριση «και το Δικαστήριο οφείλει να αποδώσει μέσα από την ποινή ίση μεταχείριση».
Ο εφεσείων υποστηρίζει τέλος πως η ποινή είναι έκδηλα υπερβολική για τον λόγο ότι στη σκέψη του Κακουργιοδικείου βάρυνε η εκτίμησή του πως ο ρόλος του σε αντίθεση προς εκείνο της Ουρανίας, στην οποία επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης μικρότερης έκτασης, ήταν πρωταγωνιστικός.
Κατά την ακρόαση της έφεσης ο συνήγορος του εφεσείοντος έθεσε ακόμα ένα θέμα σε σχέση με την ποινή, το οποίο αφορούσε την εξέλιξη της υγείας του εφεσείοντος στις φυλακές.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το Κακουργιοδικείο προσέγγισε τη μαρτυρία της Ουρανίας ως συναυτουργού. Η μαρτυρία της, παρά τις κάποιες ανακρίβειες σε σχέση με τους λογαριασμούς, ήταν, όπως εκτίμησε το Κακουργιοδικείο, ξέσπασμα συνείδησης στο οποίο ενέπλεκε σαφώς και τον εαυτό της. Το Κακουργιοδικείο ασφαλώς είχε τη δυνατότητα να στηριχτεί στη μαρτυρία της Ουρανίας, έστω και χωρίς ενισχυτική μαρτυρία και δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος που να δικαιολογεί την ανατροπή της απόφασής του επί του ευρήματος ενοχής του εφεσείοντος στα αδικήματα για τα οποία κατηγορείτο.
2. Η θέση του Κακουργιοδικείου ότι η αθώωση του Λοΐζου από το Επαρχιακό Δικαστήριο είναι καταλυτικής σημασίας ως προς το θέμα της ίσης μεταχείρισης και η διαπίστωσή του ότι δεν σημειώθηκε άνιση μεταχείριση στην προκείμενη περίπτωση, είναι ορθή. Συνεπώς δεν έχει στοιχειοθετηθεί η εισήγηση πως σημειώθηκε άνιση μεταχείριση που θα έπρεπε να βρει αντανάκλαση στην ποινή με τον τρόπο που εισηγείται ο εφεσείων.
3. Το Κακουργιοδικείο αιτιολόγησε πλήρως την απόφασή του σε σχέση με τη διαφοροποίηση στην ποινή που επέβαλε στον εφεσείοντα από την ποινή που επέβαλε στην Ουρανία. Η διαφοροποίηση αυτή δεν συναρτήθηκε μόνο προς την εκτίμηση αναφορικά με το ρόλο του καθενός, που εν προκειμένω ο ρόλος του εφεσείοντος ήταν «πρωταρχικός», αλλά και προς το γεγονός ότι η Ουρανία που κι' αυτή ήταν υπόλογη για σοβαρά αδικήματα, δεν καρπώθηκε οποιοδήποτε ποσό, αλλά απώλεσε και τη δουλειά της.
4. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί πραγματικό υπόβαθρο για μορφή εξέτασης της υπόθεσης από το Εφετείο κάτω από το πρίσμα της Μιχαήλ v. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 487, στην οποία αναφέρθηκε ο εφεσείων.
Η έφεση κατά της καταδίκης και της ποινής απορρίφθηκε.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Μιχαήλ v. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 487.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης και Ποινής.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Kακουργιοδικείου Λευκωσίας (Γιασεμής, Π.E.Δ., Δημητριάδου, A.E.Δ., Eφραίμ, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 4090/06), ημερομηνίας 22/11/07.
Χρ. Κιτρομηλίδης, για τον Eφεσείοντα.
Π. Ευθυβούλου-Ευθυμίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η Ουρανία Χαραλάμπους κατηγορήθηκε πως, ως Γραμματέας της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας (ΣΠΕ) Καπέδων, έκλεψε από αυτή £453.140 κατά παράβαση του Άρθρου 268 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 (2η κατηγορία). Ο εφεσείων κατηγορήθηκε πως έκλεψε το ίδιο ποσό κατά παράβαση του Άρθρου 262 του Ποινικού Κώδικα (3η κατηγορία) και, επιπρόσθετα, για παροχή βοήθειας προς την Ουρανία προς διάπραξη του αδικήματος κατά παράβαση του Άρθρου 268 (4η κατηγορία). Οι κατηγορίες 1, 5 και 6 ήταν κοινές και για τους δυο. Κατά την πρώτη οι δυο συνωμότησαν μεταξύ τους και με κάποιο Λοΐζο Λοΐζου για να διαπράξουν τα αδικήματα των κατηγοριών 2 και 3, κατά παράβαση του Άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα. Κατά τις κατηγορίες 5 και 6 διέπραξαν αδίκημα συγκάλυψης κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμου του 1996 (Ν. 61(Ι)/96 όπως τροποποιήθηκε).
Το Κακουργιοδικείο κατέληξε πως η 6η κατηγορία δεν είχε αποδειχθεί αφού δεν υπήρχε μαρτυρία για συνεργασία τους με τον Λοΐζου που ήταν βασικό στοιχείο των λεπτομερειών της. Έκρινε, όμως, πως αποδείχτηκαν όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες με τη διαφορά ότι, ενόψει της μαρτυρίας, η αναφορά του Λοΐζου σ' αυτές θα πρέπει να παραλειφθεί και επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, ως ακολούθως:
Στην Ουρανία δυο χρόνια στην 1η κατηγορία και τρία χρόνια στις κατηγορίες 2 και 5. Στον εφεσείοντα τέσσερα χρόνια στην 1η κατηγορία, δυο χρόνια στην 3η και έξι χρόνια στην 4η και 5η. Η Ουρανία δεν άσκησε έφεση. Ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της καταδίκης του αλλά και της ποινής που του επιβλήθηκε.
Προσάχθηκε όγκος μαρτυρίας που περιλαμβάνει γραπτές καταθέσεις και διάφορα τεκμήρια. Το Κακουργιοδικείο συνόψισε στην απόφασή του αυτή τη μαρτυρία και η παρατήρησή του πως δεν είχε ουσιαστικά αμφισβητηθεί η μαρτυρία οποιουδήποτε από τους 24 μάρτυρες κατηγορίας, δεν προσβάλλεται. Αυτή προερχόταν από λειτουργούς του συνεργατισμού, υπαλλήλους εμπορικών τραπεζών και αστυνομικούς που ασχολήθηκαν με τη διερεύνηση της υπόθεσης. Σε σχέση δε με επιμέρους ζητήματα, από ανθρώπους του περίγυρου του εφεσείοντα, όπως περιγράφηκαν, και από την πρώην σύζυγό του. Δεν θα χρειαστεί ούτε και εμείς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες.
Διαπιστώθηκε σημαντική μείωση της ρευστότητας της ΣΠΕ Καπέδων και έλεγχος που αναλήφθηκε το Νοέμβριο 2003 έδειξε πως υπήρχε έλλειμμα £453.140. Αυτό το έλλειμμα ήταν συνδεδεμένο προς 39 επιταγές που βρίσκονταν όλες στην κατοχή της Ουρανίας. Ήταν επιταγές επί της Τράπεζας Κύπρου του Λοΐζου που εμφανιζόταν να τις είχε εκδώσει εκείνος σε δική του διαταγή (self). Τις εννέα από αυτές, για το ποσό των £69.020 τις είχε καταθέσει η Ουρανία και είχαν όλες επιστραφεί με την ένδειξη «αποταθείτε στον εκδότη, ανεπαρκή υπόλοιπα». Ο συγκεκριμένος λογαριασμός του Λοΐζου ανοίχθηκε μέσα στον Απρίλιο του 2003. Κατατέθηκε σ' αυτόν το μικρό ποσό των £500 και μερικές ημέρες αργότερα μειώθηκε ακόμα περισσότερο με την εξαργύρωση επιταγής για £420. Οι υπόλοιπες επιταγές κατατέθηκαν στη συνέχεια, εκκρεμούσας πλέον της διερεύνησης, για να επιστραφούν όμως και αυτές. Στην κατοχή της Ουρανίας βρέθηκε, φυλαγμένο από την ίδια, και το ποσό των £51.000 περίπου που παραλήφθηκε. Στη σημασία αυτού του γεγονός θα επανέλθουμε. Σ' αυτό το στάδιο σημειώνουμε τη μαρτυρία σύμφωνα με την οποία, κατά τη διάρκεια επί τόπου έλεγχου εμφανίστηκε ο εφεσείων, συνοδευόμενος από το σύζυγο της Ουρανίας. Η Ουρανία επιδείκνυε τότε τις επιταγές στους λειτουργούς και υπέδειξε τον εφεσείοντα ως το πρόσωπο προς το οποίο τις είχε εξαργυρώσει. ράγμα που δεν αμφισβήτησε ο εφεσείων. Ανέφερε μόνο πως θα επικοινωνούσε με τον εκδότη τους και θα τακτοποιούσε το θέμα γιατί δεν ήθελε να αφήσει την Ουρανία εκτεθειμένη. Όπως παραδέχτηκε και ρητά στον Ε. Χλωρακιώτη (ΜΚ7) αργότερα, σε κατ' ιδίαν συνάντηση τους.
Με δοσμένο, επομένως, το έλλειμμα, τη διασύνδεσή του με τις 39 επιταγές που εξαργύρωσε η Ουρανία, όπως ανέφερε, στον εφεσείοντα, ήταν το κεντρικό σημείο της δίκης οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες, όπως ήταν ουσιαστικά δεχτό, σταδιακά αφαίρεσε από το Ταμείο το ποσό των £453.140 για να το παραδώσει όλο, με την εξαίρεση των £51,000 που προαναφέραμε.
Σχετικές ήταν οι ένορκες μαρτυρίες της Ουρανίας, του εφεσείοντα και του Λοΐζου που κλήθηκε ως μάρτυρας υπεράσπισης. Το Κακουργιοδικείο παρέθεσε με αρκετή λεπτομέρεια αυτή τη μαρτυρία, με ιδιαίτερη αναφορά σε ορισμένες από τις επιταγές, το πρόσωπο που τις συμπλήρωσε ενόψει και της μαρτυρίας γραφολόγου που επίσης κατέθεσε ως μάρτυρας. Έχοντας υπόψη τους λόγους έφεσης που διατυπώθηκαν, είναι αρκετό εμείς να περιοριστούμε στον πυρήνα του θέματος. Δεν είναι υπό αμφισβήτηση πως, πράγματι, η Ουρανία, σε σχέση με τις 39 επιταγές του Λοΐζου, εκταμίευσε και παρέδωσε το ποσό που αναφέρθηκε. Προς αντίστοιχη, βεβαίως, ζημιά της ΣΠΕ Καπέδων αφού αυτές οι επιταγές δεν είχαν αντίκρισμα. Ούτε καν πως, πράγματι, ο εφεσείων είχε ρόλο κρίσιμο. Ήταν η ένορκη μαρτυρία του εφεσείοντα πως σε σχέση με τις επιταγές του Λοΐζου που ο ίδιος παρέδιδε στην Ουρανία την οποία επανειλημμένα επισκεπτόταν στην ΣΠΕ Καπέδων, σταδιακά εισέπραξε από αυτή ποσό της τάξης των £130.000 ή έστω των £170.000 το οποίο σε κάποιο στάδιο αναβίβασε στο ποσό των £300.000 με £350.000 με την εξήγηση πως μιλούσε κατά προσέγγιση. Όχι, όμως, για τον εαυτό του αλλά στο πλαίσιο διευθέτησης που η Ουρανία έκαμε με το Λοΐζου. Ήταν απλώς μεσάζων, με μόνο κίνητρο να βοηθήσει το φίλο του, όσα χρήματα εισέπραξε τα παρέδωσε στο Λοΐζου, ο ίδιος δεν καρπώθηκε οτιδήποτε και, μάλιστα, δεν γνώριζε και ποια ήταν η τύχη των επιταγών. Πίστευε πως αυτές καταθέτονταν και πληρώνονταν κανονικά μέχρις ότου αναλήφθηκε ο έλεγχος. Οπότε και εμφανίστηκε στην προσπάθειά του να βοηθήσει, πραγματοποιώντας, μάλιστα, στη συνέχεια και ταξίδι στη Ρουμανία, όπου συνάντησε τον Λοΐζου που διέμενε εκεί. Αρνήθηκε ότι είχε στην κατοχή του το βιβλίο επιταγών του Λοΐζου και αναφέρθηκε σε προσωπικές επισκέψεις του ίδιου του Λοΐζου, κατά τη διάρκεια των οποίων εισπράχθηκαν ποσά.
Προς την ίδια κατεύθυνση ήταν και η μαρτυρία του Λοΐζου ο οποίος, παρεμβάλλουμε, είχε ήδη κατηγορηθεί για την υπόθεση μόνος του και είχε αθωωθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο που την εκδίκασε. Ο εφεσείων ήταν εντελώς αθώος. Ήταν ο ίδιος που έκαμε τη σχετική διευθέτηση με την Ουρανία την οποία γνώριζε. Αποτάθηκε σ' αυτή για δάνειο ύψους μισού εκατομμυρίων λιρών για να αγοράσει ξενοδοχείο στη Ρουμανία. Η Ουρανία του είπε αρχικά πως δεν μπορούσε να του παραχωρήσει τέτοιο δάνειο αλλά στο τέλος βρέθηκε η λύση. Του είπε πως μπορούσε να του παραδίδει η ίδια χρήματα μέχρι τη συμπλήρωση του ποσού εκείνου, με τόκο προς 10%. Και για να υλοποιήσουν αυτή τη διευθέτηση, συμφώνησε να της δίδει επιταγές, ως είδος απόδειξης. Η Ουρανία δέχθηκε ενώ γνώριζε πως δεν υπήρχαν χρήματα κατατεθειμένα στο λογαριασμό του και, στη συνέχεια, πράγματι εισπράχθηκαν τα μεγάλα ποσά που αναφέρθηκαν, συναρτημένα προς τις επιταγές. Όχι, όμως, όλα από τον εφεσείοντα. Εκείνος εισέπραξε, μετά από πολλές προσωπικές του επισκέψεις συνολικό ποσό της τάξης των £200.000 το οποίο του παρέδωσε. Ενώ άλλο τόσο ποσό, ίσως £250.000 τα εισέπραξε ο ίδιος.
Η μαρτυρία της Ουρανίας ήταν διαφορετική. Τον Λοΐζου δεν τον γνώριζε καν και ουδέποτε το συνάντησε. Όλα έγιναν από τον ίδιο τον εφεσείοντα προσωπικά και κανένα άλλο. Ήταν «παλαβή» και την παραπλάνησε. Μετά από περιστατικά σε σχέση με επιταγές για μικρά ποσά, κέρδισε την εμπιστοσύνη της. Εμφανίστηκε ως άνθρωπος με μεγάλη οικονομική επιφάνεια και εκμεταλλευόμενος συνωνυμία, ως αδελφός υπουργού. Της έδειξε επιταγή της Κεντρικής Τράπεζας για το ποσό των £950.000 με δικαιούχο τον ίδιο και αναφέρθηκε και σε περιστατικά κατά τα οποία και άλλοι, που κατονομάστηκαν, πρόσθεταν σ' αυτή την εικόνα. Γνώριζε, βεβαίως, πως οι επιταγές δεν είχαν αντίκρισμα. Μάλιστα, τις πιο πολλές από αυτές δεν τις κατέθεσε καν αλλά τις κράτησε. Θα είχε, όμως, όφελος και η ίδια. Ο εφεσείων που ήταν ο μόνος που εισέπραξε τα ποσά, της άφηνε ορισμένα ως είδος προμήθειας για την υλοποίηση της διευθέτησης που έκαμαν. Πρόκειται για τις £51.000 που φύλαξε. Δεν απομάκρυνε, όμως, αυτό το ποσό αναμένοντας να το καρπωθεί όταν ο εφεσείων θα διευθετούσε τις επιταγές, όπως ήταν η διαβεβαίωση του και όπως εκείνη εξωθήθηκε να πιστέψει. Προσδοκία την οποία ο ευπαίδευτος συνήγορός της πρόβαλε και ως το λόγο, επί των γεγονότων, για τον οποίο θα έπρεπε να αθωωθεί. Για να της υποδείξει, βεβαίως, το Κακουργιοδικείο, με εκτεταμένη αναφορά στη νομολογία πως τέτοια προσδοκία δεν συνιστούσε κάτω από τις περιστάσεις, υπεράσπιση.
Το Κακουργιοδικείο απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα και του Λοΐζου ως ψευδή. Δέχτηκε τη μαρτυρία της Ουρανίας ως αληθή και κατέληξε πως είχαν αποδειχθεί όλες οι κατηγορίες, με την εξαίρεση της 6ης όπως προαναφέραμε. Με εκτεταμένη αναφορά και παραπομπή σε νομολογία, σε σχέση με τα συστατικά τους στοιχεία, όπως τα καθορίζει ο νόμος. Και, σημειώνουμε, πως με τους λόγους έφεσης δεν αμφισβητείται πως, πράγματι, στη βάση της μαρτυρίας, όπως την αποδέχθηκε το Κακουργιοδικείο, στοιχειοθετούνταν όλα τα συστατικά των πέντε κατηγοριών. Επίσης δεν διατυπώθηκε λόγος έφεσης σε σχέση με την κρίση του Κακουργιοδικείου πως ο εφεσείων και ο Λοΐζου είπαν ψέματα. Επί του προκειμένου η αιτιολογία του Κακουργιοδικείου ήταν εκτεταμένη και περιλάμβανε αναφορά σε πληθώρα σημαντικών αντιφάσεων, αναιρέσεων και ανακολουθιών. Για να περιοριστούμε σε ορισμένα, ο Λοΐζου είχε προβάλει ριζικά διαφορετική εκδοχή στην επιστολή του ημερομηνίας 8.12.2003 την οποία απέστειλε από τη Ρουμανία, όταν βρισκόταν μαζί του ο εφεσείων και, μετά, με την κατάθεσή του προς την αστυνομία, όταν πλέον μεταφέρθηκε στην Κύπρο δυνάμει διεθνούς εντάλματος σύλληψης. Περαιτέρω, το Κακουργιοδικείο αναφέρθηκε στους συναφείς χειρισμούς του και στη θέση που προώθησε στο πλαίσιο της δικής του δίκης στην Ποινική Υπόθεση 4062/06 που προηγήθηκε. Η οποία κατέληξε σε αθώωσή του, με αποτέλεσμα, όπως σημειώνει το Κακουργιοδικείο, να μην είναι δυνατό να δικαστεί ξανά για τα ίδια αδικήματα. Ο Λοΐζου παλινδρομούσε συναφώς μεταξύ της εκδοχής όπως την πρόβαλε και ενώπιον του Κακουργιοδικείου και της εκδοχής πως ο ίδιος δεν είχε ανάμειξη και πως την ευθύνη την έφερε ο εφεσείων. Και το Κακουργιοδικείο, αφού απέρριψε, με αναφορά σε στοιχεία της μαρτυρίας, τις εξηγήσεις με τις οποίες προσπάθησε να δικαιολογήσει αυτή τη ριζικά αντιφατική στάση, χαρακτήρισε και ως εξωπραγματική την τελική του εκδοχή με την οποία εμφάνιζε την Ουρανία, μια απλή χαμηλόμισθη υπάλληλο, ουσιαστικά να αναλαμβάνει να τον δανειοδοτήσει, χωρίς οτιδήποτε άλλο, με ποσό της τάξης του μισού εκατομμυρίου λιρών. Όπως ήταν εξωπραγματική και η εκδοχή του εφεσείοντα ο οποίος εμφανίστηκε να επισκέπτεται περίπου καθημερινά τη ΣΠΕ Καπέδων απλώς για να εξαργυρώνει επιταγές του φίλου του, χωρίς κανένα δικό του όφελος. Και, περαιτέρω, να μεταβαίνει στη Ρουμανία, προφανώς υποβαλλόμενος και σε δαπάνη, με σκοπό να μην παραμείνει εκτεθειμένη η Ουρανία. Οπότε, όμως, και προέκυψε η επιστολή του Λοΐζου με την οποία, τότε, ουσιαστικά τον απάλλασσε. Ενώ, παράλληλα, παρά το ότι υποτίθεται πως παρέδιδε στο Λοΐζου τα μεγάλα ποσά που σταδιακά εισπράχθηκαν, του απέστειλε και μικροποσά για να αντιμετωπίζει βασικές του ανάγκες. Το Κακουργιοδικείο επεσήμανε και στην περίπτωση του εφεσείοντα πληθώρα άλλων αντιφάσεων και ανακολουθιών αλλά είναι αρκετό εδώ να αναφερθούμε σε δυο μόνο περαιτέρω σημεία, σε σχέση με τους ισχυρισμούς πως σε ορισμένες από τις επισκέψεις στη ΣΠΕ Καπέδων συνοδευόταν από τον ίδιο το Λοΐζου. Ο οποίος, σε άλλες περιπτώσεις, υποτίθεται ότι πήγε και μόνος του εκεί. Οι 39 επιταγές είχαν εκδοθεί από το Λοΐζου στη δική του διαταγή (self) και είχαν οπισθογραφηθεί από τον ίδιο, ενέργεια αχρείαστη αν, πράγματι, ήταν ο ίδιος παρών και ήταν ψέμα ότι τις είχε υπογράψει λευκές, για να συμπληρώνονται, όπως και γινόταν, κατά τη μαρτυρία της Ουρανίας αργότερα, αναλόγως. Στη συνέχεια, επιπρόσθετα προς τις αντιφάσεις σε σχέση με τις επισκέψεις του εφεσείοντα στη ΣΠΕ Καπέδων, το ποσό που πράγματι εισέπραξε και τις περιστάσεις συμπλήρωσης των επιταγών, το οποίο όπως αναφέραμε κάποια στιγμή αναβίβασε στις £300.000 με £350.000, εξηγώντας πως σε κάθε περίπτωση μιλούσε κατά προσέγγιση, υπήρχε και η αναντίλεκτη μαρτυρία στην οποία ήδη αναφερθήκαμε πως, κατά τα πρώτα στάδια του ελέγχου, παραδέχθηκε πως ο ίδιος είχε εισπράξει το ποσό των 39 επιταγών.
Ο πρώτος λόγος έφεσης είναι ο μόνος που συνδέεται προς την καταδίκη και αφορά αποκλειστικά στην κρίση του Κακουργιοδικείου πως η Ουρανία ήταν αξιόπιστη. Περιλαμβάνει αποσπασματική αναφορά σε ορισμένα σημεία της μαρτυρίας της, με κεντρικό όμως το ότι ήταν παράλογη και τραγελαφική αφού εμφανώς ήταν, χωρίς αυτό να μπορούσε να βρει έρεισμα στα δεδομένα, στηριγμένη στην εκδοχή της απόδοσης απεριόριστης εμπιστοσύνης στον εφεσείοντα. Ήταν λάθος η αποδοχή της μαρτυρίας της και η στήριξη σ' αυτή της καταδίκης όταν, ενόψει των πιο πάνω αλλά και του γεγονότος ότι εμφανιζόταν ως συνένοχος, θα έπρεπει να θεωρηθεί απαραίτητη η ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας. Η Ουρανία, χωρίς λογική και συνοχή εμφάνισε τα γεγονότα όπως πίστευε ότι θα εξυπηρετούσαν την ίδια και παρουσιάστηκε «όχι ως φύλακας και προστάτης αλλά με το χειρότερο τρόπο διασπάθισης, επιπολαιότητας και αφέλειας που φθάνει τα όρια της καταστροφικής μανίας της ίδιας της Συνεργατικής». Ήταν επικίνδυνο και αναξιόπιστο πρόσωπο που απλώς στόχευσε στην ενοχοποίηση του εφεσείοντα και ήταν λάθος του Κακουργιοδικείου να δώσει βαρύτητα στο ότι ενοχοποίησε και τον εαυτό της. Στην πραγματικότητα, απενοχοποίησε τον εαυτό της, εννοείται παρά το ότι βρέθηκε ένοχη και φυλακίστηκε, και ουσιαστικά ενοχοποίησε τον εφεσείοντα. Αυτό, με την εν τέλει εξήγηση πως, «απέσεισε από τους ώμους της την υποχρέωση επιστροφής των χρημάτων και επιφόρτισε τον εφεσείοντα με την ευθύνη επιστροφής ή έστω της πιθανότητας επιστροφής των χρημάτων με τη λήψη αστικών διαδικασιών». Αυτά, όμως, μαζί και με αναφορά στη βασική θέση της υπεράσπισης όπως αυτή προωθήθηκε και υποβλήθηκε στην Ουρανία κατά τη δίκη. Πως τα χρήματα πράγματι δόθηκαν από την Ουρανία, πράγματι με την προσδοκία επιστροφής αλλά στο πλαίσιο συμφωνίας με τον Λοΐζου ο οποίος και τελικά τα καρπώθηκε. Και σημειώνουμε πως και στο διάγραμμα της αγόρευσης του εφεσείοντα περιλαμβάνεται και η υποβολή του προς την Ουρανία ότι ενήργησε ακριβώς με βάση αυτή τη συμφωνία και πως, μάλιστα, οι £51.000 που βρέθηκαν στην κατοχή της, ήταν το ποσοστό 10% που συμφώνησε να παίρνει. Οπότε και σ' αυτήν την περίπτωση τα χρήματα, εκτός των £51.000 που και η ίδια η Ουρανία ανέφερε, δεν είχαν παραμείνει σ' αυτή.
Το Κακουργιοδικείο προσέγγισε τη μαρτυρία της Ουρανίας ως συναυτουργού και αναφέρθηκε στη νομολογία σε σχέση με τις αρχές αναφορικά με αυτό το θέμα. Δεν είχε όμως καμιά αμφιβολία πως μετά την αρχική δισταχτικότητα της όταν προέβαινε σε κατάθεση προς την αστυνομία, είπε την αλήθεια. Περιείχε η μαρτυρία της κάποιες αριθμητικές ανακρίβειες ή ανακρίβειες σε σχέση με λογαριασμούς χωρίς όμως αυτές να επηρέαζαν τον πυρήνα της μαρτυρίας της, που ήταν, όπως εκτίμησε το Κακουργιοδικείο, ξέσπασμα συνείδησης εμπλέκοντας σαφώς και τον εαυτό της. Παραθέτουμε συναφώς το καταληκτικό απόσπασμα από την απόφαση του Κακουργιοδικείου:
«Έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό αφού κρίναμε ως αξιόπιστη μάρτυρα την κατηγορούμενη και αφού προειδοποιήσαμε συγχρόνως του εαυτούς μας για το αναμφισβήτητο γεγονός ότι η κατηγορούμενη είναι συναυτουργός. Συγκεκριμένα, για το τελευταίο αυτό θέμα, θέλουμε να παρατηρήσουμε ότι είμαστε ικανοποιημένοι ότι στο τέλος της ημέρας η κατηγορούμενη είπε την πραγματική αλήθεια και δε διαπιστώνουμε ούτε μας υπεδείχθη γιατί να ήθελε να ενοχοποιήσει τον κατηγορούμενο και όχι για παράδειγμα το Λοΐζου που ήταν και ο εκδότης των επιταγών, ειδικότερα αν το γνώριζε, όπως ήταν ο ισχυρισμός και των δύο αντρών. Ή να ενοχοποιήσει και τους δύο συγχρόνως. Ενοχοποίησε όμως μόνο τον κατηγορούμενο διότι έτσι είχαν τα γεγονότα, όπως ακριβώς τα αφηγήθηκε. Έπειτα, με τα όσα ανάφερε δεν εξαίρεσε ούτε επιβάρυνε λιγότερο τη θέση της, και η στερεότυπη δήλωση της ότι ήταν παλαβή και εμπιστεύτηκε τον κατηγορούμενο επιβεβαιώνει την εμπλοκή της στην υπόθεση παρά οτιδήποτε άλλο.»
Έχουμε μελετήσει τα δεδομένα, τα επιχειρήματα του εφεσείοντα και, βεβαίως, τα αντίθετα της εφεσίβλητης που υποστήριξε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σε όλο της το εύρος. Είναι πάγια νομολογημένο πως την κατ' εξοχήν ευθύνη για την αξιοπιστία των μαρτύρων την έχει το Πρωτόδικο Δικαστήριο και, εν προκειμένω, δεν βρισκόμαστε μπροστά σε περίπτωση στην οποία δικαιολογείται παρέμβασή μας. Το Κακουργιοδικείο ασφαλώς είχε τη δυνατότητα να στηριχτεί στη μαρτυρία της Ουρανίας, έστω χωρίς ενισχυτική μαρτυρία και δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι στοιχειοθετείται λόγος που να δικαιολογεί την ανατροπή που εισηγείται ο εφεσείων. Η έφεση κατά της καταδίκης απορρίπτεται.
Ο δεύτερος και ο τρίτος λόγος έφεσης αφορούν στην ποινή που επιβλήθηκε. Με το δεύτερο υποστηρίζεται πως θα έπρεπε να είχε μετρήσει το γεγονός ότι η ποινική υπόθεση κατά του Λοΐζου καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο. Ενώ η δική του, στο Κακουργιοδικείο. Όπως εισηγείται, αυτή η επιλεκτική διαφοροποίηση συνιστούσε άνιση μεταχείριση «και το Δικαστήριο οφείλει να αποδώσει μέσα από την ποινή ίση μεταχείριση». Έχοντας υπόψη πως «το Επαρχιακό Δικαστήριο στο οποίο παραπέμφθη ο Λοΐζος Λοΐζου δεν μπορούσε να επιβάλει ποινή φυλάκισης πέραν των πέντε χρόνων». Αυτό, όμως, χωρίς ιδιαίτερη αναφορά στην υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής εναντίον του Λοΐζου όσο και αν οι κατηγορίες σ' αυτή χαρακτηρίστηκαν ως περίπου όμοιες με τις κατηγορίες κατά του εφεσείοντα. Μάλιστα υπό το δεδομένο πως, όπως σημειώνεται στο διάγραμμα για τον εφεσείοντα, στην υπόθεση κατά του Λοΐζου δεν περιλαμβάνονται ως μάρτυρες κατηγορίας η Ουρανία ή ο εφεσείων. Περαιτέρω, παρά το ότι οι δυο υποθέσεις δεν καταχωρήθηκαν ταυτοχρόνως αλλά προηγήθηκε εκείνη κατά του Λοΐζου. Εν πάση περιπτώσει, αυτή η εισήγηση προβλήθηκε και πρωτοδίκως και το Κακουργιοδικείο την απέρριψε, με συγκεκριμένη αιτιολογία. Ήταν «θέμα γεγονότων παρά οτιδήποτε άλλο» το κατά πόσο ο χειρισμός ως προς τον Λοΐζου συνιστούσε άνιση μεταχείριση για τους άλλους. Όμως, όπως πρόσθεσε, «η παρούσα περίπτωση δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με περιστατικά που θα μπορούσαν, λογικά, να οδηγούσαν σε τέτοιο συμπέρασμα». Για να καταλήξει ως ακολούθως:
«Αν και η ποινική δίωξη του Λοΐζου ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου μπορεί να χαρακτηριστεί ως λανθασμένη εντούτοις το αποτέλεσμα της υπόθεσης εκείνης που ήταν η αθώωση του τελευταίου, δεν αποκαλύπτει πως ο χειρισμός αυτός από την κατηγορούσα αρχή μπορεί να έχει αποβεί άδικος για τους κατηγορούμενους. Η αθώωση του Λοΐζου από το Επαρχιακό Δικαστήριο είναι καταλυτικής σημασίας ως προς το θέμα της ίσης μεταχείρισης και διαπιστώνουμε ότι υπό αυτές τις περιστάσεις κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί στην προκειμένη περίπτωση.»
Επί των πιο πάνω δεν έχει λεχθεί οτιδήποτε από τον εφεσείοντα και πολύ λιγότερο δεν υπάρχει εισήγηση για οποιοδήποτε λάθος στην προσέγγιση του Κακουργιοδικείου, όπως αυτό ρητά την εξήγησε. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί συνεπώς η εισήγηση για ανισότητα που θα έπρεπε να βρει αντανάκλαση στην ποινή με τον τρόπο που εισηγείται ο εφεσείων.
Με τον τρίτο και τελευταίο λόγο έφεσης υποστηρίζεται πως η ποινή ήταν εκδήλως υπερβολική για ένα ουσιαστικό λόγο. Βάρυνε στη σκέψη του Κακουργιοδικείου η εκτίμηση του πως ο ρόλος του εφεσείοντα σε αντίθεση προς εκείνο της Ουρανίας, στην οποία επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης μικρότερης έκτασης, ήταν πρωταγωνιστικός. Αυτό ήταν λάθος. Το αντίθετο ήταν το σωστό και παρατέθηκαν λόγοι γι' αυτή τη θέση. Αφορούσαν στον κεντρικό ρόλο της Ουρανίας ως υπαλλήλου της ΣΠΕ Καπέδων με ιδιαίτερα καθήκοντα για τήρηση των ορθών διαδικασιών και, εν τέλει, διαφύλαξη των χρημάτων των εργοδοτών της. Καθήκοντα που παρέβη, μάλιστα κατά καιρούς παραπλανώντας.
Η κρίση του Κακουργιοδικείου πως επιβαλλόταν διαφοροποίηση στη μεταχείριση των δυο αποτέλεσε ειδικό κεφάλαιο στην αιτιολόγηση της απόφασής του σε σχέση με την ποινή. Και αυτή η διαφοροποίηση δεν συναρτήθηκε μόνο προς την εκτίμηση αναφορικά με το ρόλο του καθενός. Σημείωσε, βεβαίως, πως ο ρόλος του εφεσείοντα ήταν «πρωταρχικός» αφού, στη βάση της μαρτυρίας, ήταν δική του επινόηση η διάπραξη των αδικημάτων μετά από δική του προσέγγιση της Ουρανίας και όχι το αντίθετο. Εκμεταλλεύτηκε την αφέλειά της αλλά και την απληστία της συντηρώντας με τις ψεύτικες παραστάσεις του την προσδοκία για επιστροφή των χρημάτων. Χρήματα του ύψους των £402.150 τα οποία στο τέλος εκείνος και όχι η Ουρανία καρπώθηκε και δεν επέστρεψε, έστω για να ληφθεί υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής. Ενώ η Ουρανία, που και αυτή ήταν υπόλογη για σοβαρά αδικήματα, στο τέλος δεν καρπώθηκε οποιοδήποτε ποσό αλλά, όπως αναφέρθηκε, έχασε βεβαίως, και τη δουλειά της. Για να παραδεχθεί ουσιαστικά την ενοχή της μέσα από την κατάθεσή της στην αστυνομία και στη συνέχεια, με την ένορκη μαρτυρία της και αυτό ανεξάρτητα από το γεγονός ότι αρνήθηκε τις κατηγορίες, για λόγους όμως που δεν σχετίζονταν με τα γεγονότα, όπως τα παρέθεσε και που συνιστούσαν στάση παραδοχής από την αρχή μέχρι το τέλος της υπόθεσης. Ενώ, όπως εν τέλει σημειώνει το Κακουργιοδικείο, ο εφεσείων «παρέμεινε αμετανόητος μέχρι τέλους».
Δεν μπορούμε να συμμεριστούμε την εισήγηση όπως την περιλαμβάνει ο δεύτερος λόγος έφεσης. Θεωρούμε πως υπήρχαν επαρκή διαφοροποιητικά στοιχεία σε σχέση με το ρόλο του εφεσείοντα αλλά και σε σχέση με τα άλλα, που δεν συζητήθηκαν.
Κατά την ακρόαση ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον εφεσείοντα έθεσε ακόμα ένα θέμα σε σχέση με την ποινή, άσχετο προς την απόφαση του Κακουργιοδικείου. Αφορούσε στην εξέλιξη της υγείας του εφεσείοντα στις φυλακές και έθεσε ενώπιόν μας δυο ιατρικά πιστοποιητικά προερχόμενα από τον ιατρικό λειτουργό των φυλακών. Το πρώτο, που εκδόθηκε στις 28.8.08, ουσιαστικά αναθεωρήθηκε από το δεύτερο που εκδόθηκε στις 3.11.08. Το τελευταίο αναφέρεται πλέον σε «κατά καιρούς υπερτασικές κρίσεις», με ορισμένα συνακόλουθα. H κατάσταση του εφεσείοντα επιβάλλει καθημερινή εξέταση στο ιατρείο των φυλακών και διατυπώνεται η άποψη πως ήταν ανησυχητική αφού λόγω της υπερβολικής ψυχικής πίεσης που νιώθει κινδυνεύει να υποστεί σοβαρές επιπλοκές. Διακόψαμε τη διαδικασία για να δοθεί στην ευπαίδευτη συνήγορο για την εφεσίβλητη η δυνατότητα ενημέρωσης ώστε να τοποθετηθεί ανάλογα.
Μετά το διάλειμμα, ενόψει των κοινών θέσεων των δυο πλευρών, δεν χρειάστηκε άλλη διαδικασία. Ο ιατρός που εξέδωσε τα πιστοποιητικά δεν υπηρετούσε πλέον στις Κεντρικές Φυλακές και, πάντως, η τελευταία φορά που ο εφεσείων επισκέφθηκε το ιατρείο ήταν η 12.12.08, δηλαδή ένα και πλέον μήνα πριν από την ακρόαση, οπότε του έγινε μόνο καρδιογράφημα. Και, όπως δέχτηκε ο εφεσείων, παίρνει τα φάρμακα που του δόθηκαν και, πλέον, δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε σοβαρό πρόβλημα. Επομένως, όπως εξάγεται, δεν στοιχειοθετείται πραγματικό υπόβαθρο για άλλης μορφής εξέταση από εμάς, κάτω από το πρίσμα της Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 487, στην οποία αναφέρθηκε ο εφεσείων.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η έφεση κατά της καταδίκης και κατά της ποινής απορρίπτεται.
Η έφεση κατά της καταδίκης και της ποινής απορρίπτεται.