ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 2 ΑΑΔ 854

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 65/2008 και 66/2008)

 

 

11 Δεκεμβρίου, 2008

 

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

 

 

(Ποινική ΄Εφεση Αρ. 65/2008)

 

RASTISLAV  ZAK,

Εφεσείων,

ν.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

________________________

 

(Ποινική ΄Εφεση Αρ. 66/2008)

 

PETER  PIRKO,

Εφεσείων,

ν.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

_________________________

 

Π. Χατζηπαναγιώτου, για τους Εφεσείοντες.

Μ. Πασιαρδή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.

Εφεσείοντες παρόντες.

__________________________

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

________________________

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Οι εφεσείοντες, με δική τους παραδοχή, βρέθηκαν ένοχοι σε τρεις κατηγορίες ληστείας και μία κατηγορία για οπλοφορία προς διέγερση τρόμου - (΄Αρθρα 20, 282, 283 και 80 του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154).  Επιπλέον, ο εφεσείων στην ΄Εφεση Αρ. 66/08 - («εφεσείων 2») - παραδέχτηκε ακόμη δύο κατηγορίες.  Αφορούσαν και πάλι ληστεία και οπλοφορία προς διέγερση τρόμου.

 

Στους εφεσείοντες, για τις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν από κοινού, επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης οκτώ χρόνων - (κατηγορία που αφορούσε τη ληστεία) - και έξι μηνών - (κατηγορία που αφορούσε την οπλοφορία προς διέγερση τρόμου) - εις δε τον εφεσείοντα 2, για τα αδικήματα που αντιμετώπιζε μόνος του, επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης ενός έτους και έξι μηνών, αντίστοιχα, οι οποίες το Κακουργοδικείο διέταξε να είναι διαδοχικές των ποινών στις οποίες καταδικάστηκε με το συγκατηγορούμενό του.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως τέθηκαν και έγιναν δεκτά από το Κακουργοδικείο, έχουν, σε συντομία, ως εξής:-

 

Οι εφεσείοντες, στις 10.59 το πρωί της 6/2/2008, φορώντας κουκούλες και κρατώντας πιστόλια, μπήκαν στο υποκατάστημα του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Δασκάλων Λτδ. - (το «Ταμιευτήριο») - το οποίο βρίσκεται στη γωνία των οδών Κιλκίς και Κωστή Παλαμά στη Λάρνακα.  Υπό την απειλή των πιστολιών, ζήτησαν να τους παραδοθούν τα χρήματα.  Η ταμίας, με οδηγίες του Διευθυντή του Ταμιευτηρίου, έβγαζε από το ταμείο δέσμες χαρτονομισμάτων, τα οποία οι εφεσείοντες έπαιρναν και έβαζαν στις τσέπες των παντελονιών τους.  Στο μεταξύ, ο Διευθυντής πρόλαβε και ενεργοποίησε το σύστημα συναγερμού.  Οι εφεσείοντες πήραν όσα χρήματα στη βιασύνη τους μπόρεσαν να βάλουν στις τσέπες τους και, φεύγοντας, έδωσαν οδηγίες στους υπαλλήλους που βρίσκονταν πίσω από τους πάγκους του υποκαταστήματος να πέσουν στο έδαφος.  Τις ίδιες οδηγίες έδωσαν και σε πελάτη που εισερχόταν στο Ταμιευτήριο, προτάσσοντας εναντίον του τα πιστόλια που κρατούσαν.

 

Οι εφεσείοντες καταδιώχθηκαν από πολίτες, οι οποίοι, μαζί με αστυνομικό που προσέτρεξε στο μέρος, κατόρθωσαν και ανέκοψαν τον εφεσείοντα στην ΄Εφεση Αρ. 65/08 - («εφεσείοντα 1») - στην κατοχή του οποίου βρέθηκαν €14.620,00, δύο κουκούλες και ένα ομοίωμα πιστολιού.  Ο εφεσείων 2 κατόρθωσε να διαφύγει, για να συλληφθεί, όμως, και αυτός την επομένη.  Ο εφεσείων 1, μετά τη σύλληψή του, σε θεληματική κατάθεσή του, παραδέχτηκε τη διάπραξη των αδικημάτων και κατονόμασε ως συνεργάτη του τον εφεσείοντα 2, τον οποίο ο Αστυνομικός Φωτίου, που τον είχε καταδιώξει, αναγνώρισε ως τον έναν από τους ληστές.  Και ο εφεσείων 2, μετά τη σύλληψή του, σε θεληματική του κατάθεση, παραδέχτηκε τα αδικήματα και παρέδωσε το πιστόλι που χρησιμοποίησε, το οποίο είχε κρύψει στο διαμέρισμά του, καθώς και το ποσό των €24.120,00.  Στη συνέχεια, και όταν ο Αστυνομικός 1435 - Κ. Βασιλείου του ανέφερε ότι σε βιντεοκασέτα τον αναγνώρισε ως το δράστη της ληστείας του περιπτέρου του Θάνου Σκατζουρή, παραδέχθηκε ότι στις 13/12/2007, υπό την απειλή πιστολιού, ανάγκασε την υπάλληλο του εν λόγω περιπτέρου να του παραδώσει όλα τα χρήματα που υπήρχαν στο ταμείο και σε τσαντάκι κάτω από πάγκο, συνολικά, ΛΚ500,00.  Υπό την απειλή πάντα του πιστολιού, προτού φύγει, έσπρωξε την υπάλληλο με το χέρι του και την οδήγησε στην αποθήκη του περιπτέρου.  Στο περίπτερο υπήρχε εγκατεστημένο κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, με αποτέλεσμα τα πιο πάνω να καταγραφούν.  Με την καταγγελία του επεισοδίου στην Αστυνομία, παραδόθηκαν η βιντεοκασέτα μαζί με τον ψηφιακό δίσκο.  Ο εφεσείων 2, όταν κατηγορήθηκε γραπτώς, και πάλι παραδέχθηκε, από δε την υπάλληλο του περιπτέρου, η οποία τον αναγνώρισε στον αστυνομικό σταθμό, ζήτησε συγγνώμη, λέγοντάς της ότι δεν είχε σκοπό να της κάμει κακό.

 

Στις θεληματικές καταθέσεις τους οι εφεσείοντες - είναι και οι δύο Σλοβάκοι - ανέφεραν ότι στην πατρίδα τους καταδικάστηκαν, ο πρώτος, σε φυλάκιση τριών χρόνων και τεσσάρων μηνών για ληστεία και, ο δεύτερος, σε φυλάκιση τεσσεράμισι χρόνων για ληστεία με ψεύτικο πιστόλι και ότι αποφυλακίστηκε το Σεπτέμβριο του 2007.  Οι καταδίκες που ανέφεραν οι εφεσείοντες επιβεβαιώθηκαν από τη Europol Σλοβακίας.

 

Το Κακουργοδικείο, κατά την επιμέτρηση της ποινής και στην προσπάθειά του για κοινή προσέγγιση των παραβατών - (βλ. Γρηγορίου ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 217) -  αφού αναφέρθηκε σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου[1], οι οποίες πραγματεύονται αδικήματα της ίδιας φύσης, ασχολήθηκε και σχολίασε τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες διαπράχθηκαν τα αδικήματα, όπως και έναν προς έναν όλους τους ελαφρυντικούς παράγοντες που έθεσε ο συνήγορος των εφεσειόντων.  ΄Ελαβε υπόψη του υπέρ των εφεσειόντων, μεταξύ άλλων, ότι αυτοί, καίτοι σχεδίασαν τα αδικήματα, έδρασαν επιπόλαια - το προϊόν της κλοπής προσπαθούσαν να το κρύψουν στις τσέπες των παντελονιών τους - δεν προκάλεσαν σε οποιοδήποτε σωματική βλάβη, δεν αποκόμισαν οποιοδήποτε ποσό, το μεγαλύτερο ποσό των χρημάτων ανευρέθη - μέρος απωλέσθηκε στο δρόμο κατά την καταδίωξή τους - όπως και την άμεση παραδοχή τους, παρά τη μειωμένη σημασία της, λόγω της επ' αυτοφώρω σύλληψης του εφεσείοντα 1.  ΄Εδωσε, όμως, βαρύνουσα σημασία στη σοβαρότητα των αδικημάτων και στην ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε αδικήματα, η διάπραξη των οποίων επαναλαμβάνεται και τα οποία δικαιολογημένα ανησυχούν την κοινωνία.  ΄Ελαβε,  επίσης, υπόψη ότι οι εφεσείοντες, ηλικίας 31 και 35½ χρονών, παντρεμένοι, με ένα παιδί ο κάθε ένας, ηλικίας 9 και 13 χρονών, βαρύνονται με προηγούμενες καταδίκες, οι οποίες περιορίζουν τα περιθώρια της επιείκειας.

 

Οι εφεσείοντες παραπονούνται ότι οι ποινές που τους έχουν επιβληθεί είναι υπερβολικές και, συγκεκριμένα, η ποινή της οκταετούς φυλάκισης για το αδίκημα της ληστείας.  Ο ευπαίδευτος συνήγορός τους, αγορεύοντας ενώπιόν μας, εισηγήθηκε, χωρίς να αμφισβητεί τη σοβαρότητα των αδικημάτων - το αδίκημα της ληστείας του ΄Αρθρου 283 του ΚΕΦ. 154 τιμωρείται με ποινή ισόβιας φυλάκισης - και την ανάγκη που επισημάνθηκε για αποτρεπτική ποινή ενόψει της φύσης και της συχνότητάς τους, ότι οι περιστάσεις διάπραξής τους - ελλείπει ο σχεδιασμός, η χρήση βίας, η ύπαρξη οποιωνδήποτε απωλειών - η άμεση παραδοχή και η ειλικρίνειά τους - οι ίδιοι απεκάλυψαν τις προηγούμενες καταδίκες τους - δε λήφθηκαν υπόψη από το Κακουργοδικείο στο βαθμό που θα έπρεπε.

 

΄Οπως επανειλημμένα έχουμε αναφέρει, η ευθύνη για την επιμέτρηση της ποινής ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο και επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο όταν η ποινή είναι αποτέλεσμα σφάλματος αρχής ή έκδηλα υπερβολική και όχι όταν αυτή, ενδεχόμενα, θα μπορούσε να είναι επιεικέστερη - (βλ. Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245· Κουφού & άλλος ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 396· Σουπουρής ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 58).

 

΄Εχουμε εξετάσει το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης, σε συνδυασμό με όλους τους παράγοντες οι οποίοι διέπουν την επιμέτρηση της ποινής.  Δε διακρίνουμε το Κακουργοδικείο να έχει σταθμίσει οποιοδήποτε από τα δεδομένα κατά τρόπο που θα επέτρεπε επέμβασή μας.  ΄Ολα όσα ο συνήγορος των εφεσειόντων συζήτησε ενώπιόν μας ως ελαφρυντικά απασχόλησαν το Κακουργοδικείο και επέδρασαν στην επιμέτρηση της ποινής, στο βαθμό που να μην εξουδετερώνεται η σοβαρότητα αδικήματος, για το οποίο ο νομοθέτης προέβλεψε ποινή φυλάκισης διά βίου.  Θεωρούμε ότι η ποινή της οκταετούς φυλάκισης, που έχει επιβληθεί για το αδίκημα της ληστείας, δεν μπορεί, καθ' οιονδήποτε τρόπο, να χαρακτηριστεί υπερβολική.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

                                                              

                                                                         Α. Κραμβής, Δ.

 

 

                                                                         Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.

 

 

                                                                         Ε. Παπαδοπούλου, Δ.

 

/ΜΠ



[1]  Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 411· Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 571· Σταύρου «Φάντης» ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 61

  Samarawickrama v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 162


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο