ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 2 ΑΑΔ 478
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 29/2007)
15 Ιουλίου 2008
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
ΣΤΑΥΡΟΣ Κ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,
Εφεσείων,
- ν. -
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
---------------------------
Μ. Κιτρομηλίδης, για τον Εφεσείοντα.
Π. Ευθυβούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για την Εφεσίβλητη.
Ο εφεσείων είναι παρών.
---------------------------
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση
του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Ναθαναήλ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Ένα και μοναδικό σημείο τέθηκε κατά την έφεση προς διαφοροποίηση της 14χρονης ποινής φυλάκισης που επεβλήθη από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λάρνακας στον εφεσείοντα μετά από παραδοχή, ότι στις 22.11.06 εισήγαγε στο αεροδρόμιο Λάρνακας ελεγχόμενο φάρμακο τάξης Β΄, δηλαδή, 6.453.34 κιλά ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης, ενέργεια που απετέλεσε τις λεπτομέρειες της δεύτερης κατηγορίας που του απευθύνθηκε. Η ίδια ποινή του επεβλήθη και στην τέταρτη κατηγορία η οποία αφορούσε την κατοχή με σκοπό την προμήθεια των ναρκωτικών αυτών. Στην πρώτη κατηγορία που αφορούσε τη συνομωσία με άλλο πρόσωπο για διάπραξη του κακουργήματος της εισαγωγής των ναρκωτικών, επεβλήθη ποινή φυλάκισης 4 χρόνων, ενώ στην τρίτη κατηγορία για κατοχή των ναρκωτικών επεβλήθη ποινή φυλάκισης 5 χρόνων.
Ο συνήγορος του εφεσείοντα δεν αμφισβήτησε τη σοβαρότητα των αδικημάτων, αλλά εισηγήθηκε ότι το Κακουργιοδικείο κατά την επιμέτρηση των παραμέτρων που έλαβε υπόψη για την επιβολή της ποινής, δεν αξιολόγησε ορθά ή υποτίμησε τον παράγοντα των ψυχολογικών προβλημάτων του εφεσείοντα, με τη συνακόλουθη μειωμένη του αντίσταση, λόγω ανώριμου χαρακτήρα και τη μη εκ μέρους του αντίληψη της σοβαρότητας των αδικημάτων. Ο κ. Κιτρομηλίδης παρέπεμψε σε διάφορα αποσπάσματα του σκεπτικού της ποινής για να υποστηρίξει τη θέση του ότι τα πιο πάνω δεν λήφθηκαν υπόψη επαρκώς ή καθόλου. Από την άλλη, η κα Ευθυβούλου εισηγήθηκε ότι το Κακουργιοδικείο ορθά καθοδηγήθηκε από τις αρχές και έλαβε υπόψη προς όφελος του εφεσείοντα ό,τι ήταν δυνατό να προσμετρήσει, επέβαλε δε αυστηρή μεν, αλλά όχι τέτοια ποινή που να εκφεύγει του μέτρου, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη και την αυξητική τάση στην επιβολή ολοένα και αυστηρότερων ποινών για την κατοχή και εμπορία ναρκωτικών ουσιών. Η κα Ευθυβούλου περαιτέρω παρέπεμψε σε αριθμό πρόσφατων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις οποίες διαφαίνεται αυτή η αυστηρή αντιμετώπιση των αδικημάτων.
Όπως εξάγεται από την κατά στέρεο τρόπο δομημένη απόφαση του Κακουργιοδικείου, ο εφεσείων 29 ετών αφού αφίχθηκε από την Ολλανδία το βράδυ της 22.11.06, διακινήθηκε ύποπτα στο χώρο παραλαβής αποσκευών, με αποτέλεσμα να κινήσει τις υποψίες και να ανακοπεί κατά την έξοδο του, για τελωνειακό έλεγχο. Ανευρέθηκαν 5 πακέτα στις αποσκευές του περιτυλιγμένα ως δώρα, εντός των οποίων όμως υπήρχαν 14 αεροστεγώς κλεισμένα νάϋλον σακούλια που ήταν ξηρή φυτική ύλη κάνναβης. Ο εφεσείων παρεδέχθη αμέσως, τις δε πρωϊνές ώρες της επομένης ημέρας, έδωσε κατάθεση στην οποία ενέπλεξε και άλλο άτομο. Στη συνέχεια σε άλλες θεληματικές καταθέσεις του, ο εφεσείων ανέφερε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χρήματα από άτομο για να μεταβεί στην Ολλανδία με σκοπό να μεταφέρει τα ναρκωτικά στην Κύπρο. Αργότερα, μάλιστα, αναγνώρισε αυτό το άτομο ως εκείνο που του είχε δώσει τα χρήματα και τον είχε μεταφέρει στο αεροδρόμιο Λάρνακας.
Το Κακουργιοδικείο επανερχόμενο στην αίθουσα του Δικαστηρίου για να αναγνώσει την ποινή ενημερώθηκε από την τότε εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής, ότι ο εφεσείων στο μεσοδιάστημα ανεκάλεσε την αναγνώριση και την εμπλοκή του ατόμου που είχε αρχικά κατονομάσει, εξηγώντας ότι η αρχική του τοποθέτηση σκοπό είχε την απόκρυψη των πραγματικών συνεργατών του, τους οποίους και δεν επιθυμούσε να αποκαλύψει, λόγω φόβου.
Τα πιο πάνω αναφέρονται διότι ο κ. Κιτρομηλίδης παρέπεμψε το Εφετείο στην τελευταία πρόταση της τελευταίας παραγράφου της σελ. 10 του σκεπτικού της ποινής, όπου το Κακουργιοδικείο ανέφερε ότι δεν εντοπίζετο οποιοσδήποτε σχετικός μετριαστικός παράγοντας που μπορούσε να επιδράσει στην πορεία επιβολής της ποινής, για να το συσχετίσει με την άλλη καταγραφείσα στη σελ. 5 της απόφασης θέση του Κακουργιοδικείου, ότι ο εφεσείων προερχόταν από διαλυμένη οικογένεια, δεν είχε οποιαδήποτε περιουσία ή εισόδημα, ότι είχε από την τρυφερή ηλικία του ενός έτους τοποθετηθεί σε ανάδοχη οικογένεια και ότι τα τελευταία τρία χρόνια συντηρείτο με μηνιαίο δημόσιο βοήθημα λόγω ανικανότητας για εργασία εξ αιτίας ψυχολογικών προβλημάτων, με αναφορά σε ιατρικά πιστοποιητικά. Η συσχέτιση των δύο τμημάτων του σκεπτικού από τον κ. Κιτρομηλίδη είναι όμως ατυχής και δεν αναδεικνύεται αντίφαση, διότι όπως ορθά υπέδειξε η κα Ευθυβούλου, η αρχική αναφορά για την ανυπαρξία σχετικού μετριαστικού παράγοντα στη σελ. 10, αφορούσε την αλλαγή στη στάση του εφεσείοντα ως προς την αποκάλυψη των συνεργατών του. Η συνεργασία του εφεσείοντα με την αστυνομία για τη διαλεύκανση εγκλήματος αποτελεί με βάση τη νομολογία ουσιαστικό μετριαστικό παράγοντα, πλην όμως εδώ, ορθά το Κακουργιοδικείο ανέφερε ότι μετά τη διαφοροποίηση του εφεσείοντα, δεν μπορούσε να προσμετρήσει αυτός ο παράγοντας υπέρ του εφόσον στο τέλος της ημέρας ο εφεσείων δεν έδωσε οποιαδήποτε στοιχεία για τους συνεργάτες του.
Το ουσιαστικό έρεισμα της έφεσης είναι ότι το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε υπόψη του επαρκώς τα ψυχολογικά προβλήματα του εφεσείοντα και αυτό κατά τον κ. Κιτρομηλίδη φαίνεται από την πρωτόδικη θέση στις σελ. 8-9 του σκεπτικού, ότι συνυπολογίζονται οι προσωπικές καταστάσεις του «.. συμπεριλαμβανομένων των όποιων, αόριστα τεθέντων, ψυχολογικών του προβλημάτων». Ταυτόχρονα, το Κακουργιοδικείο κατέγραψε τη θέση του ότι δεν παραβλέπονται οι προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορούμενου, αλλά αυτές έχουν σαφώς μειωμένη σημασία εξ αιτίας του στοιχείου της αποτροπής που θα πρέπει να διέπει την ποινή. Περαιτέρω και με αναφορά στην υπόθεση Ρεσλάν ν. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 127, τόνισε ότι οι προσωπικές περιστάσεις στις υποθέσεις εμπορίας ναρκωτικών «.. διαδραματίζουν ασήμαντο μέχρι μηδενικό ρόλο στην επιμέτρηση της ποινής ..».
Ενώπιον του Κακουργιοδικείου είχε τεθεί έκθεση του Γραφείου Ευημερίας η οποία ομολογουμένως ήταν συνοπτική. Στην τρίτη παράγραφο των παρατηρήσεων αναφερόταν ότι ο εφεσείων συντηρείτο με μηνιαίο δημόσιο βοήθημα «.. γιατί βάσει ιατρικών πιστοποιητικών ήτο ανίκανος για εργασία λόγω ψυχολογικών προβλημάτων.». Ο τότε δικηγόρος του εφεσείοντα ο οποίος εμφανίσθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου, κατά την αγόρευση του προς μετριασμό της ποινής και με αναφορά στην έκθεση ανέφερε, σελ. 9 των πρακτικών, ότι σε σχέση με τα ψυχολογικά προβλήματα «.. παρακολουθείτο τα τελευταία τέσσερα χρόνια από τον γιατρό τον κ. Καραβία ..». Δεν δόθηκαν όμως περισσότερα στοιχεία, ούτε παρουσιάστηκε οποιαδήποτε έκθεση από τον ίδιο τον Δρ. Καραβία και προφανώς είναι με αυτά τα δεδομένα που το Κακουργιοδικείο αναφέρθηκε σε αορίστως τεθέντα ενώπιον του ψυχολογικά προβλήματα. Αναμφίβολα ο συνήγορος που παρουσιάστηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου όφειλε προς υποβοήθηση και του έργου του Κακουργιοδικείου και για ορθή αντιπροσώπευση του εφεσείοντα, να παρουσιάσει πιο εξειδικευμένα αυτά τα ψυχολογικά προβλήματα. (δέστε Τηλεμάχου ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 701 σελ. 707.). Το ίδιο βέβαια θα μπορούσε να έπραττε και ενώπιον του Εφετείου ο νέος δικηγόρος. Δεν αλλοιώνεται όμως το γεγονός ότι ενώπιον του Κακουργιοδικείου είχε τεθεί συγκεκριμένη αναφορά σε τετραετή παρακολούθηση του εφεσείοντα από ψυχίατρο, αναφορά που δεν αμφισβητήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο από την τότε εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής και που έτεινε να ισχυροποιήσει τα αναφερόμενα στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας ως προς τα ψυχολογικά προβλήματα που μάστιζαν τον εφεσείοντα τα τελευταία χρόνια, στη βάση των οποίων αυτός κατέστη ανίκανος για εργασία. Αυτό το δεδομένο, μαζί με την ταυτόχρονη αναφορά στην έκθεση, που μνημονεύει βεβαίως ορθά το Κακουργιοδικείο, ότι ο εφεσείων είχε και τους δύο γονείς του να πάσχουν από ψυχολογικά προβλήματα, έπρεπε να προσμετρήσει περισσότερο στη σκέψη του Κακουργιοδικείου και θα μπορούσε ακόμη και το ίδιο αυτεπάγγελτα, στη βάση των όσων τέθηκαν ενώπιον του, να αναζητούσε περαιτέρω στοιχεία ή και να δώσει χρόνο στην παρουσίαση πρόσθετων πιστοποιητικών. Αυτό, διότι πρωταρχικό έργο ενός Δικαστηρίου που επιβάλλει ποινή, είναι η ενώπιον του αναδίπλωση όλων των σχετικών και βοηθητικών υπέρ του κατηγορουμένου στοιχείων από πλευράς προσωπικών δεδομένων, ώστε η ποινή να συσχετίζεται όσο το δυνατό πιο αποτελεσματικά με την προσωπικότητα του δράστη.
Αναμφίβολα οι υποθέσεις που ανέφερε η κα Ευθυβούλου δείχνουν την αυστηρότητα με την οποία πρέπει να αντιμετωπίζονται οι παράνομες ενέργειες που σχετίζονται με ναρκωτικές ουσίες. Στην Berne ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 437, είχε επικυρωθεί 10ετής ποινή φυλάκισης για κατοχή 5.023,27 γραμμαρίων ρητίνης κάνναβης με σκοπό την προμήθεια μετά από ακρόαση, ενώ στην Τουμάζου ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 63, επικυρώθηκε και πάλι 10ετής ποινή φυλάκισης για εισαγωγή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια 8.957,7 γραμμαρίων φυτικής κάνναβης. Περαιτέρω, πιο πρόσφατα, στην Μαυρίκιου ν. Αστυνομίας Ποιν. Έφ. 89/06, ημερ. 4.7.07, επικυρώθηκε 12ετής ποινή φυλάκισης για κατοχή 6.341,3376 γραμμαρίων ρητίνης κάνναβης με σκοπό την προμήθεια, στη δε Ιωάννου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ. 183/06, ημερ. 27.11.07, επικυρώθηκε 16ετής ποινή φυλάκισης για κατοχή με σκοπό την προμήθεια 24 σχεδόν κιλών κάνναβης, από την οποία δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη. Τέλος, στην Tomatari ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 32/07, ημερ. 29.2.08, επικυρώθηκε 10ετής ποινή φυλάκισης για κατοχή με σκοπό την προμήθεια φαρμάκου τάξης Α΄, δηλαδή, 498.6158 γραμμαρίων οπίου μετά από παραδοχή, ενώ στην Αθηνής ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 45/07, ημερ. 10.4.08, απορρίφθηκε έφεση για την 20ετή ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε για εισαγωγή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια φαρμάκου τάξεως Α΄, δηλαδή, 4.988,3 γραμμαρίων κοκαΐνης, όπου ο 51 ετών εφεσείων είχε και τρεις σοβαρές προηγούμενες καταδίκες.
Σε όλες τις πιο πάνω υποθέσεις, το Εφετείο τόνισε την αναγκαιότητα τα Δικαστήρια να επιβάλλουν αυστηρές ποινές ώστε να δίνεται το μήνυμα σε όλους τους επίδοξους μεταφορείς ναρκωτικών ουσιών, με σκοπό την προμήθεια, ότι ανάλογη θα είναι και η αντιμετώπιση τους. Από την άλλη, όπως ορθά διατύπωσε στο σκεπτικό του και το Κακουργιοδικείο, δεν πρέπει να παραβλέπονται οι προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορουμένου, που μαζί με την παραδοχή και τη μεταμέλεια, διαδραματίζουν το δικό τους ρόλο στον καθορισμό της ορθής ποινής. Εδώ, ο εφεσείων βαρύνετο και με μια προηγούμενη καταδίκη η οποία όμως, όπως διαγνώστηκε, αφορούσε μια μηδαμινή ποσότητα ελεγχομένου φαρμάκου τάξης Β΄ για την οποία είχε επιβληθεί στις 11.1.06 πρόστιμο £500 και εγγύηση £3.000 για περίοδο τριών ετών. Ορθά το Κακουργιοδικείο ανέφερε ότι ο εφεσείων δεν τιμωρείται εκ νέου για την προηγούμενη παράνομη συμπεριφορά του, αλλά η χρονικά σύντομη εκ μέρους του νέα καταστρατήγηση του νόμου, έδειχνε τη ροπή του προς την παρανομία περιορίζοντας τα περιθώρια επιείκειας.
Έχει διατυπωθεί πρόσφατα στην Abe ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 49/06, ημερ. 24.3.08, ότι παρά την αυστηρότητα με την οποία πρέπει να αντιμετωπίζονται οι υποθέσεις ναρκωτικών και παρά τη διαχρονική νομολογιακή αναφορά ότι οι προσωπικές συνθήκες σε αυτού του είδους τις υποθέσεις έχουν μειωμένη αξία, δεν πρέπει να δίνεται η εντύπωση ότι στην ουσία δεν λαμβάνονται καθόλου υπόψη, εξουδετερώνοντας έτσι την ενασχόληση του Δικαστηρίου με τη διαδικασία εξατομίκευσης της ποινής. Στην επιβληθείσα εδώ ποινή, θα μπορούσαν να είχαν προσμετρήσει στη σκέψη του Κακουργιοδικείου έτι περισσότερο τα ψυχολογικά του προβλήματα, για τους λόγους που καταγράφηκαν προηγουμένως, ώστε να αντανακλούνται αυτά στο καθορισθέν ποινικό μέτρο κατά δικαιότερο τρόπο.
Ως εκ των άνω, κρίνεται ότι η ορθότερη υπό τις περιστάσεις ποινή είναι αυτή των 12 ετών φυλάκισης στις κατηγορίες 2 και 4, που παραμένει μεν μια αυστηρή ποινή, αλλά πλέον εξατομικευμένη.
Η έφεση επομένως επί της ποινής επιτρέπεται με τη μείωση των επιβληθεισών ποινών σε 12 έτη ως ανωτέρω. Οι ποινές να συντρέχουν.
Δ.
Δ.
Δ.