ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 2 ΑΑΔ 68
12 Φεβρουαρίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΣΑΒΒΑΣ ΤΕΓΓΕΡΙΔΗΣ,
Κατηγορούμενος-Αιτητής,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Κατηγορούσας Αρχής-Καθ' ης η αίτηση.
(Ποινική Αίτηση Αρ. 9/2006)
Έφεση ? Χρόνος άσκησής της ? Παράταση χρόνου ? Άρθρο 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 ? Ο χρόνος για την άσκηση έφεσης μπορεί να παραταθεί εφόσον το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι υπάρχει καλός λόγος γι' αυτό ? Τα Δικαστήρια με πολλή φειδώ δίδουν τέτοια παράταση.
Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής ζητά παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία αυτός καταδικάστηκε, κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, σε κατηγορία πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης πέντε μηνών. Στην ένορκη δήλωση η οποία υποστηρίζει την αίτηση προβάλλονται λόγοι σύμφωνα με τους οποίους η ευθύνη για τη μη έγκαιρη καταχώρηση της έφεσης επιρρίπτεται κυρίως στους δικηγόρους του κατηγορουμένου-αιτητή. Η Κατηγορούσα Αρχή καταχώρησε ένσταση στην αίτηση του αιτητή.
Αποφασίστηκε ότι:
Ο αιτητής δεν έχει δείξει καλό λόγο για να εγκριθεί η αίτησή του. Σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, η ανάθεση της μελέτης της δυνατότητας άσκησης έφεσης σε δικηγόρους δεν συνιστά καλό λόγο για να εγκριθεί αίτηση παράτασης της προθεσμίας υποβολής έφεσης. Ούτε και έδειξε στο Δικαστήριο ο αιτητής ότι η καθυστέρηση στην καταχώρηση της αίτησης για παράταση της προθεσμίας οφειλόταν σε ουσιαστική αδυναμία του να το πράξει. Επιπρόσθετα, στην ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση δεν αναγράφονται οι λόγοι έφεσης του αιτητή (σε περίπτωση έγκρισης της αίτησής του), κι' έτσι το Δικαστήριο δεν έχει τη δυνατότητα να τους λάβει υπόψη του σε σχέση με την ικανοποίηση του καθήκοντος του αιτητή να δείξει καλό λόγο για έγκριση της αίτησής του.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Γιδάκης ν. Αστυνομίας Λεμεσού (2004) 2 Α.Α.Δ. 303,
Περεντού ν. Αστυνομικού Διευθυντή Λεμεσού (2004) 2 Α.Α.Δ. 125,
Α/φοί Λαμπριανίδη κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου (1989) 2 Α.Α.Δ. 374,
Δημοκρατία ν. Κυριάκου (2003) 2 Α.Α.Δ. 479,
Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 98,
The Attorney-General of the Republic v. HjiConstanti (1968) 2 C.L.R. 113,
Ιωάννου (1997) 2 Α.Α.Δ. 387.
Αίτηση.
Αίτηση από τον αιτητή-κατηγορούμενο για παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπόθ.�Αρ. 10950/05).
Σ. Αγγελίδης, για τον Κατηγορούμενο-Αιτητή.
Λ. Χατζηαθανασίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Κατηγορούσα Αρχή-Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Στις 28.11.2006 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, καταδίκασε τον κατηγορούμενο-αιτητή στην κατηγορία πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και των άρθρων 2, 4, 15, 16, 22 και 23 του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου 119(Ι)/2000. Στις 30.11.2006 επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο-αιτητή ποινή φυλάκισης 5 μηνών η οποία άρχιζε από 28.11.2006, ημερομηνία κατά την οποία τέθηκε υπό κράτηση με διαταγή του Δικαστηρίου.
Στην ένορκη δήλωση του κ. Χριστάκη Χριστάκη, δικηγόρου, ημερ. 19.12.2006, η οποία υποστηρίζει την αίτηση του κατηγορούμενου, ημερ. 19.12.2006, για διάταγμα παρατείνον την προθεσμία καταχώρισης/άσκησης έφεσης κατά της απόφασης του πρωτοδίκου δικαστηρίου ημερ. 30.11.2006 για περίοδο 10 ημερών, αναφέρεται ότι οι γονείς του κατηγορούμενου-αιτητή, στις 30.11.2006, έδωσαν οδηγίες σε δικηγορικό γραφείο, διαφορετικό απ' εκείνο που εκπροσώπησε τον κατηγορούμενο στην πρωτόδικη διαδικασία, «για μελέτη της δυνατότητας άσκησης εφέσεως κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε την ίδια ημέρα 30.11.2006».
Όπως επίσης αναγράφεται στην προαναφερόμενη ένορκη δήλωση, σύμφωνα με το Νόμο, ο κατηγορούμενος-αιτητής όφειλε να ασκήσει έφεση εντός 10 ημερών από την ημερομηνία επιβολής της ποινής, δηλαδή μέχρι τις 10.12.2006, αλλά επειδή ήταν ημέρα Κυριακή είχε προθεσμία μέχρι τη Δευτέρα 11.12.2006. Επειδή το δικηγορικό γραφείο στο οποίο είχαν αποταθεί οι γονείς του κατηγορούμενου-αιτητή «δεν ετοίμασε έγκαιρα την έφεση» οι γονείς του κατηγορούμενου αποτάθηκαν στο δικηγορικό γραφείο του κ. Ανδρέα Σ. Αγγελίδη στις 11.12.2006 κατά /ή περί τις 12.00 το μεσημέρι. Λόγω του ότι οι δικηγόροι του προαναφερόμενου δικηγορικού γραφείου ήταν απασχολημένοι η έφεση ετοιμάστηκε στις 12.12.2006 και έγινε προσπάθεια καταχώρισης της, όμως το Πρωτοκολλητείο του Ανωτάτου Δικαστηρίου είχε ένσταση επειδή η έφεση ήταν εκπρόθεσμη. Αργότερα στις 12.12.2006 οι δικηγόροι του κατηγορούμενου-αιτητή καταχώρισαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αίτηση για παράταση της προθεσμίας καταχώρισης έφεσης. Όταν στη συνέχεια οι δικηγόροι του κατηγορούμενου-αιτητή συνειδητοποίησαν ότι η αίτηση για παράταση χρόνου θα έπρεπε να είχε καταχωρηθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο και όχι στο Επαρχιακό, την ίδια μέρα, δηλαδή στις 12.12.2006, καταχώρισαν ποινική αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο για παράταση χρόνου, η οποία πήρε τον αριθμό 8/2006. Ταυτόχρονα απέσυραν τη σχετική αίτηση ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Η αίτηση υπ' αρ. 8/2006 ορίστηκε για ακρόαση στις 19.12.2006, ένεκα όμως του γεγονότος ότι ο δικηγόρος που τη χειριζόταν κ. Χριστάκης Χριστάκη ήταν απασχολημένος ενώπιον άλλου Δικαστηρίου, το Ανώτατο Δικαστήριο την απέρριψε λόγω μη προωθήσεώς της, εξαιτίας της καθυστέρησης 10 λεπτών στην προσέλευση του δικηγόρου του αιτητή. Την ίδια μέρα, στις 19.12.2006, υποβλήθηκε η υπό εξέταση αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Η Κατηγορούσα Αρχή καταχώρισε ένσταση στην αίτηση η οποία υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της κας Σπυρούλλας Ζάνου, Βοηθού Γραμματειακού Λειτουργού στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας.
Οι αρχές με βάση τις οποίες εγκρίνονται αιτήσεις για παράταση της προθεσμίας καταχώρισης έφεσης είναι καλά θεμελιωμένες από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ο χρόνος για την άσκηση έφεσης, σύμφωνα με το άρθρο 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, μπορεί να παραταθεί εφόσον το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι υπάρχει βάσιμος λόγος γι' αυτό. Όμως τα Δικαστήρια, με πολλή φειδώ, δίδουν τέτοια παράταση (Δέστε: Γιδάκης ν. Αστυνομίας Λεμεσού (2004) 2 Α.Α.Δ. 303). Στην υπόθεση εκείνη ο βασικός λόγος για τη μη εμπρόθεσμη καταχώριση της έφεσης ήταν η παράλειψη του πρώην δικηγόρου του κατηγορούμενου να τον πληροφορήσει για το δικαίωμα του να υποβάλει έφεση εναντίον της ποινής, παρά την παραδοχή του. Η καθυστέρηση στην περίπτωση εκείνη ήταν 8 ημερών. Το Εφετείο, έχοντας υπόψη τον προαναφερόμενο βασικό λόγο, το γεγονός ότι ο αιτητής ήταν αλλοδαπός και το μικρό χρόνο καθυστέρησης, διέταξε, με μεγάλο δισταγμό, την παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης για 7 ημέρες από την ημερομηνία σύνταξης του διατάγματος παράτασης.
Στην υπόθεση Περεντού ν. Αστυνομικού Διευθυντή Λεμεσού (2004) 2 Α.Α.Δ. 125 η κατηγορούμενη είχε καταδικαστεί στις 26.6.2003. Στις 10.7.2003 καταχώρισε αίτηση για παράταση της προθεσμίας άσκησης έφεσης, η οποία απορρίφθηκε, λόγω μη προώθησης της και μετά από ένα και πλέον μήνα η κατηγορούμενη υπέβαλε νέα αίτηση ζητώντας την παράταση της προθεσμίας άσκησης έφεσης, χωρίς να δώσει ικανοποιητική εξήγηση για την καθυστέρηση. Το Εφετείο έκρινε πως κάτω από τις περιστάσεις δεν δικαιολογείτο η έγκριση της αίτησης.
Στην υπόθεση Α/φοί Λαμπριανίδη κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου (1989) 2 Α.Α.Δ. 374 το Εφετείο τόνισε πως παράταση της προθεσμίας έφεσης τότε μόνον επιτρέπεται, όταν η παράλειψη καταχώρισης έφεσης οφείλεται σε αδυναμία του εφεσείοντα. Η αδυναμία αυτή πρέπει να συντρέχει όχι μόνον κατά το διάστημα της προθεσμίας αλλά και κατά το διάστημα από την εκπνοή της προθεσμίας μέχρι την υποβολή της αίτησης για παράταση χρόνου. Η ανάγκη για μελέτη από το συνήγορο του εφεσείοντα του υποβάθρου της καταδίκης δεν αποτελεί λόγο παράτασης της προθεσμίας.
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Κυριάκου (2003) 2 Α.Α.Δ. 479 και στην υπόθεση Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 98, τονίστηκαν οι αρχές που διέπουν το θέμα της παράτασης της προθεσμίας καταχώρισης έφεσης, δηλαδή ότι μόνον όπου καταδεικνύεται ουσιαστική αδυναμία άσκησης έφεσης μέσα στην καθορισμένη περίοδο και για όσο χρόνο συντρέχει μετά την εκπνοή της, μπορεί δικαιολογημένα να παραταθεί ο χρόνος για την άσκηση έφεσης.
Στην παλαιότερη υπόθεση The Attorney-General of the Republic v. HjiConstanti (1968) 2 C.L.R. 113 τονίστηκε ότι για να δοθεί παράταση χρόνου καταχώρισης έφεσης πρέπει να δείξει ο αιτητής ότι έχει καλό λόγο. Στην περίπτωση εκείνη το Εφετείο, αφού εξέτασε τους λόγους έφεσης, έκρινε ότι η φύση του βασικού λόγου έφεσης ήταν τέτοια που η αιτήτρια-Κατηγορούσα Αρχή δεν χρειαζόταν αντίγραφο της απόφασης και των πρακτικών της δίκης για να αποφασίσει να συμβουλευθεί το Γενικό Εισαγγελέα αμέσως, με σκοπό την καταχώριση έφεσης.
Στην υπόθεση Φυτούλλα Ιωάννου (1997) 2 Α.Α.Δ. 387, το Εφετείο υπογράμμισε ότι παράταση χρόνου για την υποβολή έφεσης εναντίον καταδίκης επιτρέπεται μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η καθυστέρηση οφείλεται σε ουσιαστική αδυναμία του εφεσείοντος. Ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι πραγματικά υπάρχει εύλογη αιτία. Το θέμα αυτό εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης.
Στην προκείμενη περίπτωση παρατηρούμε ότι οι πρώτες 10 μέρες, της περιόδου μέσα στην οποία θα έπρεπε να είχε καταχωριστεί η έφεση, δηλαδή από 30.11.2006 μέχρι 11.12.2006 (δεδομένου ότι η 10.12.2006 ήταν Κυριακή), παρήλθαν χωρίς οι δικηγόροι, στους οποίους οι γονείς του κατηγορούμενου-αιτητή ανέθεσαν τη «μελέτη της δυνατότητας άσκησης εφέσεως», να πράξουν οτιδήποτε. Θεωρούμε ότι η ανάθεση της μελέτης της δυνατότητας άσκησης έφεσης σε δικηγόρους δεν συνιστά καλό λόγο για να εγκριθεί αίτηση παράτασης της προθεσμίας υποβολής έφεσης. Υπογραμμίζουμε ότι, στην παρούσα υπόθεση, δεν ανατέθηκε σε δικηγόρους να καταχωρίσουν έφεση μέσα στην προθεσμία των 10 ημερών από 30.11.2006, αλλά τους ανατέθηκε μόνον η μελέτη της δυνατότητας άσκησης έφεσης· και η ανάγκη για μελέτη, από το δικηγόρο, του υποβάθρου της καταδίκης δεν αποτελεί επαρκή λόγο παράτασης της προθεσμίας, όπως τονίστηκε και στην υπόθεση Α/φοί Λαμπριανίδη (ανωτέρω).
Επιπρόσθετα, μετά την παρέλευση της προθεσμίας των 10 ημερών παρήλθαν άλλες 8 μέρες, δηλαδή από τις 11.12.2006 μέχρι τις 19.12.2006 που καταχωρίστηκε η υπό εξέταση αίτηση, κατά τις οποίες οι δικηγόροι στους οποίους ανέθεσε το καθήκον καταχώρισης έφεσης ο κατηγορούμενος-αιτητής διέπραξαν δύο λάθη και μια παράλειψη. Το πρώτο λάθος ήταν ότι επιχείρησαν να καταχωρίσουν την έφεση εκπρόθεσμα στις 12.12.2006 χωρίς διάταγμα του αρμοδίου Δικαστηρίου. Το δεύτερο λάθος ήταν ότι καταχώρισαν αίτηση για παράταση χρόνου στο λανθασμένο Δικαστήριο, δηλαδή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Η παράλειψη ήταν ότι στις 19.12.2006, όταν δηλαδή η Ποινική Αίτηση 8/2006 ήταν ορισμένη για ακρόαση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, παρέλειψαν να εμφανιστούν κατά το χρόνο που είχε ορίσει το δικαστήριο με αποτέλεσμα η αίτηση τους εκείνη να απορριφθεί.
Υπό τις προαναφερόμενες περιστάσεις δεν θεωρούμε ότι καταδείχθηκε καλός λόγος για να εγκρίνουμε την αίτηση του κατηγορούμενου-αιτητή, ούτε και ότι ο κατηγορούμενος-αιτητής έδειξε στο δικαστήριο ότι η καθυστέρηση, στην καταχώριση της αίτησης για παράταση της προθεσμίας, κατά τις πρώτες 10 ημέρες αλλά και κατά τις επόμενες 8 ημέρες, οφειλόταν σε ουσιαστική αδυναμία του να το πράξει. Επιπρόσθετα, παρατηρούμε ότι στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης δεν αναγράφονται οι λόγοι έφεσης του αιτητή (σε περίπτωση έγκρισης της αίτησής του), κι' έτσι το Δικαστήριο δεν έχει τη δυνατότητα να τους λάβει υπόψη του σε σχέση με την ικανοποίηση του καθήκοντος του αιτητή να δείξει καλό λόγο για έγκριση της αίτησής του.
Κατά συνέπεια η αίτηση απορρίπτεται.
H αίτηση απορρίπτεται.