ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 2 ΑΑΔ 472

25 Οκτωβρίου, 2006

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 233/2006)

 

Διάταγμα προσωποκράτησης ― Ανανέωση διατάγματος προσωποκράτησης υπόπτου ο οποίος μεταφέρθηκε στην Κύπρο σε εκτέλεση Ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης από τις Γερμανικές αρχές ― Έφεση εναντίον σχετικού διατάγματος ― Ικανοποίηση των προϋποθέσεων για ύπαρξη εύλογης υπόνοιας για ανάμειξη του υπόπτου στα αδικήματα και γνησιότητας του αιτήματος της Αστυνομίας ― Επικύρωση επίδικου διατάγματος από το Εφετείο.

Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου να διατάξει την κράτηση του εφεσείοντος για δεύτερη περίοδο 8 ημερών από τις 19/10/2006 προς συμπλήρωση της διερεύνησης των αδικημάτων της πλαστογραφίας, της κυκλοφορίας πλαστών εγγράφων και της απόσπασης του ποσού των £127.200 με ψευδείς παραστάσεις.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, διαφοροποιώντας την παρούσα υπόθεση από την υπόθεση Παντελής Ιωάννου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 495 επί της οποίας βασίσθηκε ο δικηγόρος του εφεσείοντος, απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:

1.  Υπήρχαν αρκετά στοιχεία με τα οποία εστοιχειοθετείτο εύλογη υπόνοια για την εμπλοκή του εφεσείοντος στα διερευνόμενα αδικήματα. Η εισήγηση του εφεσείοντος πως δεν έγινε καλόπιστη χρήση της διαδικασίας από την αστυνομία ή πως επιδιώχθηκε η προσωποκράτησή του για αλλότριο σκοπό, δεν ευσταθεί.

2.  Από τη μαρτυρία δεν προκύπτει πως δεν αξιοποιήθηκε όπως θα έπρεπε ο χρόνος που παρήλθε είτε πως αυθαίρετα και χωρίς στοιχειοθέτηση της ανάγκης ζητήθηκε ο περαιτέρω χρόνος.

Η έφεση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Ιωάννου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 495.

Έφεση εναντίον Διατάγματος Κράτησης.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπόθεση Αρ. 545/06), ημερομηνίας 19.10.06 με την οποία διατάχθηκε η κράτηση του εφεσείοντα  για δεύτερη περίοδο οκτώ ημερών.

Γ. Γεωργιάδης με Ζ. Ζαχαρίου, για τον Εφεσείοντα.

Α. Κανναουρίδης, για την Εφεσίβλητη.

Ex tempore

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Ο Εφεσείων μεταφέρθηκε στην Κύπρο σε εκτέλεση Ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης από τις Γερμανικές αρχές με τη συνοδεία δύο ανακριτών του ΤΑΕ Λευκωσίας που μετέβησαν στη Φρανκφούρτη γι΄αυτό το σκοπό.  Αυθημερόν προσάχθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα προσωποκράτησης για 8 μέρες σε σχέση με διερευνόμενη υπόθεση για πλαστογραφία, κυκλοφορία πλαστών εγγράφων και απόσπαση του ποσού των £127.200 με ψευδείς παραστάσεις.  Αδικήματα για τα οποία υποβλήθηκε καταγγελία από το 2003 και που παρέμεινε σε εκκρεμότητα μέχρι τον εντοπισμό του εφεσείοντα και τη μεταφορά του στην Κύπρο.

Δεν είχε τότε αμφισβητηθεί από τον εφεσείοντα πως από τα δεδομένα προκύπτει εύλογη υπόνοια πως ενεχόταν στη διάπραξη των αδικημάτων. Συζητήθηκε μόνο το ζήτημα της διάρκειας της κράτησης, το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε πως αυτή έπρεπε να ήταν 8 ημερών και δεν ασκήθηκε έφεση.

Στις 19.10.2006 εκδόθηκε δεύτερο διάταγμα προσωποκράτησης επίσης για 8 μέρες και με έφεση που καταχωρήθηκε 4 μέρες αργότερα, δηλαδή στις 23.10.2006 αμφισβητήθηκε η ορθότητά του.  Μεριμνήσαμε για την άμεση εκδίκαση της υπόθεσης και έγιναν ειδικές διευθετήσεις για την ετοιμασία των πρακτικών έτσι ώστε η διαδικασία να διεκπεραιωθεί πριν εκπνεύσει η περίοδος του διατάγματος.

Συζητήθηκαν ενώπιον μας δύο ζητήματα. Πρώτο πως δεν υπήρχαν στην πραγματικότητα στοιχεία από τα οποία θα μπορούσε να εξαχθεί εύλογη υπόνοια ότι ο εφεσείων ενεχόταν στη διάπραξη των αδικημάτων που διερευνούνται. Θεωρεί ο εφεσείων πως όπως και στην υπόθεση Παντελής Ιωάννου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 495, δεν υπήρχαν στοιχεία με συνδετικό κρίκο μεταξύ τους από τα οποία θα ήταν δυνατό να προκύψει υπόνοια, με αποτέλεσμα η αίτηση της αστυνομίας να απολήγει στηριγμένη μόνο σε απλή πληροφορία απογυμνωμένη από κάθε ίχνος μαρτυρίας.  Σε αυτό το πλαίσιο ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον εφεσείοντα επεκτάθηκε σε ανάλυση στοιχείων που περιλαμβάνονταν στην κατάθεση της ανακρίτριας της αστυνομίας, σε πολλές περιπτώσεις, όμως, όπως υποδείξαμε κατά την ακρόαση, επεκτεινόμενος σε επιχειρήματα που θα μπορούσε να συνδεθούν με το κατά πόσο πράγματι διαπράχθηκαν τα αδικήματα από τον εφεσείοντα. Υπήρχε τραπεζικός λογαριασμός από τον οποίο θα μπορούσαν να αποσυρθούν χρήματα μόνο με υπογραφή του εφεσείοντα και του παραπονούμενου Γ. Φιλιππίδη. Ο Γ. Φιλιππίδης κατήγγειλε πως αποσύρθηκε μεγάλο ποσό χρημάτων από το λογαριασμό με έγγραφο που φερόταν να είχε την υπογραφή του ενώ ο ίδιος δεν υπέγραψε τέτοιο έγγραφο. Την επόμενη το μεγαλύτερο μέρος του ποσού επιστράφηκε στον κοινό, όπως χαρακτηρίστηκε, λογαριασμό και η καταγγελία αφορούσε στο υπόλοιπο των £127.200 που παρέμεινε στο λογαριασμό του υπόπτου και αργότερα, σύμφωνα με τη μαρτυρία, αποσύρθηκε από αυτό.

Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τον εφεσείοντα πως αυτή η περίπτωση προσομοιάζει καν προς περίπτωση κατά την οποία απλώς υπάρχει μια πληροφορία.  Ούτε και χρειάζεται να επεκταθούμε σε οτιδήποτε αναφορικά με το γεγονός ότι δεν είχε αμφισβητήσει ο εφεσείων την ύπαρξη εύλογης υποψίας, όταν, και πάλι εκπροσωπούμενος από δικηγόρο, εκδόθηκε εναντίον του το πρώτο διάταγμα.  Θεωρούμε ότι τα στοιχεία ήταν αρκετά και πως δεν έσφαλε το πρωτόδικο Δικαστήριο όταν έκρινε πως στοιχειοθετείτο εύλογη υπόνοια.  Επίσης δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με την εισήγηση του εφεσείοντα πως εδώ έχουμε μη καλόπιστη χρήση της διαδικασίας από την αστυνομία ή επιδίωξη της προσωποκράτησης του για αλλότριο σκοπό.

Το δεύτερο από τα θέματα που έχουν εγερθεί με τους 5 λόγους έφεσης που διατυπώθηκαν αφορά στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε η προηγούμενη περίοδος της κράτησης του εφεσείοντα και στις ανάγκες για περαιτέρω κράτηση του ενόψει του ανακριτικού έργου που απέμενε.  Ο εφεσείων τόνισε πράγματα που δεν έγιναν ως τώρα όπως π.χ. αναγνωριστική παράταξη, οι διάφορες εξετάσεις σε σχέση με έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή της τράπεζας, παραγνωρίζοντας όμως πως δεν ήταν σε σχέση με τέτοιες ενέργειες που ζητήθηκε η περαιτέρω κράτηση.  Για όσα ζητήθηκε η περαιτέρω κράτηση δεν είχαμε συγκεκριμένη αναφορά.  Εν πάση περιπτώσει, λήφθηκε από τον εφεσείοντα ανακριτική κατάθεση, σε αυτή προβλήθηκαν πολλοί ισχυρισμοί και, όπως εξηγήθηκε, προέκυπτε ανάγκη έρευνας περαιτέρω που θα περιλάμβανε τη λήψη καταθέσεων από πολλούς άλλους μάρτυρες και την εξέταση πολλών άλλων εγγράφων.  Δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι από τη μαρτυρία προκύπτει πως είτε δεν αξιοποιήθηκε όπως θα έπρεπε ο χρόνος που παρήλθε είτε πως αυθαίρετα και χωρίς στοιχειοθέτηση της ανάγκης ζητήθηκε ο περαιτέρω χρόνος.

Η έφεση απορρίπτεται.

Η�έφεση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο