ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 2 ΑΑΔ 309
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 159/2005)
4 Ιουλίου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΙΧΑΗΛ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
Εφεσείοντας,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ,
Εφεσίβλητη.
_________________________
Μ. Γεωργίου με Μ. Αγγελίδου (κα.), για τον Εφεσείοντα.
Ε. Ζαχαριάδου (κα.), για την Εφεσίβλητη.
__________________________
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής
Νικολάτος.
____________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή σε κατηγορία ανθρωποκτονίας κατά παράβαση του άρθρου 205(1) του Ποινικού Κώδικα.
Τα γεγονότα σε συντομία είναι τα εξής:
Στις 13.7.2004 ένα μικρό παιδί ηλικίας 11 ετών πήγε για κολύμπι και ψάρεμα στη ξύλινη αποβάθρα του παλιού λιμανιού της Λεμεσού. Στο ίδιο μέρος έφθασε αργότερα και ο εφεσείων, ο οποίος κρατούσε μια τσάντα χειρός μέσα στην οποία υπήρχαν προσωπικά του αντικείμενα αλλά και ένα μαχαίρι το οποίο είχε πάρει από το σπίτι της μητέρας του. Δεκαπέντε περίπου λεπτά μετά την άφιξη του εφεσείοντα στον προαναφερόμενο χώρο, χωρίς να προηγηθεί οποιοδήποτε επεισόδιο και ενώ το μικρό παιδί βρισκόταν πάνω στην αποβάθρα, κοντά στο σιδερένιο κιγκλίδωμα, δέχθηκε απρόκλητα επίθεση από τον εφεσείοντα. Ο εφεσείων, φωνάζοντας διάφορες ασυναρτησίες, άρχισε να κτυπά το θύμα σαν μανιακός σε διάφορα μέρη του σώματος του, με το προαναφερόμενο μαχαίρι. Αφού έπληξε το θύμα με πολλαπλές μαχαιριές στην πλάτη, το στήθος και την κοιλιά το θύμα έπεσε αιμόφυρτο στο έδαφος. Εκείνη τη στιγμή ο εφεσείων, με απερίγραπτη βαναυσότητα, κάρφωσε το μαχαίρι στο δεξιό κρόταφο του θύματος, αφήνοντας το σφηνωμένο σ΄ αυτό. Ως αποτέλεσμα των προαναφερομένων πράξεων του εφεσείοντα το θύμα, παρά τις προσπάθειες των γιατρών, απεβίωσε λίγο αργότερα στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού όπου μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο.
Το Κακουργιοδικείο αφού στάθμισε τα ενώπιον του στοιχεία και αφού έλαβε ιδιαίτερα υπόψη την κατάσταση της ψυχικής υγείας του εφεσείοντα και τις προσωπικές του συνθήκες και αφού καθοδηγήθηκε από νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επέβαλε στον εφεσείοντα ποινή φυλάκισης 14 ετών, την οποία ο εφεσείων με την παρούσα έφεση προσβάλλει ως υπερβολική.
Η κατάσταση της ψυχικής υγείας του εφεσείοντα κατά τον ουσιώδη χρόνο, όπως διαπιστώθηκε από ειδικούς ψυχιάτρους συνίσταται στο ότι αυτός παρουσίαζε παραληρητικές ιδέες, ακουστικές ψευδαισθήσεις και έπασχε από ενεργό ψυχοπαθολογία ψυχωσικού τύπου. Συγκεκριμένα την ημέρα του επεισοδίου διαπιστώθηκε ότι ο εφεσείων είχε παραληρητικές ιδέες διωκτικού και κοσμοκαταστροφικού περιεχομένου συνοδευόμενες από ιδέες μεγαλομανιακού περιεχομένου. Παρουσίαζε ακουστικές ψευδαισθήσεις και χαρακτηρίστηκε ως άτομο άκρως επικίνδυνο το οποίο έχρηζε άμεσης εισαγωγής στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας. Στις 21.7.2004 ο εφεσείων εξετάστηκε από δύο ειδικούς, μεταξύ των οποίων και το Διευθυντή του Νοσοκομείου Αθαλάσσας, οι οποίοι διαπίστωσαν ενεργό ψυχοπαθολογία ψυχωσικού τύπου (πληθώρα παραληρητικών ιδεών συσχετίσεως, επιδράσεως και διωκτικού περιεχομένου). Διαπιστώθηκε όμως ότι αυτός μπορούσε να παρακολουθήσει τη δικαστική διαδικασία.
Οι προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα, τις οποίες το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής ήταν:
(α) Η δύσκολη παιδική του ηλικία στην οποία στερήθηκε της πατρικής παρουσίας.
(β) Τα προβλήματα αντικοινωνικής συμπεριφοράς που παρουσίασε νωρίς στη ζωή του και τα οποία τον εμπόδισαν να λειτουργήσει ως κοινωνική μονάδα, και
(γ) Οι ατυχείς συγκυρίες που του έτυχαν, όπως η διάλυση του αρραβώνα του και τροχαίο ατύχημα το οποίο του άφησε σοβαρή αναπηρία σε ποσοστό 80%, η οποία τον κατέστησε ανίκανο για εργασία, και το οποίο επέδρασε αρνητικά στην ήδη βεβαρυμένη ψυχική του κατάσταση.
Ο εφεσείων βαρύνετο με μια προηγούμενη καταδίκη που αφορούσε σε εισαγωγή, κατοχή κλπ. ναρκωτικών ουσιών και για την οποία εξέτισε ποινή φυλάκισης 4½ ετών.
Το Κακουργιοδικείο τόνισε την αξία της ανθρώπινης ζωής ως του ύψιστου αγαθού, της οποίας η αφαίρεση συνιστά μέγιστο έγκλημα. Επίσης αναφέρθηκε σε αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις οποίες επιβλήθηκαν μειωμένες ποινές ένεκα προβλημάτων ψυχικής υγείας και μειωμένης κρίσης ή διανοητικής καθυστέρησης των κατηγορουμένων. Στην υπόθεση Α. Παναγή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 445 γίνεται αναφορά σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας που διαπράχθηκε από ψυχικά διαταραγμένους ανθρώπους, στους οποίους επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης που κυμαίνονται από 10-20 έτη. Στην υπόθεση Λεμής ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 340 παρατηρήθηκε ότι σε περιπτώσεις ατόμων με ψυχικά προβλήματα δυστυχώς δεν υπάρχει στην Κύπρο νομοθεσία ανάλογη με αυτή που υπάρχει σε άλλες χώρες για έκδοση από το Ποινικό Δικαστήριο διατάγματος κράτησης σε Νοσοκομείο, αντί ποινής. Επομένως οι ψυχικές διαταραχές του κατηγορουμένου λαμβάνονται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής ανάλογα με διάφορους παράγοντες, όπως είναι ο βαθμός ευθύνης του κατηγορουμένου, το πόσο επικίνδυνος μπορεί να είναι στην κοινωνία και για πόση χρονική περίοδο μπορεί να είναι επικίνδυνος.
Θεωρούμε ότι το Κακουργιοδικείο στάθμισε ορθά όλα τα ενώπιόν του στοιχεία, καθοδηγήθηκε ορθά από σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και κατέληξε σε ορθά συμπεράσματα. Συγκεκριμένα έλαβε δεόντως υπόψη τις συνθήκες υπό τις οποίες ο εφεσείων διέπραξε, εντελώς απρόκλητα, το προαναφερόμενο βάναυσο έγκλημα εναντίον ενός ανυπεράσπιστου μικρού παιδιού, συνυπολόγισε όμως την κατάσταση της ψυχικής υγείας του εφεσείοντα κατά τον ουσιώδη χρόνο, τις δύσκολες προσωπικές του περιστάσεις και την παραδοχή του, ως μετριαστικούς παράγοντες. Το Κακουργιοδικείο παρατήρησε πως δεν υπήρχε προσχεδιασμός εκ μέρους του εφεσείοντα, αν και είναι αδιαμφισβήτητο ότι ο εφεσείων πήγε στην αποβάθρα του παλιού λιμανιού της Λεμεσού κουβαλώντας μέσα στη τσάντα με τα προσωπικά του αντικείμενα και το μαχαίρι με το οποίο διέπραξε το έγκλημα του. Το Κακουργιοδικείο, ακόμα, δεν παρεγνώρισε και την προηγούμενη καταδίκη του εφεσείοντα.
Η ποινή φυλάκισης 14 ετών που επέβαλε το Κακουργιοδικείο στον εφεσείοντα είναι, υπό τις περιστάσεις, εντός των ορθών πλαισίων και με κανένα τρόπο μπορεί να λεχθεί ότι αυτή είναι υπερβολική δεδομένου και του γεγονότος ότι ο εφεσείων είναι άκρως επικίνδυνος και το κοινωνικό σύνολο θα πρέπει να προστατευθεί. Θεωρούμε σκόπιμο να σημειώσουμε όμως την ανεπάρκεια της νομοθεσίας μας ως προς τον τρόπο χειρισμού, από τα Δικαστήρια, ατόμων ψυχικά ασθενών, όπως ο εφεσείων, που διαπράττουν εγκλήματα.
Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση απορρίπτεται.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.