ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 2 ΑΑΔ 267
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική ΄Εφεση Αρ. 235/2005)
14 Ιουνίου, 2006
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
MIKHAIL MAKUSHENKO,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
________________________
Γ. Μυλωνάς, μαζί με Μ. Ακκίδου (κα), για τον Εφεσείοντα.
΄Ολγα Σοφοκλέους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.
Εφεσείων παρών.
________________________
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων κατηγορήθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας για τα αδικήματα της διάρρηξης περιπτέρου και κλοπής από αυτό και του εμπρησμού - ( ΄Αρθρα 294(α), 255 και 315(α) του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154). Δεν παραδέχθηκε ενοχή και η υπόθεση ακούστηκε. Καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης ενός χρόνου για το αδίκημα της διάρρηξης και κλοπής και δύο χρόνων για το αδίκημα του εμπρησμού.
Για να αποδείξει την υπόθεσή της η Κατηγορούσα Αρχή, παρουσίασε εννέα μάρτυρες. Ο εφεσείων, ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε πρωτόδικα από συνήγορο, κατέθεσε ενόρκως.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία, κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα:-
Στις 21/11/2004, ο εκ των διευθυντών του περιπτέρου Φ. Καρπασίτης, γύρω στις 10.00 το βράδυ, έκλεισε το περίπτερο, χωρίς να αφήσει ο,τιδήποτε εκτεθειμένο. ΄Ολα τα είδη που πωλούνταν σ' αυτό ήταν τακτοποιημένα στη θέση τους και οι μπίρες στο ψυγείο. Η ώρα 3.50, περίπου, το πρωί της 22/11/2004, περαστικός αντιλήφθηκε φωτιά και ειδοποίησε την πυροσβεστική. Το περίπτερο πριν από τη φωτιά είχε διαρρηχθεί και κλάπηκαν διάφορα είδη - τσιγάρα, καπνός, μπίρες - αξίας £300,00, τα οποία δεν ανευρέθηκαν. Η φωτιά τέθηκε με τη χρήση βενζίνας από ντεπόζιτο μοτοσικλέτας, η οποία βρέθηκε αναποδογυρισμένη μέσα στο περίπτερο, ενώ ο διευθυντής, προτού το κλείσει, την είχε τοποθετήσει μέσα, με τους τροχούς στο έδαφος. Με την κατάσβεση της φωτιάς, διαπιστώθηκε ότι τα διάφορα αντικείμενα δεν ήταν τακτοποιημένα, όπως αφέθηκαν το βράδυ. Μέσα στο περίπτερο βρέθηκαν τρία τενεκεδάκια μπίρας. Σε ένα από αυτά, με τη μέθοδο του D.N.A., βρέθηκε γενετικό υλικό του εφεσείοντα.
Για σκοπούς εξέτασης του γενετικού υλικού, που απομονώθηκε στο άδειο τενεκεδάκι, λήφθηκε από τον εφεσείοντα παρειακό επίχρισμα, οι συνθήκες λήψης του οποίου αποτέλεσαν αντικείμενο εξέτασης σε διαδικασία δίκης εντός δίκης, όπου ο εφεσείων δεν παρουσίασε μαρτυρία.
Η εκδοχή του εφεσείοντα, η οποία δεν έγινε αποδεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο, είναι ότι το αδίκημα διαπράχθηκε από άλλο πρόσωπο, το οποίο και καταδικάστηκε, η Αστυνομία, όμως, από τη στιγμή που τον συνέλαβε, ήταν αρνητική απέναντί του. Ο ίδιος καμιά σχέση δεν έχει με ό,τι τον κατηγορούν. Το γεγονός ότι αγόρασε από το περίπτερο πολλές φορές σάντουϊτς και μπίρες, δε σημαίνει ότι διέπραξε και τα αδικήματα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολογώντας τη μαρτυρία, χαρακτήρισε τους μάρτυρες της Κατηγορούσας Αρχής, περιλαμβανομένου και του Δρ. Μ. Καριόλου - τον οποίο, με βάση τα προσόντα και την πείρα του, δέχθηκε ότι είναι εμπειρογνώμονας σε θέματα γενετικής - αξιόπιστους και στηρίχτηκε στη μαρτυρία τους.
Την εκδοχή του εφεσείοντα, για τον οποίο η διαπίστωση ήταν ότι άφησε εντύπωση «πολύ έξυπνου ανθρώπου», ο οποίος «Εκπροσώπησε ο ίδιος τον εαυτό του στην υπόθεση και ... εντυπωσίασε ο τρόπος που αντεξέταζε τους μάρτυρες ...», την απέρριψε, μεταξύ άλλων, και γιατί:-
«Στην κατάθεση δε που έδωσε στην Αστυνομία είπε ρητά ότι είχε πολλές φορές αγοράσει μπύρα σε τενεκεδάκι από το πιο πάνω περίπτερο, αλλά πάντα την έπινε στον δρόμο. Το τενεκεδάκι της μπύρας, με το οποίο ταυτίστηκε ο κατηγορούμενος, βρέθηκε στο εσωτερικό του περιπτέρου. Ο ίδιος καμία εξήγηση έδωσε πώς βρέθηκε το τενεκεδάκι αυτό με το γενετικό υλικό του στο στόμιο αυτού, εντός του περιπτέρου. Ο κατηγορούμενος επαναλάμβανε συνεχώς ενώπιον του Δικαστηρίου ότι για το αδίκημα αυτό έχει ήδη καταδικασθεί άλλο πρόσωπο, το οποίο όμως δεν κατονόμασε. Κανένα στοιχείο τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι για το αδίκημα του εμπρησμού καταδικάσθηκε άλλο πρόσωπο.
Η ανεύρεση της μπίρας στο εσωτερικό του περιπτέρου με το γενετικό υλικό του κατηγορουμένου στο στόμιο της, αντικρούει πιστεύω τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου ότι ο ίδιος καμία ανάμιξη είχε με τα υπό εξέταση αδικήματα.»
Με την ειδοποίηση έφεσης - υπογράφεται από τον ίδιο τον εφεσείοντα - προσβάλλεται τόσο η καταδίκη όσο και η ποινή. Ενώπιόν μας ο εφεσείων εκπροσωπήθηκε από συνήγορο, ο οποίος ούτε στους λόγους έφεσης που διατύπωσε ούτε ενώπιόν μας αναφέρθηκε στο ζήτημα της ποινής. Θεωρούμε, λοιπόν, ότι αυτό έχει εγκαταλειφθεί και δε θα το εξετάσουμε.
Με την έφεση, αμφισβητείται το δίκαιο της δίκης και ζητείται η ανατροπή της καταδίκης.
Συγκεκριμένα, ο εφεσείων παραπονείται ότι το Δικαστήριο, κατά τη διάρκεια της δίκης, επέτρεψε διπλές υποβολές για καταδίκες του, χωρίς αυτές να αποδειχθούν. ΄Οταν του υπεβλήθη ότι διέπραξε τα αδικήματα της παράνομης κατοχής περιουσίας και της παράνομης παραμονής στην Κύπρο, έδωσε καταφατική απάντηση, χωρίς να είναι βέβαιο εάν παραδεχόταν τη μια ή και τις δύο καταδίκες. Κατά τη διαδικασία της δίκης εντός δίκης για να διαπιστωθούν οι συνθήκες λήψης του παρειακού επιχρίσματος, δεν του εξηγήθηκε ότι μπορούσε και ο ίδιος να καταθέσει. Η ερώτηση του Δικαστηρίου, εάν θα παρουσιάσει μαρτυρία, δεδομένου ότι δεν εκπροσωπείτο από συνήγορο, δεν ήταν αρκετή. Τα δικαιώματά του, επίσης, επηρεάστηκαν από το γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο στηρίχτηκε στην ελληνική μετάφραση της ανακριτικής του κατάθεσης - (Τεκμήριο 5(β)) - χωρίς, όταν αυτή κατατίθετο, να μεταφραστεί στα Ρωσικά και υπάρχει, μεταξύ της ανακριτικής του κατάθεσης στα Ρωσικά - (Τεκμήριο 5(α)) - και της ελληνικής μετάφρασης, διαφορά στην απάντηση που έδωσε και η οποία λήφθηκε υπόψη από το Δικαστήριο για την κατάληξή του. Σε ερώτηση εάν είχε αγοράσει από περίπτερα της Λάρνακας ή το συγκεκριμένο περίπτερο μπίρα, απάντησε ότι αγόρασε πολλές φορές, την έπινε, όμως, στο δρόμο και όχι όπως μεταφράστηκε «την έπινε όμως πάντα στο δρόμο». Τέλος, ότι στους μάρτυρες της Κατηγορούσας Αρχής υποβάλλονταν καθοδηγητικές ερωτήσεις και στον ίδιο, ο οποίος δεν γνώριζε Ελληνικά, ερωτήσεις και υποβολές καταπιεστικές, που επηρέασαν την υπεράσπισή του. Ενώ, κατ' επανάληψη, ζήτησε να επιταχυνθεί η διαδικασία, για να καταθέσει μάρτυρας, ο οποίος έχει απελαθεί, δεν καθοδηγήθηκε από το Δικαστήριο ως προς τις διαδικασίες που υπάρχουν, για να μην απελαθεί ο μάρτυρας.
Το ζήτημα της δίκαιης δίκης και, γενικά, η κατοχύρωση των δικαιωμάτων τα οποία την διασφαλίζουν - (΄Αρθρα 30.3 και 12.5 του Συντάγματος) - εξετάστηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο, κατ' επανάληψη. Στην υπόθεση Δημοκρατία v. Ford (Αρ. 2) (1995) 2 Α.Α.Δ. 232, όπου γίνεται μια σε βάθος επισκόπηση της νομολογίας, αναφέρεται ότι:- (σελ. 243)
«2. Τα δικαιώματα τα οποία κατοχυρώνονται από το ΄Αρθρο 30.3 αποτελούν εχέγγυα για τη διεξαγωγή δίκαιης δίκης προς διαπίστωση της ενοχής του κατηγορουμένου. Η άσκησή τους εντάσσεται μέσα στη διαδικασία για τη διακρίβωση της ευθύνης του κατηγορουμένου στην κατηγορία και όχι έξω από αυτή.
.........................................................................................................
Στη Fourri & Others v. Republic (1980) 2 C.L.R. 152, διευκρινίζεται ότι η άσκηση του δικαιώματος διορισμού δικηγόρου της εκλογής του κατηγορουμένου δεν μπορεί να απομονωθεί ή να διαχωριστεί από τη δίκη, ή να αφεθεί να οδηγήσει τη δίκη σε αποτελμάτωση. Η παράλειψη των κατηγορουμένων να κάμουν λογική χρήση του δικαιώματος για το διορισμό δικηγόρου, κρίθηκε ότι δικαιολογούσε τη συνέχιση της δίκης χωρίς την εκπροσώπηση των κατηγορουμένων από δικηγόρο. Διαφορετικά, η διεξαγωγή της δίκης θα εξαρτάτο από την κατά βούληση άσκηση των δικαιωμάτων που εξασφαλίζει στον κατηγορούμενο το ΄Αρθρο 30 του Συντάγματος. Η άσκηση του δικαιώματος θα μετατρεπόταν, ουσιαστικά, σε προϋπόθεση για τη διεξαγωγή της δίκης. Τα δικαιώματα κατοχυρώνονται για την εξασφάλιση δίκαιης δίκης και όχι για την παρεμπόδισή της.»
Στις In Re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 329. και Αεροπόρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 861, εξηγήθηκε ότι οι συνταγματικές διασφαλίσεις, οι οποίες αποτελούν τα εχέγγυα της δίκαιης δίκης, πρέπει να ερμηνεύονται κατά τρόπο που να μην εμποδίζεται η αποτελεσματική άσκηση της δικαστικής λειτουργίας.
Επανερχόμενοι στα γεγονότα, σημειώνουμε ότι έχουμε εξετάσει τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, τα σημεία της μαρτυρίας στα οποία ο συνήγορος μας παρέπεμψε και τη μαρτυρία στο σύνολό της, με σκοπό να διαπιστώσουμε εάν το κάθε ένα, από τα όσα εισηγήθηκε, από μόνο του ή σε συνδυασμό με άλλο, εμπόδισαν, ή, καθ' οιονδήποτε τρόπο, επηρέασαν το συνταγματικό δικαίωμα του εφεσείοντα για δίκαιη δίκη.
Ο εφεσείων, όντας νομικός, καθώς ο ίδιος δήλωσε στο Δικαστήριο, επέλεξε, όπως είχε δικαίωμα, να μην εκπροσωπηθεί από συνήγορο και να χειριστεί ο ίδιος την υπόθεσή του. Οι όποιες παραλείψεις ή λανθασμένοι χειρισμοί κατά τη διάρκεια της δίκης δεν αναμένεται να διορθώνονται με πρωτοβουλία του Δικαστηρίου, αλλά ούτε και κατ' έφεση να προβάλλονται ως παραλείψεις του Δικαστηρίου, για να πληγεί η νομιμότητα της δίκης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, όπως και ο κ. Μυλωνάς δέχθηκε, διεκπεραίωσε την υπόθεση χωρίς καθυστέρηση. Για την αδυναμία του εφεσείοντα να παρουσιάσει μαρτυρία, λόγω αναχώρησης του μάρτυρα στο εξωτερικό, δεν ευθύνεται το Δικαστήριο. Ποτέ ο εφεσείων δεν έδωσε λεπτομέρειες για το πρόσωπο το οποίο θα καλούσε ως μάρτυρα, ούτε ανέφερε ότι αυτό θα απελαύνετο.
Σε σχέση με τις υποβολές για καταδίκες του, καθώς προκύπτει από τα πρακτικά, η αρχικά καταφατική απάντησή του σε διπλή υποβολή, στη συνέχεια, εξηγήθηκε και διευκρινίστηκε από τον ίδιο, κατά τρόπο που δεν αφήνει οποιοδήποτε περιθώριο επηρεασμού των δικαιωμάτων του. Με σαφήνεια εξήγησε ότι η καταδίκη του αφορά μόνο παράνομη παραμονή στην Κύπρο και τίποτα περισσότερο.
Ο τρόπος με τον οποίο υποβάλλονταν οι ερωτήσεις στους μάρτυρες και, ειδικά, σε σχέση με την ερώτηση ως προς το χρόνο που λήφθηκε η συγκατάθεση του εφεσείοντα για τη λήψη του παρειακού επιχρίσματος, δε βρίσκουμε να επηρέασε, δεδομένης μάλιστα της κατ' επανάληψη δήλωσής του στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν ετίθετο θέμα να μη δώσει τη συγκατάθεσή του για τη λήψη του δείγματος.
Σε σχέση με τα Τεκμήρια 5(α)(β), ελλείψει μαρτυρίας, η οποία να καταδεικνύει ότι η ελληνική μετάφραση δεν αποδίδει ορθά τα όσα ο εφεσείων ανέφερε στη μητρική του γλώσσα, και δεδομένης της αξιόπιστης μαρτυρίας του Μ.Κ.1 - Δημήτρη Χ"Παύλου - ο οποίος βεβαίωσε ότι μετάφρασε πιστά την ανακριτική κατάθεση του εφεσείοντα, καταλήγουμε ότι τα όσα εισηγείται ο συνήγορος δεν οδηγούν πουθενά. Ούτε οι ισχυρισμοί για υποτιθέμενη άλλη κατάθεση του εφεσείοντα, ως μη περιέχουσα ο,τιδήποτε επιβαρυντικό - η οποία, τελικά, δεν παρουσιάστηκε - βρίσκουμε να επηρεάζουν. Η νομιμότητα της δίκης κρίνεται στη βάση των όσων τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και εξετάστηκαν.
΄Ολα όσα ο συνήγορος του εφεσείοντα υπέδειξε, με σκοπό να καταδείξει το καθοδηγητικό και καταπιεστικό των ερωτήσεων στους μάρτυρες και τον εφεσείοντα, χωρίς να επιδοκιμάζουμε τον τρόπο υποβολής τους, θα λέγαμε ότι μερικώς προέκυψαν από την προσπάθεια του εφεσείοντα να μην απαντά στις ερωτήσεις. Εν πάση, όμως, περιπτώσει, η κατάληξη για την ενοχή του δεν ήταν αποτέλεσμα της αντεξέτασής του, ώστε ο τρόπος υποβολής των ερωτήσεων να αποκτά σημασία, αλλά της επιστημονικής μαρτυρίας, η οποία τον συνέδεε με το εσωτερικό του περιπτέρου και, ακολούθως, με την τέλεση του αδικήματος.
Καταλήγουμε ότι το δικαίωμα του εφεσείοντα για δίκαιη δίκη δεν έχει επηρεαστεί.
Η έφεση απορρίπτεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
/ΜΠ