ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 2 ΑΑΔ 93
24 Φεβρουαρίου, 2005
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
SURESH CHRISHANTHA,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 4/2005)
Ποινική Δικονομία ― Διαταγή για κράτηση κατηγορουμένου μέχρι την δίκη του από το Κακουργιοδικείο στο οποίο είχε παραπεμφθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο ― Διακριτική ευχέρεια του παραπέμποντος Δικαστηρίου ― Υιοθέτηση των ορθών νομολογιακών αρχών και εφαρμογή τους στα γεγονότα της υπόθεσης ― Απόλυτη αρμονία της νομολογίας μας με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ― Υπόδειξη Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ότι οι ιδιαίτερες περιστάσεις στην κάθε υπόθεση πρέπει να υπαχθούν στις αρχές της νομολογίας.
Στις 17.12.2004 ο εφεσείων παραπέμφθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου για να αντιμετωπίσει μαζί με άλλο πρόσωπο κατηγορία ένοπλης ληστείας του καταστήματος της ΣΠΕ Μιτσερού από το οποίο έκλεψαν ποσό £11.000 και ένα κινητό τηλέφωνο αξίας £500. Ο παραπέμπων δικαστής διέταξε όπως ο εφεσείων παραμείνει υπό κράτηση μέχρι τη δίκη η οποία ορίστηκε στις 23.3.2005 αφού συνεκτίμησε όλα τα πιο κάτω στοιχεία που σύμφωνα με τη νομολογία συνυπολογίζονται:
α) Τη σοβαρότητα των εγκλημάτων.
β) Το μαρτυρικό υλικό που δικαιολογούσε πιθανολόγηση καταδίκης.
γ) Την ενδεχόμενη επιβολή πολυετούς φυλάκισης σε περίπτωση καταδίκης.
δ) Το γεγονός ότι ο εφεσείων κατάγεται από τη Σρι Λάνκα, ήλθε εδώ ως φοιτητής και η διαμονή του στην Κύπρο κατέστη προφανώς παράνομη. Υπέβαλε όμως αίτηση ασύλου και αναμένεται η απόφαση των διοικητικών αρχών.
Ο συνήγορος του εφεσείοντος υπέβαλε ότι το Δικαστήριο δεν εξέτασε τη δυνατότητα εξασφάλισης του εφεσείοντος στη δίκη με άλλους τρόπους και παρατήρησε ότι η δική μας νομολογία δεν είναι τόσο σταθερή όπως αυτή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υποστηρίζοντας πως τα Δικαστήριά μας πρέπει να ταυτιστούν πλήρως με αυτή.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο συνυπολόγισε όλα τα πιο πάνω στοιχεία για να καταλήξει στο συμπέρασμα πως υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο ο εφεσείων να εγκαταλείψει την Κύπρο, για να μη εμφανιστεί στη δίκη του, στην οποία πιθανώς να αντιμετωπίσει μια πολύ σοβαρή ποινή πολυετούς φυλάκισης.
2. Η νομολογία μας είναι σε απόλυτη αρμονία με αυτή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ας σημειωθεί βεβαίως πως οι ιδιαίτερες περιστάσεις που αφορούν στην κάθε υπόθεση, και που παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στο αποτέλεσμα, είναι πιο ζωντανές στο Δικαστήριο του κράτους του Συμβουλίου της Ευρώπης, κάτι που συνεχώς υποδεικνύει το ίδιο το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και είναι αυτές, οι ιδιαίτερες δηλαδή περιστάσεις, στην κάθε υπόθεση που πρέπει να υπαχθούν στις αρχές της νομολογίας.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Διατάγματος Κράτησης.
Έφεση από τον κατηγορούμενο ο οποίος, μαζί με άλλο πρόσωπο, αντιμετώπιζαν την κατηγορία ότι στις 8/7/04, οπλισμένοι με επιθετικά όργανα, λήστεψαν κατάστημα της ΣΠΕ Μιτσερού από το οποίο και έκλεψαν ποσό £11.000 και ένα κινητό τηλέφωνο αξίας £500, εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπόθεση Αρ. 25209/04) ημερ. 17/12/04 με την οποία διατάχθηκε η κράτησή του μέχρι τη δίκη του στις 23/3/05.
Σ. Δράκος, για τον Εφεσείοντα.
Ελ. Παπαγαπίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Ex tempore
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Ο εφεσείων παραπέμφθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 17.12.2004 σε δίκη ενώπιον του κακουργιοδικείου που συνεδριάζει στην πόλη. Η δίκη του ορίστηκε στις 23.3.2005. Ο παραπέμπων δικαστής διέταξε όπως ο εφεσείων παραμείνει υπό κράτηση και με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η απόφαση αυτή.
Ο παραπέμπων δικαστής συζητά στην εμπεριστατωμένη απόφαση του όλα τα στοιχεία, που σύμφωνα με τη νομολογία συνυπολογίζονται για να αποφανθεί το Δικαστήριο κατά πόσο κατηγορούμενος θα παραμείνει υπό κράτηση μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης του.
Ο εφεσείων, μαζί με άλλο πρόσωπο, αντιμετωπίζει δύο από τις πιο σοβαρές κατηγορίες που προβλέπονται στον Ποινικό μας Κώδικα, που προκύπτουν από άκρως σοβαρή εγκληματική πράξη. Συγκεκριμένα κατηγορούνται πως στις 8.7.2004 ενώ ήσαν οπλισμένοι με επιθετικά όργανα, λήστεψαν κατάστημα της ΣΠΕ Μιτσερού από το οποίο και έκλεψαν ποσό £11.000 και ένα κινητό τηλέφωνο αξίας £500.
Ο συγκατηγορούμενος του εφεσείοντα δεν έφερε ένσταση στην κράτηση του. Ο δικηγόρος του εφεσείοντα ισχυρίστηκε ενώπιον μας πως η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εσφαλμένη γιατί στηρίχτηκε μόνο στο γεγονός πως ο εφεσείων είναι αλλοδαπός, και επομένως είναι μεγαλύτερη η πιθανότητα να μη εμφανιστεί στη δίκη. Εισηγήθηκε επίσης, αναφερόμενος στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, πως η σοβαρότητα του εγκλήματος δεν οδηγεί, χωρίς άλλο, στο συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος ενδέχεται να μη εμφανιστεί στη δίκη του, και επομένως κρατείται μέχρι τότε υπόδικος. Υποστήριξε, πως το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε τη δυνατότητα να εξασφαλιστεί η παρουσία του κατηγορούμενου στη δίκη με άλλους τρόπους, όπως π.χ. με την κατάθεση εγγύησης, που ο ίδιος πρότεινε να είναι £5.000. Τέλος, παρατήρησε πως η δική μας νομολογία δεν είναι τόσο σταθερή όπως αυτή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υποστηρίζοντας πως τα Δικαστήρια μας πρέπει να ταυτιστούν πλήρως με αυτή.
Διαφωνούμε με τη θέση του δικηγόρου του εφεσείοντα πως η νομολογία μας δεν ταυτίζεται με αυτή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Απλή αναφορά στους τόμους των αποφάσεων μας, ακόμη και πριν από το 1962 που η Κυπριακή Δημοκρατία επικύρωσε τη Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, αποδεικνύει τη συχνή επίκληση των αποφάσεων της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Θα λέγαμε πως υπάρχει ένας συνεχής και καρποφόρος διάλογος, αν μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη φράση, μεταξύ του Δικαστηρίου μας και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η νομολογία μας είναι, στη δική μας κρίση, σε απόλυτη αρμονία με αυτή του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Θα πρέπει βεβαίως να σημειώσουμε πως οι ιδιαίτερες περιστάσεις που αφορούν στην κάθε υπόθεση, και που παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στο αποτέλεσμα, είναι πιο ζωντανές στο Δικαστήριο του κράτους του Συμβουλίου της Ευρώπης, κάτι που συνεχώς υποδεικνύει το ίδιο το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και είναι αυτές, οι ιδιαίτερες δηλαδή περιστάσεις, στην κάθε υπόθεση που πρέπει να υπαχθούν στις αρχές της νομολογίας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε μόνο υπόψη του τη σοβαρότητα των εγκλημάτων που αντιμετωπίζει ο εφεσείων, όπως ισχυρίστηκε ο συνήγορος. Το Δικαστήριο έκανε αναφορά και στο μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον του, κατά τη διαδικασία της παραπομπής, για να αποφασίσει κατά πόσο μπορεί να πιθανολογηθεί η καταδίκη του εφεσείοντα. Δικαιολογημένα δε η κρίση του επ΄αυτού του στοιχείου ήταν ορθή. Αναφέρεται συναφώς πως ο εφεσείων παραδέκτηκε τις κατηγορίες. Ανεξάρτητα όμως από τη δική του παραδοχή υπάρχει και πληθώρα ανεξάρτητου αποδεικτικού υλικού. Το μέγιστο της ποινής που προβλέπεται για το έγκλημα της ένοπλης ληστείας είναι φυλάκιση δια βίου. Ο δικηγόρος του εφεσείοντα δέκτηκε πως αναμένεται σοβαρή ποινή φυλάκισης, την οποία ο ίδιος μάλιστα καθόρισε στο ύψος περίπου των 5, 6 ετών. Εμείς θα λέγαμε ότι στην περίπτωση καταδίκης είναι ενδεχόμενη η επιβολή πολυετούς φυλάκισης.
Ο εφεσείων είναι αλλοδαπός. Ήλθε από τη Σρι Λάνκα ως φοιτητής, αλλά παρακολούθησε μαθήματα μόνο για λίγους μήνες. Η διαμονή του στην Κύπρο κατέστη προφανώς παράνομη. Υπέβαλε όμως αίτηση ασύλου και αναμένεται η απόφαση των διοικητικών αρχών.
Ορθά το πρωτόδικο Δικαστηρίου συνυπολόγισε όλα τα πιο πάνω στοιχεία για να καταλήξει στο συμπέρασμα πως υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο ο εφεσείων να εγκαταλείψει την Κύπρο, για να μη εμφανιστεί στη δίκη του, στην οποία πιθανώς να αντιμετωπίσει μια πολύ σοβαρή ποινή πολυετούς φυλάκισης. Η έφεση, επομένως, απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.