ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 2 ΑΑΔ 540
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ.60/2005)
19 Οκτωβρίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές.]
ANDREW PORTER,
Εφεσείοντας,
ν.
1. AEGIS INSURANCE CO LTD.
2. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ.
3. ΠΑΝΤΕΛΑΚΗ ΣΟΥΛΛΙΔΗ,
Εφεσιβλήτων.
_________
Γ.Α. Γεωργίου, για τον Εφεσείοντα.
Φ. Αποστολίδης, για τους Εφεσίβλητους.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Με δεδομένα τα γεγονότα όπως αυτά εκτίθενται στην απόφαση των αδελφών μου Δικαστών, η κατάληξη μου σε διαφορετικό αποτέλεσμα ανάγεται σε διαφορετική εκτίμηση τους σε συνάρτηση με τη νομολογία. Στη δική μου κρίση, βαρύνουσα είναι η σημασία του χρόνου με αναφορά στη θεμελιακή συνταγματική επιταγή για εκδίκαση εντός ευλόγου χρόνου, προκειμένου μάλιστα για ποινική υπόθεση στην οποία περίπτωση η ανάγκη εκδίκασης εντός ευλόγου χρόνου είναι ιδιαίτερα ισχυρή. Η προσέγγιση του θέματος στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Καψού (2004) 2 ΑΑΔ 127 συνεχίζει να αντανακλά τη δική μου αντίληψη του πράγματος. Αναφερόμενος στο Άρθρο 30.1 του Συντάγματος, που αντιστοιχεί προς το Άρθρο 6.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και τη σχετική νομολογία, ο Κρονίδης, Δ., ο οποίος έδωσε την απόφαση του Εφετείου, παρατήρησε (σελίδες 136-137):
"Η διάγνωση της ποινικής ευθύνης ενός κατηγορουμένου εντός ευλόγου χρόνου αποτελεί ανεξάρτητο και αυτοτελές δικαιώμα ..............
...............................................................................................................
Είναι προφανής ο σκοπός της συνταγματικής πρόνοιας. Είναι η προστασία του κατηγορουμένου από τις υπερβολικές καθυστερήσεις. Δεν είναι δυνατό ένας κατηγορούμενος να τελεί σε μακροχρόνια κατάσταση αβεβαιότητας για τη διάγνωση της ποινικής του ευθύνης. Στην αγγλική υπόθεση Mills v. Her Majesty´s Advocate [2002] 3 W.L.R. 1597, στη σελίδα 1604, ο Δικαστής Λόρδος Steyn αναφέρει τα ακόλουθα ανασκοπώντας την Ευρωπαϊκή νομολογία:-
«First, "in criminal matters, especially, it is designed to avoid that a person charged could remain too long in a state of uncertainty about his fate" .... Secondly it is recognized that lapse of time may result in the loss of exculpatory evidence or in a deterioration in the quality of evidence generally. Thirdly, it has been said that "the safety of a verdict reached a considerable time after the offence often become(s) the subject of controversy (and) undermine(s) public confidence in the criminal justice system."»
Τόσο η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσο και η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου θεωρεί το δικαίωμα για δίκη εντός ευλόγου χρόνου ως εξαιρετικής σημασίας για την ορθή, αποτελεσματική και αξιόπιστη απονομή της Δικαιοσύνης."
Αναφερόμενος περαιτέρω στη νομολογία, ο Κρονίδης, Δ., υπέδειξε ότι (σ. 137):
"Η καθόλου νομολογία δεν καθορίζει χρονική περίοδο καθυστέρησης, υπέρβαση της οποίας θα θεωρείται ότι θα έβγαινε έξω από τα όρια του ευλόγου χρόνου. Και δεν ήταν δυνατό να γίνει διαφορετικά. Στον καθορισμό του μέτρου κρίσης για το εύλογο του χρόνου πρέπει να ληφθούν υπόψη τόσο τα περιστατικά κάθε υπόθεσης, το περίπλοκο και οι εγγενείς δυσκολίες της υπόθεσης, η καθόλου στάση των ανακριτικών και δικαστικών αρχών καθώς και εκείνη του κατηγορουμένου."
Στην προκειμένη υπόθεση, τα αδικήματα στα οποία αναφέρεται το κατηγορητήριο ανάγονται στο διάστημα Οκτωβρίου 1999 μέχρι Ιανουαρίου 2000, δηλαδή πριν έξι χρόνια. Το κατηγορητήριο καταχωρήθηκε τριάμισι χρόνια μετά και αφού μεσολάβησαν, όπως μας ελέχθη, άλλες και μη τελέσφορες διαδικασίες εφ΄όσον αυτές τελικά διεκόπησαν. Ενδεχόμενη διαταγή για επανεκδίκαση σήμερα θα εξυπακούει περαιτέρω χρόνο, όσο και αν αυτή θα επισπευθεί εκ των πραγμάτων και δεν θα είναι ιδιαίτερα μακρά, αν και βεβαίως αυτό δεν μπορεί να προβλεφθεί με βεβαιότητα, ιδιαιτέρως στην περίπτωση έφεσης. Εξ άλλου, οι κατηγορίες αφορούν σε μέτριας σοβαρότητας αδικήματα και, λαμβανομένου υπ΄όψη του παράγοντα χρόνου, οι ποινές που θα αναμένετο να επιβληθούν σε περίπτωση καταδίκης δεν θα μπορούσαν να αντανακλούν πλέον την ακόμα και μέτρια αυτή σοβαρότητα. Τα αδικήματα είναι δε τέτοιας φύσεως ώστε κυρίαρχο στοιχείο τους να είναι η οικονομική ζημιά στον Εφεσείοντα, ως προς την οποία ασφαλώς προσφέρονται όλα τα ανάλογα αστικά μέτρα.
Λαμβανομένων υπ΄όψη όλων των δεδομένων της υπόθεσης, φρονώ ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης δικαιολογεί τη μη συνέχιση της διαδικασίας αφού η ανάγκη διάγνωσης της ενδεχόμενης ποινικής ευθύνης δεν υπερτερεί, υπό τις συνθήκες, της ανάγκης διάγνωσης αυτής της ευθύνης εντός ευλόγου χρόνου. Για το λόγο αυτό δεν θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω την ουσία της έφεσης. Επιτυχία της επί της ουσίας θα εξυπάκουε διαταγή για επανεκδίκαση η οποία εν πάση περιπτώσει δεν ενδείκνυται.
Θα απέρριπτα λοιπόν την έφεση.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π