ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 2 ΑΑΔ 461
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 7866)
14 Ιουλίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΣΩΦΡΟΝΗΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ,
Εφεσείοντας,
v.
ΜΙΧΑΛΗ ΓΙΑΓΚΟΥ,
Εφεσίβλητου.
Λ. Λυσάνδρου, για τον Εφεσείοντα.
Καμιά εμφάνιση για τον Εφεσίβλητο.
H ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Μ. Κρονίδη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ιδιωτική ποινική υπόθεση εναντίον του εφεσίβλητου προσάπτοντας του δύο κατηγορίες για έκδοση δύο επιταγών χωρίς αντίκρισμα κατά παράβαση του άρθρου 305Α(1) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.
Ο εφεσίβλητος, στην πρωτόδικη διαδικασία, αρνήθηκε ενοχή και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση. Ο εφεσείων ως κατήγορος και παραπονούμενος έδωσε ο ίδιος ένορκη μαρτυρία και εκάλεσε επίσης και τραπεζικό υπάλληλο ο οποίος ενόρκως επιβεβαίωσε τη σφραγίδα που έθεσε επί των δύο επίδικων επιταγών ότι δηλαδή αυτές δεν εξαργυρώθηκαν λόγω έλλειψης επαρκών κεφαλαίων. Σε υποβολή δε του δικηγόρου του εφεσίβλητου ότι ο τελευταίος είχε και άλλους λογαριασμούς στην Τράπεζα, ο τραπεζικός μάρτυρας απάντησε «αυτό δεν το ξέρω, δεν το έχω υπόψη μου.»
Με την περάτωση της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής το πρωτόδικο Δικαστήριο, βασιζόμενο στο πιο πάνω μέρος της μαρτυρίας του τραπεζικού μάρτυρα αθώωσε τον εφεσίβλητο γιατί δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως συστατικό στοιχείο του αδικήματος, ήτοι αυτό της έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων. Συγκεκριμένα τα πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε μεταξύ άλλων και τα εξής:-
«Επανέρχομαι στο πιο πάνω απόσπασμα της μαρτυρίας του Μ.Κ.1 για να σημειώσω, ότι η υποβολή του κ. Χουβαρτά, περί ύπαρξης άλλων λογαριασμών του κατηγορούμενου στην ίδια τράπεζα, στους οποίους υπήρχαν χρήματα για να πληρωθούν οι επιταγές, ήταν μια σαφέστατη αμφισβήτηση της ορθότητας και αποτελεσματικότητας του αληθούς περιεχομένου της σφραγίδας, που έθεσε ο Μ.Κ.1 στις 07.10.2003 στις επίδικες επιταγές.
Πέραν τούτου ο ίδιος ο Μ.Κ.1 σε άλλο σημείο της μαρτυρίας του ανέφερε, ότι οι επιταγές δεν εξαργυρώθηκαν, διότι δεν υπήρχαν επαρκή υπόλοιπα στο συγκεκριμένο λογαριασμό (Τεκ. Δ), ερμηνεύοντας με αυτόν τον τρόπο ο ίδιος το περιεχόμενο της σημείωσης (ανεπαρκή υπόλοιπα), που έθεσε στις επιταγές.
Απόρροια όλων των ανωτέρω είναι, ότι το βάρος απόδειξης της έλλειψης διαθεσίμων κεφαλαίων παρέμεινε στους ώμους της Κατηγορούσας Αρχής και δεν μετατοπίσθηκε στον Κατηγορούμενο, βάρος που, ελλείψει προσαγωγής οποιασδήποτε άλλης μαρτυρίας, εξακολουθεί να φέρει η ίδια.
Κατά συνέπεια κρίνω ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε να αποδείξει την έλλειψη διαθεσίμων κεφαλαίων.»
Εναντίον της αθωωτικής απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ο εφεσείων, με σχετική άδεια του Γενικού Εισαγγελέα, καταχώρησε την παρούσα έφεση, προβάλλοντας ως λόγο έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα πως δεν αποδείκτηκε το συστατικό στοιχείο της έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων του εκδότη της επιταγής και εφεσίβλητου.
Η ειδοποίηση έφεσης επιδόθηκε στον εφεσίβλητο όπως επίσης και η ημερομηνία της ακρόασης. Ο εφεσίβλητος δεν καταχώρησε, κατόπιν των οδηγιών του Εφετείου, σχετικό διάγραμμα ούτε και εμφανίστηκε κατά την ακρόαση. Έτσι το Εφετείο προχώρησε ερήμην του στην ακρόαση.
Σπεύδουμε από τώρα να δηλώσουμε ότι ο λόγος έφεσης που προβάλλει ο εφεσείων ευσταθεί.
Η Κατηγορούσα Αρχή, με τη μαρτυρία του τραπεζικού υπαλλήλου, απέδειξε εκ πρώτης όψεως το συστατικό στοιχείο του αδικήματος, δηλαδή ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια για την εξαργύρωση της επιταγής, όπως εφαίνετο στη σχετική σφραγίδα επί των επιταγών. Η απλή υποβολή εκ μέρους του δικηγόρου του εφεσίβλητου προς το μάρτυρα ότι διέθετε και άλλους λογαριασμούς παρέμεινε μετέωρη και ατεκμηρίωτη εφόσον ο μάρτυρας εξέφρασε άγνοια για το γεγονός αυτό.
Στην αυθεντία Wellfit Engineering Co. Ltd. κ.ά. ν. Άκη Χαπίδη, Ποιν. Εφ. 7413 και 7414, ημερ. 30.4.2004, την οποίαν επικαλείται και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο μάρτυρας, τραπεζικός και πάλιν υπάλληλος σε σχετική υποβολή παραδέχθηκε ότι οι εφεσείοντες διατηρούσαν και άλλο πιστωτικό μάλιστα λογαριασμό στην τράπεζα. Το Εφετείο επικύρωσε την καταδίκη και το σχετικό σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι «ήταν υποχρέωση των κατηγορουμένων να προσκομίσουν μαρτυρία που να αποδεικνύει ότι ο ως άνω λογαριασμός δεν ήταν καθ' οιονδήποτε τρόπο παγοποιημένος ή δεσμευμένος και ότι μπορούσαν να αναληφθούν κεφάλαια από αυτόν καθ' οιανδήποτε στιγμή.» Το Εφετείο ανάφερε και τα εξής:-
«Ο Εφεσείων, αν και ήγειρε το θέμα κατά την αντεξέταση του κ. Κακουλή, δεν το προώθησε περαιτέρω ώστε να θέσει τέτοιο υπόβαθρο γεγονότων στο οποίο να μπορούσε να στηρίξει την εισήγηση του. Αν και η αναφορά του άρθρου 305Α σε διαθέσιμα κεφάλαια είναι ασφαλώς αναφορά στο σύνολο των κεφαλαίων του εκδότη στην τράπεζα [ίδε Πασχάλη κ.ά. ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 283], το βάρος που είχε ο Εφεσίβλητος να καταδείξει την έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων εξαντλείτο με την παρουσίαση της μαρτυρίας του κ. Κακουλή ότι η επιταγή δεν επληρώθη λόγω έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων και έγκειτο στους Εφεσείοντες να αμφισβητήσουν την ορθότητα και αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας αυτής μέσω της αντεξέτασης ή της παρουσίασης άλλης μαρτυρίας.»
Στην παρούσα υπόθεση το βάρος που είχε η Κατηγορούσα Αρχή-εφεσείων να καταδείξει την έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων του εφεσίβλητου εξαντλήθηκε με τη μαρτυρία του τραπεζικού μάρτυρα και την κατάθεση των επιταγών στις οποίες υπήρχε η σφραγίδα της τράπεζας περί έλλειψης κεφαλαίων για την εξαργύρωση των επιταγών. Εναπόκειτο πλέον στον εφεσίβλητο να αμφισβητήσει την ορθότητα και αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας αυτής. Η γενική και αόριστη υποβολή προς το μάρτυρα για ύπαρξη άλλων λογαριασμών για τους οποίους ο μάρτυρας δήλωσε πλήρη άγνοια δεν μπορεί να τεκμηριώσει το γεγονός αυτό, ούτε και να μηδενίσει τη μαρτυρία του τραπεζικού μάρτυρα, ούτως ώστε, ως απεδέχθη το πρωτόδικο δικαστήριο, να έχει ως συνέπεια την μη απόδειξη του συστατικού στοιχείου του αδικήματος, ιδιαίτερα στο ενδιάμεσο στάδιο της κλήσης ή μη του εφεσίβλητου σε απολογία.
Καταλήγουμε κατά συνέπεια ότι ο λόγος έφεσης ευσταθεί και ως εκ τούτου οδηγεί σε παραμερισμό της επίδικης απόφασης. Δεν έχουμε άλλη εκλογή παρά να διατάξουμε επανεκδίκαση.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.
Διατάσσεται η επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, το συντομότερο δυνατό.
Δ
Δ.
Δ.
/ΕΠσ