ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 2 ΑΑΔ 49
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 7877)
2 Φεβρουαρίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές.]
FAHMI KAMEL HANNA SALIB,
Εφεσείοντα,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_________
Π. Δαμιανού, για τον Εφεσείοντα.
Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.
Εφεσείων παρών.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Το ουσιαστικό θέμα στην υπόθεση αυτή είναι το θέμα του χρόνου κράτησης. Κατά τα λοιπά, στα πλαίσια του λόγου για τον οποίο ζητήθηκε και διατάχθηκε η κράτηση του Εφεσείοντα, δηλαδή του κινδύνου μη προσέλευσης, δεν χωρεί αμφιβολία ότι τουλάχιστο το ένα από τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται, εκείνο της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκου, είναι σοβαρότατο και ενδέχεται να επιβληθεί για αυτό αυστηρή ποινή σε περίπτωση καταδίκης, ενώ υπάρχουν και στοιχεία μαρτυρίας τα οποία, για σκοπούς της κρινόμενης διαδικασίας, συνηγορούν υπέρ της πιθανότητας καταδίκης.
Το Κακουργιοδικείο στις 11.11.2004, ορίζοντας την υπόθεση για ακρόαση στις 25.4.2005, είπε τα ακόλουθα (σ. 7):
"... ο χρόνος μπορεί και αυτόνομα να λειτουργήσει ως παράγων για την παραμονή ενός κατηγορούμενου εκτός των Φυλακών υπό όρους. Από σήμερα μέχρι την ημερομηνία που έχει ορισθεί για την εκδίκαση της υπόθεσης μεσολαβούν περίπου 5½ μήνες. Κρίνεται από το Δικαστήριο ότι ο χρόνος δεν είναι υπερβολικός υπό τις περιστάσεις, η δε σχετική νομολογία που έχει αναπτυχθεί, όπως στις υποθέσεις Τυμπιώτης ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 736 και Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 213, επιτάσσουν τη θεώρηση του θέματος του χρόνου από μια σφαιρική αντιμετώπιση.
Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Μανουσαρίδης (2001) 2 Α.Α.Δ. 639, διάστημα μέχρι και 8 μήνες δεν είχε θεωρηθεί υπερβολικός υπό τις περιστάσεις εκείνες. Και το κριτήριο του χρόνου έχει συνυπολογισθεί από το Δικαστήριο, αλλά δεν κρίνεται ότι μπορεί να λειτουργήσει υπέρ του κατηγορούμενου."
Είναι φανερό ότι το Κακουργιοδικείο έκρινε τη διάσταση του χρόνου με αναφορά και μόνο στο διάστημα που μεσολαβούσε μεταξύ του ορισμού της υπόθεσης για ακρόαση και της ακρόασης, δηλαδή το διάστημα των 5½ μηνών. Ο Εφεσείων είχε όμως ήδη παραμείνει υπό κράτηση άλλους τέσσερις και πλέον μήνες και με διάταγμα του παραπέμποντος Δικαστηρίου ημερομηνίας 13.7.2004 μέχρι την ημέρα που παρουσιάστηκε στο Κακουργιοδικείο (που αφήνει και απορία γιατί η παρουσίαση του κατηγορουμένου στο Κακουργιοδικείο να καθορίζεται τόσο μακριά). Αν και το Κακουργιοδικείο, στην αρχή της απόφασης του, αναφέρει το γεγονός τούτο σε συνάρτηση με τις εισηγήσεις της ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Εφεσείοντα, δεν φαίνεται να το λαμβάνει υπ΄όψη στο παρατεθέν κρίσιμο μέρος της απόφασης του. Θα έπρεπε όμως να είχε συνυπολογισθεί. Όπως ελέχθη στην υπόθεση Ψύλλας ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 7337, 12.8.2002, ο Πικής, Π., δίδοντας την απόφαση του Δικαστηρίου, σελίδες 7-9:
"Η κράτηση υποδίκου παρατεινόμενης της ακρόασης της υπόθεσης εναντίον του, συνιστά εξ αντικειμένου νέο γεγονός το οποίο χρήζει αποτίμησης στο πλαίσιο της κρίσης του δικαστηρίου για την περάτωση της κράτησης του υποδίκου. Άλλωστε αναβαλλομένης της υπόθεσης το διάταγμα κράτησης του υποδίκου ισχύει μέχρι την επόμενη ημερομηνία εμφάνισης του στο δικαστήριο. Η παράταση της κράτησης συναρτάται με νέα απόφαση του δικαστηρίου. Διαφορετικά το διάταγμα κράτησης θα απέληγε στην κράτηση του υποδίκου για ακαθόριστο χρονικό διάστημα. Είναι νομολογημένο ότι το ενδεχόμενο επιμήκυνσης της κράτησης λόγω του χρονικά παρατεταμένου της δίκης, για λόγους που δεν είναι συνυφασμένοι με την άνευ διακοπής διεξαγωγή της δίκης, επενεργεί υπέρ της απόλυσής του με όρους που το δικαστήριο ήθελε κρίνει πρόσφορους για την απονομή της δικαιοσύνης. Ο παράγοντας αυτός, ως στοιχείο κρίσης προς διαπίστωση του δικαιολογημένου της κράτησης υποδίκου, αναγνωρίστηκε ευθέως από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Χ"Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997)2 Α.Α.Δ. 45. Η σημασία του παράγοντα αυτού διαφαίνεται στο ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Εφετείου που δόθηκε από το Νικολάου, Δ.: (σ. 48)
«Πρόκειται για τη δυνατότητα επενέργειας της χρονικής διάστασης της εκκρεμοδικίας με ροπή αντίθετη προς την κράτηση.»
Το εφετείο ακύρωσε το διάταγμα για την παράταση της κράτησης του υποδίκου διότι η επενέργεια του χρόνου δεν συσταθμίστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο πριν προέλθει στην απόφασή του. συνακόλουθα διέταξε την απόλυσή του υπό όρους αφού στάθμισε και τον παράγοντα αυτό στη λήψη της απόφασής του.
Το Κακουργιοδικείο, και στην παρούσα υπόθεση, δεν προσέδωσε οποιαδήποτε σημασία στην επιμήκυνση του χρόνου της κράτησης του εφεσείοντος, ως στοιχείο το οποίο επενεργεί στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.
Το γεγονός ότι ο ίδιος ο εφεσείων ζήτησε την αναβολή είναι σχετικό για το τί δέον γενέσθαι, όχι όμως αφ΄εαυτού καθοριστικό. Πρόδηλο είναι, όπως άλλωστε αναφέρεται στην απόφαση του κακουργιοδικείου ότι ο χρόνος συνέχισης της δίκης επελέγη στο πλαίσιο επαναπρογραμματισμού της ακρόασης της υπόθεσης από το δικαστήριο. Η μακρότητα του χρόνου αναβολής της δίκης δεν σχετίζεται με τους λόγους της αναβολής αλλά με το πρόγραμμα του δικαστηρίου. Ευρίσκετο ο εφεσείων υπό κράτηση για έντεκα μήνες χωρίς να διαφαίνεται πότε θα τελειώσει η υπόθεση."
Τα λεχθέντα στη Ψύλλας είχαν βεβαίως πλαισιακή αναφορά στο παρατεταμένο της ακρόασης ως εκ του μη αναγκαίου προγραμματισμού για την άνευ διακοπής ακρόαση της υπόθεσης λόγω του βεβαρημένου προγράμματος του Κακουργιοδικείου. Έχουν όμως, φρονώ, και ευρύτερη εφαρμογή αφού ανάγονται σε θεμελιακές αρχές.
Εξετάζοντας το θέμα υπό το πρίσμα της σχεδόν δεκάμηνης κράτησης του Εφεσείοντα μέχρι την ημέρα που αναμένεται να αρχίσει η δίκη του, που είναι και μετά από άλλους τρεις μήνες από σήμερα, πρέπει σαφώς να τεθεί το ερώτημα κατά πόσο ο συνολικός χρόνος των σχεδόν δέκα μηνών δεν είναι υπερβολικός ώστε να δικαιολογεί την απόλυση του υπό όρους. Δεν υπάρχει βεβαίως απόλυτο κριτήριο χρόνου. Πρέπει όμως πάντοτε να είναι υπ΄όψη ότι σταθερή παράμετρο αποτελεί η αρχή ότι ο κατηγορούμενος, τεκμαιρόμενος αθώος, δικαιούται να είναι ελεύθερος υπό όρους εκτός αν κατ΄εξαίρεση δικαιολογείται η κράτηση του. Ότι η οποιαδήποτε δυσκολία σύντομου ορισμού ποινικών υποθέσεων ως εκ του βεβαρημένου προγράμματος του Κακουργιοδικείου είναι ευθύνη του κράτους στα πλαίσια της υποχρέωσης του για τήρηση των συνταγματικών θεσμίων για εκδίκαση των υποθέσεων εντός ευλόγου χρόνου και δεν πρέπει να αντανακλά στον κατηγορούμενο. Και ότι σε περίπτωση αμφιβολίας, προκειμένου για υπόθεση που είναι στο μεταίχμιο, αυτή πρέπει να επενεργεί υπέρ του κατηγορουμένου.
Έχοντας όλα αυτά υπ΄όψη, φρονώ ότι η έφεση θα έπρεπε να επιτύχει και θα την επέτρεπα διατάσσοντας την απόλυση του Εφεσείοντα υπό όρους στους οποίους βεβαίως δεν θα υπεισέλθω αφού ευρίσκομαι σε μειοψηφία.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π