ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 2 ΑΑΔ 61
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Ποινική Έφεση Αρ. 7225
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Γ. ΠΙΚΗ, Π., ΧΡ. ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Δ.Μεταξύ:
Γεώργιου Κώστα Σταύρου "ΦΑΝΤΗ"
Εφεσείοντα
- ν -
Δημοκρατίας
Εφεσίβλητης
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 22 Μαρτίου, 2002.Ο εφεσείοντας εμφανίζεται προσωπικά.
Για την εφεσίβλητη: Γ. Παπαϊωάννου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄ με Μ. Μιχαηλίδου (κα), ασκούμενη δικηγόρο.
- - - - - -
ΠΙΚΗΣ, Π.:
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου,θα δώσει ο Μ. Κρονίδης, Δ.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.
: Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας, μετά από δική του παραδοχή, σε κατηγορία ένοπλης ληστείας. Το Κακουργιοδικείο του επέβαλε την ποινή της δεκαετούς φυλάκισης.Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως τα δέκτηκε το Κακουργιοδικείο έχουν, σε συντομία, ως ακολούθως:-
Το τραπεζικό ίδρυμα Arab Bank διατηρούσε υποκατάστημα σε κεντρικό σημείο του Πρωταρά. Την 7.30 π.μ. ώρα της 7.8.2001 ο υπάλληλος του υποκαταστήματος άνοιξε το υποκατάστημα και ξεκλείδωσε το χρηματοκιβώτιο. Την 7.45 π.μ. ώρα εισήλθαν στο υποκατάστημα δύο συνάδελφοι του οι οποίοι απεχώρησαν περίπου στις 8.30 αφήνωντας την κύρια είσοδο ξεκλίδωτη. Αμέσως μετά την αποχώρηση των δύο υπαλλήλων περί την 8.32 π.μ. ώρα εισόρμησε στο υποκατάστημα της τράπεζας ο εφεσείων και υπό την απειλή περιστρόφου εξανάγκασε τον υπάλληλο να πέσει επί του δαπέδου και ακολούθως τον κλείδωσε στο αποχωρητήριο του υποκαταστήματος. Ανενόχλητος ο εφεσείων πήρε όλα τα χρήματα από το χρηματοκιβώτιο, σε διάστημα 4 μόνο λεπτών και εξήλθε από το υποκατάστημα διαφεύγοντας με μοτοσυκλέττα μικρού κυβισμού. Ο εφεσείων κατά τη διάρκεια διάπραξης της ληστείας φορούσε περούκα με μακρυά μαλλιά, γάντια, μαύρη φανέλλα και μαύρο παντελόνι και κρατούσε ρούχινη τσάντα χρώματος μπλε. Ο εφεσείων απεκόμισε από τη ληστεία τα μεγάλα ποσά, όλα σε μετρητά, των £110.607 Κυπριακών λιρών, 39.530 στερλίνων, 25.270 Γερμανικών μάρκων, 15.550 Φιλλανδικών
μάρκων, 1.890 Ελβετικών φράγκων, 21.700 Νορβηγικών κορώνων, 14.700 Δανέζικων κορώνων, 42.730 Σουηδικών κορώνων, 2.500 Αυστριακών σελινιών, 1.220.000 Ιταλικών λιρέττων, όλα περιουσία της Τράπεζας.Στις 8.9.2001 ο εφεσείων συνελήφθηκε από την αστυνομία με βάση δικαστικό ένταλμα. Αρνήθηκε επίμονα ότι ενείχετο στη ληστεία. Σε έρευνα της οικίας του, στην παρουσία του, ο εφεσείων εξακολουθούσε να αρνείται την ενοχή του. Η έρευνα στέφθηκε με επιτυχία χάρις στην παρατηρητικότητα του επικεφαλής λοχία της αστυνομίας. Στην βεράντα της οικίας ανεύρε ένα φτυάρι καινούργιο και στην αυλή παρατήρησε, κάτω από ένα γιασεμί, φρεσκοσκαμμένο χώμα. Ο λοχίας έσκαψε στο μέρος και σε βάθος 40 περίπου εκατοστών εντόπισε μέσα σε άσπρο σεντόνι, μια αθλητική τσάντα μέσα στην οποία υπήρχε μεγάλος αριθμός χαρτονομισμάτων σε Κυπριακές λίρες καθώς και ξένα χαρτονομίσματα. Επεστήθη αμέσως η προσοχή του εφεσείοντα στο νόμο και απάντησε "μπράβο σου ρε, πάντως έκαμα τη ληστεία πριν ένα μήνα και ήβρες τα ριάλια εσού τώρα, χαράς την τύχη μου.".
Από το προϊόν της ληστείας, ένα ποσό πέραν των £60.000 σε Κυπριακές λίρες και ξένα χαρτονομίσματα δεν ανευρέθηκε.
Ο εφεσείων βαρύνεται με μια προηγούμενη παρόμοια καταδίκη. Συγκεκριμένα στις 14.11.1995 καταδικάστηκε για το αδίκημα της ληστείας σε έξι χρόνια φυλάκιση. Αποφυλακίστηκε στις 26.11.1999.
Το Κακουργιοδικείο κατά την επιμέτρηση της ποινής έλαβε υπόψη, σχολιάζοντας ένα προς ένα όλους τους ελαφρυντικούς παράγοντες που έθεσε η υπεράσπιση του εφεσείοντα. Έδωσε όμως βαρύνουσα σημασία στη σοβαρότητα του αδικήματος και στην ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε τέτοιου είδους εγκλήματα, η συχνότητα διάπραξης των οποίων ανησυχεί την κυπριακή κοινωνία.
Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της ποινής της δεκαετούς φυλάκισης ως έκδηλα υπερβολικής.
Ο εφεσείων συνέταξε την ειδοποίηση έφεσης προσωπικά χωρίς νομική βοήθεια. Κατά τη δικάσιμο υποδείξαμε στον εφεσείοντα τη δυνατότητα και το δικαίωμα του να ζητήσει νομική αρωγή, εάν το επιθυμούσε. Ο εφεσείων επέμενε να υπερασπίσει την υπόθεση του χωρίς τη βοήθεια συνηγόρου. Αφού διαπιστώσαμε ότι αυτή ήταν η επιθυμία του, στην οποία επέμενε, προχωρήσαμε στην ακρόαση της έφεσης, παρέχοντας του κάθε δυνατή διευκόλυνση.
Στη σύντομη αγόρευση του ο εφεσείων έδωσε έμφαση στις προσωπικές του περιστάσεις και στην ειλικρινή μεταμέλεια του για το διαπραχθέν σοβαρό αδίκημα. Είπε ότι οδηγήθηκε στη διάπραξη του αδικήματος για να εξεύρει χρήματα να εξοφλήσει χρέη £15.000 που προήλθαν από το χαρτοπαίγνιο στο οποίο επιδίδετο. Δικαιολόγησε δε την απώλεια του μη ανευρεθέντος ποσού, πέραν των £60.000, στο χαρτοπαίγνιο στο οποίο επιδόθηκε και πάλι μετά τη ληστεία. Τελικά ο εφεσείων ζήτησε επιείκεια για να μη διαλύσει η οικογενειακή του ζωή και υποσχέθηκε υποταγή στο νόμο.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσίβλητης Δημοκρατίας υποστήριξε την επιβληθείσα ποινή τονίζοντας τη σοβαρότητα του αδικήματος η οποία διαγράφεται με την προνοούμενη ποινή της ισόβιας φυλάκισης από το Νόμο. Υποστήριξε ότι τόσο οι προσωπικές περιστάσεις όσο και όλα τα άλλα ελαφρυντικά λήφθηκαν υπόψη από το Κακουργιοδικείο κατά
την επιμέτρηση της ποινής.Πράγματι το Κακουργιοδικείο στην απόφαση του προβαίνει σε εκτενή αναφορά στις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα καθώς και σε όλους τους παράγοντες που επιδρούν στην επιμέτρηση της ποινής. Επίσης έλαβε υπόψη τις ψυχολογικές διαταραχές του εφεσείοντα. Ο εφεσείων απελύθη από τις τάξεις της Εθνικής Φρουράς, μετά από πεντάμηνη θητεία, λόγω ψυχολογικών προβλημάτων. Δεν διαφεύγει όμως της προσοχής μας ότι ο εφεσείων είναι ηλικίας 41 ετών σήμερα, έγγαμος με αλλοδαπή που είναι μητέρα
τέκνου από προηγούμενο γάμο της.Ο εφεσείων κατά την αγόρευση ενώπιον μας έδωσε βαρύτητα στην κακή οικονομική του κατάσταση πριν τη διάπραξη του αδικήματος. Παρατηρούμε όμως ότι ο ίδιος με το πάθος του στο χαρτοπαίγνιο, περιήγαγε τον εαυτό του στην κατάσταση αυτή. Πέραν όμως τούτου, η κακή οικονομική κατάσταση δεν αποτελεί ελαφρυντικό, όπως τόνισε και το Κακουργιοδικείο, ούτε μπορεί να δικαιολογήσει την προσφυγή του στο έγκλημα. (Βλέπε:
R. v. Lacey (1990) 12 Cr. App. Rep. (5) 7).To Kακουργιοδικείο, όπως αναφέραμε πιο πάνω, έδωσε έμφαση στο στοιχείο της σοβαρότητας του αδικήματος και της αποτροπής λόγω της συχνότητας διάπραξης παρομοίων αδικημάτων. Επικροτούμε την προσέγγιση αυτή του Κακουργιοδικείου. Το Ανώτατο Δικαστήριο πλειστάκις έχει τονίσει την ανάγκη επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών σε τέτοιας φύσεως αδικήματα η συχνότητα διάπραξης των οποίων προσβάλλει το χρηματοπιστωτικό σύστημα του κράτους, απειλεί την ασφάλεια του πολίτη και της κοινωνίας και διαβρώνει τον κοινωνικό ιστό. (Βλέπε: Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Ανδρέου (1994) 2 ΑΑΔ 194, Φιλίππου ν. Αστυνομίας (1994) 2 ΑΑΔ 113, Κλεοβούλου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση αρ. 6313, ημερ. 24.3.1998, Πισκόπου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 6660, ημερ. 23.6.1999, Γενικός Εισαγγελέας ν. Ζανέττου Τσαπατσάρη και Άλλων, Ποινικές Εφέσεις αρ. 6927 και 6928, ημερ. 15.6.2000).
Το καθήκον της επιμέτρησης της ποινής εναποτίθεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Αυτή είναι η πάγια και σταθερή θέση της νομολογίας. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν καταφαίνεται ότι ήταν αποτέλεσμα σφάλματος αρχής ή όταν είναι έκδηλα υπερβολική. (Βλέπε: Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 222, Σουπαρής ν. Αστυνομίας (1994) 2 ΑΑΔ 58, Λοΐζου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση αρ. 6121, ημερ. 18.7.96, Κλεοβούλου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω), Πισκόπου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 6660, ημερ. 23.6.99, Γεώργιος Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 6471, ημερ. 19.7.1999).
Στην τελευταία πιο πάνω απόφαση (Γεώργιος Κωνσταντίνου) με παρόμοια γεγονότα και περιστατικά το Εφετείο επεκύρωσε ποινή δεκαετούς φυλάκισης. Δυνατότητα επέμβασης παρέχεται μόνο όπου το στοιχείο της υπερβολής βρίσκει αντικειμενικό έρεισμα από το συσχετισμό της προς το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορουμένου. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1994) 2 ΑΑΔ 179, Σωκράτης Παναγιώτου (Αντάρτης) ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 6240, ημερ. 19.5.97).
Έχουμε εξετάσει το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης σε συνδιασμό με όλους τους παράγοντες οι οποίοι διέπουν την επιμέτρηση της ποινής. Διαπιστώσαμε ότι το Κακουργιοδικείο έχει καθορίσει την ποινή μετά από ακριβοδίκαιη στάθμιση και συνεκτίμηση όλων των σχετικών παραγόντων. Δεν έχουμε διαπιστώσει οποιοδήποτε στοιχείο έκδηλης υπερβολής. Είναι ως εκ τούτου ορθή η εισήγηση της εφεσίβλητης πως δεν παρέχεται περιθώριο για παρέμβαση μας προς μείωση της ποινής που επέβαλε το Κακουργιοδικείο.
Η έφεση είναι αβάσιμη και απορρίπτεται.
Π.
Δ.
Δ.
/ΕΠσ