ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 2 ΑΑΔ 84

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

   ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 7185

 

ΕΝΩΠΙΟΝΠΙΚΗ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ/στών

 

Μεταξύ:

Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,

Εφεσείοντος

- ν -

 

Πάμπου Παναγιώτου, από Λεμεσό,

Εφεσιβλήτου

------------------------

26 Μαρτίου, 2002

 

Για τον Εφεσείοντα:  Φ. Τιμοθέου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

  εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

Για τον Εφεσίβλητο:  Α. Γλυκύς.

Εφεσίβλητος παρών.

------------------------

Tην απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.

­­­­­­­------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

          ΠΙΚΗΣ, Π.:  Επιλαμβανόμεθα έφεσης του Γενικού Εισαγγελέα κατά της ποινής, που επιβλήθηκε στον εφεσίβλητο από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού και στα τρία αδικήματα τα οποία παραδέχθηκε ότι διέπραξε:  Την άνευ αδείας -

 

                (α)  λειτουργία κέντρου αναψυχής,

                (β)  χρήση μεγαφώνων σε δημόσιο χώρο. και

                (γ)  λιανική πώληση οινοπνευματωδών ποτών.

 

          Οι ποινές που του επιβλήθηκαν είναι πρόστιμο £60,00, £30,00 και £60,00, αντίστοιχα. 

 

          Το ΄Αρθρο 137(1)(β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155, παρέχει δικαίωμα στο Γενικό Εισαγγελέα να εφεσιβάλλει την ποινή η οποία κρίνεται ανεπαρκής.  Δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου όπου διαπιστώνεται ότι η ανεπάρκεια της ποινής είναι καταφανής. έχει αυτό το χαρακτήρα η τιμωρία, όπου, εξ αντικειμένου, ελλείπει η πρέπουσα αντιστοιχία μεταξύ της σοβαρότητας του εγκλήματος και της επιβληθείσας ποινής.  Απόκλιση από το μέτρο τιμωρίας, όπως διαγράφεται από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τείνει να καταδείξει τέτοια ανεπάρκεια - (βλ., μεταξύ άλλων Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245. Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525. και Γεν. Εισαγγελέας ν. Φανιέρου (1996) 2 Α.Α.Δ. 303).

          Το στοιχείο της ανεπάρκειας της ποινής, που επιβλήθηκε στον εφεσίβλητο, είναι έκδηλο στην προκείμενη υπόθεση.  Οι ποινές που προβλέπουν οι σχετικές διατάξεις των νόμων* για τη διάπραξη καθενός από τα τρία αδικήματα είναι, αφ' εαυτών, δηλωτικές της σοβαρότητας που ενέχουν αδικήματα αυτής της κατηγορίας. 

 

          Η σοβαρότητα που αποδίδεται στο αδίκημα παράνομης χρήσης  μεγαφώνου δεν είναι άσχετη με τις σημερινές πραγματικότητες της ζωής και τη διασφάλιση παραδεκτών συνθηκών ζωής στον ολοένα συμπυκνούμενο συνοικιακό χώρο.  Η προστασία της κοινής ησυχίας είναι εξέχουσας σημασίας για τη διασφάλιση αρμονικής συμβίωσης στον κοινωνικό χώρο.  Αυτό τονίζεται στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Κωνσταντινίδης ν. Αστυνομίας, Ποινική ΄Εφεση Αρ. 6644, 22/6/99.  Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Εφετείου, που δόθηκε από τον Αρτεμίδη, Δ., είναι χαρακτηριστικό της σοβαρότητας του αδικήματος της παράνομης χρήσης μεγαφώνων:-

        «Επικροτούμε την αυστηρότητα με την οποία αντιμετώπισε το πρωτόδικο Δικαστήριο τον εφεσείοντα.  Θεωρούμε πολύ σοβαρές τις παραβάσεις νόμων που θεσπίζονται για να προστατεύεται και βελτιώνεται η ποιότητα ζωής των ανθρώπων, σε μια ραγδαία εξελισσόμενη κοινωνία με καινούργιες συνήθειες στον τρόπο λειτουργίας της.  Στην προκείμενη περίπτωση η νομοθεσία σκοπεί να διασφαλίσει την ησυχία και γαλήνη στο χώρο όπου ζουν οι άνθρωποι, έτσι που να απολαμβάνουν πνευματική και ψυχική ηρεμία.»

 

          Η ίδια απόφαση είναι διαφωτιστική για το μέτρο της τιμωρίας σε περιπτώσεις συστηματικών παραβάσεων των διατάξεων του Νόμου, που αφορούν τη χρήση μεγαφώνων.  Επιβλήθηκε ποινή προστίμου £1.000,00 στον κατηγορούμενο, ο οποίος βαρυνόταν με πολλά όμοια προηγούμενα.  Αφήνεται δε σαφώς η εντύπωση ότι θα επικυρωνόταν η ποινή προστίμου £2.000,00, που επέβαλε το πρωτόδικο Δικαστήριο, εάν δεν επρόκειτο για το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος εγκατέλειψε την επιχείρηση λειτουργίας μπυραρίας, που αποτέλεσε τη γενεσιουργό αιτία των παράνομων πράξεών του, συμβάν το οποίο παραγνωρίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

          Και στην προκείμενη περίπτωση, ο εφεσίβλητος βαρύνεται με σωρεία πρόσφατων καταδικών για όμοια αδικήματα με εκείνα για τα οποία καταδικάστηκε.  Οι μικρές χρηματικές ποινές που του επιβλήθηκαν,  προφανώς, άφησαν τον εφεσίβλητο με την εντύπωση ότι μπορεί να συνεχίζει να παρανομεί ανώδυνα.

 

          Το ότι εκκρεμούσε αίτηση του εφεσίβλητου για την παροχή άδειας λειτουργίας κέντρου και το ότι ο ίδιος προσδοκούσε ότι αυτή θα εγκρινόταν, δε μεταβάλλει τη σοβαρότητα του αδικήματος.

 

          Διακρίνεται η παρούσα υπόθεση από τα ιδιάζοντα περιστατικά της Κ.Ο.Τ. ν. Μαυροχάννα (1997) 2 Α.Α.Δ. 34, στην οποία το Δικαστήριο δεν επενέβη στη μικρή χρηματική ποινή προστίμου που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο - (£20.00) - για τη λειτουργία κέντρου αναψυχής χωρίς άδεια από τον Κ.Ο.Τ.  Ο εφεσίβλητος είχε άδεια λειτουργίας του κέντρου από πολλών ετών.  Το αδίκημα διεπράχθη λόγω της μη ανανέωσης της άδειάς του, καθυστέρηση οφειλόμενη στην ολιγωρία των αρμοδίων αρχών.  Παρά τη μικρή ποινή που επιβλήθηκε, το Δικαστήριο δεν παρέλειψε να τονίσει τη σοβαρότητα του αδικήματος. Στο ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση, που δόθηκε από το Νικήτα, Δ., τονίζεται εμφαντικά η σοβαρότητα λειτουργίας κέντρου χωρίς τη σχετική άδεια και, ταυτόχρονα, εξηγούνται οι λόγοι που συνηγορούσαν υπέρ της επίδειξης επιείκειας στη συγκεκριμένη υπόθεση:- (σελ. 37)

 

        «Προσυπογράφουμε ο,τιδήποτε έχει λεχθεί για τη σοβαρότητα του αδικήματος.  Και τις επιπτώσεις του.  Κυρίως αναφορικά με την προστασία του τουρισμού και της υγείας και ασφάλειας του κοινού ευρύτερα.  ΄Ομως, όπως έχει διαφανεί, δεν έχουμε εδώ την περίπτωση ατόμου που περιφρόνησε τις σχετικές διαδικασίες και ενσυνείδητα εντρύφησε σε παρανομία.»

 

          Σ' αυτή την υπόθεση, είμεθα αντιμέτωποι με τη συστηματική παράνομη λειτουργία κέντρου και των μέσων λειτουργίας του.  Η προσδοκία για τη χορήγηση άδειας δεν παρέχει δικαίωμα παράνομης λειτουργίας του κέντρου.  Η θεραπεία για την άρση διοικητικής καθυστέρησης ή ακόμα την αδικαιολόγητη άρνηση του αιτήματος είναι εκείνη την οποία προβλέπει ο Νόμος με την άσκηση προσφυγής.  ΄Ο,τι δε συγχωρείται και δε γίνεται ανεκτό, είναι ο διοικούμενος να υποσκελίζει το νόμο, τον αποκλειστικό φορέα των δικαιωμάτων του. 

 

          Διαπιστώνουμε ότι οι επιβληθείσες ποινές είναι έκδηλα ανεπαρκείς και πρέπει να παραμεριστούν. Παραμεριζομένων των ποινών που επιβλήθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθίσταται δικό μας έργο ο καθορισμός τους. 

 

          Επιβάλλονται στον εφεσίβλητο οι ακόλουθες ποινές:-

 

                          Πρώτη κατηγορία  -  £400,00 πρόστιμο.

Δεύτερη κατηγορία  -  £750,00 πρόστιμο.

                          Τρίτη κατηγορία  -  £250,00 πρόστιμο.

 

          Πρέπει να προειδοποιήσουμε τον εφεσίβλητο ότι έχει φτάσει το σημείο όπου συνέχιση των παράνομων πράξεών του θα τον εκθέσει,  αναμφιβόλως, στην επιβολή της σοβαρότερης ποινής, που είναι εκείνη της φυλάκισης.  Πρέπει να κατανοήσει ότι έχει απολέσει κάθε έρεισμα για την αναζήτηση επιείκειας από το Δικαστήριο.

 

 

                                                                   Γ.Μ. Πικής, Π.

 

                                                                   Χρ. Αρτεμίδης, Δ.

 

                                                                   Μ. Κρονίδης, Δ.

/ΜΠ



* (α)    Λειτουργία  κέντρου αναψυχής χωρίς άδεια - £500,00 πρόστιμο, ή έξι μήνες φυλάκιση, ή αμφότερες τις ποινές.  Πρόσθετα £50,00 πρόστιμο για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.

 

    (β)   Παράνομη χρήση μεγαφώνου - £5,000,00 πρόστιμο, ή έξι μήνες φυλάκιση, ή αμφότερες τις ποινές.  Επιπρόσθετα, παρέχεται εξουσία για κατάσχεση του μεγαφώνου.

 

    (γ)   Παράνομη πώληση λιανικώς οινοπνευματωδών ποτών -  £450,00 πρόστιμο, ή έξι μήνες φυλάκιση, ή αμφότερες τις ποινές.  Επιπρόσθετα, παρέχεται εξουσία για την κατάσχεση των ποτών.

 

    Σημείωση:  Στην  προκείμενη  περίπτωση, δεν παραλήφθηκαν ούτε τα  μεγάφωνα ούτε τα ποτά, τα οποία εφυλάττοντο στο κέντρο προς διάθεση.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο