ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 2 ΑΑΔ 174
26 Μαρτίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
MEHDI AFROUGHI,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7036)
Ποινή ― Κατοχή ναρκωτικών (22.243 γρ.) για ίδια χρήση ― Εφεσείων, αλλοδαπός, ηλικίας 24 ετών ― Λευκό ποινικό μητρώο ― Παραδοχή ― Συνεισφορά στη διερεύνηση των εγκλημάτων ― Επιβολή ποινής φυλάκισης τριών ετών ― Κρίθηκε έκδηλα υπερβολική και υποκαταστάθηκε κατ' έφεση με συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 18 μηνών για την πρώτη κατηγορία και 12 μηνών για τη δεύτερη κατηγορία.
Ποινή ― Καθορισμός ποινής ― Αποτελεί κατά κύριο λόγο έργο του εκδικάζοντος δικαστηρίου ― Προϋποθέσεις επέμβασης του Εφετείου ― Η επέμβαση του Εφετείου επεβάλλετο σε υπόθεση, κατά την οποία, για σκοπούς τιμωρίας, ο χρήστης ναρκωτικών είχε συσχετισθεί με έμπορο ναρκωτικών.
Ποινή ― Αποτρεπτική ποινή ― Ναρκωτικά ― Οι χρήστες δεν πρέπει να τιμωρούνται με αποτρεπτικές ποινές της ίδιας έντασης με αυτές που επιβάλλονται στους εμπόρους.
Τα γεγονότα και οι νομικές αρχές που εφάρμοσε το Ανώτατο Δικαστήριο αποδεχόμενο την έφεση και μειώνοντας την ποινή του εφεσείοντος ο οποίος ήταν χρήστης ναρκωτικών φαίνονται από τις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις. Η επέμβαση του Εφετείου κρίθηκε αναγκαία, λόγω του έμμεσου, έστω παραλληλισμού της παρούσας υπόθεσης με την υπόθεση Hadavand v. Δημοκρατίας (υπόθεση διεθνούς εμπορίας ναρκωτικών επί μεγάλης κλίμακος), που αποκάλυπτε σφάλμα αρχής από πλευράς του δικάζοντος Δικαστηρίου το οποίο έτεινε να μεταβάλει τη σοβαρότητα του αδικήματος.
Η έφεση επιτράπηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240,
Hadavand v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 359,
Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245,
Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525.
Έφεση.
Έφεση από τον κατηγορούμενο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, Υπόθεση Αρ. 23243/00, ημερομηνίας 8/12/00, με την οποία βρέθηκε ένοχος σε δύο κατηγορίες κατοχής και χρήσης ναρκωτικών, χωρίς την άδεια των αρμοδίων αρχών και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τριών χρόνων.
Νικολαΐδης με Αλ. Σαουρή, για τον Εφεσείοντα.
Ξ. Ευσταθίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο εφεσείων, ιρανικής καταγωγής, συνελήφθη, όντας στην Κύπρο παρανόμως, μετά τη λήξη της άδειας παραμονής του, έχοντας στην κατοχή του ποσότητα ναρκωτικών φαρμάκων της τάξεως Α΄, 22.243 γρ. οπίου, χωρίς την άδεια των αρμοδίων αρχών.
Μετά τη σύλληψή του, προέβη σε θεληματική κατάθεση, στην οποία παραδέχτηκε τη διάπραξη του εγκλήματος. Σ' αυτή, αναφέρει, γεγονός που δεν αμφισβητήθηκε, ότι είναι χρήστης ναρκωτικών, εξ ου και η κατηγορία, την οποία, επίσης, παραδέχτηκε, για το κάπνισμα οπίου. Παραδέχτηκε και τρίτη κατηγορία - για την παράνομη παραμονή του στην Κύπρο.
Στην απόφασή του, το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρεται στις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντος, το νεαρό της ηλικίας του (24 ετών), την καταγωγή του, τη θεληματική κατάθεση στην οποία προέβη, και επί τούτω, τη συνεισφορά του στη διερεύνηση των εγκλημάτων, όπως και στο γεγονός ότι δε βαρύνεται με προηγούμενες καταδίκες. Εκτεταμένη αναφορά γίνεται και στη νομολογία, από την οποία σαφώς προκύπτει ότι αδικήματα κατοχής, χρήσης και, όλως ιδιαίτερα, εμπορίας ναρκωτικών, αποτελούν, σε παγκόσμια κλίμακα, κίνδυνο για τη φυσική και ηθική υπόσταση του ανθρώπου, τόσο μεγάλο, ώστε, κατά κανόνα, να δικαιολογείται η επιβολή αποτρεπτικών ποινών.
Μεταξύ άλλων, αναφορά έγινε και στην απόφαση Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240, στην οποία επισημαίνεται η διάκριση μεταξύ της σοβαρότητας εγκλημάτων κατοχής και χρήσης ναρκωτικών, αφενός, και εμπορίας ναρκωτικών, αφετέρου, χωρίς όμως να παραγνωρίζεται ότι είναι οι χρήστες που συντηρούν την εμπορία των ναρκωτικών.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντος ανέπτυξε με σαφήνεια τους λόγους, οι οποίοι, κατά την εισήγησή του, καθιστούν την ποινή υπερβολική, σε βαθμό που να δικαιολογείται η επέμβασή μας. Εισηγήθηκε ότι προκύπτει από την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, άμεσα ή έμμεσα, ότι, για σκοπούς τιμωρίας, ο εφεσείων αντιμετωπίστηκε ως έμπορος και όχι ως χρήστης ναρκωτικών. Άλλως, δε θα υπήρχε εξήγηση της σημασίας που αποδόθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση στη Hadavand v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 359 υπόθεση διεθνούς εμπορίας ναρκωτικών επί μεγάλης κλίμακος.
Καθολική είναι η εκτίμηση ότι τα ναρκωτικά αποτελούν κοινό κίνδυνο για τον άνθρωπο, ο οποίος πρέπει να καταπολεμηθεί. Οι αυστηρές ποινές είναι το μέσο στη διάθεση του δικαίου, για την επίτευξη του σκοπού αυτού, εξ ου και το στοιχείο της αποτροπής, το οποίο, συνήθως, χαρακτηρίζει τις ποινές γι' αυτά τα εγκλήματα.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας αναφέρθηκε στη σοβαρότητα των εγκλημάτων, όπως διαγράφεται από τον περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμο του 1977, (Ν. 29/77), (όπως τροποποιήθηκε από τους Ν. 67/83 και 20(I)/92), και τα περιστατικά του αδικήματος, για να υποστηρίξει ότι δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης στην ποινή.
Ο καθορισμός της ποινής αποτελεί, κατά κύριο λόγο, έργο του δικάζοντος δικαστηρίου. Το εφετείο επεμβαίνει μόνο, εφόσον καταφανεί ότι η ποινή είναι ανεπαρκής. Τούτο καθίσταται έκδηλο, μόνο αν η υπερβολή διαφαίνεται, εξ αντικειμένου, ως υπαρκτή. Επίσης, δικαιολογείται η επέμβαση του εφετείου, όπου η καθοδήγηση του δικαστηρίου ως προς τα γεγονότα ή το νόμο, ή και τα δύο, είναι εσφαλμένη - (βλ., μεταξύ άλλων, Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245, Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525).
Η σημασία που αποδόθηκε, στην προκείμενη περίπτωση, στη Hadavand v. Δημοκρατίας, (ανωτέρω), και ο έμμεσος, έστω, παραλληλισμός της με την παρούσα υπόθεση, αποκαλύπτει τέτοιο σφάλμα. Ο εφεσείων ήταν χρήστης ναρκωτικών, ο οποίος είχε στην κατοχή του περιορισμένη ποσότητα ψυχοτρόπων ουσιών. Ο συσχετισμός του, για σκοπούς τιμωρίας, με εμπόρους ναρκωτικών έτεινε να μεταβάλει τη σοβαρότητα του αδικήματος. Και για τους χρήστες ναρκωτικών, οι οποίοι δηλητηριάζουν την ύπαρξή τους και διανοίγουν το δρόμο για τους εμπόρους ναρκωτικών, αρμόζουν αποτρεπτικές ποινές, όχι, όμως, της ίδιας έντασης με αυτές που επιβάλλονται στους εμπόρους, εκείνους που καθιστούν επάγγελμά τους τη διασπορά του θανάτου. Για τους εμπόρους, είναι δύσκολο να ανευρεθούν ερείσματα μετριασμού. Για τους χρήστες υπάρχει κάποιο περιθώριο, που, ομολογουμένως, με το χρόνο στενεύει· το περιθώριο εκείνο που σχετίζεται με την αδυναμία του ανθρώπου.
Ο εφεσείων κατάγεται από το Ιράν και για πρώτη φορά έρχεται αντιμέτωπος με τη χείρα του δικαίου. Η ποινή, που του επιβλήθηκε, ήταν έκδηλα υπερβολική. Ποινή φυλάκισης ήταν η αρμόζουσα, όχι όμως τριών χρόνων.
Εφόσον παραμερίζεται η ποινή, καθίσταται δικό μας έργο ο καθορισμός της.
Κρίνουμε ότι η αρμόζουσα τιμωρία είναι φυλάκιση 18 μηνών για την πρώτη κατηγορία, 12 μηνών φυλάκιση για τη δεύτερη κατηγορία· παραμένει αναλλοίωτη η ποινή για την τρίτη κατηγορία - (παράνομη παραμονή στην Κύπρο) - η οποία δεν εφεσιβλήθηκε. Οι ποινές θα συντρέχουν και η έκτισή τους θα αρχίζει από την 23η Νοεμβρίου, 2000.
Αναμένεται ότι οι αρχές των φυλακών θα παράσχουν, κατά τη διάρκεια της κράτησης του εφεσείοντος, κάθε βοήθεια σ' αυτό να απαλλαγεί από την καταστροφική έξη του, που οδηγεί στην εξουδετέρωσή του ως δημιουργικού ατόμου για τον εαυτό του, την οικογένειά του και την κοινωνία.
Η έφεση επιτρέπεται.
Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Υποκαθίσταται με απόφαση ως ανωτέρω.
Η�έφεση επιτρέπεται.