ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 2 ΑΑΔ 606

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Ποινική Έφεση αρ. 7166.

Σύνθεση Δικαστηρίου: ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΔΔ.

Μεταξύ:

Γιώργου Κοσασβίλη, από την Κ. Πάφο,

Εφεσείοντος,

- ν -

Αστυνομίας,

Εφεσίβλητη.

- - -

30 Αυγούστου 2001.

Για τον εφεσείοντα: Α. Αλεξάνδρου.

Για την εφεσίβλητη: Χ. Χαραλάμπους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ

μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

Εφεσείων παρών.

- - -

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο

Γ. Μ. Πικής,

- - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο Γεώργιος Κοσασβίλη, κρίθηκε ένοχος επίθεσης κατά αστυνομικού και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 2½ μηνών. Εφεσιβάλλει την ποινή η οποία του επιβλήθηκε ως καταφανώς υπερβολική. Ακριβέστερα αμφισβητεί ότι η φυλάκιση ήταν παραδεκτό και όχι αποφευκτέο μέτρο τιμωρίας υπό το φως των περιστατικών της υπόθεσης και των προσωπικών συνθηκών του. Πέριξ αυτής της θέσεως περιστρέφονται οι πρώτοι δύο λόγοι έφεσης.

Ο τρίτος λόγος στρέφεται κατά της απόρριψης του ενδεχόμενου αναστολής της ποινής, μέτρο που κατά τον εφεσείοντα εδικαιολογείτο από τα περιστατικά και τις προσωπικές του συνθήκες. Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγούμενο από τις αποφάσεις στις, Φώτιος Αντωνίου Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας Ποινική Έφεση αρ. 6560 - 7.8.98 και Ιουλιανός Κώστα Καλαθά ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση αρ. 6763 - 21.12.99, κατέληξε ότι απουσίαζαν οι εξαιρετικές εκείνες περιστάσεις που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την αναστολή της έκτισης της ποινής φυλάκισης του εφεσείοντος.

Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα ήταν όντως ασυνήθεις. Ο εφεσείων ενεπλάκη σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην επαρχία Πάφου που προκάλεσε τον τραυματισμό του στην κεφαλή. Σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτοδίκου Δικαστηρίου, ενώ συμφώνησε να μεταφερθεί με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο, άμα τη αφίξει του, αντέδρασε τόσο στην υποβολή του σε εξετάσεις όσο και στην παραμονή του στο νοσοκομείο. Παρά τις ενστάσεις του οι νοσοκομειακές αρχές τον υπέβαλαν σε ακτινογραφία του κρανίου. Ο εφεσείων συνέχισε να διαμαρτυρείται εκδηλώνοντας την πρόθεσή του να αποχωρήσει.

Στο νοσηλευτικό προσωπικό δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ο εφεσείων προκάλεσε και ζημία σε μηχάνημα του νοσοκομείου, γεγονός που αποτέλεσε το αντικείμενο κατηγορίας για πρόκληση κακόβουλης ζημίας στην οποία όμως αθωώθηκε. Προφανώς οι αρχές δεν ήθελαν να αφήσουν τον εφεσείοντα να αποχωρήσει πριν υπογράψει τα σχετικά έντυπα, ότι αποχωρεί ιδία βουλήσει. Προς αποκατάσταση της τάξης οι υπεύθυνοι του τμήματος Πρώτων Βοηθειών, κάλεσαν την Αστυνομία.

Όταν αφίχθηκε η Αστυνομία, ο εφεσείων, μεταφερόμενος σε καροτσάκι, οδηγείτο έξω από τον ακτινολογικό θάλαμο όπου υποβλήθηκε σε ακτινογράφηση του κρανίου. Καθ΄ οδό (ο εφεσείων) συνέχισε τις διαμαρτυρίες του γιατί εμποδιζόταν να φύγει. Σ΄ εκείνο το στάδιο παρενεβλήθη στην πορεία του ο αφιχθείς αστυνομικός (ο παραπονούμενος) και ζήτησε τα στοιχεία του τόσο σε σχέση με τη διαγωγή του στο νοσοκομείο όσο και για την εμπλοκή του στο οδικό δυστύχημα. Ο εφεσείων ανασηκώθηκε από το καροτσάκι διαδηλώνοντας την εμμονή του να φύγει σπρώχνοντας με το χέρι τον αστυνομικό στο στήθος, να παραμερίσει. Το σπρώξιμο, όπως το χαρακτήρισε ο παραπονούμενος, ήταν μεν δυνατό όχι όμως επιθετικό. Γι΄ αυτό το συμβάν ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος και τιμωρήθηκε με φυλάκιση 2½ μηνών.

Ο εφεσείων κατάγεται από τη Γεωργία, Ελληνικής καταγωγής, στον οποίο εκδόθηκε Ελληνικό διαβατήριο. Ήλθε στην Κύπρο με την οικογένεια του, το 1996, σε αναζήτηση καλύτερης ζωής. Είναι ηλικίας (σήμερα) 32 ετών. Είναι εκπαιδευμένος δάσκαλος και υπηρετούσε με αυτή την ιδιότητα στα δημόσια σχολεία της Γεωργίας. Στην Κύπρο εργοδοτείται ως εργάτης. Είναι πατέρας ενός κοριτσιού έντεκα χρόνων, από τον πρώτο του γάμο και φέρει την ευθύνη της φροντίδας και διατροφής του. Μετά τη διάλυση του πρώτου συνήψε δεύτερο γάμο. Η σύζυγος του είναι έγκυος και αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας τα οποία την έθεσαν εκτός εργασίας. Oι μηνιαίες απολαβές του ανέρχονται σε £480.

Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν τον καθορισμό της ποινής η φυλάκιση αποτελεί, λόγω της δραστικότητάς της, ύστατο μέτρο τιμωρίας αποφευκτέο εφόσον υπαλλακτικοί τρόποι τιμωρίας κρίνονται επαρκείς. Σε αυτή την αρχή αναφέρθηκε ο κ. Αλεξάνδρου παραπέμποντας στη Zak & others v. Αστυνομίας (1990)2 Α.Α.Δ. 6. (Βλ. επίσης Polycarpos A. Polycarpou v. The Police (1970)2 C.L.R. 111. Riley v. Αστυνομίας (1989)2 Α.Α.Δ. 335.) Το λευκό του μητρώο συνιστούσε πρόσθετο παράγοντα που καθιστούσε την επιβολή ποινής φυλάκισης όχι αναπότρεπτη. Ο κ. Χαραλάμπους υιοθέτησε τη θέση ότι η ποινή η οποία επιβλήθηκε στον εφεσείοντα είναι μεν αυστηρή, χωρίς όμως να εξέρχεται από τα όρια του παραδεκτού, ώστε να δικαιολογείται η επέμβασή μας, παραπέμποντας προς τούτο στη Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991)2 Α.Α.Δ. 525.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο υπογραμμίζει τη σοβαρότητα του αδικήματος επίθεσης κατ΄ αστυνομικού οργάνου με αναφορά στη Φιλίππου ν. Αστυνομίας (1989)2 Α.Α.Δ. 245 από την οποία παραθέτει στην απόφασή του το ακόλουθο απόσπασμα:

«Οι αστυνομικές Αρχές στην εκτέλεση του καθήκοντός τους είναι φορείς της εξουσίας του δικαίου. Αντιστράτευση και υπονόμευση του έργου τους κάτω από τις συνθήκες που είχε διαπραχθεί το αδίκημα δε μπορεί παρά να χαραχτηριστεί ως πράξη εξαιρετικής σοβαρότητας.»

Συμφωνούμε. Δεν διαχωρίζεται όμως η σοβαρότητα του αδικήματος από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, τα οποία στην προκείμενη περίπτωση παρουσιάζουν ιδιομορφίες που δεν μπορεί να παραγνωρισθούν. Αναγνωρίζει το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η βία η οποία ασκήθηκε δεν είχε τα χαρακτηριστικά της ωμής βίας, ούτε συνιστούσε επίθεση με την έννοια που ο όρος ενέχει στην καθομιλουμένη. Τούτου δοθέντος θεωρούμε ατυχή την αναφορά από το πρωτόδικο Δικαστήριο στη Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Αντρέα Τόκκαλλου Ποινική Έφεση αρ. 6981 - 27.2.2001 στην οποία λέχθηκε ότι:

«Η ωμή χρήση βίας είτε ως μέσο επικράτησης, είτε ως μέσο εκδίκησης, είτε ως μέσο τιμωρίας, δεν έχει θέση στην κοινωνία των ανθρώπων. Η εκδήλωσή της πρέπει να τιμωρείται με την αυστηρότητα που επιβάλλει η σοβαρότητα του εγκλήματος και η ανάγκη για τη γενική καταστολή τέτοιας συμπεριφοράς.»

Στην υπόθεση εκείνη η ποινή της φυλάκισης θεωρήθηκε ως η μόνη ενδεδειγμένη ποινή προς τιμωρία του κατηγορουμένου ο οποίος επιτέθηκε εξ ενέδρας και τραυμάτισε τον παραπονούμενο, τον αντεραστή του (όπως το θεωρούσε).

Οι πραγματικά παράδοξες αντιδράσεις του εφεσείοντος στην παροχή σ΄ αυτό νοσηλείας από τις ιατρικές υπηρεσίες παραμένουν ανεξήγητες στην πρωτόδικη απόφαση. Ούτε συζητείται η μεταβολή της στάσεως του εφεσείοντος κατά την άφιξή του στο νοσοκομείο. Εύλογα μπορεί να πιθανολογηθεί το ενδεχόμενο ότι ο τραυματισμός του εφεσείοντος στο κεφάλι, που υπέστη κατά το οδικό ατύχημα, συνέβαλε σε τούτο. όπως και η αδυναμία του να επικοινωνήσει ευχερώς με το νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό, λόγω της πολύ περιορισμένης γνώσης που είχε, της ελληνικής γλώσσας. Πρόδηλο είναι ότι η παραμονή του στο νοσοκομείο του προκάλεσε μεγάλο εκνευρισμό και αντίστοιχα μεγάλη επιθυμία να αποχωρήσει. Σ΄ αυτό οφείλονται οι αντιδράσεις του, φαινομενικά παράλογες, πλην υπαρκτές. Κάτω από αυτά τα δεδομένα δύσκολο είναι να αποδοθεί σ΄ αυτόν ηθελημένη πρόθεση υπονόμευσης της αστυνομικής αποστολής, γεγονός που κατατάσσει τη σοβαρότητα του αδικήματος το οποίο διέπραξε στη χαμηλότερη βαθμίδα σοβαρότητος αυτής της κατηγορίας εγκλημάτων. Το γεγονός αυτό, συν οι εξαιρετικές προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντος και το λευκό του μητρώο, καθιστούσαν αποφευκτέα την επιβολή ποινής φυλάκισης.

Ενόψει τούτου κρίνουμε την επιβολή φυλάκισης εσφαλμένη και την παραμερίζουμε, γεγονός που καθιστά δικό μας έργο τον καθορισμό της ποινής. Δεν μπορεί να παραγνωρίσουμε ότι ήδη ο εφεσείων παρέμεινε στη φυλακή για χρονική περίοδο ενός μηνός με όλες τις συνέπειες που αυτό ενέχει. ο εφεσείων θα καταθέσει προσωπική εγγύηση για ποσό £5,000 για χρονική περίοδο δύο ετών να τηρεί το νόμο.

Πική ς, Π.

 

 

Αρτε μίδης, Δ.

 

 

Γαβρ ιηλίδης, Δ.

 

/ΑυΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο