ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 2 ΑΑΔ 267

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 6926

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.Δ.

Χρυσόστομος Χριστάκη Παπαγεωργίου

Εφεσείων

- ν. -

Δημοκρατίας

Εφεσίβλητης

___________

6 Απριλίου, 2001

Για τον εφεσείοντα : κ. Δ. Κακουλλής.

Για την εφεσίβλητη : κ. Στ. Ταμάσιος, Δικηγόρος της

Δημοκρατίας Α΄, για Γεν. Εισαγγελέα της

Δημοκρατίας.

___________

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δοθεί από το δικαστή Φρ. Νικολαΐδη

__________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: O εφεσείων καταδικάστηκε από το Στρατοδικείο σε πρόστιμο £500 και εγγύηση, όταν βρέθηκε ένοχος στην κατηγορία της ανυποταξίας, κατά παράβαση του άρθρου 22(α) του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου του 1964, Ν.20/1964, όπως τροποποιήθηκε. Συγκεκριμένα, ενώ ήταν στρατεύσιμος, την 21.9.1998 παρέλειψε, χωρίς εύλογη αιτία και παρ΄ όλον ότι είχε διαταγή κλήσης, να παρουσιασθεί για άσκηση στη στρατιωτική του μονάδα. Eίχε υποχρέωση να παρουσιάζεται στις ασκήσεις ως έφεδρος, όταν εκαλείτο να το πράξει, αφού είχε εκπληρώσει κανονικά τη στρατιωτική του θητεία.

Στις 30.9.1998, με επιστολή στον Υπουργό ΄Αμυνας αξίωσε όπως του αναγνωριστεί η ιδιότητα του αντιρρησία συνείδησης. Ζήτησε επίσης υπαλλακτική υπηρεσία και απαλλαγή του από την υποχρέωση να παρουσιάζεται στις ασκήσεις ως έφεδρος στρατιώτης.

Ο εφεσείων υποστήριξε ότι παραβιάζεται η αρχή της ισότητας, μια και άλλοι αντιρρησίες συνείδησης που υπηρέτησαν ως τέτοιοι τη στρατιωτική τους θητεία δικαιούνται όταν καλούνται για εφεδρική υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά να εκτελούν υπηρεσία παρόμοιας φύσης με εκείνη που ασκούσαν κατά τη θητεία τους.

Ο εφεσείων βασίζει την επιχειρηματολογία του στο ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος. Ισχυρίζεται ότι το δικαίωμα του να είναι αντιρρησίας συνείδησης βασίζεται στο δικαίωμα ελευθερίας σκέψης και συνείδησης που προστατεύεται από το ΄Αρθρο 18 του Συντάγματος, καθώς και από το ΄Αρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Σύμφωνα με τον περί Εθνικής Φρουράς Νόμο του 1964, Ν.20/64, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 2(1)/92, στρατεύσιμος που εναντιούται για λόγους συνείδησης στην εκτέλεση ένοπλης στρατιωτικής υπηρεσίας μπορεί, αν η ιδιότητά του αυτή του αναγνωριστεί με απόφαση του Υπουργού ΄Αμυνας, να υπηρετήσει άοπλη στρατιωτική υπηρεσία διάρκειας 42 μηνών, αν επιλέξει άοπλη υπηρεσία, χωρίς στρατιωτική στολή και εκτός στρατιωτικού χώρου, ή διάρκειας 34 μηνών, αν επιλέξει άοπλη υπηρεσία, με στρατιωτική στολή και μέσα σε στρατιωτικό χώρο (άρθρο 5Α). Η απόφαση του Υπουργού λαμβάνεται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου, που υποβάλλεται τριάντα τουλάχιστον μέρες πριν από την ημερομηνία της κατάταξής του (άρθρο 5Α (3)).

Ο εφεσείων πριν καταταγεί και υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία δεν υπέβαλε αίτηση και δεν αναγνωρίστηκε ως αντιρρησίας συνείδησης.

Σύμφωνα με το άρθρο 15(ε) του Νόμου οι αναγνωρισθέντες ως αντιρρησίες συνείδησης μετά την απόλυσή τους από την Εθνική Φρουρά, όταν καλούνται για εφεδρική υπηρεσία, καλούνται για υπηρεσία παρόμοιας φύσης με εκείνη που εκτέλεσαν όταν υπηρέτησαν τη στρατιωτική τους θητεία.

Ο Νόμος 2(1)/92 ενώ προβαίνει σε λεπτομερή ρύθμιση της εκπλήρωσης στρατιωτικής υποχρέωσης ατόμου που αναγνωρίζεται ως αντιρρησίας συνείδησης, τόσο για την κανονική θητεία, όσο και κατά την εφεδρεία, παραλείπει να ρυθμίσει την περίπτωση ατόμων που ενώ εκπλήρωσαν κανονικά τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, κατέστησαν αντιρρησίες συνείδησης μετά την απόλυσή τους, αξιώνοντας έτσι ανάλογη αντιμετώπιση μόνο για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους ως έφεδροι.

Είναι η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του εφεσείοντα ότι ως προς το περιεχόμενό του ο Νόμος δεν είναι αντισυνταγματικός, αλλά θα έπρεπε να ρυθμίζει και περιπτώσεις όπως του εφεσείοντα. H παράλειψη ρύθμισης παραβιάζει την αρχή της ισότητας.

Η παρούσα έφεση θα πρέπει να απορριφθεί. Ο εφεσείων θα έπρεπε μετά την κλήση του προς υπηρεσία ως έφεδρος να αμφισβητήσει την εγκυρότητα της εκτελεστής αυτής διοικητικής πράξης. Παρέλειψε να το πράξει και προτίμησε να θέσει θέμα παραβίασης της αρχής της ισότητας, όταν πλέον αντιμετώπισε ποινική δίωξη για το αδίκημα που διέπραξε. Ο εφεσείων ουσιαστικά αμφισβητεί τη νομιμότητα της κλήσης του στην εφεδρεία, θέμα της αποκλειστικής αρμοδιότητας του αναθεωρητικού δικαστηρίου. Ο ποινικός δικαστής δεν έχει αρμοδιότητα να ελέγξει την εγκυρότητα διοικητικής πράξης.

΄Οπως έχει σημειωθεί στην απόφαση Συμβούλιο Εγγραφής Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών ν. Κωνσταντίνου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 453, η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάσει το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος, δεν εφάπτεται σε κανένα σημείο της πολιτικής δικαιοδοσίας των επαρχιακών δικαστηρίων. Το ίδιο ισχύει και σε σχέση με την ποινική δικαιοδοσία του επαρχιακού δικαστηρίου (Ηλία ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Ξυλοφάγου (1994) 2 Α.Α.Δ. 137, 144. Βλέπε επίσης Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λεμεσού Λτδ ν. Δήμου Λεμεσού (1994) 2 Α.Α.Δ. 145).

Πέραν όμως τούτου σκέψεις μπορεί να γίνουν και για το εύρος του δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας νόμου που μπορεί να ασκηθεί σε περιπτώσεις παραλείψεων του νομοθέτη και στη δυνατότητα ή μη διόρθωσής τους από το δικαστήριο. Σχετική αναφορά που βρίσκεται στον Π. Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, δεύτερη έκδοση, σελ.98, παραγρ. 127, υιοθετήθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Dias United Publishing Co Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550, 556. Συμφωνούμε με την πιο πάνω αντιμετώπιση, δεν χρειάζεται όμως να επεκταθούμε.

Πριν τελειώσουμε θα θέλαμε να επισημάνουμε όπως και η υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 117, 123, ότι δεν παρέχεται στους "κατά συνείδησιν εναντιουμένους" οποιοδήποτε δικαίωμα. Ο νομοθέτης μπορεί να τους αναγνωρίσει ή όχι και συνεπώς μπορεί να προνοήσει ή να μην προνοήσει ως προς την εκτέλεση από αυτούς άλλης υπηρεσίας αντί της υποχρεωτικής στρατιωτικής υπηρεσίας. Για να θεωρηθεί κάποιος αντιρρησίας συνείδησης θα πρέπει, όπως είδαμε, να του αναγνωριστεί η ιδιότητα αυτή με απόφαση του Υπουργού. Ας μην ξεχνούμε δε ότι τα άτομα που αναγνωρίζονται ως αντιρρησίες συνείδησης υπηρετούν για σημαντικά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από τους άλλους, κάτι που δεν έγινε με τον εφεσείοντα που υπηρέτησε την κανονική περίοδο θητείας.

Εν όψει όλων των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται.

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

Γ. Νικολάου, Δ.

 

Δ. Χατζηχαμπής, Δ.

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο