ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 2 ΑΑΔ 523
21 Oκτωβρίου, 1999
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
O TITΛOΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΤΟΥ
ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ, ΗΜ. 25/6/99.
ΕΠΙΣΗΜΟΣ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ
ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ CH. ZAKAKIOTIS (DISCO) LTD.,
Εφεσείων,
v.
1. KALAVAS & ASSOCIATES LTD.,
2. ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΛΑΒΑ,
3. ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΑΛΑΒΑ,
Εφεσιβλήτων.
(Ποινική Έφεση Aρ. 6570)
Ποινικός Κώδικας — Έκδοση επιταγών χωρίς αντίκρυσμα κατά παράβαση του Άρθρου 305(Α)(1) και 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 — Συστατικό στοιχείο του αδικήματος η μη εξόφληση των επιταγών λόγω έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων του εκδότη — Παραπομπή του παραλήπτη στον εκδότη "Refer to drawer" — Συνιστούσε ικανοποιητική μαρτυρία για έλλειψη διαθέσιμων πόρων προς εξαργύρωση των επιταγών — Αθώωση εκδοτών των επιταγών λόγω έλλειψης μαρτυρίας — Διατάχθηκε επανεκδίκαση.
Ποινικός Κώδικας — Αυτουργοί — Άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 — Προβλέπει ρητά ότι ο καθένας, ο οποίος εμπλέκεται στο αδίκημα, περιλαμβανομένων και των συνεργών σ' αυτό, μπορεί να διωχθεί ως αυτουργός.
Ποινική Δικονομία — Κατηγορητήριο — Συνεργία — Λεπτομέρειες αδικημάτων — Είναι επιθυμητό, χωρίς να είναι απαραίτητο, να αναφέρουν ότι ο κατηγορούμενος ήταν συνεργός στη διάπραξη του αδικήματος.
Ποινική Δικονομία — Έφεση — Επανεκδίκαση υποθέσεως — Πότε διατάσσεται.
Στην υπόθεση αυτή το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, μετά το κλείσιμο της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής, αθώωσε την εφεσίβλητη εταιρεία και τους εφεσίβλητους 2 και 3 στις κατηγορίες για έκδοση επιταγών χωρίς αντίκρυσμα λόγω του ότι:
(α) δεν υπήρχε μαρτυρία ότι ο λόγος της μη εξόφλησης ήταν η έλλειψη διαθεσίμων κεφαλαίων, και
(β) δεν υπήρχε ο συνδετικός κρίκος μεταξύ του κατηγορητηρίου, της θέσης των παραπονουμένων και της προσαχθείσας μαρτυρίας αναφορικά με τους κατηγορούμενους 2 και 3, δηλαδή με ποιο ακριβώς τρόπο οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 εμπλέκονται στο ισχυριζόμενο αδίκημα με βάση το Άρθρο 20.
Ο παραλήπτης των επιταγών, ο κατήγορος, εφεσίβαλε την αθωωτική απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Υποστήριξε ότι τα ίδια τα ευρήματα του Δικαστηρίου τείνουν να τεκμηριώσουν ότι ο λόγος της μη εξόφλησης των επιταγών ήταν η έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων και επίσης ότι η εξειδίκευση των λεπτομερειών της συνεργίας δεν είναι απαραίτητη για την έγκυρη στοιχειοθέτηση του αδικήματος.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντος παρουσίασε μαρτυρία ότι οι επιταγές κατά τον χρόνο παρουσίασης τους στην τράπεζα δεν εξοφλήθηκαν και ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια δεν ήταν επαρκή για την κάλυψη των επιταγών. Γι' αυτό έγινε σημείωση στις επιταγές "Refer to drawer".
Προς υποστήριξη του λόγου α) ανωτέρω, ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων επικαλέστηκε την απόφαση Πασχάλη & άλλος ν. Αστυνομίας στην οποία η καταδίκη του κατηγορουμένου βάσει του Άρθρου 305Α, ακυρώθηκε γιατί δεν είχε καταδειχθεί ότι η μη αποπληρωμή της επιταγής οφειλόταν στην έλλειψη διαθέσιμων πόρων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η απόφαση στην Πασχάλη & άλλος ν. Αστυνομίας είναι άρρηκτα συνυφασμένη με τα ιδιαίτερα γεγονότα της, τα οποία αποκάλυψαν ότι η απουσία διαθέσιμων κεφαλαίων δεν ήταν ο λόγος για τη μη εξαργύρωση της επιταγής. Διαθέσιμα κεφάλαια υπήρχαν στην υπόθεση Πασχάλη.
2. Η παραπομπή του παραλήπτη στον εκδότη "Refer to drawer" ήταν απόρροια της απουσίας διαθέσιμων πόρων προς εξαργύρωση των επιταγών, οπόταν ο παραλήπτης έπρεπε να αποταθεί στον ίδιο τον εκδότη για τακτοποίηση της οφειλής.
3. Η απόφαση Ajini κ.α. ν. Αστυνομίας, βεβαιώνει την ευχέρεια, την οποία παρέχει ο νόμος στη στοιχειοθέτηση κατηγορίας εναντίον συνεργούντων στο έγκλημα.
4. Στην προκείμενη περίπτωση δικαιολογείται η έκδοση διαταγής, όπως και στη Γενικός Ειαγγελέας ν. Χριστοδούλου, για την επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο Δικαστή.
Η έφεση επιτράπηκε. Διατάχθηκε η επανεκδίκαση της υπόθεσης.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Γενικός Εισαγγελέας v. Χριστοδούλου (1990) 2 Α.Α.Δ. 133,
Ajini κ.ά. v. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 319,
Πασχάλη κ.ά. v. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 283,
Pierides v. Republic (1971) 2 C.L.R. 263,
Ekdotiki Eteria Kosmos v. Police (1984) 2 C.L.R. 121,
Charalambous v. Republic (1985) 2 C.L.R. 97,
Ττοουλιάς v. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 258.
Έφεση εναντίον Aθωωτικής Aπόφασης.
Έφεση από τον κατήγορο με τη συγκατάθεση του Γενικού Eισαγγελέα, εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνίας 28 Iουλίου 1998, (Ποινική Yπόθεση Aρ. 7400/97) (Πογιατζής, E.Δ.) με την οποία οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν στις δύο κατηγορίες έκδοσης επιταγών χωρίς αντίκρυσμα, κατά παράβαση των Άρθρων 305A(1) και 20 του Ποινικού Kώδικα, Kεφ. 154.
Δ. Αριστείδου με Α. Ιωάννου, για τον Eφεσείοντα.
Ε. Πατέρα με Χρ. Σκορδή για A. Σκορδή, για τους Eφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η εταιρεία Kalavas & Associates Ltd., ο Γιάννης Καλαβάς και η Κατερίνα Καλαβά διώχθηκαν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, για δύο αδικήματα έκδοσης επιταγών χωρίς αντίκρυσμα, κατά παράβαση των Άρθρων 305Α(1) και 20 του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154, (ο «νόμος»).
Το πρώτο από τα δύο άρθρα του νόμου, στο οποίο θεμελιώνονται οι κατηγορίες, συνοπτικά αποτιμούμενο, καθιστά ποινικό αδίκημα την έκδοση επιταγής, η οποία δεν εξαργυρώνεται κατά την «εμφάνισή της στην τράπεζα», λόγω έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων, και ο εκδότης της παραλείπει να αποπληρώσει το ποσό, το οποίο αντιπροσωπεύει η επιταγή, μέσα σε 15 ημέρες αφότου πληροφορείται το γεγονός.
Το ίδιο άρθρο του νόμου καθιστά υπεράσπιση, το βάρος για την απόδειξη της οποίας ο νόμος θέτει στους ώμους του κατηγορουμένου, το γεγονός ότι ο εκδότης, όταν εξέδιδε την επιταγή, «είχε εύλογη αιτία να πιστεύει ότι κατά την εμφάνισή της θα υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια για την εξόφλησή της.».
Μετά το πέρας της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής, το Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από τις αρχές που διέπουν τη στοιχειοθέτηση εκ πρώτης όψεως υπόθεσης, όπως αυτές εκτίθενται στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου (1990) 2 Α.Δ.Δ. 133, 144-146, διαπίστωσε ότι υπήρχε μαρτυρία, η οποία έτεινε να αποδείξει ότι οι επιταγές εκδόθηκαν από την εφεσίβλητη εταιρεία, προσυπογράφηκαν από τους εφεσίβλητους 2 και 3, πρόσωπα εξουσιοδοτημένα για την έκδοση επιταγών της εταιρείας, και παρουσιάστηκαν τρεις φορές στην τράπεζα και δεν εξαργυρώθηκαν. Το Δικαστήριο κατέληξε:-
«Υπάρχει μαρτυρία ότι οι επίδικες επιταγές δεν ξοφλήθηκαν όταν αυτές κατέστησαν πληρωτέες. Υπάρχει επίσης μαρτυρία ότι κατά τους ουσιώδεις χρόνους ο λογαριασμός των Κατηγορουμένων 1 δεν είχε τα διαθέσιμα κεφάλαια.»
Θεώρησε, όμως, καταλυτικό για τις κατηγορίες το ακόλουθο γεγονός:-
«Όμως δεν υπάρχει μαρτυρία ότι ο λόγος της μη εξόφλησης ήταν η έλλειψη διαθεσίμων κεφαλαίων. Η πλευρά των Παραπονουμένων είχε το επιπρόσθετο βάρος να συνδέσει τα δύο πιο πάνω γεγονότα.»
Διαπίστωσε και δεύτερο λόγο, ανατρεπτικό των κατηγοριών εναντίον των εφεσιβλήτων 2 και 3. Παρά το ότι, όπως σημειώνει το Δικαστήριο στην απόφαση, οι κατηγορούμενοι 2 και 3 υπέγραψαν τις δύο επιταγές και, επιπρόσθετα, διεφάνη ότι ο κατηγορούμενος 2 είχε ενεργό ανάμειξη στα γεγονότα, τα οποία, κατ' ισχυρισμό, αποτελούν το ποινικό αδίκημα, το Δικαστήριο έκρινε:-
«Ελλείπει όμως ο συνδετικός κρίκος μεταξύ του κατηγορητηρίου, της θέσης των Παραπονουμένων και της προσαχθείσας μαρτυρίας αναφορικά με τους Κατηγορούμενους 2 και 3, δηλαδή με ποιο ακριβώς τρόπο οι Κατηγορούμενοι 2 και 3 εμπλέκονται στο ισχυριζόμενο αδίκημα με βάση το Άρθρο 20.»
Με τη συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα, ο παραλήπτης των επιταγών, ο κατήγορος, εφεσίβαλε την αθωωτική απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Είναι η θέση του ότι και οι δύο λόγοι, για τους οποίους απορρίφθηκαν οι κατηγορίες, είναι αβάσιμοι. Τα ίδια τα ευρήματα του Δικαστηρίου, υποστήριξε, τείνουν να τεκμηριώσουν ότι ο λόγος της μη εξόφλησης των επιταγών ήταν η έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων.
Εκτός από το εύρημα του Δικαστηρίου, στο οποίο έχουμε αναφερθεί, ο δικηγόρος του εφεσείοντος παρέπεμψε στη μαρτυρία της μάρτυρος κατηγορίας Βιανάς Παπουή, η οποία κατέθεσε ότι, κατά το χρόνο παρουσίασης των επιταγών στην τράπεζα, σε τρεις ξεχωριστές περιπτώσεις, οι επιταγές δεν εξοφλήθηκαν και ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια στο λογαριασμό της εφεσίβλητης 1 δεν ήταν επαρκή για την κάλυψη των επιταγών. Και στις τρεις περιπτώσεις, έγινε σημείωση στις επιταγές "Refer to drawer". Ως προς το τι υποδηλώνει η αναφορά αυτή, η ίδια μάρτυς έδωσε την παρακάτω εξήγηση:-
«Σε τέτοια περίπτωση φεύγει η τράπεζα από τη μέση και η επιταγή πάει πίσω στο δικαιούχο για να αποταθεί στην περίπτωση τούτη στην Κατηγορουμένη 1 Εταιρεία και να κάνουν καλά εκείνοι.»
Ούτε ο δεύτερος λόγος, για τον οποίο απορρίφθηκαν οι κατηγορίες εναντίον των εφεσιβλήτων 2 και 3, δεν ευσταθεί, κατά την εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντος. Η εξειδίκευση των λεπτομερειών της συνεργίας είναι μεν επιθυμητή όχι, όμως, απαραίτητη για την έγκυρη στοιχειοθέτηση του αδικήματος, όπως διαπιστώθηκε στην Ajini κ.ά. ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 319, στην οποία παρέπεψε.
Ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων υποστήριξε την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο σύνολό της, περιλαμβανομένης της θεώρησης των συνεπειών του μη καθορισμού των λεπτομερειών της συνεργίας στις λεπτομέρειες του αδικήματος.
Το Άθρο 20 του Ποινικού Κώδικα ρητά προβλέπει ότι ο καθένας, ο οποίος εμπλέκεται στο αδίκημα, περιλαμβανομένων και των συνεργών σ' αυτό, μπορεί να διωχθεί ως αυτουργός.
Το Άρθρο 42 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155, ευθέως ορίζει ότι ο συνεργός μπορεί να διωχθεί ως αυτουργός. Το Άρθρο 42 προβλέπει:-
«42. Καθένας ο οποίος υπόκειται σε τιμωρία δυνάμει οποιουδήποτε νομοθετήματος ως πρόσωπο που μετείχε σε ποινικό αδίκημα δύναται να κατηγορηθεί είτε για διάπραξη του εν λόγω ποινικού αδικήματος ή για συμμετοχή στη διάπραξη αυτού ή για άμεση ή έμμεση παρακίνηση οποιουδήποτε άλλου προσώπου να διαπράξει το ποινικό αδίκημα, είτε το άλλο πρόσωπο που μετείχε στο αδίκημα έχει ή δεν έχει κατηγορηθεί ή καταδικαστεί είτε υπόκειται ή όχι στη δικαιοσύνη.»
Η απόφαση στην Ajini κ.ά. ν. Αστυνομίας (ανωτέρω), βεβαιώνει την ευχέρεια, την οποία παρέχει ο νόμος στη στοιχειοθέτηση κατηγορίας εναντίον των συνεργούντων στο έγκλημα.
Ο δεύτερος από τους δύο λόγους, για τους οποίους η κατηγορία κρίθηκε ατελέσφορη, μετά το κλείσιμο της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής, είναι όντως ανυπόστατος.
Προς υποστήριξη του πρώτου λόγου, για τον οποίο απορρίφθηκε η υπόθεση του κατηγόρου, ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων επικαλέστηκε την απόφαση στην Πασχάλη & Άλλος ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 283, στην οποία η καταδίκη του κατηγορουμένου, βάσει του Άρθρου 305Α, ακυρώθηκε, για το λόγο ότι δεν είχε καταδειχθεί ότι η μη αποπληρωμή της επιταγής κατά την εμφάνισή της οφειλόταν στην έλλειψη διαθέσιμων πόρων. Είχε καταφανεί (σ' εκείνη την υπόθεση) από τη μαρτυρία ότι, ενώ δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια στο λογαριασμό του εκδότη, στον οποίο αναφερόταν η επιταγή, ο εκδότης της επιταγής είχε άλλους διαθέσιμους πιστωτικούς λογαριασμούς, μεγάλου ύψους, στην τράπεζα, από τους οποίους θα μπορούσε να αποπληρωθεί η επιταγή και θα αποπληρωνόταν, εάν δεν επρόκειτο για τις εντολές του εκδότη να μην την εξαργυρώσει. Η παραπομπή του παραλήπτη της επιταγής "Refer to drawer" είχε, στην Πασχάλη, αυτό το σκοπό και δεν υποδήλωνε την έλλειψη διαθέσιμων πόρων. Και στην προκείμενη περίπτωση, υποστήριξε ο κ. Σκορδής, προς τεκμηρίωση της υπόθεσης για την κατηγορία, ήταν απαραίτητη η προσαγωγή πρόσθετης μαρτυρίας - ότι η έλλειψη διαθέσιμων πόρων ήταν ο μόνος λόγος για τον οποίο δεν τιμήθηκε η επιταγή. Δε συμφωνούμε ότι προκύπτει τέτοια αρχή από την Πασχάλη & Άλλος ν. Αστυνομίας, (ανωτέρω), απόφαση άρρηκτα συνυφασμένη με τα ιδιαίτερα γεγονότα της, τα οποία αποκάλυψαν ότι η απουσία διαθέσιμων κεφαλαίων δεν ήταν ο λόγος για τη μη εξαργύρωση της επιταγής. Διαθέσιμα κεφάλαια για το σκοπό αυτό υπήρχαν στην υπόθεση Πασχάλη.
Η μαρτυρία, η οποία πρσήχθη και έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο, στην προκείμενη υπόθεση, ως βάσιμη για τους σκοπούς θεώρησης της εκ πρώτης όψεως θεμελίωσης της υπόθεσης, αποκάλυψε ότι οι επιταγές παρουσιάστηκαν, ότι αυτές δεν εξαργυρώθηκαν και ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια προς εξαργύρωσή τους. Η αλληλουχία γεγονότων οδηγεί, αναπόφευκτα, στο συμπέρασμα ότι αιτία της μη αποπληρωμής των επιταγών ήταν η απουσία διαθέσιμων κεφαλαίων, τα οποία, όντως, δεν υπήρχαν. Δεν υπήρχε ίχνος μαρτυρίας, το οποίο θα μπορούσε να διασαλεύσει αυτό το συμπέρασμα. Η παραπομπή του παραλήπτη στον εκδότη "Refer to drawer" ήταν απόρροια της απουσίας διαθέσιμων πόρων προς εξαργύρωση των επιταγών, οπόταν ο παραλήπτης έπρεπε να αποταθεί στον ίδιο τον εκδότη για τακτοποίηση της οφειλής.
Υπό το φως της μαρτυρίας, η οποία προσήχθη, θεμελιώθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον και των τριών εφεσιβλήτων. Επακόλουθο είναι ο παραμερισμός της απαλλαγής και της αθώωσής τους.
Στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου, (ανωτέρω), το Δικαστήριο αντιμετώπισε τις επιλογές που παρέχονται στο Δικαστήριο μετά την απαλλαγή, πριν ο κατηγορούμενος κληθεί σε απολογία, με ιδιαίτερη αναφορά στις αρχές που διέπουν την έκδοση διαταγής για την επανεκδίκαση ποινικής υπόθεσης. (Βλ., επίσης, Phivos Petrou Pierides v. The Republic (1971) 2 C.L.R. 263· Ekdotiki Eteria Kosmos v. Police (1984) 2 C.L.R. 121· Charalambous v. Republic (1985) 2 C.L.R. 97 και Ττοουλιάς ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 258.) Καθοδηγούμενοι από αυτές, κρίνουμε και στην προκείμενη περίπτωση ότι δικαιολογείται η έκδοση διαταγής, όπως και στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου, για την επανεκδίκαση της υπόθεσης από Δικαστή άλλο από το Δικαστή που επελήφθη της υπόθεσης κατά την πρώτη δίκη.
Το αποτέλεσμα είναι: Η έφεση επιτρέπεται. Η απόφαση του Δικαστηρίου παραμερίζεται. Διατάσσεται η επανεκδίκαση της υπόθεσης.
H έφεση επιτρέπεται. Διατάσσεται η επανεκδίκαση της υπόθεσης.