ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 2 ΑΑΔ 397
16 Nοεμβρίου, 1998
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΖΗΝΩΝΑΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6463)
Μαρτυρία — Σχετικότητα — Δίκη στην οποία ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει, σε ξεχωριστά κατηγορητήρια, κατηγορίες που πηγάζουν από τα ίδια γεγονότα — Γίνεται δεκτή μαρτυρία για κάθε γεγονός σχετικό προς τα επίδικα θέματα — Ποίο γεγονός είναι σχετικό — Εσφαλμένος αποκλεισμός αντεξέτασης παραπονουμένου από την υπεράσπιση αναφορικά με γεγονότα που έτειναν να ρίξουν φως στην αξιοπιστία του — Οδήγησε σε παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης και ακύρωση της καταδίκης.
Ποινική Δικονομία — Κατηγορητήριο — Συνένωση κατηγοριών στο ίδιο κατηγορητήριο — Δεν είναι μόνο επιτρεπτή αλλά και επιθυμητή οποτεδήποτε οι κατηγορίες πηγάζουν από το ίδιο επεισόδιο ή γενικότερα από αλληλουχία γεγονότων που δεν μπορεί εύλογα να διαχωρισθούν.
Ο εφεσείων αντιμετώπιζε δύο κατηγορίες. Η μία για επίθεση με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης και η άλλη για αλόγιστη οδήγηση. Οι εν λόγω κατηγορίες στοιχειοθετήθηκαν σε διαφορετικά κατηγορητήρια παρόλο ότι εβασίζοντο σε γεγονότα που συνδέονταν μεταξύ τους. Προβλήθηκαν διιστάμενες εκδοχές για τα όσα διαδραματίστηκαν και αποτέλεσαν τη βάση της κατηγορίας της επίθεσης και για τα όσα επακολούθησαν, που αποτέλεσαν το αντικείμενο της αλόγιστης οδήγησης (δεύτερης κατηγορίας).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με απόφασή του, δεν επέτρεψε στον εφεσείοντα να εξετάσει τους μάρτυρες της κατηγορίας, σε σχέση με τα γεγονότα τα οποία αποτέλεσαν το αντικείμενο της δεύτερης κατηγορίας, παρά τη συνάφειά τους με την πρώτη κατηγορία, ενώ επέτρεψε στον παραπονούμενο να αναφερθεί στο δεύτερο μέρος του επεισοδίου στην κυρίως εξέτασή του. Επετράπη επίσης στην Μ.Ε. 1, θυγατέρα του εφεσείοντα, να αναφερθεί στα όσα ακολούθησαν τη σύγκρουση εφεσείοντα και παραπονούμενου. Μάλιστα η μάρτυς κρίθηκε αξιόπιστη, παρά τη διαφορετική, από τον παραπονούμενο, εκδοχή που πρόβαλε ως προς τα επακολουθήσαντα του πρώτου μέρους του επεισοδίου. Υποστήριξε η μάρτυς, ότι ο παραπονούμενος και η συνοδεία του προσπάθησαν να εμποδίσουν τον πατέρα της να αποχωρήσει με το αυτοκίνητό του από τη σκηνή και όχι ότι ο τελευταίος προσπάθησε είτε να πλήξει την ομάδα του παραπονούμενου ή ότι επέδειξε αδιαφορία για την ασφάλειά τους.
Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος για τη διάπραξη της επίθεσης συνοδευόμενης από την πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης. Προσβάλλει την καταδίκη του για το λόγο ότι εσφαλμένα αποστερήθηκε του δικαιώματος να αντεξετάσει τους μάρτυρες της κατηγορίας, για γεγονότα σχετικά με το αδίκημα και συνάμα ουσιώδη για την αξιοπιστία τους.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος Κεφ. 155, επιτρέπει τη συνένωση περισσοτέρων της μιας κατηγορίας στο ίδιο κατηγορητήριο. Η συνένωση δεν είναι μόνο επιτρεπτή αλλά επιθυμητή οποτεδήποτε οι κατηγορίες πηγάζουν από το ίδιο επεισόδιο ή γενικότερα από αλληλουχία γεγονότων που δεν μπορεί εύλογα να διαχωριστούν.
2. Ο διαχωρισμός κατηγοριών που προκύπτουν από ένα συνεχόμενο επεισόδιο και η στοιχειοθέτησή τους σε ξεχωριστά κατηγορητήρια, δεν περιορίζει τη μαρτυρία η οποία μπορεί να γίνει δεχτή λόγω της σχετικότητάς της προς το επίδικο θέμα σε κάθε μια από αυτές. Γίνεται δεχτή στη δίκη μαρτυρία για κάθε γεγονός σχετικό προς τα επίδικα θέματα. Σχετικό είναι κάθε γεγονός που συνθέτει και περιβάλλει τη διάπραξη του αδικήματος και κάθε γεγονός που μπορεί να διαφωτίσει για τα όσα συνέβησαν και συναφώς την αξιοπιστία των μαρτύρων που καταθέτουν γι' αυτά. Ενόψει των διιστάμενων εκδοχών, που προβλήθηκαν από την κατηγορούσα αρχή και την υπεράσπιση, για τα γεγονότα που αποτέλεσαν τη βάση της κατηγορίας, τα όσα επακολούθησαν ήταν σχετικά και αφ' εαυτών διαφωτιστικά, τόσο για τη συνοχή, όσο και το βάσιμο των εκδοχών που προβλήθηκαν και την αξιοπιστία των μαρτύρων. Κατά συνέπεια, ο αποκλεισμός, στην παρούσα υπόθεση, της αντεξέτασης του παραπονούμενου αναφορικά με γεγονότα που έτειναν να ρίξουν φως στην αξιοπιστία του, είναι εσφαλμένος και αποστέρησε την υπεράσπιση της δυνατότητας να ελέγξει τόσο την ορθότητα της μαρτυρίας του, όσο και την αξιοπιστία του για όσα κατέθεσε.
3. Οι συνέπειες του αποκλεισμού της αντεξέτασης του παραπονούμενου μεγενθύνονται από το γεγονός ότι για το ίδιο θέμα έγινε δεχτή μαρτυρία από τον παραπονούμενο στην κυρίως εξέτασή του. Το Δικαστήριο λειτούργησε κάτω από νομικό σφάλμα, το οποίο, κρινόμενο στο πλαίσιο του συνόλου της δίκης, καθιστά την ετυμηγορία του επισφαλή ώστε να επιβάλλεται ο παραμερισμός και η ακύρωσή της.
Η έφεση επιτρέπεται και ο εφεσείων αθωώνεται και απαλλάσσεται.
Aναφερόμενη Υπόθεση:
Papachrysostomou v. Police (1988) 2 C.L.R. 55.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης.
Έφεση εναντίον της καταδίκης από Zήνωνα Xρυσάνθου, ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 17 Φεβρουαρίου, 1998, από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Πάφου (Ποινική Yπόθεση Αρ. 1748/95) στην κατηγορία της επίθεσης και της πρόκλησης πραγματικής σωματικής βλάβης, κατά παράβαση του Άρθρου 243 του Ποινικού Kώδικα, Kεφ. 154 και καταδικάστηκε από Παπαμιχαήλ, E.Δ., σε ποινή προστίμου £150,-.
Δ. Παπαδόπουλος, για τον Εφεσείοντα.
Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, για τη διάπραξη του αδικήματος της επίθεσης συνοδευόμενης από την πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης. Προσβάλλει την καταδίκη του για ένα λόγο· ότι εσφαλμένα αποστερήθηκε του δικαιώματος να αντεξετάσει τους μάρτυρες της κατηγορίας, για γεγονότα σχετικά με το αδίκημα και συνάμα ουσιώδη για την αξιοπιστία τους.
Ο εφεσείων και ο παραπονούμενος ήλθαν σε αντιπαράθεση κατά τη συγκεκριμένη ημερομηνία, με αφορμή την εξόρμηση του παραπονούμενου και της συνοδείας του σε περιβόλι του εφεσείοντα για να κυνηγήσουν. Ο εφεσείων, ο οποίος είναι ιδιοκτήτης παρακείμενου τουριστικού καταλύματος, αντέδρασε έντονα στην παρουσία της ομάδας των κυνηγών, κυρίως λόγω της ανησυχίας που προκαλούσε η εκπυρσοκρότηση των όπλων στους ενοίκους του ξενοδοχείου του. Ακολούθησε ένα επεισόδιο, στο οποίο ενεπλάκησαν κατηγορούμενος και παραπονούμενος. Προβλήθηκαν διιστάμενες εκδοχές για τα όσα διαδραματίστηκαν και αποτέλεσαν τη βάση της κατηγορίας και για τα όσα επακολούθησαν, που αποτέλεσαν το αντικείμενο δεύτερης κατηγορίας εναντίον του εφεσείοντα για αλόγιστη οδήγηση, που στοιχειοθετήθηκε σε δεύτερο κατηγορητήριο.
Τα γεγονότα στα οποία θεμελιώθηκε η δεύτερη κατηγορία αφορούσαν τα όσα εξελίχθηκαν ευθύς μετά το συμβάν για το οποίο ο εφεσείων καταδικάστηκε. Γιατί οι αστυνομικές αρχές δε συνένωσαν και τις δύο κατηγορίες στο ίδιο κατηγορητήριο, δε δόθηκε καμιά εξήγηση. Είχε όμως η απόφαση αυτή συνέπειες για την ακρόαση της πρώτης κατηγορίας, δεδομένου ότι δεν επετράπη, με απόφαση του Δικαστηρίου, στον εφεσείοντα να εξετάσει τους μάρτυρες της κατηγορίας, σε σχέση με τα γεγονότα τα οποία αποτέλεσαν το αντικείμενο της δεύτερης κατηγορίας, παρά τη συνάφεια τους με τα γεγονότα της πρώτης κατηγορίας.
Παρ' όλον ότι απαγορεύθηκε στον εφεσείοντα να αντεξετάσει τους μάρτυρες της κατηγορίας για το δεύτερο μέρος του επεισοδίου, στον ίδιο τον παραπονούμενο επετράπη να αναφερθεί σ' αυτό στην κυρίως εξέτασή του. Συγκεκριμένα κατέθεσε ότι ο εφεσείων «προσπάθησε να μας τσιλλήσει με το αυτοκίνητό του». Η αναφορά στα επακολουθήσαντα έγινε προφανώς για ένα και μόνο λόγο, για να καταφανούν οι επιθετικές διαθέσεις του εφεσείοντα έναντι του ιδίου και της συνοδείας του. Πρέπει να σημειωθεί ότι όχι μόνο στον παραπονούμενο αλλά και σε μάρτυρα της υπεράσπισης, ειδικά στη θυγατέρα του εφεσείοντα Μ.Ε.1, επετράπη να αναφερθεί στα όσα ακολούθησαν τη σύγκρουση εφεσείοντα και παραπονούμενου. Μάλιστα η μάρτυς κρίθηκε αξιόπιστη, παρά τη διαφορετική, από τον παραπονούμενο, εκδοχή που πρόβαλε ως προς τα όσα ακολούθησαν το πρώτο μέρος του επεισοδίου. Υποστήριξε (η μάρτυς), ότι ο παραπονούμενος και η συνοδεία του προσπάθησαν να εμποδίσουν τον πατέρα της να αποχωρήσει με το αυτοκίνητό του από τη σκηνή και όχι ότι ο τελευταίος προσπάθησε είτε να πλήξει την ομάδα του παραπονούμενου ή ότι επέδειξε αδιαφορία για την ασφάλειά τους.
Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος Κεφ. 155, επιτρέπει τη συνένωση περισσότερων της μιας κατηγορίας στο ίδιο κατηγορητήριο. Η συνένωση δεν είναι μόνο επιτρεπτή αλλά επιθυμητή οποτεδήποτε οι κατηγορίες πηγάζουν από το ίδιο επεισόδιο ή γενικότερα από αλληλουχία γεγονότων που δεν μπορεί εύλογα να διαχωρισθούν.
Όπως υποδείξαμε στη Papachrysostomou v. Police (1988)2 C.L.R. 55, όταν δύο ή περισσότερες κατηγορίες βασίζονται σε γεγονότα άρρηκτα συνδεδεμένα, μέρος της ίδιας αλυσίδας γεγονότων, ενδείκνυται η συνένωσή τους στο ίδιο κατηγορητήριο. Ο διαχωρισμός τους, όπως επισημάναμε: (σελ. 62)
"would not only cause multiplicity of proceedings but more importantly still it would make it difficult for the Court to appreciate the evidence on either count in a correct factual perspective."
Ο διαχωρισμός κατηγοριών που προκύπτουν από ένα συνεχόμενο επεισόδιο και η στοιχειοθέτησή τους σε ξεχωριστά κατηγορητήρια, δεν περιορίζει τη μαρτυρία η οποία μπορεί να γίνει δεχτή λόγω της σχετικότητάς της προς το επίδικο θέμα σε κάθε μια από αυτές. Γίνεται δεχτή στη δίκη μαρτυρία για κάθε γεγονός σχετικό προς τα επίδικα θέματα. Σχετικό είναι κάθε γεγονός που συνθέτει και περιβάλλει τη διάπραξη του αδικήματος και κάθε γεγονός που μπορεί να διαφωτίσει για τα όσα συνέβησαν και συναφώς την αξιοπιστία των μαρτύρων που καταθέτουν γι' αυτά. Ενόψει των διιστάμενων εκδοχών, που προβλήθηκαν από την κατηγορούσα αρχή και την υπεράσπιση, για τα γεγονότα που αποτέλεσαν τη βάση της κατηγορίας, τα όσα επακολούθησαν ήταν σχετικά και αφ' εαυτών διαφωτιστικά, τόσο για τη συνοχή, όσο και το βάσιμο των εκδοχών που προβλήθηκαν και την αξιοπιστία των μαρτύρων. Ο εσφαλμένος αποκλεισμός της αντεξέτασης του παραπονούμενου, αναφορικά με γεγονότα σχετικά που έτειναν να ρίξουν φως στην αξιοπιστία του, αποστέρησε την υπεράσπιση της δυνατότητας να ελέγξει τόσο την ορθότητα της μαρτυρίας του, όσο και την αξιοπιστία του για τα όσα κατέθεσε.
Οι συνέπειες του αποκλεισμού της αντεξέτασης του παραπονούμενου μεγενθύνονται από το γεγονός ότι για το ίδιο θέμα έγινε δεχτή μαρτυρία από τον παραπονούμενο στην κυρίως εξέτασή του. Το νομικό σφάλμα, κάτω από το οποίο λειτούργησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, κρινόμενο στο πλαίσιο της δίκης στο σύνολό της, καθιστά την ετυμηγορία του Δικαστηρίου επισφαλή ώστε να επιβάλλεται ο παραμερισμός και η ακύρωσή της.
Η έφεση επιτρέπεται. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται στο σύνολό της. Ο εφεσείων (κατηγορούμενος), αθωώνεται και απαλλάσσεται.
H έφεση επιτρέπεται και ο εφεσείων αθωώνεται και απαλλάσσεται.