ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 2 ΑΑΔ 426
8 Δεκεμβρίου, 1997
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στές]
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ΨΥΛΛΑΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6348)
Απόδειξη — Αξιοπιστία μαρτύρων — Ευρήματα γεγονότων — Διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου — Το Εφετείο δεν επεμβαίνει σε απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η οποία στηρίζεται σε συμπεράσματά του σχετικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων, εκτός αν πεισθεί ότι υπάρχουν θετικοί λόγοι που του δίδουν το δικαίωμα να επέμβει — Τυχόν αντιφάσεις ή αδυναμίες που μπορεί να υπάρχουν στη μαρτυρία δεν αποτελούν λόγο επέμβασης του Εφετείου, εκτός αν είναι τόσο σημαντικές, ώστε να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε τη μαρτυρία ως αξιόπιστη — Το βάρος αποδείξεως, ότι τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εσφαλμένα, βρίσκεται στον εφεσείοντα.
Ο εφεσείων, που κρίθηκε ένοχος στην κατηγορία διάρρηξης κατοικίας εν καιρώ νυκτός και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 18 μηνών, ισχυρίστηκε στην έφεσή του ότι τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία και ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη λόγω πολλών αντιφάσεων. Οι κατ' ισχυρισμόν αντιφάσεις, αφορούσαν το θέμα της γνωριμίας του εφεσείοντα με το γιο του ιδιοκτήτη της οικίας την οποία διέρρηξε, κάποια προειδοποίηση που δόθηκε προς το γιο του ιδιοκτήτη της εν λόγω οικίας να προσέχει από τον εφεσείοντα λόγω του παρελθόντος του και επίσης την ημερομηνία καταγγελίας του επεισοδίου στην Αστυνομία.
Το Εφετείο αφού χαρακτήρισε όλες τις κατ' ισχυρισμόν αντιφάσεις από ασήμαντες μέχρι ανύπαρκτες, απέρριψε την έφεση εφαρμόζοντας τις νομικές αρχές που αναφέρονται στις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις.
Η έφεση απορρίπτεται.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Shioukiouroglou v. Police (1966) 2 C.L.R. 39,
Yiannakou v. Police (1982) 2 C.L.R. 37,
Αθηνής v. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 41,
Ηadjisavva, alias Koutras v. Republic (1976) 2 C.L.R. 13.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης.
Έφεση εναντίον της καταδίκης από το Mιχάλη Aνδρέου Ψύλλα ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 7 Mαΐου, 1997 από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας (Ποινική Yπόθεση Aρ. 34942/95) στην κατηγορία της διάρρηξης κατοικίας εν καιρώ νυκτός και καταδικάστηκε από Mαλαχτό, E.Δ. σε φυλάκιση 18 μηνών.
Ο εφεσείων παρών προσωπικά.
Γ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων βρέθηκε στις 7.5.1997 ένοχος στην κατηγορία της διάρρηξης κατοικίας εν καιρώ νυκτός και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 18 μηνών. Με την παρούσα έφεση ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε συμπεράσματα που δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία. Ειδικότερα ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο λανθασμένα έδωσε βάση στις μαρτυρίες των Μ.Κ.1 και Μ.Κ.2, καθώς και στη μαρτυρία του εξεταστή της υπόθεσης.
Σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας λόγω διαφωνίας στον τρόπο χειρισμού, η δικηγόρος του αποσύρθηκε και ο εφεσείων συνέχισε και παρουσίασε την υπόθεσή του χωρίς εκπροσώπηση.
Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως έγιναν δεκτά από το Δικαστήριο, είναι τα ακόλουθα: Ο εφεσείων τη νύκτα της 6ης προς την 7η Αυγούστου, 1994, διέρρηξε και εισήλθε στην κατοικία του Ανδρέα Κεραυνού από την οποία και έκλεψε το ποσό των £20 σε μετρητά.
Ο γιος του ιδιοκτήτη Χαράλαμπος Κεραυνός κατά τον ουσιώδη χρόνο διέμενε στην ίδια οικία με τους γονείς του. Επιστρέφοντας το βράδυ στο σπίτι, βρήκε τον εφεσείοντα σε ένα από τα δωμάτια ξαπλωμένο, στην προσπάθειά του να μη γίνει αντιληπτός, στο πάτωμα. Ο μάρτυρας αναγνώρισε τον εφεσείοντα που γνώριζε εξ όψεως από το κατάστημα του πατέρα του. Προς στιγμή πείστηκε από τις δικαιολογίες του εφεσείοντος που προσπάθησε να αποσπάσει υπόσχεσή του να μην τον καταγγείλει. Αργότερα όμως η υπόθεση κατέληξε στην Αστυνομία με αποτέλεσμα ο εφεσείων να συλληφθεί και να προσαχθεί τελικά εναντίον του η σχετική κατηγορία.
Δεν επιθυμούμε να αναφερθούμε σε μεγάλη λεπτομέρεια στις κατ' ισχυρισμό αντιφάσεις που ο εφεσείων επεσήμανε στην προσπάθειά του να πείσει το Δικαστήριο ότι η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι εσφαλμένη.
Χαρακτηριστικά μπορούμε να αναφέρουμε ότι ο εφεσείων επισημαίνει σα μια από τις αντιφάσεις το γεγονός ότι ενώ ο Ανδρέας Κεραυνός στη δική του μαρτυρία είπε ότι σύστησε στο γιο του να προσέχει από τον εφεσείοντα γιατί ήταν πρόσωπο γνωστό για το παρελθόν του, ο Χαράλαμπος Κεραυνός στη δική του μαρτυρία, ανέφερε ότι εκείνος που τον προειδοποίησε για τον κατηγορούμενο ήταν μία πελάτισσά του.
Άλλη "αντίφαση" που επισημαίνεται, σύμφωνα πάντα με τον εφεσείοντα, είναι ότι στην κυρίως εξέταση ο Ανδρέας Κεραυνός ισχυρίστηκε ότι ο κατηγορούμενος ήταν αρκετά χρόνια πελάτης του και γι' αυτό ο γιος του Χαράλαμπος τον ήξερε από το κατάστημα, ενώ στην αντεξέταση παραδέκτηκε ότι ο γιος του δεν γνώριζε τον κατηγορούμενο. Θα πρέπει να πούμε ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν έχει ίχνος αληθείας αφού στην αντεξέταση εκείνο που ο μάρτυρας κατέθεσε είναι ότι ο κατηγορούμενος δε γνώριζε το γιο του, ενώ αντίθετα ο γιος του τον γνώριζε λόγω του ότι ο εφεσείων σύχναζε στο κατάστημά τους.
Παρόμοιες κατ' ισχυρισμόν αντιφάσεις επισημαίνονται και ως προς την ημερομηνία που το επεισόδιο καταγγέλθηκε στην Αστυνομία. Ενώ για παράδειγμα ο Χαράλαμπος Κεραυνός στη μαρτυρία του είπε ότι στην Αστυνομία έδωσε κατάθεση 15 μέρες μετά το συμβάν, η κατάθεσή του φέρει ημερ. 29.8.1994, γεγονός που αποδεικνύει ότι η κατάθεση δόθηκε τρεις εβδομάδες από τη διάπραξη του αδικήματος και όχι δύο που ισχυρίστηκε ο μάρτυρας. Βρίσκουμε τέτοιους ισχυρισμούς εντελώς άνευ σημασίας.
Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει στην απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου όταν η απόφαση στηρίζεται σε συμπεράσματά του σχετικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων, εκτός αν το Δικαστήριο πεισθεί ότι υπάρχουν θετικοί λόγοι που του δίδουν το δικαίωμα για κάτι τέτοιο.
Τυχόν αντιφάσεις ή αδυναμίες που μπορεί να υπάρχουν στη μαρτυρία δεν αποτελούν λόγο επέμβασης του Εφετείου, εκτός αν είναι τόσο σημαντικές ώστε να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε τη μαρτυρία αυτή ως αξιόπιστη (βλέπε μεταξύ άλλων Shioukiouroglou v. The Police (1966) 2 C.L.R. 39, 42, Eleni Yiannakou v. The Police (1982) 2 C.L.R. 37 και Σωτήρης Γεωργίου Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 41). Tο βάρος της απόδειξης ότι τα ευρήματα και τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι εσφαλμένα βρίσκεται στους ώμους του εφεσείοντος (βλέπε Hjisavva, alias Koutras v. Republic (1976) 2 C.L.R. 13 και Aθηνής, ανωτέρω).
Στην παρούσα υπόθεση ο εφεσείων όχι μόνο δεν έχει σείσει από τους ώμους του το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού ότι τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι λανθασμένα, αλλά δεν έχει καν καταφέρει να πείσει το Δικαστήριο ότι η μαρτυρία των μαρτύρων κατηγορίας περιείχε αντιφάσεις. Τα διάφορα σημεία στα οποία αναφέρθηκε για να δείξει την ύπαρξη αντιφάσεων, όχι μόνο δεν αποδεικνύουν τον ισχυρισμό, αλλά αντίθετα επιβεβαιώνουν τις θέσεις των μαρτύρων. Οι επισημάνσεις που γίνονται μπορούν να χαρακτηριστούν από ασήμαντες μέχρι ανύπαρκτες.
Προβλήθηκε επίσης ο ισχυρισμός ότι η μαρτυρία του Ανδρέα Κεραυνού αποτελεί εξ ακοής μαρτυρία, γιατί ο ίδιος βρισκόταν στο εξοχικό του στο Μαζωτό και ενημερώθηκε σχετικά από το γιο του μετά την επιστροφή του. Πράγματι ο Ανδρέας Κεραυνός απουσίαζε από την οικία του κατά τον ουσιώδη χρόνο. Όμως η μαρτυρία του δεν αναφέρεται στη σύλληψη επ' αυτοφώρω του κατηγορούμενου στο σπίτι του, αλλά στα περιβάλλοντα περιστατικά, όπως για παράδειγμα στο γεγονός της γνωριμίας τόσο του ίδιου όσο και του γιου του με τον κατηγορούμενο, ή στην πορεία της υπόθεσης μετά την νύκτα της 6.8.1994.
Έχουμε εξετάσει όσα έχουν λεχθεί και βρίσκουμε ότι δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος για επέμβαση. Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει το πρωτόδικο δικαστήριο είναι πλήρως αιτιολογημένα και στηρίζονται στην ενώπιόν του μαρτυρία. Οι κατ' ισχυρισμόν αντιφάσεις δεν είναι ουσιαστικά αντιφάσεις. Δε βρίσκουμε οποιαδήποτε απολύτως βάση στην έφεση όπως ασκήθηκε και η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί.
Η έφεση απορρίπτεται.
H έφεση απορρίπτεται.