ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 2 ΑΑΔ 170

AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

< B>Ποινικές Εφέσεις αρ. 6303, 6304.

Σύνθεση Δικαστηρίου: ΠΙΚΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΔΔ.

Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας,

Εφεσείων,

- ν -

Ανδρέα Παύλου,

Εφεσίβλητου.

- - -

13 Ιουνίου 1997

Για τον εφεσείοντα: Ε. Παπακυριακού (κα) Δικ. Δημ. εκ μέρους Γεν. Εισ.

Για τον εφεσίβλητο: Ε. Πουργουρίδης.

- - -

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Γ. Μ. Πικής, Π.

- - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Πικής, Π.: Ο Ανδρέας Παύλου, ο εφεσίβλητος, σε προχωρημένες ώρες της ίδιας νύχτας, εισήλθε διαδοχικά στις κατοικίες, της Μαρίας Κυπριανού και της Alisson Coast, και εισχώρησε στα υπνοδωμάτιά τους με πρόθεση να τις ενοχλήσει. Στην πρώτη περίπτωση προσέγγισε το κρεβάτι όπου εκοιμάτο η παραπονούμενη και άρχισε να θωπεύει το στήθος της. Η παραπονούμενη αφυπνίστηκε. Οι φωνές της αφύπνισαν αφενός, το σύζυγο της και αφετέρου, έτρεψαν σε φυγή τον εφεσίβλητο. Η καταδίωξη του από το σύζυγο απέβη άκαρπος. Διέφυγε.

Συνέχισε όμως, ο εφεσίβλητος τη δράση του στην ίδια περιοχή, εισβάλλοντας στο σπίτι της δεύτερης παραπονούμενης, Alisson Coast. Έγινε αντιληπτός όταν προσέγγισε το υπνοδωμάτιό της, γεγονός το οποίο τον έτρεψε, για δεύτερη φορά, σε φυγή. Συνελήφθη από την Αστυνομία, μετά το παράπονο του ζεύγους Κυπριανού, ενώ διακινείτο ακόμα στην περιοχή. Αναγνωρίστηκε από τα θύματα ως ο δράστης και παραδέχτηκε ενοχή.

Τα δύο εγκληματικά επεισόδια αποτέλεσαν το αντικείμενο δύο ξεχωριστών κατηγορητηρίων.

Στο πρώτο κατηγορητήριο εκτέθηκαν οι κατηγορίες για το πρώτο επεισόδιο, παράνομη είσοδος σε κατοικία, (άρθρο 280, Κεφ. 154), και άσεμνη επίθεση εναντίον γυναίκας, (άρθρα 151 και 35, Κεφ. 154), και στο δεύτερο, η κατηγορία για το δεύτερο επεισόδιο, παράνομη είσοδος στην κατοικία της παραπονουμένης κατά παράβαση του σχετικού άρθρου του Ποινικού Κώδικα.

Οι υποθέσεις άχθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου την ίδια μέρα. Αίτημα του εφεσίβλητου, η κατηγορία που αποτέλεσε το αντικείμενο του δευτέρου κατηγορητηρίου να ληφθεί υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής για τα αδικήματα του πρώτου κατηγορητηρίου, δεν έγινε δεχτό από την κατηγορούσα αρχή. Εσφαλμένα κατά την κρίση μας, ιδιαίτερα, ενόψει της χρονικής και ουσιαστικής συνάφειας μεταξύ των κατηγοριών.

Το Δικαστήριο άκουσε τα γεγονότα των δύο υποθέσεων συγχρόνως, εξέδωσε όμως ξεχωριστές αποφάσεις οι οποίες αποτελούν το αντικείμενο των δύο εφέσεων που υποβλήθηκαν από το Γενικό Εισαγγελέα, κατά της ποινής, η οποία προσβάλλεται ως καταφανώς ανεπαρκής (Ποινικές Εφέσεις αρ. 6303 και 6304). Στην υπόθεση της Μαρίας Κυπριανού, την πρώτη υπόθεση, ο εφεσίβλητος καταδικάστηκε σε πρόστιμο £300 στην πρώτη κατηγορία, και εγγύηση £5,000 για δύο χρόνια «να τηρεί το Νόμο και τους Κανονισμούς», στη δεύτερη κατηγορία.

Στην υπόθεση της Αlisson Coast, καταδικάστηκε σε επάλληλη εγγύηση για το ίδιο ποσό και υπό τους ιδίους όρους, ως και στη δεύτερη κατηγορία, στην προηγούμενη υπόθεση.

Σύμφωνα με τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα, όπως διατυπώθηκε από την κα Παπακυριακού δικηγόρο της Δημοκρατίας, η οποία τον εκπροσώπησε, οι ποινές οι οποίες επιβλήθηκαν στον εφεσίβλητο, σε κάθε μια από τις δυό υποθέσεις, είναι καταφανώς ανεπαρκείς. Αναγνώρισε, ότι ήταν σφάλμα εκ μέρους της κατηγορούσας αρχής να προβάλει ένσταση στο αίτημα για συνεκτίμηση της κατηγορίας, σε σχέση με το δεύτερο επεισόδιο, στο πλαίσιο επιβολής ποινής, για τα αδικήματα που αφορούσαν το πρώτο επεισόδιο. Το θέμα δεν αποτελεί αντικείμενο της έφεσης γι΄ αυτό δεν θα επεκταθούμε σε τούτο. Θα κρίνουμε όμως, όπως και το πρωτόδικο Δικαστήριο, τις δύο υποθέσεις παράλληλα λαμβάνοντας υπόψη την ουσιαστική συνάφεια μεταξύ των αδικημάτων που τις συνθέτουν.

Τα γεγονότα και στις δύο υποθέσεις, εισηγήθηκε η κα Παπακυριακού, είναι εξαιρετικά σοβαρά, τόσο, ώστε να καθιστούν την ποινή η οποία επιβλήθηκε έκδηλα ανεπαρκή. Η ποινή δεν αντανακλά τη σοβαρότητα των αδικημάτων, όπως διαγράφεται από τα γεγονότα που τη στοιχειοθετούν, κρινόμενη, κάτω από το φακό της σοβαρότητας που αποδίδει σ΄αυτά ο νομοθέτης. Εκτός των άλλων, υπέδειξε η δικηγόρος της Δημοκρατίας, η αυθαίρετη είσοδος στην κατοικία άλλου πλήττει το απαραβίαστο της κατοικίας που κατοχυρώνεται ως θεμελιώδες δικαίωμα του ανθρώπου κάτω από το Άρθρο 16 του Συντάγματος. Σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τις οποίες επικαλέστηκε, τείνει να υποστηρίξει ότι η φυλάκιση είναι η αρμόζουσα ποινή για σοβαρά αδικήματα παράνομης εισόδου σε κατοικία άλλου με εγκληματική πρόθεση. (Βλ. Andreas Georghiou Protopapas v. The Police (1962) C.L.R. 27. Γενικός Εισαγγελέας ν. Τέλλα (1991)2 Α.Α.Δ. 71.)

Στην προκείμενη περίπτωση, η σοβαρότητα του εγκλήματος μεγεθύνεται λόγω της άσεμνης επίθεσης που επακολούθησε σε βάρος της παραπονούμενης, κάτω από τις συνθήκες που έχουμε περιγράψει. Και εγκλήματα άσεμνης επίθεσης τυγχάνουν αυστηρής αντιμετώπισης. (Βλ. Αntoniades v. Police (1988)2 C.L.R. 146.)

To Δικαστήριο έκρινε τον εφεσίβλητο επιεικώς λόγω των προσωπικών του συνθηκών. Διέπραξε, όπως αναφέρει, τα αδικήματα κάτω από το "κράτος αρρωστημένης νοητικής κατάστασης». Η κλινική ψυχολόγος, η οποία εξέτασε τον εφεσίβλητο δύο περίπου μήνες πριν η υπόθεση αχθεί στο Δικαστήριο, διαπίστωσε ότι ο εφεσίβλητος το εύρισκε δύσκολο να ελέγξει τις «ηδονοβλεπτικές του τάσεις». Το αλκοόλ, αναφέρει στην έκθεσή της, στη χρήση του οποίου κατέφευγε ο εφεσίβλητος, ενίοτε τον εξωθούσε στην εκδήλωση των τάσεών του και άλλοτε τις απέτρεπε.

Ο δικηγόρος του εφεσίβλητου εισηγήθηκε στην αγόρευσή του προς μετριασμό της ποινής ότι κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων ο εφεσίβλητος τελούσε υπό την επίρροια του αλκοόλ. Το Δικαστήριο αποδέχτηκε τη θέση αυτή χωρίς την προσαγωγή μαρτυρίας προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού. Αυτή η προσέγγιση του Δικαστηρίου, δεν αποτελεί αντικείμενο της έφεσης. Γι΄ αυτό και δεν θα σχολιάσουμε την ορθότητά της.

Η έκθεση της Κοινωνικής Λειτουργού παρουσιάζει τον εφεσίβλητο να υποφέρει από αισθήματα απόρριψης κυρίως, λόγω της αντίθεσης των γονέων της συζύγου του στο γάμο τους και γενικά στο άτομό του.

Ο δικηγόρος του εφεσίβλητου αναγνώρισε τη σοβαρότητα των αδικημάτων τα οποία διέπραξε ο εφεσίβλητος τολμώντας, όπως ανέφερε, να πει ότι η φυλάκιση ήταν η αρμόζουσα ποινή, η οποία ενδεχομένως έπρεπε να είχε επιβληθεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Δεν δικαιολογείται όμως, υποστήριξε, υιοθέτηση αυτού του μέτρου τιμωρίας σήμερα, ενόψει της ψυχοθεραπείας της οποίας έτυχε ο εφεσίβλητος, που είχε ως αποτέλεσμα την απαλλαγή του από τη φθοροποιό επίδραση του αλκοόλ. Ο εφεσίβλητος έχει αναμορφωθεί έτσι ώστε η φυλάκιση να καθίσταται ανάρμοστο μέτρο για την τιμωρία του.

Η σοβαρότητα των αδικημάτων τα οποία διέπραξε ο εφεσίβλητος είναι δύσκολο να υπερτονιστεί. Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπιστώνει ότι τα αδικήματα τα οποία διέπραξε δεν είναι διαδεδομένα (prevalent). Αυτό, δεν μειώνει τη σοβαρότητά τους ούτε δικαιολογεί χαλάρωση στην αντιμετώπιση τους εκτός, στο βαθμό που η αποτρεπτικότητα έχει ως λόγο την καταστολή αδικημάτων τα οποία βρίσκονται σε έξαρση.

Ο καθορισμός της ποινής αποτελεί έργο του πρωτοδίκου Δικαστηρίου. Παρέχεται πεδίο για επέμβαση, από το Εφετείο, μόνο όπου η ανεπάρκεια της ποινής καταφαίνεται ως αντικειμενικό γεγονός. (Βλ. Philippou v. Republic (1983)2 C.L.R. 245. Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991)2 Α.Α.Δ. 525.)

Εφόσον διαπιστωθεί ότι η ποινή είναι έκδηλα ανεπαρκής και αποφασίζεται ο παραμερισμός της, καθίσταται έργο του Εφετείου ο καθορισμός της ποινής. (Βλ. Γεωργίου ανωτέρω.)

Τα αδικήματα τα οποία διέπραξε ο εφεσίβλητος είναι εξαιρετικά σοβαρά. Δυσκολευόμεθα να φανταστούμε σοβαρότερες περιπτώσεις παράνομης εισόδου σε κατοικία και άσεμνης επίθεσης σε ένοικό της από την περίπτωση της Μαρίας Κυπριανού. Η ίδια σοβαρότητα χαρακτηρίζει και την παράνομη είσοδο στην κατοικία της Alisson Coast. Η αρμόζουσα ποινή είναι η πολύμηνη φυλάκιση. Οι προσωπικές συνθήκες του εφεσίβλητου, περιλαμβανομένου του λευκού ποινικού του μητρώου και της συγχώρεσης που έτυχε από τις παραπονούμενες, δικαιολογούν μετριασμό της ποινής σε σχετικά βραχεία ποινή φυλάκισης. όχι όμως διαφορετικό τρόπο μεταχείρισης.

Κρίνουμε ως πρέπουσα ποινή την ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών. Στην Ποινική υπόθεση αρ. 22523/96 (το αντικείμενο της Έφεσης αρ. 6303), ο κατηγορούμενος (εφεσίβλητος), καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών σε κάθε μια από τις δύο κατηγορίες. Οι ποινές θα συντρέχουν.

Στην Ποινική υπόθεση αρ. 22524/96 (το αντικείμενο της Έφεσης αρ. 6304), δεν θα επέμβουμε στην ποινή και θα απορρίψουμε την έφεση.

Η Έφεση αρ. 6303 επιτρέπεται, οι επιβληθείσες ποινές παραμερίζονται και υποκαθίστανται με την ποινή φυλάκισης η οποία καθορίζεται ανωτέρω. Η ποινή φυλάκισης θα ισχύσει από σήμερα. Η Έφεση αρ. 6304 απορρίπτεται.

 

 

 

Π.

 

 

Δ.

 

 

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΑυΦ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο