ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1996) 2 ΑΑΔ 241
18 Σεπτεμβρίου, 1996
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, ΑΛΛΩΣ ΘΕΜΗΣ,
Εφεσείων,
ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6131).
Πρόκληση βαρειάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του Άρθρον 231 τον Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 — Λευκό ποινικό μητρώο — Επιβολή ποινής φυλάκισης τεσσάρων χρόνων—Κρίθηκε έκδηλα υπερβολική λόγω επίδρασης εξωγενούς στοιχείον στην επιμέτρησή της και μειώθηκε σε ποινή φυλάκισης τριών χρόνων.
Κατά την 13.11.1995, ο εφεσείων ηλικίας 73 χρόνων, μάζευε χαρούπια από χωράφι στην Αγία Φύλα το οποίο δεν του ανήκε και το οποίο βρισκόταν υπό τη μίσθωση του Χριστάκη Παφίτη οικοδόμου ηλικίας 27 χρόνων νυμφευμένου και πατέρα δύο μικρών παιδιών. Διεξήχθη συζήτηση μεταξύ των δύο αντρών κατά τη διάρκεια της οποίας ο εφεσείων κτύπησε τον Παφίτη με σιδερένια σωλήνα που βρισκόταν στο έδαφος προκαλώντας του θλαστικά τραύματα στο μέτωπο και κάτω από αυτά ρωγμώδη κατάγματα του κρανίου. Τα προ-κληθέντα τραύματα συνιστούσαν βαρειά σωματική βλάβη αλλά δεν αποτελούσαν κίνδυνο για τη ζωή του θύματος. Το θύμα τελώντας υπό κατάσταση σύγχισης προχώρησε προς τον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού και στην προσπάθειά του να τον διασταυρώσει κτυπήθηκε από διερχόμενο αυτοκίνητο και υπέστη θανατηφόρα τραύματα τα οποία επέφεραν το θάνατό του μερικές ημέρες αργότερα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφασή του, διατύπωσε την άποψη ότι οι αρχικές ενέργειες του κατηγορουμένου οδήγησαν το θύμα να ενεργήσει όπως ενήργησε με αποτέλεσμα να βρει τον θάνατο.
Στην έφεση προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι στην απόφαση του Δικαστηρίου επέδρασε εξωγενής παράγων ο οποίος επηρέασε την επιμέτρηση της ποινής με αποτέλεσμα αυτή να καταστεί έκδηλα υπερβολική.
Το Εφετείο αποδέχθηκε την εισήγηση του εφεσείοντα και μείωσε την ποινή σε ποινή φυλάκισης τριών χρόνων.
Η έφεση επιτρέπεται. Η ποινή μειώνεται σε φυλάκιση τριών χρόνων.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245,
Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση εναντίον της ποινής από τον Θεμιστοκλή Χαραλάμπους ο οποίος κρίθηκε ένοχος στις 22 Φεβρουαρίου, 1996 από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού (Αριθμός Ποινικής Υπόθεσης 32817/95) στην κατηγορία της πρόκλησης βαρείας σωματικής βλάβης κατά παράβαση του Αρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 και καταδικάστηκε από Ηλιάδη, Π.ΕΔ, Ερωτοκρίτου, Α.Ε.Δ. και Γεωργίου Ε.Δ. σε φυλάκιση τεσσάρων χρόνων.
Χρ. Λουκά και Π. Παύλου, για τον Εφεσείοντα.
Α.Μ. Αγγελίδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάου.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή σε κατηγορία για πρόκληση βαρείας σωματικής βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και καταδικάσθηκε σε φυλάκιση τεσσάρων χρόνων. Με την παρούσα έφεση η ποινή προσβάλλεται για δυο λόγους. Πρώτο, ότι στην επιμέτρηση της επέδρασε εξωγενές προς την κατηγορία στοιχείο. Και, δεύτερο, ότι εν πάση περιπτώσει η ποινή είναι έκδηλα υπερβολική. Και οι δυο αυτοί λόγοι δικαιολογούν, όπου καταδεικνύονται, την επέμβαση του Εφετείου: βλ. τη Philippou ν. Republic (1983) 2 C.L.R. 245 στην οποία εκτίθενται, με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία, οι περιστάσεις επέμβασης του Εφετείου, όπως και τη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525 στην οποία επεξηγήθηκε περαιτέρω η έννοια της έκδηλης υπερβολής.
Ο εφεσείων είναι ηλικίας 73 χρονών, με σύζυγο ναι τρία ενήλικα παιδιά. Πριν από την αφυπηρέτησή του, διατηρούσε παντοπωλείο στην Αγία Φύλα όπου διαμένει η οικογένεια. Έκτοτε ασχολείται, κατά την εποχή τους, με το μάζεμα χαρουπιών. Πολύ παλαιά είχε υποστεί, σε τροχαίο ατύχημα, κρανιοεγκεφαλική κάκωση η οποία του άφησε ως μόνιμο κατάλοιπο το σύνδρομο δεξιού μετωπιαίου λοβού. Που συνίσταται σε διαταραχές της προσωπικότητας με κύρια στοιχεία τη δυσκολία σύναψης ικανοποιητικών διαπροσωπικών σχέσεων και προσαρμογής, συναισθηματική αμβλύτητα και ευσυγκινησία, εκρήξεις θυμού και παρορμητικότητα. Ωστόσο, παρά τις αδυναμίες αυτές, ο εφεσείων δε δημιούργησε μέχρι το συμβάν στο οποίο αναφέρεται η παρούσα υπόθεση οποιοδήποτε πρόβλημα με επιπτώσεις. Δεν βαρύνεται με προηγούμενη καταδίκη και χαίρει εκτίμησης στην κοινότητα όπως εξ άλλου όλη η οικογένεια του.
Το απόγευμα της 13 Νοεμβρίου 1995, ο εφεσείων μάζευε χαρούπια σε χωράφι στην Αγία Φύλα. Τα οποία όμως δεν του ανήκαν. Το χωράφι με τις χαρουπιές βρισκόταν υπό τη μίσθωση και εκμετάλλευση του Χριστάκη Παφίτη, τέως από την Αγία Φύλα και του πατέρα του. Ο Χριστάκης Παφίτης, οικοδόμος ηλικίας 27 ετών, νυμφευμένος και πατέρας δύο μικρών παιδιών, επέστρεφε εκείνο το μοιραίο απόγευμα στο σπίτι του από την εργασία του, οδηγώντας το αυτοκίνητό του. Είδε από μακριά τον εφεσείοντα στο χωράφι να ρίχνει χαρούπια χρησιμοποιώντας βέργα. Στάθμευσε το αυτοκίνητο του και προχωρώντας πλησίασε τον εφεσείοντα. Διεξήχθη συζήτηση μεταξύ τους κατά τη διάρκεια της οποίας ο Χριστάκης Παφίτης αφαίρεσε τη βέργα από τα χέρια του εφεσείοντα. Ακολούθως, χρησιμοποιώντας φορητό τηλέφωνο, επικοινώνησε με την αδερφή του, αναφέροντας της το συμβάν και ζητώντας της να βρει τον αριθμό τοπικού αστυνομικού σταθμού για να καλέσει ο ίδιος την αστυνομία. Της ξανατηλεφώνησε σε λίγο αλλά εκείνη δεν είχε ακόμα κατορθώσει να εντοπίσει τον αριθμό. Στη διάρκεια του δεύτερου τηλεφωνήματος ο εφεσείων επιχείρησε να πάρει πίσω τη βέργα του. Ο Χριστάκης Παφίτης ακούστηκε από το τηλέφωνο να προτρέπει τον εφεσείοντα να μην επιμένει και να περιμένει μέχρις ότου κληθεί και έρθει η αστυνομία. Τότε ο εφεσείων, βρίσκοντας πρόχειρη στο έδαφος μια σιδερένια σωλήνα που έλαχε να είναι εκεί, οπλίστηκε με αυτή και απρόκλητα κατάφερε στον Χριστάκη Παφίτη δύο ισχυρά πλήγματα στο μέτωπο τα οποία προκάλεσαν θλαστικά τραύματα και κάτω από αυτά ρωγμώδη κατάγματα του κρανίου. Τα τελευταία συνιστούσαν βαρειά σωματική βλάβη αλλά, καθώς έχει υπογραμμιστεί, δεν αποτελούσαν κίνδυνο για την ίδια τη ζωή.
Σε αυτό το θλιβερό συμβάν έμελλε δυστυχώς και χειρότερη εξέλιξη. Ο εφεσείων αποχώρησε από τη σκηνή αφήνοντας το θύμα του. Το θύμα, σε κατάσταση σύγχυσης και με το αίμα ρέοντας από το πρόσωπο, προχώρησε τρικλίζοντας σε σημείο όπου, υπό αυτές τις συνθήκες, ελλόχευε θανάσιμος κίνδυνος: τον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού. Καθ' οδόν η συνάντηση του με δυο άτομα που βρίσκονταν στην περιοχή θα μπορούσε να είχε ανακόψει την πορεία του. Αλλά εκείνοι, μη παίρνοντας απάντηση σε ερώτησή τους αν χρειαζόταν βοήθεια, τον άφησαν μόνο παρόλον που ήταν εμφανής η σύγχυση στην οποία βρισκόταν. Έπειτα, αφού κάλυψε μεγάλη απόσταση και κατέβηκε κατρακυλώντας από όχθο, προχώρησε για να διασταυρώσει τον παρακείμενο αυτοκινητόδρομο. Κτυπήθηκε τότε από διερχόμενο αυτοκίνητο και υπέστη θανατηφόρα τραύματα τα οποία επέφεραν το θάνατό του μερικές ημέρες αργότερα.
Το πρωτόδικο δικαστήριο στην απόφασή του εξέθεσε όλα τα στοιχεία που συνέθεταν την υπόθεση περιλαμβανομένων και των προσωπικών περιστάσεων του εφεσείοντος και στάθμισε τη σοβαρότητα του διαπραχθέντος αδικήματος, ορθά προσδιορίζοντάς την, έναντι των ελαφρυντικών και μετριαστικών για την ποινή παραγόντων. Σημείωσε ωσαύτως ότι η τραγική επέλευση του θανάτου του θύματος δεν συνδεόταν με την κατηγορία που ο εφεσείων αντιμετώπιζε και δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής. Προχώρησε ωστόσο και στη διατύπωση της άποψης ότι "οι αρχικές ενέργειες του κατηγορούμενου έθεσαν σε κίνηση μια σειρά από αλυσιδωτές ενέργειες από μέρους του θύματος" που εν τέλει οδήγησαν το θύμα στο θάνατο. Και εξέφρασε "κάποιες απορίες" αναφορικά με το γιατί δεν προσήφθη εναντίον του εφεσείοντος βαρύτερη κατηγορία. Ο συνήγορος του εφεσείοντος εισηγήθηκε ότι παρόλον που το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά αυτοκαθοδηγήθηκε ως προς τη μη σύνδεση του θανάτου με το αδίκημα, εντούτοις εν τέλει δεν κατόρθωσε να αποφύγει την επίδραση του εν λόγω εξωγενούς προς το αδίκημα στοιχείου, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί η ποινή προς τα άνω και να καταστεί έκδηλα υπερβολική. Την ανησυχία ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, εν όψει των παρατηρήσεων στις οποίες προέβη, ενδεχομένως να μην μπόρεσε να αποφύγει την επίδραση εξέφρασε και ο συνήγορος της Δημοκρατίας.
Πράγματι, έχοντας υπόψη μας την επί του θέματος προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου όπως προκύπτει από την άποψη και την επίκριση που διατύπωσε, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να επέδρασε ο θάνατος στον καθορισμό του ύψους της ποινής παρά την ορθή αυτοκαθοδήγηση ότι αποτελούσε εξωγενές στοιχείο. Και εν προκειμένω η επιβληθείσα ποινή αναδεικνύεται εξ αντικειμένου, από ό,τι θα μπορούσε να είχε προσμετρήσει, έκδηλα υπερβολική. Η ποινή μειώνεται σε φυλάκιση τριών χρόνων.
Η έφεση επιτρέπεται. Η ποινή μειώνεται σε φυλάκιση τριών χρόνων.