ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 2 ΑΑΔ 149
[*149] 9 Ιουνίου, 1993
[Α. ΛΟΙΖΟΥ, Π., ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ. ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΜΑΤΘΑΙΟΣ Σ. ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,
Εφεσείοντες,
ν.
ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 5747-5748.).
Χρήση μηχανοκινήτου οχήματος άνευ πιστοποιητικού ασφάλειας έναντι τρίτου κατά παράβαση του άρθρου 3 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια έναντι τρίτου). Νόμου Κεφ. 333, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2(α)(β) του Νόμου αρ. 7 του 1960 — Στέρηση της άδειας οδήγησεως για περίοδο τριών μηνών και ΛΚ50 πρόστιμο — Επικυρώθηκε από το Εφετείο.
Επιτρέπειν την χρήση οχήματος χωρίς πιστοποιητικό ασφάλειας έναντι τρίτον κατά παράβαση του άρθρου 3 τον ιδίου Νόμου — Επιβολή προστίμου ΛΚ80—Επικυρώθηκε από το Εφετείο.
Ποινική Δικονομία — Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος Κεφ. 155 άρθρο 135(β) — Έφεση εναντίον καταδίκης μετά από ομολογία ενοχής του κατηγορουμένου — Πότε χωρεί τέτοια έφεση.
Συνταγματικό Δίκαιο — Σύνταγμα άρθρο 53(4) —Δικαίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας για μείωση, αναστολή ή μετατροπή οποιασδήποτε ποινής με τη σύμφωνη γνώμη τον Γενικού Εισαγγελέα.
Την 1ην Ιουνίου 1992, ο πρώτος εφεσείων ωδηγούσε το αυτοκίνητο του αδελφού του, δεύτερου εφεσείοντα, το οποίο δεν εκαλύπτετο από πιστοποιητικό ασφάλειας έναντι τρίτου. Καταδικάσθηκαν μετά από παραδοχή και τους επεβλήθηκαν οι πιο πάνω ποινές. Εφεσίβαλαν τόσο την καταδίκη όσο και την ποινή για τους εξής λόγους: 1) Ο κατηγορούμενος εκ λάθους παρεδέχθη ενοχή λόγω του ότι είχε ασφαλιστική κάλυψη για την περίοδο 12.2.1992 -11.2.1993 και 2) η επιβληθείσα ποινή ήταν έκδηλα υπερβολική.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε τις εφέσεις και αποφάνθηκε ότι:
1. Δυνάμει του άρθρου 135(β) του Κεφ. 155 δεν χωρεί έφεση εναντίον καταδίκης μετά από παραδοχή εκτός αν τα γεγονότα του κατηγορητηρίου δεν αποκαλύπτουν την διάπραξη ποινικού αδικήματος.
2.Η ενδεδειγμένη διαδικασία σ' αυτό το στάδιο κάτω από τις νομικές αρχές και τις καθιερωμένες δικονομικές διαδικασίες δεν είναι η διεξαγωγή μιας νέας έρευνας για την διαπίστωση των νέων γεγονότων δηλαδή της ύπαρξης του πιστοποιητικού και της κάλυψης των εφεσειόντων κατά τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος, γιατί δεν τίθεται θέμα υπερβολικής ή εσφαλμένης ποινής.
3.Το όλο θέμα της ποινής θα μπορούσε να εξετασθεί κάτω από το άρθρο 53(4) του Συντάγματος για λόγους δίκαιης μεταχείρισης των εφεσειόντων.
Οι εφέσεις απορρίπτονται.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Athlitiki Efimeris "Ο Filathlos" & Another v. The Police (1967) 2 C.L.R. 249 .
Klonarou v. The District Officer of Famagusta (1963) 1 C.L.R. 47 .
Pierides v. The Police (1974) 2 C.L.R. 51 .
R v. Lee [1984] 1 All E.R. 1080.
Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.
Έφεση εναντίον της καταδίκης και της ποινής από τον 1. Ματθαίο Σ. Ματθαίου και 2. Ανδρέα Σ. Ματθαίου, οι οποίοι βρέθηκαν ένοχοι στις 4/2/93 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας (Αριθμός Ποινικής Υπόθεσης 14993/ 92) σε δύο κατηγορίες (1) της χρήσης μηχανοκινήτου οχήματος χωρίς πιστοποιητικό ασφάλειας έναντι τρίτου κατά παράβαση του άρθρου 3 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια έναντι τρίτου), Νόμου Κεφ. 333, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 (α) (β) του Νόμου αρ. 7/60 και (2) ότι επέτρεψαν τη χρήση οχήματος χωρίς πιστοποιητικό ασφάλειας έναντι τρίτου κατά παράβαση του άρθρου 3 του ίδιου Νόμου και καταδικάστηκαν από Μαυρονικόλα Ε.Δ., ο μεν πρώτος σε στέρηση της άδειας οδηγού του για 3 μήνες και πρόστιμο £50.-, ο δε δεύτερος σε £80.-πρόστιμο.
Α. Τιμόθη (κα), για τον εφεσείοντα. Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
Α. ΛΟΙΖΟΥ, Π. ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Οι εφεσείοντες βρέθηκαν ένοχοι με τη δική τους παραδοχή σε δύο κατηγορίες. Ο πρώτη για χρήση μηχανοκινήτου οχήματος άνευ πιστοποιητικού ασφάλειας έναντι τρίτου κατά παράβαση του άρθρου 3 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια έναντι τρίτου) Νόμου, Κεφ. 333, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2(α)(β) του Νόμου αρ. 7 του 1960.
Η δε δεύτερη ότι επέτρεψε τη χρήση οχήματος χωρίς πιστοποιητικό ασφάλειας έναντι τρίτου κατά παράβαση του άρθρου 3 του ιδίου Νόμου.
Ο πρώτος εφεσείων τη 1 Ιουνίου 1992 και ώραν 4:40 οδηγούσε το αυτοκίνητο με αριθμό εγγραφής RP 67 στην Κοφίνου, έξω από τον αστυνομικό σταθμό ανακόπηκε από αστυφύλακα για έλεγχο και διαπιτώθηκε ότι ο εφεσείων δεν καλύπτετο από το πιστοποιητικό ασφάλειας έναντι τρίτου προσώπου και τον πληροφόρησε ότι θα καταγγέλλετο. Ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου είναι ο δεύτερος εφεσείων ο οποίος είναι αδελφός του πρώτου εφεσείοντα. Ο δεύτερος εφεσείων παραδέχθηκε στην κατάθεσή του ότι επέτρεψε στον εφεσείοντα να οδηγήσει το εν λόγω αυτοκίνητο.
Ο πρώτος εφεσείων καταδικάστηκε σε στέρηση της άδειας οδηγήσεως για περίοδο τριών μηνών και σε £50 πρόστιμο, και ο δεύτερος σε £80 πρόστιμο, αλλά ο Δικά-στης στην άσκηση της διακριτικής του εξουσίας δεν του στέρησε την άδεια οδηγήσεως.
Εναντίον της αποφάσεως αυτής καταχωρήθηκαν οι παρούσες εφέσεις κατά της καταδίκης και της ποινής. Ο πρώτος λόγος εφέσεως είναι ότι "Ο κατηγορούμενος εκ λάθους παρεδέχθη ενοχή διότι ο κατηγορούμενος είχεν ασφαλιστικήν κάλυψη, σύμφωνα με Πιστοποιητικό Ασφάλειας αρ. 30-16015-02 της Κεντρικής Ασφαλιστικής Εταιρείας Λτδ., που εκάλυπτε την περίοδο 12.2.1992 -11.2.1993, ενώ η κατηγορία ήτο ότι οδηγούσε χωρίς Πιστοποιητικό Ασφάλειας από 1 Ιουνίου 1992. Και ο δεύτερος λόγος εφέσεως, είναι ότι "Η επιβληθείσα ποινή είναι υπερβολική."
Κατά τη διαδικασία ενώπιόν μας υποστηρίχθηκε ότι υπήρχαν περιθώρια από τη νομολογία, όπως διατυπώθηκε στις υποθέσεις Athlitiki Efimeris "O Filathlos" and Another v. The Police (1967) 2 C.L.R. 249, στη σελ. 252, Ioannis Stylianou Savva Klonarou v. The District Officer, Famagusta (1963)1 C.L.R. 47, Pierides v. The Police (1974)2 C.L.R. 51, όπως και στην αγγλική υπόθεση R. v. Lee [1984] 1 All E.R. 1080, να εξεταστεί το εγειρόμενο με την έφεση εναντίον της καταδίκης θέμα όπως και η ποινή ενόψει του γεγονότος αυτού.
Το άρθρο 135 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155 προβλέπει ως ακολούθως:
"135. Πρόσωπον όπερ ευρέθη ένοχον και κατεδικάσθη υφ' οιουδήποτε Δικαστηρίου βάσει ομολογίας ενοχής δικαιούται μόνον να αιτήση άδειαν προς άσκησιν εφέσεως ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου:-
(α) κατά της ποινής εκτός εάν η ποινή είναι καθορισμένη υπό του νόμου*
(β) κατά της καταδίκης επί τω λόγω ότι τα πραγματικά γεγονότα τα ισχυριζόμενα εν τω κατηγορητηρίω ή τω κατηγορητηρίω τω καταχωρισθέντι εις Κακουργιοδικείον άτινα ούτος παρεδέχθη δεν αποκαλύπτουσι ποινικόν αδίκημα."
Είναι σαφές ότι δεν χωρεί έφεση εναντίον καταδίκης μετά από παραδοχή εκτός αν τα γεγονότα που προβάλλονται στο κατηγορητήριο δεν αποκαλύπτουν τη διάπραξη ποινικού αδικήματος.
Κάτω από σχεδόν παρόμοια γεγονότα το Δικαστήριο τούτο στην υπόθεση Pierides (πιο πάνω), αποφάσισε ότι ενόψει των διατάξεων του άρθρου 135(β) του Κεφ. 155, όπως εφαρμόστηκε, μεταξύ άλλων, και στην υπόθεση Athlitiki Efimeris (πιο πάνω), η έφεση του εφεσείοντα εναντίον καταδίκης δεν μπορούσε να εξεταστεί. Το Δικαστήριο όμως αισθάνθηκε ότι το συμφέρο της δικαιοσύνης δεν του επέτρεπε να παραβλέψει ότι ο εφεσείων στην πραγματικότητα ήτο αθώος για το αδίκημα για το οποίο τιμωρήθηκε σαν αποτέλεσμα της δικής του παραδοχής και κάτω από τις πολύ εξαιρετικές περιστάσεις της υπόθεσης αποφάσισε να απαλλάξει απόλυτα τον εφεσείοντα σύμφωνα με το άρθρο 6 του Probation of Offenders Law Cap. 162.
Η δυσκολία σε τέτοιες περιπτώσεις που αντιμετωπίζει ένα Δικαστήριο είναι, ενόψει των προηγηθέντων περιστατικών και των γεγονότων όπως έγιναν αυτά παραδεχτά, κατά πόσο το Δικαστήριο τούτο θα έπρεπε να αρχίσει μια νέα έρευνα, όχι μόνο ως προς την ύπαρξη του πιστοποιητικού αλλά και κατά πόσο το πιστοποιητικό αυτό που θα παρουσιαστεί εκάλυπτε πράγματι τους εφεσείοντες κατά το χρόνο της διάπραξης του αδικήματος για το οποίο παραδέχθηκαν ενοχή.
Πιστεύουμε ότι δεν είναι αυτή η ενδεδειγμένη διαδικασία στο στάδιο αυτό κάτω από τα κρατούντα στο Νόμο και τις καθιερωμένες δικονομικές διαδικασίες γιατί δεν τίθεται θέμα είτε έκδηλα υπερβολικής ποινής είτε εσφαλμένης κατά το νόμο.
Χάριν όμως μιας δίκαιης μεταχείρισης των εφεσειόντων θα μπορούσε το όλο θέμα της ποινής να εξεταστεί κάτω από το άρθρο 53 παράγραφος (4) του Συντάγματος δυνάμει του οποίου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα μπορεί να μειώσει, αναστείλει ή μετατρέψει οποιαδήποτε πονή επιβληθείσα από οποιοδήποτε Δικαστήριο.
Για τους πιο πάνω λόγους οι εφέσεις απορρίπτονται.
Οι εφέσεις απορρίπτονται.