ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Θεόδωρος Αποστόλου Φαναρτζής ν. Δημοκρατίας, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 6372, 12 Mαρτίου 1998
Ιάκωβος Χριστοδούλου Δημητρίου ν. Δημοκρατίας, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 6493, 6 Απριλίου, 1999
ΜΑΡΙΝΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική ΄Εφεση Αρ. 7386, 8 Σεπτεμβρίου, 2003
Φαναρτζής Θεόδωρος Aποστόλου ν. Δημοκρατίας (1998) 2 ΑΑΔ 43
Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Αντώνη Σάββα Παντελή (2000) 2 ΑΑΔ 384
Περικλέους Μαρίνος Γεωργίου ν. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 397
Δημητρίου Ιάκωβος Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 46
Δημητρίου Iάκωβος Xριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 ΑΑΔ 141
(1992) 2 ΑΑΔ 439
9 Δεκεμβρίου 1992
[Α. Ν. ΛΟΙΖΟΥ. Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΣΙΑΚΟΥΡΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 5634).
Ποινή — Πλαστογραφία εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 331, 333 (α) (δ) (i) και 336 τον Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (9 κατηγορίες) —Κυκλοφορία πλαστού εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 331, 333 (α) (δ) (i), 336 και 339 του Κεφ. 154 (9 κατηγορίες) —Εξασφάλιση αγαθών και μετρητών με ψευδείς παραστάσεις κατά παράβαση των άρθρων 297 και 298 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (9 κατηγορίες ) — Επιβολή συντρέχουσων ποινών φυλάκισης, 2 χρόνων στις κατηγορίες πλαστογραφίας, 2 χρόνων στις κατηγορίες κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου και 1 χρόνου στις κατηγορίες εξασφάλισης αγαθών και μετρητών με ψευδείς παραστάσεις — Επικυρώθηκαν από το Εφετείο το οποίο τις χαρακτήρισε επιεικείς.
Ποινή — Επιμέτρηση — Προηγούμενη καταδίκη — Τρείς άλλες παρόμοιες υποθέσεις λήφθηκαν υπόψη — Συστηματική εγκληματική δράση — Παραδοχή και μεταμέλεια — Ανεύρεση των αντικειμένων — Προσωπικές συνθήκες — Προβληματική ψυχική κατάσταση.
Διχαστική απόφαση — Παρατυπία ή ανακρίβεια στην αναφορά γεγονότων από το πρωτόδικο Δικαστήριο — Ποιες μπορεί να είναι οι επιπτώσεις — Αρχές που εφαρμόζονται από το Εφετείο στην εξέταση του θέματος.
Το βράδυ της 13ης Νοεμβρίου 1991, ο κατηγορούμενος έκλεψε από γραφεία επιχείρησης πώλησης αυτοκινήτων τα οποία διέρρηξε, μεταξύ άλλων και ένα βιβλιάριο επιταγών της Τράπεζας Κύπρου το οποίο περιείχε ασυμπλήρωτες επιταγές. Ο σχετικός λογαριασμός στον οποίον αναφέρονταν οι επιταγές ήταν κλειστός. Ο εφεσείων αγόρασε διάφορα εμπορεύματα τα οποία επλήρωνε με τις επιταγές τις οποίες πλαστογραφούσε υπογράφοντας τις με το όνομα άλλου προσώπου. Τα καταστήματα από τα οποία ο εφεσείων απέσπασε με τον πιο πάνω τρόπο εμπορεύματα και μετρητά περιλάμβαναν δύο χρυσοχοεία, κατάστημα πώλησης ειδών ένδυσης, αθλητικών καν δερματίνων ειδών. Σε μια περίπτωση και ενεργώντας με τον ίδιο τρόπο εξασφάλισε ποσό ΛΚ30.- σε μετρητά. Οι πιο πάνω επιταγές επεστράφησαν στους δικαιούχους τους απλήρωτες οι οποίοι τις παρέδωσαν στην Αστυνομία αφού προέβησαν σε σχετικές καταγγελίες.
Όλα τα πιο πάνω αντικείμενα ανευρέθησαν εκτός των χρυσαφικών τα οποία εντοπίσθηκαν από την Αστυνομία σε χρυσοχοείο στα Λατσιά στο οποίο ο εφεσείων τα είχε πωλήσει.
Ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή τόσο σε θεληματικές καταθέσεις όσο και όταν κατηγορήθηκε γραπτώς από την Αστυνομία.
Κατά τη δίκη του ενώπιον του Κακουργιοδικείου ζήτησε να ληφθούν υπόψη τρείς άλλες παρόμοιες υποθέσεις που εκκρεμούσαν εναντίον του.
Ο εφεσείων εβαρύνετο επίσης με μια προηγούμενη καταδίκη για το αδίκημα της ένοπλης ληστείας στην οποία καταδικάσθηκε σε φυλάκιση δύο χρόνων. Στην επιμέτρηση της ποινής στην υπόθεση αυτή λήφθηκαν υπόψη δύο άλλες παρόμοιες υποθέσεις. Απολύθηκε από τις φυλακές μερικούς μήνες πριν ξεκινήσει το νέο κύκλο της εγκληματικής του δράσης στις 13 Νοεμβρίου 1991.
Το Κακουργιοδικείο αφού έλαβε υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης και τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα του επέβαλε τις πιο πάνω συντρέχουσες ποινές φυλάκισης τις οποίες εφεσίβαλε για τρείς λόγους:
1) Στην απόφαση του Κακουργιοδικείου στο μέρος που αναφέρετο στη μεταμέλεια του εφεσείοντα εκ παραδρομής αναφέρετο ότι τα τρία αδικήματα τα οποία ζητήθηκε να ληφθούν υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής διεπράχθησαν στις 28 Νοεμβρίου 1991 -όταν αυτός βρίσκετο υπό κράτηση- αντί στις 14 του ιδίου μήνα.
2) Κανένας δεν υπέστη οποιαδήποτε οικονομική ζημιά λόγω ανεύρεσης όλων των αντικειμένων.
3) Η ψυχική υγεία του εφεσείοντα που υποστηρίζετο από σειρά πιστοποιητικών συμπεριλαμβανομένου του Ιατρικού Συμβουλίου της Εθνικής Φρουράς το οποίο ανέστειλε την κατάταξη του για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και απεφάνθηκε ότι:
1) Μια παραδρομή ή έστω και ανακρίβεια στην αναφορά των γεγονότων μπορεί να έχει σημασία στην εξέταση από το Δικαστήριο του θέματος της ανεπάρκειας ή μη της ποινής που επιβάλλεται. Το θέμα όμως αν μια τέτοια ανακρίβεια επηρεάσει ή όχι το ύψος και το είδος της ποινής θα πρέπει να εξετάζεται, στο τέλος της ημέρας και αφού κριθεί κατά πόσο μπορούσε η επιβληθείσα ποινή να είχε επηρεασθεί από αυτή και εν πάση περιπτώσει κατά πόσο και παρά την ανακρίβεια η επιβληθείσα ποινή ήταν ορθή κάτω από το σύνολο των περιστάσεων.
2) Η μη πρόκληση οικονομικής ζημιάς οφείλετο κυρίως χάριν της έγκαιρης ανακάλυψης του εφεσείοντα από την αστυνομία.
3) Η προβλεπόμενη ποινή για δύο από τα αδικήματα στα οποία παραδέχθηκε ενοχή ο εφεσείων είναι φυλάκιση δια βίου.
4) Η συχνότητα των αδικημάτων που διέπραξε ο εφεσείων, οι συνθήκες διάπραξής τους, η ανάγκη για προστασία της αξιοπιστίας των επιταγών, καθώς επίσης και όλες οι άλλες συνθήκες της υπόθεσης οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η παρατυπία εκείνη σχετικά με τη μεταμέλεια του εφεσείοντα δεν μπορούσε να παίξει οποιοδήποτε ρόλο στην κατάληξη της απόφασης του Δικαστηρίου.
5) Το Κακουργιοδικείο απέδωσε το σωστό βάρος στους λόγους 2) και 3) της έφεσης οι οποίοι συνεκτιμήθηκαν σαν μέρος των προσωπικών συνθηκών του εφεσείοντα και των πραγματικών γεγονότων της υπόθεσης και αυτό φαίνεται από την επιβληθείσα ποινή η οποία κρίνεται επιεικής κάτω από το σύνολο των περιστάσεων.
Η έφεση απορρίπτεται.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Ioannou and Another v. The Police (1986) 2 C.LR. 146·
Ierides & Another v. The Republic (1987) 2 C.LR. 219·
Κολοκασίδης ν. Της Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 252.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση εναντίον της ποινής από τον Χρίστο Τσιακούρη ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 20 Μαΐου, 1992 από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας (Αριθμός Ποινικής Υπόθεσης 3778/92) σε εννέα κατηγορίες πλαστογραφίας εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 331, 333 (α) (δ) (i) και 336 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, σε εννέα κατηγορίες κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 331, 333 (α) (δ) (i), 336 και 339 του Ποινικού Κωδικα και εννέα κατηγορίες εξασφάλισης αγαθών και μετρητών με ψευδείς παραστάσεις κατά παράβαση των άρθρων 297 και 298 του Ποινικού Κώδικα και καταδικάστηκαν από Κρονίδη, Π.Ε.Δ. Σ. Νικολαΐδη, Α.Ε.Δ. και Πασχαλίδη, Ε.Δ. σε συντρέχουσες ποινές δύο χρόνων στις κατηγορίες πλαστογραφίας, δύο χρόνων στις κατηγορίες κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου και ένα χρόνο στην κατηγορία εξασφάλισης αγαθών και μετρητών με ψευδείς παραστάσεις.
Χρ. Κιτρομηλίδης, για τον εφεσείοντα.
Λ. Δημητριάδου (δ/νίς), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την εφεσίβλητη.
Α. Ν. ΛΟΙΖΟΥ, Π. ανάγνωσε την απόφαση του Δικαστηρίου. Ο εφεσείων στην παρούσα έφεση βρέθηκε ένοχος με τη δική του παραδοχή 27 κατηγοριών από τις οποίες εννέα κατηγορίες πλαστογραφίας εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 331, 333(α)(δ)(i) και 336 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 (κατηγορίες 1, 4, 7, 10, 13, 16, 19, 22, 25). Εννέα κατηγορίες κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 331, 333(α)(δ)(i), 336 και 339 του Ποινικού Κεφ. 154 (κατηγορίες 2, 5, 8, 11, 14, 17, 20, 23 και 26). Εννέα κατηγορίες για εξασφάλιση αγαθών και μετρητών με ψευδείς παραστάσεις κατά παράβαση των άρθρων 297 και 298 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 (κατηγορίες 3,6, 9,12,15,18,21,24 και 27).
Ο κατηγορούμενος το βράδυ της 13 Νοεμβρίου 1991, αφού διέρρηξε και εισήλθε στα γραφεία της επιχείρησης πωλήσεως αυτοκινήτων που διατηρούσε ο Ανδρέας Κωνσταντίνου Τριφταρίδης στη συνοικία Παρισινός στη Λευκωσία, έκλεψε από αυτά, μεταξύ άλλων και ένα βιβλιάριο επιταγών της Τράπεζας Κύπρου, που περιείχε ασυμπλήρωτες επιταγές. Το εν λόγω βιβλιάριο ήταν της Τράπεζας Κύπρου και ο σχετικός λογαριασμός, στον οποίο οι εν λόγω επιταγές αναφέροντο ήταν κλειστός.
Την επόμενη μέρα, δηλαδή στις 14 Νοεμβρίου 1991, ο εφεσείων επισκέφθηκε διάφορα καταστήματα στη Λάρνακα, από τα οποία και αγόρασε διάφορα εμπορεύματα συνολικής αξίας £1,230.-, τα οποία και πλήρωσε με επιταγές από το πιο πάνω βιβλιάριο, τις οποίες αφού συμπλήρωσε, υπέγραψε στη θέση "εκδότη" με το όνομα άλλου προσώπου, δηλαδή του Ανδρέα Κωνσταντίνου χωρίς την εξουσιοδότηση του. Σε μια περίπτωση και ενεργώντας με τον ίδιο τρόπο, εξασφάλισε £30.- σε μετρητά από κάποιο Ανδρέα Δημητρίου.
Συγκεκριμένα ο εφεσείων την ημέρα εκείνη επισκέφθηκε τα πιο κάτω καταστήματα και πρόσωπα και απέσπασε με τον πιο πάνω τρόπο τα ακόλουθα εμπορεύματα και μετρητά:
Το χρυσοχοείο του Κωστάκη Ρουσή στη Λάρνακα από το οποίο αγόρασε διάφορα χρυσαφικά αξίας £390.-, πληρώνοντας με την πλαστογραφημένη επιταγή 902462. Η συμπεριφορά του κατηγορουμένου, που αφορά την επιταγή αυτή, είναι το αντικείμενο των κατηγοριών 1,2 και 3.
Το κατάστημα πώλησης ειδών ένδυσης του Ευάγγελου Ευαγγέλου, από το οποίο αγόρασε διάφορα είδη ένδυσης συνολικής αξίας £170.-. Πλήρωσε με την επιταγή 902460, την οποία πλαστογράφησε, υπογράφοντας την και πάλιν με το όνομα του ιδιοκτήτη του βιβλιαρίου δηλαδή του Ανδρέα Κωνσταντίνου. Σχετικές γι αυτή τη συμπεριφορά του κατηγορουμένου είναι οι κατηγορίες 4,5 και 6.
Αντικείμενο των κατηγοριών 7, 8 και 9 είναι η συμπεριφορά του κατηγορουμένου στο χρυσοχοείο του Μ.Κ.12 Αγάπιου Νικολάου. Από το κατάστημα αυτό ο κατηγορούμενος αγόρασε μια χρυσή αλυσίδα λαιμού αξίας £180.-και πλήρωσε με την επιταγή 902461, την οποία και πλαστογράφησε προηγουμένως με τον ίδιο τρόπο που πλαστογράφησε και τις δύο πιο πάνω επιταγές.
Η συμπεριφορά του κατηγορουμένου, που έδωσε αφορμή στις κατηγορίες 10,11, και 12, αφορά την επιταγή με αριθμό 902467, την οποία ο τελευταίος, αφού πλαστογράφησε υπογράφοντας την με το όνομα Ανδρέας Κωνσταντίνου, την έδωσε στη Ζωή Αργυρίδου, υπεύθυνη του καταστήματος πώλησης αθλητικών ειδών Άντη Αρέστη και απέσπασε διάφορα αθλητικά είδη αξίας £46.-.
Την επιταγή με αριθμό 902464 ο κατηγορούμενος αφού την πλαστογράφησε με τον ίδιο τρόπο, την έδωσε στον Δημήτρη Φραγκούδη, ιδιοκτήτη καταστήματος στη Λάρνακα, από τον οποίο και απέσπασε εμπορεύματα αξίας £34.-. Η συμπεριφορά του κατηγορουμένου στην περίπτωση αυτή αποτελεί το αντικείμενο των κατηγοριών 13,14, και 15.
Το κατάστημα πώλησης αθλητικών ειδών LANA SPORTS από το οποίο αγόρασε ένα ζευγάρι αθλητικές φόρμες PONY και μια φανέλλα μάρκας PRO-STAR, συνολικής αξίας £40.-. Για πληρωμή των εμπορευμάτων αυτών ο κατηγορούμενος συμπλήρωσε την επιταγή 902463 και αφού την πλαστογράφησε, υπογράφοντας την με το όνομα Ανδρέας Κωνσταντίνου, την έδωσε στην υπεύθυνη του καταστήματος Δέσπω Μιχαηλίδου. Σχετικές με τη συμπεριφορά του κατηγορουμένου στην περίπτωση αυτή, είναι οι κατηγορίες 16,17 και 18.
Από το κατάστημα του Ανδρέα Δημητρίου στη Λάρνακα, ο κατηγορούμενος αγόρασε δύο δερμάτινα σακκάκια, δύο δερμάτινες ζώνες και δύο δερμάτινα τσαντάκια, συνολικής αξίας £290.-. Για την αγορά αυτή ο κατηγορούμενος χρησιμοποίησε την επιταγή 902465, την οποία αφού πλαστογράφησε, έδωσε στον εν λόγω Ανδρέα Δημητρίου. Η παρούσα συμπεριφορά του κατηγορουμένου έδωσε αφορμή στις κατηγορίες 19,20 και 21.
Οι κατηγορίες 22,23, και 24 αφορούν την υπό του κατηγορουμένου απόσπαση ποσού £30.- σε μετρητά από τον Ανδρέα Δημητρίου, στον οποίο ο κατηγορούμενος αφού πλαστογράφησε την επιταγή 902466, την παρέδωσε για εξαργύρωση.
Αντικείμενο των κατηγοριών 25, 26 και 27 αποτελεί η συμπεριφορά του κατηγορουμένου στο κατάστημα Δημήτρη Τζίρκα, όπου ο κατηγορούμενος με τη χρήση της επιταγής 902459, την οποία αφού πρώτα πλαστογράφησε και στη συνέχεια έδωσε στην υπεύθυνη του καταστήματος Ζωή Χειμωνίδου, απέσπασε διάφορα εμπορεύματα συνολικής αξίας £80.-. Όταν οι πιο πάνω επιταγές επεστράφησαν στους δικαιούχους τους απλήρωτες και με την ένδειξη "Λογαριασμός Κλειστός", οι τελευταίοι προέβησαν σε σχετικές καταγγελίες στην Αστυνομία, στην οποία και παρέδωσαν τις επιταγές.
Στις 22 Νοεμβρίου 1991, ερευνήθηκε με βάση Δικαστικό Ένταλμα Έρευνας, η οικία του κατηγορουμένου. Αποτέλεσμα της έρευνας ήταν η ανεύρεση όλων των εμπορευμάτων που απέσπασε ο κατηγορούμενος από τα πιο πάνω πρόσωπα εκτός των χρυσαφικών, που αποτελούν το αντικείμενο της κατηγορίας 9, τα οποία η Αστυνομία εντόπισε σε μεταγενέστερο χρόνο στα Λατσιά στο χρυσοχοείο Έλενας και Ευδοκίας Κλεοβούλου, στις οποίες ο κατηγορούμενος τα είχε πωλήσει.
Στις 23 Νοεμβρίου 1991 και την 1 Δεκεμβρίου 1991, ο εφεσείων έδωσε θεληματικές καταθέσεις στις οποίες παραδέχεται ενοχή, ενέργεια στην οποία προέβη και όταν κατηγορήθηκε γραπτώς από την Αστυνομία.
Επιπρόσθετα ο εφεσείων κατά τη δίκη του ενώπιον του Κακουργιοδικείου ζήτησε, και η κατηγορούσα αρχή συγκατέθηκε, όπως ληφθούν υπόψη τρεις άλλες υποθέσεις που εκκρεμούσαν εναντίον του, δύο στη Λευκωσία και μία στη Λεμεσό. Τα γεγονότα των οποίων εκτέθηκαν ενώπιον του Κακουργιοδικείου και είναι τα πιο κάτω:
Η υπόθεση 7145/92 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, αντικείμενο της οποίας αποτελούν δύο κατηγορίες απόσπασης εμπορευμάτων με ψευδείς παραστάσεις, συνολικής αξίας £680.-. Συγκεκριμένα η μια κατηγορία αφορά την απάσπαση μιας χρυσής αλυσίδας λαιμού αξίας £350.-από κάποιο Στέλιο Καλοπαίδη με τη χρήση της επιταγής 902470, την οποία ο κατηγορούμενος αφού πλαστογράφησε με τον τρόπο που αναφέρεται πιο πάνω έδωσε στο εν λόγω πρόσωπο, η δε δεύτερη κατηγορία την απόσπαση μιας χρυσής καδένας λαιμού αξίας £330.- από κάποιο Κώστα Ευαγγέλου, με τη χρήση της επιταγής 902469, την οποία ο κατηγορούμενος πλαστογράφησε πριν την παραδώσει στο πρόσωπο αυτό. Και τα δύο αδικήματα διεπράχθησαν στις 19 Νοεμβρίου 1991.
Ποινικός Φάκελλος Λευκωσίας Σ.992/91, ο οποίος αφορά δύο υποθέσεις των οποίων το αντικείμενο είναι: (α) Διάρρηξη των γραφείων Ανδρέα Κωνσταντίνου Τριφταρίδη στη συνοικία Παρισινός Λευκωσία, και κλοπή δύο βιβλιαρίων με επιταγές της Τράπεζας Κύπρου, αξίας £5.-, αδίκημα το οποίο διαπράχθηκε το βράδυ της 12ης προς τη 13η Νοεμβρίου 1991, και (β) Πλαστογραφία επιταγής, κυκλοφορία πλαστογραφημένης επιταγής και απόσπαση εμπορευμάτων με ψευδείς παραστάσεις. Συγκεκριμμένα ο κατηγορούμενος στις 28 Νοεμβρίου 1991 απέσπασε από τα καταστήματα ΠΑΡΑΪΚΚΑΣ στη Λευκωσία διάφορα είδη ένδυσης, συνολικής αξίας £350.-χρησιμοποιώντας την επιταγή 902468, την οποία προηγουμένως πλαστογράφησε.
Τόσο τα εμπορεύματα που σχετίζονται με την υπόθεση 7145/92, όσο και τα αγαθά που σχετίζονται με τα δύο αδικήματα του Ποινικού Φακέλλου Σ.992/91, έχουν βρεθεί από την Αστυνομία.
Ο εφεσείων βαρύνεται επίσης με μια προηγούμενη καταδίκη. Συγκεκριμένα στις 29 Μαΐου 1989, καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση από το Δικαστήριο Λευκωσίας για το αδίκημα της ένοπλης ληστείας και στην επιμέτρηση της ποινής στην υπόθεση εκείνη λήφθηκαν δύο άλλες παρόμοιας φύσης υποθέσεις. Απολύθηκε από τις φυλακές στις 8 Μαρτίου 1991, δηλαδή μερικούς μόνο μήνες πριν ξεκινήσει το νέο κύκλο της εγκληματικής του δράσης στις 13 Νοεμβρίου 1991, όταν διάρρηξε και μπήκε στα γραφεία της επιχείρησης πώλησης αυτοκινήτων του Ανδρέα Κωνσταντίνου Τριφταρίδη.
Το Κακουργιοδικείο αφού έλαβε υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία της υποθέσεως και τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα υπέβαλε τις πιο κάτω ποινές φυλάκισης:
"1. Δύο χρόνια φυλάκιση στις κατηγορίες 1,4, 7,10, 13,16,19,22, και 25.
2. Δύο χρόνια φυλάκιση στις κατηγορίες 2, 5, 8, 11, 14,17,20,23, και 26.
3. Ένα χρόνο φυλάκιση στις κατηγορίες 3, 6, 9, 12, 15,18,21,24,27.
Στην επιμέτρηση της ποινής όπως έχουμε προαναφέρει λάβαμε υπ' όψη μας όλες τις πιο πάνω υποθέσεις τις οποίες ο κατηγορούμενος ζήτησε να ληφθούν υπ' όψη. Οι ποινές να συντρέχουν."
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα επικαλέστηκε ουσιαστικά τρεις λόγους για τη μείωση της ποινής φυλάκισης των δύο ετών που επιβλήθηκε σ' αυτόν.
Ο πρώτος λόγος είναι ότι εκ παραδρομής στην απόφαση του Δικαστηρίου αναφέρθηκε ότι αναφορικά με τη μεταμέλεια του και παρά το γεγονός ότι εκφράζει τη μεταμέλεια του στη γραπτή κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία στις 23 Νοεμβρίου 1991, προχώρησε στη διάπραξη του δεύτερου αδικήματος, 28 Νοεμβρίου 1991, δηλαδή μερικές μέρες μετά την έκφραση μεταμέλειας και την ανακάλυψη από την αστυνομία στο σπίτι του των παράνομων εμπορευμάτων που αποκόμισε από τις παράνομες ενέργειες του. Είναι φανερό ότι ο εφεσείων δεν μπορούσε στις 28 Νοεμβρίου να είχε διαπράξει τα περαιτέρω τρία αδικήματα τα οποία ζητήθηκε να ληφθούν υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής διότι πράγματι βρίσκετο υπό κράτηση κατά την περίοδο αυτή. Στην πραγματικότητα τα αδικήματα αυτά διαπράχθηκαν στις 14 Νοεμβρίου του ίδιου μήνα όπως τα άλλα.
Μια παραδοχή ή έστω και ανακρίβεια στην αναφορά των γεγονότων μπορεί να έχει σημασία στην εξέταση από το Δικαστήριο αυτού του θέματος της επάρκειας ή μη της ποινής που επιβάλλεται σε ένα κατηγορούμενο και εναντίον της οποίας στρέφεται η έφεση. Το θέμα όμως αν μια ανακρίβεια στα γεγονότα επηρέασε ή όχι το ύψος και το είδος της ποινής, θα πρέπει να εξετάζεται στο τέλος της μέρας και αφού κριθεί κατά πόσο η επιβληθείσα ποινή μπορούσε να είχε επηρεασθεί από μια τέτοια ανακρίβεια και εν πάση περιπτώσει κατά πόσο και παρά την ανακρίβεια η επιβληθείσα ποινή ήταν ορθή κάτω από το σύνολο των περιστάσεων.
Ο δεύτερος λόγος έφεσης ήταν ότι όλα τα αντικείμενα της παράνομης δραστηριότητας του εφεσείοντα είτε ανευρέθηκαν στην οικία του είτε παραλήφθηκαν από το κατάστημα ή τα καταστήματα από τα οποία πωλήθησαν και ότι κανένας δεν υπέστη οποιαδήποτε οικονομική ζημιά.
Είναι ευχάριστο το γεγονός αυτό το οποίο επιτεύχθηκε κυρίως χάριν στην έγκαιρη ανακάλυψη του δράστη από την αστυνομία η οποία επραγματοποιήθηκε λίγες μόνον μέρες μετά τη διάπραξη των πιο πάνω αδικημάτων. Διότι ας μη ξεχνούμε ότι η διάθεση κλοπιμαίων παρουσιάζει και προβλήματα και γίνεται δυσκολότερη όταν ο όγκος των αντικειμένων αυτών είναι μεγάλος.
Ο τρίτος λόγος που επικαλέστηκε ο συνήγορος του εφεσείοντα ήταν η ψυχική υγεία του εφεσείοντα που υποστηρίζεται από σειρά πιστοποιητικών συμπεριλαμβανομένου του Ιατρικού Συμβουλίου της Εθνικής Φρουράς, το οποίο λόγω αυτής της ψυχικής κατάστασης του εφεσείοντα ανέστειλε την κατάταξη του για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά.
Έχουμε ακούσει με προσοχή τα όσα λέχθηκαν υπέρ του εφεσείοντα και τις αυθεντίες στις οποίες μας παρέπεμψε μεταξύ άλλων στις υποθέσεις Ioannou and Another v. The Police (1986)2 C.L.R. 146, στις σελίδες 152 και 153, και lerides and Another v. The Republic (1987)2 C.L.R. 219. Έχουμε επίσης υπόψη την υπόθεση Κολοκασίδης ν. Της Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 252, στην οποία αναφέρθηκε η ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσίβλητης Δημοκρατίας αναφορικά με το θέμα της έμπρακτης μεταμέλειας.
Θα πρέπει να τονισθεί ότι για δύο από τα αδικήματα στα οποία παραδέχθηκε ο εφεσείων ενοχή η προβλεπόμενη ποινή είναι φυλάκιση δια βίου.
Κρίνουμε, κάτω από το σύνολο των περιστάσεων, ότι οι επιβληθείσες ποινές από το Κακουργιοδικείο έκλιναν προς το μέρος της επιείκειας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ίδο αυτό Κακουργιοδικείο το οποία συνεδρίαζε στη Λάρνακα στις 20 Μαΐου 1992, παρατήρησε στην απόφαση που έδωσε στην υπόθεση αυτή ότι από τις 17 Φεβρουαρίου 1992, μέχρι της ημέρας εκείνης, στις δύο συνεδρίες του Κακουργιοδικείου που έλαβαν χώρα στη Λάρνακα επί συνόλου επτά υποθέσεων που είχαν εκδικαστεί, οι πέντε αφορούσαν αδίκημα πλαστογραφίας επιταγών, κυκλοφορίας επιταγών και απόσπαση χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις. Σε δύο δε από αυτές οι κατηγορούμενοι ζήτησαν να ληφθούν υπόψη και λήφθηκε υπόψη ένας μεγάλος αριθμός παρόμοιων υποθέσεων που αντιμετώπιζαν.
Με τη σκέψη στις συνθήκες της διάπραξης του αδικήματος αυτού, το γεγονός ότι τα αδικήματα αυτά ανήκουν στη κατηγορία των αδικημάτων που συχνά διαπράττονται και παράλληλα με τη σκέψη ότι οι επιταγές έχουν πλέον καθιερωθεί σαν ένα μέσο συναλλαγής και ότι πρέπει η αξιοπιστία τους να προστατευθεί με κάθε δυνατό τρόπο, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η παρατυπία εκείνη σχετικά με τη μεταμέλεια του εφεσείοντα η οποία ήταν και αναπόφευκτη υπό τις περιστάσεις της ανεύρεσης των κλαπέντων αντικειμένων στην κατοχή του και όλων των άλλων συνθηκών της υπόθεσης, δεν μπορεί να παίξει οποιοδήποτε ρόλο στην κατάληξη της απόφασης του Δικαστηρίου αυτού στην υπόθεση αυτή.
Οι άλλοι δύο λόγοι τους οποίους επικαλέσθηκε ο δικηγόρος του εφεσείοντα, ήταν ήδη ενώπιον του Κακουργιοδικείου και συνεκτιμήθηκαν σαν μέρος των προσωπικών συνθηκών του εφεσείοντα και των πραγματικών γεγονότων της υπόθεσης πριν επιβληθεί η ποινή η οποία επιβλήθηκε στον εφεσείοντα που δείχνει από μόνη της το βάρος που αποδόθηκε σ' αυτούς τους λόγους από το Κακουργιοδικείο.
Κάτω από τις περιστάσεις η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.