ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1992) 2 ΑΑΔ 216

20 Μαΐου 1992

[Α. Ν. ΛΟΙΖΟΥ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Χ"TΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στές]

ΚΩΣΤΑΣ ΜΙΧΑΗΛ,

Εφεσείων,

ν.

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 5567).

Κατοχή πλαστών Κυπριακών χαρτονομισμάτων κατά παράβαση του άρθρου 13 τον περί Νομίσματος Νόμου Κεφ. 197 όπως έχει τροποποιηθεί από το Νόμο 48/63.

Κυκλοφορία πλαστών Κυπριακών χαρτονομισμάτων κατά παράβαση τον άρθρου 11 τον Κεφ. 197 όπως έχει τροποποιηθεί από το Νόμο 48/63 (δύο κατηγορίες).

Εξασφάλιση χρημάτων διά ψευδών παραστάσεων κατά παράβαση των άρθρων 297 και 298 τον Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (δύο κατηγορίες).

Ποινή — Επιβολή συντρέχουσων ποινών φυλάκισης δύο χρόνων στην κατηγορία για την κατοχή των πλαστών χαρτονομισμάτων, δυόμιση χρόνων στην καθεμιά από τις κατηγορίες για την κυκλοφορία τους και ενός χρόνου στην καθεμιά από τις κατηγορίες για εξασφάλιση χρημάτων διά ψευδών παραστάσεων — Επικυρώθηκαν από το Εφετείο το οποίο τις χαρακτήρισε επιεικείς.

Ποινή — Ελαφρυντικοί παράγοντες — Λευκό ποινικό μητρώο — θεληματική καταγγελία του εφεσείοντα με βάση την οποία ήλθε σε φως η όλη υπόθεση και συνεργασία με τις αστυνομικές αρχές για εξυχνίασή της. Ο εφεσείων ήταν παιδί φτωχής αγροτικής προβληματικής οικογένειας και είχε περάσει την παιδική του ηλικία σε Παιδική Στέγη — Σοβαρά οικονομικά προβλήματα.

Ποινή — Αποτρεπτική ποινή — Στοιχείο αποτροπής πρωταρχικής σημασίας στην επιμέτρηση της ποινής.

Απόδειξη — Δύο συγκρουόμενες εκδοχές των συγκατηγορουμένων αναφορικά με ζητήματα που επηρεάζουν την επιμέτρηση της ποινής — Πως πρέπει να ενεργήσει το Δικαστήριο στην αναζήτηση της αλήθειας ως προς το ποια εκδοχή είναι η ορθή.

Ο εφεσείων ήταν ηλικίας 29 χρόνων νυμφευμένος και πατέρας ανήλικου παιδιού. Ο πρώην συγκατηγορούμενός του ήταν αλλοδαπός και συνεργάζετο επαγγελματικά μαζί του. Στις 16 Νοεμβρίου 1991 ο εφεσείων τον κατάγγειλε για κατοχή πλαστών κυπριακών χαρτονομισμάτων με αποτέλεσμα να συλληφθεί. Πριν την 16ην Νοεμβρίου 1991 ο εφεσείων είχε κυκλοφορήσει και ο ίδιος πλαστά χαρτονομίσματα. Αναφορικά με το κίνητρο του συγκατηγορουμένου υπήρχαν δύο εκδοχές ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Σύμφωνα με αυτόν μοναδικό του κίνητρο ήταν να δώσει τα πλαστά χαρτονομίσματα που φωτοτύπησε στην Ολλανδία στον εφεσείοντα μια κι' εκείνος ήταν οικονομικά πολύ καλά αποκατεστημένος, ενώ ο εφεσείων αρνήθηκε ότι ο πρώην συγκατηγορούμενος του έφερε τα πλαστά χρήματα στην Κύπρο για να τον βοηθήσει οικονομικά. Το Κακουργιοδικείο αποδέκτηκε την εκδοχή του συγκατηγορουμένου του εφεσείοντα η οποία σύμφωνα με την απόφαση Κακουργιοδικείου ενισχύετο από τη συμπεριφορά και τις καταθέσεις του ιδίου του εφεσείοντα. Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος για τα πιο πάνω αδικήματα και του επεβλήθηκαν οι πιο πάνω συντρέχουσες ποινές φυλάκισης τις οποίες εφεσίβαλε σαν έκδηλα υπερβολικές. Κατά την έφεση προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι το Κακουργιοδικείο δεν καθοδηγήθηκε ορθά ως προς τη νομική θέση αναφορικά με την διερεύνηση της ορθότητας των δύο συγκρουόμενων εκδοχών των συγκατηγορουμένων και υποστηρίχθηκε ότι θα έπρεπε να είχε αναζητηθεί ενισχυτική μαρτυρία πριν την αποδοχή της ορθής μαρτυρίας. Επίσης ο εφεσείων ισχυρίσθηκε ότι υπήρξε παράλειψη διαφοροποίησης και εξατομίκευσης των ποινών που επεβλήθηκαν σ' αυτόν από τις ποινές του συγκατηγορουμένου του.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και απεφάνθηκε ότι:

1. Το Κακουργιοδικείο ανέφερε στην απόφαση του την έκταση που δέχθηκε τους ελαφρυντικούς παράγοντες και προσέγγισε ορθά το όλο θέμα μετριασμού της ποινής.

2. Ορθά ενήργησε το Κακουργιοδικείο αναφορικά με το ποια από τις συγκρουόμενες εκδοχές ήταν η ορθή. Το θέμα αυτό δεν αφορούσε απόδειξη ενοχής ενός κατηγορουμένου που πρέπει να αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και που ισχύουν οι κανόνες περί μαρτυρίας συνενόχων.

3. Ο ισχυρισμός για παράλειψη διαφοροποίησης και εξατομίκευσης των ποινών δεν ευσταθεί καθότι στον συγκατηγορούμενο του εφεσείοντα επεβλήθησαν πιο σοβαρές ποινές απ' αυτές που επεβλήθησαν στον εφεσείοντα.

4. Το στοιχείο της αποτροπής στην επιμέτρηση της ποινής είναι πρωταρχικής σημασίας σε περιπτώσεις όπως η παρούσα και οι ελαφρυντικοί παράγοντες δευτερεύουσας σημασίας.

5. Η επιβληθείσα ποινή δεν είναι έκδηλα υπερβολική.

Η έφεση απορρίπτεται,.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

Kashawi v The Republic (1985) 2 C.L.R. 37·

Kozhaya and others ν The Republic (1988) 2 C.L.R. 67·

Howard [1985] 7 Cr. App. R. (S) 320·

R ν Lister [1982] 4 Cr. App. R. (S) 331·

R v Ede and Siddoos [1986] 8 Cr. App. R. (S) 246·

R ν Carter [1983] 5 Cr. App. R. (S) 256·

Vryonis v. Republic (1986) 2 C.L.R. 102.

Έφεση εναντίον Ποινής.

Έφεση εναντίον της ποινής από τον Κώστα Μιχαήλ ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 22 Ιανουαρίου, 1992 από το Κακουργιοδικείο Πάφου (Αριθμός Ποινικής Υπόθεσης 6451/91) στην κατηγορία κατοχής πλαστών Κυπριακών χαρτονομισμάτων κατά παράβαση του άρθρου 13 του Περί Νομίσματος Νόμου, Κεφ. 197, σε δύο κατηγορίες κυκλοφορίας πλαστών Κυπριακών χαρτονομισμάτων κατά παράβαση του άρθρου 11 του πιο πάνω Νόμου και σε δύο κατηγορίες για εξασφάλιση χρημάτων δια ψευδών παραστάσεων κατά παράβαση των άρθρων 297 και 298 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και καταδικάστηκε από τους Καλλή, Π.Ε.Δ., Σ. Νικολαΐδη, Α.Ε.Δ. και Πασχαλίδη, Ε.Δ. σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 2 ετών στην πρώτη κατηγορία 21/2 ετών στην δεύτερη και τρίτη κατηγορία και ενός έτους φυλάκιση στη τέταρτη και πέμπτη κατηγορία.

Μ. Κυπριανού, Χρ. Κιτρομηλίδης και Μ. Μιχαηλίδου (χα), για τον εφεσείοντα.

Α. Αγγελίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την εφεσίβλητη.

Α. ΛΟΙΖΟΥ, Π. ανάγνωσε την απόφαση του Δικαστηρίου. Ο εφεσείων ήταν συγκατηγορούμενος με άλλο πρόσωπο, που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως ο πρώην πρώτος κατηγορούμενος, και παραδέχθηκε ενοχή στις πιο κάτω κατηγορίες:

"Κατηγορία 27. Κατοχή πλαστών κυπριακών χαρτονομισμάτων, κατά παράβαση του άρθρου 13 του περί Νομίσματος Νόμου, Κεφ. 197, ως έχει τροποποιηθεί από το Νόμο 48/63.

Λεπτομέρειαι Ποινικού Αδικήματος. Ο 2ος κατηγορούμενος μεταξύ 11 ης-16ης Νοεμβρίου 1991, στην Πάφο της Επαρχίας Πάφου, χωρίς νόμιμη εξουσία, είχε στην κατοχή του 208 χαρτονομίσματα των δέκα λιρών Κύπρου, γνωρίζοντας, ότι αυτά ήταν πλαστά.

Κατηγορία 28. Κυκλοφορία πλαστών Κυπριακών χαρτονομισμάτων, κατά παράβαση του άρθρου 11 του Κεφ. 197, ως έχει τροποποιηθεί από τον Νόμο 48/63.

Λεπτομέρειαι Ποινικού Αδικήματος. Ο 2ος κατηγορούμενος την 14ην Νοεμβρίου 1991, στην Κ. Πάφο της Επαρχίας Πάφου, κυκλοφόρησε ένα πλαστό Κυπριακό χαρτονόμισμα των δέκα λιρών Κύπρου, δηλαδή το έδωσε στον Σωτήρη Κούδελλα από την Κ. Πάφο, γνωρίζοντας ότι αυτό ήταν πλαστό.

Κατηγορία 29. Κυκλοφορία πλαστών Κυπριακών χαρτονομισμάτων, κατά παράβαση του άρθρου 11 του Κεφ. 197, ως έχει τροποποιηθεί από τον Νόμο 48/63.

Λεπτομέρεια Ποινικού Αδικήματος.

Ο 2ος κατηγορούμενος την 15ην Νοεμβρίου 1991, στην Κ. Πάφο της Επαρχίας Πάφου, κυκλοφόρησε ένα πλαστό Κυπριακό χαρτονόμισμα των δέκα λιρών Κύπρου, δηλαδή τα έδωσε στον Χρίστο Νικολάου από την Κ. Πάφο, γνωρίζοντας ότι αυτό ήταν πλαστό.

Κατηγορία 30. Εξασφάλιση χρημάτων δια ψευδών παραστάσεων, κατά παράβαση των άρθρων 297 και 298 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Λεπτομέρειαι Ποινικού Αδικήματος.

Ο 2ος κατηγορούμενος την 14ην Νοεμβρίου 1991, στην Κ. Πάφο της Επαρχίας Πάφου, με ψεύτικες παραστάσεις και με πρόθεση δόλου, απέσπασε από τον Σωτήρη Κούδελλα από την Κ. Πάφο, υπάλληλο στη καφετηρία, "KOCKATOOS"-, το ποσό των Λ.Κ. 10=, σε κέρματα. Οι ψεύτικες παραστάσεις συνίσταντο στο ότι ο κατηγορούμενος έδωσε στον πιο πάνω ένα πλαστό Κυπριακό χαρτονόμισμα των δέκα λιρών Κύπρου παρουσιάζοντας το ως γνήσιο.

Κατηγορία 31. Εξασφάλιση χρημάτων δια ψευδών παραστάσεων κατά παράβαση των άρθρων 297 και 298 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

Λεπτομέρειαι Ποινικού Αδικήματος.

Ο 2ος κατηγορούμενος την 15ην Νοεμβρίου 1991, στην Κ. Πάφο της Επαρχίας Πάφου με ψεύτικες παραστάσεις και με πρόθεση δόλου, απέσπασε από τον Χρίστο Νικολάου από την Κ. Πάφο, το ποσό των Λ.Κ. 10-, ήτοι μια λίρα Κύπρου σε μετρητά και οινοπνευματώδη ποτά τα οποία κατανάλωσε αξίας Λ.Κ. 9=. Οι ψεύτικες παραστάσεις συνίσταντο στο ότι ο κατηγορούμενος έδωσε στον πιο πάνω ένα πλαστό Κυπριακό χαρτονόμισμα των δέκα λιρών, παρουσιάζοντας το ως γνήσιο."

Θα πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι ο περί Νομίσματος Νόμος τροποποιήθηκε και από το Νόμο 13 του 1959. Οι προβλεπόμενες από το Νόμο ποινές για τα πιο πάνω αδικήματα είναι για την κατηγορία κατοχής πλαστών χαρτονομισμάτων πέντε χρόνια φυλάκιση, για την κατηγορία κυκλοφόρησης πλαστών χαρτονομισμάτων δεκαπέντε χρόνια φυλάκιση και για την κατηγορία εξασφάλισης χρημάτων δια ψευδών παραστάσεων, τρία χρόνια φυλάκιση.

Το μόνιμο Κακουργιοδικείο αφού άκουσε τα γεγονότα της υποθέσεως και την αγόρευση του δικηγόρου του εφεσείοντα επέβαλε ποινές φυλακίσεως δύο χρόνια στην κατηγορία 27,2 1/2 χρόνια στην κάθε μια από τις κατηγορίες 28 και 29, και φυλάκιση ενός χρόνου στην κάθε μια από τις κατηγορίες 30 και 31. Οι ποινές να συντρέχουν. Εναντίον των πιο πάνω ποινών καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση και οι λόγοι πάνω στους οποίους βασίζεται είναι οι πιο κάτω:

"1. Η υπό του Κακουργιοδικείου επιβληθείσα ποινή φυλακίσεως για όλες τις κατηγορίες είναι, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστατικών της υποθέσεως υπερβολική. Το Δικαστήριο αγνόησε πλήρως και ή υποβάθμισε το γεγονός ότι η ανακάλυψη και πλήρης εξυχνίαση των αδικημάτων έγινε μετά την οικειοθελή κατάθεση του κατηγορουμένου πριν ακόμα η Αστυνομία ή οιοσδήποτε άλλος αντιληφθεί και ή υποψιασθεί τη διάπραξη των αδικημάτων.

2. Το Κακουργιοδικείο, λαμβανομένων υπόψη των ενώπιον του πραγματικών και παραδεκτών γεγονότων λανθασμένα δεν προέβη σε ουσιώδη διαφοροποίηση και ή εξατομίκευση της ποινής."

Ο εφεσείων είναι ηλικίας 29 χρόνων, είναι νυμφευμένος και έχει μια ανήλικη θυγατέρα ηλικίας εννέα χρόνων. Διαμένει σε ιδιόκτητη κατοικία στην Πάφο. Ο πρώην πρώτος κατηγορούμενος που είναι αλλοδαπός, επισκέφθηκε την Κύπρο για πρώτη φορά το 1983 και δημιουργήθηκε με τον εφεσείοντα φιλία η οποία με την πάροδο του χρόνου επεκτάθηκε και σε συνεργασία στον επαγγελματικό τομέα, με τη δημιουργία μιας συναιτερικής επιχείρησης δισκοθήκης.

Η παρούσα υπόθεση ήλθε στο φως στις 16 Νοεμβρίου 1991 όταν ο εφεσείων ειδοποίησε την Αστυνομία ότι ήθελε να δώσει μια σημαντική πληροφορία σε σχέση με το συνέταιρο του για μια παρανομία. Ουσιαστικά κατάγγελλε τον πρώην πρώτο κατηγορούμενο. Πράγματι παρέδωσε 206 πλαστά Κυπριακά χαρτονομίσματα των δέκα λιρών μαζί με την πληροφορία ότι αυτά αποτελούσαν μέρος ενός μεγαλύτερου ποσού που είχε ο πρώην πρώτος κατηγορούμενος στην κατοχή του. Σαν αποτέλεσμα της καταγγελίας αυτής συνελήφθη ο πρώην πρώτος κατηγορούμενος και ανακρίθηκε. Μετά από τις ανακρίσεις βρέθηκαν σε απόσταση 200 μέτρων από το σπίτι του σε δέσμες 3,345 χαρτονομίσματα των δέκα λιρών Κύπρου, τα οποία είχαν όλα τον ίδιο αριθμό.

Στην συνέχεια σαν αποτέλεσμα καταθέσεων που πήρε η Αστυνομία, φάνηκε ότι πριν την 16 Νοεμβρίου 1991, ημερομηνία της καταγγελίας του εφεσείοντα σ' αυτήν, ο τελευταίος είχε κυκλοφορήσει και ο ίδιος πλαστά χαρτονομίσματα. Η κυκλοφορία αυτών των πλαστών χαρτονομισμάτων και απόσπαση χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις είναι το αντικείμενο των κατηγοριών 28-31. Όταν ο εφεσείων πληροφορήθηκε ότι υπήρχαν εύλογες υπόνοιες ότι κυκλοφόρησε και ο ίδιος πλαστά χαρτονομίσματα είπε: "Έκαμα λάθος, ζητώ συγνώμη. Κυκλοφόρησα και εγώ, θέλω να δώσω κατάθεση."

Ήταν η θέση της κατηγορούσας Αρχής ότι και οι δύο κατηγορούμενοι συνεργάστηκαν με τις Αστυνομικές αρχές για εξιχνύαση της υπόθεσης δίδοντας όλες τις λεπτομέρειες και παραδίδοντας όλα τα πλαστά χαρτονομίσματα που είχαν στην κατοχή τους.

Ήταν η εκδοχή του πρώην πρώτου κατηγορουμένου ότι αυτός είχε σαν μοναδικό κίνητρο και σκοπό να δώσει τα χρήματα που φωτοτύπησε στην Ολλανδία στον εφεσείοντα. Η οικονομική κατάσταση του ήταν εξαιρετική, είχε εισοδήματα £3,000 μηνιαία περίπου από την εργασία του ως διευθυντή υπεράκτιας εταιρείας, ένα σπίτι κτισμένο πάνω σε 2 1/2 οικόπεδα στην Πάφο στην περιοχή Αγίου Νεοφύτου αξίας £250,000, τη δισκοθήκη XANADU στην Πάφο αξίας £170,000, την υπεράκτια εταιρεία XANADU DATA PROCESSING στη Λεμεσό και την εταιρεία STARCOM LTD και την εταιρεία XANADU IMPORTS EXPORTS στην Ολλανδία.

Από την άλλη μεριά ο συνήγορος του εφεσείοντα στην αγόρευση του για μετριασμό της ποινής δεν δέχθηκε ότι ο πρώην πρώτος κατηγορούμενος έφερε τα πλαστά χρήματα στην Κύπρο με σκοπό να τα δώσει στον πελάτη του για να τον βοηθήσει στα οικονομικά του προβλήματα. Διαφώνησε, επίσης, με τον ισχυρισμό του πρώην πρώτου κατηγορουμένου ότι το ποσό της συνεισφοράς του στην κοινή επιχείρηση ήταν της τάξεως των £70,000 και ισχυρίσθηκε ότι ήταν της τάξεως των £35,000.

Το εισόδημα του εφεσείοντα ήταν περίπου £500 το μήνα και της συζύγου του £250, και είχε χρέη που ανέρχονταν στο ποσό των £160,000 που είχαν συναφθεί για την επιδιόρθωση και την επίπλωση της δισκοθήκης. Είναι παιδί φτωχής προβληματικής οικογένειας από το χωριό Κάθηκας και πέρασε την παιδική του ηλικία στην Παιδική Στέγη. Κατόρθωσε όμως να δημιουργήσει κάτι με τη βοήθεια της γυναίκας του.

Το Κακουργιοδικείο, μια και βρέθηκε αντιμέτωπο με δύο συγκρουόμενες εκδοχές ότι δηλαδή ο πρώην πρώτος κατηγορούμενος κατασκεύασε τα πλαστά χαρτονομίσματα μετά από επίμονη επιθυμία του εφεσείοντα και ότι τα έφερε στην Κύπρο για να του τα δώσει και επειδή ορθά κατά τη γνώμη μας έκρινε ότι τα ζητήματα που εγείρονταν από τον ισχυρισμό αυτό επηρέαζαν την επιμέτρηση της ποινής, έδωσε οδηγίες να ακουστεί μαρτυρία με σκοπό τη διαλεύκανση τους και για τη διαδικασία αυτή στηρίχθηκε στην υπόθεση Vryonis v. The Republic (1986) 2 C.L.R. 102 στη σελ. 105. Η προσαχθείσα μαρτυρία ήταν φυσικό να ήταν μόνο εκείνη των δύο κατηγορουμένων και σχετικά με το θέμα αυτό το Κακουργιοδικείο ανέφερε τα πιο κάτω:

"Αφού εξετάσαμε προσεκτικά τη μαρτυρία τους και αφού τη συγκρίναμε με το περιεχόμενο των καταθέσεων τους στην αστυνομία έχοντας συνέχεια κατά νουν και τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα καταλήξαμε στο συμπέρασμα να δεκτούμε την εκδοχή του κατηγορουμένου 1 πάνω στα ζητήματα για τα οποία κατέστη αναγκαίο να ακουσθεί μαρτυρία. Υιοθετούμε αυτή την πορεία έχοντας υπόψη τη συμπεριφορά του στο εδώλιο του μάρτυρα και επίσης το γεγονός ότι η μαρτυρία του κατηγορουμένου 1 συνάδει στα ουσιώδη σημεία της με το περιεχόμενο των γραπτών του καταθέσεων. Λάβαμε επίσης υπόψη μας τα πιο κάτω:

1. Αν πράγματι ο κατηγορούμενος 2 δεν είχε συζητήσει από πριν το ζήτημα της κατασκευής πλαστών χαρτονομισμάτων με τον κατηγορούμενο 1 ένας λογικά θα τον ανέμενε να αντιδράσει και να διαμαρτυρηθεί όταν ο κατηγορούμενος 1 στο σπίτι του - όπως ο ίδιος ο κατηγορούμενος 2 δέχεται - του πρότεινε να πάρει όλα τα πλαστά χαρτονομίσματα. Ωστόσο ο κατηγορούμενος 2 όχι μόνον δεν αντέδρασε και δεν ήγειρε οποιοδήποτε ζήτημα αλλά πήρε μέρος των πλαστών χαρτονομισμάτων και μάλιστα άρχισε την κυκλοφορία τους. Επίσης ο κατηγορούμενος 2 δεν αντέδρασε όταν ο κατηγορούμενος 1 του έδειξε τα πλαστά χαρτονομίσματα ενώ ευρίσκοντο και οι δυο τους μέσα στο αυτοκίνητο στην Κάτω Πάφο.

2. Ο κατηγορούμενος 2 πήρε τα χαρτονομίσματα και αποφάσισε όπως λέγει στην κατάθεση του, να το αναφέρει στην αστυνομία. Ωστόσο μεταξύ της απόφασης του και της καταγγελίας κυκλοφόρησε 2 πλαστά χαρτονομίσματα και η εξήγηση που μας έχει δώσει γι αυτή την ενέργεια του δεν ήταν καθόλου πειστική.

3. Περαιτέρω ο κατηγορούμενος 2 είπε ότι αποφάσισε από τις 12.11.91 να καταγγείλει την υπόθεση στην αστυνομία ενέργεια που σίγουρα θα είχε πολύ σοβαρές συνέπειες για τον κατηγορούμενο 1. Από την άλλη όμως, δέχεται ότι έκαμνε ενέργειες και προσπαθούσε να πείσει τον κατηγορούμενο 1 να του μεταβιβάσει το σπίτι του, του οποίου η αξία όπως έχουμε αναφέρει είναι της τάξεως των £200,000-£250,000.

4. Ο κατηγορούμενος 2 δέχεται στην κατάθεση του ότι ο κατηγορούμενος 1 του είπε ότι αν δεν ξοδεύσει τα χρήματα να τα επιστρέψει και να τα καταστρέψει - ο κατηγορούμενος 1. Αυτή η παραδοχή του κατηγορουμένου 2 στην κατάθεση του ενισχύει την εκδοχή του κατηγορουμένου 1 ότι σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος 2 δεν θα έπαιρνε τα χρήματα πρόθεση του ήταν να τα καταστρέψει.

Έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω δεχόμαστε την εκδοχή του κατηγορουμένου 1· και βρίσκουμε ότι έφερε τα χρήματα στην Κύπρο για να τα δώσει στον κατηγορούμενο 2 μετά από επιθυμία του τελευταίου."

Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι το Κακουργιοδικείο δεν καθοδηγήθηκε ορθά ως προς τη νομική θέση αναφορικά με τη διερεύνηση της ορθότητας των δύο συγκρουομένων εκδοχών και αλληλοκατηγοριών που πρόβαλαν οι συγκατηγορούμενοι και υποστηρίχθηκε ότι θα έπρεπε να είχε αναζητήσει ενισχυτική μαρτυρία πριν ή αποδεχθεί τη μαρτυρία ενός κατηγορουμένου εναντίον άλλου.

Θα πρέπει να λεχθεί ότι κατά την κρίση μας η αρχή αυτή, σε όση έκταση θα μπορούσε να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις που διερευνάται η ορθότητα μιας εκδοχής μετά από παραδοχή και σχετικά με την επιμέτρηση της ποινής - και δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι σε τέτοιες περιπτώσεις αναζητείται η αλήθεια ως προς το ποία εκδοχή είναι η ορθή και όχι η απόδειξη της ενοχής ενός κατηγορουμένου, που πρέπει να αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και που ισχύουν οι κανόνες περί μαρτυρίας συνενόχων, - εφαρμόστηκε στην περίπτωση αυτή από το Κακουργιοδικείο γιατί βλέπουμε καθαρά στο πιο πάνω απόσπασμα από την απόφαση του ότι ανεζήτησε την αλήθεια και βρήκε και ενισχυτική μαρτυρία της εκδοχής του πρώην πρώτου κατηγορουμένου στη συμπεριφορά και τις καταθέσεις του ιδίου του εφεσείοντα. Ως εκ της φύσεως της προσαχθείσας μαρτυρίας το Κακουργιοδικείο ορθά αντιμετώπισε το όλο θέμα.

Κατά τη διαδικασία ενώπιον του Κακουργιοδικείου ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα έδωσε έμφαση στους πιο κάτω παράγοντες:

"(α) Ότι οι κατηγορίες 28-31 απορρέουν από ένα απλό γεγονός, την χρησιμοποίηση δύο πλαστών χαρτονομισμάτων των £10.

(β) Ότι όπως είναι και η θέση της κατηγορούσας αρχής αυτή η σοβαρή σειρά αδικημάτων βγήκε στην επιφάνεια και διελευκάνθηκε με αποκλειστική ενέργεια του κατηγορουμένου 2. Τονίσθηκε συναφώς ότι μέχρι τις 16/11/91 η αστυνομία δεν είχε στα χέρια της οποιοδήποτε στοιχείο ή πληροφορία· και παρόλο που ο κατηγορούμενος 2 είχε ήδη κυκλοφορήσει δύο χαρτονομίσματα και είχε διαπιστώσει ότι μπορούσαν να κυκλοφορήσουν δεν κυκλοφόρησε τα 206 χαρτονομίσματα που είχε στην κατοχή του αλλά αυτόβουλα κατάγγειλε την υπόθεση στην αστυνομία σε ανύποπτο χρόνο επειδή είχε πλήρως μεταμεληθεί και επειδή είχε κρίση συνειδήσεως. Επομένως συνεχίζει η εισήγηση - η περίπτωση του κατηγορουμένου 2 διακρίνεται από την συνηθισμένη περίπτωση κατηγορούμενου που δίνει πληροφορίες στις αστυνομικές αρχές και ομολογεί την ενοχή του μετά από τη σύλληψή του.

(γ) Ο κατηγορούμενος 2 χρωστά ποσό £150,000 και το γεγονός ότι δεν χρησιμοποίησε τα 206 πλαστά χαρτονομίσματα των £10 που είχε στην κατοχή του δείχνει ότι δεν είναι ο εγκληματίας από τον οποίο θα πρέπει να προστατευθεί η κοινωνία.

(δ) Στην παραδοχή του στο Δικαστήριο, στο λευκό του μητρώο και στις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις όπως φαίνονται στην έκθεση του γραφείου ευημερίας.

(ε) Στο γεγονός ότι ο κατηγορούμενος 2 έχει τρομερά οικονομικά προβλήματα και τυχόν φυλάκιση του θα είναι καταστροφική για τον ίδιο γιατί η δισκοθήκη του θα κλείσει και θα πωληθεί και το επιπλωμένο σπίτι του θα πωληθεί."

Το Κακουργιοδικείο ανέφερε στην απόφαση του την έκταση που δέχθηκε τα πιο πάνω στοιχεία και θεωρούμε ότι ορθά προσέγγισε το όλο θέμα του μετριασμού της ποινής. Θα αναφερθούμε όμως σε μερικά από τα πλέον χαρακτηριστικά.

Σε σχέση με την εισήγηση της υπεράσπισης σχετικά με τη χρησιμοποίηση κακής ποιότητας χάρτου και χρημάτων, το Κακουργιοδικείο παρατήρησε ότι τα πλαστά χαρτονομίσματα κυκλοφόρησαν σε δεκαεπτά άτομα και πέρασαν με επιτυχία τη δοκιμασία της ποιότητας και τόνισε ότι δεν μπορούσε να δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στη σχετική εισήγηση.

Ως προς τα άλλα στοιχεία το Κακουργιοδικείο υπέδειξε ότι θα έδιδε τη βαρύτητα που τους άρμοζε μέσα στα πλαίσια που διαγράφονται από τη νομολογία, και ότι επίσης θα έδιδε τη δέουσα βαρύτητα στο γεγονός ότι η υπόθεση ήλθε στο φως μετά την καταγγελία του εφεσείοντα, ανεξάρτητα όπως τονίζει από τα κίνητρα που τον οδήγησαν σε εκείνη την ενέργεια. Το Κακουργιοδικείο έλαβε επίσης υπόψη του τη σοβαρότητα των αδικημάτων, το ποσό των πλαστών χαρτονομισμάτων που αναφέρονται σε κάθε μια από τις κατηγορίες και τη φύση των αδικημάτων.

Αναμφίβολα πρόκειται για αδικήματα, τα οποία περιέχουν έντονο το στοιχείο της απάτης και του δόλου και τα οποία, όχι μόνο επηρεάζουν τα συμφέροντα του προσώπου με το οποίο γίνεται η σχετική συναλλαγή αλλά υπονομεύουν την οικονομία του τόπου.

Τέτοια αδικήματα αντιμετωπίζονται πάντοτε με σοβαρότητα από τα Δικαστήρια μας. Χαρακτηριστικά μπορεί να αναφερθεί ότι στην υπόθεση Kashawi v. The Republic (1985) 2 C.L.R. 37, το Δικαστήριο τούτο επικύρωσε ποινή φυλάκισης δύο χρόνων για κυκλοφορία ενός πλαστού χαρτονομίσματος των $100 δολαρίων Ηνωμένων Πολιτειών, και είπε τα πιο κάτω:

"Πλαστογραφία, κατοχή και κυκλοφορία ψευδών εγγράφων είναι από μόνα τους πολύ σοβαρά αδικήματα και με κανένα τρόπο δεν πρέπει να τυγχάνουν χειρισμού με τρόπο που θα φαίνεται ότι ενθαρρύνεται η διάπραξη τους πολύ περισσότερο γιατί η πλαστογραφία τραπεζογραμματίων και νομισματικών αδικημάτων δεν πρέπει να τυγχάνουν επιείκιας."

Αναφορά μπορεί να γίνει επίσης στην υπόθεση Kozhaya and Others v. The Republic (1988)2 C.L.R. 67, στην οποία επικυρώθηκε ποινή τριετούς φυλάκισης για κυκλοφορία πλαστών δολαρίων.

Η αγγλική νομολογία είναι πολύ διαφωτιστική πάνω στο ζήτημα. Αναφορά στις αρχές που διέπουν την επιμέτρηση της ποινής σε παρόμοιες υποθέσεις γίνεται στην υπόθεση Howard [1985] 7 Cr.App.R. (S) 320 στην οποία τονίζονται τα πιο κάτω:

"Αυτού του είδους το αδίκημα είναι αδίκημα το οποίο σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να τιμωρείται με ποινή φυλάκισης. Ο λόγος για την επιβολή ποινής φυλάκισης είναι πρώτον για να τιμωρηθεί ο παραβάτης. Οι δευτερεύοντες λόγοι είναι για να αποτρέπουν τον ίδιο τον παραβάτη από του να διαπράξει το ίδιο αδίκημα στο μέλλον. Αλλά ο πιο σημαντικός λόγος είναι να καταδειχθεί σε όσους σκοπεύουν να αποκομίσουν φθηνό και εύκολο κέρδος με την αποδοχή πλαστών χαρτονομισμάτων ότι απλώς δεν αξίζει τον κόπο. Αν επιλέξουν να κατέχουν πλαστά χαρτονομίσματα και ειδικά μεγάλες ποσότητες θα πρέπει να τιμωρούνται αυστηρά."

Το στοιχείο της αποτροπής στην επιμέτρηση της ποινής σε τέτοιες περιπτώσεις τονίσθηκε και στις υποθέσεις R. ν. Lister [1982] 4 Cr.App.R. (S) 331 και R. V. Ede andSiddons [1986] 8 Cr.App.R. (S) 246. Στην τελευταία υπόθεση τονίσθηκε, επίσης, ότι οι προσωπικοί ελαφρυντικοί παράγοντες πρέπει να έχουν δευτερεύουσα σημασία. Στην υπόθεση R. V. Carter [1983] 5 Cr.App.R. (S) 256 επαναλήφθηκε η αρχή ότι αδικήματα που σχετίζονται με πλαστά νομίσματα είναι σοβαρά και έκδηλα δικαιολογείται η ποινή άμεσης φυλάκισης.

Ήταν η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντα ότι η επιβληθείσα ποινή φυλάκισης για όλες τις κατηγορίες λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστατικών της υπόθεσης είναι υπερβολική και ότι το Κακουργιοδικείο αγνόησε πλήρως ή/και υποβάθμισε το γεγονός ότι η ανακάλυψη και πλήρης εξιχνύαση των αδικημάτων έγινε μετά από οικειοθελή κατάθεση του εφεσείοντα πριν ακόμα η Αστυνομία ή οποιοσδήποτε άλλος, αντιληφθεί και/ή υποψιαστεί τη διάπραξη των αδικημάτων. Ότι επίσης λανθασμένα δεν προέβηκε σε ουσιαστική διαφοροποίηση και/ή εξατομίκευση της ποινής.

Έχουμε ήδη αναφερθεί στη συμπεριφορά του εφεσείοντα στη φύση και σοβαρότητα των αδικημάτων, όπως και στις προβλεπόμενες ποινές. Θα πρέπει, χάριν της σύγκρισης των επιβληθεισών ποινών με τον πρώην πρώτο κατηγορούμενο, μια και εγείρεται και το θέμα της παράλειψης για διαφοροποίηση και εξατομίκευση της ποινής από το Κακουργιοδικείο, να αναφερθεί ότι σ' αυτόν επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τεσσάρων χρόνων στην πρώτη κατηγορία για πλαστογραφία χαρτονομισμάτων, φυλάκιση τριών χρόνων στη δεύτερη κατηγορία για κατοχή 3551 πλαστών Κυπριακών χαρτονομισμάτων, φυλάκιση 2 1/2 χρόνων, στην κάθε μια από τις κατηγορίες 3 - 15 για κυκλοφορία τέτοιων πλαστών χαρτονομισμάτων, και φυλάκιση ενός χρόνου στην κάθε μια από τις κατηγορίες 1 - 26, όλες οι ποινές να συντρέχουν.

Έγινε από μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντα αναφορά σε μεγάλο αριθμό Αγγλικών αποφάσεων και σύγκριση με τις ποινές που επιβλήθηκαν από τα Αγγλικά Δικαστήρια για υποθέσεις πλαστογραφίας, κατοχής και κυκλοφορίας πλαστών χαρτονομισμάτων. Δεν θα προβούμε σε εκτεταμένη ανάλυση του θέματος γιατί για τον ακριβή τρόπο αντιμετώπισης του θέματος αυτού θα έπρεπε να μπούμε στις λεπτομέρειες των περιστατικών της κάθε υπόθεσης μια και είναι βασική αρχή ότι η επιβαλλόμενη ποινή πρέπει να συνάδει προς τα γεγονότα της υπόθεσης και τις προσωπικές συνθήκες του κάθε κατηγορουμένου, όπως επίσης και στο ευρύτερο κοινωνικό υπόβαθρο. Αν τίθεται όμως θέμα αναζήτησης καθοδήγησης αυτή βρίσκεται στο ότι ήδη έχει υιοθετήσει το Δικαστήριο τούτο την υπόθεση Kashawi, που το σχετικό απόσπασμα έχει ήδη δοθεί πιο πάνω στην απόφαση αυτή.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η επιβληθείσα ποινή δεν είναι έκδηλα υπερβολική, αντίθετα πρόκειται περί μιας επιεικούς ποινής που επιβλήθηκε αφού δόθηκε η δέουσα σημασία στα ελαφρυντικά που είχε ενώπιον του το Κακουργιοδικείο, όπως το ίδιο τόνισε και ότι προέβηκε λόγω του συνόλου των περιστατικών σε σημαντικότατη έκπτωση από το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπεται για την κάθε κατηγορία από το Νόμο.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο