ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ANTONIS CHRISTOFIDES ν. THE REPUBLIC (1970) 2 CLR 78
MAZARAKIS ν. REPUBLIC (1982) 2 CLR 183
EVGENIOU ν. POLICE (1983) 2 CLR 332
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1989) 2 ΑΑΔ 318
7 Νοεμβρίου 1989
(ΣΑΒΒΙΔΗΣ ΚΟΥΡΡΗΣ ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ ΔΔ)
ΒΕΚΙΖ AHMET ABIT ΑΛΛΩΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ,
Εφεσείων,
ν
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης
(Ποινική Έφεση Αρ 5111)
Ποινή για Διαρρήξεις ( 10) και κλοπές κατά παράβαση των άρθρων ------------- και 255 του Ποινικού Κώδικα Κεφ 154 — Οι δράστες αποκόμισαν αγαθά άξιας £11,000 περίπου — Από αυτά αποδόθηκαν αγαθά αξίας μόνο £778 περίπου — Κατά την επιμέτρηση της ποινής λήφθηκε υπόψη και άλλη εκκρεμούσα κατηγορία. Βεβαρυμενο ποινικό μητρώο — Υπο τις περιστάσεις η επιβληθείσα ποινή φυλακίσεως 4 ετών μάλλον επιεικής
Ο εφεσείων ζήτησε μείωση της, ποινής των 4 ετών φυλάκισης λόγω των προσωπικών του συνθηκών, του γεγονότος ότι εγκατέληψε τις τουρκοκρατούμενες περιοχές, του οτι είχε πρόβλημα εξεύρεσης εργασίας, της παραδοχής των κατηγοριών της μεταμελειας του και του γεγονότος ότι τα κλοπιμαία τα μοιράστηκε με άλλους που διέφυγαν στην κατεχόμενη πε-ριοχή
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την έφεση, τόνισε πως αδίκηματα της φύσεως αυτής έχουν εξελιχθεί σε μάστιγα, πράγμα που επιβάλλει την επιβολή αποτρεπτικών ποινών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το Κακουργιοδικειο έλαβε υπόψη όλους τους ουσιώδεις παράγοντες, που επηρεάζουν τη ποινή. Η ποινή, που τελικά επιβλήθηκε είναι μάλλον επιεικής
Η έφεση απορρίπτεται
Αναφέρομενες αποφάσεις
Evgeniou ν The Police (1983) 2 C L R 332
Antoniou ν The Republic (1986) 2 C L R 207 Josephides ν The Republic (1989) 2 C L R 307;
Christofides v The Republic (1970) 2 C L R 78.
Mazarakis v The Republic (1982) 2 C.L R 183,
Psylla v. The Republic (1984) 2 C L R 420
Έφεση εναντίον ποινής.
Έφεση εναντίον της ποινής από τον Πεκίρ Αχμέτ Απίτ άλλως Ανδρέα Ιωαννίδη ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 6 Φεβρουαρίου 1989 από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού (Αριθμός Ποινικής Υποθέσεως 1462/89) σε δέκα κατηγορίες διαρρήξεων και κλοπών κατά παράβαση των άρθρων 294(α) και 255 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. Ι54, και καταδικάστηκε από τον Πρ. Επ. Δικ. Κωνσιαντινίδη, τον Προσ. Αν. Επ. Δικ. Σταυρινίδη, και τον Eπ. Δικ. Νικολάτο, σε φυλάκιση 4 χρόνων.
Μ. Ιωάννου με Ι. Ιωάννου, για τον Εφεσείοντα
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Β, για την Εφεσίβλητη.
Ο Δικαστής κ. Σαββίδης ανέγνωσε την απόφαση του Δικαστηρίου. Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της ποινής φυλάκισης τεσσάρων χρόνων που επιβλήθηκε στον ε-φεσείοντα από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού, ύστερα απο παραδοχή του σε δέκα κατηγορίες διαρρήξεων και κλοπών, κατά παράβαση των Άρθρων 294(α) και 255 του Ποινικού Κώδικα. Ο κατηγορούμενος διάπραξε τα αδικήματα αυτά σε διάφορες ημερομηνίες του Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου του 1988.
Η μέθοδος διάπραξης των εγκλημάτων από τον εφεσείοντα ήταν στερεότυπη. Χρησιμοποιώντας διάφορα αντικείμενα έσπαζε τις γυάλινες πόρτες ή τα παράθυρα καταστημάτων και έκλεπτε απ' αυτά τα διάφορα αντικείμενα, κυρίως είδη ρουχισμού και χρήματα που εύρισκε σ' αυτά. Το συνολικό προιον που αποκόμισε ο εφεσείων από τα εγκλήματα που έχει διαπράξει ήταν χρήματα και αντικείμενα συνολικής αξίας £11,429.83σ. Μετά τη σύλληψη του ο εφεσείων παράδωσε στην Αστυνομία μερικά από τα κλαπεντα αντικείμενα. Στην κατοχή του βρέθηκαν επίσης £58.- που σύμφωνα και με τον εφεσείοντα αποτελούσαν προϊόν των εγκλημάτων που διάπραξε. Η συνολική αξία των αντικειμένων που βρέθηκαν ανέρχεται σε £778.38σ. Αναφορικά με την υπόθεση που λήφθηκε υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής, ο κατηγορούμενος αποκόμισε το συνολικό ποσό των £68.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα σε υποστήριξη της εισήγησης του ότι η ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα είναι έκδηλα υπερβολική ισχυρίσθηκε πως δε λήφθηκαν επαρκώς υπόψη λόγοι που συνηγορούσαν για επιεική μεταχείριση του εφεσείοντα. Οι λόγοι αυτοί είναι οι προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα, το γεγονός ότι εγκατέλειψε τις τουρκοκρατούμενες περιοχές και ήλθε στις ελεύθερες περιοχές για να εξασφαλίσει εργασία, το οτι είχε πρόβλημα στην εξεύρεση εργασίας, το γεγονός οτι παραδέχτηκε τις κατηγορίες και επέδειξε μεταμέλεια και, ότι ένα μεγάλο μέρος του προϊόντος των αδικημάτων που διάπραξε το μοιράστηκε με άλλα πρόσωπα των οποίων τα ονόματα έδωσε στην αστυνομία αλλά, των οποίων η σύλληψη δεν κατέστη δυνατή γιατί διέφυγαν στις τουρκοκρατούμενες περιοχές.
Ο εφεσείων όταν συνελήφθη ομολόγησε στην αστυνομία τη διάπραξη όλων των αδικημάτων που διάπραξε και εξέφρασε τη μεταμέλειά του. Το γεγονός όμως παραμένει πως, από το σύνολο των χρημάτων και αντικειμένων που κλάπηκαν και, που η αξία τους ήταν £11,429.-, ανευρέθηκαν μόνον αντικείμενα συνολικής αξίας £778.-.
Το Κακουργιοδικείο κατά την επιμέτρηση της ποινής έλαβε υπόψη τις αρχές που διέπουν την εξατομίκευση της ποινής καθώς και κάθε τι που ο ευπαίδευτος δικηγόρος του υπόβαλε για μετριασμό της συμπεριλαμβανομένων των προσωπικών συνθηκών του, αλλά τόνισε συγχρόνως και τη σοβαρότητα και την ανησυχητική συχνότητα των εγκλημάτων αυτού του είδους, η οποία, όπως χαρακτηρίστηκε σε άλλες υποθέσεις από το Ανώτατο Δικαστήριο, αποτελεί κοινωνική μάστιγα. Επίσης, έλαβε υπόψη το μεγάλο αριθμό αδικημάτων που διάπραξε ο εφεσείων όπως και μια άλλη παρόμοια υπόθεση που εκκρεμούσε εναντίον του καθώς και το βεβαρυμένο ποινικό μητρώο του.
Ο εφεσείων βαρύνεται με μεγάλο αριθμό προηγούμενων καταδικών, από τις οποίες το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη τις πιο πρόσφατες. Για παρόμοιας φύσης αδικήματα το 1982 καταδικάστηκε σε φυλάκιση 12 μηνών και το 1984 σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 18 και εννέα μηνών και σε διαδοχική ποινή φυλάκισης τριών μηνών, το 1986 σε φυλάκιση τριών χρόνων και σε διαδοχική ποινή φυλάκισης 18 μηνών και το 1988 σε ποινή φυλάκισης πέντε μηνών. Απολύθηκε από τη φυλακή μετά την τελευταία καταδίκη του στις 12 Νοεμβρίου, 1988, και από τις 19 Νοεμβρίου, 1988, επιδόθηκε στην εγκληματική δραστηριότητα που αποτελούσε το αντικείμενο της καταδίκης του.
Έχει τονισθεί επανειλημμένα από τα Δικαστήρια μας η σοβαρότητα τέτοιας φύσης αδικημάτων, τα οποία με την ανησυχητική συχνότητα τους έχουν καταντήσει κοινωνική μάστιγα και τείνουν να διασαλεύσουν τα θεμέλια μιας ευνομούμενης κοινωνίας και η ανάγκη να εμπεριέχει η ποινή και το στοιχείο της αποτρεπτικότητας. Σχετικές είναι μεταξύ άλλων οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως Εφετείου σε ποινικές υποθέσεις, στις υποθέσεις Evgeniou v. The Police (1983) 2 C.L.R. 332, Antoniou v. The Republic (1986) 2 C.L.R. 207,209. Σε πρόσφατη απόφαση μας στην υπόθεση, Ιωσηφίδης ν. Της Δημοκρατίας, (1989) 2 C.L.R. 307, είχαμε την ευκαιρία να αναφερθούμε σε έκταση στις αποφάσεις αυτές.
Η σοβαρότητα των αδικημάτων αυτής της φύσης αντανακλά στις ποινές που έχουν επιβληθεί από τα Δικαστήρια μας σε παρόμοιες υποθέσεις, και σαν μερικά παραδείγματα αναφέρουμε την υπόθεση Chistofides v. The Republic (1970) 2 C.L.R. 78, στην οποία ποινή φυλάκισης πέντε χρόνων για διάρρηξη με 12 προηγούμενες καταδίκες σχετιζόμενες με κλοπή επικυρώθηκε από το Εφετείο, Mazarakis v. The Republic (1982) 2 C.L.R. 183, στην οποία ποινή φυλάκισης πέντε χρόνων, που επιβλήθηκε σε νεαρό πρόσωπο 20 χρόνων το οποίο είχε παραδεχθεί άλλες 13 παρόμοιες υποθέσεις, κρίθηκε από το Εφετείο σαν μάλλον επιεικής και όχι υπερβολική. (Σχετικές είναι επίσης οι υποθέσεις Psylla v. The Republic (1984) 2 C.L.R. 420 και Antoniou v. The Republic που αναφέρθηκε πιο πάνω).
Έχουμε διεξέλθει την απόφαση του Κακουργιοδικείου στην προκειμένη περίπτωση και βρίσκουμε πως όλα τα ουσιαστικά σημεία για επιβολή της ποινής λήφθηκαν υπόψη και, κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης, δεν υπάρχει τίποτε που να οδηγεί στο συμπέρασμα πως η ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα είναι έκδηλα υπερβολική. Απεναντίας, έχοντας υπόψη το μεγάλο αριθμό και τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διάπραξε και για τα οποία καταδικάστηκε, το βεβαρυμένο ποινικό μητρώο του, και το γεγονός πως αντικείμενα και χρήματα αξίας πάνω από £10,000.- που κλάπηκαν από τον εφεσείοντα δεν έχουν ανευρεθή, βρίσκουμε πως η ποινή είναι μάλλον επιεικής και είναι με μεγάλη δυσκολία που δεν ασκούμε τη διακριτική μας εξουσία κάτω από το Νόμο περί Ποινικής Δικονομίας, Κεφ. 155, Άρθρο 145(1)(δ) και 147(1) όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 2/75 να μη διατάξουμε όπως η ποινή του εφεσείοντα αυξηθεί ή αρχίζει από σήμερα αντί από την ημέρα που καταγνώστηκε.
Η έφεση απορρίπτεται και η ποινή της φυλάκισης που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα από το Κακουργιοδικείο επικυρώνεται.
Η Έφεση απορρίπτεται.