ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Σωκράτους, Δώρα Κ. Χατζηϊωάννου,, για Εφεσείοντες Μ. Κυριάκου (κα), για Πολάκης Σαρρής amp;amp;amp; Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για Εφεσίβλητη 1 CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2023-10-19 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ κ.α. v. CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. Ε134/2020, 19/10/2023 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2023:A307

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ               

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ  

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. Ε134/2020

 

 

19 Οκτωβρίου, 2023

 

 

[Γ.N. ΓΙΑΣΕΜΗΣ,  Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

                             1.  ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ

2.  ΙΑΣΩ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΖΩΩΝ

ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΩΝ

ν.

1.  CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD

                        2.  BANK OF CYPRUS PUBLIC CO LTD

                       ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ

------------------------------

 

Κ. Χατζηϊωάννου,, για Εφεσείοντες

Μ. Κυριάκου (κα), για Πολάκης Σαρρής & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για Εφεσίβλητη 1

Χρ. Μαυρικίου (κα) μαζί με Ρ. Βερζανλή, για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ

----------------------------

 

Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον

Δικαστή Γ.Ν. Γιασεμή.

----------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.  Η παρούσα έφεση, καταχωρίστηκε από τους ενάγοντες στην αγωγή αρ. 2530/2018 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.  Στρέφεται κατά της απόφασης του εν λόγω Δικαστηρίου, να απορρίψει  την αίτηση τους για την έκδοση παρεμπίπτοντος απαγορευτικού διατάγματος, (το παρεμπίπτον διάταγμα), το οποίο να εμπόδιζε τις τράπεζες, εναγόμενες 1 και 2, εφεσίβλητες 1 και 2, να προβούν στην εκποίηση συγκεκριμένου ενυπόθηκου ακινήτου.  Πρόκειται για το ακίνητο, με αρ. εγγραφής [ ], ιδιοκτησία κατά 7/50 μερίδια, εξ αδιαιρέτου, της ενάγουσας εταιρείας, το οποίο βρίσκεται εντός των ορίων του Δήμου Αγλαντζιάς.  Αυτό, βαρύνεται με την υποθήκη αρ. Υ8004/2009 του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λευκωσίας. Η υποθήκη, κατατέθηκε επί του εν λόγω ακινήτου, προς εξασφάλιση ποσού μέχρι €170.000, σε σχέση με δάνειο ύψους €190.000, το οποίο η εφεσείουσα εταιρεία έλαβε από την εφεσίβλητη 1.  Η αίτηση για έκδοση του παρεμπίπτοντος διατάγματος εδραζόταν στο άρθρο 32(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν.14/1960), (ο Νόμος).

 

Σύμφωνα με τα σχετικά γεγονότα, ο ενάγων, εφεσείων, επαγγέλλεται τον κτηνίατρο ενώ η ενάγουσα, εφεσείουσα εταιρεία, λειτουργεί ιδιωτικό νοσοκομείο ζώων. Παρεμπιπτόντως, ο εφεσείων δήλωσε πως η εφεσείουσα εταιρεία χρησιμοποιείται, από τον ίδιο, ως όχημα για τις επαγγελματικές δραστηριότητες του.  Εν  πάση περιπτώσει, οι εφεσείοντες δραστηριοποιούνται, επαγγελματικά, από υποστατικά που κατασκευάστηκαν στο προαναφερθέν ακίνητο της εφεσείουσας εταιρείας, το 2012.  Το συγκεκριμένο έργο χρηματοδοτήθηκε με το προαναφερθέν δάνειο που έλαβε, ως ανωτέρω, η εφεσείουσα εταιρεία από την εφεσίβλητη 1, με πρόσθετη εξασφάλιση την προσωπική εγγύηση του εφεσείοντος.  Σημειώνεται, ότι αποτελεί κοινό τόπο, πως κατά την προηγηθείσα χρονική περίοδο, οι εφεσείοντες συναλλάσσονταν, στον τραπεζικό τομέα, με την εφεσίβλητη 1.  Διατηρούσαν σε αυτή διάφορους λογαριασμούς, περιλαμβανομένων καταθετικών λογαριασμών, τα ποσά των οποίων, ειδικά αυτών του εφεσείοντος, είχαν  δεσμευτεί, ως πρόσθετη εξασφάλιση για το προαναφερθέν δάνειο.

 

Στην πορεία και συγκεκριμένα κατά το Μάρτιο του 2013 οι εφεσίβλητες 1 και 2, τράπεζες, ενεργοποιημένες, κυρίως, στην Κύπρο, επηρεάστηκαν από τα μέτρα  που είχαν επιβληθεί για εξυγίανση της οικονομίας και δη στον τραπεζικό τομέα.  Τούτα, επιβλήθηκαν μέσω Κανονιστικών Διοικητικών Πράξεων, που εκδόθηκαν δυνάμει του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμου του 2013,  (Ν.17(Ι)/2013), από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, εναγόμενη 3 στην αγωγή, ως η Αρχή Εξυγίανσης.  Συνεπεία των εν λόγω μέτρων, ο δανειακός λογαριασμός, όπως και άλλοι λογαριασμοί, τους οποίους οι εφεσείοντες διατηρούσαν στην εφεσίβλητη 1, πλην ενός το πιστωτικό υπόλοιπο του οποίου απομειώθηκε, μεταβιβάστηκαν στην εφεσίβλητη 2.  Ο εφεσείων, στην ένορκη δήλωση του προς υποστήριξη της αίτησης, ισχυρίζεται ότι συνεπεία της επιβολής των πιο πάνω μέτρων και την υποκατάσταση της εφεσίβλητης 2 στη θέση της εφεσίβλητης 1, επηρεάστηκαν, δυσμενώς, οι συμβατικές σχέσεις που αυτοί είχαν με την εφεσίβλητη 1 και εν γένει τα δικαιώματα τους, που προέκυπταν από αυτές. 

 

Εν πάση περιπτώσει, το Δικαστήριο, κατά την εξέταση της αίτησης, διαπίστωσε πως συνέτρεχαν οι δύο πρώτες προϋποθέσεις της επιφύλαξης του άρθρου 32(1) του Νόμου. Ικανοποιήθηκε, δηλαδή, ότι καταδείχθηκε από τους εφεσείοντες, ενάγοντες ενώπιον του, η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση κατά την ακρόαση καθώς, επίσης, η ύπαρξη πιθανότητας αυτοί να δικαιούντο σε θεραπεία. Ωστόσο, τελικώς,  απέρριψε την αίτηση, στη βάση ότι δεν καταδείχθηκε πως, εάν δεν εκδίδετο το παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα θα ήταν δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.  Με αναφορά σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, και πρωτόδικων Δικαστηρίων, παρατήρησε ότι η υπό αναφορά υποθήκη είχε παραχωρηθεί από τους εφεσείοντες με την ελεύθερη βούληση τους, ως ασφάλεια για την πληρωμή του προαναφερθέντος δανείου.  Επιπρόσθετα, διαπίστωσε πως οι εφεσείοντες δεν ισχυρίστηκαν ότι σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής, η εφεσίβλητη 2 ειδικά, δεν θα είναι σε θέση να ικανοποιήσει χρηματική απόφαση που τυχόν να εκδοθεί υπέρ τους. Επομένως, κατέληξε, δεν δικαιολογείτο η παρεμπόδιση, διά του παρεμπίπτοντος διατάγματος, της εκποίησης του ενυπόθηκου ακινήτου και απέρριψε την αίτηση, όπως έχει προαναφερθεί.

 

Αρχίζοντας από το τελευταίο, οι θεραπείες που αξιώνουν οι εφεσείοντες στην έκθεση απαίτησης τους, είναι χρηματικής φύσεως και βασίζονται σε διάφορες αιτίες, άσχετες με τις συνθήκες συνομολόγησης της συμφωνίας δανείου και της σύμβασης υποθήκης.  Για την ακρίβεια, οι εν λόγω θεραπείες αφορούν σε αποζημίωση ή αποκατάσταση τους για διάφορα χρηματικά ποσά που, αυτοί, φέρεται να έχουν απωλέσει, λόγω, κατ'  ισχυρισμό, του επηρεασμού τους  από τα μέτρα εξυγίανσης. Συναφώς προς την πιο πάνω πτυχή, εν πάση περιπτώσει, οι εφεσείοντες σε κανένα σημείο της μαρτυρίας τους δεν ισχυρίστηκαν ότι η εφεσίβλητη 2 είναι αφερέγγυα και ότι δεν θα μπορέσει να ικανοποιήσει απόφαση, η οποία τυχόν να εκδοθεί εναντίον της πρωτόδικα, στο πλαίσιο της υπόθεσης αυτής.

 

Επιπρόσθετα από τα προλεχθέντα, εμφανώς, οι εφεσείοντες, παραγνωρίζουν το γεγονός ότι η υποθήκη παραχωρήθηκε στην εφεσείουσα εταιρεία εν γνώσει και με την ελεύθερη βούληση του εφεσείοντος, ενεργώντας για λογαριασμό και των δύο.  Σχετική με την πιο πάνω θεώρηση, είναι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου από την οποία διαφαίνεται ότι η θέση πως από την πώληση ενός ενυπόθηκου ακινήτου, τυχόν να υποστεί  ανεπανόρθωτη ζημιά ο ιδιοκτήτης του, δεν αποτελεί, χωρίς άλλο, καλό λόγο για ικανοποίηση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32(1) του Νόμου.   Συγκεκριμένα, στην υπόθεση Πολιτική Έφεση αρ. Ε203/2013,   Loucas Panayiotou Estates Ltd κ.α. ν. Hellenic Bank Public Company Ltd, ημερομηνίας 11.9.2019, λέχθηκαν, σχετικά τα εξής:

 

«Η «παραμονή» της ιδιοκτησίας στους εφεσείοντες με δική τους συγκατάθεση έχει, εκ των προτέρων, τεθεί υπό αμφισβήτηση καθότι τα συγκεκριμένα ακίνητα έχουν αποτελέσει αντικείμενο υποθήκης. Με αυτό τον τρόπο οι ίδιοι οι εφεσείοντες έχουν απεμπολήσει ένα μέρος της δικής τους απολύτου ιδιοκτησίας, θέτοντας την περιουσία υπό ενδεχόμενη πώληση λόγω εκποίησης της υποθήκης.»

 

Ακριβώς, όταν μια υποθήκη κατατίθεται επί ενός ακινήτου, το ενδεχόμενο εκποίησης του, προς εξασφάλιση από τον δανειστή του λαβείν του, είναι ένα σοβαρό ενδεχόμενο, γνωστό στο δανειζόμενο, κατά τη σύναψη της σύμβασης υποθήκης.  Ο δανειζόμενος, είναι συμβαλλόμενο μέρος σε αυτή, ενώ η κατάθεση της υποθήκης αποτελεί άμεσο επακόλουθο της σχετικής σύμβασης.  Επομένως, ως θέμα αρχής, κυρίως, αλλά και κοινής λογικής, όταν ο χρόνος ωριμάσει για την εφαρμογή της, αυτός δεν δικαιούται να ενστεί στην εκποίηση του ενυπόθηκου ακινήτου.  Τούτο, βέβαια, εφόσον ο δανειζόμενος ενήργησε, ως ανωτέρω, με την ελεύθερη βούληση του.  Αυτή είναι η περίπτωση, εν προκειμένω, σε σχέση με την εφεσείουσα εταιρεία, για την οποία ο εφεσείων ενήργησε, προφανώς, εκ μέρους της, αποδεχόμενος με την ελεύθερη βούληση του, την σύμβαση και την επακόλουθη κατάθεση της υποθήκης.  Επομένως, το Δικαστήριο, ορθώς διαπίστωσε ότι δεν ικανοποιείτο η τρίτη προϋπόθεση, από την άποψη που έχει, αμέσως, προηγουμένως συζητηθεί και αφορούσε στο δεύτερο λόγο έφεσης, ο οποίος και αποτυγχάνει.  Η κατάληξη αυτή καθιστά αχρείαστη την εξέταση των υπολοίπων λόγων έφεσης.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.  Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων τα οποία να υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

                                                    Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

 

                                                   Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

                                                    Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,  Δ.

 

 

 

 

/γκ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο