ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ιωάννου Σοφούλλα και Άλλη ν. Polly-Frocks Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 398
Oδυσσέα Nίκος ν. Aστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 490
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 176/2018, 202/2018, 11/1/2019, ECLI:CY:AD:2019:B4
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 33/1964 - Ο περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλες Διατάξεις) Νόμος του 1964
Ν. 66(I)/1997 - Ο περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμος του 1997
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:D305
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ.61/2023)
29 Σεπτεμβρίου, 2023
[Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ (Ν. 33/1964, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΧΜ HOLDINGS LTD (HE 95731) ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΑΠΑΓΓΕΛΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 9.2.2023, ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΡ. 126/20 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
---------
Κ. Δαμιανός με Κ. Πατσαλίδου (κα) για Μαρκίδη, Μαρκίδη & Σία ΔΕΠΕ, για τους αιτητές.
Μ. Κούμας για Στ. Αμερικάνος & Σία ΔΕΠΕ, για τον καθ΄ ου η αίτηση.
Λ. Φιλοθέου για Θεοδωρίδης, Γεωργίου, Ιακώβου & Σία ΔΕΠΕ, για ενδιαφερόμενο μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: To Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εκδίκαζε αίτηση για οικονομική εξέταση της εταιρείας Crown Resorts Limited, η οποία παρούσα εμφανίζεται ως το ενδιαφερόμενο μέρος (εν τοις εφεξής «η Crown»). Η αίτηση είχε καταχωριστεί από ένα εξ αποφάσεως πιστωτή της, που είναι ο καθ' ου η αίτηση στην παρούσα διαδικασία. Αν και στην παρούσα διαδικασία είναι ο καθ' ου η αίτηση, επειδή η ουσία της υπόθεσης αφορά στη δική του αίτηση στο κατώτερο δικαστήριο, προς αποφυγή σύγχυσης, θα αποκαλείται εν τοις εφεξής ως ο «Αιτητής».
Ο Αιτητής, κατά τη διάρκεια της ακρόασης της εν λόγω αίτησης του, είχε θέσει τον ισχυρισμό ότι η Crown συνέχιζε τη λειτουργία της υπό τον μανδύα μιας άλλης εταιρείας, της AXM Ηoldings Ltd, η οποία είναι η αιτήτρια στην παρούσα αίτηση (εν τοις εφεξής «η ΑΧΜ»). Ας σημειωθεί ότι η Crown έχει τεθεί υπό διαχείριση από το 2014 και έχει διοριστεί, από άλλο πιστωτή της, διαχειριστής και παραλήπτης ολόκληρης της περιουσίας της με βάση ομόλογο με κυμαινόμενη επιβάρυνση.
Στη διαδικασία οικονομικής εξέτασης εμφανιζόταν ο δικηγόρος κ. Δαμιανού για Μαρκίδη, Μαρκίδη & Σία ΔΕΠΕ «για το διευθυντή της καθ΄ ης η αίτηση (προσωπικά)», τον κ. Χρίστο Αυξεντίου. Σημειώνεται ότι οι εξουσίες ενός διευθυντή εταιρείας να ενεργεί σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία που καλύπτει ένα ομόλογο επιβάρυνσης παύουν με το διορισμό του διαχειριστή και παραλήπτη. Οι διευθυντές διατηρούν απλώς ένα κατάλοιπο εξουσίας, αλλά τούτο δεν έχει σχέση με το υπό συζήτηση θέμα (Moss Steamship Co. v. Whinney [1912] A.C. 254, Χατζηρούσου υπό την ιδιότητα του ως Παραλήπτης της εταιρείας Y. Liasides Developers Ltd (2011) 1 ΑΑΔ 1703). Η Crown, εν πάση περιπτώσει, εκπροσωπείτο από τον κ. Α. Κοζάκο για Γιώργο Γιάγκου ΔΕΠΕ.
Στα πλαίσια της εκδίκασης της αίτησης για οικονομική εξέταση ήταν η θέση του Αιτητή ότι οι δύο εταιρείες
Κατά την εισήγηση του Αιτητή οι δύο εταιρείες, Crown και AXM, λειτουργούσαν στην πραγματικότητα υπό τον ίδιο μανδύα και άρα υπήρχε δυνατότητα και θα έπρεπε να εξεταστεί η οικονομική δυνατότητα και της ΑΧΜ, υπό το φως της υπόθεσης Ιωάννου Σοφούλλα κ.α. ν. Polly-Frocks Ltd (2000) 1 AAΔ 398, όπου αποφασίστηκε ότι η οικονομική δυνατότητα μιας τρίτης εταιρείας, υπό τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης εκείνης που αποκάλυπταν οικονομική ταύτιση των δύο εταιρειών, αποτελούσε στην πραγματικότητα την οικονομική δυνατότητα της εξ αποφάσεως οφειλέτιδας εταιρείας.
Για τον σκοπό αυτό ο Αιτητής κάλεσε ως μάρτυρα ένα υπάλληλο της Τράπεζας Κύπρου ώστε να καταθέσει τους λογαριασμούς της ΑΧΜ από το 2011 μέχρι σήμερα. Ο μάρτυρας ζήτησε προς τούτο την άδεια του δικαστηρίου, εφόσον επρόκειτο να αρθεί το τραπεζικό απόρρητο του πελάτη της τράπεζας (Άρθρο 29(1) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, Ν. 66(Ι)/1997 (ο Νόμος)). Τότε ο δικηγόρος της Crown έφερε ένσταση.
Επίσης ο κ. Δαμιανού επικαλούμενος ότι είχε οδηγίες από τον κ. Χρίστο Αυξεντίου, ο οποίος είναι και διευθυντής της ΑΧΜ και, ως άνω, ήταν παρών, ανέφερε ότι η περίπτωση δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του Άρθρου 29(1) του Νόμου. Ο κ. Κούμας που εκπροσωπούσε τον Αιτητή, έφερε ένσταση στο να ακουστεί ο κ. Δαμιανού εκ μέρους της ΑΧΜ. Το δικαστήριο δεν επέτρεψε την παρέμβαση του κ. Δαμιανού αναφέροντας:
«Δικαστήριο προς κ. Δαμιανού: Δεν υπάρχει διορισμός σας. Δεν μπορείτε. Πώς μπορείτε να την εκπροσωπήσετε; Είστε αντιπρόσωπος της ΑΧ Holdings Ltd εδώ;»
κ. Δαμιανού: Κύριε Πρόεδρε, είναι ο διευθυντής εδώ και μου έδωσε οδηγίες.»
Παρά ταύτα, στη συνέχεια ο κ. Δαμιανού ανέπτυξε περαιτέρω τη θέση του, εισηγούμενος ότι η περίπτωση διαφοροποιείται από την υπόθεση Ιωάννου.
Ακολούθως, όταν το δικαστήριο επρόκειτο να δώσει οδηγίες ώστε να καταχωριστούν γραπτές αγορεύσεις για το συγκεκριμένο θέμα της άρσης του απορρήτου, ο κ. Δαμιανού υπέβαλε προς το δικαστήριο το ερώτημα αν θα καταχωρούσε και αυτός αγόρευση. Το δικαστήριο απάντησε:
«Δικαστήριο προς κ. Κ. Δαμιανού: Εσείς βεβαίως ως προς τι; Για να σας ακούσω για άλλη εταιρεία; Εσείς δεν έχετε υποβάλει ακόμα αίτημα που και να εγκριθεί να ακουστείτε εκ μέρους άλλης εταιρείας.
κ. Δαμιανού: Κατανοητό. Ενδεχομένως να προβούμε στα δέοντα μέχρι τότε κύριε Πρόεδρε.
Δικαστήριο προς κ. Κ. Δαμιανού: Αν θεωρείτε ότι θέλετε να εγείρετε αίτημα και εσείς κάντε το.»
Στη συνέχεια όμως ο κ. Κούμας επανέλαβε τη θέση του ότι η ΑΧΜ δεν θα έπρεπε να ακουστεί, λέγοντας τα ακόλουθα:
«κ. Α. Κούμας: Κύριε Πρόεδρε, εμάς η θέση μας όσον αφορά την αντιπροσώπευση άλλης εταιρείας πέραν της καθ' ης η αίτηση είναι αυτή που ήταν στην αρχή δεν δικαιούται στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας να εμφανίζεται.»
Τότε, μετά από αυτές τις παλινδρομήσεις, το δικαστήριο κατέληξε λέγοντας:
«Δικαστήριο: Οπότε θα τοποθετηθεί η πλευρά της καθ' ης η αίτηση.»
Και εν τέλει έδωσε οδηγίες για γραπτές αγορεύσεις προς τους δικηγόρους του Αιτητή και της «καθ' ης η αίτηση», ήτοι της Crown. Όχι προς τον κ. Δαμιανού ως δικηγόρο της ΑΧΜ. Ως αποτέλεσμα εξέδωσε την επίμαχη απόφαση ημερ. 9.2.2023 για άρση του τραπεζικού απορρήτου της ΑΧΜ, ακούοντας τα μέρη της αίτησης για οικονομική εξέταση, αλλά όχι την ΑΧΜ.
Ειδικότερα, αφού άκουσε τις δύο αυτές πλευρές, θεώρησε ότι οι καταστάσεις λογαριασμών της ΑΧΜ ήταν μαρτυρία σχετική και ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για άρση του τραπεζικού της απορρήτου με βάση τη δυνατότητα που παρέχει ο Νόμος για παροχή πληροφοριών για λόγους δημοσίου συμφέροντος (Άρθρο 29(2)(η) του Νόμου). Τούτο εφόσον η άρση του τραπεζικού απορρήτου ζητήθηκε στο πλαίσιο θεσμοθετημένης διαδικασίας που αποσκοπεί στην εκτέλεση δικαστικής απόφασης, σκοπός που σχετίζεται με το κύρος και την αξιοπιστία της απονομής της δικαιοσύνης και συνεπώς αποτελεί ζήτημα δημοσίου συμφέροντος.
Η ΑΧΜ έλαβε άδεια να καταχωρίσει αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari προς ακύρωση της εν λόγω απόφασης ημερ. 9.2.2023. Ακολούθησε η υπό εξέταση τώρα αίτηση, με την οποία η ΑΧΜ επικαλείται παράβαση του κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης επί τω ότι δεν ακούστηκε ενώ είχε άμεσο συμφέρον, ή ενδιαφέρον στο αποτέλεσμα της διαδικασίας και περαιτέρω ότι το δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα εμφανές στο φάκελο της διαδικασίας και/ή υπερέβη τη δικαιοδοσία του.
Το πλαίσιο της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου αναφορικά με την εξέταση εξ αποφάσεως οφειλέτη καθορίζεται από τις πρόνοιες του Μέρους VIII του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6 (Άρθρα 82-89). Ειδικότερα το Άρθρο 84 ρυθμίζει τη διαδικασία εξέτασης αναφορικά με την ικανότητα εξ αποφάσεως οφειλέτη να πληρώσει το εξ αποφάσεως ποσό. Στα πλαίσια της διαδικασίας εξέτασης ο εξ αποφάσεως οφειλέτης έχει, μεταξύ άλλων, υποχρέωση να αποκαλύψει περιουσιακά στοιχεία τα οποία μπορούν να διατεθούν για την πληρωμή του χρέους, αλλά και υποχρέωση να παρουσιάσει όλα τα βιβλία, έγγραφα, συμβόλαια, καταστάσεις λογαριασμών, αποδείξεις και άλλα παρόμοια αποδεικτικά τα οποία βρίσκονται στην κατοχή του, ή υπό τον έλεγχο του, ή στη φύλαξη, ή κάτω από τον έλεγχο τρίτου και τα οποία σχετίζονται με την περιουσία που δύναται ή εδύνατο να διατεθεί για σκοπούς πληρωμής του χρέους (εδάφιο 2).
Στην υπόθεση Ιωάννου υπήρχε σαφής μαρτυρία ότι η εξ αποφάσεως οφειλέτιδα εταιρεία (η Polly-Frocks), αν και εμφανιζόταν χωρίς οποιαδήποτε εργασία, περιουσία ή εισοδήματα, εν τούτοις στην πραγματικότητα εξακολουθούσε να λειτουργεί υπό τον μανδύα άλλης εταιρείας (της Paulisa), στο όνομα της οποίας μεταβίβασε όλα τα περιουσιακά της στοιχεία. Ειδικότερα, η Polly-Frocks που λειτουργούσε εργοστάσιο ειδών ένδυσης και της οποίας διευθυντές και μόνοι μέτοχοι ήταν ένα ανδρόγυνο, δεν διαλύθηκε, ούτε πτώχευσε. Αντίθετα διατηρούσε τραπεζικό λογαριασμό και λογιστικά βιβλία, ανανέωσε την ασφάλεια των μηχανημάτων της και κατέβαλε ΦΠΑ. Η Paulisa συστάθηκε τον ίδιο μήνα που εκδόθηκε η απόφαση του δικαστηρίου. Η Paulisa είχε διευθυντές και μόνους μέτοχους το γιο του ανδρογύνου, μαθητή 16 ετών και την κόρη τους, ιδιοκτήτρια καταστήματος ειδών ένδυσης, 22 ετών. Οι εργασίες της ήταν οι ίδιες με εκείνες της εφεσίβλητης. Προσέλαβε μάλιστα ως υπαλλήλους της το εν λόγω ανδρόγυνο, αλλά και όλες τις πρώην εργάτριες της Polly-Frocks πλην εκείνων που είχαν απολυθεί. Υπήρχε και άλλη μαρτυρία που αποδείκνυε περίτρανα ότι η Polly-Frocks εξακολουθούσε αδιάλειπτα να λειτουργεί υπό τον μανδύα της Paulisa. Υπ' αυτά τα όλως ιδιαίτερα γεγονότα το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η προσπάθεια των εξ αποφάσεως πιστωτών να αποδείξουν το γεγονός αυτό, δεν ξέφευγε των αιτουμένων θεραπειών, στα πλαίσια της αίτησης για οικονομική εξέταση αναφορικά με την ικανότητα της Polly-Frocks να εξοφλήσει το εξ αποφάσεως χρέος. Όπως αναφέρεται στην απόφαση:
«Η προσπάθεια των εφεσειουσών να αποδείξουν ότι η εφεσίβλητη εξακολουθούσε να λειτουργεί υπό το μανδύα της Paulisa δεν ξέφευγε των αιτουμένων, κατά της εφεσίβλητης, θεραπειών. Ούτε απέβλεπε στο να διαπιστωθεί η οικονομική ικανότητα της Paulisa να εξοφλήσει τα εξ αποφάσεως χρέη της εφεσίβλητης με απώτερο στόχο να εκδοθεί διάταγμα μηνιαίων δόσεων εναντίον της, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε εις βάρος της δικαστική απόφαση και χωρίς να είναι διάδικος στις αιτήσεις. Η προσπάθεια των εφεσειουσών ήταν να αποδείξουν ότι η εφεσίβλητη, με σκοπό να αποφύγει την εξόφληση των εξ αποφάσεως χρεών της, δημιούργησε την Paulisa και, στην πραγματικότητα, εξακολουθούσε να λειτουργεί υπό την κάλυψή της. Και ότι, επομένως, η οικονομική ικανότητα της Paulisa ήταν, στην πραγματικότητα, οικονομική ικανότητα της εφεσίβλητης, και, άρα, αυτή η ικανότητα έπρεπε να διερευνηθεί με σκοπό, αφού εξακριβωθεί, να εκδοθεί διάταγμα μηνιαίων δόσεων, όχι εναντίον της Paulisa, που ούτε εξ αποφάσεως χρεώστης ούτε διάδικος στις αιτήσεις ήταν, αλλά εναντίον της εφεσίβλητης. Οι εφεσείουσες, με τη μαρτυρία που προσκόμισαν, και στην οποία αναφερθήκαμε πιο πάνω, απέδειξαν ικανοποιητικά, κατά την κρίση μας, ότι η εφεσίβλητη εξακολουθούσε να λειτουργεί υπό το μανδύα της Paulisa. Επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να προχωρήσει και, αφού διερευνούσε και διαπίστωνε την οικονομική ικανότητα της Paulisa, να καθορίσει το ποσό των μηνιαίων δόσεων που θα έπρεπε να καταβάλλει, όχι η Paulisa, αλλά η εφεσίβλητη, προς εξόφληση των εξ αποφάσεως χρεών της έναντι των εφεσειουσών.»
Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται, σε σχέση με την εισήγηση για εφαρμογή της απόφασης Ιωάννου εν προκειμένω, έγκειται στο κατά πόσον είχαν αποκαλυφθεί ενώπιον του κατώτερου δικαστηρίου γεγονότα τα οποία στοιχειοθετούσαν ότι «η οικονομική δυνατότητα της AXM είναι στην πραγματικότητα, η οικονομική δυνατότητα της Crown». Εάν όχι, τότε η προσπάθεια του Αιτητή/καθ' ου η αίτηση εκφεύγει, κατά τη φρασεολογία που χρησιμοποιήθηκε στην υπόθεση Ιωάννου, της αιτούμενης θεραπείας κατά της Crown και συνεπώς, κατά λογική και νομική αναγκαιότητα, βρίσκεται εκτός των πλαισίων της διαδικασίας που προκλήθηκε με σκοπό να ζητηθεί τέτοια θεραπεία.
Εν προκειμένω, στην ένορκη δήλωση του Αιτητή, που συνοδεύει την ένσταση στην παρούσα διαδικασία, αναφέρεται - και αυτά αντανακλούν βεβαίως και τις θέσεις του στα πλαίσια της διαδικασίας οικονομικής εξέτασης - ότι η Crown είναι ιδιοκτήτρια ενός ακινήτου επί του οποίου βρίσκεται το ξενοδοχείο «Elamaris», «.το οποίο είναι ιδιοκτησία της Crown Resorts Ltd, το κατέχει και το εκμεταλλεύεται η ΑΧΜ Holdings Ltd, η οποία οφείλει ή όφειλε στην Crown Resorts Ltd, ενοίκια και δικαιώματα χρήσης της Crown Resorts Ltd [.] Η ΑΧΜ Holdigns Ltd οφείλει €1.189.963 στην Crown Resorts Ltd [.] Το ποσό των €1.189.963 προκύπτει από τη διαχείριση του ξενοδοχείου της Crown Resorts ltd από την AXM Holdings Ltd.»
Συνεχίζει λέγοντας ότι η ΑΧΜ πέραν από τα ενοίκια και δικαιώματα χρήσης οφείλει επίσης στην Crown €2.544.895.
Περαιτέρω υποδεικνύει ότι o κ. Χρίστος Αυξεντίου είναι διευθυντής τόσο της Crown, όσο και της ΑΧΜ. Μοναδικός δε μέτοχος της ΑΧΜ είναι η ΑΜΧ Trustees Ltd, η οποία είναι μέτοχος κατά 97,14% της Crown. Μέτοχοι της AMX Trustees Ltd είναι τα τρία τέκνα του κ. Χρίστου Αυξεντίου. Περαιτέρω η ΑΧΜ χρησιμοποιεί τα γραφεία της Crown στη Λάρνακα χωρίς να καταβάλλει ενοίκιο. Αυτά τα δεδομένα, όμως, δεν αναιρούν την αυτοτελή νομική προσωπικότητα των δύο εταιρειών.
Ούτε υπάρχουν τα γεγονότα που θα δικαιολογούσαν την εφαρμογή της απόφασης Ιωάννου. Αντίθετα, εν προκειμένω, είναι ο ίδιος ο Αιτητής ο οποίος επικαλέστηκε την αυτοτελή οικονομική λειτουργία των δύο εταιρειών αναφερόμενος στην ύπαρξη συμβατικών σχέσεων μεταξύ τους και χρεών της μιας προς την άλλη. Πόρρω απέχει η περίπτωση από την ξεκάθαρη συνέχιση της λειτουργίας Polly-Frocks υπό τον μανδύα της Paulisa στην υπόθεση Ιωάννου.
Εν προκειμένω η ΑΧΜ είναι τρίτο πρόσωπο στη διαδικασία οικονομικής εξέτασης. Η προβλεπόμενη από το νόμο εξουσία του δικαστηρίου σε σχέση με τρίτα πρόσωπα στα πλαίσια του Μέρους VIII είναι, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 87(1)Ε, η έκδοση εντάλματος κατάσχεσης εις χείρας τρίτου. Πρόκειται για ένταλμα που οδηγεί στην παγοποίηση και εν τέλει στην κατάσχεση υπέρ ενός εξ αποφάσεως δανειστή, του χρέους του τρίτου προς τον εξ αποφάσεως οφειλέτη. Η συγκεκριμένη διαδικασία ρυθμίζεται αυτοτελώς στο Μέρος VII του Κεφ.6 με τίτλο «Εκτέλεση με κατάσχεση ιδιοκτησίας στα χέρια τρίτου», Άρθρα 73 επόμενα.[1]
Η περαιτέρω αναφορά στο Μέρος VIII σε τρίτα πρόσωπα, δεν αφορά σε οποιαδήποτε υποχρέωση οποιουδήποτε τρίτου προσώπου, αλλά, ως άνω, αναφέρεται στην υποχρέωση του εξ αποφάσεως οφειλέτη να παρουσιάσει όλα τα βιβλία κλπ., τα οποία βρίσκονται είτε στην κατοχή του, ή στη φύλαξη, ή υπό τον έλεγχο τρίτου και τα οποία σχετίζονται με περιουσία που δύναται ή εδύνατο να διατεθεί για σκοπούς πληρωμής του χρέους (Άρθρο 84(2) του Κεφ.6).
Συνεπώς το δικαστήριο, διατάσσοντας την άρση του τραπεζικού απορρήτου της ΑΧΜ, υπέπεσε σε σφάλμα εμφανές στο πρακτικό της διαδικασίας και ως αποτέλεσμα υπερέβη τη δικαιοδοσία του (Άρθρο 84 του Κεφ.6), η οποία περιοριζόταν σε οικονομική εξέταση και επιβολή υποχρεώσεων στον εξ αποφάσεως οφειλέτη και μόνο, τηρουμένης, βεβαίως, της δυνατότητας για κατάσχεση εις χείρας τρίτου, που δεν ήταν όμως η περίπτωση. Δεν είχε δικαιοδοσία να εκδώσει διάταγμα άρσης του τραπεζικού απορρήτου ενός τρίτου προσώπου.
Με δεδομένη τη θέση του Αιτητή για χρέη της ΑΧΜ προς την Crown, η εμπλοκή της ΑΧΜ θα μπορούσε να έχει δικαιοδοτικό υπόβαθρο μόνο εάν εζητείτο η θεραπεία κατάσχεσης των κατ' ισχυρισμόν οφειλομένων ποσών στα χέρια της ΑΧΜ, με βάση το Άρθρο 87(1)Ε και/ή το Μέρος VII. Ό,τι επιβλήθηκε όμως, ήταν η άμεση και δραστική υποχρέωση σε τρίτο πρόσωπο, μη διάδικο.
Τρίτο πρόσωπο, στο οποίο δεν δόθηκε, εν πάση περιπτώσει, το δικαίωμα ακρόασης.
Έχοντας υπόψη το σύνολο των επιχειρημάτων κάθε πλευράς δεν θεωρώ ότι απαιτείται να επεκταθώ περαιτέρω. Όπως ελέχθη στην Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490, από τον Γ.Μ. Πική, Π.:
«Δεν αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αιτιολόγησης δικαστικής απόφασης ειδική αναφορά ή διαπραγμάτευση κάθε επιχειρήματος που προβάλλεται. Η δραστικότητα ενός επιχειρήματος συναρτάται με την επίδραση που μπορεί να έχει στη θεώρηση των επιδίκων θεμάτων. Εφόσον επιχείρημα είναι δραστικό και παραγνωρίζεται, οι συνέπειες είναι ορατές στην απόφαση του Δικαστηρίου και μπορεί να εξεταστούν στην έφεση.»
(Bλ. και Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 176/18, ημερ. 11.1.2019, ECLI:CY:AD:2019:B4 και Κώστουλος & Σία Λτδ ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 98/14, ημερ. 1.2.2021, ECLI:CY:AD:2021:C26).
Η αίτηση επιτυγχάνει. Εκδίδεται διάταγμα certiorari δια του οποίου ακυρώνεται η προσβαλλόμενη απόφαση/διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερ. 9.2.2023. Έξοδα €2.500 πλέον ΦΠΑ υπέρ των αιτητών και εναντίον του καθ΄ ου η αίτηση.
/φκ Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
[1] Δίδοντας άδεια για την καταχώριση της παρούσας αίτησης (Αίτηση της ΑΧΜ Holdings Ltd, Πολ. Αιτ. Αρ. 20/2023, ημερ. 16.5.2023) είχα γενικώς αναφερθεί και στη δυνατότητα που παρέχει το κοινό δίκαιο για έκδοση διαταγμάτων της μορφής «Chabra Order» όταν υπάρχει καλός λόγος να πιστεύεται ότι τρίτο πρόσωπο κατέχει περιουσία που στην πραγματικότητα είναι περιουσία του εναγομένου.