ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Δαυίδ, Άγγελος Γ.Ζ. Γεωργίου για Γιώργος Ζ. Γεωργίου amp;amp;amp; Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, για τους Αιτητές. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2023-08-29 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ AYOUB FARID MICHEL SAAB κ.α. v. -, Πολιτική Αίτηση Αρ. 90/2023, 29/8/2023 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2023:D268

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ                                                          

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 90/2023)

 

29 Αυγούστου, 2023

 

[ΔΑΥΙΔ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. AYOUB FARID MICHEL SAAB 2. MICHEL NORBERT SAAB (ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ TOY ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ FADI MICHEL SAAB) ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 29/06/2023 Η ΟΠΟΙΑ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟΝ 123/19 ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

........

Γ.Ζ. Γεωργίου για Γιώργος Ζ. Γεωργίου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, για τους Αιτητές.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

          ΔΑΥΙΔ, Δ.:  Με την προώθηση της υπό συζήτηση αίτησης,  οι ως άνω αιτητές επιζητούν:

«(Α) Άδεια του Σεβαστού Δικαστηρίου για μεταφορά της υπόθεσης ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου για καταχώρηση Αίτησης με Κλήση για την Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 29/06/2023 (Τεκμήριο 4 στην Ένορκη Δήλωση του κ. Ayoub Farid Michel Saab) και του συντεταγμένου διατάγματος ημερομηνίας 29/06/2023 (Τεκμήριο 5 στην Ένορκη Δήλωση του κ. Ayoub Farid Michel Saab), τα οποία εκδόθηκαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στα πλαίσια της Αίτησης υπ' αριθμόν 123/19 και όπως δοθούν όλες οι απαραίτητες οδηγίες για την εξέταση της Αίτησης.

 

B) Οποιαδήποτε άλλη συναφή προς το Προνομιακό Ένταλμα Certiorari Θεραπεία την οποία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε κρίνει ορθή και δίκαιη υπό τις περιστάσεις.

 

(Γ)   Τα έξοδα της παρούσας αίτησης.»

 

        Η υπό κρίση αίτηση, συνοδεύεται από σχετική Έκθεση και Ένορκη Δήλωση του Ayoub Farid Michel Saab, ημερομηνίας 20.07.2023.

 

        Η παράθεση ουσιαστικών γεγονότων που περιβάλλουν την υπό συζήτηση υπόθεση και η εξέλιξης τους, ως αυτά καταγράφονται στην ως άνω ένορκη δήλωση του Ayoub Farid Michel Saab και προκύπτουν από τα στοιχεία που παρατίθενται σε αυτήν, κρίνεται ότι θα εξυπηρετούσε, καθιστώντας ευχερέστερη την αντίληψη των περιστατικών που περιβάλλουν την περίπτωση, αλλά και την κατανόηση των ειδικότερων ζητημάτων που προκρίνονται και απασχολούν στην παρούσα.

 

        Σύμφωνα με την πλευρά των αιτητών, η FBME BANK LIMITED, (FBME) αδειοδοτημένη τράπεζα από την Κεντρική Τράπεζα της Τανζανίας, εκτελούσε τραπεζικές δραστηριότητες.  Κατείχε, επίσης, άδεια από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου να λειτουργεί υποκατάστημα στην Κυπριακή Δημοκρατία, για διεξαγωγή τραπεζικών εργασιών. Προς τούτο, εγγεγραμμένη ως αλλοδαπή εταιρεία στον Έφορο Εταιρειών της Κυπριακής Δημοκρατίας, διατηρούσε σχετικό υποκατάστημα στη Λευκωσία.  Στις 17.07.2014, η Υπηρεσία Οικονομικού Εγκλήματος του Υπουργείου Οικονομικών των Η.Π.Α. (FinCEN) εξέδωσε ειδοποίηση με την οποία ονόμαζε την ως άνω τράπεζα (FBME) ως «Πιστωτικό Ίδρυμα πρώτιστης ανησυχίας για ξέπλυμα χρήματος», σύμφωνα με πρόνοιες σχετικής νομοθεσίας των Η.Π.Α., ειδικότερα το άρθρο 311 του USA PATRIOT ACT. Στις 21.07.2014, το υποκατάστημα της ως άνω τράπεζας στην Κύπρο τέθηκε από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας υπό εξυγίανση, με σκοπό την πώληση των εργασιών της, απόφαση όμως που σε χρόνο μεταγενέστερο, ειδικότερα στις 24.02.2022, ακυρώθηκε από το Δικαστήριο, ως παράνομη.  Παρεμβάλλεται ότι στις 21.12.2015, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ανακάλεσε την άδεια της FBME να λειτουργεί υποκατάστημα στην Κύπρο. Παράλληλα, στις 05.05.2017, η Κεντρική Τράπεζα της Τανζανίας διέκοψε τις εργασίες της ως άνω τράπεζας, ανακάλεσε την άδεια της, την έθεσε υπό εκκαθάριση και διόρισε το Deposit Insurance Board της Τανζανίας (DIB) ως εκκαθαριστές της. Στις 29.05.2017, εκ μέρους του DIB καταχωρήθηκε στη Δημοκρατία η Αίτηση αρ. 373/2017 μέσω της οποίας επιζητείτο, μεταξύ άλλων, η αναγνώριση του άνω DIB ως εκκαθαριστή της τράπεζας στην Κύπρο, ως επίσης, διάταγμα με το οποίο να επιτρέπεται στο DIB να διορίζει αντιπροσώπους στην Κύπρο ώστε να λειτουργούν για λογαριασμό του. Στο μεταξύ, αίτηση η οποία καταχωρήθηκε στις 22.12.2015 από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου με την οποία επιζητείτο η ειδική εκκαθάριση της FBME, (Αίτηση αρ. 905/15) απορρίφθηκε από το Δικαστήριο, απόφαση η οποία επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 21.06.2018.  Στις 19.02.2019, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου καταχώρησε την Αίτηση αρ. 123/2019, μέσω της οποίας  επιζητούσε την εκκαθάριση του υποκαταστήματος της FBME στην Κύπρο, εδράζοντας το αίτημα της,  μεταξύ άλλων, στον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο του 1997 (Ν.66(Ι)/1997), τον περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο (Ν.22(Ι)/2016) και τον περί Εταιρειών Νόμο (ΚΕΦ. 113). Στις 24.06.2022, οι αιτητές στην υπό συζήτηση αίτηση, (τελικοί δικαιούχοι της FBME) υπό την ιδιότητα τους ως καταθέτες της FBME, καταχώρησαν την Αίτηση αρ. 373/2022, μέσω της οποίας επιζητείται η εκκαθάριση της FBME στη βάση του άρθρου 362 του περί Εταιρειών Νόμου (ΚΕΦ. 113).  Οι αιτητές στην υπό συζήτηση αίτηση, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, το DIB και διάφοροι καταθέτες της FBME, άρχισαν κύκλο διαβουλεύσεων και συνομιλιών με σκοπό την επίτευξη εξώδικης συμφωνίας για την εκκαθάριση της FBME.  Παρά τις διαφωνίες των αιτητών της παρούσας διαδικασίας, στις 12.12.2022 η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και το DIB υπέγραψαν μεταξύ τους συμφωνία, την οποία, μετά από οδηγίες του Δικαστηρίου παρουσίασαν ενώπιων του. Το Δικαστήριο, στις 05.01.2023, παρά τις ενστάσεις των αιτητών στην παρούσα, ενέκρινε την κατάθεση της ως άνω συμφωνίας ως τεκμήριο στα πλαίσια των Αιτήσεων αρ. 373/2017 και 123/2019, με την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και το DIB να δηλώνουν ταυτόχρονα ότι πρόθεση τους ήταν να αποσυρθούν εκατέρωθεν οι ενστάσεις τους στις αιτήσεις 373/2017 και 123/2019 και ότι σε περίπτωση που εγκρινόταν οποιαδήποτε από τις ως άνω αιτήσεις, τότε θα αιτούνταν όπως η συμφωνία γινόταν Κανόνας Δικαστηρίου. Εγκρίνοντας την κατάθεση της ως άνω συμφωνίας, το Δικαστήριο υπέδειξε ότι οποιαδήποτε απόφαση του δεν θα στηριχθεί σε αυτήν αλλά εντός των πλαισίων των καταχωρημένων αιτήσεων. Στις 10.01.2023, άρχισε τελικά η ακρόαση της Αίτησης αρ. 123/2019, ενώ στις 29.06.2023, το Δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση του, εγκρίνοντας την ως άνω αίτηση εκκαθάρισης. 

 

        Ως έχει ήδη σημειωθεί, αντικείμενο της υπό συζήτηση Αίτησης είναι η ως άνω απόφαση, ημερομηνίας 29.06.2023 και το σχετικό συντεταγμένο διάταγμα (drown up order) που εκδόθηκε την ίδια ημερομηνία, στα πλαίσια της Αίτησης αρ. 123/2019.

 

        Ως ειδικότερα προκρίνεται στη σχετική Έκθεση που συνοδεύει την υπό συζήτηση αίτηση:

«. Η εκδοθείσα απόφαση συνιστά προϊόν έκδηλου νομικού σφάλματος και/ή προϊόν έκδηλης νομικής πλάνης και/ή το εκδόσαν την απόφαση Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και εξουσίας εφόσον, κατ' ουσία, ενώ άκουσε την Αίτηση υπ' αριθμό 123/2019 η οποία για να επιτύγχανε θα έπρεπε να ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται από το άρθρο 33Β του περί Εργασιών Πιστωτικών ιδρυμάτων Νόμου 66(Ι)/1997 στο οποίο στηριζόταν, εξέδωσε διατάγματα μέσω των οποίων, εμμέσως, αποδέχτηκε και ενέκρινε και την Αίτηση υπ' αριθμό 373/2017 η οποία στηριζόταν επί εντελώς διαφορετικής νομικής βάσεως.

Η εκδοθείσα απόφαση συνιστά προϊόν έκδηλου νομικού σφάλματος και/ή προϊόν έκδηλης νομικής πλάνης και/ή το εκδόσαν την απόφαση Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και εξουσίας εφόσον αποδέχτηκε και ενσωμάτωσε στην απόφαση του και κατέστησε Κανόνα Δικαστηρίου και/ή εξέδωσε τα διατάγματα του με βάση τη Συμφωνία ημερομηνίας 12/12/2022, η οποία είναι παράνομη και/ή αντινομική καθότι αντιβαίνει και/ή αντίκειται και/ή είναι αντίθετη με το άρθρο 330 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου 66(Ι)/1997 καθώς και με το άρθρο 300 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113, στα οποία στηριζόταν η ίδια η Αίτηση υπ' αριθμό 123/2019 και/ή, εν πάση περιπτώσει, αντίκειται στους κανόνες και/ή τις γενικές αρχές του δικαίου των εκκαθαρίσεων.

Το εκδόσαν την απόφαση Δικαστήριο παραβίασε τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης εφόσον αποδέχτηκε την Συμφωνία ημερομηνίας 12/12/2022 και την κατέστησε Κανόνα Δικαστηρίου εκδίδοντας τα διατάγματα του με βάση αυτήν χωρίς να εκδώσει προς τούτο αιτιολογημένη απόφαση και/ή, εν πάση περιπτώσει, χωρίς να αναλύσει στην απόφαση του τους λόγους για τους οποίους αποδέχτηκε την εν λόγω Συμφωνία, ενώ κατά την ακρόαση το ίδιο το Δικαστήριο ανέφερε ότι οποιαδήποτε απόφαση του δεν θα στηριζόταν στη βάση της εν λόγω Συμφωνίας αλλά εντός των πλαισίων της Αίτησης υπ' αριθμό 123/2019.

Το εκδόσαν την απόφαση Δικαστήριο παραβίασε τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, εφόσον με την αποδοχή της Συμφωνίας και την έκδοση των διαταγμάτων στη βάση αυτής, ουσιαστικά, ενέκρινε αυτόματα και την Αίτηση υπ' αριθμό 373/2017 χωρίς αυτή να ακουστεί αποστερώντας έτσι το δικαίωμα από τα ενδιαφερόμενο μέρη να τοποθετηθούν και να θέσουν τις απόψεις τους περί των εκεί νομικών και επίδικων ζητημάτων.

Παρά την ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου, στην παρούσα υπόθεση συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Συνοπτικά:

i.        Η διαπίστωση εξόφθαλμου και/ή έκδηλου νομικού σφάλματος και/ή εξόφθαλμης και/ή έκδηλης νομικής πλάνης και/ή υπέρβασης της δικαιοδοσίας και/ή εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου και/ή η παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης μπορεί να οδηγήσει στην έκδοση διατάγματος της φύσης Certiorari παρά το διαθέσιμο άλλου ένδικου μέσου, καθόσον είναι ανεπίτρεπτο η έκδοση διαταγμάτων σε μία αίτηση να οδηγεί στην άμεση έγκριση και/ή στην έκδοση διαταγμάτων αιτουμένων σε άλλη αίτηση η οποία δεν έχει ακουστεί και/ή εξεταστεί και επί της οποίας δεν δόθηκε η ευκαιρία σε όλα τα εμπλεκόμενα και/ή ενδιαφερόμενο μέρη να τοποθετηθούν.

ii.      Η διαπίστωση εξόφθαλμου και/ή έκδηλου νομικού σφάλματος και/ή εξόφθαλμης και/ή έκδηλης νομικής πλάνης και/ή υπέρβασης της δικαιοδοσίας και/ή εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου μπορεί να οδηγήσει στην έκδοση διατάγματος της φύσης Certiorari παρά το διαθέσιμο άλλου ένδικου μέσου, καθόσον είναι ανεπίτρεπτο να εκδίδονται διατάγματα καταφανώς αντίθετα με το νομικό πλαίσιο της υπό εκδίκαση Αίτησης και/ή να καθίστανται ως Κανόνας Δικαστηρίου παράνομες και/ή αντινομικές συμφωνίες.

iii. Η διαπίστωση έκδηλης παραβίασης των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης από πλευράς του πρωτόδικου Δικαστηρίου μπορεί να οδηγήσει στην έκδοση διατάγματος της φύσης Certiorari παρά το διαθέσιμο άλλου ένδικου μέσου, καθόσον είναι ανεπίτρεπτο, σε απόφαση κατόπιν ακρόασης, να γίνεται αποδεκτή και/ή να καθίσταται ως Κανόνας Δικαστηρίου Συμφωνία, πόσο μάλλον παράνομη, χωρίς να εξειδικεύονται στην απόφαση οι λόγοι για τους οποίους το πρωτόδικο Δικαστήριο έπραξε τοιουτοτρόπως και/ή χωρίς να δίδεται προς τούτο αιτιολογημένη απόφαση.

iv. Η εκδοθείσα απόφαση και η αποδοχή της Συμφωνίας ημερομηνίας 12/12/2022 ως Κανόνα Δικαστηρίου, η οποία έγινε κατόπιν έκδηλου νομικού σφάλματος και/ή έκδηλης νομικής πλάνης και/ή καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή εξουσίας, σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης έχει δραστικές επιπτώσεις και οδηγεί στην εξάλειψη και/ή στον εκμηδενισμό και/ή στην καταστρατήγηση των νομικών δικαιωμάτων των Αιτητών καθώς και των καταθετών και πιστωτών της FBME.

Η παρούσα αίτηση υποβάλλεται χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση και, εν πάση περιπτώσει, υποβάλλεται εντός της προθεσμίας που τάσσει ο περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2018.

Οι Αιτητές διαφωνούν και δεν αποδέχονται ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για επιτυχία της Αίτησης υπ' αριθμό 123/2019. Εν τούτοις, στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, περιορίζονται αποκλειστικά σε νομικούς και μόνο λόγους που αφορούν τη νομιμότητα της έκδοσης του Διατάγματος και όχι την ορθότητα του, οι οποίοι δύνανται να εξεταστούν με τη διαδικασία του προνομιακού εντάλματος Certiorari.

Υπάρχει συζητήσιμη εκ πρώτης όψεως υπόθεση και είναι δίκαιο και εύλογο όπως δοθεί άδεια για καταχώρηση της Αίτησης για έκδοση του Προνομιακού Εντάλματος της φύσεως Certiorari.»

       Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών, με τις αγορεύσεις τους, τις οποίες προνόησαν να καταγράψουν και να θέσουν υπόψιν του Δικαστηρίου προώθησαν τις θέσεις τους σε συνάρτηση με τους προαναφερθέντες λόγους.  Στο βαθμό δε που έκριναν αναγκαίο, έπραξαν τούτο και δια ζώσης κατά το στάδιο της ακρόασης της αίτησης τους.  Το Δικαστήριο, με πολλή προσοχή, έχει διεξέλθει τόσο την προσβαλλόμενη απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου, την Έκθεση και ένορκη δήλωση που συνοδεύουν την υπό συζήτηση αίτηση όσο και τις αναφορές, τοποθετήσεις, θέσεις και εισηγήσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων των αιτητών. 

        Ως αναδύεται από την διαχρονική και καλά εδραιωμένη νομολογία των Δικαστηρίων μας, τα Προνομιακά Εντάλματα, ως κατάλοιπο της εξουσίας του Ανώτατου Δικαστηρίου για έλεγχο των κατώτερων Δικαστηρίων, χορηγούνται κατ' εξαίρεση. Πρόκειται για δικαιοδοσία που ασκείται με  ιδιαίτερη φειδώ. Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, παρέχεται όπου από το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου διαφαίνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (βλ. σύγγραμμα Πέτρου Αρτέμη, «Προνομιακά Εντάλματα Αρχές και Υποθέσεις», σελ. 109 κ.επ.,  Αίτηση του Κωνσταντινίδη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298 και Perrella (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692).  Ακόμη και αν υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση, ως κατ' επανάληψη έχει διακηρυχθεί, όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, (συνήθως αυτό της έφεσης) τέτοια άδεια δεν δίδεται, εκτός και αν καταδειχθούν, με επάρκεια, εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον πιο πάνω κανόνα (Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965, xxx Μαρκίδης κ.α (2004) 1 Α.Α.Δ. 552, Base Metal Trading Ltd v. Fastact Devel Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535 Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.α. (2012)1 Α.Α.Δ. 878).

 

        Η εξουσία του Ανώτατου Δικαστηρίου να εκδίδει προνομιακά εντάλματα, δεν έχει ως αντικείμενο την ορθότητα των αποφάσεων κατώτερων Δικαστηρίων, ούτε τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρεια του Δικαστηρίου. Δεν συνιστά υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας διαδικασίας και μέσο για τον έλεγχο της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων Δικαστηρίων. Ούτε μπορεί, η συγκεκριμένη διαδικασία, να αφεθεί να χρησιμοποιηθεί ως έφεση υπό μεταμφίεση. Ότι ενδιαφέρει, είναι η νομιμότητα των ελεγχόμενων ενεργειών. Περαιτέρω, μέσω της συγκεκριμένης προνομιακής του δικαιοδοσίας, το Ανώτατο Δικαστήριο, δεν υποκαθιστά τους χειρισμούς, ούτε τη διαδικασία και πρακτική που ακολουθήθηκε από το κατώτερο Δικαστήριο. Ακόμα και στην περίπτωση που το Δικαστήριο έχει λανθασμένα αντιληφθεί και ερμηνεύσει ένα νομοθέτημα ή αποδέχθηκε παράνομη μαρτυρία, αυτό διορθώνεται κατ' έφεση και όχι μέσω Προνομιακών Ενταλμάτων (βλ. μεταξύ άλλων: Αναφορικά με την αίτηση των Junport International Limited κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 321/2017, ημερ. 2/4/2018, ECLI:CY:AD:2018:A145), Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42, Global Consolidation Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464, Daventree Trustees Ltd (2005) 1(A) Α.Α.Δ. 712, Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116 και Αναφορικά με την Bank of Cyprus Public Company Ltd, ΠΕ 12/21, ημερ. 06.04.2021 ).

       Έχοντας κατά νου όλα τα πιο πάνω, είναι σημαντικό να εντοπιστεί ότι στην υπό συζήτηση περίπτωση, ο πυρήνας της υπόθεσης που απασχόλησε στην Αίτηση αρ. 123/2019, ήταν η έκδοση ή μη διατάγματος εκκαθάρισης του υποκαταστήματος της FBME στην Κύπρο.  Αίτημα το οποίο, στην συγκεκριμένη περίπτωση, προωθείτο και εδραζόταν σε συγκεκριμένες νομοθετικές διατάξεις, πρωτίστως στις πρόνοιες του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου του 1997 (Ν.66(Ι)/1997). Διαπιστώνεται ότι η απόφαση, ημερομηνίας 29.06.2023, για την οποία επιζητείται η άδεια καταχώρησης Αίτησης δια κλήσεως για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος certiorari, (τεκμήριο 4 στην ένορκη δήλωση του Ayoub Farid Michel Saab) πραγματεύεται και σε έκταση συζητά κατά πόσο συντρέχουν οι εκ του Νόμου προϋποθέσεις (άρθρο 33Β του Ν. 66(Ι)/1997) για την έκδοση ή μη του αιτούμενου διατάγματος εκκαθάρισης του υποκαταστήματος της FBME Βank Limited στην Κύπρο.  Είναι προφανές, ότι στην ως άνω απόφαση, η συμφωνία ημερομηνίας 12.12.2022 μεταξύ της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και του DIB Τανζανίας, η οποία παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο και καταχαρούμενη ενσωματώθηκε στο φάκελο της Διαδικασίας, δεν αποτέλεσε αντικείμενο πραγμάτευσης ή βάση για την εξέταση της Αίτησης αρ. 123/2019. Τούτο, άλλωστε, ως τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου μέσω της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει και υποστηρίζει την υπό συζήτηση αίτηση, ρητά επισημάνθηκε και διακηρύχθηκε από το Δικαστήριο καθ' ον χρόνο το τελευταίο αποφάσιζε, πριν από την έναρξη της ακρόασης της Αίτηση αρ. 213/2019, να καταστήσει την συμφωνία μέρος του φακέλου της σχετικής διαδικασίας.  Η επιλογή του Δικαστηρίου να αναφερθεί, στο τέλος της ως άνω απόφασης, στην σχετική συμφωνία, ημερομηνίας 12.12.2022, δεν έχει υποκαταστήσει τη νομική βάση επί της οποίας κρίθηκε το σχετικό διάβημα, ούτε παρουσιάζεται να έχει οποιαδήποτε επίδραση στο πολυσέλιδο σκεπτικό του Δικαστηρίου και στην κατάληξη του να εγκρίνει το αίτημα για εκκαθάριση στη βάση που αυτό προωθείτο.

  

       Στη βάση όλων όσων πιο πάνω έχουν επισημανθεί για τη φύση και το εύρος της δικαιοδοσίας έκδοσης Προνομιακού Εντάλματος του είδους που απασχολεί στην παρούσα, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου, μέσω εντάλματος τύπου certiorari, το ζήτημα κατά πόσο ορθά ή λανθασμένα το κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε τελικά το διάταγμα εκκαθάρισης, κρίνοντας ότι συντρέχουν οι εκ του νόμου προϋποθέσεις. Ούτε εάν σωστά η λανθασμένα αποδέχτηκε, πριν από την έναρξη της ακρόασης της Αίτησης 123/2019, την παρουσίαση και τη συμπερίληψη της συμφωνίας ημερομηνίας 12.12.2022 στο φάκελο της διαδικασίας ή ακόμα, εάν άσκησε ορθά ή λανθασμένα την κρίση του να καταστήσει την εν λόγω συμφωνία Κανόνα Δικαστηρίου. Πρόκειται για ζητήματα τα οποία θα μπορούσαν να προβληθούν και να απασχολήσουν στο πλαίσιο ελέγχου της απόφασης, ημερομηνίας 29.06.2023, μέσω έφεσης. Ομοίως, η ορθότητα της επιλογής του κατώτερου Δικαστηρίου να εγκρίνει μεν την αίτηση εκκαθάρισης, για τους λόγους που εξηγεί στην απόφαση του, διασυνδέοντας την όμως, κατά τον τρόπο που έθεσε τούτο στο τέλος της απόφασης του με την ως άνω συμφωνία, καθ' ην έκταση επιλαμβανόμενο της σχετικής αίτησης εκκαθάρισης λειτούργησε εντός των αρμοδιοτήτων του, αποτελεί τούτο ζήτημα που επίσης εκφεύγει του ελέγχου στη βάση Προνομιακών Ενταλμάτων ως το αιτούμενο στην παρούσα. Διαφορετική προσέγγιση θα ισοδυναμούσε σε μετατροπή της διαδικασίας σε έφεση υπό μεταμφίεση, παρά την καλά εδραιωμένη αρχή ότι αντικείμενο της διαδικασίας έκδοσης Προνομιακού Εντάλματος του είδους που εδώ επιζητείται, δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας αλλά της νομιμότητας της απόφασης.

 

       Η πρόσκληση άλλωστε του Δικαστηρίου, εκ μέρους των αιτητών, όπως προχωρήσει στην εξέταση του ζητήματος της αντίθεσης των προνοιών της συμφωνίας ημερομηνίας 12.12.2022, τόσο στο νόμο όσο και στις «γενικότερες αρχές του δικαίου των εκκαθαρίσεων», ως ειδικότερα προβλήθηκε το ζήτημα από τους τελευταίους, δεν θα μπορούσε επίσης να λειτουργήσει υποστηρικτικά για την υπό συζήτηση αίτηση. Πέραν του γεγονότος ότι η απόφαση ημερομηνίας 29.06.2023, ως το Δικαστήριο παρουσιάζεται να δεσμεύτηκε προς τούτο κατά την εξέλιξη της ενώπιων του διαδικασίας, πραγματεύτηκε το ζήτημα της αιτούμενης εκκαθάρισης στη βάση των προϋποθέσεων της σχετικής νομοθεσίας και όχι στις πρόνοιες της ως άνω συμφωνίας, τα πιο πάνω ζητήματα, αν και εφόσον τούτο κρινόταν αναγκαίο για σκοπούς ελέγχου της ορθότητας της απόφασης ημερομηνίας 29.06.2023, θα μπορούσαν ανάλογα να προωθηθούν και διεξοδικά να απασχολήσουν, στο πλαίσιο έφεσης κατά της εν λόγω απόφασης, διάβημα που ως έχει ήδη γνωστοποιηθεί στο Δικαστήριο, οι αιτητές προτίθενται να καταχωρήσουν.

  

       Ούτε η προσπάθεια διασύνδεσης της απόφασης που εκδόθηκε στο πλαίσιο της Αίτησης αρ. 123/2019 με το Διάταγμα που εκδόθηκε στο πλαίσιο της Αίτησης αρ. 373/2017, ημερομηνίας 29.06.2023, κατά τον τρόπο που προκρίθηκε τούτο από την πλευρά των αιτητών, φαίνεται να δικαιολογεί την αιτούμενη παρέμβαση του Δικαστηρίου. Πέραν από την πιο πάνω επισήμανση ότι η ορθότητα η μη της επιλογής και κρίσης του Δικαστηρίου να παραπέμψει στις πρόνοιες της συγκεκριμένης συμφωνίας, κατά τον τρόπο που έπραξε τούτο, καθ' ον χρόνο πραγματεύτηκε και αποδέχθηκε το ενώπιων του αίτημα για εκκαθάριση, αποτελεί ζήτημα που θα μπορούσε να εξεταστεί στο πλαίσιο ενός ενδεχόμενου δευτεροβάθμιου δικαστικού ελέγχου της υπό συζήτηση απόφασης, ημερομηνίας 29.06.2023,  ζητήματα που δυνατόν να προκύπτουν ή να αφορούν την κατάληξη του Δικαστηρίου να εκδώσει το ως άνω διάταγμα στο  πλαίσιο μιας άλλης διαδικασίας, ανεξάρτητης από την Αίτηση αρ. 123/2019, (στο πλαίσιο της οποίας καταχωρίστηκε, κατά τον ίδιο τρόπο, η ως άνω συμφωνία ημερομηνίας 12.12.2022) δεν βλέπω πως θα δικαιολογούσαν την αιτούμενη παρέμβαση του Δικαστηρίου αναφορικά με την απόφαση ημερομηνίας 29.06.2023, η οποία εκδόθηκε στο πλαίσιο της Αίτησης αρ. 123/2019.  Τα όποια δικαιώματα των παραγόντων και διαδίκων στην Αίτηση αρ. 337/2017, και οι δυνατότητες προβολής και προστασίας τους, παραμένουν αλώβητα.

       Είναι γεγονός ότι, σε εξαιρετικές πάντα περιστάσεις, μπορεί να δικαιολογηθεί παρέκκλιση  από τον κανόνα που προβλέπει ότι δεν εκδίδεται Προνομιακό Ένταλμα ως το υπό συζήτηση, όπου προσφέρεται άλλου ένδικο μέσο ή θεραπεία (βλ. Πέτρου Αρτέμη, «Προνομιακά Εντάλματα Αρχές και Υποθέσεις», σελ. 166).  Ωστόσο, αναμενόμενες εξελίξεις, νομικές επιπτώσεις ή συνέπειες από την έκδοση μιας απόφασης, δεν συνιστούν, νομοτελειακά και απαρέγκλιτα,  εξαιρετικές περιστάσεις δυνάμενες να δικαιολογούν παρέμβαση του Δικαστηρίου, του είδους που επιζητείται στην υπό συζήτηση περίπτωση. Συνεκτιμώντας το σύνολο όλων όσων έχουν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου για το ζήτημα, τέτοιες, εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες θα συνηγορούσαν υπέρ της παροχής της αιτούμενης άδειας, δεν διαπιστώνονται στην υπό συζήτηση περίπτωση. Αντίθετα, φαίνεται να υπάρχουν διαθέσιμα δικονομικά διαβήματα και μηχανισμοί για την διεκδίκηση «προστασίας» των προβαλλόμενων συμφερόντων των αιτητών.

 

       Ούτε ζήτημα παραβίασης αρχών φυσικής δικαιοσύνης φαίνεται να τίθεται, κατά τον τρόπο που προκρίνεται τούτο από την πλευρά των αιτητών. Η απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 29.06.2023,  όπως φαίνεται να δεσμεύτηκε το Δικαστήριο στην εξέλιξη της διαδικασίας, στηρίχθηκε στις προϋποθέσεις του Νόμου και όχι στις πρόνοιες της συμφωνίας η οποία τέθηκε υπόψιν του.  Ως έχει υποδειχθεί, η  επιλογή του Δικαστηρίου να ορίσει, κατά τον τρόπο που έπραξε τούτο στο τέλος της απόφασής του,  όπως η διαταχθείσα εκκαθάριση διεξαχθεί στη βάση της συμφωνίας ημερομηνίας 12.12.2022, αν ορθά ή λανθασμένα ενσωματώθηκε η εν λόγω συμφωνία στο φάκελο της διαδικασίας και αναγνωρίστηκε ως Κανόνας του Δικαστηρίου, ή ακόμα, αν συνάδει ή όχι με τις πρόνοιες τις σχετικής νομοθεσία ή παραβιάζει γενικότερα ως έχει τεθεί το ζήτημα από την πλευρά των αιτητών, «τις γενικές αρχές το δικαίου των εκκαθαρίσεων», αποτελούν ζητήματα που εξόχως μπορεί να συζητηθούν και να απασχολήσουν στα πλαίσια δευτεροβάθμιου δικαστικού ελέγχου της πρωτόδικης απόφασης.

 

       Στη βάση των πιο πάνω, με δεδομένη τη δυνατότητα έφεσης και χωρίς την κατάδειξη εξαιρετικών περιστάσεων, η χορήγηση της αιτούμενης άδειας δεν φαίνεται να δικαιολογείται.

 

       Συνακόλουθα, η υπό συζήτηση αίτηση απορρίπτεται. 

Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο