ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:D262
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
i-justice
Αρ. Αίτησης 87/2023
20 Ιουλίου 2023
[Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤON ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 3 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Γ.Α. ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΡΝΑΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΠΡΟΣ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΤΗΝ 7Η ΙΟΥΝΙΟΥ 2023 ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ.2383 Α. ΦΡΑΓΚΟΥΔΗ ΤΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ ΑΡΑΔΙΠΠΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ Ή/ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΦ.155 ΑΡΘΡΑ 27 ΚΑΙ 28
____________________
Β. Ακάμας και Γ. Εφφέ, για Γιάννης Πολυχρόνης ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: O Αιτητής ζητά άδεια για να καταχωρίσει αίτηση με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση του εντάλματος έρευνας της κατοικίας του, ημερ. 7.6.2023, που εκδόθηκε από Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, το κατώτερο Δικαστήριο.
Ό,τι αναζητείτο με το ένταλμα ήταν καταγραφικό κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης ή/και οποιαδήποτε άλλη συσκευή καταγραφής ηλεκτρονικών δεδομένων. Όπως αναφέρεται στο ένταλμα, τα αντικείμενα αναζητούνταν αναφορικά με αδικήματα κατά παράβαση του ’ρθρου 33(1) του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου του 2018, Ν.125(Ι)/2018.
Το ένταλμα εκδόθηκε στη βάση του περιεχομένου ένορκης κατάθεσης αστυνομικού που ουσιαστικά μετέφερε καταγγελία γείτονα του Αιτητή. Σύμφωνα με την καταγγελία, ο Αιτητής είχε εγκατεστημένο στην κατοικία του κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης. Τη 5.6.2023 ο γείτονας παρατήρησε ότι μια συγκεκριμένη κάμερα, που προηγουμένως είχε κλίση ώστε να λαμβάνει πλάνα της αυλής της κατοικίας του Αιτητή, είχε μετακινηθεί κατά τρόπο που ήταν εμφανές ότι λάμβανε πλάνα από το χώρο πισίνας που χρησιμοποιούν τρεις άλλες κατοικίες, μεταξύ των οποίων και του καταγγέλλοντος. Η πισίνα αναφέρεται χρησιμοποιείτο, μεταξύ άλλων, από τα ανήλικα παιδιά των τριών οικογενειών και δεν είχε δοθεί η συναίνεση οποιουδήποτε από τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα για να λαμβάνονται πλάνα.
Προβάλλονται τέσσερις λόγοι για την ακύρωση του εντάλματος. Ότι το ένταλμα εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας. Ότι πάσχει καθότι εκδόθηκε με δόλο και είναι προϊόν απόκρυψης ουσιωδών στοιχείων, που ήταν γνωστά ή μπορούσαν να αποκαλυφθούν με εύλογη έρευνα. Ότι το κατώτερο Δικαστήριο στερείτο εξουσίας να το εκδώσει γιατί από τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του δεν θα μπορούσε να είχε διαμορφώσει εύλογη υποψία ότι είχε διαπραχτεί σχετικό αδίκημα. Και τέλος ότι υπήρξε κατάχρηση της διαδικασίας και το ένταλμα αναζητήθηκε όχι για να διερευνηθεί κάποιο αδίκημα, αλλά για αλλότριους σκοπούς.
Στο πλαίσιο του λόγου για παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, και ως μια πρόσθετη παράμετρος που αναδεικνύει την παράβαση της αρχής αυτής, προβάλλεται και το γεγονός ότι το ένταλμα εξουσιοδοτούσε και αυτή τη σύλληψη του Αιτητή. Αναφερόταν «(και ακόμα να συλλάβετε και να παρουσιάσετε τον αναφερόμενο) ενώπιον μου ή ενώπιον άλλου Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας . ».
Το επιμέρους ζήτημα δεν μπορεί να εξεταστεί, αφού η ίδια η Αίτηση περιορίζεται στο ένταλμα « . με το οποίο διατάχθηκε ή/και αποφασίστηκε η είσοδος της Αστυνομίας ή/και έρευνα της κατοικίας του Αιτητή .».
Η παράβαση της αρχής της αναλογικότητας εξετάζεται με βασική παράμετρο τη σοβαρότητα του αδικήματος το οποίο διερευνάται, τη φύση του και τις συνθήκες που το περιβάλλουν. Έτσι παρεμβάλλεται προς εξέταση ο λόγος που αφορά στο ποινικό αδίκημα το οποίο θα έδινε το έναυσμα για τη διερεύνηση.
Σε σχέση με την προϋπόθεση να υπάρχει «εύλογη αιτία να πιστεύεται» ότι στην κατοικία του Αιτητή υπήρχε οτιδήποτε σε σχέση με το οποίο είχε διαπραχτεί ποινικό αδίκημα ή που θα παρείχε απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος,[1] τα γεγονότα που είχαν τεθεί ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου ήταν πολύ απλά. Ό,τι καταλογιζόταν στον Αιτητή ήταν ότι με συγκεκριμένη κάμερα του κλειστού κυκλώματος της κατοικίας του λάμβανε πλάνα από το χώρο της πισίνας που χρησιμοποιούσαν μεταξύ άλλων τα ανήλικα παιδιά του γείτονα του. Επομένως, η ανεύρεση και περισυλλογή της συγκεκριμένης κάμερας και του συστήματος καταγραφής πλάνων που, σύμφωνα με την καταγγελία, είχε χρησιμοποιηθεί, ήταν αποδεικτικό στοιχείο στην υπόθεση.
Σε σχέση με το υλικό που είχε τεθεί ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου, η θέση του Αιτητή ότι το ένταλμα εκδόθηκε με δόλο και είναι προϊόν απόκρυψης ουσιωδών στοιχείων δεν υποστηρίχτηκε με μαρτυρία που να δημιουργεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση για συζήτηση. Ο Αιτητής επικαλείται ότι πριν από 7-8 χρόνια κατά τη διερεύνηση κάποιας διάρρηξης στην περιοχή, σε παράκληση της Αστυνομίας για υλικό από το σύστημα κλειστού κυκλώματος της κατοικίας του Αιτητή, η σύζυγος του είχε αναφέρει στους αστυνομικούς ότι το σύστημα ήταν εκτός λειτουργίας. Ότι αυτή η πληροφορία δεν είχε τεθεί υπόψη του κατώτερου Δικαστηρίου καθιστούσε, κατά την εισήγηση του, το ένταλμα που εκδόθηκε υποκείμενο σε ακύρωση.
Δεν έχει διαφανεί ότι ο ομνύοντας αστυνομικός είχε υπόψη του αυτό το στοιχείο. Η Αστυνομία λειτουργεί ως οργανισμός, πλην όμως, όπως αναφέρει ο Αιτητής η σύζυγος του είχε τότε ζητήσει να μην γίνει λόγος για το ότι οι κάμερες της κατοικίας τους δεν λειτουργούσαν, οπόταν είναι ενδεχόμενο, προς ικανοποίηση της, να μην καταχωρίστηκε η δήλωση της. Σε κάθε περίπτωση είχε παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα και η κατάσταση θα μπορούσε να είχε αλλάξει.
Ζήτημα όμως υπήρχε με αναφορά στο ποινικό αδίκημα το οποίο διερευνάτο. Δεν υπονοήθηκαν οιεσδήποτε προεκτάσεις στη συμπεριφορά του Αιτητή και η διερεύνηση περιορίστηκε με αναφορά στις πρόνοιες του ’ρθρου 33(1) του Ν.125(Ι)/2018. Παραπέμπει λοιπόν ο Αιτητής στις πρόνοιες του ’ρθρου 33(1) και του ερμηνευτικού ’ρθρου 2 του Ν.125(Ι)/2018, με αναφορά στις ερμηνείες που διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και εισηγείται ότι δεν μπορούσε εξ αντικειμένου να τεκμηριωθεί η διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος δυνάμει του ’ρθρου 33(1).
Είναι η επιμέρους κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση για συζήτηση ότι δεν τεκμηριωνόταν εξ αντικειμένου «εύλογη αιτία να πιστεύεται» ότι είχε διαπραχτεί αδίκημα κατά παράβαση του συγκεκριμένου άρθρου του νόμου που αναφερόταν στο ένταλμα, ώστε να δικαιολογείται η έκδοση εντάλματος έρευνας για να ανευρεθεί οιονδήποτε αντικείμενο σε σχέση με το οποίο είχε διαπραχτεί τέτοιο ποινικό αδίκημα ή που θα παρείχε απόδειξη ως προς τη διάπραξη τέτοιου ποινικού αδικήματος.
Ακόμα όμως και με δεδομένο ότι είχε διαπραχτεί αδίκημα κατά παράβαση του ’ρθρου 33(1) του Ν.125(Ι)/2018, από τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου προέκυπτε ότι επρόκειτο για φιλονικία μεταξύ γειτόνων, του καταγγέλλοντος και του Αιτητή, οι οποίοι είχαν στο παρελθόν προβεί σε καταγγελίες ο ένας εναντίον του άλλου σχετικά με οχληρία θορύβου, μάλιστα ο Αιτητής ότι πρόσωπα που χρησιμοποιούσαν την αναφερόμενη πισίνα θορυβούσαν. Οι περιβάλλουσες αυτές περιστάσεις αναδείκνυαν τον χαρακτήρα του όποιου σχετικού με την χρήση της κάμερας αδικήματος μπορούσε να είχε διαπραχτεί και η επιτόπου κατάσταση όπως περιγραφόταν ήταν τέτοια που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να επέτρεπε τη διερεύνηση, τουλάχιστο σε αρχικό στάδιο, χωρίς να ήταν αναγκαίο να εκδοθεί το υπό έλεγχο ένταλμα.
Είναι και επί του προκειμένου η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση για συζήτηση ότι παραβιάστηκε η αρχή της αναλογικότητας και εκδόθηκε ένταλμα έρευνας κατοικίας ενώ τούτο δεν ήταν απόλυτα αναγκαίο και ενώ η διερεύνηση της καταγγελίας μπορούσε να εξυπηρετηθεί με άλλους τρόπους λιγότερο επαχθείς για τον Αιτητή.
Αυτό όμως δεν εξυπακούει, χωρίς άλλο, ότι υπήρξε κατάχρηση της διαδικασίας ή ότι επιδιώχθηκε η έκδοση του εντάλματος για σκοπούς εκφοβισμού του Αιτητή για να μετακινήσει τους σκύλους του, για τους οποίους ενοχλείται, όπως ο Αιτητής αποκαλύπτει, ο καταγγέλλων γείτονας του, και τίποτε το συγκεκριμένο δεν αναφέρθηκε προς αυτή την κατεύθυνση.
Είναι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο Αιτητής έχει καταδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και συζητήσιμο ζήτημα για τη χορήγηση άδειας για να καταχωρήσει αίτηση για Certiorari, στη βάση ότι δεν ικανοποιείτο η προϋπόθεση της αναγκαιότητας για την έκδοση του εντάλματος έρευνας της κατοικίας του και στη βάση ότι από τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου δεν διαπιστωνόταν εύλογη υποψία ότι είχε διαπραχτεί αδίκημα όπως αναφέρεται στο ένταλμα και κατ' ακολουθία ότι στην κατοικία του Αιτητή υπήρχε οτιδήποτε σε σχέση με το οποίο είχε διαπραχτεί το αδίκημα ή που θα παρείχε απόδειξη ως προς τη διάπραξη τέτοιου αδικήματος.
Παρέχεται συνεπώς άδεια στον Αιτητή να καταχωρήσει αίτηση με κλήση για την έκδοση προνο΅ιακού εντάλ΅ατος Certiorari για τους πιο πάνω λόγους. Η αίτηση να καταχωριστεί μέσα σε 10 ημέρες και να επιδοθεί στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τουλάχιστο 7 ημέρες πριν τη δικάσιμο. Εφόσον καταχωριστεί αίτηση ως ανωτέρω, ο Πρωτοκολλητής να την ορίσει την 4.9.2023 και ώρα 09:00.
Τα έξοδα της παρούσας Αίτησης θα είναι έξοδα στην πορεία της αίτησης με κλήση.
Χ. Μαλαχτός, Δ.
[1] ’ρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155: «Όταν δικαστής ικανοποιείται με ένορκη έγγραφη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε τόπο υπάρχει-(α) οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχτηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχτηκε ή (β) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος ή ..».