ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2023:D164
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 30/2023)
11 Μαΐου, 2023
[ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚA ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 TOY ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ TΟΥ 2018.
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TOY Γ. Κ. ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΚΑΙ ΩΣ ΠΑΤΕΡΑ ΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ Χ. Κ. ΚΑ1 Α. Κ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ (HABEAS CORPUS)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 13, 15, 17 ΚΑΙ 19 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5, 8, 10, ΚΑΙ 13 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ 4 ΑΡΘΡΟ 2 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ 7 ΑΡΘΡΟ 5 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5, 6, 7, 9 ΚΑΙ 17Α ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΣΧΕΣΕΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1990 (216/1990) ΚΑΙ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ, Ο1 ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΑ ΑΝΗΛΙΚΑ ΠΑΙΔΙΑ Χ. Κ. (13 ΕΤΩΝ) ΚΑΙ Α. Κ. (11 ΕΤΩΝ) ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΘΕΛΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ
Μ. Παπαμιχαήλ μαζί με Α. Παπαμιχαήλ και Ελ. Γεωργίου (κα), για Α. Παπαμιχαήλ & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.
Π. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η Αίτηση 1 (Διευθύντριας Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας).
Ν. Χαραλαμπίδου (κα) μαζί με Μ. Παπαδημήτρη (κα), για Νικολέττα Χαραλαμπίδου Δ.Ε.Π.Ε. και Μαρία Σ. Παπαδημήτρη Δ.Ε.Π.Ε., για την Καθ' ης η Αίτηση 2 (Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού).
Αλ. Κληρίδης, για Φοίβος Χρ. Κληρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για την Καθ' ης η Αίτηση 3 Ε. Ζ. (Μητέρας των Ανηλίκων).
Αιτητής: Παρών.
.......
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Με την υπό κρίση Αίτηση διά Κλήσεως ημερομηνίας 15.3.23 («η Αίτηση»), ο Αιτητής («ο Αιτητής») επιδιώκει «... εκ μέρους και ως πατέρα[ς] των ανηλίκων Α. Κ. και Χ. Κ. ...» («τα παιδιά», ή κατά τις ανάγκες «η Α» και «ο Χ»), τα εξής (με την περικοπή να είναι αυτούσια όπως και όσες ακολουθούν):
«........................................
Α. Την έκδοση προνομιακού εντάλματος HABΕAS CORPUS ad Subjiciendum
1. Με το οποίο να κηρύσσεται ο περιορισμός των ανηλίκων ... στην Παιδική Στέγη Λευκωσίας από την 18/01/2023, παράνομος
2. Το οποίο να απευθύνεται προς τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας και την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού και
3. Με το οποίο να διατάσσεται η προσαγωγή των ανηλίκων ... στο Δικαστήριο και η έρευνα αναφορικά με την αιτία της παράνομης κράτησής τους ή περιορισμού τους.
Β. Περαιτέρω οποιαδήποτε άλλη θεραπεία την οποία το Δικαστήριο ήθελε κρίνει εύλογην και δικαίαν υπό τας περιστάσεις.
.......................................».
Η Α γεννήθηκε την 10.7.12 και ο Χ την 22.11.10.
Η Αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του Αιτητή στην οποία τούτος, με παραπομπή σε αριθμό Παραρτημάτων, καταγράφει όσα θεωρεί ότι δομούν το αίτημα («η Ένορκη Δήλωση/Αίτησης»).
Βάσει των όσων ισχυρίζεται ο Αιτητής, αυτός είναι «. έγκλειστος στις Κεντρικές Φυλακές . για το αδίκημα της ανυπακοής σε νόμιμες διαταγές .» από την 13.1.23, ενώ τα παιδιά «. βρίσκονται έγκλειστα στην Παιδική Στέγη ήδη από τις 19/01/2023 .», με τον ίδιον να έχει «. χάσει κάθε επικοινωνία με αυτά .» από την 13.1.23.
Δυο λόγια πρώτα για το πώς κατέληξαν έτσι τα πράγματα.
Την 11.1.23, έπειτα από καταδικαστική απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην Ποινική Υπόθεση 600/20, επιβλήθηκαν στον Αιτητή (την 13.1.23) συντρέχουσες ποινές φυλάκισης ενός έτους (σε μια κατηγορία) και τριών μηνών σε άλλες κατηγορίες για ανυπακοή σε νόμιμες διαταγές κατά παράβαση του Άρθρου 137 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, και δη στο διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 25.10.19 στην Αίτηση Γονικής Μέριμνας 342/18 (Κ. ν. Ζ.), ανάμεσα δηλαδή στον εδώ Αιτητή και στην μητέρα των παιδιών («η Καθ' ης η Αίτηση 3»), ως το Τεκμήριο 8 στην Ένσταση της Καθ' ης η Αίτηση 1).
Την 11.1.23 η Επίτροπος Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού («η Καθ' ης η Αίτηση 2»), υπέβαλε αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας («το Οικογενειακό Δικαστήριο») στην Αίτηση Γονικής Μέριμνας 65/20 («η Αίτηση Γονικής Μέριμνας»), για μεταφορά των παιδιών σε ουδέτερο περιβάλλον.
Την 18.1.23, το Οικογενειακό Δικαστήριο εξέδωσε (ως το Τεκμήριο Α στην Αίτηση), τις ακόλουθες Οδηγίες («οι Οδηγίες») προς την Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας («η Καθ' ης η Αίτηση 1»):
«Δικαστήριο:
.............................................................................
Δίδονται οι ακόλουθες οδηγίες:
1. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως αναλάβει αμέσως και χωρίς υπαίτια βραδύτητα την επιμέλεια των παιδιών των διαδίκων και προς τούτο εντέλλεται, και η παρούσα οδηγία αποτελεί επαρκή εξουσιοδότηση προς αυτή, όπως αναζητήσει τη νόμιμη συνδρομή κάθε αρμόδιας προς τούτο κρατικής υπηρεσίας έτσι ώστε να υλοποιηθεί η πιο πάνω οδηγία του Δικαστηρίου.
2. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως με την ανάληψη της επιμέλειας των ανήλικων παιδιών των διαδίκων μεριμνήσει ώστε τα παιδιά να εγκατασταθούν στον προσφορότερο υπό τις περιστάσεις τόπο διαμονής.
3. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως συνεχίσει την απρόσκοπτη εκπαίδευση των παιδιών στα σχολεία όπου φοιτούν η οποία δυστυχώς έχει διακοπεί και προς τούτο οι παρούσες οδηγίες του Δικαστηρίου αποτελούν επαρκή εξουσιοδότηση προς τη Διευθύντρια εάν τούτο κριθεί αναγκαίο κατόπιν συνεννόησης και λήψης υπόψη της γνώμης της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού να προβεί ακόμη και σε αλλαγή των σχολείων φοίτησης αν τούτο απαιτεί το συμφέρον των παιδιών αφού ακούσει στον ενδεδειγμένο χρόνο και λάβει σοβαρά υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων.
4. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως μεριμνήσει και διευθετήσει πάραυτα σε συνεννόηση τόσο με την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού, τα νόμιμα συμφέροντα των οποίων εκπροσωπεί στην παρούσα υπόθεση, αλλά και με τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων την άμεση παροχή κάθε δυνατής θεραπείας, στήριξης και βοήθειας της ψυχολογικής και της εν γένει ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης των παιδιών έτσι ώστε να αποτραπεί όσο το δυνατό η περαιτέρω επιδείνωση της ψυχολογικής και ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης των παιδιών, αλλά και της κατά το δυνατό απάμβλυνσης και αποκατάστασης του τραυματισμένου ψυχικού κόσμου των παιδιών. Προς τούτο δίδονται οδηγίες και εντέλλονται οι αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων όπως δώσουν άμεση προτεραιότητα στην παροχή της ζητουμένης από το Δικαστήριο ψυχολογικής εν γένει θεραπείας των παιδιών.
5. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως το δικαίωμα επικοινωνίας ή επαφής των παιδιών με οποιονδήποτε γονέα, καθ' οιονδήποτε χρόνο που θα είναι σε ισχύ οι παρούσες οδηγίες, το οποίο ασφαλώς και διαφυλάσσεται και αναγνωρίζεται από το Δικαστήριο πραγματοποιηθεί ως προς τον χρόνο, διάρκεια, τρόπο και τόπο άσκησης του κατόπιν διαβούλευσης της τόσο με την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού όσο και με τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων.
6. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας αλλά και προς την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού να ενημερώνει εγγράφως σε τακτά χρονικά διαστήματα ή οσάκις παραστεί ανάγκη περί της υλοποίησης των πιο πάνω αλλά και για την εν γένει κατάσταση των παιδιών όσο και για την πρόοδο των μέτρων τα οποία λήφθηκαν κατόπιν των πιο πάνω οδηγιών.
Οι παρούσες οδηγίες θα παραμείνουν σε ισχύ και θα υπόκεινται σε αναθεώρηση, βελτίωση, τροποποίηση σε οποιονδήποτε χρόνο εφόσον τούτο είναι ανάγκη για την υλοποίηση του αποκλειστικού σκοπού των οδηγιών που είναι η κατά το δυνατό καλύτερη υπό τις περιστάσεις εξασφάλιση του συμφέροντος των παιδιών. Θα παραμείνουν δε σε ισχύ μέχρι την τελεσίδικη αποπεράτωση της ενδιάμεσης αίτησης την οποία καταχώρισε η Επίτροπος Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού.
.....................................».
Κατά παραδεκτό γεγονός (που δηλώθηκε στην ακροαματική διαδικασία της παρούσας την 25.4.23), το ένα από τα παιδιά (η Α), βρίσκεται «. πλέον ... με τη μητέρα της» (εκτός της Παιδικής Στέγης Λευκωσίας [«η Παιδική Στέγη»]).
Οι δικηγόροι του Αιτητή, όταν - με υπόψη την ως άνω φαινομενικά νέα δικονομική και ουσιαστική τάξη πραγμάτων (εν σχέσει προς την Α) - κλήθηκαν από το Δικαστήριο (αλλά και τους αντιδίκους) να τοποθετηθούν συναφώς επί των όποιων πιθανών επιδράσεων τού γεγονότος στην εκτύλιξη της υπόθεσης, επέμειναν στην προώθηση της Αίτησης ως είχε, κατ' ενάσκηση ασφαλώς των δικαιωμάτων του Αιτητή.
Σε αυτή την εξέλιξη, θα επανέλθω πιο κάτω.
Την 27.3.23 το Οικογενειακό Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα στην Αίτηση Γονικής Μέριμνας διά του οποίου ανατέθηκε προσωρινώς στην Καθ' ης η Αίτηση 1 η άσκηση της επιμέλειας των παιδιών, με το Δικαστήριο να ενσωματώνει στο διάταγμα και σειρά οδηγιών που, στον πυρήνα τους, εκφράζουν παρόμοια με όσα συμπεριλαμβάνονται στις Οδηγίες («η Απόφαση 27.3.23»). [1]
Παρεμπιπτόντως, αντίγραφο της Απόφασης 27.3.23 κατατέθηκε στην ακρόαση συνθέτοντας σημείο αναφοράς των ευπαίδευτων δικηγόρων όλων των μερών σε σχέση προς την όποια δυνητική βαρύτητα της στα τρέχοντα.
Έχει προσέτι σημασία, να αναδειχθούν (προς καλύτερη κατανόηση αυτών που έπονται εξ απόψεως δικαστικού σκεπτικού), και όσα βασικώς συνέτειναν στην έκδοση των Οδηγιών (κατά τα αποτυπωθέντα στην Απόφαση 27.3.23), όπου το Οικογενειακό Δικαστήριο είπε και τούτα:
«[.] Για τους λόγους που έχω εξηγήσει, αυτή τη δεδομένη στιγμή που η υπόθεση είναι ενώπιόν μου και με βάση την προϊστορία, εκ των πραγμάτων δεν μπορεί η μητέρα να την ασκήσει, παρά την αναγνώριση με δικαστικό διάταγμα ως προς τουλάχιστον τη φύλαξη και φροντίδα των παιδιών της. Περαιτέρω, όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση μετά τη φυλάκιση του πατέρα, είναι πέραν από τραγική για τα ίδια τα παιδιά. Ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και ενώπιον της συνείδησής του καθενός έπρεπε να βρίσκονται δύο παιδιά τα οποία ουσιαστικά, όχι μόνο από θέμα νομικής κάλυψης των είναι έκθετα, αλλά είναι περαιτέρω φυλακισμένα ή τελούν σε ομηρία, κατά τη λέξη που χρησιμοποιήθηκε σωστά ενώπιόν μου, μέσα σε 4 τοίχους ενός σπιτιού με ήδη αναμφίβολα επιβαρυμένο έτι περισσότερο τον ψυχοσυναισθηματικό τους κόσμο λόγω, προφανώς, της φυλάκισης του γονέα με τον οποίο έχουν ταυτιστεί όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Εκ των προτέρων, η άμεση νομική λύση του προβλήματος και η αντιμετώπιση της όλης τραγικής κατάστασης την οποία έχει ενώπιόν του σήμερα το Δικαστήριο, δεν μπορεί να αναμένει τη νομική διεκπεραίωση της ενδιάμεσης αίτησης την οποία καταχώρισε η ΕΠΔΠ. Πρέπει πρωτίστως το Δικαστήριο, άμεσα, να αντιμετωπίσει την πραγματική κατάσταση, να αντιμετωπίσει τα πράγματα με το όνομά τους χωρίς νομικές ταμπέλες ή οτιδήποτε άλλο το οποίο έχει δοκιμαστεί και δεν έχει προσφέρει οτιδήποτε θετικό για τα παιδιά. Στα πλαίσια των εξουσιών που μου δίνει ο νόμος, και αναφέρομαι συγκεκριμένα στον Κανονισμό 8 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικό Κανονισμό του 1990, και παραθέτω αυτολεξεί το κείμενό του: «Σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας το Δικαστήριο, μπορεί είτε αυτεπαγγέλτως είτε έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε διαδίκου να δώσει τις οδηγίες που απαιτεί το συμφέρον της δικαιοσύνης.» Και το συμφέρον της δικαιοσύνης, στην παρούσα υπόθεση, δεν είναι τίποτε λιγότερο ή τίποτε περισσότερο από την εξασφάλιση υπό τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις του συμφέροντος των παιδιών των διαδίκων. Θα ήθελα, επίσης, προς ολοκλήρωση της σκέψης του Δικαστηρίου να τονίσω ότι τα μόνα πρόσωπα τα οποία εκ του νόμου έχουν δικαίωμα να ασκούν γονική μέριμνα ανήλικων τέκνων, με βάση τον Νόμο 216/90, είναι πρωτίστως οι γονείς, είναι η διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, για τους λόγους που προβλέπονται στον νόμο. Είναι περαιτέρω ο θεσμός της επιτροπείας υπό τις προϋποθέσεις της ρύθμισης 12 που ο ίδιος ο νόμος προβλέπει, και η περίπτωση κατά την οποία οι γονείς συμφωνούν με αίτησή τους στο Δικαστήριο όπως η γονική μέριμνα ανατεθεί σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο οι ίδιοι υποδεικνύουν και υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι βεβαίως το πρόσωπο αυτό κριθεί από το Δικαστήριο ως κατάλληλο για εκπλήρωση του γονεϊκού καθήκοντος. Με όλα αυτά, θα ήθελα να συμπληρώσω ως προς τα πραγματικά γεγονότα της παρούσας υπόθεσης ότι, η μητέρα, στην ουσία, είναι πλήρως αποξενωμένη από τα παιδιά της. Θα ήθελα να υπενθυμίσω, από την πληθώρα των εγγράφων, των πρακτικών του Δικαστηρίου, από τις αναφορές της αρμόδιας λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας που χειριζόταν την παρούσα υπόθεση, τα αισθήματα των παιδιών προς τη μητέρα, είναι κατά την επιεικέστερη φράση εχθρικά και αρνητικά [.]».
Αποτίμησα καθετί που μου τέθηκε, στην πλήρη του μορφή.
Το ίδιο, και τις αγορεύσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων και τη δικογραφία (με την ευρεία έννοια του όρου), και όσα την επικουρούν.
Για λόγους που θα εξηγήσω, η Αίτηση χρήζει απόρριψης.
Αρχίζω με την κοινή εναντίωση των Καθ' ων η Αίτηση (στις ξεχωριστές Ενστάσεις που καταχώρισαν), ότι η Αίτηση είναι θνησιγενής καθότι υποβλήθηκε ως διατείνονται κατά παράβαση του Περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικού Κανονισμού 5/18 («ο ΔΚ 5/18»), αφού ελλείπει η νομική βάση επ' αυτής «. ως προστάζει ο Τύπος Γ στο Σημείο Δ .».
Δεν συγκλίνω με την άποψη των Καθ' ων η Αίτηση.
Κατ' αρχάς, γίνεται σαφής παραπομπή τού ΔΚ 5/18 στον τίτλο της Αίτησης όπως και στο ότι αντικείμενο της είναι η «. ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ (HABEAS CORPUS) .», κάτι που - αν και πόρρω απέχει από το να θεωρείται ιδεώδης δικογράφηση - προσδιορίζει αν μη τι άλλο με ενάργεια τη δικαιοδοτική βλέψη της Αίτησης, η οποία, πάντως, ως νομική βάση πλέον, απουσιάζει από το σώμα της Αίτησης.
Η υπό συζήτηση δικονομική αστοχία του Αιτητή - διότι τέτοια είναι - συνιστά υπό τις συνθήκες (και συμφωνώ με τους ευπαίδευτους δικηγόρους του), επουσιώδη παρατυπία η οποία διόλου δεν θα μπορούσε να παρεμποδίσει την εξέταση της ουσίας της Αίτησης ή να προσλάβει τελικώς τέτοιες διαστάσεις που να θεωρηθεί ως ουσιωδώς και δυσμενώς επηρεαστική των δικαιωμάτων των Καθ' ων η Αίτηση και της δυνατότητας τους να ενστούν αποτελεσματικώς στην Αίτηση (Αναφορικά με την Αίτηση του Sergueyevich, Π.Ε. 55/20, ημ. 5.4.21, Αναφορικά με την Αίτηση της Εταιρείας Allied Gold EG Corp, Πολ. Αιτ. 94/22, ημ. 15.11.22, ECLI:CY:AD:2022:D432).
Οι ως άνω θέσεις των Καθ' ων η Αίτηση απορρίπτονται.
Προχωρώ - επανερχόμενος στο θέμα - με το ότι το ένα εκ των παιδιών (η Α), σε αντίθεση με τον Χ, δεν διαμένει πια στην Παιδική Στέγη, αλλά με τη μητέρα της (Καθ' ης η Αίτηση 3).
Δεν έχει προταθεί από τον Αιτητή - και σίγουρα όχι ευθέως - ότι η τωρινή διαμονή και διαβίωση της Α με την Καθ' ης η Αίτηση 3 αντιστοιχεί με παράνομη κράτηση, κατά τα πρότυπα της επιχειρηματολογίας εκ πλευράς Αιτητή για τα περί διαμονής των παιδιών στην Παιδική Στέγη.
Υπό αυτές τις περιστάσεις - έστω και αν η εκδοχή του Αιτητή ήθελε γίνει αποδεκτή στο απόγειο της - το γεγονός της μετακίνησης τής Α από την Παιδική Στέγη στην Καθ' ης η Αίτηση 3 καθιστά την Αίτηση απορριπτέα για την Α μια και ουδόλως συνάγεται πως κρατείται παρανόμως από τους Καθ' ων η Αίτηση.
Αυτό, γιατί, το ένταλμα Habeas Corpus συναπαρτίζει δραστικό μέτρο απελευθέρωσης ατόμου που τελεί σε παράνομη και αδικαιολόγητη κράτηση (από πολιτειακές αρχές ή από ιδιώτες), δίχως να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα ή να συγκροτεί εφαλτήριο αποζημίωσης (Πέτρου Αρτέμη, Προνομιακά Εντάλματα: Αρχές και Υποθέσεις (2004), σελ. 78-82).
Στην Barnardo v. Ford [1891-94] All E.R. Rep. 522, 524-525, η Δικαστική Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων (διά του Λόρδου Halsbury, L.C.), ανέφερε σχετικώς προς τα υπό κατ' αναλογία πραγματευόμενα εδώ, ότι:
« [.] I cannot acquiesce in the view ... that if a Court is satisfied that illegal detention has ceased before application for the writ has been made, nevertheless the writ might issue in order to vindicate the authority of the Court against a person who has once, though not at the time of the issue of the writ, unlawfully detained another or wrongfully parted with the custody of another. My Lords, this is a view that I cannot agree to. I think, under such circumstances, the writ ought not to issue at all, as it is not the appropriate procedure for punishing such conduct [.] ».
Σε ελεύθερη μετάφραση:
«[.] Δεν μπορώ να συμπλεύσω με την άποψη ... ότι αν ένα Δικαστήριο είναι ικανοποιημένο πως η παράνομη κράτηση έχει τερματιστεί πριν από την αίτηση για την έκδοση εντάλματος [Habeas Corpus] τότε το ένταλμα μπορεί παρόλα αυτά να εκδοθεί για να δικαιολογήσει την εξουσία του Δικαστηρίου εναντίον ενός ατόμου που κράτησε παράνομα κάποιον στο παρελθόν, ακόμα και αν δεν το κρατούσε παράνομα τη στιγμή που εκδόθηκε το ένταλμα ... [Α]υτή είναι μια άποψη την οποία δεν μπορώ να ασπαστώ. Νομίζω ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, το ένταλμα δεν θα πρέπει να εκδίδεται καθόλου, καθώς δεν συνιστά κατάλληλη διαδικασία για την τιμωρία μιας τέτοιας συμπεριφοράς [...]».
Συμφωνώ.
Κατά συνέπεια, η Αίτηση για την Α δεν μπορεί να προχωρήσει (Αναφορικά με την Αίτηση του Ahmet (1994) 1 Α.Α.Δ. 572, 576).
Κατά τα άλλα, στη βάση όσων υποβλήθηκαν, δεν καταδείχθηκε από τον Αιτητή στον απαιτούμενο βαθμό πως τα παιδιά - και ενεστώτως ο Χ (που μένει ακόμη στην Παιδική Στέγη) - κρατούνταν σε οποιονδήποτε κρίσιμο χρόνο (ή κρατούνται) παρανόμως ώστε να υφίσταται κατ' αρχήν ζήτημα νομιμότητας της κράτησης (Αναφορικά με την Αίτηση του Χατζησάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, 106-107).
Τούτο, γιατί, ο Χ - όπως και η Α προγενέστερα - βρίσκεται νομίμως στην Παιδική Στέγη υπό την επιμέλεια της Καθ' ης η Αίτηση 1 ύστερα από διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου διά της Απόφασης 27.3.23 και των προηγηθεισών τούτης Οδηγιών.
Από την ανάληψη της επιμέλειας των παιδιών από την Καθ' ης η Αίτηση 1 και την επακόλουθη μεταφορά τους στην Παιδική Στέγη, τούτα ξεκίνησαν (ξανά) να πηγαίνουν στο σχολείο, στις απογευματινές τους δραστηριότητες και στις κοινωνικές τους υποχρεώσεις (παιδικά γενέθλια κ.τ.λ.).
Οι Οδηγίες είχαν μορφή προσωρινών προστατευτικών μέτρων τα οποία, υπό τις περιστάσεις, είχε υποχρέωση να λάβει η Κυπριακή Δημοκρατία - τηρουμένων πάντοτε των νομοθετικών και κανονιστικών προαπαιτούμενων - για να διασφαλίσει τα καλώς νοούμενα συμφέροντα των παιδιών (I.S. and Others v. Malta [2021] ECHR 232, 240 (18 March 2021], Aneva and Others v. Bulgaria [2017] ECHR 334 (6 April 2017), K.B. and Others v. Croatia [2017] ECHR 252 (14 March 2017)).
Ο Αιτητής ήταν επωμισμένος με το (αποδεικτικό) βάρος τής εκ πρώτης όψεως κατάδειξης, διά ικανοποιητικής μαρτυρίας, του παράνομου της κράτησης των παιδιών (evidential burden), ούτως ώστε να μεταφερθεί συνακολούθως το νομικό βάρος (legal burden) στους Καθ' ων η Αίτηση για να τη δικαιολογήσουν (Επί Τοις Αφορώσι την Αίτηση της Καλφοπούλου (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 55, 69-70).
Το υπό αναφορά αποδεικτικό βάρος, εκλαμβάνεται υπό την «. αυστηρή του έννοια ως προς τα ίδια τα γεγονότα της νομιμοποίησης .» και με τέτοιο ισχυρό τρόπο «. ώστε να μην μετουσιωθεί η διαδικασία ενός προνομιακού εντάλματος σε αστική διεκδίκηση .» (Αναφορικά με την Αίτηση της Mirimskaya (2016) 1(A) A.A.Δ. 314, 328-329).
Το Οικογενειακό Δικαστήριο, καταλήγοντας στην έκδοση των Οδηγιών, φαίνεται να ενήργησε εντός των παρεχόμενων προς αυτό εξουσιών και αρμοδιοτήτων από τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 17Β τού Περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου 23/90[2] και στον Κανονισμό 8 τού Περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικού Κανονισμού 2/90, [3] διά των οποίων - και αδρομερώς είναι που τα συνοψίζω - κέκτηται εξουσία προσωρινής ρύθμισης οικογενειακών σχέσεων διά της έκδοσης (προς το συμφέρον των παιδιών), οδηγιών και διαταγμάτων, είτε αυτεπαγγέλτως είτε μετά από αίτηση διαδίκου.
Ούτω και έπραξε, σε τελευταία ανάλυση, το Οικογενειακό Δικαστήριο, κατά τα αποτυπωθέντα στο Τεκμήριο Α/Αίτηση.
Παρεμβάλλω - εξ αφορμής αλληλουχίας επιχειρημάτων και ισχυρισμών που προέταξαν οι δικηγόροι του Αιτητή στην αγόρευση τους (αλλά και ο Αιτητής στην Ένορκη Δήλωση/Αίτησης) - ότι δεν θα κριθεί τώρα η ορθότητα των Οδηγιών όσων τις διάπλασαν κατά διακριτική ευχέρεια τού Οικογενειακού Δικαστηρίου.
Αυτό, επειδή, είναι θεμελιώδες πως δεν αναθεωρείται σε αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus η ορθότητα της αφορώσας δικαστικής απόφασης και ο τρόπος άσκησης της δικαστικής διακριτικής εξουσίας που οδήγησε σε αυτή, αφού το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ενεργεί, μέσα από τούτη την οπτική, ως Εφετείο (Αναφορικά με τον Παύλου και Άλλης (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 1372, 1376).
Στην Hachem v. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (1991) 1(Α) Α.Α.Δ. 191, 199-200, η Ολομέλεια απέγραψε και τα ακόλουθα σχετικά προς το συζητούμενο:
«[...] Τέλος έχει εγερθεί το εξής θέμα: ποίο ακριβώς είναι το πλαίσιο των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αιτήσεις habeas corpus. Η δικαιοδοσία του, είτε σε πρώτο είτε σε δεύτερο βαθμό, είναι πράγματι περιορισμένη. Αυτή είναι η άποψη που επικράτησε από την αρχή, όταν ανεφύη το θέμα, στη νομολογία. Το δικαστήριο δεν έχει την ευχέρεια να ασκήσει όλες τις συνηθισμένες του εξουσίες. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αναθεωρήσει τα ευρήματα του δικαστηρίου που επιλήφθηκε της έκδοσης ή να επέμβει στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας εφόσον κινήθηκε μέσα στα νόμιμα όρια της».
Ο Αιτητής απέτυχε να καταδείξει στο απαιτούμενο επίπεδο ότι η μεταφορά και διαμονή των παιδιών στην Παιδική Στέγη - και ειδικότερα του Χ (που διαβιεί ακόμη εκεί θυμίζω) - κατατάσσεται ως παράνομη κράτηση, υπό οποιοδήποτε φακό (και επίπεδο) λελογισμένης πραγμάτευσης.
Με την απόληξη τούτη και την ανατρεπτική επενέργεια που επιφέρει σε ό,τι κρισίμως ζητείται από τον Αιτητή, οι υπόλοιποι λόγοι που προτάχθηκαν από αυτόν ως νομιμοποιητικοί και επιρρωτικοί τής Αίτησης, καθίστανται θεωρητικής και μόνο σημασίας, και ως εκ τούτου με εξεταστέοι.
Τα ίδια, ισχύουν και για κάποιες εκ των ενστάσεων των Καθ' ων η Αίτηση.
Η Αίτηση απορρίπτεται.
Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Καθ' ης η Αίτηση 1 και εναντίον του Αιτητή, ως τούτα θα υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Με κατά νουν τον Κανονισμό 6 του Περί Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού (Διορισμός Επιτρόπου από το Δικαστήριο ως Αντιπρόσωπος Παιδιού) Διαδικαστικού Κανονισμού 3/14 [4] - και ελλείψει μάλιστα εξαιρετικών λόγων περί του αντιθέτου - δεν επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Καθ' ης η Αίτηση 2.
Δεν επιδικάζονται έξοδα ούτε υπέρ της Καθ' ης η Αίτηση 3, η οποία όχι μόνο δεν προέβη σε τέτοια απαίτηση αλλά υιοθέτησε κατά βάσιν τις θέσεις τής Καθ' ης η Αίτηση 1.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/κβπ
[1] «[.] 1. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως με την ανάληψη της επιμέλειας των ανήλικων παιδιών των διαδίκων μεριμνήσει ώστε τα παιδιά να εγκατασταθούν στον προσφορότερο υπό τις περιστάσεις τόπο διαμονής.
2. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως συνεχίσει την απρόσκοπτη εκπαίδευση των παιδιών στα σχολεία όπου φοιτούν η οποία δυστυχώς έχει διακοπεί και προς τούτο οι παρούσες οδηγίες του Δικαστηρίου αποτελούν επαρκή εξουσιοδότηση προς τη Διευθύντρια εάν τούτο κριθεί αναγκαίο κατόπιν συνεννόησης και λήψης υπόψη της γνώμης της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού να προβεί ακόμη και σε αλλαγή των σχολείων φοίτησης αν τούτο απαιτεί το συμφέρον των παιδιών αφού ακούσει στον ενδεδειγμένο χρόνο και λάβει σοβαρά υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων.
3. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως μεριμνήσει και διευθετήσει πάραυτα σε συνεννόηση τόσο με την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού, τα νόμιμα συμφέροντα των οποίων εκπροσωπεί στην παρούσα υπόθεση, αλλά και με τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων την άμεση παροχή κάθε δυνατής θεραπείας, στήριξης και βοήθειας της ψυχολογικής και της εν γένει ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης των παιδιών έτσι ώστε να αποτραπεί όσο το δυνατό η περαιτέρω επιδείνωση της ψυχολογικής και ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης των παιδιών, αλλά και της κατά το δυνατό απάμβλυνσης και αποκατάστασης του τραυματισμένου ψυχικού κόσμου των παιδιών. Προς τούτο δίδονται οδηγίες και εντέλλονται οι αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων όπως δώσουν άμεση προτεραιότητα στην παροχή της ζητουμένης από το Δικαστήριο ψυχολογικής εν γένει θεραπείας των παιδιών.
4. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως το δικαίωμα επικοινωνίας ή επαφής των παιδιών με οποιονδήποτε γονέα, καθ' οιονδήποτε χρόνο που θα είναι σε ισχύ οι παρούσες οδηγίες, το οποίο ασφαλώς και διαφυλάσσεται και αναγνωρίζεται από το Δικαστήριο πραγματοποιηθεί ως προς τον χρόνο, διάρκεια, τρόπο και τόπο άσκησης του κατόπιν διαβούλευσης της τόσο με την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού όσο και με τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων.
5. Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας αλλά και προς την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού να ενημερώνει εγγράφως σε τακτά χρονικά διαστήματα ή οσάκις παραστεί ανάγκη περί της υλοποίησης των πιο πάνω αλλά και για την εν γένει κατάσταση των παιδιών όσο και για την πρόοδο των μέτρων τα οποία λήφθηκαν κατόπιν των πιο πάνω οδηγιών».
[2] «17Β.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Οικογενειακό Δικαστήριο δύναται, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση ενός εκ των συζύγων ή και των δύο (2) συζύγων από κοινού, να εκδώσει, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, προσωρινό διάταγμα, με το οποίο να ρυθμίζονται οι σχέσεις των συζύγων και οι σχέσεις των γονέων και τέκνων σχετικά με θέματα τα οποία αφορούν τη γονική μέριμνα, τη διατροφή, την οικογενειακή στέγη και τη χρήση κινητής περιουσίας [.]».
[3] «8. Σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας το Δικαστήριο, μπορεί είτε αυτεπαγγέλτως είτε έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε διαδίκου να δώσει τις οδηγίες που απαιτεί το συμφέρον της δικαιοσύνης».
[4] «6. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου Διαδικαστικού Κανονισμού, ουδέν δικαστικό τέλος θα καταβάλλεται για την εμφάνιση του Επιτρόπου ή του δικηγόρου του ενώπιον του Δικαστηρίου, και για την καταχώρηση της αίτησης που αναφέρεται στον Κανονισμό 4 και οποιασδήποτε άλλης έγγραφης πρότασης δυνατό να καταχωριστεί από τον Επίτροπο. Εκτός εάν το Δικαστήριο, για εξαιρετικούς λόγους, αποφασίσει διαφορετικά, ουδέν δικαστικό έξοδο θα επιδικάζεται από το Δικαστήριο υπέρ ή εις βάρος του Επιτρόπου».