ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 ΑΑΔ 464
TTOFINIS ν. THEOCHARIDES (1983) 2 CLR 363
Δημοσθένους Κλεάνθης ν. Τύχωνα Τύχωνος (2013) 2 ΑΑΔ 22
Παναγιώτου Νεόφυτος ν. Σάββα Ευαγγέλου (2014) 2 ΑΑΔ 846, ECLI:CY:AD:2014:B917
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:A165
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 8/2023)
4 Απριλίου, 2023
[Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π., Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ - ΑΝΔΡΕΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ 1. BANK OF CYPRUS PUBLIC COMPANY LIMITED, ΤΗΣ 2. ΛΙΖΑΣ ΠΕΤΣΑ ΚΑΙ ΤΗΣ 3. ΑΝΘΗΣ ΕΞΑΔΑΚΤΥΛΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡ. 12.12.2022 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΑΡ. 4510/2019
--------------
Π. Πολυβίου με Γ. Μίτλεττον και Ι. Γεωργιάδου (κα) για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ και κ. Χ. Παπαχριστοδούλου με κα Ξ. Καντούνα για Παπαδόπουλος, Λυκούργος & Σία ΔΕΠΕ, για Εφεσείοντες 1 και 2.
Θ. Κορφιώτης για Κούσιος, Κορφιώτης, Παπαχαραλάμπους ΔΕΠΕ, για Εφεσείουσα 3.
---------------
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: O Δημήτρης Χατζηαργυρού καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ιδιωτική ποινική υπόθεση εναντίον έξι προσώπων, ήτοι της Τράπεζας Κύπρου και πέντε φυσικών προσώπων, για αδικήματα σε σχέση με κατ' ισχυρισμόν ψευδορκία. Το αδίκημα της ψευδορκίας επισύρει ποινή φυλάκισης μέχρι επτά έτη. Έτσι ήταν αναγκαία η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα ώστε να έχει αρμοδιότητα να εκδικάσει την υπόθεση συνοπτικώς το Επαρχιακό Δικαστήριο αντί του Κακουργιοδικείου (Άρθρο 24(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου). Τέτοια συγκατάθεση δόθηκε. Αργότερα ο Γενικός Εισαγγελέας ανέστειλε την ποινική δίωξη εναντίον των κατηγορουμένων 4, 5 και 6, οι οποίοι και απαλλάχθηκαν.
Οι εναπομείναντες κατηγορούμενοι, πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, έθεσαν θέμα έλλειψης νομιμοποίησης του παραπονούμενου να εγείρει ιδιωτική ποινική υπόθεση για ψευδορκία, εισηγούμενοι ότι το αδίκημα της ψευδορκίας είναι εκτός της εμβέλειας μιας ιδιωτικής ποινικής δίωξης, εφόσον αποτελεί αδίκημα εναντίον της απονομής της δικαιοσύνης και ως εκ της φύσεως του και εξ ορισμού δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ιδιωτικής δίωξης.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν θα μπορούσε το αδίκημα της ψευδορκίας, εξ ορισμού και μόνο, να αποκλειστεί από το πλαίσιο ιδιωτικής ποινικής δίωξης. Το κριτήριο νομιμοποίησης, σημείωσε, είναι ο άμεσος επηρεασμός των δικαιωμάτων του ιδιώτη κατηγόρου ως αποτέλεσμα της διάπραξης του ποινικού αδικήματος (Ttofinis v. Theocharides (1983) 2 CLR 363, Δημοσθένους ν. Τύχωνος (2013) 2 ΑΑΔ 22, Παναγιώτου ν. Ευαγγέλου (2014) 2 ΑΑΔ 846, ECLI:CY:AD:2014:B917). Υπό το πρίσμα αυτό αποφάσισε ότι θα μπορούσε να κρίνει την έλλειψη νομιμοποίησης σε συνάρτηση με το ζήτημα του δυσμενούς και άμεσου επηρεασμού των δικαιωμάτων του παραπονούμενου, όπως τούτο θα αποκρυσταλλωνόταν στο τελικό στάδιο της δίκης. Με αυτό το σκεπτικό, άφησε το ζήτημα ανοικτό ώστε να αποφασιστεί στο κατάλληλο στάδιο υπό το φως των γεγονότων που θα τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου.
Για ακύρωση της παραπάνω απόφασης καταχωρίστηκε αίτηση για την εξασφάλιση άδειας για την καταχώριση εντάλματος certiorari από τους τρεις εν λόγω κατηγορούμενους, νυν Αιτητές. Επικαλούνται δύο λόγους ακύρωσης ως ακολούθως:
(α) Έλλειψη και υπέρβαση δικαιοδοσίας καθότι με την απόφαση συνεχίζει η εκδίκαση μιας ιδιωτικής ποινικής διαδικασίας την οποία ο παραπονούμενος δεν νομιμοποιείτο να καταχωρίσει και/ή δεν νομιμοποιείται να προωθεί και/ή δεν νομιμοποιείται να συνεχίζει και/ή δεν νομιμοποιείται να διώκει.
(β) Νομικό σφάλμα εμφανές από τα πρακτικά και/ή την απόφαση, καθότι με την απόφαση συνεχίζει η εκδίκαση μιας ιδιωτικής ποινικής διαδικασίας την οποία ο παραπονούμενος δεν νομιμοποιείτο να καταχωρίσει και/ή δεν νομιμοποιείται να προωθεί και/ή δεν νομιμοποιείται να συνεχίζει και/ή δεν νομιμοποιείται να διώκει.
Η αδελφή δικαστής που εξέτασε την αίτηση θεώρησε εύλογη την προσέγγιση του Επαρχιακού Δικαστηρίου ότι το ζήτημα συναρτάτο με τα γεγονότα της υπόθεσης και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να εξεταστεί προδικαστικά. Τούτου δοθέντος, υπέδειξε ότι η διαδικασία προς έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν αποσκοπεί στον έλεγχο της ορθότητας της κρίσης του κατωτέρου δικαστηρίου, ζήτημα που ελέγχεται στα πλαίσια έφεσης. Σε ό,τι αφορά σε δύο σχετικές,[1] πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αίτηση Ανδρέα Τρύφωνος (2016) 1 ΑΑΔ 343, Αίτηση του Β.Η., Ποιν. Αιτ. 1/21, ημερ. 11.2.2021) με τις οποίες κρίθηκε ότι η ψευδορκία και τα αδικήματα που διαπράττονται κατά της απονομής της δικαιοσύνης εμπίπτουν στη σφαίρα του δημοσίου συμφέροντος ώστε μόνο ο Γενικός Εισαγγελέας να νομιμοποιείται στην καταχώριση ποινικής δίωξης σε σχέση με αυτά, το πρωτόδικο δικαστήριο σημείωσε ότι η ενασχόληση με το ζήτημα αυτό θα συνιστούσε έλεγχο της ορθότητας της εκκαλούμενης απόφασης, κάτι που δεν μπορούσε να γίνει.
Πράγματι η διαδικασία προς έκδοση των ζητουμένων προνομιακών ενταλμάτων αποτελεί το κατάλοιπο και την εφεδρεία των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έχοντας ως αντικείμενο τη νομιμότητα της ελεγχόμενης δικαστικής πράξης όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται πρόδηλο νομικό σφάλμα, ή έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης (In Re Kakos (1985) 1 CLR 250, Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 ΑΑΔ 464).
Αγορεύοντας ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Αιτητών υπέδειξε ότι εκτός των δύο προαναφερθεισών πρωτοδίκων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου υπάρχει και τρίτη απόφαση προς την αντίθετη κατεύθυνση, παραπέμποντας στην Αίτηση του Χ.Α., Ποιν. Αιτ. 17/21, ημερ. 7.9.2021. Εισηγήθηκε ότι, ως εκ τούτου και μόνο, εγείρεται, εκ πρώτης, τουλάχιστον, όψεως συζητήσιμο θέμα «σχεδόν δικαιοδοσίας» αναφορικά με την εμβέλεια της ιδιωτικής ποινικής δίωξης σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη κατηγορία αδικημάτων. Κατέληξε τονίζοντας ότι αυτό είναι το απαιτούμενο μέτρο στο παρόν στάδιο.
Έλλειψη και υπέρβαση δικαιοδοσίας και νομικό σφάλμα εμφανές από τα πρακτικά θα υφίστατο εάν το Επαρχιακό Δικαστήριο αναλάμβανε δικαιοδοσία να εκδικάσει υπόθεση ψευδορκίας, χωρίς την απαιτούμενη, συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα. Εν προκειμένω, ως άνω, ο Γενικός Εισαγγελέας όχι μόνο έδωσε συγκατάθεση, αλλά αργότερα ανέστειλε την ποινική δίωξη (nolle prosequi) σε σχέση με αριθμό κατηγορουμένων, επιλέγοντας έτσι να αφήσει την υπόθεση ψευδορκίας να συνεχίσει με τους υπόλοιπους.
Το δικαίωμα άσκησης ιδιωτικής ποινικής δίωξης πηγάζει από το κοινοδίκαιο και αναγνωρίστηκε στην Κύπρο, έστω και αν συνδέεται με τις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες που επικρατούσαν στην Αγγλία (Τtofinis (ανωτέρω)). Τούτο γιατί θεωρήθηκε ότι το ιδιωτικό δικαίωμα δίωξης συμβολίζει το κοινό συμφέρον για την εφαρμογή του νόμου, καθώς και το συμφέρον των θυμάτων του εγκλήματος να ζητούν μέσα από την ποινική διαδικασία προστασία, δικαίωμα το οποίο δεν επηρεάζεται από τις συνταγματικές εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα αναφορικά με την άσκηση ποινικών διώξεων (Άρθρο 113.2 του Συντάγματος). Σημειώνουμε συναφώς ότι στη νομοθεσία που καθίδρυσε το Crown Prosecution Service (Prosecution of Offences Act 1985) διατηρήθηκε ρητά το δικαίωμα για άσκηση ιδιωτικής ποινικής δίωξης στις υποθέσεις όπου δεν υφίσταται το καθήκον του διευθυντή του CPS να αναλάβει τον χειρισμό της υπόθεσης, τηρουμένου του δικαιώματος του να πράξει τούτο σε οποιοδήποτε στάδιο.
Κάθε νομίμως παραπονούμενος, ήτοι πρόσωπο που ικανοποιεί το κριτήριο της Ttofinis, μπορεί να ασκήσει το εκ του κοινοδικαίου δικαίωμα του, εκτός εάν το δικαίωμα του αυτό περιορίζεται από το νόμο (Snodgrass v. Toping, 116 JP 332 DC, R. v. Kennedy (1902) 86 LT 753) όταν λ.χ. απαιτείται η συγκατάθεση ή η έγκριση του Γενικού Εισαγγελέα, όπως συμβαίνει σε αριθμό αδικημάτων του Ποινικού Κώδικα.[2]
Στην Αγγλία υπήρξε αύξηση των ιδιωτικών ποινικών διώξεων (βλ. Halsbury's Laws of England, V.27, 2021, para 36, fn3). To ίδιο και στην Κύπρο όπου καταχωρούνται περίπλοκες υποθέσεις. Στην Αγγλία το δικαίωμα θεσμοθετήθηκε και απαιτείται η άδεια του Δικαστηρίου. Στην υπόθεση ΚP Blue Dolphin Homes Ltd v. E. Παρασκευαϊδης κ.α., Ποιν. Έφ. Αρ. 249/18, ημερ. 15.10.2020, ECLI:CY:AD:2020:B350, σημειώθηκε ότι η κατάχρηση στην άσκηση του δικαιώματος για ιδιωτική ποινική δίωξη, με αποτέλεσμα τη μεγάλη επιβάρυνση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης και την πρόκληση καθυστερήσεων, δημιούργησε την ανάγκη ώστε να εξεταστεί από τις αρμόδιες αρχές και πρωτίστως από τη νομοθετική εξουσία το ζήτημα με σκοπό να οριοθετούν τα πλαίσια μιας εύλογης άσκησης του δικαιώματος αυτού.
Αυτά όμως, όπως ορθά διαπίστωσε το πρωτόδικο δικαστήριο, δεν αφορούν τις ανάγκες της παρούσας απόφασης. Αυτές περιορίζονται στη διαπίστωση ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο έχοντας δικαιοδοσία άσκησε την κρίση του, χωρίς πρόδηλο νομικό σφάλμα από το ίδιο το πρακτικό. Το γεγονός ότι υπάρχουν αντικρουόμενες αποφάσεις δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν δημιουργεί αφ' εαυτού εκ πρώτης όψεως συζητήσιμο θέμα για έλλειψη δικαιοδοσίας, ή για πρόδηλο σφάλμα από το ίδιο το πρακτικό. Δεν είναι η νομιμότητα της απόφασης που επιδιώκεται να προσβληθεί με την σκοπούμενη αίτηση certiorari.
Η έφεση απορρίπτεται.
Α.Ρ. Λιάτσος, Π.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Δ. Σωκράτους, Δ.
Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.
Ι. Ιωαννίδης, Δ.
/φκ
[1] Αν και αφορούσαν αιτήσεις για έκδοση διατάγματος για καταχώριση κατηγορητήριου με βάση το Άρθρο 43 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.
[2] Άρθρο 44Α (Διασάλευση της τάξης και πειθαρχίας στο στρατό), Άρθρο 50 (Δημοσίευση ψευδών ειδήσεων κλπ), Άρθρο 50Δ (Εξύβριση στρατού), Άρθρο 51Α (Πρόκληση ή διέγερση βιαιοπραγίας κλπ), Άρθρο 56 (Συμμετοχή σε παράνομο σύνδεσμο), Άρθρο 57 (Συνηγορία υπέρ και ενθάρρυνση παράνομου συνδέσμου), Άρθρο 58 (Εισφορά ή πρόσκληση σε εισφορά υπέρ παράνομου συνδέσμου), Άρθρο 59 (Κατοχή εγγράφων στασιαστικού περιεχομένου και δημοσίευση κλπ. προπαγανδιστικής ύλης παράνομου συνδέσμου), Άρθρο 60 (Εξουσία σύλληψης και κατάσχεσης, Άρθρο 61 (Εξουσία εξέτασης δεμάτων), Άρθρο 62 (Βάρος απόδειξης), Άρθρο 63 (Ορισμός παράνομου συνδέσμου), Άρθρο 63Α (Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση), Άρθρο 63Β (Συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων), Άρθρο 64 (Εργατικές αναταραχές. Κήρυξη έκτακτης ανάγκης), Άρθρο 65 (Συμμετοχή σε ανταπεργία ή απεργία κατά τη διάρκεια της ισχύος προκήρυξης), Άρθρο 66 (Ποινικά αδικήματα εναντίον της συντήρησης και λειτουργίας δημοσίων υπηρεσιών, μεταφορών, κλπ.), Άρθρο 67 (Ποινική δίωξη από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας), Άρθρο 99Α (Υποκίνηση βίας ή μίσους λόγω γενετήσιου προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου), Άρθρο 103 (Λειτουργοί επιφορτισμένοι με τη διαχείριση περιουσίας ειδικού χαρακτήρα ή με ειδικά καθήκοντα), Άρθρο 104 (Ψευδείς αξιώσεις από δημόσιους λειτουργούς), Άρθρο 105 (Κατάχρηση εξουσίας), Άρθρο 105Α (Επηρεασμός αρμόδιας αρχής), Άρθρο 106 (Ποινική δίωξη από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας), Άρθρο 135 (Παραβίαση υπηρεσιακού απόρρητου και αποκάλυψη κρατικού απόρρητου).