ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2023:A107
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Έφεση Αρ. Ε3/2022
23 Μαρτίου, 2023
(Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, I. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/στών)
1. Μ.Σ. (ΣΚΥΡΑ) ΒΑΣΑΣ ΛΙΜΙΤΕΔ
2. ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ
3. ΜΑΚΗΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ
4. ΦΕΙΔΙΑΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ
5. SKYRAMIX LIMITED
6. Μ.Σ. (ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ) ΒΑΣΑΣ ΛΙΜΙΤΕΔ
7. ΜΑΚΗΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ ΚΑΙ ΥΙΟΙ (ΕΡΓΟΛΑΒΟΙ) ΛΕΜΕΣΟΣ ΛΙΜΙΤΕΔ
Εφεσείοντες
ΚΑΙ
ΤHEMIS PORTFOLIO MANAGEMENT HOLDINS LIMITED
Εφεσίβλητων
.....
Π. Χατζηπέτρος για Δημητρίου & Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε., για εφεσείοντες
Γ. Μίτλεττον για Χρυσαφίνης & Πολυβίου, Δ.Ε.Π.Ε, για εφεσίβλητους
......
Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον
Δικαστή Γ.Ν. Γιασεμή.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες, ενάγοντες στην αγωγή αρ. 372/2022 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, καταχώρησαν ενδιάμεση αίτηση, με την οποία ζητούσαν αριθμό προσωρινών διαταγμάτων. Αυτά, μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
1. Διάταγμα, το οποίο να απαγορεύει στους εναγόμενους στην πιο πάνω αγωγή, (εφεσίβλητους στην παρούσα έφεση), να διορίσουν διαχειριστή της περιουσίας των εφεσειουσών εταιρειών, δυνάμει ομολόγου σταθερής και/ή κυμαινόμενης επιβάρυνσης ή διάταγμα το οποίο να αναστέλλει το διορισμό ή και να άρει τις εξουσίες του διαχειριστή, εφόσον αυτός έχει διοριστεί.
2. Διάταγμα, το οποίο να διατάσσει τους εν λόγω εναγομένους, να ανακαλέσουν οποιεσδήποτε οδηγίες έδωσαν σε πιστωτικά ιδρύματα, για την παγοποίηση των λογαριασμών ή άλλων περιουσιακών στοιχείων των ιδίων πιο πάνω εφεσειουσών.
Η αίτηση, καταχωρίστηκε μονομερώς, κατ' επίκληση της εξουσίας που παρέχει στο Δικαστήριο το άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Βασίζεται δε, ως προς το ουσιαστικό μέρος της, στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμο του 1960, (Ν.14/1960), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί.
Η Πρόεδρος του Δικαστηρίου, ενώπιον της οποίας η μονομερής αίτηση είχε τεθεί, αποφάσισε ότι ήταν κατάλληλη περίπτωση, αυτή να επιδοθεί. Επομένως, έδωσε τις ανάλογες οδηγίες. Συνακόλουθα, η αίτηση επιδόθηκε στους εφεσίβλητους, εναγομένους στην αγωγή και στο διαχειριστή της περιουσίας των εν λόγω εφεσειουσών, ο οποίος προφανώς είχε διοριστεί, στο μεταξύ. Από την ένορκη δήλωση που καταχωρίστηκε, προς υποστήριξη της μονομερούς αίτησης, προκύπτει ότι στο πλαίσιο της ίδιας, πιο πάνω αγωγής, καταχωρίστηκε στις 6.4.2022 και μια δια κλήσεως αίτηση. Με αυτή, ζητούνται τα ίδια διατάγματα, όπως και στη μονομερή αίτηση, με την προσθήκη να παραμείνουν σε ισχύ μέχρι την εκδίκαση της αγωγής. Τα διατάγματα της μονομερούς αίτησης, εφόσον εκδοθούν, ζητείται όπως παραμείνουν σε ισχύ μέχρι την εκδίκαση της, προαναφερθείσας, δια κλήσεως αίτησης.
Το Δικαστήριο, αποφάσισε δίδοντας συγκεκριμένο λόγο για την έκδοση της οδηγίας προς επίδοση της μονομερούς αίτησης. Κατά τη διατύπωση της σκέψης του, συναφώς, είχε, προφανώς, κατά νου ότι η έκδοση διατάγματος, μονομερώς, αποτελεί ιδιαίτερα δραστικό μέτρο. Έλαβε υπόψη του ότι, τούτο, εφόσον εκδοθεί, λειτουργεί στα όρια της αρχής της δίκαιης δίκης, υπό τις διάφορες πτυχές της, δυνάμει του Άρθρου 30 του Συντάγματος, η οποία αρχή πρέπει, πάντοτε, να διασφαλίζεται, προς όφελος των διαδίκων μερών. Επομένως, η έκδοση του περιορίζεται στις περιπτώσεις που προβλέπει το εδάφιο (1) του άρθρου 9[1] του Νόμου, Κεφ. 6 και ελέγχεται από τους όρους που τίθενται με αναφορά τις λοιπές πρόνοιες του. Σε κάθε περίπτωση, η έκδοση του επαφίεται στη διακριτική εξουσία του εκδίδοντος Δικαστηρίου.
Με την έφεση, ψέγεται η απόφαση του Δικαστηρίου να διατάξει την επίδοση της μονομερούς αίτησης, με αριθμό λόγων. Άπτονται όλοι των περιστάσεων υπό τις οποίες αυτή εκδόθηκε. Εν πάση περιπτώσει, η απόφαση του Δικαστηρίου είχε ως αποτέλεσμα η μονομερής αίτηση να επιδοθεί στους εφεσίβλητους και στο διαχειριστή. Από πληροφόρηση δε, που δόθηκε κατά την ακρόαση της έφεσης, εκ μέρους των ιδίων των εφεσειόντων, η αίτηση προχώρησε σε ακρόαση, εκπροσωπουμένων σε αυτήν των φερομένων, ως επηρεαζομένων, μερών και επιφυλάχθηκε απόφαση.
Οι εφεσίβλητοι, κατά την ακρόαση της έφεσης, έθεσαν θέμα ότι, ως εκ της πιο πάνω εξέλιξης, αυτή απώλεσε το αντικείμενο της. Επομένως, ζήτησαν και για το λόγο αυτό, την απόρριψη της. Είναι νομολογημένο, ότι το Εφετείο κέκτηται σύμφυτη δικαιοδοσία, να απορρίψει δικαστικό μέτρο, «το οποίο δεν αποβλέπει στην επίλυση ζωτικής διαφοράς». Τούτα λέχθηκαν, ειδικώς, στην υπόθεση Χρυσοστόμου κ.α. ν. Κωνσταντινίδης κ.α. (1998) 3 Α.Α.Δ. 316, στη σελίδα 320 και υιοθετήθηκαν πρόσφατα στην Πολιτική Έφεση Αρ. 236/2014, Χριστόδουλος Ιωάννου ν. Παντελή Σιημητρά, ημερομηνίας 14 Φεβρουαρίου, 2023.
Υπό τις περιστάσεις που έχουν πιο πάνω αναφερθεί, η τοποθέτηση αυτή είναι, οπωσδήποτε, ορθή. Η έκδοση της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου θα κρίνει, στο επίπεδο εκείνο, τα θέματα που εγείρονται με την εκδικασθείσα inter partes, πλέον, αίτηση. Αν αυτή απορριφθεί, οι εφεσείοντες θα δικαιούνται να καταχωρήσουν έφεση, με επιδίωξη την ανατροπή της. Επομένως, δεν θα στερηθούν του δικαιώματος για εφετειακή απόφαση, μάλιστα, επί της ουσίας της υπό αναφορά αίτησης. Επομένως, η απόφαση του Δικαστηρίου αναφορικά με την άσκηση της προαναφερθείσας διακριτικής εξουσίας, κατέστη ξεπερασμένη, η δε έφεση απώλεσε το αντικείμενο της. Μετά και τις πιο πάνω διαπιστωσεις, δεν χρειάζεται να εξεταστεί κατά πόσο είναι εφέσιμη η εν λόγω κρίση, ούτε κατά πόσο το Δικαστήριο άσκησε ορθώς τη διακριτική εξουσία του.
Παρεμπιπτόντως, το σημαντικό, σε κάθε υπόθεση, είναι η δικαστική κρίση, επί της ουσίας της διαφοράς. Τούτο, εμπίπτει στην αρμοδιότητα του κατώτερου Δικαστηρίου. Η διαδικασία, σχετικά, ενώπιον του, πρέπει να διεκπεραιώνεται σε όσο το δυνατό πιο σύντομο χρόνο. Στην προκειμένη περίπτωση, η καταχώρηση της έφεσης, προφανώς, έχει επιβραδύνει, ακόμα και την πρωτόδικη ενδιάμεση διαδικασία και απομάκρυνε το χρόνο της απόφασης, επί της ουσίας της διαφοράς, μεταξύ των διαδίκων, για το στάδιο εκείνο.
Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €2.500.- πλέον Φ.Π.Α.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/γκ
[1] 9.-(1) Κάθε διάταγμα, το οποίο το Δικαστήριο έχει εξουσία να εκδόσει δύναται, όταν αποδειχθεί το κατεπείγον ή άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις, να εκδοθεί με αίτηση του ενός από τους διαδίκους χωρίς ειδοποίηση στον άλλο.
(2) Πριν εκδώσει το διάταγμα αυτό χωρίς ειδοποίηση, το Δικαστήριο πρέπει να απαιτεί από το πρόσωπο που ζητά αυτό, όπως αναλάβει προσωπική υποχρέωση, με ή χωρίς εγγυητή ή εγγυητές, όπως το Δικαστήριο θεωρεί σκόπιμο, για να εξασφαλιστεί η υποχρέωση του για αποζημίωση του προσώπου εναντίον του οποίου ζητείται το διάταγμα.
(3) Κανένα διάταγμα το οποίο εκδόθηκε χωρίς ειδοποίηση δεν θα παραμένει σε ισχύ για χρόνο μεγαλύτερο από τον αναγκαίο για επίδοση ειδοποίησης γι' αυτό σε όλους όσους επηρεάζονται από αυτό και για παροχή δυνατότητας σε αυτούς να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου και ενστούν σε αυτό0 κάθε τέτοιο διάταγμα παύει να ισχύει, μετά τη λήξη της περιόδου αυτής, εκτός αν το Δικαστήριο, αφού ακούσει τους διαδίκους ή οποιοδήποτε από αυτούς, διατάξει διαφορετικά0 και κάθε τέτοιο διάταγμα τυγχάνει μεταχείρισης κατά την αγωγή όπως το Δικαστήριο κρίνει δίκαιο.