ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2023:D73
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΝΑΥΤΟΔΙΚΕΙΟΥ
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 5/2019)
1 Μαρτίου, 2023
[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ/στής]
ΔΑΝΙΗΛ ΜΑΡΚΙΔΗΣ,
Ενάγων,
ν.
1. ΤΟΥ ΣΚΑΦΟΥΣ "GLORIA TERESA" ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ ΙΜΟ 1008097,
ΥΠΟ ΣΗΜΑΙΑ CAYMAN ISLANDS ΠΟΥ ΕΥΡΙΣΚΕΤΑΙ
ΕΛΛΙΜΕΝΙΣΜΕΝΟ ΣΤΗΝ LIMASSOL MARINA,
2. JACOMO SHIPPING CO LTD.,
3. BORIS USHEROVICH,
4. CINDY SHIPPING LIMITED,
Εναγομένων.
_____________________________________________________________________
Αίτηση ημερ. 4/5/2022 για απόρριψη και/ή παραμερισμό της Αγωγής
Θ. Χριστοδούλου για CHRYSSES DEMETRIADES & CO LLC, για τους Εναγόμενους/Αιτητές 1, 2 και 4.
Μ. Γιωρκάτζη (κα) για ΑΝΤΡΕΑΣ ΓΙΩΡΚΑΤΖΗΣ ΔΕΠΕ και ΚΩΣΤΑΣ Π. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ ΔΕΠΕ, για τον Ενάγοντα/Καθ'ου η Αίτηση.
____________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Με την υπό κρίση Αίτηση οι Εναγόμενοι 1, 2 και 4/Αιτητές αρχικά ζητούσαν την έκδοση Διατάγματος για παραμερισμό και/ή διαγραφή και/ή απόρριψη της Αγωγής, λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου να εκδικάσει την Αγωγή και/ή λόγω του ότι η Κύπρος δεν αποτελεί το κατάλληλο forum για εκδίκαση της διαφοράς και/ή λόγω του ότι δεν αποκαλύπτεται καλή βάση αγωγής εναντίον των Αιτητών για τις αιτούμενες θεραπείες.
Αργότερα, εγκατέλειψαν το αίτημα τους για απόρριψη της Αγωγής στο σύνολό της, περιορίζοντας το μόνο καθόσον αφορά τις αξιώσεις του Ενάγοντα και την απαίτηση του σε σχέση με το τροχαίο ατύχημα που είχε στο Ισραήλ.
Ειδικότερα, όπως προφορικά στη συνέχεια εξειδικεύθηκε, επιδιώκεται ο παραμερισμός και/ή η διαγραφή του Παρακλητικού 2 του Κλητηρίου Εντάλματος, του Παρακλητικού (α) της Παραγράφου 30 της Αναφοράς, καθώς και των Παραγράφων 19-24 της Αναφοράς.
Η Αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων, στον περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Ναυτοδικείου) Διαδικαστικό Κανονισμό του 1893, Κανονισμοί 35-46, 50-59, 203-212 και 237, στον περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Πλοίαρχοι και Ναυτικοί) Νόμος 46/1963, Άρθρα 21-45, στο Administration of Justice Act της Αγγλίας του 1956, Άρθρα 1-6 και στην Πρακτική και Δικονομία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Μέσω της συνοδευτικής της Αίτησης Ένορκης Δήλωσης της Εύης Παυλίδου, δικηγορικής υπαλλήλου στο γραφείο των δικηγόρων των Αιτητών, στην Παράγραφο 8 υποστηρίζεται, ότι «σε σχέση με το ισχυριζόμενο δυστύχημα το οποίο συνέβη στο Ισραήλ ... συνέβη εκτός του Σκάφους, χωρίς εμπλοκή και χωρίς το Σκάφος ή οποιοσδήποτε άλλος εκ των Εναγομένων να φέρει ευθύνη για το εν λόγω δυστύχημα».
Στην υπό κρίση Αίτηση κατεχωρήθη Ένσταση από τον Ενάγοντα/Καθ' ου η Αίτηση στην οποία παρατίθενται αριθμός λόγων ένστασης, οι οποίοι δεν χρειάζεται να παρατεθούν ενόψει του ότι πλείστοι εξ αυτών αφορούσαν την Aίτηση σε όλη της την εμβέλεια πριν αυτή περιοριστεί. Ειδικότερα προβάλλεται ότι οι αξιώσεις του Ενάγοντα απορρέουν από τη Συμφωνία Εργοδότησης με την Εναγομένη 4 εταιρεία και αφορά αποζημιώσεις για τις σωματικές βλάβες που έχει υποστεί κατά τη διάρκεια της εργοδότησης του και της παροχής υπηρεσιών προς το Εναγόμενο πλοίο. Μέσω της Ένορκης Δήλωσης που συνοδεύει την Ένσταση προβάλλεται ότι ο Ενάγων στο πλαίσιο της εργοδότησης του ενεπλάκη σε ατύχημα, ως αποτέλεσμα του οποίου έχει υποστεί σωματικές βλάβες τις οποίες ρητά ή εξυπακουόμενα το Εναγόμενο πλοίο έχει αποδεχθεί να καλύψει. Προβάλλεται, επίσης, ότι το Δικαστήριο δεν θα κρίνει σε αυτό το πρώιμο στάδιο το κατά πόσο ενεπλάκη το Σκάφος ή οποιοσδήποτε άλλος Εναγόμενος στο ατύχημα, ούτε θα κρίνει στο στάδιο τούτο κάτι τέτοιο.
Με βάση τα όσα υποστηρίχθηκαν από πλευράς των Εναγομένων/Αιτητών, δεν αποκαλύπτεται οποιαδήποτε βάση αγωγής εναντίον των Εναγομένων σε σχέση με το τροχαίο δυστύχημα. Όπως γίνεται αντιληπτό, η πιο πάνω θέση παραπέμπει στις πρόνοιες της Δ.27, θ.3 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών.
Στους Θεσμούς Ναυτοδικείου δεν ρυθμίζεται το θέμα της διαγραφής δικογράφου. Ακολουθείται, επομένως, κατά τα προβλεπόμενα από τον Κανονισμό 237[1] η πρακτική του Τμήματος Ναυτοδικείου του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας στο βαθμό που αυτή μπορεί να εφαρμοστεί. Η πρακτική αυτή είναι εκείνη που ίσχυε κατά την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας (βλ. Nigeria Produce Marketing Co. Ltd and Another v. Sonora Shipping Co. Ltd and Another (1979) 1 C.L.R. 395, Asimenos v. Chrysostomou and Another (1982) 1 C.L.R., Fasili & Others v. "Sun Boat" (1984) 1 C.L.R. 679).
Με βάση τις διατάξεις του Κανονισμού 237 ισχύει εδώ και εφαρμόζεται η δικονομική διάταξη O. 25, r. 4 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών η οποία αντιστοιχεί με τη Δ.27, θ.3 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών.
Σύμφωνα με τη Δ.27, θ.3 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας το Δικαστήριο έχει διακριτική ευχέρεια να απορρίψει μια αγωγή όταν αυτή δεν αποκαλύπτει καλή βάση αγωγής ή είναι επιπόλαιη ή ενοχλητική (frivolous or vexatious)[2]. Όπως έχει νομολογηθεί, η εξουσία αυτή του Δικαστηρίου ασκείται με εξαιρετική φειδώ[3] και η διαγραφή δικογράφου συνιστά εξαιρετικό μέτρο που δικαιολογείται μόνο εφόσον το δικόγραφο κρίνεται αναντίλεκτα ανυπόστατο, η δε εξέταση του γίνεται αποκλειστικά με βάση το περιεχόμενο του και τις αντικειμενικές συνέπειες που συνεπάγεται η τεκμηρίωση των ισχυρισμών που προβάλλονται σ΄ αυτό[4].
Οι προϋποθέσεις που το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη στην έκδοση του δραστικού μέτρου απόρριψης αγωγής, συνοψίστηκαν στην υπόθεση Λοΐζος Λουκά & Υιοί Λτδ ν. Εθνικής Τράπεζας (1999) 1 Α.Α.Δ. 1316 ως ακολούθως:
«Προκύπτει από την εξέταση της Νομολογίας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν στέργει σε ικανοποίηση αιτήματος για απόρριψη Αγωγής, για το λόγο που προβλήθηκε, παρά μόνο στην περίπτωση που διαπιστώνεται ότι (1) Πράγματι το δικόγραφο του Ενάγοντα δεν περιέχει έξω από κάθε αμφιβολία, αιτία Αγωγής, και (2) η αγωγή δεν μπορεί να διασωθεί ύστερα από τροποποίηση που μπορεί νόμιμα το Δικαστήριο να επιτρέψει. Διαφορετικά θα ήταν κενό γράμμα το συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα εκάστου να προσφύγει στο Δικαστήριο για διάγνωση των δικαιωμάτων του σε συγκεκριμένη διαφορά.»
Στην υπόθεση (1992) 1 A.A.Δ. 1119, στη σελ.1121 αναφέρονται συγκεκριμένα τα εξής ως προς την άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου δυνάμει της Δ.27, θ.3.:
«Η απόφανση για ανυπαρξία εύλογης αιτίας αγωγής οδηγεί αναπόδραστα στον οριστικό τερματισμό της διαδικασίας. Δικαιολογείται αυτός ο τερματισμός μόνο όταν το δικόγραφο, στην περίπτωση αυτή, το ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, είναι αναντίλεκτα ανυπόστατο (βλ. In Re Pelmaco Development Ltd (1991) 1 A.A.Δ. 246). Εντοπισμός κάποιας αιτίας αγωγής ή έστω κάποιου ζητήματος κατάλληλου για εκδίκαση από το Δικαστήριο, επιβάλλει τη διατήρηση της διαδικασίας στη ζωή όσο και αν η προοπτική επιτυχίας εμφανίζεται απομακρυσμένη. Βλ. Costas Mavromoustaki v. Iacovos N. Yeroudes as executor of the will of the deceased Spyros Michaelides (1965) 1 C.L.R. 176, Michael Papamichael v. Clitos Chaholiades (1970) 1 C.L.R. 305».
Η δικογραφία οφείλει να διαγράψει εύλογη αιτία αγωγής. Η απουσία εύλογης αιτίας, όταν κάτι τέτοιο προκύπτει ξεκάθαρα, οδηγεί σε απόρριψη της αγωγής (βλ. Λοΐζος Λουκά & Υιοί Λτδ ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ανωτέρω)).
Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης όσων έπονται κρίνεται σκόπιμη η αναφορά στις βάσεις αγωγής που, όπως υποστηρίχθηκε από τους Εναγόμενους/Αιτητές, προβάλλονται στην παρούσα Αγωγή. Η μια βάση αγωγής αφορά τις αξιώσεις του Ενάγοντα που, όπως προβάλλεται, προκύπτουν από τη σχέση εργοδότη - εργοδοτουμένου που είχε με τους Εναγόμενους και αφορά σε κατ'ισχυρισμό οφειλόμενους/δεδουλευμένους μισθούς, άδειες και ωφελήματα βάσει ασφαλιστικής κάλυψης, ενώ η δεύτερη αφορά αξιώσεις οι οποίες προκύπτουν από τροχαίο δυστύχημα που είχε ο Ενάγων στο Ισραήλ.
Με το Κλητήριο Ένταλμα αξιώνονται:
1. Ευρώ 30.000 που αντιπροσωπεύει τους δεδουλευμένους μισθούς του Ενάγοντα καθώς και άλλα ωφελήματα για την υπηρεσία του Ενάγοντα ως μάγειρα επί του Εναγόμενου σκάφους μέχρι και την 25/05/2019.
2. Γενικές και Ειδικές αποζημιώσεις, για σωματικές βλάβες και απώλειες που ο Ενάγοντας υπέστη συνέπεια ατυχήματος που επεσυνέβη κατά ή περί την 18/10/2018 ενώ βρισκόταν στην υπηρεσία και/ή εργοδότηση του Εναγόμενου σκάφους και/ή συνέπεια αμελείας των Εναγόμενων και/ή των υπηρετών των και/ή των αντιπροσώπων των και/ή άλλως πως.
Στην Αναφορά η οποία καταχωρήθηκε στη συνέχεια οι δύο βάσεις αγωγής που προβάλλονται συνοψίζονται στις Παραγράφους 1 και 29 ως ακολούθως:
«1. Η αξίωση του Ενάγοντα είναι για μισθούς και άλλα ωφελήματα για τις υπηρεσίες του επί του Εναγομένου Σκάφους "Gloria Teresa", καθώς και για ζημιές και απώλειες που υπέστη συνεπεία δυστυχήματος που επεσυνέβη κατά την διάρκεια της εργοδότησης του επί του Εναγόμενου Σκάφους και κατά την άσκηση των ανατεθέντων από τους εργοδότες του καθηκόντων του.
29. Οι Εναγόμενοι χωρίς εύλογη αιτία αρνούνται και/ή αμελούν και/ή καθυστερούν να καταβάλουν στον Ενάγοντα τους οφειλόμενους μισθούς και ωφελήματά του, καθώς και τις αποζημιώσεις που ο Ενάγοντας δικαιούται για τις ζημιές και απώλειες που έχει υποστεί συνεπεία του δυστυχήματος που επεσυνέβη στις 18/10/2018 κατά την διάρκεια της εργοδότησής του και κατά την άσκηση των ανατεθέντων από τους εργοδότες καθηκόντων του».
Όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, οι Εναγόμενοι/Αιτητές επιδιώκουν τη διαγραφή του Παρακλητικού 2 του Κλητηρίου Εντάλματος, των Παραγράφων 19-24 της Αναφοράς και το μέρος της Παραγράφου 29 που αρχίζει από τη λέξη «καθώς» μέχρι το τέλος της Παραγράφου, καθώς και του Παρακλητικού (α) της Αναφοράς.
Στο Παρακλητικό (α) της Παραγράφου 30 της Αναφοράς, προβάλλεται αξίωση για:
«(α) γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για τις σωματικές βλάβες και την ταλαιπωρία που έχει υποστεί καθώς και απώλεια εισοδημάτων λόγω της μόνιμης και/ή μερικής ανικανότητάς του και/ή άλλως πως».
Όπως προκύπτει, μετά τον περιορισμό της Αίτησης οι Εναγόμενοι/Αιτητές δεν αιτούνται πλέον τη διαγραφή του συνόλου της Αγωγής και την καθολική απόρριψη της, αλλά των παραγράφων εκείνων της Αναφοράς, στο μέτρο και στο βαθμό, που αφορούν το τροχαίο δυστύχημα.
Με δεδομένο, ωστόσο, ότι εκείνο που επιδιώκεται μέσω της υπό κρίση Αίτησης, όπως αυτή έχει περιοριστεί, είναι η διαγραφή της μίας βάσης αγωγής από τις δύο που προβάλλονται, λόγω της ανυπαρξίας αγώγιμου δικαιώματος, είναι σαφές ότι η Δ.27, θ.3 δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής.
Είναι σημαντικό στο σημείο αυτό να επισημάνουμε ότι η Δ.27, θ.3 αφορά την εξουσία του Δικαστηρίου να διατάξει τη διαγραφή ολόκληρου του δικογράφου ή τον παραμερισμό της αγωγής, όταν δεν αποκαλύπτεται αγώγιμο δικαίωμα, σε αντίθεση με τη Δ.19, θ.26[5] η οποία αφορά τη μερική διαγραφή αυτού. Η Δ.19, θ.26 στοχεύει στη συμμόρφωση των διαδίκων με τους κανόνες σύνταξης δικογράφων. Και τούτο διότι η Δ.19 περιέχει τους κανόνες σύνταξης δικογράφων και ο θ.26 αυτής αποτελεί γενική πρόνοια προς εφαρμογή των ειδικότερων κανόνων της Δ.19 (".a general provision for enforcing the preceding Rules", Annual Practice 1958, σελ. 477)[6]. Η εν λόγω διάταξη επιτρέπει τη διαγραφή δικογράφου, το οποίο είναι μη αναγκαίο ή σκανδαλώδες ή τείνει να προκαταλάβει ή να εμβάλει σε αμηχανία ή να επηρεάσει και να καθυστερήσει τη δίκαιη εκδίκαση της αγωγής.
Στην υπόθεση Σιακόλας v. Federal Bank of Lebanon (SAL) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1338 λέχθηκαν τα ακόλουθα αναφορικά με τη Δ.19, θ.26:
«Η ερμηνεία της διαταγής αυτής δεν παρουσιάζει δυσκολία. Είναι καθαρό από τη φρασεολογία της ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου περιορίζεται στη διαγραφή μέρους των δικογράφων και όχι ολόκληρης της αγωγής, όπως υποστήριξε ο δικηγόρος του εφεσείοντα. Εξάλλου η σχετική αίτηση πρέπει να υποβάλλεται ταχέως (promptly) και κατά κανόνα προτού κλείσουν τα δικόγραφα. Η ερμηνεία που δίδουμε συνάδει και με τη νομολογία και την πρακτική που ακολουθείται από τα Αγγλικά Δικαστήρια, με βάση την αντίστοιχη αγγλική Δ.19 θ.27 πριν από την τροποποίησή της. (Βλ Supreme Court Practice 1958)».
(Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Όπως είναι νομολογημένο, ένα δικόγραφο το οποίο εκθέτει δύο βάσεις αγωγής δεν μπορεί να διαγραφεί με το δικαιολογητικό ότι η μία εξ αυτών μπορεί να μην αποκαλύπτει εύλογη αιτία αγωγής.
Σχετική είναι η πιο κάτω περικοπή από το Σύγγραμμα Bullen & Leake & Jacob's, Precedents of Pleadings, 12η Έκδοση, σελ. 144, με παραπομπή στην απόφαση Grosvenor v. White (1889) 61 L.T. 663:
"A statement of claim setting out two causes of action will not be struck out because one of them may be bad."
Ζήτημα διαγραφής μέρους του δικογράφου θα μπορούσε, λοιπόν, να εξεταστεί μόνο βάσει της Δ.19, θ.26 και νοουμένου ότι υφίσταντο οι προϋποθέσεις οι οποίες καθορίζονται στην εν λόγω Διάταξη. Δεν ήταν, όμως, τέτοια η στόχευση και η όλη προσέγγιση από πλευράς των Αιτητών, εφόσον σε κανένα σημείο της Αίτησης και, στη συνέχεια, της αγόρευσής τους και της όλης επιχειρηματολογίας τους, δεν προώθησαν το αίτημα τους στη βάση των όσων διαλαμβάνονται στη Δ.19, θ.26.
Η πιο πάνω διαπίστωση είναι καθοριστική για την τύχη της υπό κρίση Αίτησης, η οποία δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να επιτύχει.
Κατ' ακολουθίαν των πιο πάνω, η Αίτηση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των Αιτητών/Εναγομένων 1, 2 και 4 και υπέρ του Ενάγοντα/Καθ΄ου η Αίτηση, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και τα οποία να είναι καταβλητέα στο τέλος της διαδικασίας.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
Δ.
[1] 237. In all cases not provided by these Rules, the practice of the Admiralty Division of the High Court of Justice of England, so far as the same shall appear to be applicable, shall be followed.
[2] Η Δ.27, θ.3 προνοεί τα ακόλουθα:
"The Court may order any pleading to be struck out on the ground that it discloses no reasonable cause of action or answer, and in any such case or in case of the action or defence being shown by the pleadings to be frivolous or vexatious the Court may order the action to be stayed or dismissed, or judgement to be entered accordingly as may be just.".
[3] Δέστε In re Pelmako Development Ltd (1991) 1 A.Α.Δ. 246.
[4] Δέστε Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού - Αμαθούντος ν. Κυπριακή Δημοκρατία (2007) 1 Α.Α.Δ. 21.
[5] 26. The Court or a Judge may, at any stage of the proceedings, order to be struck out or amended any matter in any indorsement or pleading which may be unnecessary or scandalous or which may tend to prejudice, embarrass, or delay the fair trial of the action.
[6] Δέστε Southfields Industrial v. M/V "ADRIATICA K" (1989) 1 C.L.R. 301, όπου λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα:
"Rule 27 of Order 19 is a general provision for enforcing the rules set out in Order 19. Its ambit of operation is limited.
The Court refrains from dictating to parties how they should frame their case. The parties, however, must not offend against the rules of pleadings, which are laid down by the law.
Browen, L.J., in Knowles v. Roberts 38 Ch.D. p.270, said:
The rule that the Court is not to dictate to parties how they should frame their case, is one that ought always to be preserved sacred. But that rule is, of course, subject to this modification and limitation, that the parties must not offend against the rules of pleading which have been laid down by the law; and if a party introduces a pleading which is unnecessary, and it tends to prejudice, embarrass and delay the trial of the action, it then becomes a pleading which is beyond his right".
Wholly immaterial matter which raises irrelevant issues, which may involve expense, trouble and delay, are struck out, as they will prejudice the fair trial of the action (see Rassam v. Budge, [1893] 1 QB 571; Liardet v. Hammond Electric Light Co, 31 W.R. 710; Mudge v. Penge U.D.C., 85 L.J. Ch. 814, C.A.; 32 T.L.R. 354, 417; Davy v. Garrett 7 Ch. D. 473)."