ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:DOD:2023:9
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 4/2022)
23 Φεβρουαρίου, 2023
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/στές]
Α.Π.
Εφεσείουσα,
ν.
1. Π.Π.
2. ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
Εφεσιβλήτων.
---------
Αλ. Κληρίδης για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την εφεσείουσα
Καμιά εμφάνιση, για τον εφεσίβλητο 1
Κα Νικ. Χαραλαμπίδου για Νικολέττα Χαραλαμπίδου ΔΕΠΕ, για την εφεσίβλητη 2
-------------------
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την Δ. Σωκράτους, Δ.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.: Η εφεσείουσα (στο εξής η μητέρα) και ο εφεσίβλητος 1 (στο εξής ο πατέρας) απέκτησαν από το γάμο τους, ο οποίος έχει διαλυθεί, ένα παιδί τον ΦΠ, ο οποίος γεννήθηκε το 2014.
Με εκ συμφώνου διάταγμα ημερ. 23/12/16 στην αίτηση αρ. 217/14, την οποία είχε καταχωρήσει η μητέρα, της ανατέθηκε η φύλαξη και φροντίδα του παιδιού και καθορίστηκε ως τόπος διαμονής του ανηλίκου, ο εκάστοτε τόπος διαμονής της.
Με μεταγενέστερο, και πάλιν εκ συμφώνου, διάταγμα ημερ. 2/6/2017 σε Αίτηση που καταχώρησε η μητέρα (υπ' αρ. 257/17) ακυρώθηκε το προηγούμενο διάταγμα και με το νέο ανατίθετο στην ίδια η αποκλειστική γονική μέριμνα του ανηλίκου και ο καθορισμός του τόπου διαμονής του, ως ο εκάστοτε τόπος διαμονής της.
Ακολούθησε η καταχώρησης τρίτης Αίτησης, αυτή τη φορά από τον πατέρα (υπ' αρ. 335/2018) με την οποίαν εξαιτείτο την τροποποίηση των προηγούμενων διαταγμάτων και την ανάθεση σε αυτόν της αποκλειστικής γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας του παιδιού και διαζευκτικώς προς τα ανωτέρω τη ρύθμιση της επικοινωνίας του με το ανήλικο παιδί τους.
Στην ίδια κύρια Αίτηση καταχωρήθηκε και μονομερής εκ μέρους του πατέρα για ρύθμιση της επικοινωνίας με το παιδί τους, στην οποία κατόπιν ακρόασης, αφού υπήρξε ένσταση εκ μέρους της μητέρας, εξεδόθηκε στις 20/12/2018 προσωρινό διάταγμα, με τις ακόλουθες πρόνοιες:
«1. Το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα επικοινωνίας του Αιτητή με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων Φ, στο Γραφείο Ευημερίας, κάθε Δευτέρα και Πέμπτη από η ωρα 2.00 μ.μ. έως η ώρα 4.00 μ.μ.
Δεν απαγορεύεται η Καθ'ης η αίτηση να είναι παρούσα για να βοηθήσει στην πραγμάτωση της επικοινωνίας.
Η καθ΄ης αίτηση διατάσσεται να μεταφέρει τον ανήλικο κατά τις ημέρες και τις ώρες, που έχει αναφερθεί πιο πάνω.
Το πιο πάνω διάταγμα επικοινωνίας θα αρχίσει να ισχύει από τις 27/12/18.
Το παρόν διάταγμα θα ισχύει μέχρι την πλήρη αποπεράτωση της κυρίως αίτησης ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.»
Το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα με τη σύμφωνο γνώμη των συνηγόρων των διαδίκων, διόρισε την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, ούσα το Ανεξάρτητο Θεσμικό Όργανο του Κράτους, το οποίο θεσμοθετήθηκε από τον περί Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού Νόμο (Ν. 74(Ι)/2007), ως αντιπρόσωπο του ανηλίκου, με σκοπό την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του.
Η Επίτροπος, εντός των πλαισίων των αρμοδιοτήτων της, καταχώρησε ενδιάμεση αίτηση τροποποίησης του ανωτέρω διατάγματος, αιτούμενη
(α) τον καθορισμό της διεύθυνσης του γραφείου ευημερίας στο οποίο θα παραδίδετο το παιδί
(β) το παιδί να παραδίδεται σε αρμόδια λειτουργό και
(γ) να διατάσσεται η μητέρα όπως να μην είναι παρούσα κατά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του Αιτητή με τον Ανήλικο.
Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης των όσων ακολουθούν μεταφέρεται αυτούσιο το αιτητικό:
«(Α) Διάταγμα με το οποίο να επιτρέπεται η τροποποίηση του Διατάγματος του Οικογενειακού Δικαστηρίου ημερομηνίας 20/12/18, και το οποίο ρυθμίζει προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του Αιτητή στην κυρίως αίτηση ως ακολούθως:
1. Με την προσθήκη, στην πρώτη παράγραφο του Διατάγματος, μετά τη φράση «στο Γραφείο Ευημερίας» της φράσης «επί της οδού Αγίου Ιλαρίωνος 66, 1026 Λευκωσία», έτσι ώστε η πρώτη παράγραφος να διαβάζεται ως εξής στο σύνολο της:
(ο τονισμός υπήρχε στην αίτηση)
«Εκδίδεται προσωρινό διάταγμα επικοινωνίας του Αιτητή με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων Φ., στο Γραφείο Ευημερίας που βρίσκεται στην οδό Αγίου Ιλαρίωνος αρ. 66, 1066 Λευκωσία, κάθε Δευτέρα και Πέμπτη από η ώρα 1.00 μ.μ. έως η ώρα 3.00 μ.μ»
Με την αντικατάσταση της δεύτερης παραγράφου, με την ακόλουθη νέα παράγραφο:
«Η Καθ' ης η αίτηση διατάσσεται να παραδίδει το ανήλικο τέκνο των διαδίκων στον/στην αρμόδια λειτουργό των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας κατά τις προβλεπόμενες στην πρώτη παράγραφο ημέρες και ώρες και να το παραλαμβάνει κατά τη λήξη της επικοινωνίας από τον/την αρμόδια λειτουργό. Η Καθ' ης η αίτηση διατάσσεται όπως δεν είναι παρούσα κατά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του Αιτητή με τον ανήλικο.»
2. Με τη διαγραφή της τρίτης παραγράφου αυτού.»
Μετά από ακρόαση της ως άνω ενδιάμεσης αίτησης το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκρινε πως είχε επέλθει διαφοροποίηση των περιστάσεων υπό τις οποίες εκδόθηκε το διάταγμα ημερ. 20/12/2018, η οποία δικαιολογούσε την τροποποίηση του, γι' αυτό εξέδωσε διατάγματα ως η Αίτηση, με αποτέλεσμα το διάταγμα επικοινωνίας να έχει το ακόλουθο περιεχόμενο:
«ΕΚΔΙΔΕΤΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ επικοινωνίας του Αιτητη με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων στο Γραφείο Ευημερίας που βρίσκεται στην οδό Αγίου Ιλαρίωνος 66, 1026 Λευκωσία, κάθε Δευτέρα και Πέμπτη από η ώρα 1.00 μ.μ. έως η ώρα 3.00 μ.μ.»
Η καθ' ης η αίτηση ΔΙΑΤΑΣΣΕΤΑΙ να παραδίδει το ανήλικο τέκνο των διαδίκων στον/στην αρμόδια λειτουργό των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας κατά τις προβλεπόμενες στην πρώτη παράγραφο ημέρες και ώρες και να το παραλαμβάνει κατά τη λήξη της επικοινωνίας από τον/την αρμόδια λειτουργό. Η καθ' ης η αίτηση ΔΙΑΤΑΣΣΕΤΑΙ όπως δεν είναι παρούσα κατά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του Αιτητή με τον ανήλικο.»
Με επτά λόγους έφεσης προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με κύριο άξονα όλων να αποτελεί η κρίση περί του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα με το ανήλικο. Κρίση η οποία εκφράστηκε με την απόφαση ημερ. 20/12/2018, η οποία όμως δεν εφεσιβλήθη και δεν μπορεί τούτη η κρίση να αποτελεί αντικείμενο εξέτασης της κρινόμενης έφεσης.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ενώπιον μας, ο συνήγορος της εφεσείουσας - ο οποίος είναι άλλος από τον συντάξαντα το εφετήριο - περιόρισε την έφεση σε δύο από τους λόγους αυτής, (πρώτο και τέταρτο) επισημαίνοντας τα εξής δύο σημεία τα οποία, ως ο ισχυρισμός του, κατ' εσφαλμένη κρίση αποφασίσθηκαν (α) Να μην είναι παρούσα η μητέρα κατά την επικοινωνία του πατέρα με το ανήλικο, (β) Να υποχρεούται η μητέρα να παραδίδει το ανήλικο σε συγκεκριμένο λειτουργό.
Προτού ασχοληθούμε με τα προταθέντα από τους συνηγόρους των διαδίκων κρίνουμε σκόπιμο να επισημάνουμε πως δυνάμει του Άρθρου 5(1)(α) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν. 216/1990) στο εξής ο Νόμος, η γονική μέριμνα ασκείται από κοινού από τους γονείς.
Το περιεχόμενο της καθορίζεται στο εδάφιο (1)(β) του Άρθρου 5 του Νόμου και περιλαμβάνει τον προσδιορισμό του ονόματος, την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του.
Όπως προνοείται στα Άρθρα 5 και 9 του Νόμου, η επιμέλεια του τέκνου αποτελεί μια πτυχή της γονικής μέριμνας και περιλαμβάνει την ανατροφή, επίβλεψη, διαπαιδαγώγιση, εκπαίδευση και τον προσδιορισμό του τόπου διαμονής του τέκνου.
Σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας και εάν το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει τη λήψη απόφασης, το ζήτημα ρυθμίζεται από το Δικαστήριο κατόπιν αίτησης οποιουδήποτε των γονέων (Άρθρο 7 του Νόμου).
Γνώμονας πάντοτε παραμένει πως κατά τη ρύθμιση τέτοιων ζητημάτων, η απόφαση του Δικαστηρίου πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον και ευημερία του τέκνου (αρ. 6(2)(α) του Νόμου Σοφοκλέους ν. Τσεσμέλογλου (2006) 1 ΑΑΔ 1153).
Πρόσθετα, επισημαίνουμε πως το δικαίωμα επικοινωνίας του παιδιού με τους γονείς του, εκτός εάν κάτι τέτοιο δεν είναι προς το συμφέρον του καθώς και το δικαίωμα επικοινωνίας των γονέων με το παιδί τους, έχει επίσης αναγνωριστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ότι εμπίπτει στο δικαίωμα της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής που προστατεύεται από το Άρθρο 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει τις θετικές υποχρεώσεις του κράτους για αποτελεσματική εφαρμογή των δικαιωμάτων γονέων με τα παιδιά τους στο πλαίσιο του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ (Ribic v. Croatia, no. 27148/12 par. 88-89 and 95-95, 2 April, 2015).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο τροποποιώντας το διάταγμα, με διαταγή αποκλεισμού της μητέρας κατά τη συνάντηση πατέρα-ανηλίκου, το έπραξε αφού έλαβε υπόψη σημαντικά δεδομένα, όπως: Την άρνηση της μητέρας να συμμορφωθεί με το διάταγμα επικοινωνίας του 2018, η οποία οδήγησε στην καταδίκη της για παρακοή διατάγματος Δικαστηρίου, στην καταχώρηση και άλλων τέτοιων αιτήσεων εκ των οποίων άλλες εκκρεμούν και άλλες απεσύρθησαν, και πως κάθε προσπάθεια για εφαρμογή του διατάγματος, όπως συναντήσεις σε πάρκα, δεν τελεσφόρησαν. Έκρινε, χωρίς αυτό να αμφισβητείται πως: «Ήδη, και δεν είναι κρυφό, υπάρχει το τείχος της γονεϊκής αποξένωσης. Όλες οι προσπάθειες άρσης του τείχους αποξένωσης του πατέρα έχουν αποτύχει. Υπάρχει η λεγόμενη «νέκρωση γονέα».
Επικροτώντας όσα το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε επισημαίνουμε πως με την επιτευχθείσα τροποποίηση εξαλείφεται η ασάφεια του διατάγματος και αποκαθίσταται η αποτελεσματικότητα του αφού καθορίζεται πλέον συγκεκριμένο γραφείο ούτως ώστε ο τόπος παράδοσης του παιδιού να μην είναι ασαφής με κίνδυνο να προκαλέσει εύλογο λόγο και/ή δικαιολογία για μη συμμόρφωση με το διάταγμα.
Είναι αρκετό να επισημανθεί πως με την ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση της Επιτρόπου αναφέρθηκε ότι στη Λευκωσία λειτουργούν πέντε γραφεία Ευημερίας, γεγονός το οποίο παραδέχθηκε η εφεσείουσα με την ένορκη δήλωση που συνόδευε την ένσταση της, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά πως αυτή η ασάφεια προκάλεσε προβλήματα επικοινωνίας. Ανέφερε σχετικά πως «Συγκεκριμένα λόγω της ασάφειας του τόπου παράδοσης-παραλαβής του ανηλίκου και δή σε ποιό παράρτημα του Γραφείου Ευημερίας έπρεπε να γίνεται αυτή η επικοινωνία του κ. Π. με τον ανήλικο δεν έγινε ποτέ.» Η υποχρέωση δε της μητέρας να παραδίδει το παιδί σε αρμόδιο λειτουργό επίσης εξασφαλίζει, πέραν της ασφάλειας του παιδιού αφού αυτό δεν θα «αφήνεται» σε κάποιο γραφείο, και την απόδειξη του γεγονότος ότι η μητέρα συμμορφώθηκε με το διάταγμα.
Οι σχέσεις των διαδίκων είναι τέτοιας μορφής και τέτοιας έκτασης τεταμένες που η οποιαδήποτε ασάφεια του διατάγματος θα υποσκάπτει το ίδιο το διάταγμα και θα πυροδοτεί αντιδράσεις και προφάσεις ανυπακοής. Ήδη, όπως μας έχει λεχθεί, ούτε το αρχικό, ούτε το τροποποιηθέν διάταγμα τηρείται με αποτέλεσμα ο πατέρας να μην έχει επικοινωνία με το οκτάχρονο σήμερα παιδί του.
Συνεπώς ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε και προέβη στην τροποποίηση του διατάγματος.
Μας έχει προβληματίσει η πρόνοια του διατάγματος, η οποία αποτέλεσε τον πυρήνα του τέταρτου λόγου έφεσης, ήτοι οι ώρες της επικοινωνίας οι οποίες ως έχουν καταγραφεί είναι μεταξύ 1.00 μ.μ-3.00 μ.μ. Η ανησυχία του συνηγόρου της εφεσείουσας, όπως εκφράσθηκε, ήταν πως οι ώρες αυτές θα την εμπόδιζαν να τηρήσει το χρονοδιάγραμμα αυτό δεδομένου, πως ο ανήλικος, όντας μαθητής δημοτικού σχολνούσε η ώρα 1.05 μ.μ και εκ των πραγμάτων ήταν αδύνατη η συμμόρφωση με τις τεθείσες ώρες.
Αν και ο συνήγορος της εφεσείουσας δεν προώθησε στο τέλος το θέμα των ωρών και περιορίστηκε στα δύο θέματα που καταγράφηκαν στην αρχή της απόφασης, αντιλαμβανόμαστε τη δυσχέρεια αυτή πλην όμως παρατηρούμε τα ακόλουθα: Με την αίτηση τροποποίησης ζητήθηκε η διαφοροποίηση των ωρών έναρξης και λήξης της επικοινωνίας με την αιτιολογία ότι ήταν «ορθότερο όπως οι ώρες επικοινωνίας τροποποιηθούν έτσι ώστε αυτή να πραγματοποιείται κατά τις συγκεκριμένες μέρες της εβδομάδας από την 1.00 μ.μ. έως η ώρα 3.00 μ.μ. ωρες οι οποίες βρίσκονται στο ωράριο εργασίας των λειτουργών των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας.»
Η εφεσείουσα με την ένορκη δήλωση της, επιβεβαίωσε ότι δεν είχε ένσταση στην τροποποίηση αυτή και συνεπώς δεν δικαιούται να προσβάλλει ως εσφαλμένο κάτι το οποίο αποδέχθηκε, και κάτι το οποίο δεν προώθησε πρωτοδίκως.
Θα θέλαμε με την παρούσα απόφαση μας να υπενθυμίσουμε στους γονείς το αυτονόητο, ότι το παιδί δεν αποτελεί το μέσο για επίλυση των μεταξύ τους διαφορών, τις οποίες πρέπει να παραμερίσουν προς όφελος και εξυπηρέτηση των συμφερόντων του. Το παιδί πρέπει και δικαιούται να έχει μια υγιή σχέση με αμφότερους τους γονείς του για τη σωστή και ολοκληρωμένη ανάπτυξη της προσωπικότητας του.
Συνεπώς η έφεση, απορρίπτεται.
Σύμφωνα με τον Καν. 6 του περί Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού/Διορισμός Επιτρόπου από το Δικαστήριο ως Αντιπρόσωπος Παιδιού) Διαδικαστικός Κανονισμός 3/2014, στην Επίτροπο δεν καταβάλλονται ούτε επιδικάζονται εναντίον της έξοδα. Συνεπώς κάθε διάδικος να επιβαρυνθεί τα έξοδα του.
Κ. Σταματίου, Δ.
Χ. Μαλαχτός, Δ.
Δ. Σωκράτους, Δ.
/Κας