ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Σωκράτους, Δώρα Σάντης, Νικόλας Ι. Κολιανδρής, για Λ. Λουκαΐδου-Θεοφάνους Δ.Ε.Π.Ε., για την Αιτήτρια. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2023-02-15 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΝΝΑΡΗ κ.α. v. ΛΙΖΑΣ ΛΟΥΚΑΪΔΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 35/2014, , 15/2/2023 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2023:A53

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                (Πολιτική Έφεση Αρ. 35/2014)

(σχ. με 251/2014)

 

15 Φεβρουαρίου, 2023

 

[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]

 

 

ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΝΝΑΡΗ

 

Εφεσείων/Ενάγων,

 

ν.

 

ΛΙΖΑΣ ΛΟΥΚΑΪΔΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ

                            

Εφεσίβλητης/Εναγόμενης,

 

......

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 251/2014)

σχ. με 35/2014)

ΛΙΖΑΣ ΛΟΥΚΑΪΔΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ

 

                                                                    Εφεσείουσα/Εναγόμενη 1,

 

ν.

 

1. ΛΕΩΝΙΔΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

 

Εφεσίβλητου/Ενάγοντα,

 

2. ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΝΝΑΡΗ

 

Εφεσίβλητου/Εναγόμενου 2.

Μονομερής Αίτηση Ημερομηνίας 2.12.22

για Επανάνοιγμα Έφεσης

 

 

 

Ι. Κολιανδρής, για Λ. Λουκαΐδου-Θεοφάνους Δ.Ε.Π.Ε., για την Αιτήτρια.

 

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί

από τον Σάντη, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Η Λίζα Λουκαΐδου-Θεοφάνους, διάδικος στις υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό εφέσεις («η Αιτήτρια»), εξαιτείται με την υπό κρίση μονομερή αίτηση ημερομηνίας 2.12.22 («η Αίτηση»), άδεια του Εφετείου για επανάνοιγμα των εφέσεων με σκοπό την ακύρωση ή και παραμερισμό της απόφασης στην Θεοφάνους ν. Γεωργίου και Άλλου, Π.Ε. 251/14, ημ. 27.1.22, ECLI:CY:AD:2022:D54η Έφεση») εν σχέσει προς τον υπολογισμό των εξόδων που η Αιτήτρια καλείται πλέον, ως ισχυρίζεται, να καταβάλει εξαιτίας εφετειακής απόφασης «. στους Εφεσίβλητους, χωρίς να έχει καθοριστεί η κλίμακα στην οποία θα πρέπει να γίνει αυτός ο υπολογισμός και/ή της απόφασης του Δικαστηρίου να εγκρίνει τον υπολογισμό του Αρχιπρωτοκολλητή των εν λόγω εξόδων στην κλίμακα των €100.000-€500.000» (η περικοπή είναι αυτούσια ως και όσες ακολουθούν).

        Η Αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της Αιτήτριας στην οποία, με παραπομπή σε σειρά τεκμηρίων, υποστηρίζονται οι λόγοι για τους οποίους τούτη πιστεύει ότι «. είναι ορθό και δίκαιο και για σκοπούς ορθής απονομής της δικαιοσύνης .» να επιτραπεί το επανάνοιγμα των εφέσεων.

        Κύριος άξονας της επιχειρηματολογίας τής Αιτήτριας είναι πώς «. ο Πρωτοκολλητής λανθασμένα υπολόγισε τα έξοδα του Εφεσίβλητου 1 στην κλίμακα €100.000-€500.000 .» εφόσον δεν υπήρχε ενώπιον του, κατά προσδιορισμένο τρόπο, η αξία του επίδικου θέματος «. και συνεπώς η κλίμακα €100.000-€500.000 χρησιμοποιήθηκε αυθαίρετα και λανθασμένα .», με παρεπόμενο, κατά τη σκέψη τής Αιτήτριας, αυτή να πρέπει να πληρώσει ένα «. λανθασμένο ποσό προς τον Εφεσίβλητο 1».

        Προσθέτει η Αιτήτρια ανάμεσα σε πολλά άλλα (στα οποία δεν χρειάζεται να επεκταθούμε για λόγους που θα διαφανούν), πως δεν μπορεί να παραβλεφθεί ως κατ' ουσίαν ενισχυτικό της προτασσόμενης θέσης, ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου («το Πρωτόδικο Δικαστήριο) επεσήμανε αποτυπώνοντας τη συλλογιστική του (για το αν θα έπρεπε να επιδικάσει ή όχι έξοδα στην υπόθεση), πως, ανάμεσα σε άλλους γνώμονες, η κλίμακα της αγωγής παρέμενε άγνωστη «. με βάση το τελικό ποσό των λογαριασμών .», κρίνοντας τελικώς το Πρωτόδικο Δικαστήριο όπως «. κάθε διάδικος να αναλάβει τα έξοδα του .».  

        Αποτιμήσαμε καθετί που μας τέθηκε, στην πλήρη του μορφή.

        Το ίδιο, και την αγόρευση του δικηγόρου.

        Δεν θεωρούμε πως συντρέχουν λόγοι για τελεσφόρηση της Αίτησης.

        Κατ' αρχάς, τα γεγονότα διαφέρουν κατά παρασάγγας από εκείνα στις αποφάσεις στις οποίες μας παρέπεμψε η Αιτήτρια, μεταξύ των οποίων και η locus classicus απόφαση επί του θέματος, Δημοκρατία ν. Πουλλή (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 1060, όπου η Πλήρης Ολομέλεια καθόρισε αυθεντικώς πως:

«[...]Διαπιστώνουμε ότι παρέχεται στο δικαστήριο σύμφυτη δικαιοδοσία ακύρωσης διαταγής ή απόφασης, που εκδίδεται σε διαδικασία η οποία δεν επιδίδεται σε ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Αυτό ισχύει τόσο στην περίπτωση της έφεσης όσο και της αντέφεσης, που ακούονται χωρίς γνωστοποίηση της διαδικασίας σε κάθε διάδικο ή ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Η ακύρωση αποτελεί χρέος προς αποκατάσταση της δικαιοσύνης και το χρέος αυτό μπορεί να πληρωθεί είτε μετά από διάβημα ενδιαφερομένου προσώπου ή με πρωτοβουλία του ιδίου του δικαστηρίου».

 

        Η νομολογιακή τούτη στάση παραμένει διαχρονικώς άσειστη ως προς την αρχή που εκφράζει (Νίκολας ν. Κυπριακών Αερογραμμών Λτδ και Άλλων, Π.Ε. 43/07, ημ. 24.2.22, ECLI:CY:AD:2022:A75, Εκδόσεις «Αρκτίνος Λτδ» και Άλλου ν. Αγγελίδη, Π.Ε. 315/13, ημ. 20.7.21, ECLI:CY:AD:2021:A338, Δημοκρατία ν. Παντελή και Άλλων, Ε.Δ.Δ. 132/20, ημ. 29.9.21, Αναφορικά με την Εταιρεία Γεωργοκτηνοτροφική Εταιρεία Α/φοί Λύτρα Λίμιτεδ, Π.Ε. 112/18, ημ. 29.3.21, ECLI:CY:AD:2021:D111, Επί τοις Αφορώσι την Αίτηση της Κλεάνθους (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2967, ECLI:CY:AD:2016:D578, 2981-2994 [Πλήρης Ολομέλεια], Ρόπας ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 226, 234-241 [Πλήρης Ολομέλεια], Θεοδώρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 112, 114-115).

        Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο, επιδικάζοντας έξοδα «. υπέρ των Εφεσίβλητων και εναντίον της Εφεσείουσας .» - καθορίζοντας συνάμα πως αυτά έπρεπε «. να υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο .» - ενάσκησε σαφώς παρεχόμενη διακριτική ευχέρεια, και πάντως σε καμία περίπτωση κατά τρόπο που θα μπορούσε να καταστήσει την εφετειακή διαδικασία άκυρη ή εμπίπτουσα εντός των προειρημένων νομολογιακών αρχών.

        Αντί άλλης πρόσθετης αναφοράς, θεωρούμε πως τα όσα αναφέρθηκαν στην ΝΤ.Ν. ν. Ν.Ν., Έφεση 3/05, ημ. 14.4.20, αντανακλούν, εν είδει υπόμνησης, την πιο επίκαιρη μέχρι στιγμής νομολογιακή προσέγγιση στα επίμαχα πράγματα (περί εξόδων), με τις ανάλογες για ό,τι εδώ ισχύει και ενδιαφέρει αναπροσαρμογές. Η υπόθεση αφορούσε σε αίτηση του εφεσείοντα/αιτητή για «. διόρθωση της αρχικής απόφασης ημερομηνίας 23.3.2007 .» στις υπό εκδίκαση εφέσεις, ώστε «. να αναφέρει ρητά πως τα έξοδα της πρωτόδικης απόφασης επιστρέφονται στον Εφεσείοντα-Αιτητή». Το Εφετείο, με εντρύφηση σε προγενέστερη νομολογία, είπε και αυτά (η υπογράμμιση είναι δική μας):

«[...] Αναφορικά με την συμφυή εξουσία του Δικαστηρίου, σε σχέση με τα εξεταζόμενα θέματα, επαναλαμβάνουμε τα όσα λέχθηκαν στην σχετικά πρόσφατη απόφαση, Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφ. 15/19 ημερ. 23.10.2019:

.....................................

"Η νομολογία έχει ξεκαθαρίσει με σωρεία αποφάσεων της το εξεταζόμενο θέμα. Θα επαναλάβουμε τα όσα αποφασίστηκαν από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην XXX Χριστοδούλου άλλως XXX ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 226 προκειμένου, για μια ακόμη φορά, να τονιστεί η αντιμετώπιση στο νομικό μας σύστημα ζητημάτων όπως το υπό εξέταση, καθότι τελευταία παρατηρείται, συχνά-πυκνά, να καταχωρούνται αιτήσεις της μορφής υπό εξέταση αλλά και διότι απαντά στα όσα εγείρει ο Αιτητής.

.......................................

Δεν παραγνωρίζουμε ότι υπάρχει νομολογία σύμφωνα με την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο επανάνοιξε υπόθεση μετά την ολοκλήρωση των αγορεύσεων και επιφύλαξη της απόφασης, ενόψει γεγονότων που προέκυψαν μετά την επιφύλαξη της. (βλ. μεταξύ άλλων, ΡΙΚ ν. Καραγιώργη κ.ά. (1991)3 Α.ΑΔ. 159 και Παπαϊωάννου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1991) 3 Α.Α.Δ. 659). Όμως οι περιπτώσεις εκείνες διαφοροποιούνται διότι εκεί δεν είχε ολοκληρωθεί η δίκη με την έκδοση απόφασης έτσι ώστε να ζητείτο το επανάνοιγμα σε μεταγενέστερο στάδιο για σκοπούς νέας δίκης, όπως είναι το αίτημα στην παρούσα υπόθεση.

Μετά την ολοκλήρωση της δίκης και την έκδοση απόφασης, επανάνοιγμα της υπόθεσης είναι δυνατό μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που για κάποιο λόγο, όπως για παράδειγμα τη μη ειδοποίηση διαδίκου περί της διαδικασίας, η διεξαχθείσα δίκη είναι άκυρη. Σχετική είναι η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Πουλλή (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 1060, όπου η Αναθεωρητική Έφεση είχε ολοκληρωθεί χωρίς όμως να είχε επιδοθεί η έφεση και αντέφεση στα ενδιαφερόμενα μέρη ενός μάλιστα από τα οποία η προαγωγή είχε ακυρωθεί από την Ολομέλεια αφού δέχθηκε την αντέφεση. Κάτω από αυτές τις περιστάσεις κρίθηκε ότι η διαδικασία ήταν άκυρη και έτσι η Πλήρης Ολομέλεια παραμέρισε την απόφαση και διέταξε όπως διεξαχθεί ξανά η δίκη. Στη σελ. 1067 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Διαπιστώνουμε ότι παρέχεται στο δικαστήριο σύμφυτη δικαιοδοσία ακύρωσης διαταγής ή απόφασης, που εκδίδεται σε διαδικασία η οποία δεν επιδίδεται σε ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Αυτό ισχύει τόσο στην περίπτωση της έφεσης όσο και της αντέφεσης, που ακούονται χωρίς γνωστοποίηση της διαδικασίας σε κάθε διάδικο ή ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Η ακύρωση αποτελεί χρέος προς αποκατάσταση της δικαιοσύνης και το χρέος αυτό μπορεί να πληρωθεί είτε μετά από διάβημα ενδιαφερομένου προσώπου ή με πρωτοβουλία του ιδίου του δικαστηρίου.»

 

Ενόψει των πιο πάνω καταλήγουμε ότι δεν υπάρχει σύμφυτη και/ή εγγενής εξουσία η οποία να παρέχει το δικαίωμα στο Ανώτατο Δικαστήριο να επανανοίξει μια αποπερατωθείσα μετά από πλήρη ακρόαση έγκυρη έφεση και να διατάξει νέα δίκη από το Εφετείο αφού μια τέτοια περίπτωση θα ισοδυναμούσε με άσκηση τριτοβάθμιας δικαιοδοσίας, εξουσία που σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν υπάρχει. Η εξουσία αυτή, εκεί όπου ασκήθηκε, περιορίστηκε στην περίπτωση όπου η προηγούμενη δίκη ήταν άκυρη, που δεν είναι η περίπτωση μας. Η ουσία των ισχυρισμών του αιτητή στην παρούσα υπόθεση είναι ότι η προηγούμενη δίκη ήταν άδικη και/ή επισφαλής, και όχι άκυρη.

.................................................

Από την Ένορκη Δήλωση του Αιτητή που συνοδεύει την Αίτηση, εκτός των άσχετων θεμάτων που αναφέρει, η προσπάθεια του όλη είναι ο παραμερισμός της εκδοθείσας απόφασης ημερ. 11.2.2010 και επανασυζήτηση των εφέσεων με αρ. 6/2008 και 8/2008. Αυτό όμως είναι αδύνατο στο νομικό μας σύστημα στις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης. Ο Αιτητής δεν προβαίνει σε επίκληση οιουδήποτε λόγου βάσει του οποίου θα παρέχετο η δυνατότητα επίκλησης της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου προς το σκοπό αυτό.

 

Το ίδιο ισχύει και αναφορικά με την απόφαση ημερ. 23.3.2007 που δόθηκε στις Εφέσεις αρ. 3/2005 και 9/2005. Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου αναφορικά με την επιδίκαση ή όχι εξόδων ασκείται Δικαστικά. Συνεπώς, η Δικαστική απόφαση του Δικαστηρίου που ασκούσε Δευτεροβάθμια Δικαιοδοσία, δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί για τους ίδιους λόγους που έχουμε αναφέρει πιο πάνω. Ούτε τέθηκε από τον Αιτητή οιονδήποτε υπόβαθρο που να δικαιολογεί κάτι τέτοιο [...]».

        Δεν υπάρχει κατιτί το ιδιαίτερο να προστεθεί στα πιο πάνω.

        Τα ίδια εφαρμόζονται και στην κείμενη περίπτωση.

        Ωστόσο, αν κάτι θα μπορούσε να υποσημειωθεί, ίσως και εκ του περισσού, είναι ότι η Έφεση καταχωρίστηκε στην «Κλίμακα €100.000-€500.000» από την ίδια την Αιτήτρια, με αυτήν - ως τεκμηριώνεται από τον φάκελο της υπόθεσης - να καταβάλλει τα νενομισμένα και αναλογούντα προς την εν λόγω κλίμακα τέλη καταχώρισης δυνάμει των συνδυασμένων προνοιών των (ισχυόντων κατά τους αφορώντες χρόνους) Κανονισμού 2(1) του Περί Δικαστικών Τελών (Τροποποιητικού) (Αρ.1) Διαδικαστικού Κανονισμού 22/08 (Πίνακας Α, Στοιχείο 12(ε)) και Δ.35Θ5 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών.

        Η Αίτηση απορρίπτεται.

        Καμιά διαταγή για τα έξοδα.

 

 

                                                                    Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.

 

Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

 

 

                                                                  

 

/κβπ

 

                                                                  

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο