ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Χατζηγιάννη Χριστοδούλου, Στάλω Σ. Κάσινος, για Γεωργιάδης amp;amp;amp; Πελίδης ΔΕΠΕ, για τις Αιτήτριες CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2023-02-07 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ STEELHOLD LIMITED κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 200/2022, 7/2/2023 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2023:D46

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                                        i-Justice

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Πολιτική Αίτηση Αρ. 200/2022

 

 

                                      7 Φεβρουαρίου, 2023

 

 

[ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

- ΚΑΙ -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

- ΚΑΙ -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. STEELHOLD LIMITED (HE 152463) EK KYΠΡΟΥ ΚΑΙ 2. CORPORATION INDUSTRIAL UNION OF DONBASS (AΡ. ΕΓΓΡΑΦΗΣ 24068988) ΕΚ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ MANDAMUS

 

- ΚΑΙ -

 

AΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 26.9.2022 ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥ (ΚΕΦ. 113) ΑΡΘΡΟ 192 ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 192(4) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥ (ΚΕΦ. 113), ΔΗΛΑΔΗ ΝΑ ΕΓΓΡΑΨΕΙ ΤΙΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ STEELHOLD LIMITED (HE152463) ΠΟΥ ΤΟΥ ΕΙΧΑΝ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΕΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΝΤΥΠΟΥ ΗΕ4 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 1.9.2022

 

---------------------

 

 

 

Σ. Κάσινος, για Γεωργιάδης & Πελίδης ΔΕΠΕ, για τις Αιτήτριες

 

Π. Χαραλάμπους (κα), για Έφορο Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας

 

Καμιά εμφάνιση για Ενδιαφερόμενο Μέρος, Συμεών Πογκοσιάν

 

Ι. Οικονόμου και Ε. Οικονόμου, για Λοϊζίδης & Οικονόμου ΔΕΠΕ, για Ενδιαφερόμενο Μέρος  VEB-INVEST LLC.

 

 

                                           -------------------------

                                                      

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.:  Με Απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ημερ. 1.12.2022, χορηγήθηκε στις Αιτήτριες άδεια για καταχώριση Αίτησης προς έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Mandamus «με το οποίο να διατάσσεται ο Έφορος Εταιρειών να προβεί στην εγγραφή των αλλαγών αξιωματούχων της Αιτήτριας 1, όπως αυτές του κοινοποιήθηκαν μέσω του εντύπου ΗΕ4 ημερ. 1.9.2022».

 

          Τα γεγονότα έχουν εκτεθεί στην Απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 1.12.2022 και έχουν ως ακολούθως: 

 

«Η Αιτήτρια 1, είναι κυπριακή εταιρεία και το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου της ανήκει στην Ουκρανική Εταιρεία, Αιτήτρια 2. Με έγγραφο ψήφισμα της ημερ. 12.8.2022 (Τεκμήριο 4), η Αιτήτρια 2 αποφάσισε να παύσει τον διευθυντή της Αιτήτριας 1 Μιχάλη Μιχαήλ και να διορίσει ως νέους διευθυντές, τους Maksym Nelin και Yevgeniy Muzychuk. Ακολούθως το νέο διοικητικό συμβούλιο της Αιτήτριας 1, με έγγραφο ψήφισμα του ημερ. 24.8.2022 (Τεκμήριο 5), αποφάσισε να παύσει το γραμματέα της  Αιτήτριας 1 Συμεών Πογκοσιάν και να διορίσει στη θέση του τον Maksym Nelin.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 192(4) του περί Εταιρειών Νόμου ΚΕΦ. 113, οι εν λόγω αλλαγές στο μητρώο διευθυντών και γραμματέων της Αιτήτριας 1, θα έπρεπε να γνωστοποιηθούν στον Έφορο, ο οποίος έχει καθήκον να προβεί στην εγγραφή τους και σύμφωνα με την Κ.Δ.Π. 346/2000, οι γνωστοποιήσεις αυτές, γίνονται με την υποβολή του ειδικού εντύπου ΗΕ4. Παράλληλα, ο Έφορος, απαιτεί, ως θέμα πρακτικής, όπως το εν λόγω έντυπο συνοδεύεται από υπογεγραμμένη βεβαίωση του γραμματέα της Εταιρείας. Όταν όμως οι αλλαγές αφορούν σε αντικατάσταση και του γραμματέα, ο Έφορος απαιτεί, όπως η εν λόγω βεβαίωση υπογράφεται, τόσο από τον προηγούμενο, όσο και από το νέο γραμματέα.

 

Έχοντας υπόψη την πρακτική αυτή του Εφόρου, ο νέος γραμματέας της Αιτήτριας 1, Μ. Nelin επικοινώνησε με τον προηγούμενο γραμματέα Συμεών Πογκοσιάν και του ζήτησε να συνυπογράψει τη προαναφερθείσα βεβαίωση, ώστε να συνοδεύσει το ειδικό έντυπο ΗΕ4. Ο Πογκοσιάν ενημέρωσε τον Nelin ότι δεν μπορούσε να υπογράψει τη βεβαίωση, επικαλούμενος δικαστικό απαγορευτικό διάταγμα που εκδόθηκε στα πλαίσια της Αγωγής 797/2021, ημερ. 31.3.2021, το οποίο μεταξύ άλλων απαγορεύει: «στους Εναγόμενους 2 και 3 και/ή τους υπαλλήλους και/ή αντιπροσώπους και/ή πληρεξούσιους αυτών να προβαίνουν και/ή να επιχειρήσουν να προβούν σε οποιαδήποτε περαιτέρω αλλαγή στο διοικητικό συμβούλιο και/ή στους αξιωματούχους και/ή μετοχικό κεφάλαιο της Εναγόμενης 1 μέχρι την πλήρη εκδίκαση της ως άνω αγωγής ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.»

 

Οι δικηγόροι της Αιτήτριας 1 επικοινώνησαν στην συνέχεια, με λειτουργούς του Εφόρου για να τους εξηγήσουν τον λόγο που η εν λόγω βεβαίωση δεν είχε υπογραφεί από τον προηγούμενο γραμματέα, όμως η απάντηση ήταν ότι, χωρίς την υπογραφή και του προηγούμενου και του νέου γραμματέα, ο Έφορος κατά κανόνα, δεν προβαίνει στην εγγραφή των αλλαγών που του κοινοποιούνται. Ακολούθησε η επιστολή των δικηγόρων της Αιτήτριας 1 ημερ. 8.9.2022 (Τεκμήριο 11) και υπό κρίση αρνητική απάντηση του Εφόρου ημερ. 26.9.2022 (Τεκμήριο 12).»

 

 

          Όπως δηλώθηκε κατά την ενώπιον μου ακροαματική διαδικασία, το ενδιαφερόμενο μέρος Συμεών Πογκοσιάν, προηγούμενος γραμματέας της Αιτήτριας 1, όπως και ο Έφορος Εταιρειών, δεν φέρουν ένσταση στην έκδοση του αιτούμενου Προνομιακού Εντάλματος Mandamus.

 

           ΄Ενσταση καταχώρισε μόνο το Ενδιαφερόμενο Μέρος VEB-INVEST LLC, (στο εξής η VEB), η οποία υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του Μιχάλη Ιωάννου, ασκούμενου δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που την εκπροσωπεί, ημερ.  18.1.2023.

 

          Όπως διατείνεται ο ενόρκως δηλών, η VEB είναι έμμεσος μέτοχος της Αιτήτριας 1.  Αναφέρθηκε στο απαγορευτικό διάταγμα ημερ. 31.3.2021 (στο εξής το διάταγμα) που εκδόθηκε κατόπιν αίτησης της VEB, στα πλαίσια της παράγωγης αγωγής 797/2021  και το οποίο, όπως εισηγείται, στην ουσία απαγορεύει οποιαδήποτε περαιτέρω αλλαγή στους αξιωματούχους της Αιτήτριας 1.  Είναι η θέση του ότι μοναδικός σκοπός του διατάγματος, ήταν και είναι η θωράκιση των συμφερόντων της Αιτήτριας 1, μέσω της διαφύλαξης της υφιστάμενης κατάστασης πραγμάτων, δηλαδή μέσω της διατήρησης των υφιστάμενων αξιωματούχων της Αιτήτριας 1, μέχρι την εκδίκαση της παράγωγης αγωγής.  Και τούτο γιατί η Αιτήτρια 1 δέχεται συνεχείς «επιθέσεις», με απώτερο σκοπό την καταλήστευση της θυγατρικής της εταιρείας.  Καταλογίζει δε στις Αιτήτριες, αλλότρια προσπάθεια ανατροπής της υφιστάμενης κατάστασης πραγμάτων, ώστε με την παρούσα διαδικασία να εξουδετερωθεί το διάταγμα, ζήτημα που εκφεύγει πλήρως από τα αυστηρά στεγανά της δραστικής θεραπείας του Mandamus.  Ειδικότερα, αναφέρθηκε με λεπτομέρεια στις κατ' ισχυρισμό παράνομες ενέργειες και προσπάθειες υφαρπαγής του ελέγχου της Αιτήτριας 1, ως και της «υπερπολύτιμης» θυγατρικής της εταιρείας Dunaffer, από διάφορα πρόσωπα και οντότητες, οι οποίες οδήγησαν τη VEB να καταχωρίσει στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας την αναφερθείσα παράγωγη αγωγή.

         

          Εισηγείται επιπρόσθετα, ότι α)  η σύνταξη και κοινοποίηση έγγραφου ψηφίσματος της Αιτήτριας 2 ημερ. 28.8.2022 προς παύση των Μιχαήλ και Πογκοσιάν, β)  η απαίτηση και προτροπή των Αιτητριών προς τον Πογκοσιάν να υπογράψει βεβαίωση που αφορά την αντικατάσταση του και γ) η απαίτηση και προτροπή της Αιτήτριας 1 προς τον Έφορο  να προχωρήσει στην αντικατάσταση των Μιχαήλ και Πογκοσιάν, συνιστά ποινική καταφρόνηση εντός της έννοιας του ’ρθρου 137 του ΚΕΦ. 154 και αυθύπαρκτο λόγο απόρριψης του επίδικου αιτήματος, μέσω του οποίου οι Αιτήτριες, δεν μπορούν να απαιτούν από το Δικαστήριο να «νομιμοποιήσει» τις παράνομες ενέργειες τους, εξαναγκάζοντας τον Έφορο Εταιρειών να παρακούσει το  διάταγμα.

 

          Είναι η θέση του ότι υπάρχει ξεκάθαρο εναλλακτικό ένδικο μέσο, το οποίο οι Αιτήτριες απέκρυψαν από το Δικαστήριο, αφού δεν αποκάλυψαν ότι η Αιτήτρια 1 καταχώρισε στις 25.6.2021 Ένσταση στο διάταγμα, ως και ότι οι δικηγόροι τους στις 12.12.2022 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, δήλωσαν την πρόθεση τους να προωθήσουν την Ένσταση της Αιτήτριας 1.

 

          Διατείνεται περαιτέρω ότι το εσωτερικό μητρώο συμβούλων και γραμματέως της Αιτήτριας 1 - το οποίο υποχρεωτικά βρίσκεται κάτω από την επίβλεψη των Μιχαήλ και Πογκοσιάν - είναι αδύνατο να τροποποιήθηκε, λόγω του  διατάγματος.  Οι Αιτήτριες απέκρυψαν το ουσιώδες αυτό γεγονός από το Δικαστήριο, ως και το ίδιο το  εσωτερικό μητρώο.  Τέτοια απόκρυψη είναι ουσιώδης, εφόσον η τροποποίηση του εσωτερικού μητρώου, αποτελεί το θεμέλιο του δικαιωμάτος των Αιτητριών να αιτηθούν από τον Έφορο Εταιρειών την αντικατάσταση των αξιωματούχων της Αιτήτριας 1.  Ισχυρίζεται ότι ο διορισμό των Nelin και Muzychuk είναι παράνομος, εφόσον συνιστά παραβίαση του  διατάγματος, ως και εκτροπή από τα συμφωνηθέντα της Συμφωνίας Μετόχων, την οποία επίσης οι Αιτήτριες απέκρυψαν από το Δικαστήριο.  Προσθέτει δε, ότι υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες που αφορούν τη νομιμότητα του ψηφίσματος της Αιτήτριας 2, ημερ. 12.8.2022, μέσω του οποίου αποφασίστηκε ο διορισμός των Nelin και Muzychuk.

 

Συνοψίζοντας, ισχυρίσθηκε ότι   οι Αιτήτριες δεν αποκάλυψαν στο Δικαστήριο αριθμό ουσιωδών γεγονότων και εσκεμμένα παραπλάνησαν το Δικαστήριο.  Ειδικότερα παρέλειψαν να αποκαλύψουν  α)  το ιστορικό και τις παράνομες ενέργειες προς υφαρπαγή του ελέγχου της Αιτήτριας 1, που οδήγησαν στην έκδοση του διατάγματος, β) ότι ο σκοπός του διατάγματος είναι η διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης πραγμάτων από περαιτέρω αυθαίρετες αλλαγές των αξιωματούχων της Αιτήτριας 1, διατηρώντας τους υφιστάμενους αξιωματούχους γ)  δεν πρσκόμισαν στο Δικαστήριο τη Συμφωνία Μετόχων και παραπλάνησαν το Δικαστήριο ότι ο διορισμός των Nelin και Muzychuck έγινε νομότυπα, δ) ότι καταχώρησαν Ένσταση εναντίον του  Διατάγματος  και ε)  ότι το εσωτερικό μητρώο συμβούλων και γραμματέως της Αιτήτριας 1 δεν μπορούσε να τροποποιηθεί νομότυπα και δεν το παρουσίασαν στο Δικαστήριο.

 

 Τέλος, εισηγείται ότι το επιδιωκόμενο προς εκτέλεση καθήκον, αποσκοπεί στην προαγωγή δημόσιου σκοπού.  Στην δε μονομερή αίτηση, δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ως προς το εμπρόθεσμο της.

 

 Εξέτασα  με την πρέπουσα προσοχή τα όσα διατυπώνονται στην Αίτηση και Ένσταση της VEB, ως και όσα προωθήθηκαν μέσω των γραπτών αγορεύσεων αμφοτέρων των ευπαίδευτων συνηγόρων τους, αλλά και διά ζώσης, υπό το πρίσμα των νομικών αρχών, στη βάση των οποίων εξετάζονται αιτήσεις όπως η παρούσα, τις οποίες παραθέτω. 

 

  Η θεραπεία που παρέχεται με το ένταλμα mandamus είναι εφικτή μόνο στις  περιπτώσεις που ο Αιτητής έχει δικαίωμα να ζητήσει την εκτέλεση καθήκοντος που επιβάλλει ο νόμος, όχι μόνο σε σχέση με αποφάσεις κατώτερων δικαστηρίων αλλά και κατά παντός οργάνου, προσώπου ή αρχής που ασκεί δημόσια εξουσία και που οφείλει να εκτελέσει καθήκον εκ του Νόμου.  Παραθέτω σχετικά αυτούσιο το πιο κάτω απόσπασμα από το Σύγγραμμα Halsbury´s Laws of England, 3η έκδοση, Τόμος 11, παρ. 159 όπου στις σελ. 84 και 85 αναφέρονται τα εξής:-

 

 

"The order of mandamus is an order of a most extensive remedial nature, and is, in form, a command issuing from the High Court of Justice, directed to any person, corporation, or inferior tribunal, requiring him or them to do some particular thing therein specified which appertains to his or their office and is in the nature of a public duty. Its purpose is to supply defects of justice; and accordingly it will issue, to the end that justice may be done, in all cases where there is a specific legal right and no specific legal remedy for enforcing that right; and it may issue in cases where, although there is an alternative legal remedy, yet that mode 0 redress is less convenient, beneficial and effectual."

 

 

Όπως προκύπτει από τη νομολογία, για έκδοση εντάλματος mandamus το ζήτημα που ανακύπτει πρέπει να εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού και όχι του δημοσίου δικαίου (Ιn Re Moschatos(1985) 1 C.L.R. 381 και Re Κυριακίδου (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1459).  Κριτήριο της διάκρισης είναι ο σκοπός στον οποίο η νομοθεσία αποβλέπει και το ενδιαφέρον του κοινού στη συγκεκριμένη λειτουργία και αποφάσεις (Tamasos Tobacco Supplies and Co v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Εφόρου Εταιρειών (1991) 3 ΑΑΔ 407). Η υπό αναφορά  διάκριση έχει τύχει κατ΄ επανάληψη  αναγνώρισης και εφαρμογής.  Σχετικές επί του θέματος είναι οι υποθέσεις  Αntoniou v. The Republic (1984) 3 CLR 623, Machlouzarides v. The Republic (1985) 3 CLR 2342, Hellenic Bank Ltd v. Republic (1986) 3 CLR 481, Photiades and another v. Photiades and another (1988) 3 CLR 2084, Midland Bank Project Finance Ltd  v. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 2099, Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ ν. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω του Εφόρου Εταιρειών (Αρ.2) (1990) 3 ΑΑΔ 1997, Γεωργίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1995) 3 ΑΑΔ 425, Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ιωαννίδης κ.α.,  Α.Ε. Αρ. 101/10 και 136/10, 15.7.2016, Λοΐζου, Πολ. Έφ. Αρ. 138/18, 20.7.2018.

 

Το πρώτο, επομένως, ερώτημα που εγείρεται είναι  κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση του Εφόρου Εταιρειών εμπίπτει στη σφαίρα του δημόσιου ή του ιδιωτικού δικαίου. Σχετική είναι η Αίτηση της  TMC TRADE MARK AG εκ ΛίχτενσταϊνΠολιτική Αίτηση 110/2020 ημερ. 14.4.2021, στην οποία είχε εγερθεί παρόμοιο ζήτημα, μετά από άρνηση του Εφόρου Εταιρειών να αποδεχθεί τις αλλαγές διευθυντών, γραμματέα και εγγεγραμμένου γραφείου εταιρείας, που του είχαν γνωστοποιηθεί με την υποβολή σχετικών εντύπων ΗΕ2 και ΗΕ4, σύμφωνα με τις πρόνοιες του ’ρθρου 192(4) του περί Εταιρειών Νόμου ΚΕΦ. 113, επικαλούμενος την ίδια πρακτική όπως αναφέρθηκε ανωτέρω. 

 

Ο αδελφός Δικαστής, με αναφορά σε σχετική νομολογία, αποφάσισε ότι «έστω και αν εξυπηρετείται και δημόσιος σκοπός, η πράξη εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου».  Διαφωτιστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα,  το οποίο και υιοθετώ:

 

«Eν κατακλείδι και συνοψίζοντας ως προς το ζήτημα της φύσης της πράξης, με βάση τις προαναφερθείσες αρχές:

 

Η κοινοποίηση προς τον Έφορο και η εγγραφή της γνωστοποίησης δεν δημιουργεί ιδιωτικά δικαιώματα ή νομικές ιδιότητες αλλά πρόκειται για απλή καταχώριση αποφάσεων της εταιρείας που προηγήθηκαν.  Αφορούν δε σε αστικής φύσης δικαιώματα, σχέσεις και ιδιότητες που επηρεάζουν άμεσα μόνο τους εμπλεκόμενους.  Η γνωστοποίηση τους προς το κοινό και το ενδιαφέρον του κοινού, ως δευτερεύουσας φύσης και απομακρυσμένης, δεν κατατάσσουν τέτοιας φύσεως πράξεις στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου (Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ ν. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω του Εφόρου Εταιρειών (1989) 3 ΑΑΔ 729, Antoniou vThe Republic (1984) 3 CLR 623 (ανωτέρω)).  Ούτε πρόκειται για πράξη για την οποία ο Έφορος διατηρεί διακριτική ευχέρεια.  Αντίθετα πρόκειται για πράξη που θα μπορούσε επίσης να χαρακτηριστεί ως «par excellence  a ministerial act entailing the certification of an existing fact».  Η μόνη αρμοδιότητα του Εφόρου είναι να εφαρμόσει την επιτακτική πρόνοια του Νόμου.

 

Συνεπώς, έστω και αν εξυπηρετείται και δημόσιος σκοπός, η πράξη εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.»

 

 

  Το επόμενο - και καθοριστικό για την τύχη της υπό εξέταση αίτησης - είναι το ζήτημα κατά πόσο οι Αιτήτριες είχαν δικαίωμα να ζητήσουν από τον Έφορο Εταιρειών την εκτέλεση του επίδικου καθήκοντος και, εάν ναι, κατά πόσο ο Έφορος Εταιρειών είχε εκ του Νόμου αντίστοιχο καθήκον εκτέλεσης.  Όπως γίνεται αντιληπτό, στην περίπτωση ανυπαρξίας του διατάγματος, δεν θα υφίστατο οποιοδήποτε πρόβλημα για εκτέλεση από τον Έφορο Εταιρειών, των όσων διαλαμβάνονται στα ψηφίσματα ημερ. 12.8.2022 και 24.8.2022, νόμιμο καθήκον που δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση.  Το ερώτημα επομένως, περιορίζεται στο κατά πόσο το διάταγμα εμπόδιζε τον Έφορο Εταιρειών στην εκτέλεση του επίδικου καθήκοντος.  Συναφώς, ο μεν Έφορος Εταιρειών δεν ενίσταται πλέον στην εκτέλεση του εν λόγω καθήκοντος, ενώ η VEB έχει αντίθετη άποψη.  Διατείνεται ότι το αιτούμενο Ένταλμα Mandamus, εξουδετερώνει και/ή ακυρώνει το διάταγμα.   Τούτο γιατί ο σκοπός του διατάγματος, δεν είναι απλώς η προστασία της Αιτήτριας 1 από τους Μιχαήλ και Πογκοσιάν, αλλά επεκτείνεται σε όσους έλαβαν και λαμβάνουν ενέργειες προς υπόσκαψη του. 

 

Η θέση αυτή δεν με βρίσκει σύμφωνη. Αποτελεί θεμελιακή αρχή ότι ένα διάταγμα δεν εκδίδεται ώστε να παραβλάπτει δικαιώματα τρίτων προσώπων που δεν συμμετέχουν στη διαδικασία.  Το ακόλουθο απόσπασμα από το Halsbury' s Laws of England, V.11 (2020) παρ. 1085 είναι σχετικό:

 

«The absence of persons who will benefit by an injuction will not prevent the court from granting one, but it will not be expressed so as to extend to persons who are not parties to the action, nor will it be granted in the absence of parties where it would operate injuriously against them».

 

 

 

Αποτελεί, περαιτέρω, θεμελιακή αρχή ότι οι όροι ενός διατάγματος θα πρέπει να είναι ξεκάθαροι και να μην επιδέχονται αμφισβήτησης.  Όπως αναφέρεται στο Borrie and Lowe:  The Law of Contempt, ΚΕΦ. 6, παρ. 6.6.  «The terms of the injunction must be clear and unambiguous».  Στην υπόθεση Iberian Trust Ltd v. Founders Trust and Investment Co Ltd (1932) 2 KB 87 αποφασίστηκε ότι

 

«If the Court is to punish any one for not carrying out its order the order must in unambiguous terms direct what is to be done.»

 

 

 

Οι πιο πάνω νομικές αρχές καθιερώθηκαν και με νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Όπως έχει συναφώς αποφασισθεί, επειδή ο διάδικος έχει σοβαρές επιπτώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του με το διάταγμα, είναι επάναγκες το διάταγμα να είναι συνταγμένο με τον πλέον σαφή τρόπο, ώστε ο διάδικος να μην έχει καμιά αμφιβολία ως προς το τι απαιτείται από τον ίδιο να πράξει ή να αποφύγει να πράξει (βλ. Syn-Hi-Tek Electronics Ltd (Αρ. 1) (1997) 1(Α) AAΔ 73, 78, Penderhill Holdings Ltd κ.ά. ν. Abramchyk κ.ά. (2014) 1 (Α) , ECLI:CY:AD:2014:A21AAΔ 118 και Σύγγραμμα ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ, Γ. Ερωτοκρίτου και Π. Αρτέμης, σελ. 345-346).  Το ακόλουθο απόσπασμα από την Penderhill (ανωτέρω),  σελ. 140 είναι σχετικό:

 

«Είναι προαπαιτούμενο πως ένα παρεμπίπτον διάταγμα θα πρέπει να είναι σαφές και συγκεκριμένο έτσι ώστε το πρόσωπο εναντίον του οποίου στρέφεται να  γνωρίζει επακριβώς πως πρέπει να ενεργήσει ή πως θα πρέπει να αποφύγει να ενεργήσει, νοουμένου ότι οι συνέπειες της παρακοής του διατάγματος του Δικαστηρίου επιφέρουν σοβαρές συνέπειες.»

 

        

Είναι επίσης νομολογημένο ότι το διάταγμα θα πρέπει να διευκρινίζει όχι μόνο υπέρ ποιών εκδίδεται (βλ. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, (2015) 1(Γ) ΑΑΔ 2672, ECLI:CY:AD:2015:A816), αλλά σε ποιους ακριβώς απευθύνεται και κατά πόσο περιλαμβάνει ή όχι τους υπαλλήλους ή αντιπροσώπους του διάδικου.

Στην προκειμένη περίπτωση, από το λεκτικό του διατάγματος, προκύπτει κατά τρόπο σαφή και ξεκάθαρο, χωρίς καμιά  αοριστία ή πρόκληση σύγχυσης, ότι η απαγόρευση του στρέφεται ρητά εναντίον των Μιχαήλ Μιχαήλ και Συμεών Πογκοσιάν, Εναγομένων 2 και 3 στην παράγωγη αγωγή, διευθυντή και γραμματέα της Αιτήτριας 1, Εναγόμενης 1 στην αγωγή.  Παραθέτω αυτούσια την επίμαχη πρόνοια του διατάγματος:

 

«ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στους Εναγόμενους 2 και 3 και/ή τους υπαλλήλους και/ή αντιπροσώπους και/ή πληρεξούσιους αυτών να προβαίνουν και/ή να επιχειρήσουν να προβούν σε οποιαδήποτε περαιτέρω αλλαγή στο διοικητικό συμβούλιο και/ή στους αξιωματούχους και/ή μετοχικό κεφάλαιο της Εναγόμενης 1 μέχρι την πλήρη εκδίκαση της ως άνω αγωγής ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου».

 

 

        

Οι επίμαχες, όμως, αλλαγές των αξιωματούχων της Αιτήτριας 1, έγιναν από την Αιτήτρια 2, ως η μοναδική μέτοχος της Αιτήτριας 1 και όχι από τους Μιχαήλ και Πογκοσιάν ή από οποιοδήποτε υπάλληλο, αντιπρόσωπο ή πληρεξούσιο αυτών.            Συνεπώς, με βάση τις πιο πάνω νομικές αρχές, κρίνω ότι  το αιτούμενο Ένταλμα Mandamus, ουδόλως εξουδετερώνει, ούτε και ακυρώνει το  διάταγμα, εφόσον αυτό δεν στρέφεται εναντίον της Αιτήτριας 2, η οποία  έλαβε την επίδικη απόφαση για αλλαγή των αξιωματούχων της Αιτήτριας 1 και η οποία δεν  είναι καν διάδικος στην παράγωγη αγωγή. 

 

         Κατ' επέκταση, η κατάληξη αυτή, αφήνει μετέωρη και έκθετη σε απόρριψη, την εισήγηση της VEB ότι το αίτημα της Αιτήτριας 2 προς τον Έφορο Εταιρειών, συνιστά ποινική καταφρόνηση εντός της έννοιας του ’ρθρου 137 του ΚΕΦ. 154.

 

         Ούτε και η εισήγηση των ευπαίδευτων συνηγόρων της VEB, για την ύπαρξη εναλλακτικής θεραπείας, με δεδομένη την καταχώριση εκ μέρους της Αιτήτριας 1 Ένστασης στο διάταγμα, με βρίσκει σύμφωνη.

 

         Όπως έχει ήδη αναφερθεί,  το  διάταγμα ουδόλως στρέφεται εναντίον της Αιτήτριας 2 και επ' ουδενί λόγο απαγορεύει τις εκ μέρους της, επίδικες αλλαγές των αξιωματούχων της Αιτήτριας 1.   Το αιτούμενο Ένταλμα Mandamus, αφορά την απόφαση της Αιτήτριας 2 - μη διάδικου στην παράγωγη  αγωγή - για συγκεκριμένες αλλαγές αξιωματούχων που το διάταγμα δεν απαγορεύει.  Η εν τέλει ακύρωση ή οριστικοποίηση του  διατάγματος, δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με το αιτούμενο Ένταλμα Mandamus και τις επίδικες αλλαγές των αξιωματούχων της Αιτήτριας 1 εκ μέρους της Αιτήτριας 2. Εναλλακτική θα ήταν, υπό την έννοια του «εναλλακτικού ένδικου μέσου», μια θεραπεία στην οποία θα μπορούσε να προσφύγει η αιτούμενη το Mandamus  Αιτήτρια 2, την οποία όμως δεν έχει, ενόσω δεν είναι διάδικος στην παράγωγή αγωγή. Συνεπώς, η καταχώριση Ένστασης εκ μέρους της Αιτήτριας 1, στα πλαίσια της παράγωγης αγωγής και της διαδικασίας έκδοσης του  διατάγματος, δεν αποτελεί εναλλακτική θεραπεία.

 

         Συνακόλουθα, η  εισήγηση των ευπαίδευτων συνηγόρων της VEB, περί κατάχρησης της διαδικασίας, λόγω προώθησης εκ μέρους των Αιτητριών, παράλληλων διαφορετικών ένδικων μέσων με όμοιο σκοπό, δεν γίνεται αποδεκτή και απορρίπτεται.

 

         Προχωρώ να εξετάσω τη θέση των ευπαίδευτων συνηγόρων της VEB, ότι οι Αιτήτριες δεν τεκμηρίωσαν κανένα δικαίωμα να αιτούνται την εγγραφή νέων αξιωματούχων, εφόσον απέκρυψαν από το Δικαστήριο το εσωτερικό μητρώο της Αιτήτριας 1, το οποίο - όπως εισηγούνται - ουδέποτε τροποποιήθηκε ή αν τροποποιήθηκε, αυτό έγινε κατόπιν κατάφωρης παρανομίας.

         Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητριών, ισχυρίσθηκε ότι οι Muzychuk και Nelin, ως οι νέοι διευθυντές της Αιτήτριας 1, είχαν κάθε εξουσία να ενεργήσουν εκ μέρους της και να τροποποιήσουν το μητρώο της, ώστε να καταγράψουν τις αλλαγές που προηγήθηκαν και να τις κοινοποιήσουν στον Έφορο Εταιρειών, όπως και έπραξαν με την σχετική βεβαίωση που ο Nelin  κατέθεσε στον Έφορο Εταιρειών μαζί με το σχετικό έντυπο ΗΕ4.

 

         Έχω εξετάσει με προσοχή τις εισηγήσεις των δύο πλευρών, υπό το πρίσμα του ’ρθρου 192(4)(α) του περί Εταιρειών Νόμου ΚΕΦ. 113, το οποίο ορίζει ως ακολούθως:

 

«192.-(1) Κάθε εταιρεία τηρεί στο εγγεγραμμένο γραφείο της μητρώο των συμβούλων και γραμματέων της.

..............................

(4) (α) Η εταιρεία παραδίδει στον έφορο εταιρειών έκθεση στον καθορισ΅ένο τύπο που περιλα΅βάνει τις ορισ΅ένες στο ΅ητρώο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), λεπτο΅έρειες, καθώς και γνωστοποίηση στον καθορισ΅ένο τύπο οποιασδήποτε αλλαγής στους συμβούλους ή στο γρα΅΅ατέα της ή σε οποιεσδήποτε λεπτο΅έρειες περιλα΅βάνονται στο ΅ητρώο, εντός των προβλεπόμενων στο εδάφιο (5) προθεσμιών, αντίστοιχα, και ο έφορος εταιρειών προβαίνει στην εγγραφή των λεπτομερειών και/ή της γνωστοποίησης, ανάλογα με την περίπτωση, ορίζοντας την η΅ερο΅ηνία της αλλαγής:

Νοείται ότι, η περίληψη στην ετήσια έκθεση εταιρείας, λεπτομερειών σε σχέση με τους συμβούλους ή το γραμματέα, δεν θεωρείται ως συμμόρφωση προς την υποχρέωση που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου.»

 

Από τις πρόνοιες του  άρθρου, προκύπτει ότι δεν επιτάσσεται η παρουσίαση του ίδιου του  μητρώου στον Έφορο Εταιρειών, παρά μόνο σχετική έκθεση σε καθορισμένο τύπο που περιλαμβάνει τις λεπτομέρειες στο μητρώο, ως και γνωστοποίηση οποιασδήποτε αλλαγής στους συμβούλους ή στο γραμματέα της εταιρείας, επίσης σε καθορισμένο τύπο. Το κατά πόσο τροποποιήθηκε το εσωτερικό μητρώο της Αιτήτριας 1, ή όχι, ή κατά πόσο η τυχόν τροποποίηση του έγινε κατά τρόπο παράνομο ή όχι, θεωρώ  ότι εκφεύγει του πλαισίου της παρούσας διαδικασίας.     Συνεπώς η μη παρουσίαση του εσωτερικού μητρώου στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, ουδόλως αποτελεί απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος.

 

  Οι  ευπαίδευτοι συνήγοροι της VEB, εισηγήθηκαν ότι οι Αιτήτριες, δεν αποκάλυψαν στο Δικαστήριο περαιτέρω ουσιώδη γεγονότα, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω. 

 

Έχοντας καταλήξει ως ανωτέρω, θεωρώ ότι τα υπόλοιπα ζητήματα που εγείρουν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της VEB, είναι επίσης εκτός του πλαισίου της παρούσας διαδικασίας.  Τούτο γιατί, στις περιπτώσεις που ζητείται η Έκδοση Εντάλματος Mandamus, η προσοχή του Δικαστηρίου έχει αποκλειστικά ένα και μόνο αντικείμενο:  Την άσκηση δημοσίου καθήκοντος που επιβάλλει ο Νόμος και το οποίο, καθήκον, ενώ θα όφειλε να είχε εκτελεσθεί, δεν εκτελέσθηκε.  Συνεπώς, εφόσον ο Έφορος Εταιρειών είχε καθήκον να προβεί στις αλλαγές των αξιωματούχων της Αιτήτριας 1, καθήκον που εκ των υστέρων αναγνωρίζει ότι θα έπρεπε να είχε εκπληρώσει, κάθε περαιτέρω ενασχόληση με τα υπόλοιπα ζητήματα, θα συνιστούσε εκτροπή του αντικειμένου της διαδικασίας.

 

Η περαιτέρω θέση των συνηγόρων της VEB περί εκπρόθεσμης Αίτησης δεν ευσταθεί.  Η προσβαλλόμενη απόφαση του Εφόρου Εταιρειών είναι ημερ. 26.9.2022 και η αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχωρίστηκε στις 10.11.2022 δηλ. την 45η ημέρα.  Συνεπώς αυτή είναι εμπρόθεσμη.

 

Αποτελεί, τέλος, εισήγηση των συνηγόρων της VEB ότι η ένορκη δήλωση του Μιχάλη Ζιβανάρη που υποστηρίζει την Αίτηση είναι παράτυπη και αντικανονική.  Τούτο γιατί είναι δικηγόρος του δικηγορικού γραφείου που εκπροσωπεί τις Αιτήτριες και ουδόλως επεξηγεί γιατί προέβηκε ο ίδιος στην ένορκη δήλωση.

 

Είναι νομολογημένο ότι η ένορκη δήλωση από δικηγόρο, συνιστά ανεπιθύμητη πρακτική.  Ωστόσο εάν δοθούν επαρκείς εξηγήσεις προς τούτο, ή προκύπτει από τις περιστάσεις εμφανής λόγος, όπως είναι η διαμονή του διάδικου στο εξωτερικό, τότε η ένορκη δήλωση δεν θεωρείται ως αντικανονική.  Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Rybolovlev n. Rybolovleva (2019) 1 ΑΑΔ, 82:

 

«Με αυτά ως δεδομένα, μπορούμε να δεχθούμε ως αρχή της νομολογίας αναφορικά με το θέμα παροχής εξήγησης ως προς το γιατί ομνύων είναι δικηγόρος και όχι διάδικος ή άλλο πρόσωπο, ότι κάποια εξήγηση προς τούτου απαιτείται, εκεί όπου δεν προκύπτει υπό τις περιστάσεις ένας εμφανής λόγος, όπως είναι η διαμονή του διαδίκου στο εξωτερικό και/ή άλλες εγγενείς δυσχέρειες οι οποίες δεν θα επέτρεπαν στον ίδιο να είναι ενόρκως δηλών.  Στην υπό εξέταση δε περίπτωση, σύμφωνα με τον ομνύοντα δικηγόρο η αιτήτρια -εφεσείουσα είναι μόνιμη κάτοικος Ελβετίας η οποία έχει την φροντίδα ανήλικου τέκνου του ζεύγους και η οποία επιλαμβανόταν λήψης δικαστικών μέτρων στην Ελβετία και σε άλλες χώρες κατά τον ουσιώδη χρόνο.  Αυτά τα στοιχεία, λαμβανόμενα υπόψη, μαζί με το στοιχείο του επικαλούμενου κατεπείγοντος του θέματος, δεν θα απαιτούσαν, κατά την άποψη μας την παροχή οποιωνδήποτε άλλων εξηγήσεων.»

 

.............................

 

Στις πιο πάνω καλά καθιερωμένες αρχές δεν κρίνουμε ορθό να προσθέσουμε ή να αναγνωρίσουμε και άλλη σύμφωνα με την οποία εάν ο ομνύων είναι δικηγόρος και δεν επεξηγεί με επάρκεια γιατί προβαίνει ο ίδιος στην ένορκη δήλωση και όχι ο πελάτης του, τότε η ένορκη δήλωση πάσχει και θα πρέπει ν' αγνοηθεί ή απορριφθεί.»

 

 

Στην προκειμένη περίπτωση, αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι δύο διευθυντές της Αιτήτριας 1, είναι αλλοδαποί και διαμένουν στο εξωτερικό, όπως προκύπτει και από το Τεκμήριο 12 όπου αναγράφεται η διεύθυνση διαμονής τους στην Ιταλία και Ουκρανία αντίστοιχα.  Η Αιτήτρια 2, αποτελεί επίσης αλλοδαπή εταιρεία από την Ουκρανία.  Ο  ενόρκως δηλών ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένος από τις Αιτήτριες για να προβεί στην ένορκη δήλωση.  Πλείστοι δε ισχυρισμοί του αφορούσαν ζητήματα νομικής φύσεως που σχετίζονται με το  διάταγμα και  τη δικαστική διαδικασία της παράγωγής αγωγής, την πρακτική του Εφόρου και την επικοινωνία των δικηγόρων των Αιτητριών με τον Έφορο, ως και την προσωπική του ενημέρωση ότι απορρίφθηκε το αίτημα της Αιτήτριας 1.

 

Με αυτά τα δεδομένα, κρίνω ότι οι περιστάσεις καταδεικνύουν εμφανή καλό λόγο για τον οποίο ο Μ. Ζιβανάρης προέβηκε στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση και αυτή επ' ουδενί λόγο κρίνεται ως αντικανονική.

 

Επανερχόμενη στην ουσία του επίδικου αιτήματος για έκδοση Εντάλματος Mandamus, επαναλαμβάνω ότι ο Έφορος Εταιρειών δεν ενίσταται στην έκδοση του.  Ωστόσο, επισημαίνεται ότι  παρόμοιο ζήτημα εξετάσθηκε στην υπόθεση TMC TRADE MARK AG (ανωτέρω) από την οποία σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα,  το οποίο  και υιοθετώ:

 

«Η διαπιστωθείσα υποχρέωση του Εφόρου για εκτέλεση καθήκοντος που του επιβάλλεται εκ του Νόμου δεν αναιρείται από οποιαδήποτε πρακτική.  Η ευπαίδευτη δικηγόρος της Δημοκρατίας για τον Έφορο αναφέρθηκε σε πρακτική που υιοθετήθηκε από το Μάρτιο του 2013 σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση αλλαγής του γραμματέα της εταιρείας, η βεβαίωση θα πρέπει να υπογράφεται τόσο από τον απερχόμενο, όσο και από το νέο γραμματέα, «ούτως ώστε η ενημέρωση του μητρώου του Εφόρου να συνάδει με την ενημέρωση των μητρώων της εταιρείας». 

 

Όμως, το άρθρο 192(4) καθορίζει σαφώς τον τρόπο με τον οποίο ο Έφορος οφείλει να ενεργήσει άμα τη παραλαβή της σχετικής κοινοποίησης.  Αφ' ης στιγμής η εταιρεία κοινοποιήσει τα στοιχεία σε σχέση με τους διευθυντές και γραμματείς (έντυπο ΗΕ3) και τα στοιχεία σε σχέση με την αλλαγή των αξιωματούχων (έντυπο ΗΕ4) ενεργοποιείται η υποχρέωση του Εφόρου να προβεί στην εγγραφή τους.  Το λεκτικό του Νόμου με την χρήση του ενεστώτος («.προβαίνει.») προσδιορίζει το επιτακτικό της υποχρέωσης χωρίς να καταλείπει περιθώρια για άσκηση διακριτικής ευχέρειας ή για εκτίμηση άλλων παραγόντων.  Ο ρόλος του Εφόρου για τα ζητήματα αυτά είναι διεκπεραιωτικής φύσεως.  Σχετικά είναι όσα αναφέρονται στην υπόθεση Sebry vCompanies House (ανωτέρω, παράγρ. 59):

 

«Companies House does not seek to verify or check information which it makes available except in very limited respects. Document Examiners are employed to ensure that information provided by companies about themselves or by others providing information about companies or directors comply with the requirements of the Registrar. Their function is not to exercise any judgment about whether the contents of those documents are accurate, reliable or complete. They consider only the form of the information and not its substance.[.] The relevant public official is not in the position of a police officer deciding what action to take after a complaint has been made of domestic violence, or a social worker deciding whether to institute care proceedings in respect of children. There is not a series of options which may all be acceptable. The public official is performing an essentially mechanical function in posting information which comes from an external source in the right place on the Register.»

Συνεπώς, εάν η γνωστοποίηση εύλογα παρουσιάζεται ως γνωστοποίηση εκ μέρους της εταιρείας, ο Έφορος οφείλει να διεκπεραιώσει το καθήκον που του αναθέτει το άρθρο 192(4) χωρίς αρμοδιότητα να υπεισέλθει στην εξέταση σύγκρουσης ιδιωτικών δικαιωμάτων, όπως έπραξε εν προκειμένω, καλώντας μάλιστα προς τούτο τα ενδιαφερόμενα μέρη για να υποβάλουν τις θέσεις τους.  Και χωρίς εξουσία να αναστείλει την εφαρμογή της επιτακτικής πρόνοιας του άρθρου 192(4) θέτοντας όρο ο οποίος στο Νόμο δεν υπάρχει.» 

 

 

          Για όλα τα πιο πάνω, η Αίτηση εγκρίνεται. 

 

          Εκδίδεται Προνομιακό Ένταλμα  της φύσεως Mandamus, με το οποίο διατάσσεται ο Έφορος Εταιρειών όπως εντός 5 ημερών προβεί, σύμφωνα με το ’ρθρο 192(4)  του περί Εταιρειών Νόμου, ΚΕΦ. 113, σε εγγραφή των αλλαγών αξιωματούχων της Αιτήτριας 1 (Εταιρείας Steelhold Ltd ΗE152463), που του είχαν κοινοποιηθεί μέσω του εντύπου ΗΕ4 ημερ. 1.9.2022, δηλαδή να προβεί στην εγγραφή του διορισμού του κ. Yevgeniy Muzychuk στη θέση του διευθυντή της Αιτήτριας 1, στην εγγραφή του διορισμού του κ. Maksym Nelin στη θέση του διευθυντή και γραμματέα της Αιτήτριας 1 και στην εγγραφή των παραιτήσεων των κ.κ. Μιχάλη Μιχαήλ και Συμεών Πογκοσιάν από τις αντίστοιχες θέσεις διευθυντή και γραμματέα της Αιτήτριας 1.

 

          Επιδικάζονται έξοδα ύψους €3.500 πλέον ΦΠΑ, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων της Αίτησης για παραχώρηση άδειας, υπέρ των Αιτητριών και σε βάρος του Ενδιαφερόμενου Μέρους VEB-INVEST LLC.

 

          Σ' ό,τι αφορά τον Έφορο Εταιρειών και το Ενδιαφερόμενο Μέρος Συμεών Πογκοσιάν, καμιά διαταγή για έξοδα.

 

                                                                   ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

/Α.Λ.Ο.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο