ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2023:A68
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση αρ. 187/2017)
24 Φεβρουαρίου 2023
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΣΑΝΤΗΣ Δ/ΣΤΕΣ]
ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Εφεσείων
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Εφεσίβλητης
....
Αίτηση ημερ. 18/8/2022 για τροποποίηση λόγων έφεσης
Α. Π. Ποιητής για Α.Π. Ποιητής & Σία ΔΕΠΕ, για τον εφεσείοντα
Θ. Δημητρίου για Ιωαννίδη Δημητρίου ΔΕΠΕ, για την εφεσίβλητη
.........
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Σωκράτους, Δ.
.......
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ: Με αγωγή την οποίαν η εφεσίβλητη καταχώρησε εναντίον του εφεσείοντα και ενός ακόμη νομικού προσώπου, αξίωνε εναντίον αμφοτέρων των εναγομένων αποζημιώσεις ύψους €5.381,68 για ειδικές ζημιές οι οποίες προκλήθηκαν σε υπόγειο καλώδιο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλής τάσης στην περιοσή Μακένζι στη Λάρνακα, κατά τη διάρκεια εργασιών εκσκαφής για τοποθέτηση αγωγού και/ή φρεατίου ομβρίων υδάτων τις οποίες εκτελούσε ο εναγόμενος 2 κατ' εντολή και για λογαριασμό του εναγομένου 1/εφεσείοντα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, απόφαση εναντίον αμφοτέρων των εναγομένων αλληλεγγύως και κεχωρισμένως για το αξιούμενο ποσο, την ορθότητα της οποίας προσέβαλεν με έξι λόγους έφεσης ένας εκ των εναγομένων, ήτοι ο εφεσείων.
Μετά την καταχώρηση περιγραμμάτων αγόρευσης, διαδικασία η οποία συμπληρώθηκε με την κατάθεση του περιγράμματος αγόρευσης της εφεσίβλητης στις 5/8/2022 καταχωρήθηκε λίγες ημέρες αργότερα η κρινόμενη αίτηση αξιώνουσα τροποποίηση του έκτου λόγου αφενός ώστε αυτό να διαβάζεται ως εξής:
«Το Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι ο Εφεσείων-Εναγόμενος αρ.1 είναι υπεύθυνος για τη ζημιά που ήταν το αποτέλεσμα της αμελούς εκτέλεσης τη εργασίας από πλευράς της Εναγομένης αρ. 2 ή παράβασης νόμου ή/και νόμιμου καθήκοντος εκ μέρους του Εφεσείοντος - Εναγομένου αρ. 1.»
Επιζητείται περαιτέρω η προσθήκη 2ης παραγράφου στην αιτιολογία του ανωτέρω λόγου στην οποία να αναφέρεται πως:
«2. Η εφεσίβλητη-Ενάγουσα δεν δικογράφησε οποιαδήποτε παράβαση νόμου ή νόμιμου καθήκοντος εκ μέρους του Εφεσείοντος-Εναγομένου αρ. 1.»
(Η εμφάνιση με σκούρο τονισμό, αποτελούν τις προτεινόμενες τροποποιήσεις.)
Η συνοδεύουσα το αίτημα ένορκη δήλωση της κας Κοναρή, υπαλλήλου του δικηγορικού γραφείου το οποίο εκπροσωπεί τον εφεσείοντα αναφέρει πως κατά τη μελέτη της πρωτόδικης απόφασης, διαπιστώθηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε παράβαση νόμιμου καθήκοντος (statutory duty) του εφεσείοντα, το οποίο δεν μπορούσε να εξεταστεί διότι δεν είχε δικογραφηθεί. Το εν λόγω θέμα το ανέπτυξεν στο περίγραμμα αγόρευσης το οποίο καταχώρησεν ο συνήγορος του εφεσείοντα, πλην όμως ο συνήγορος του εφεσίβλητου στο δικό του περίγραμμα αγόρευσης υπέδειξε ότι το θέμα που αναπτύχθηκε, ήταν εκτός των λόγων έφεσης. Για τούτο δημιουργήθηκε η ανάγκη τροποποίησης του εφετηρίου, το οποίο ας σημειωθεί καταχωρήθηκε από άλλο δικηγορικό γραφείο, το οποίο τότε εκπροσωπούσε τον εφεσείοντα.
H εφεσίβλητη ενίσταται στο δικονομικό αυτό διάβημα προβάλλοντας διάφορους λόγους με κυρίαρχο αυτών, την ανεπάρκεια του λόγου που προσφέρεται για την ανάγκη τροποποίησης και την έλλειψη αιτιολόγησης της μη συμπερίληψης του προτιθέμενου να προστεθεί λόγου, εξ αρχής. Προβάλλεται επίσης ως λόγος ο οποίος δικαιολογεί τη μη αποδοχή της αίτησης, η καθυστέρηση στην καταχώρηση της και η μη δικαιολόγηση της καθυστέρησης αυτής. Η υποστηρίζουσα την ένσταση ένορκη δήλωση της Μ. Κυπριανού, Λειτουργού Νομικών Υπηρεσιών της εφεσίβλητης επαναλαμβάνει εν πολλοίς τους λόγους ένστασης υπογραμμίζοντας ότι ουδόλως αιτιολογείται η ανάγκη τροποποίησης. Εάν, εισηγείται «ο λόγος που εγείρεται η επίδικη αίτηση είναι επειδή πρόσεξαν οι δικηγόροι της πλευράς της Καθ' ης η Αίτηση ότι το περίγραμμα αγόρευσης του Αιτητή δεν καλύπτεται από το Εφετήριο και το έφεραν υπόψη της πλευράς του Αιτητή μέσω του περιγράμματος αγόρευσης τους, αυτό σίγουρα δεν αποτελεί καλό λόγο έγκρισης της αίτησης αλλά μάλλον καλό λόγο για απόρριψη της.»
Υποδεικνύει περαιτέρω πως με την αιτούμενη τροποποίηση επιζητείται η εισαγωγή προς συζήτηση ζητήματος το οποίο δεν ηγέρθηκε ούτε συζητήθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και πως η προτιθέμενη να εισαχθεί τροποποίηση δεν αφορά «ανάπλαση» του έκτου λόγου έφεσης αφού ο εν λόγω λόγος αφορά τη βάση αγωγής της αμέλειας ενώ αυτό που θέλει να συμπεριλάβει ο αιτητής αφορά μίαν εντελώς ξεχωριστή βάση αγωγής, της παράβασης νόμιμου καθήκοντος.
Αναφέρεται επίσης στην ένορκη δήλωση της εφεσίβλητης πως η αιτούμενη τροποποίηση έρχεται σε πλήρη αντίθεση τόσο με την Δ.35 θ 4 όσο και τη σχετική επί του θέματος νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου «η οποία ορίζει ότι ο κάθε λόγος έφεσης πρέπει να αφορά ένα μόνο ζήτημα .» ενώ ο Αιτητής ζητά να εκδικάσει δυο λόγους έφεσης σε ένα.
Έχουμε μελετήσει τα σχετικά έγγραφα της αίτησης, ένστασης και τις ένορκες δηλώσεις που τις συνοδεύουν καθώς και τις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις των συνηγόρων και εξετάσει το αίτημα με αναφορά στους λόγους έφεσης και την πρωτόδικη απόφαση.
Kύριο σημείο της αίτησης το οποίο προτάσσεται για αιτιολογία του αιτήματος και το οποίο αποτέλεσε τον άξονα γύρω από τον οποίο περιεστράφη η επιχειρηματολογία του συνηγόρου του εφεσείοντα ήταν πως το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε θέμα το οποίο δεν ήταν δικογραφημένο. Αυτό της παράβασης θέσμιου καθήκοντος και κάλεσε το Εφετείο να αντικρύσει με «ευαισθησία» το υπό κρίση ζήτημα.
Για τους λόγους που κατωτέρω επεξηγούνται το αίτημα του εφεσείοντα δεν μπορεί να έχει επιτύχει κατάληξη.
Η επίμαχη διαταγή 35(4) των θεσμών Πολιτικής Δικονομίας προνοεί:
«4. The appellant may, by his notice, appeal from the whole or any part of any judgment or order, and the notice shall state whether the whole or part only of the judgment or order is complained of, and in the latter case shall specify such part. The notice shall also state all the grounds of appeal and set forth fully the reasons relied upon for the grounds stated. Κάθε λόγος έφεσης θα καταγράφεται σε ξεχωριστή παράγραφο. Μετά από κάθε λόγο έφεσης θα καταγράφεται ξεχωριστά η αιτιολογία του. Any notice of appeal may be amended at any time as the Court of Appeal may think fit."
Η σχετική νομολογία επιβεβαιώνει τη διακριτική αυτή ευχέρεια του Εφετείου, η οποία ασκείται με γνώμονα, πάντοτε τα συμφέρονται της δικαιοσύνης, δεδομένων βέβαια των ιδιαίτερων περιστατικών της κάθε υπόθεσης (Panayiotis Geοrghiou (Catering) Ltd v. Δημοκρατίας κ.α. (1996) 3 ΑΑΔ 323, Waterworld Holding Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας Πολ. Εφ. 17/2011 ημερ. 14/9/2016). Διάφοροι παράμετροι λαμβάνονται υπόψη κατά την ενάσκηση της διακριτικής αυτής εξουσίας, όπως μεταξύ άλλων ο χρόνος υποβολής της σχετικής αίτησης η οποία αν υποβάλλεται έγκαιρα και δεν επηρεάζει δυσμενώς τα δικαιώματα της άλλης πλευρά γίνεται αποδεκτή με περισσότερη ευκολία. Εάν η τροποποίηση επιζητεί τη διεύρυνση της αιτιολογίας των υφιστάμενων λόγων έφεσης προς καλύτερη παρουσίαση των θεμάτων και δεν επηρεάζει το αντίδικο μέρος, τότε ενδεχόμενα να τύχει έγκρισης (Φακοντής ν. Βρυώνη (2003) 1 ΑΑΔ 1714). Με μεγαλύτερη δυσκολία αντιμετωπίζεται μια τέτοια αίτηση εάν τα προτεινόμενα προς προσθήκη θέματα είναι ξεχωριστά και ανεξάρτητα των υφιστάμενων ζητημάτων, ενώ το εγχείρημα δυσκολεύει ακόμη περισσότερο εάν οι προτιθέμενες τροποποιήσεις αφορούν εντελώς νέα ζητήματα τα οποία ουδέποτε ηγέρθησαν προηγουμένως (Muskita Aluminium Industries Ltd. κ.α. ν. Alsako Aluminium Ltd κ.α. (2009)1 ΑΑΔ 59) ή διευρύνουν σε μεγάλο βαθμό την υπάρχουσα βάση της έφεσης (Κυπριακή Ομοσπονδία Αγωνιστικού Αυτοκινήτου ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (2011) 3 ΑΑΔ 175).
H επιδιωκομένη να προστεθεί τροποποίηση δεν αποτελεί μια προσθήκη στον υπάρχοντα έκτο λόγο έφεσης αλλά ένα νέο λόγο έφεσης εκτός των ήδη υπαρχόντων, κατά παράβαση του Κανονισμού και της νομολογιακά εδραιωμένης αρχής ότι δεν είναι επιτρεπτή η τροποποίηση λόγων έφεσης όταν αυτή τείνει να διευρύνει ή να επαναπροσδιορίσει τα επίδικα θέματα. Είναι πρόδηλο από το αιτητικό ότι ο έκτος λόγος αναφέρεται στην αμέλεια και προσθέτει νέο, με αναφορά στην παράβαση νόμιμου καθήκοντος.
Όπως λέχθηκε στην Σωτηρίου κ.α. ν. Stelios Stylianides (Holdings) Ltd (1998) 1 ΑΑΔ 2281:
«. σε περιπτώσεις που οι προτεινόμενοι λόγοι έφεσης θίγουν καινούργια θέματα, κατά κανόνα η τροποποίηση δεν είναι επιτρεπτή, εκτός και αν δοθεί επαρκής εξήγηση για τη μη συμπερίληψη του προτεινόμενου λόγου στην ειδοποίηση έφεσης από την αρχή. Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει να εξηγηθεί και να δικαιολογηθεί τυχόν καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης. Στην κρινόμενη υπόθεση η Εφεσείουσα όχι μόνο δεν μας έχει ικανοποιήσει ότι πρόκειται για διεύρυνση της αιτιολογίας υφιστάμενου λόγου, αλλά ούτε και για τους λόγους της μη συμπερίληψης του νέου λόγου στην αρχική ειδοποίηση έφεσης. Επίσης, δεν έχει δικαιολογηθεί και η καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπό εξέταση αίτησης, 2 χρόνια μετά την καταχώρηση της ειδοποίησης έφεσης.»
Η αιτιολογία που δίδεται πως «Κατά τη μελέτη της πρωτόδικης απόφασης διαπιστώθηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο στις σελ. 70 κ.επ της απόφασης του ημερ. 12/4/2012, έκρινε ότι ο εφεσείων είχε παραβεί νόμιμο καθήκον «statutory duty), κάτι το οποίο, . δεν μπορούσε να εξεταστεί εφόσον δεν είχε συμπεριληφθεί στις έγγραφες προτάσεις», δεν μπορεί να δώσει έρεισμα στο αίτημα. Και αυτό γιατί αφενός το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε υπεύθυνο για αμέλεια και όχι για παράβαση νόμιμου καθήκοντος τον εφεσείοντα και αφ' ετέρου, κατά πάγια αρχή, ευρήματα βασισμένα σε μη δικογραφημένες θέσεις δεν μπορούν να προωθηθούν ούτε έχουν οποιαδήποτε ισχύ. Δεν θα κρίνουμε σε αυτό το στάδιο τα αναφερθέντα από το πρωτόδικο Δικαστήριο και υπό ποία έννοια τα ενέταξε στην απόφαση του για να οδηγηθεί σε εύρημα αμέλειας, λαμβανομένου υπόψη ότι στη σελ. 62 της ίδιας απόφασης το ίδιο Δικαστήριο αφού καταγράφει πως δε ζητήθηκε από την εφεσίβλητη να δώσει τη συγκατάθεση της για την εκτέλεση κατασκευαστικών έργων πάνω από το υφιστάμενο σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, διαπιστώνει πως «αυτό είναι..ένα γεγονός, που θεμελιώνει αιτία αγωγής για παράλειψη εκπλήρωσης νομικού καθήκοντος από πλευράς εναγομένου 1, επαγομένης αστικής ευθύνης για παρέκκλιση από αυτό.» Αναγνωρίζει βέβαια στη συνέχεια «πως αυτή όμως δεν είναι η βάση επί της οποίας η αγωγή της ενάγουσας στηρίχθηκε. Παρά το γεγονός ότι η Αγωγή της ενάγουσας περιλαμβάνει ισχυρισμό περί της παράβασης από πλευράς εναγομένου 1, καθήκοντος του που απορρέει από το Νόμο ως παρατηρείται, δεν δικογραφήθηκαν στην έκθεση απαίτησης της λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν απόδοση θεραπείας εξαιτίας αυτού.»
Πέραν των ανωτέρω δεν παραβλέπουμε την καθυστέρηση στην κατάθεση της κρινόμενης αίτησης, πέραν της πενταετίας από της καταχώρησης του εφετηρίου (24/5/2017) χωρίς καμιά επαρκή δικαιολογία η οποία να ικανοποιεί την ανάγκη αιτιολόγησης της ως η νομολογία επιτάσσει πως «όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση ανάλογα μεγαλύτερο είναι το βάρος το οποίο πρέπει να αποσεισθεί για να γίνει δεκτή η αίτηση για την παροχή θεραπείας» ( Σπύρου Γιαννή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 334).
Καμιά αιτιολογία προσφέρεται για την καθυστέρηση στην κρινόμενη περίπτωση, πέραν της αναφοράς, ότι η έφεση καταχωρίστηκε από άλλο δικηγορικό γραφείο και σε κάποιο χρονικό σημείο, απροσδιόριστο στην ένορκη δήλωση, έγινε αλλαγή δικηγόρου. Αυτό όμως το γεγονός, η αλλαγή δικηγόρου στην εκπροσώπηση διαδίκου δεν αποτελεί καλό λόγο ή δικαιολογία για την αιτούμενη τροποποίηση (Δημητράκης Φακοντή ν. Νικόλα Π. Βρυώνη (2003) 1 ΑΑΔ 1714).
Στην ίδια ως άνω απόφαση, επισημάνθηκε πως:
«η τροποποίηση δεν είναι κατά κανόνα επιτρεπτή στην απουσία εξήγησης για την μη συμπερίληψη των προτεινόμενων λόγων στην ειδοποίηση της έφεσης και δικαιολόγησης της καθυστέρησης (βλ. Vassiades v. M. Michaelides Bros (1973) 1 CLR 80, Attorney-General of the Republic v. Adamsa Ltd (1975) 1 CLR 8, F. Kassab Golf Solair France Ltd v. Δ. Βασιλείου & Συνεργάτες κ.α. (1995) 1 ΑΑΔ 552, Tsiamanta v. Tsiamanta (1989) 1 CLR 230, Demetriou v. Theocharous (1989) 1 CLR 262, Κυριακίδης (πιο πάνω), Καμένος ν. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 24, 26 και Δημοκρατία ν. Lion Insurance Agency Ltd (1995) 3 AAΔ 338).»
Για όλους τους ανωτέρω λόγους η αίτηση απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα €1.700, πλέον ΦΠΑ υπέρ της εφεσίβλητης.
Γ. Ν. Γιασεμής, Δ. Δ. Σωκράτους, Δ. Ν. Σάντης, Δ.
/Κασ